Κίνα: Τιεν Αν Μεν, 2 Ιουνίου 1989. Σύμβολο αντίστασης ο άνθρωπος που στάθηκε μπροστά από τα τανκς του Μάο και κατάφερε να τα σταματήσει.
Κύπρος: 14 Αυγούστου 1996. Ο Σολωμός Σολωμού πέρασε στη νεκρή ζώνη και προσπάθησε να ανέβει σε έναν ιστό για να κατεβάσει την τουρκική σημαία. Τούρκοι ελεύθεροι σκοπευτές τον πυροβόλησαν και ο Σολωμός Σολωμού έπεσε νεκρός από σφαίρα στο λαιμό.
Λωρίδα της Γάζας: 16 Μαρτίου 2003. Η Αμερικανίδα ακτιβίστρια Ρέιτσελ Κόρι συνθλίβεται από ισραηλινές μπουλντόζες όταν προσπάθησε να σώσει από την κατεδάφιση το σπίτι μιας οικογένειας Παλαιστινίων.
Και τα τρία αυτά ιστορικά γεγονότα, και οι τρεις αυτές εικόνες, ήρθαν στο μυαλό μου μόλις η Αντιγόνη κατέβηκε από την κούνια – αγχόνη και έσπευσε για να εκμυστηρευτεί το πρόβλημά της στην αδελφή της Ισμήνη.
Αθήνα (Μεγάλα Διονύσια), 442 π.Χ. Κρέων: «Απαγορεύεται η ταφή του Πολυνείκη. Κανείς δεν επιτρέπεται να τον κηδέψει μήτε και να τον κλάψει. Να μείνει άταφος, βορά στα όρνια. Σκυλιά να τον σπαράξουν, κομμάτια να τον κάνουν, να μη βλέπεται».
Τουρκία, 2016. Ερντογάν: Όσοι «με τις πράξεις τους ποδοπάτησαν το δίκαιο όχι μόνο των ατόμων, αλλά και ενός ολόκληρου έθνους απαγορεύεται να ταφούν. Έτσι δεν δικαιούνται την προσευχή των πιστών αδελφών τους».
Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης. 2016. Επίδαυρος: «Η Αντιγόνη στο προκείμενο δράμα, βιώνει και υπερασπίζεται στο έπακρο τη μοναξιά της, που παίρνει καθ’ οδόν τη μορφή ανυποχώρητης αντίστασης με τίμημα τον θάνατό της. Αυτή τη μοιραία απόφασή της την επινοεί, τη χειρίζεται και την προάγει δραματικά ο Σοφοκλής με αξιοθαύμαστη μαεστρία».
Με παρόμοια μαεστρία αλλά με σύγχρονη άποψη ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός έπλασε τη δική του Αντιγόνη. Τη δική μας Αντιγόνη του 2016.
Με παρόμοια μαεστρία αλλά και με περισσή αυτοπεποίθηση η 23χρονη Αναστασία – Ραφαέλα Κονίδη έκανε δικιά της την Επίδαυρο. Άλωσε την ορχήστρα στο θέατρο του Πολυκλείτου και πανάξια κατέκτησε το στέμμα που της πρόσφερε στο φινάλε ο Κρέων – Δημήτρης Λιγνάδης, ως αναγνώριση της επιτυχίας της, στην πρώτη παράσταση την Παρασκευή 15 Ιουλίου 2016.
Υπόθεση
Η σύγκρουση μεταξύ των δύο γιων του Οιδίποδα, Πολυνείκη και Ετεοκλή, για τον θρόνο της Θήβας έχει τελειώσει. Τα δύο αδέλφια βρίσκονται νεκρά στο πεδίο της μάχης. Ο Κρέων, ο νέος βασιλιάς της Θήβας, έχει δώσει διαταγή να παραμείνει άταφος ο Πολυνείκης, που πολέμησε ενάντια στην πατρίδα του. Όμως η αδελφή του νεκρού, Αντιγόνη, αποφασίζει να τον τιμήσει με την πρέπουσα ταφή. Συλλαμβάνεται και οδηγείται στον Κρέοντα, που, τηρώντας τους νόμους της πολιτείας, την καταδικάζει σε θάνατο. Ο βασιλιάς παραμένει αμετάπειστος ακόμη και μετά την παρέμβαση του γιου του, Αίμονα, και διατάζει να θαφτεί η Αντιγόνη ζωντανή σε μια σπηλιά. Ωστόσο, τα δεινά που έχει προβλέψει ο μάντης Τειρεσίας δεν θα αργήσουν να γίνουν πραγματικότητα. Η καθυστερημένη υπαναχώρηση του βασιλιά δεν θα προλάβει την καταστροφή. Η Αντιγόνη έχει απαγχονιστεί μέσα στη φυλακή της, ο Αίμονας έχει αυτοκτονήσει και η Ευρυδίκη, γυναίκα του Κρέοντα, ακολουθεί τον γιο της στο θάνατο.
Η Αντιγόνη παρουσιάστηκε πιθανότατα στα Μεγάλα Διονύσια του 442 π.Χ. και εκφράζει τους πνευματικούς προβληματισμούς που κυριαρχούσαν στην Αθήνα την περίοδο κατά την οποία ολοκληρωνόταν ο Παρθενώνας και ταυτόχρονα άρχιζε η σοφιστική. Στο έργο αυτό, ένα από τα αρτιότερα της αρχαίας ελληνικής δραματουργίας, η θεματική της σύγκρουσης μεταξύ των νόμων της ηθικής και των νόμων της πολιτείας φτάνει στην κορύφωσή της, με τους δύο ήρωες να επαληθεύουν την τραγική τους υπόσταση, κρατώντας, μέχρι τέλους, τη θέση στην οποία τους έφερε η μοίρα.
Είδα την παράσταση την Παρασκευή 15 Ιουλίου στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Για Παρασκευή και για «Αντιγόνη» οι περίπου 7.000 θεατές δεν ήταν και λίγοι. Οπότε το sold out της επόμενης ημέρας ήταν αναμενόμενο.
Αναμενόμενο όμως δεν ήταν το ότι με την πρώτη ματιά το σκηνικό (κούνια – αγχόνη) της Ελένης Μανωλοπούλου με κέρδισε και με προσγείωσε στην Αθήνα του Σοφοκλή. Μια εικόνα, χίλιες λέξεις. Άριστος ο σχεδιασμός της σκηνογράφου και ενδυματολόγου. Δεν αφήνει περιθώρια να περάσουν άλλες σκέψεις από το μυαλό μας ενώ η επιλογή της μπλε μαθητικής ποδιάς δεν κάνει τίποτα άλλο από το να αναδεικνύει την απόσταση που χωρίζει, σε πολλούς τομείς, τα δύο κορίτσια από τον βασιλιά τους. Επίσης η μπλε ποδιά υπογραμμίζει τη διάθεση και την αποφασιστικότητα που έχει η νέα γενιά απέναντι σε κάθε τι το άδικο, απ’ όπου κι αν προέρχεται. Παρόμοιες είναι και οι ενδυματολογικές αναφορές όλων των άλλων ηρώων της τραγωδία του Σοφοκλή. Οπωσδήποτε δεν περίμενα ούτε σκηνικά του Κλεόβουλου Κλώνη, ούτε κοστούμια του Αντωνάκη Φωκά. Είμαστε αισίως στο 2016 επομένως και τις όποιες άλλες ενδυματολογικές «πινελιές» τις αποδέχομαι όπως αποδέχομαι στον Χατζιδάκι το «Χασάπικο 40» -γνωστό στους περισσότερους ως «Ήλιε μου, ήλιε μου, βασιλιά μου»- το οποίο είναι το βασικό θέμα της συμφωνίας αριθμός 40 του Μότσαρτ και γι’ αυτό τον λόγο ο Χατζιδάκις έβαλε το 40 στον τίτλο του τραγουδιού. Μάλιστα τότε, όταν του είπαν πως σε αυτό το τραγούδι έχει «κλέψει» τη μουσική του Μότσαρτ, ο συνθέτης απάντησε: «Ο Μότσαρτ χατζιδακίζει»… Έτσι και τώρα. Ευπρόσδεκτες οι ενδυματολογικές… παρεκτροπές της Μανωλοπούλου στην οποία βεβαίως πρέπει να χρεώσουμε το σαφές, επιβλητικό και σεβαστικό στο χώρο σκηνικό.
Το αμέσως επόμενο που έχω να παρατηρήσω είναι μια από τις αγαπημένες μου εμμονές. Τα μικρόφωνα-ψείρες ευτυχώς μπήκαν στα ντουλάπια του Εθνικού γιατί οι ηθοποιοί –και των τριών γενεών– απέδειξαν πως οι φωνές τους είναι υπεραρκετές για να αντιμετωπίσουν το «θηρίο» που βρίσκεται μπροστά τους, στις κερκίδες. Η ακουστική δεν έχει πάψει να είναι το πιο σημαντικό πλεονέκτημα στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, έστω κι αν περιμετρικά της ορχήστρας υπάρχουν κάποια μικρόφωνα – απόστασης ίσως και για τις απαραίτητες μαγνητοσκοπήσεις.
Αυτή την ακουστική αξιοποίησε και ο Χαράλαμπος Γωγιός με τις συνθέσεις του, έχοντας εξαιρετικούς συμπαραστάτες επί σκηνής τους πέντε μουσικούς με τα πνευστά τους (Αλέξανδρος Μιχαηλίδης, Κώστας Τζέκος, Μάνος Βεντούρας, Γιάννης Καΐκης, Σπύρος Βέργης). Οι ηχητικές παρενθέσεις και επισημάνσεις δεν είχαν άλλο στόχο παρά μόνο να συμπαρασταθούν στο όλο εγχείρημα.
Το εγχείρημα αυτό που κινήθηκε με ρυθμούς εξαιρετικής ακρίβειας. Από τους πιο αργούς, όπως ήταν το λίκνισμα πάνω στην κούνια, μέχρι τους πιο γρήγορους και όταν η διαπάλη του δίκιου με το άδικο έφτανε στα ύψη. Η γνωστή μας κι από άλλες αξιόλογες παραστάσεις Πολίν Ουγκέ, που υπογράφει την κίνηση, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο άριστο αποτέλεσμα της αψεγάδιαστης αέναης κίνησης μέσα στο χώρο.
Οι φωτισμοί, από τον Αλέκο Αναστασίου, χάρισαν μια κινηματογραφική διάσταση στην «Αντιγόνη» του 2016.
Δεν το γνωρίζω, αλλά φαντάζομαι πως η Λίλλυ Μελεμέ δεν ήταν μόνο συνεργάτης σκηνοθέτης – βοηθός του Στάθη Λιβαθινού. Σίγουρα –και το υπογράφω– ήταν μια μεγάλη ψυχή μιας μεγάλης ομάδας που βρισκόταν επί ποδός στο προσκήνιο και στο παρασκήνιο αυτής της παράστασης.
Ο σκηνοθέτης –όπως έγινε αντιληπτό– απέφυγε και τις εύκολες συνταγές αλλά και το ρίσκο. Ως γκραν μετρ στο σκάκι περιορίστηκε σε μια και μόνη – νικηφόρα – κίνηση. Έχοντας ως αόρατο αντίπαλο την ιστορική πορεία της Αντιγόνης στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, επέλεξε να κάνει μία και μόνη κίνηση. Έφτιαξε ένα εκρηκτικό μείγμα από τρεις γενιές ηθοποιών. Κατάφερε με αυτό τον τρόπο, σε πρώτη φάση, να μπολιάσει την καθε ομάδα με τα πλεονεκτήματα της άλλης και σε δεύτερο στάδιο να… εξαλείψουν όλοι κάθε τους μειονέκτημα. Έτσι ο Λιβαθινός πέτυχε να πάρει το καλύτερο δυνατό από όλους και να μας το προσφέρει απλόχερα.
Τρεις ομάδες, λοιπόν.
Στην πρώτη: Αντωνία Χαραλάμπους, Λυδία Τζανουδάκη, Ευτυχία Σπυριδάκη, Μαρία Κωνσταντά, Βασίλης Μαγουλιώτης, Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Αναστασία-Ραφαέλα Κονίδη.
Στη δεύτερη: Στέλλα Φυρογένη, Αστέρης Πελτέκης, Γιάννης Χαρίσης, Δημήτρης Λιγνάδης.
Στην τρίτη: Αντώνης Κατσάρης, Νίκος Μπουσδούκος, Κώστας Καστανάς, Μαρία Σκούντζου, Μπέττυ Αρβανίτη.
Φοβερό διπλό πάντρεμα: Πρώτα των τριών γενεών και δεύτερον των τριών Κρατικών Σκηνών (Εθνικό, Βορείου Ελλάδος και Κύπρου). Παράλληλα – επιτέλους – αναγνώριση της προσφοράς της παλιάς φρουράς του Εθνικού Θεάτρου και του Θεάτρου Τέχνης.
Η ομάδα «παιδιών της Θήβας»: Μαρία Κωνσταντά, Ευτυχία Σπυριδάκη, Λυδία Τζανουδάκη, Αντωνία Χαραλάμπους (από τον ΘΟΚ) πάτησε γερά και με αυτοπεποίθηση στην ορχήστρα του θεάτρου. Σωστή κίνηση. Σωστές φωνές. Δυναμισμός.
Δύο άγγελοι από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Ο Γιάννης Χαρίσης και ο Αστέρης Πελτέκης, έμπειρα στελέχη σχεδίασαν με αδρές γραμμές τους ήρωές τους.
Από τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου, η Στέλλα Φυρογένη. Μια Ελληνίδα που έδωσε μεγάλη διάσταση σε ένα μικρό (φαινομενικά) ρόλο.
Από την Κύπρο και ο βετεράνος Αντώνης Κατσάρης. Κέρδισε το κοινό με αρκετές δόσεις χιούμορ στην ερμηνεία του.
Μαρία Σκούντζου, Κώστας Καστανάς, Νίκος Μπουσδούκος. Βαρύ το φορτίο από το Εθνικό και το Θέατρο Τέχνης. Μεγάλο το κέρδος των θεατών και μόνο που μπόρεσαν αν απολαύσουν τις ερμηνείες τους. Συγκίνηση και μόνος από την παρουσία τους. Φυσικά τα μικρόφωνα-ψείρες με τέτοιες φωνές είναι αχρείαστα.
Ο Βασίλης Μαγουλιώτης στο ρόλο του Αίμονα είχε μια συγκλονιστική αναμέτρηση με τον Κρέοντα / Δημήτρη Λιγνάδη. Ο νεαρός ηθοποιός που δεν είχε πάει στην Επίδαυρο ούτε ως θεατής έδειξε έτοιμος για όλα. Εντυπωσιακή ερμηνεία και δίκαιο το αυθόρμητο χειροκρότημα του κοινού.
Η Δήμητρα Βλαγκοπούλου, ως Ισμήνη, ανταποκρίθηκε απόλυτα στις ανάγκες του ρόλου. Μετά την «Πενθεσίλεια», τον «Θεατροποιό» και τον «Φάουστ» ήταν η σειρά της Αντιγόνης που την αντιμετώπισε ως ίση προς ίση.
Ο Τειρεσίας που μας χάρισε η Μπέτυ Αρβανίτη θα μας μείνει αλησμόνητος. Και ως ερμηνεία και ως εικόνα.
Μετρημένος σε όλα ο Δημήτρης Λιγνάδης παρουσίασε έναν Κρέοντα που -παρά τη σκληρότητά του- ήταν έτοιμος ανά πάσα στιγμή να λυγίζει απέναντι στο δίκιο που έχει καταπατήσει. Διαχρονική ερμηνεία.
Για την Αντιγόνη του 2016, την 23χρονη Αναστασία-Ραφαέλα Κονίδη, κανονικά θα έπρεπε να γράψω πολλά. Να πω για το ντύσιμό της, την κίνησή της, το εύρος και την τοποθέτηση της φωνής της, για τη μεγάλη ή μικρή πείρα που έχει ή δεν έχει, για το αν υπήρξε αντάξια των προσδοκιών και τα λοιπά, και τα λοιπά… Τίποτα από αυτά δεν μπορώ να γράψω. Προτιμώ μόνο τέσσερις λέξεις. Ναι! Μόνο 4! Της τις απηύθυνε στα παρασκήνια μια συνάδελφός της που την έβλεπε πρώτη φορά να παίζει. Συγκεκριμένα της είπε: «Σε ευχαριστούμε που υπάρχεις». Αυτές οι 4 λέξεις με καλύπτουν και μένα απόλυτα. Θα το διαπιστώσετε και σεις όταν θα τη δείτε. Να μην ξεχάσω να πω ότι η Αναστασία δίδαξε και ήθος. ΚΑΙ στον χαιρετισμό όταν ήταν συνέχεια ένα βήμα πίσω από τους συναδέλφους της. ΚΑΙ όταν με σεμνότητα αρνήθηκε τρεις φορές το βασιλικό στέμμα του Κρέοντα που της πρόσφερε ο Δημήτρης Λιγνάδης) […] ΚΑΙ τέλος, στα παρασκήνια, όταν την αναζητούσαμε στα καμαρίνια των πρωταγωνιστών κι εκείνη ήταν στον κάτω χώρο μαζί με τη μεγάλη ομάδα των υπολοίπων συναδέλφων της. Ακόμη και αυτή η στάση της δείχνει πολλά.
Ασφαλώς – και δικαιολογημένα – μπορεί κάποιος να απορήσει πως και δεν είδα κάτι αρνητικό, κάτι που να μη μου άρεσε. Μπορεί να είδα, ίσως είδα, δεν ξέρω αν είδα. Σίγουρα όμως δεν ήταν κάτι που να με ενόχλησε αλλά και πάλι δεν είχα λόγο να ψάξω την τρίχα για να την κάνω τριχιά. Οπωσδήποτε όμως όλα όσα είδα έτρεξαν –χωρίς να υπάρχει φόβος εκτροχιασμού– πάνω σε δυο σίγουρες και ασφαλείς ράγες. Πάνω στη μετάφραση του Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη, ο οποίος έχτισε γερά θεμέλια για την «Αντιγόνη» του 2016 και που δυστυχώς δεν πρόλαβε να τη χαρεί, μαζί με τους άλλους συντελεστές. Όλη η δημιουργία του Λιβαθινού πέτυχε απόλυτα και κατάφερε να αναδείξει τον λόγο του Σοφοκλή μέσα από τη μετάφραση του Μαρωνίτη στη μνήμη του οποίου ήταν και αφιερωμένη η παράσταση, όπως είπε με λόγια τρυφερά, ο σκηνοθέτης στο φινάλε της παράστασης. […]
22.07.2016, Μήλας Παναγιώτης «Την Αντιγόνη της εποχής μας, την Αναστασία Κονίδη, έφερε ο Στάθης Λιβαθινός στην Αρχαία Επίδαυρο…», catisart.gr
Για το link πατήστε εδώ