Το θέατρο της Ιστορίας

Ο ξεριζωμός και η προσφυγιά έχουν πάψει από χρόνια πολλά να είναι προβλήματα «εθνικά», «τοπικά», που να αφορούν μόνο μερικές ομάδες με κοινή γλώσσα και ίδια συνείδηση. Σ’ όλο τον κόσμο πια περιφέρονται πρόσφυγες, ξεριζωμένοι που προσπαθούν να βρουν ένα μέρος να μείνουν, κάπου να στεγαστούν, κάπου να «ξαναρχίσουν» τη ζωή τους.

Εμείς εδώ, στην Ελλάδα, την προσφυγιά τη ζήσαμε στο πετσί μας έντονα και για πολλά χρόνια. Αλλά οι δικοί μας πρόσφυγες ήταν Έλληνες και ήρθαν στην Ελλάδα. Δεν ήταν Ιρλανδοί ή Εβραίοι ή Αρμένιοι ή Κούρδοι ή Πολωνοί ή Ιταλοί που έφευγαν από την πατρίδα τους (ή από τον τόπο που θα έπρεπε να είναι η πατρίδα τους) για να πάνε σ’ ένα μέρος που δεν ήταν πατρίδα κανενός και που μόλις τότε γινόταν πατρίδα των πάντων, την Αμερική. Που γινόταν κράτος με τους πρόσφυγες που έφταναν ώς αυτήν.

Σ αυτή την αχανή χώρα θα πρέπει να έφτασαν πρόσφυγες και οι πρόγονοι του συγγραφέα Ρίτσαρντ Καλινόσκι, που έγραψε το «Κτήνος στο φεγγάρι». Όχι, δεν έγραψε για τους δικούς του προγόνους. Αυτοί που τον συγκλόνισαν ήταν οι πρόγονοι της γυναίκας του. Και αυτοί ήταν Αρμένιοι. Από τους λίγους Αρμένιους που γλίτωσαν την προγραμματισμένη σφαγή που σχεδίασαν και εκτέλεσαν οι Τούρκοι.

Οι μεγαλύτερες τραγωδίες ξεριζωμού ξεκίνησαν ακριβώς από εκεί. Από την Τουρκία. Αρμένιοι, Έλληνες, Κούρδοι, εθνότητες που ζούσαν εκεί πριν καταφθάσουν οι Οθωμανοί Τούρκοι. Που όχι μόνο κατακτούσαν εδάφη, αλλά εξολόθρευαν όσους «ξένους» έβρισκαν μπροστά τους. Να καθαρίσουν τον τόπο από μιάσματα.

Το 1915 γίνεται η μεγαλύτερη προσπάθεια αφανισμού ενός ολοκλήρου λαού, των Αρμενίων. Όσους δεν σκοτώνουν και δεν καίνε μέσα στα χωριά τους, τους βγάζουν στην έρημο, τους υποχρεώνουν να περπατούν συνεχώς στο πουθενά και αφήνουν τη φύση (την πείνα, τη δίψα, την αρρώστια) να κάνει αυτό που οι ίδιοι δεν προλαβαίνουν να κάνουν.

(Και μη νομιστεί ότι το χιτλερικό σχέδιο εξολόθρευσης ήταν διαφορετικό από το σχέδιο της πορείας μέσα στην έρημο. Και η μεν χιτλερική Γερμανία καταδικάστηκε απ’ όλο τον κόσμο. Την Τουρκία όμως δεν την καταδίκασε ποτέ κανείς, μαζικά και επίσημα).

Από τους λίγους Αρμένιους που γλίτωσαν ήταν κι αυτοί που γνώρισε ο Ρίτσαρντ Καλινόσκι. Τον συγκλόνισαν τα πάθη τους, τον αναστάτωσαν και τον συγκίνησαν βαθιά οι προσπάθειές τους να επιζήσουν και την ίδια στιγμή να κρατήσουν την προσωπική τους αξιοπρέπεια.

Ο Καλινόσκι παίρνει ένα νεαρό ζευγάρι Αρμενίων, τον Αράμ Τομασιάν και τη Σέτα Τομασιάν, να προσπαθούν να ζήσουν στην Αμερική έχοντας πίσω τους τις φοβερές διώξεις των Τούρκων. Και γράφει ένα τρομερά ευαίσθητο και συγκινητικό έργο. Που γίνεται ακόμη πιο συγκινητικό και επίκαιρο με τα γεγονότα των τελευταίων ημερών

(Είναι όλα απίστευτα. Αυτή τη στιγμή που γράφω μια κριτική για ένα θεατρικό έργο με ήρωες Αρμένηδες, οι τηλεοράσεις βουίζουν με τη σύλληψη του Κούρδου ηγέτη, του Οτσαλάν! Τώρα, αυτή τη στιγμή, όλα μου φαίνονται λίγα – τα γεγονότα είναι πολύ πιο ισχυρά από όλες τις μυθιστορίες. Τι κριτική να γράψω;)

Ωστόσο θα συνεχίσω. Γιατί και το έργο που είδαμε είναι σπουδαίο και η παράστασή του σπάνιας ακρίβειας και ευαισθησίας. Αλλά και γιατί, ακριβώς αυτές τις μέρες που ζούμε τα γεγονότα, η παράσταση παίρνει ακόμη πιο έντονο χαρακτήρα, θα φανεί «αλλιώς» και στον πιο απαθή θεατή. Είναι η πιο επίκαιρη θεατρική παράσταση που παίζεται σ’ όλο τον κόσμο – και αξίζει μέγα πλήθος να κατεβεί να τη δει.

Εκεί, πίσω από το ΙΚΑ της οδού Πειραιώς, οι θεατές θα βρεθούν σ’ έναν καινούργιο θεατρικό χώρο, από τους πια καλόγουστους που φτιάχτηκαν τελευταία. Είναι το Από Μηχανής Θέατρο. Και εκεί θα συναντήσουν τη δουλειά μιας απαιτητικής ομάδας νέων ανθρώπων που έφτιαξαν, σπυρί σπυρί, χωρίς κενά, μια σπουδαία παράσταση.

Είναι εκεί ο Δημήτρης Τάρλοου, που μετέφρασε το έργο με άμεση και καίρια γλώσσα – παίζοντας συγχρόνως με άψογο και ελκυστικά ιδιόμορφο τρόπο τον Αράμ Τομασιάν.

Μέσα σ’ ένα σκηνικό χώρο – πανέξυπνη σύνθεση ρεαλιστικών στοιχείων και θεατρικής αφαίρεσης – της Ελένης Μανωλοπούλου (με προσεκτικούς φωτισμούς από τον Αλέκο Αναστασίου) ο Στάθης Λιβαθινός σκηνοθέτησε μια λιτή παράσταση, χωρίς «σκηνοθετικές εξυπνάδες», ζητώντας και παίρνοντας από τους ηθοποιούς του μόνο την ουσία των πραγμάτων και τις σιωπές του άγραφου κειμένου.

Ο Στάθης Λιβαθινός είχε την τύχη τη μουσική της παράστασης να γράψει ένας Αρμένιος μουσικός που ζει αρκετά χρόνια στην Ελλάδα, ο Haig Yazdjan. Το ούτι που ακούγεται – και παίζει με δεξιοτεχνία ο ίδιος – φέρνει τον πόνο της Ανατολής κατ’ ευθείαν στην καρδιά του θεατή.

Η παράσταση έχει και μια εξαιρετική διανομή ρόλων. Εκτός από τον Τάρλοου, που ήδη αναφέραμε, παίζουν ο Γιάννης Κυριακίδης – ηθοποιός ακρίβειας, που φέρνει στη σκηνή «κρυμμένα μυστικά» – ο νεαρός Γιώργος Φιλίδης, μεταμορφωμένος μέσα σε δύο χρόνια σε εξαιρετικό ηθοποιό – μετά την πρώτη του παρουσία στο «Κρυπτογράφημα» του Μάμετ. Τώρα – και είναι μόλις 12 χρονώ – φέρνει σπάνια ζωντανό πρόσωπο εποχής στη σκηνή – και εδώ φαίνεται όχι μόνο η ωρίμανσή του αλλά και η δουλειά που πρέπει να έκανε μαζί του ο Λιβαθινός.

Το ατού όμως της διανομής είναι η επιλογή της Ταμίλα Κουλίεβα για να παίξει τη Σέτα Τομασιάν. Η Κουλίεβα είναι, κατά τη γνώμη μου, ένα υποκριτικό φαινόμενο στο ελληνικό θέατρο. Όχι μόνο για το πόσο σωστά, εσωτερικά και με ακρίβεια παίζει τους ρόλους της – στην τηλεόραση και τώρα στο θέατρο. Αλλά γιατί μπόρεσε να μιλήσει ελληνικά, χωρίς τα ελληνικά να είναι η μητρική της γλώσσα!

Ίσως να είναι και παγκόσμιο φαινόμενο. Αλλά νομίζω ότι το επίτευγμα αυτό της Κουλίεβα είναι καθαρά υποκριτικό επίτευγμα: Έμαθε τα ελληνικά της μέσω της υποκριτικής – όπως θα μάθαινε ένα ρόλο. Και επειδή αυτή τη δουλειά την κάνει τέλεια, έφτιαξε το «ρόλο» της – να μιλάει ελληνικά σαν να είναι η μητρική της γλώσσα – κατά τέλειο τρόπο.

Μη χάσετε την πρώτη ευκαιρία που θα βρείτε να πάτε στο Από Μηχανής Θέατρο. Σας περιμένει μια αξέχαστη βραδιά – σαν να είσαστε παρόντες όχι σε μια θεατρική παράσταση, αλλά μέσα στην καρδιά των γεγονότων.

20.02.1999, Χρηστίδης Μηνάς «Το θέατρο της ιστορίας», Ελευθεροτυπία

 

Για το link πατήστε εδώ