Τροία και Σμύρνη θύματα πολέμων

Το θεατρικό πρόγραμμα του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών στην Πειραιώς 260 άρχισε με παραστάσεις ενός ελληνικού και ενός τουρκικού θιάσου. Τυχαία ή σχεδιασμένη, η παράλληλη παρουσίαση των έργων των δύο θιάσων ήταν εξαιρετική σύμπτωση. Εξαιρετική σύμπτωση, οφειλόμενη στο «συγγενές» θέμα και μήνυμα των δύο έργων, κι ας γράφτηκε το ένα παραπάνω από τρεις περίπου χιλιετίες πριν και το άλλο πρόσφατα. Θέμα – των δύο έργων – ο κατακτητικός- ιμπεριαλιστικός πόλεμος και οι ολέθριες συνέπειές του. Τόπος της μυθοπλασίας – και των δύο – η Μικρά Ασία. Μήνυμα – και των δύο – η καταδίκη του πολέμου και των υπαιτίων του. Ο λόγος για τις παραστάσεις των έργων «Ιλιάδα» και «Ω Σμύρνη μου, όμορφή μου Ismir», που θα απασχολήσουν τη στήλη.

«Ιλιάδα»

Μετά την κειμηλιακή, ανυπέρβλητης φιλολογικής και λογοτεχνικής αξίας μετάφρασή της από τον Ιωάννη Κακριδή, η «Ιλιάδα» – ο πρώτος, «θεμέλιος λίθος» της Ελληνικής Γραμματείας, «τροφοδότης» και της διεθνούς – «λάμπει» και πάλι με τη μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη. Ένας έξοχος μεταφραστικός «άθλος», εμπλουτισμένος με καίριες φιλολογικές και μυθοπλαστικές αναλύσεις και επισημάνσεις στον πρόλογο και επίλογό του. Αναλύσεις και επισημάνσεις που στάθηκαν πολύτιμος «οδηγός» για τη σκηνική εικονοποίηση της «Ιλιάδας» από τον Στάθη Λιβαθινό. Το παράτολμο εγχείρημα του Στάθη Λιβαθινού να παρουσιάσει – για πρώτη φορά στα χρονικά – ολόκληρο το έπος, σε σκηνική επεξεργασία του ίδιου, της Έλσας Ανδριανού και των ηθοποιών, απέβη σε σπουδαίο σκηνοθετικό άθλο, με συνεργούς και άθλους των συνεργατών του. Τα ευφυούς απλότητας αλλά και λειτουργικότητας μεταλλικά σκηνικά και τα πανέμορφα, ευρηματικά μεταμορφώσιμα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου (σκηνικά και κοστούμια που καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό τη σκηνοθετική διάταξη, τα σημεία και τα επίπεδα εικονοποίησης των επεισοδίων κάθε ραψωδίας). Τη διδασκαλία των ηθοποιών από το μάχιμο μοναχό Σαολίν, Σι Μιάο Τζιε (κινησιολογία πολεμικών τεχνών). Τη μουσική και τον ηχητικό σχεδιασμό του Λάμπρου Πηγούνη. Μεγάλο έπαινο αξίζει ο ολοφάνερα πολύμηνος, σίγουρα επίπονος μόχθος των ταλαντούχων ηθοποιών να ασκηθούν φωνητικά και σωματικά στο μέγιστο βαθμό, ώστε να αντέξουν να «μιλήσουν» καθάρια, νοηματικά εύληπτα, το τεράστιας έκτασης κείμενο, να μεταμφιέζονται ταχύτατα υποδυόμενοι πολλά πρόσωπα ο καθένας, να δίνουν διαφορετική μορφή, φωνή, τρόπο ομιλίας, χαρακτηρολογικά στοιχεία, να περνούν αβίαστα από τον αφηγηματικό λόγο στο διάλογο μεταξύ διαφόρων προσώπων, κινούμενοι συνεχώς και έντονα, ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας τα επίπεδα του σκηνικού, αναπαριστώντας μάχη σώμα με σώμα, χωρίς να λαχανιάζουν και να δείχνουν κόπωση. Σωστά ο Δ. Μαρωνίτης χαρακτηρίζει «πρώιμη τραγωδία» την «Ιλιάδα». Χωρίς τεκμήρια χρονολογούμενο στον 8ο π.Χ. αιώνα, χωρίς τεκμήρια αποδιδόμενο στον Όμηρο, με άγνωστο «Χ» το πότε και το αν κι άλλοι αοιδοί – ραψωδοί, αργότερα, συνέβαλαν στην προφορική παράδοση και τελική διαμόρφωσή του, στο έπος αυτό «η αφήγηση εισβάλλει από το παρελθόν στο παρόν, παραμένοντας, ουσιαστικά και τυπολογικά, μετέωρη». Παρότι ο επεκτατικός Τρωικός Πόλεμος συνεχίζεται, το έπος τελειώνει καταδείχνοντας ότι πόλεμος σημαίνει θάνατο, χωρίς ουσιαστικά νικητές και νικημένους. Η «Ιλιάδα» διαθέτει «αριστοτελική» μυθοπλασία. Δηλαδή ενότητα μύθου, χώρου και χρόνου. Δεν αφορά στο δεκάχρονο Τρωικό Πόλεμο. Μόνο σε τέσσερις μέρες μαχών και σε μια ανακωχή έντεκα ημερών προκειμένου να ταφούν οι ήρωες των αντιμαχομένων, ο Πάτροκλος και ο Έκτορας. Η μυθοπλασία τοποθετείται εκτός και εντός των τειχών της Τροίας. Πρωταίτιο στοιχείο του «παροντικά» εκτυλισσόμενου δράματος είναι η εμφύλια έρις μεταξύ Αχιλλέα και Αγαμέμνονα για το ποιος θα χαρεί μια όμορφη σκλαβωμένη Τρωαδίτισσα, υπό την «προστασία» διαφορετικών «θεών» ο καθένας, καθώς ερίζουν μεταξύ τους και οι ενανθρωπισμένοι (ο καθένας με τα δικά του πάθη και κουσούρια) στο έπος «θεοί». Όσο ο οργισμένος Αχιλλέας δεν πολεμά οι κατακτητές κινδυνεύουν να ηττηθούν από τους Τρώες. Όταν ο Έκτορας δολοφονεί τον αγαπημένο φίλο του Πάτροκλο, ο Αχιλλέας λυσσαλέα θα σκοτώσει τον Έκτορα και θα χλευάζει το άταφο πτώμα του. Καταστροφή, ανθρώπινες απώλειες, οδύνη, θρήνος, φόβος ότι το θανατικό θα συνεχιστεί και η αβέβαιη έκβαση του πολέμου ώθησαν τον αρχαίο ραψωδό να υψώσει φωνή καταδίκης του πολέμου, την οποία εξυψώνει η εξαιρετική σκηνοθετική σύλληψη και εικονοποιητική σχεδίαση του Λιβαθινού. Η μόνη αισθητική παρατήρηση της υπογράφουσας αφορά στο υπερπαίξιμο των ηθοποιών, στην ερμηνευτική, σχηματική υπερβολή, στην επιδεικνυόμενη εκφραστική ικανότητα (προσώπου, σώματος, χεριών), στη ναρκισσιστική «ρητορεία» και την πόζα, κυρίως όσον αφορά στο λόγο. Μια πιο λιτή – δεν εννοούμε ανέκφραστη – υποκριτική δεν θα μείωνε την εικονοποιητική δύναμη της σκηνοθεσίας και θα άρμοζε περισσότερο στον ούτως ή άλλως αφηγηματικό χαρακτήρα του έπους. Πάντως, αξίζει μεγάλο έπαινο ο υποκριτικός μόχθος όλων των ηθοποιών: Δημήτρης Ήμελλος, Γιώργος Χριστοδούλου, Γεράσιμος Μιχελής, Λευτέρης Αγγελάκης, Νίκος Κορδώνης, Διονύσης Μπουλάς, Χρήστος Σουγάρης, Βασίλης Ανδρέου, Μαρία Σαββίδου, Άρης Τρουπάκης, Αμαλία Τσεκούρα, Γιώργος Τσιαντούλας, Γιάννης Παναγόπουλος, Νεφέλη Κουρή, Αργυρώ Ανανιάδου. […]

12.06.2013, Θυμέλη «Τροία και Σμύρνη θύματα πολέμων», Ριζοσπάστης

 

Για το link πατήστε εδώ