Το γέλιο ως καγχασμός: Η πολύ καλή παράσταση «Πριν την αποχώρηση» στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας

Κάτω από τον τίτλο του θεατρικού έργου «Πριν την αποχώρηση», ο Τόμας Μπέρνχαρντ (1931-1989), ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς του μεταπολεμικού ευρωπαϊκού θεάτρου συμπληρώνει τον υπότιτλο «Μια κωμωδία της γερμανικής ψυχής».

Απ’ αυτόν ξεκινούν και σ’ αυτόν καταλήγουν, νομίζω, όλοι οι ερμηνευτικοί άξονες του έργου. Παρουσιάστηκε τον Ιούνιο του 1979 στο Κρατικό Θέατρο της Στουτγάρδης. Ήταν η τελευταία σκηνοθεσία του σημαντικού Γερμανού σκηνοθέτη και φίλου του Μπέρνχαρντ, Κλάους Πάιμαν, που ο τότε πρωθυπουργός του Μπάντεν-Βίρτενμπεργκ, ο δεξιός Φίλμπινγκερ, θεωρούσε επικίνδυνο, συμπαραστάτη των τρομοκρατών της ομάδας Μπάαντερ-Μάινχοφ. Ο Πάιμαν εξαναγκάστηκε σε παραίτηση, αλλά λίγους μήνες πριν την οριστική αποχώρησή του, ο Φίμπινγκερ απομακρύνθηκε κακήν κακώς γιατί αποκαλύφθηκε ότι τον καιρό του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου είχε στείλει πολλούς ανθρώπους στο θάνατο. Στο Κρατικό της Στουτγάρδης ήθελαν ένα έργο σχετικό με την περίπτωση Φίλμπινγκερ. Το «Πριν την αποχώρηση» έφτασε την κατάλληλη στιγμή. Η μικρή αυτή ιστορία συνδέει την καλλιτεχνική δημιουργία με το παρόν μιας κοινωνίας ακόμη δέσμιας του κολασμένου παρελθόντος της.

Στη γερμανική επικράτεια, η έννοια της ενοχής, σύμφυτη με τη γερμανική ψυχοσύνθεση αλλά και καλά εμπεδωμένη μέσα από την προτεσταντική εκδοχή του χριστιανισμού, πήρε διαστάσεις συλλογικού ψυχωτικού φαινομένου μετά το τέλος του Β’ Πολέμου. Άνθρωποι που πολέμησαν ή συμμετείχαν από περισσότερο ή λιγότερο υπεύθυνες θέσεις στα τρομακτικά εγκλήματα βρέθηκαν να συνεχίζουν τη ζωή τους και μάλιστα από θέσεις εξουσίας. Μια απίστευτου μεγέθους επιχείρηση κουκουλώματος εις βάθος του παρελθόντος λειτούργησε, αναγκαία ίσως για να συνεχιστεί η ζωή, αποτρόπαιη όμως στην υποκρισία της. όπως και στην αναπαραγωγή ψεύτικων άλλοθι νομιμότητας. Η χρόνια, μεθοδική προσπάθεια εξαφάνισης του παρελθόντος, η συνειδητή καταφυγή στο ψεύδος και ο πάντα παρών φόβος της αποκάλυψης και της τιμωρίας, ενέτειναν με τη σειρά τους τα φαινόμενα διαφόρων μορφών ψυχοπάθειας.

Ο Τόμας Μπέρνχαρντ διαχώρισε τη θέση του από την αρρώστια, εμβολιασμένος και ο ίδιος από το μικρόβιό της, γράφοντας γι’ αυτήν. Με τα κείμενά του μίλησε για τα ανομολόγητα ψεύδη, για τις ελαστικές συνειδήσεις, για την ατομική ευθύνη στη συγκάλυψη και στην αποδοχή τού Κακού. Έγραψε για την τραγωδία όσων βλέπουν σε ένα έθνος τυφλών αλλά και για την κωμωδία των τυφλών που νομίζουν πως βλέπουν. Για τη βλακεία, την απελπισία, το θάνατο στην κυριολεκτική και μεταφορική εκδοχή του. Για τα εγκλήματα των ενηλίκων ενάντια στις απροστάτευτες παιδικές ψυχές και στην καταστροφική δύναμη της οικογένειας στη διαμόρφωση της προσωπικότητας προβληματικών ενηλίκων. Στο θέατρο του κόσμου, κρατάει τον ρόλο του τρελού. Ανάμεσα στα ανθρωπιστικά ιδεώδη και την απελπισία.

Στα πεζά του, ο λόγος του δεν θα μπορούσε παρά να υιοθετήσει τη μορφή του εκτεταμένου εσωτερικού μονολόγου. Της πηγαίας ροής της σκέψης, που δεν υποτάσσεται σε κανόνες στίξης, και μάλιστα της εμμονοληπτικής ή και ψυχωτικής, που φλερτάρει με την ιδέα της επιτυχούς λεκτικής διατύπωσής της. Αποδομεί τον λόγο, χρησιμοποιεί διάφορα αφηγηματικά τεχνάσματα, ενδιαφέρουσα τόσο για τη λογοτεχνική όσο και την φιλοσοφική αξία τους. Τα κείμενά του διατηρούν σχέσεις μεταξύ τους, θέματα και πρόσωπα του ενός ξαναβρίσκουμε σε άλλο, σχήματα που συναντάμε σ’ ένα θεατρικό έργο του, επανέρχονται σε κάποιο επόμενο. Το θέατρο υπήρξε χώρος προσφοράς για τις συγγραφικές επιδιώξεις του Μπέρνχαρντ γιατί παρακολουθώντας μια παράσταση, το κοινό δεν μπορεί παρά να κοιταχτεί στον καθρέφτη που του στήνει επί σκηνής ο συγγραφέας. Περαιτέρω, γράφοντας για το θέατρο και κρατώντας σε απόσταση το εγώ του απ’ την αφήγηση, μπόρεσε να μιλήσει με διαφορετική άνεση για το θέατρο του κόσμου, να εξετάσει τις λεπτές διαφορές μεταξύ τραγικού και κωμικού, να παίξει με την έννοια της θεατρικότητας μέσα από σχέσεις που μοιάζουν αληθινές.

Στο «Πριν την αποχώρηση» συναντάμε το τριαδικό σχήμα, με τα τρία αδέλφια που ζουν απόλυτα εξαρτημένα από το δαίμονα του οίκου του; (το ξαναβρίσκουμε στο μεταγενέστερο «Ρίτερ, Ντένε, Φος», 1984). Είναι κωμωδία με τον ίδιο τρόπο που είναι κωμωδίες τα έργα του Τσέχωφ – δηλαδή ως αντιστραμμένες τραγωδίες. Ο αυθεντικά κωμικός ήρωας, όπως και ο τραγικός, κινείται στις παρυφές του μηδενός του, βιώνει τη βαθύτατη ερημιά του. «Το όριο του κωμικού πυθμένος ενέχει τραγικότητα. Διότι σε οποιοδήποτε αυθεντικό όριο, κορυφαίο ή πυθμαίο, τίθεται υπό ερώτηση το σύνολο της ανθρώπινης ύπαρξης, έναντι του κόσμου και έναντι της υπερβάσεως. Οπότε η ανθρώπινη ύπαρξη ωθείται προς την παρυφή του μη νοήματος και εκεί καθίσταται τραγική» (Χρ. Μαλεβίτση, «Περί τραγικού»).

Το «Πριν τη αποχώρηση» είναι έργο σοφό, άρτιο δραματουργικά, με σύνθετες όσο και άριστα σχεδιασμένες σχέσεις, με πρόσωπα πολυδιάστατα που έχουν ενδιαφέρον τόσο ως ατομικές περιπτώσεις όσο και στις κοινωνικές αναφορές τους, με λόγο που μεταφέρει πλήθος διαφορετικών, συχνά αντίθετων μεταξύ τους, αισθημάτων και σε μια χρονική στιγμή που τα πρόσωπα βρίσκονται σε οριακή ισορροπία. Κάθε 7 Οκτωβρίου ο πρώην αξιωματικός των SS και νυν αξιοσέβαστος πρόεδρος του δικαστηρίου Χέλερ, γιορτάζει μυστικά τα γενέθλια του Χίμλερ. Η ναζιστική περίοδος γίνεται πεδίο αρρωστημένης νοσταλγίας από τον ίδιο και τη Βέρα, με την οποία διατηρεί αιμομικτική σχέση. Η Βέρα κατέχει την κορυφή του τριγώνου που σχηματίζουν τα αδέλφια, αυτή που συγκρατεί την παρακμή στην, ενίοτε μακροχρόνια, κατάσταση σταθερότητας πριν την τελική πτώση. Η άλλη αδελφή είναι παράλυτη, στο αναπηρικό καροτσάκι -σα να λέμε ο Εβραίος της οικογένειας. Η ευφυΐα του Μπέρνχαρντ προέβλεψε η αναπηρία της Κλάρας να έχει προέλθει από βομβαρδισμό των Αμερικανών, άρα η ίδια υπήρξε θύμα πολέμου και μ’ αυτή την ιδιότητα βοήθησε την οικογένειά της να επανενταχθεί στη μεταπολεμική «ειρηνική» συνθήκη. Είναι η μόνη που βλέπει τα πράγματα καθαρά, που κρίνει και αηδιάζει -αλλά δεν μπορεί να κουνηθεί. Συχνά-πυκνά τα τρία πρόσωπα αναφέρονται στους γονείς τους, από τους οποίους ξεκινά η ψυχοπαθογένειά τους.

Η ιστορία δεν είναι καθόλου κωμική, καθώς βλέπετε. Αλλά ο Μπέρνχαρντ υπονομεύει την τραγωδία έντεχνα, με σκηνές και λόγια που σχολιάζουν το παρελθόν. Όταν π.χ. η Βέρα, για τον ναζί εορτασμό, δοκιμάζει το παιδικό της χτένισμα. Ισορροπεί τη μεγάλη σε έκταση πρώτη πράξη των γυναικών, με δύο μικρότερες στις οποίες πρωταγωνιστεί ο Χέλερ, ένα νευρόσπαστο ενοχών, που λέει ανοησίες και λίγο προτού συνταξιοδοτηθεί καταρρέει.

Το εξαιρετικό έργο, που παρουσιάζεται στο θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας, ανέδειξε η σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού. Γνωρίζοντας καλά πώς να διδάσκει ηθοποιούς και έχοντας στη διάθεσή του τρεις έμπειρους ηθοποιούς που χρόνια τώρα καταγίνονται με το καλό θέατρο, απέσπασε εξαιρετικές ερμηνείες. Η Αννέζα Παπαδοπούλου ερμήνευσε την ανάπηρη Κλάρα με την απελπισία της κραυγής που δεν μπορεί να ακουστεί. Η Μπέττυ Αρβανίτη ερμήνευσε έξοχα το δύσκολο ρόλο της Βέρας, ναζί φιγούρας, που κατορθώνει να ισορροπεί στην κόψη του ξυραφιού, πρόστυχη στην υποκριτική καθώς πρέπει εμφάνισή της και στον πάντα υπολογισμένο λόγο της.

Ο Σοφοκλής Πέππας έδωσε όλες τις διαστάσεις του σύνθετου ρόλου του, του ναζί που τρέμει τον ίσκιο του. Ήταν το έντρομο ανθρωπάκι που παραπαίει κωμικά μεταξύ παρελθόντος και παρόντος. Αλλά πόσο αστείος μπορεί να είναι ένας άνθρωπος που δικάζει άλλους ανθρώπους, όταν φέρει μέσα του τόσο μίσος; Ο Μπέρνχαρντ δεν απαντάει, προφανώς και ο ίδιος τρομαγμένος, αλλά βάζει τον ήρωα, να πεθαίνει αβοήθητος φορώντας τη στολή των SS. Ένα λεπτό πριν, μεθυσμένος (ο Σ. Πέππας έδωσε ίσως την καλύτερη ερμηνεία ανδρός σε κατάσταση μέθης που έχω δει), είχε απειλήσει να σκοτώσει με το στρατιωτικό περίστροφο τις αδελφές του. Το γέλιο είναι καγχασμός.

Η εξαιρετική μετάφραση του έργου έγινε από τον Βασίλη Πουλαντζά. Το σκηνικό με τον σιδερένιο τοίχο (το κελί και το στρατόπεδο έχουν μεταφερθεί στο παρηκμασμένο, βρώμικο αστικό σαλόνι) είναι του Γιώργου Πάτσα. Οι μουσικές επιλογές του Θοδωρή Αμπαζή και οι φωτισμοί του Λευτέρη Παυλόπουλου ανέδειξαν τις αμφίσημες ατμόσφαιρες συνδράμοντας ουσιαστικά στην επιτυχημένη σκηνοθεσία.

15.01.2000, Καλτάκη Ματίνα «Το γέλιο ως καγχασμός: Η πολύ καλή παράσταση «Πριν την αποχώρηση» στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας», Επενδυτής

 

Για το link πατήστε εδώ