Στάθης Λιβαθινός: Εφ’ όλης της ύλης

Σε ένα διάλειμμα των προβών για την παράσταση «Τίμων ο Αθηναίος» των Ουίλιαμ Σαίξπηρ και Τόμας Μίντλτον, την οποία σκηνοθετεί, με υποδέχεται στο γραφείο του. «Αυτό το έργο ανεβαίνει σπάνια, είναι το… μαύρο πρόβατο στη δραματουργία του Σαίξπηρ, ένα μικρό αριστούργημα με πολλές ανεξερεύνητες πλευρές», μου λέει. «Το αγαπώ, χωρίς να ξέρω ακριβώς γιατί. Ίσως επειδή ο ήρωας έχει πίστη –σε βαθμό αφέλειας– στους ανθρώπους και γκρεμίζεται από μια τεράστια πλάνη».

Το 2019 θα ολοκληρωθεί η πρώτη (τετραετής) θητεία του ως καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου. Θα υπάρξει και δεύτερη; Δεν το ξέρει ακόμα. Ο ίδιος δεν κρύβει την επιθυμία του να συνεχίσει την προσπάθεια, με στόχο «ούτε ποιοτικό θέατρο για λίγους ούτε εμπορικό για πολλούς· ποιοτικό για όλους». Αλλά ακόμη κι αν αυτό δεν συμβεί, ο Στάθης Λιβαθινός πάλι ικανοποιημένος θα είναι, όπως λέει, που πέρασε από αυτό το μεγάλο «σχολείο», και ευγνώμων που η υπουργός Πολιτισμού, Λυδία Κονιόρδου, «στάθηκε κοντά μας, αποδεικνύοντας για μία ακόμα φορά πόσο καταλαβαίνει τα προβλήματα του θεάτρου και του Εθνικού Θεάτρου».

Τρία χρόνια ήδη στο Εθνικό Θέατρο. Σας αρέσουν οι απολογισμοί;
Δεν είμαι καλός στους απολογισμούς ούτε τους αγαπάω ιδιαίτερα. Mια μέρα, όταν ίσως γίνω… μπούστο, δηλαδή προτομή, και με τοποθετήσουν μαζί με άλλους σε μια πλατεία θεατρικών ηρώων, θα μας κουτσουλάνε τα περιστέρια και θα μας βλέπουν τα ζευγάρια που θα φιλιούνται στα παγκάκια. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι οι απολογισμοί καλύτερα να γίνονται όταν έρθει η ώρα τους και από τους άλλους, όχι από εμάς τους ίδιους. Ένας αθλητής, όταν τρέχει, δεν μπορεί να σκεφτεί πόσα χιλιόμετρα έχει διανύσει ή αν τρέχει σωστά. Βλέπει μόνο μπροστά του, τον τερματισμό. Και τρέχει σαν να τον κυνηγούν λυσσασμένα σκυλιά. (Γέλια) Στην περίπτωσή μου ισχύουν και τα δύο: από τη μια ξέρω πού πρέπει να φτάσει το Εθνικό Θέατρο κι από την άλλη με κυνηγούν πολλά απραγματοποίητα όνειρα. Μετράω αυτά που δεν κατάφερα, όχι αυτά που κατάφερα.

Τι δεν έχετε καταφέρει ακόμα;
Ένα ενδιαφέρον θέατρο ρεπερτορίου. Αλλά αυτό δεν μπορεί να το πετύχει κανείς μέσα σε δύο σεζόν. Γιατί την πρώτη σεζόν εγώ υπηρέτησα το ρεπερτόριο του προηγούμενου καλλιτεχνικού διευθυντή, Σωτήρη Χατζάκη. Ήταν απολύτως συνειδητή απόφαση: ήθελα να τιμήσω και τον ίδιο, και τους συνεργάτες του – και όχι να τους πετάξω έξω για να κάνω τον έξυπνο.

Όταν αναλάβατε, είπατε ότι δεν ήρθατε για να γκρεμίσετε, αλλά για να χτίσετε. Ποιο όραμα υπηρετείτε;
Nα λειτουργήσει το Εθνικό ως θέατρο ανσάμπλ, συνόλου. Να συνεργάζεται με μεγάλα θέατρα του εξωτερικού και σημαντικούς εγχώριους φορείς. Να γίνει μια τεράστια αγκαλιά για τους καλύτερους. Να πορεύεται σωστά, ανεξάρτητα από οποιουσδήποτε μηχανισμούς. Να υπηρετεί το θέατρο και να συμβάλλει στην εκπαίδευση σε όλα τα επίπεδα – όχι με σηκωμένο το δάχτυλο, αλλά ουσιαστικά. Να μην είναι το Εθνικό Θέατρο της Αθήνας, αλλά της Ελλάδας, ένα σημαντικό brand name. Θα ήθελα να γυρίζουμε όλη την Ελλάδα. Αλλά αυτό, για να μη μείνει ωραίο σύνθημα, απαιτεί υποδομές και πολλά χρήματα. Το να παίζουμε σε καφενεδάκια για μένα δεν είναι πολιτισμός.

Μιλήσατε για υποδομές. Έχει αλλάξει κάτι στα τρία χρόνια της θητείας σας;
Αρκετά έχουν αλλάξει. Κι αυτό ήταν το μεγαλύτερο στοίχημα. Παραλάβαμε ένα θέατρο τεσσάρων «σημείων» και θα το παραδώσουμε με επτά: η δραματική σχολή έχει πλέον μετακομίσει στο Σχολείον της Αθήνας – Ειρήνη Παππά, ένα από τα καλύτερα κτίρια στα Βαλκάνια, ίσως και στην Ευρώπη. Το παλιό κτίριό της φιλοξενεί τα εργαστήρια, που είναι πολλά και σημαντικά. Το νέο Rex θα γίνει η μόνιμη παιδική και εφηβική σκηνή. Η Πειραματική Σκηνή ανακαινίστηκε. Σε λίγο καιρό θα ανακαινιστεί εν μέρει και η αίθουσα της Σκηνής «Μαρίκα Κοτοπούλη». Το Τμήμα Σκηνοθεσίας θα λειτουργήσει πλην απροόπτου τον Οκτώβριο. Όλα αυτά χωρίς να πάρουμε ούτε ένα ευρώ από τον Έλληνα φορολογούμενο· καλύφθηκαν από χορηγίες και δωρεές μεγαλύτερων ή μικρότερων χορηγών, που μας τιμούν μένοντας στο πλευρό μας και στηρίζοντάς μας.

Η τρύπα στα οικονομικά έχει κλείσει;
Φέτος έχουμε και πάλι πλεόνασμα, παρά τις πολύ χαμηλές τιμές των εισιτηρίων –όπως πρέπει να συμβαίνει, βέβαια, σε ένα Εθνικό Θέατρο που επιχορηγείται– και μολονότι δεν είμαι και τόσο ευχαριστημένος με τα εισιτήρια που έκαναν κάποιες παραστάσεις μας…

Ο καλλιτεχνικός διευθυντής οφείλει να είναι και μάνατζερ. Αυτό δεν λειτουργεί εις βάρος του καλλιτέχνη;
Το job description του καλλιτεχνικού διευθυντή είναι επιβαρυμένο με ένα σωρό άσχετες υποχρεώσεις, πολύ προσεκτικά βαλμένες ώστε να τον φθείρουν. (Γέλια) Απέναντι σ’ αυτό στέκομαι στωικά, γιατί σκέφτομαι ότι οι περισσότεροι εργαζόμενοι καταλαβαίνουν ότι η προσπάθειά μας έχει συγκεκριμένο στόχο και ότι το Εθνικό Θέατρο δεν θα είναι ποτέ πια το ίδιο – σε επίπεδο εκπαίδευσης, φιλοσοφίας, προγραμματισμού. Κι ας έχουμε μερικές ωραίες αποτυχίες στο ενεργητικό μας.

«Οι περισσότεροι εργαζόμενοι», είπατε. Όχι όλοι; Δεν είστε μια γροθιά;
Στην πατρίδα μας, από την εποχή της «Ιλιάδας» μέχρι σήμερα, ένα πράγμα δεν έχει αλλάξει: η Ελλάδα ποτέ δεν πάει μαζί με… τον εαυτό της. Μέχρι να καταφέρεις να πείσεις τους μισούς, έχεις χάσει την εμπιστοσύνη των άλλων μισών. Η ζωή των ανθρώπων μακριά από διαδρόμους θα ήταν φωτεινή και υπέροχη, αλλά αυτό είναι κάτι που δεν έχω μπορέσει ακόμα να πετύχω. Υπάρχουν εργαζόμενοι που αγαπούν το Εθνικό Θέατρο και έχουν ταυτίσει τη ζωή τους με αυτό. Και άλλοι που το βλέπουν ως Δημόσιο. Από την πρώτη μέρα προσπαθώ να δείξω σε όλους ότι δεν έχω αυλή ούτε παρατρεχάμενους (τέσσερις πέντε συνεργάτες όλους κι όλους έφερα μαζί μου), ότι δεν υπάρχουν ευνοούμενοι και απειλούμενοι ούτε μαύρη λίστα, ότι πρέπει να πορευτούμε όλοι μαζί. Και όμως, κάποιοι θερμοκέφαλοι μας θεωρούν αντιπάλους τους – ίσως γιατί πάντα χρειάζονται έναν «εχθρό» απέναντί τους. Και τον ρόλο σάκου του μποξ μπορώ να παίξω, αν χρειαστεί. Έχω ήσυχη τη συνείδησή μου.

Θα θέλατε μια δεύτερη θητεία;
Δεν ξέρω. Λογικά θα πρέπει να το θέλω, για να δω πώς θα λειτουργήσει το θέατρο με τις υποδομές που έχουμε χτίσει. Αλλά, από την άλλη, μπορεί να έρθει κάποιος καινούργιος καλλιτεχνικός διευθυντής και να τα λειτουργήσει όλα εξίσου καλά.

Ή να τα γκρεμίσει…
Αν το κάνει, θα πρέπει να πληρώσει το τίμημα. Πάντως, όσοι διατελέσουν στο μέλλον καλλιτεχνικοί διευθυντές του Εθνικού ας ξέρουν ότι τους περιμένει ένα μεγάλο σχολείο. Δεν φαντάζονται πόσα νευρικά κύτταρα θα πρέπει να ξοδέψουν για να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις, για να μην κάψουν να όνειρά τους, για να μη γίνουν «ο κύριος διευθυντής». Κάθε μέρα είναι γεμάτη απρόοπτα. Έχεις στα χέρια σου, κατά κάποιον τρόπο, τη ζωή 300 ανθρώπων. Το να βρεις ισορροπία και να μη χάσεις τη φωνή σου και το βλέμμα σου είναι η δυσκολότερη άσκηση.

Πολλοί δεν γνωρίζουν ότι ο Μάνος Κατράκης ήταν θείος σας, αδελφός της γιαγιάς σας…
Πολλοί δεν γνωρίζουν καν τον Μάνο Κατράκη. Πια… Χάρη σε εκείνον, στη μεσολάβησή του στο Κομμουνιστικό Κόμμα, πήρα υποτροφία για να σπουδάσω στο Κρατικό Ινστιτούτο Θεάτρου της Μόσχας, αν και δεν ήμουν ποτέ μέλος του κόμματος. Τον αγαπούσα και τον θαύμαζα για την αγνή και αμόλυντη ιδεολογία του. Δεν ήταν άνθρωπος της εξουσίας ούτε της γραφειοκρατίας, ούτε της μαρξιστικής θεωρίας. Ήταν ένας ρομαντικός που τον αγαπούσαν δεξιοί και αριστεροί ακριβώς το ίδιο. Θυμάμαι να τον σταματούν στον δρόμο και να του κάνουν δώρα –ό,τι είχαν πάνω τους– άγνωστοι άνθρωποι. Ήταν ένας άγιος του θεάτρου, ένας γνήσιος ηθοποιός του λαού.

Αν ζούσε, πιστεύετε ότι θα ήταν περήφανος για σας;
Σίγουρα θα μιλούσε με γενναιοδωρία για έναν νεότερό του. Αυτό έκανε πάντα: χρησιμοποιούσε τα κοσμητικά επίθετα για τους άλλους, ποτέ για τον εαυτό του. Αν μου κληροδότησε κάτι, αυτό είναι ο σεβασμός προς τους παλαιότερους. Ξέρω ότι προέρχομαι από ένα σπουδαίο δέντρο και οφείλω να το τιμώ πάντα.

Έτσι όπως μιλάμε για τον Μάνο Κατράκη, ποια εικόνα σάς έρχεται στο μυαλό;
Θυμάμαι την τελευταία φορά που πήγαμε μαζί στην Επίδαυρο, το 1983, για μια παράσταση του Θύμιου Καρακατσάνη – εγώ ήμουν νεαρός με μακριά μαλλιά. Μαζί μας ήταν η σύζυγός του Λίντα και ο γλύπτης Μέμος Μακρής. Έπειτα από τέσσερις στάσεις στην ανηφόρα, εξαιτίας της δύσπνοιάς του, μπήκαμε στο κατάμεστο θέατρο και όλοι οι θεατές σηκώθηκαν και τον χειροκροτούσαν. Σείστηκε το τοπίο. Για μένα αυτό είναι δόξα…

18.01.2018, Επτακοίλη Τασούλα «Στάθης Λιβαθινός: Εφ’ όλης της ύλης», περιοδικό «Κ», Καθημερινή

 

Για το link πατήστε εδώ