Ο Βασίλης Ανδρέου έχει ωραίες αναμνήσεις, καθώς περνά το κατώφλι της Πειραιώς 260. Η σκηνή μπορεί να μην έχει την ελευθερία της «Ιλιάδας», να είναι μικρότερη, όμως η συγκίνηση παραμένει ατόφια.
Πέντε μέρες, πριν από την αποψινή πρεμιέρα της παράστασης «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση», σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού, ο ηθοποιός μίλησε στο tetragwno.gr για την αποτύπωση των δύο χαρακτήρων στη σκηνή, την 25χρονη συνεργασία του με τον πρώην καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θέατρου και τη διαδρομή του στο θέατρο.
«Θα δει ο κόσμος κάτι διαφορετικό από το έπος που ήταν η Ιλιάδα. Αυτό είναι ένα ποιητικό κείμενο που έχει να κάνει με τον έρωτα, το ταξίδι της ζωής, με την ωριμότητα δύο αντρών του Δον Ζουάν του Λόρδου Μπάιρον και του Καζανόβα της Μαρίνα Τσβετάγεβα.
Οι δύο χαρακτήρες έχουν μια συγγένεια ως προς την αντίθεση τους. Ο Δον Ζουάν γεννιέται, μεγαλώνει σε μια μικρή ηλικία και ο Καζανόβα είναι στο τέλος του που τους χωρίζει ένας αιώνας. Αυτός ο αιώνας γεφυρώνεται στην παράταση, γιατί δίνει σκυτάλη το ένα έργο στο άλλο. Τα έργα δεν ενώνονται, γιατί είναι δύο διαφορετικές φιγούρες. Ο ένας είναι ιστορικό πρόσωπο κι άλλος μυθοπλασία. Ο Καζανόβα υπήρξε πραγματικά. Ο Δον Ζουάν είναι ένα πλάσμα μυθοπλασίας.
Ο Δον Ζουάν του Μπάιρον έχει έρωτες με γυναίκες, αλλά απέχει πολύ απ΄ τον Δον Ζουάν του Μολιέρου ή από τον Δον Ζουάν που ξέρουμε από την όπερα. Τον γυναικοκατακτητή, τον απατεώνα που λέει ψέματα κι αφήνει πίσω του ερείπια. Εδώ είναι μικρός. Γεννιέται, μεγαλώνει, ανθίζει, φτάνει σε μια ηλικία νεανική και έρχονται και τον βρίσκουν τα γεγονότα, δεν προκαλεί ίντριγκες, ούτε εξαπατά κόσμο. Ο Καζανόβα με την ίδια λογική, δεν τον βλέπουμε στο πικ του ή να προσπαθεί να δημιουργήσει σχέσεις με γυναίκες. Είναι κλεισμένος στο δωμάτιο του και δεν γιορτάζει την αλλαγή της χρονιάς και δεν θέλει να έχει επαφές με κανέναν, γιατί όλοι τον υποτιμούν πια. Αυτό είναι το ωραίο στην παράσταση μας. Δεν υπάρχει ψέμα. Δεν υπάρχει απάτη. Δεν υπάρχουν άνθρωποι που κακοποιούν γυναίκες»
Πώς μπορεί ένα ποίημα να γίνει παράσταση με δραματουργία και διαλόγους;
Της Μαρίνα Τσβετάγεβα είναι διαλογικά γραμμένο. Ο Δον Ζουάν είναι γραμμένος με τη μορφή canto. Άσματα που είναι πολλές στροφές οχτάστιχες γραμμένες με τη μέθοδο την Ottava rima (οχτώ στίχοι σε κάθε στροφή). Εμείς ακολουθούμε μία μέθοδο που έχουμε φτιάξει με την ομάδα μας, ένα ποίημα να έχει διαλογικό και αφηγηματικό τρόπο, ώστε μοιράζεται το κείμενο σε πρόσωπα. Υπάρχει δράση. Έχει γεγονότα μέσα το ποίημα αυτό.
Ο Στάθης Λιβαθινός ήταν ο δάσκαλος σας στη Δραματική σχολή του Κώστα Καζάκου, κι ένας από τους μέντορες σας. Νιώθετε ασφαλής;
Είμαι στο θέατρο από το 1995. Το θέατρο δεν έχει ασφάλεια. Στα 52 μου, δεν είμαι σε μια ομάδα για να νιώθω ασφάλεια. Είμαι σ’ έναν χώρο που μου δημιουργεί ρίσκο. Δημιουργικότητα. Είναι πολύ πιο δύσκολο να σε γνωρίζουν. Να σε ξέρει ο σκηνοθέτης σου καλά, γιατί δεν μπορεί να επαναλαμβάνεις τα ίδια πράγματα. Άρα, καμία ασφάλεια. Πιο πολύ δοκιμάζονται τα νεύρα μου και πιο πολύ δοκιμάζεται η προσωπικότητα μου στο να προσπαθώ και να μην τρώω από τα έτοιμα. Ξέρεις τι σου αρέσει και τι δε σου αρέσει. Υπάρχει μια επικοινωνία και μπορούμε να συνεννοηθούμε για το καλό της δουλειάς.
Επαγγελματικά, κάθε χρόνο, υπάρχει μια πρόταση από τον σκηνοθέτη μου για να δουλέψουμε μαζί. Περισσότερη ανασφάλεια μου δημιουργεί να γοητεύουμε το ένας τον άλλο πια. Είναι μεγάλη αλήθεια αυτό που σας λέω, γιατί μας γνώρισε αυτός ο άνθρωπος κι από την καλή κι από την ανάποδη. Άρα, πρέπει να προσφέρουμε ο ένας τον άλλον μια καινούργια πρόκληση. Και μ’ αυτή την ευκαιρία, θέλω να ευχαριστήσω τον Στάθη Λιβαθινό για τον ρόλο του Λόρδου Μπάιρον.
Μπορεί κάποιος να ζήσει μόνο από το θέατρο;
Όχι, δεν μπορεί. Εγώ κάνω τέσσερις δουλειές. Διδάσκω, προσπαθώ να κάνω κάποια σεμινάρια. Αν έρθει κάτι από την τηλεόραση, με χαρά θα το πλησιάσω κι εγώ. Αν έρθει κάτι στον κινηματογράφο. Αλλά αυτά είναι σπάνια. Δεν είναι τόσο συχνά.
Σας ενδιαφέρει η τηλεόραση, όπως είναι;
Άμα προκύψει ένα σήριαλ του οποίου θα έχω γνώση του βιβλίου που θα διαβάσω, θα έχω μια εικόνα του σεναρίου και του ρόλου α πριόρι. Θα γνωρίσω αναλυτικά ποιος είναι ο ρόλος. Θέλω να κάνω κάτι που να έχει μια συνέχεια. Να μην είναι ένα έργο που γράφεται κάθε μέρα. Μου έχει τύχει και πρόσφατα. Έχω πάει σε μια οντισιόν, όπου ο ρόλος είναι εκεί. Τον βλέπεις. Διαβάζεις κάποια επεισόδια. Σου λένε την ιστορία του. Με τέτοιους όρους συζητάς με την τηλεόραση. Όχι να γράφεται καθημερινά και να μην ξέρεις που θα πάει η ιστορία. Γι’ αυτό ποντάρω σε κάποιο μυθιστόρημα. Να έχω δει τη δουλειά του σκηνοθέτη. Να έχει δει αυτός δικιά μου δουλειά. Πηγαίνεις κάπου που να σε τιμά το αποτέλεσμα. Σέβομαι όσους πάνε για εργασία γιατί ζητάνε την εργασία χωρίς να ξέρουν τους όρους από πριν. Εγώ θα προσπαθώ να παλεύω πάντα για να ξέρω τους όρους της δουλειάς. Κι αν δεν τους ξέρω, δε θα την κάνω. Έτσι πορεύομαι για την τηλεόραση.
Θα σηκώνατε το τηλέφωνο να πάρετε κάποιον παραγωγό ή casting director;
Αν τύχει κάτι που θα ακούσω, που να έχει αυτούς τους όρους που λέω, οπωσδήποτε θα σήκωνα το τηλέφωνο και θα έλεγα ότι μ’ ενδιαφέρει. Να περάσω να με δείτε.
Πιστεύετε ότι ρόλος του «Ηλίθιου» του Ντοστογιέφσκι ήταν ορόσημο στην καριέρα σας;
Ήταν το 2007. Αμέσως μετά, μου δόθηκε η ευκαιρία να παίξω στο Εθνικό Θέατρο στην παράσταση «Wolfgang» σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου, κάτι τελείως αντίθετο. Την ιστορία του απαγωγέα ενός κοριτσιού. Το ωραίο με τον ηλίθιο ήταν ότι ήμουν έξι ώρες πάνω στη σκηνή. Κι αυτό είναι ένα δώρο για τον ηθοποιό. Είναι ένα άθλημα. Να αντέχει να παίζει κάθε Κυριακή από τις 2 το μεσημέρι μέχρι τις 8 το βράδυ. Μια παράσταση που κρατάει έξι ώρες με τρία διαλείμματα. Αυτό είναι μια μοναδική εμπειρία. Έκανα δύο ταινίες πολύ ενδιαφέρουσες, που ήταν πιστεύω λόγω του Μίσκιν. Από κει και πέρα ήρθαν κι άλλα. Διαφορετικά και δύσκολα. Ορόσημο δεν ξέρω αν ήταν στην καριέρα μου. Ήταν ορόσημο στην ποιότητα της ύπαρξης μου πάνω στη σκηνή.
Έχετε θυσιάσει πράγματα από τη ζωή σας για το θέατρο;
Όχι. Δίνω στον εαυτό μου μια ωραία βόλτα. Έναν περίπατο. Συναντώ τους μαθητές μου. Πάω τα ταξίδια μου. Δεν στερούμαι τίποτα, όπως κάθε άνθρωπος που αγαπά τη δουλειά του και την κάνει με πάθος. Οφείλει να βρίσκει τη στιγμή να ξεκουράζει τον εαυτό του.
Στην Κύπρο πηγαίνετε;
Προσπαθώ να πηγαίνω τρεις φορές τον χρόνο. Η Κύπρος πάει πολύ καλά θεατρικά και δημιουργικά. Είχα αρκετές και ωραίες προτάσεις για να κατέβω στον ΘΟΚ (Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου), συνεχώς όμως υπήρχε κάτι στην Αθήνα και δεν μπορούσα να πάω. Αγαπώ πολύ τον τόπο μου. Η νέα γενιά των ηθοποιών εκεί συμπράττουν με τους παλιούς ηθοποιούς. Ήδη ήρθαν ο Βαρνάβας Κυριαζής με την Αννίτα Σαντοριναίου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά με μια υπέροχη παράσταση. Στο Φεστιβάλ Αθηνών θα έχουμε τώρα μια ομάδα γυναικών «Οι γυναίκες επιστρέφουν». Εγώ τιμώ τους ανθρώπους που δε δειλιάζουν μεμψιμοιρώντας, γιατί αυτό κάνω κι εγώ. Ό,τι δυσκολίες κι αν έχει το θέατρο στην Ελλάδα ή στην Κύπρο προσπαθούμε να βγούμε μπρος και να δώσουμε ποιότητα στη δουλειά μας. Και οικονομικά, οπωσδήποτε πρέπει να συμβεί αυτό. Να πληρώνονται οι πρόβες μας, να αναγνωρίζονται τα πτυχία μας και να μπορούμε οι ίδιοι να μην το κάνουμε μόνο για τη χαρά με το άλλοθι του πάθους και του ταλέντου μας, αλλά πρέπει να ζήσουμε μέσα από αυτό. Είναι αδιανόητο να μην πληρώνονται οι πρόβες. Μεγαλώνοντας υπάρχει ένας πολύ ωραίος διάλογος με μια οικογένεια θεατρική. Με όλα τα καλά και τα κακά υπάρχει διάλογος. Δεν υπάρχει μονοσήμαντη απόφαση. Δεν υπάρχει μονόπλευρο θέλω. Υπάρχει κάτι που αναγκαστικά πρέπει να το κάνουμε μαζί πια, γιατί είμαστε ένα.
Υπάρχει περίπτωση να κάνετε περιοδεία, εκτός φεστιβάλ;
Μακάρι να μπορούσα, δεν ξέρω τους ορούς, εμείς θα παίξουμε για πέντε μέρες και θα του χρόνου θα πάμε επανάληψη το περσινό έργο «Berlin Alexanderplatz» που είναι βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Άλφρεντ Ντέμπλιν στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων.
Πώς λειτουργεί σε σας, όταν μια παράσταση θα παιχτεί μόνο για λίγες μέρες;
Το είχα ζήσει το 2008 με την «Μασκαράτα» που παίχτηκε κάποιες μέρες εκεί και με την «Ιλιάδα» που ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο. Οπότε είναι η πρώτη φορά που θα παιχτεί μια παράσταση για πέντε μέρες. Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό. Θα μαζέψω τα πράγματά μου την Κυριακή και θα πάω διακοπές. Αυτό που δημιουργήσαμε 100 λεπτά περίπου, είναι ένα κόσμημα. Δύο έργα μαζί με ζωντανή μουσική από τον Θοδωρή Αμπαζή. Δεν ξέρω το αίσθημα. Έτσι είναι τα φεστιβάλ. Παρόλο που επαναλαμβάνονται κάποιες παραστάσεις.
Πιστεύετε πως έχετε αδικηθεί από το θέατρο;
Δε νιώθω αδικημένος, γιατί ξέρω πόσες χιλιάδες παρακολουθούν το θέατρο μέσα στην αίθουσα, ως προς την αναγνωρισιμότητα και δεν έχω την απαίτηση να νιώθω να με γνωρίζουν. Όμως με όσα έχω κάνει, δέχομαι πίσω να έχουν αναγνωρίσει τον κόπο, τη δουλειά, το οποιοδήποτε ταλέντο, να έχω προτάσεις και δε νιώθω καθόλου αδικημένος. Έχω δουλέψει με την Ευαγγελάτου, με την Μελεμέ, την Πατεράκη, την Φριντζήλα, με τον εξαιρετικό Νορβηγό Γκότσεφ που πήγαμε με τους «Πέρσες» στην Επίδαυρο. Επειδή ζούμε σε μια εποχή που μπορούμε να ανοίξουμε την βεντάλια, με ενδιαφέρει το σινεμά και η τηλεόραση. Θέλω να αναγνωριστούν πρώτα οι κόποι μου από τον Βασίλη, τον εαυτό μου, ώστε να πω «Βασίλη προχώρα και παρακάτω, κάνε κι άλλα πράγματα», γιατί πολλές φορές από τον εαυτό μας στερούμε. Κανείς δεν πρέπει να αδικεί τον εαυτό του και να προσπαθεί δοκιμάζοντας καινούργιες προκλήσεις, καθώς δεν έχουμε να δώσουμε λόγο σε κανέναν πέρα από τον εαυτό μας και να το εκτιμάμε.
Θα σας γυρίσω στον χρόνο και στην παράσταση «Ο μικρός εγώ». Πώς γεννήθηκε η ιδέα να μπείτε στη διαδικασία της σκηνοθεσίας;
Το 2012 η ομάδα Αίολος από τους Βλασία Κουτσού, Γιώργο Μακρή, Φαίδρα Παπανικολάου, Νατάσα Σφενδυλάκη και Φώτη Λαζάρου, με προσκάλεσε να κάνουμε «Τα ρέστα» του Κώστα Ταχτσή. Εγώ τότε έκανα πρόβες στην «Ιλιάδα» στο Μεταξουργείο. Έφευγα από την πρόβα στο συνεργείο στο παλιό τούρκικο σπίτι στην Κεραμεικού. Τα παιδιά ήταν φίλοι. Είναι από τα πιο ωραία πράγματα που έχω κάνει στη ζωή μου και αγάπησα. Ακολούθησαν άλλες δύο παραστάσεις ο «Ματωμένος γάμο του Λόρκα και η «Ελληνική μυθολογία» του Τσιφόρου. Ήταν η πρώτη μου σκηνοθεσία και ευχαριστώ τον Γιώργο Μακρή, που είναι και κουμπάρος μου τώρα, καθώς βάφτισα το παιδί του, και είμαι ευγνώμων που μου ‘δωσαν την ευκαιρία να γίνω σκηνοθέτης.
Θα επαναλαμβάνατε τη διαδικασία;
Όχι. Για μένα έγινε μία δοκιμή σε μια εποχή και μια περίοδο που ένιωθα ασφαλής, γιατί μόνο με ασφάλεια μπορώ να το κάνω. Θέλω να παίζω, να κάνω τις παραστάσεις μου στις δραματικές σχολές και να έχω και την ευθύνη των σπουδαστών που μ’ αρέσει πολύ. Θέλω να είμαι ξανά παιδί μέσα από τους ρόλους μου να με προπονούν. Μόνο με την ομάδα Αίολος θα το έκανα ξανά, γιατί είμαστε οικογένεια. Αλλά να σκηνοθετήσω με όρους οικονομικούς έξω ή να βρω ένα έργο, δεν το θέλω.
14.06.2023. Αντωνιάδης Λάζαρος «Βασίλης Ανδρέου: Είμαι σ’ ένα θέατρο, όπως το έχω ονειρευτεί», tetragwno.gr
Για το link πατήστε εδώ