Εθνικό Θέατρο: Παράσταση που κερδίζει το θεατή με το σπαθί της
Η αξία της γενναιοδωρίας, η ανάγκη του ανθρώπου να αγαπηθεί με οποιοδήποτε τίμημα, η δύναμη του πλούτου, της κολακείας και της φιλίας. Η αχαριστία, η οργή, η πτώση και η μοναξιά. Έννοιες και ζητήματα που αναδύονται με ευστοχία και ακρίβεια στο θέατρο Ρεξ του Εθνικού Θεάτρου μέσα από την παράσταση «Τίμων ο Αθηναίος» σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού. Η ματιά του καλλιτεχνικού διευθυντή της πρώτης κρατικής σκηνής της χώρας κατάφερε να σχηματίσει μια αριστοτεχνικά πλασμένη παράσταση, με σαφήνεια και μέτρο, χωρίς φλυαρίες, «ανοιχτή» στο κοινό, από την οποία ο θεατής φεύγει αναλογιζόμενος «τι σόι θεός είναι το χρυσάφι, που λατρεύεται σε πιο ευτελείς ναούς κι από χοιροτροφεία;».
Εξαιρετική η δουλειά του Στάθη Λιβαθινού, καθώς επέλεξε να δώσει πνοή σε ένα έργο, καρπός συνεργασίας του Σαίξπηρ με τον συγγραφέα Τόμας Μίντλον, το οποίο αν και από τους μελετητές έχει χαρακτηριστεί «προβληματικό» ως προς τη δομή του μεταφέρεται στη σκηνή του ΕΘ ως μια συμπαγής σφαίρα με συνέπεια στη διαχρονικότητα του Σαίξπηρ. Έχοντας ως βάση την παραπάνω δραματουργική επεξεργασία ο Στάθης Λιβαθινός παραδίδει μια εξαιρετική και καλοδουλεμένη δουλειά συνόλου, με σεβασμό, ουσία και σκηνοθετική ακρίβεια, που χαρακτηρίζεται παράλληλα από τις δυναμικές ερμηνείες των ηθοποιών.
Σατιρική τραγωδία
Ο Τίμων ανήκει στα πιο ενδιαφέροντα και πιο επίκαιρα κείμενα του Άγγλου συγγραφέα, τα οποία πατούν στα όρια της σατιρικής τραγωδίας φωτίζοντας τη διαχείριση του χρήματος, ως βασικού μοχλού άσκησης εξουσίας! Η σαιξπηρική ιστορία θέτει τον Τίμωνα, αληθινό πρόσωπο στην αρχαία Αθήνα, ευκατάστατο με μεγάλη γενναιοδωρία στους φίλους του, να χάνει την περιουσία του και να αναγκάζεται να ζητήσει δανεικά από αυτούς τους «αχόρταγους κόλακες». Το αίτημά του όμως δεν βρίσκει ανταπόκριση ούτε ακόμη και από όσους ευεργετήθηκαν από εκείνον. Ως εκ τούτου ο Τίμων περνάει από τη δοτικότητα στο στάδιο της μισανθρωπίας.
Το εξαιρετικό κείμενο σε μετάφραση του Νίκου Χατζόπουλου αναδύει με καθαρότητα τα βαθιά νοήματα της ιστορίας. «Προτιμώ την εντιμότητα που δεν κοστίζει τίποτα», λέει ο σαιξπηρικός Τίμων την ώρα της πτώσης, την ώρα που εκτοξεύει κατάρες στο «κοπάδι των κολάκων». Ο Λιβαθινός με μαεστρία σκιαγραφεί την ολοκληρωτική αλλοτρίωση του ανθρώπου από το χρήμα, την αχαριστία, την κολακεία και τη μισανθρωπία θέτοντας ποικίλης φύσεως ερωτήματα για τη ζωή.
Αξιόλογες και υποστηρικτικές είναι οι ερμηνείες του θιάσου, οι οποίες συνθέτουν ένα μοτίβο σάτιρας των ηθών της εποχής. Ο Βασίλης Ανδρέου ως Τίμων αποδίδει με λεπτομέρεια και ακρίβεια τον σαιξπηρικό πρωταγωνιστή. Ο χαρισματικός Δημήτρης Παπανικολάου βαδίζει στέρεα στο ρόλο του Απήμαντου. Όμοια πορεία έχει και ο Χρήστος Σουγάρης που δώρισε απλόχερα τον Αλκιβιάδη. Ο Χορός των κολάκων (Αρης Τρουπάκης, Νίκος Καρδώνης, Ιερώνυμος Καλετσάνος και Γιώργος Δάμπασης) ικανοποιητικός στο σύνολό του όπως και οι ερμηνείες των δύο από τους τρεις γυναικείους ρόλους, των Αντιγόνης Φρυδά και Αργυρούς Ανανιάδου. Η τρίτη ηθοποιός στον ανδροκρατούμενο κόσμο του Τίμωνα, η Μαρία Σαββίδου υποδύεται τον επιστάτη Φλάβιο με περίσσια ευαισθησία. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής Στάθης Λιβαθινός επιλέγει να παρουσιάσει και μια νέα γενιά ηθοποιών που στέκονται με σεβασμό στο ύψος των περιστάσεων. Οι Φοίβος Μαρκιανός, Μάνος Στεφανάκης, Στάθης Κόικας, Αναστάσης Λαουλάκος και Φώτης Κουτρουβίδης φαίνεται να είναι ονόματα που θα μας απασχολήσουν στο θεατρικό μέλλον. Εξαιρετικό, επίσης, ήταν και το λιτό σκηνικό της παράστασης από την Ελένη Μανωλοπούλου όπου ένα γιγάντιο «Τ» συνοδεύει όλη τη δράση, ενώ οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου με αναγεννησιακή αισθητική συμπληρώνουν το τοπίο που συνέθεσε ο Στάθης Λιβαθινός. Και η μουσική είναι επίσης εύστοχη, καθώς ακούγονται διασκευασμένα αποσπάσματα έργων των Μπαχ, Βέρντελοτ και Καρλότ.
Συνολικά, ο «Τίμων ο Αθηναίος» είναι μια παράσταση, η οποία προκαλεί αφειδώς τη σκέψη στο θεατή, τον απορροφά και στο τέλος τον κερδίζει. Κι αυτό από μόνο του είναι ένα σπουδαίο επίτευγμα, πόσω δε όταν το έργο παρουσιάζεται από το Εθνικό Θέατρο! […]
09.10.2018, Στούκα Ξένια «Ο Τίμων δεν χρειάζεται κόλακες», Ελεύθερος Τύπος