Στο βάθος του καθρέφτη

Ο «Γάμος του Φίγκαρο» του Μπωμαρσαί (1784) δεν είναι απλώς μια λαμπερή πολιτική κωμωδία. Αποτέλεσε, μαζί με τα έργα του Μολιέρου, του άδικα ξεχασμένου Λεσάζ και άλλων, τη «μαμή» της κυοφορούμενης γαλλικής επανάστασης που έφερε «τα επάνω κάτω» στον τότε κόσμο, θεμελιώνοντας τις «νέες ιδέες» (ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα) και εξαπλώνοντας τον Διαφωτισμό στην Ευρώπη. Επειδή, σύμφωνα με τον Ιππόλυτο Ταιν, «έπεισαν τους Γάλλους ότι έπρεπε να αλλάξουν ήθη και καθεστώς».

Οι ρίζες του «Γάμου» βυθίζονται στην Κομμέντια, στη μεσαιωνική φάρσα, στη Ρωμαϊκή και στη «Νέα» κωμωδία. Συνδυάζοντας όλα αυτά, ο ιδιοφυής Μπωμαρσαί γίνεται διαπρύσιος κήρυκας του αυθεντικού διαφωτισμού, που υπήρξε στην εποχή του κίνημα απελευθερωτικό. Το έργο του, ωστόσο, καταλύοντας την ψευτοηθική των εκάστοτε κρατούντων που είναι σε θέση να απονευρώσει κάθε ζωντανό κίνημα, διαθέτει μια δυναμική που ξεπερνάει την εποχή του. Απόδειξη ότι, ακόμη και πολύ μετά την επικράτηση της γαλλικής επανάστασης και των ιδεών της, εξακολουθεί να ταράζει κάποιους κύκλους. Ποιους; Τους νεόκοπους, τους «πουριτανούς» κάθε πλευράς και τους κατ’ επάγγελμα «διαφωτιστές». Ενοχλεί επειδή θητεύει σε μια αντίληψη σχετική, όχι απόλυτη, της ανθρώπινης ηθικής, επειδή δεν διαχωρίζει οργανικά το ψέμα από την αλήθεια και επειδή δεν απαξιώνει οντολογικά το φαίνεσθαι, αναγνωρίζοντάς του, αντίθετα, το δικαίωμα να είναι.

Ο Μπωμαρσαί είναι σαν να τοποθετεί με το έργο του μπροστά στο «διαφωτισμένο» κοινό της εποχής του ένα στρεβλό κάτοπτρο, για να προλάβει τη νεωτερική παρέκβαση του διαφωτισμού, τη στιγμή ακριβώς που ανακηρύσσει, ενάντια στην ίδια την ιδεολογία του, αυτάρεσκα και ναρκισσιστικά, σε μοναδική και απόλυτη αξία τον εαυτό του… Θέλοντας, έτσι, να επανορθώσει, με κανόνα έναν υπαρξιακά «ραγισμένο» ορθό λόγο, την «ορθολογικά» διαστρεβλωμένη εικόνα του πραγματικού… Και να «συλλάβει», στο βάθος του καθρέφτη, την αληθινή συνείδηση του θεατή. Να την αναγορεύσει, από αναδιπλωμένη στον εαυτό της συνείδηση που αντανακλά παράλογα τον κόσμο, σε δημιουργό – συνείδηση. Αυτή είναι η «μαιευτική» μέθοδος του ορθολογιστή και γνώστη Μπωμαρσαί.

Σε καλή και χρηστική μετάφραση της Έλσας Ανδριανού, σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού, κίνηση της Pauline Huguet, όμορφα κοστούμια και αφαιρετικά σκηνικά της Ελένης Μανωλοπούλου, αναγεννησιακή μουσική του Χαράλαμπου Γωγιού, λιτούς φωτισμούς του Αλέκου Αναστασίου, παρακολουθήσαμε μια λαμπερή, και ουσιώδη μαζί, παράσταση του «Γάμου», στο «Μέγαρο Μουσικής».

Ο σκηνοθέτης είδε το έργο, σωστά, σαν έναν αποδεικτικό σωρείτη, όχι σαν κλειστό κώδικα ή σύστημα σημείων. Σαν μια σπείρα συνεχούς, ιλιγγιώδους περιδίνησης που θέτει απανωτά ερωτήματα χωρίς να δίνει οριστικές απαντήσεις και οδηγεί, προεκτεινόμενη, στο άπειρο. Έτσι το έδωσε, ανοιχτά και ελεύθερα, όπως ταιριάζει στα μεγάλα έργα με ευρείς ορίζοντες που δεν χωρούν σε καλούπια. Ένα πολυδύναμο, πολύχρωμο, πολυδύναμο παίγνιο, γαϊτανάκι, πολύπλοκο σαν τη ζωή, με ζωντανές, αιωρούμενες ανθρώπινες κούκλες – φιγούρες που περνούν στο βάθος του καθρέφτη. Έργο ενός είρωνα, «άτακτου» ανήσυχου κουκλοπαίκτη – σκηνοθέτη χαρούμενα λυπημένο, με διαδοχικές περιόδους ηρεμίας και ξαφνικές εκρήξεις – ανατροπές, δοσμένο αριστοτεχνικά σε μεγεθυμένους ρυθμούς αληθινής ζωής.

Βάση της ομάδας είναι η παλιά, καλή «Πειραματική Σκηνή» του Εθνικού, που φτιάχνει ένα δεμένο σύνολο. Προεξάρχων, ο έξοχος, αεικίνητος, ακούραστος, πανταχού παρών «υπηρέτης» και Αρλεκίνος Δημήτρης Ήμελλος (Φίγκαρο), που κάνει στη σκηνή τα πάντα. Ο «Κόμης Αλμαβίβα» βρίσκει έναν καλό ερμηνευτή στον αγέλαστο, ξύλινο, ζωχαδιακό «κλόουν» του Άρη Τρουπάκη. Η Αντιγόνη Φρυδά ενσαρκώνει με ζέση την «Κόμισσα» και η Αμαλία Τσεκούρα γίνεται μια χυμώδης, ζωντανή «Σουζάννα». Η κομίκα Μαρία Σαββίδου «χορεύει» σε ρυθμό μπουρλέσκο τη «Μαρσελίνα». Η Αργυρώ Ανανιάδου («Φανσέτα»), μια καλή σουμπρέτα. Χορταστικός ως «Κερουμπίνο» ο Γιώργος Τσιαντούλας. «Μπαζίλιο» – μπούφο ο Νίκος Καρδώνης. Ένα εναλλασσόμενο, διασκεδαστικό «δίδυμο» οι Γεράσιμος Μιχελής, Χρήστος Σουγάρης («Αντόνιο» και «Μπάρτολο»). Ο Γιάννης Παναγόπουλος οι Διονύσης Μπουλάς, Λευτέρης Αγγελάκης, σε διπλούς ρόλους, διακρίνονται.

08.03.2015, Πολενάκης Λέανδρος «Στο βάθος του καθρέφτη», Η Αυγή

 

Για το link πατήστε εδώ