Στάθης Λιβαθινός -Ομήρου, Ιλιάδα: Μια Άνιση Μάχη, μια κριτική προσέγγιση του Δημήτρη Δουλγερίδη

Η τελευταία ημέρα της Ιλιάδας στην Πειραιώς 260, Σάββατο 8 Ιουνίου
μια κριτική προσέγγιση

Η πεντάωρη Ιλιάδα, στη μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη, όπως τη σκηνοθέτησε ο Στάθης Λιβαθινός, σηματοδότησε με την επιτυχία της το εντυπωσιακό άνοιγμα του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών. Ποιες ήταν οι καλές στιγμές της και για ποια στοιχεία της σκηνικής πρότασής της ηγέρθησαν ενστάσεις…

Υπάρχει ένας λάθος τρόπος να «διαβάζεις» σκηνοθετικά τα όσια και τα ιερά της αρχαίας γραμματείας. Στέκεσαι στο παρόν, στρέφεις το βλέμμα προς τα πίσω και η ρετρό-αφήγηση ξεκινά. Δεν ήταν ο τρόπος που επέλεξε ευτυχώς ο Στάθης Λιβαθινός για την Ιλιάδα του, παράσταση που κατάφερε να ισορροπήσει ανάμεσα στα δάνεια της ποπ αισθητικής και τη «σύγχρονη» μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη.

Υπήρξαν αρκετές καλές στιγμές στη σκηνή της Πειραιώς 260. Τα καρτουνίστικα προσωπεία των θεών – που γίνονται ένα με τους ηθοποιούς -, οι μινιμαλιστικές μεταφορές (τα χάρτινα ομοιώματα των ελληνικών πλοίων που καίγονται τη νύχτα), οι στιγμές υποκριτικής (ο Πάρις του Γ. Τσιαντούλα, ο Πρίαμος του Β. Ανδρέου, η Αργυρώ Ανανιάδου) και η ελεύθερη απόδοση εμβληματικών σκηνών. Ο σκηνοθέτης χτύπησε διάνα, για παράδειγμα, όταν έβαλε τους Αχαιούς να φαντασιώνονται εν μέσω μάχης ερωτικές σκηνές με την ωραία Ελένη. Το πιο ενδιαφέρον πείραμα του Λιβαθινού, κατά τη γνώμη μου, επίσης πέτυχε: η ασθμαίνουσα υποκριτική των ηθοποιών που εναλλασσόταν με την κοφτή αφήγηση, για να πάει πιο κάτω η πλοκή. Την ώρα που η συγκίνηση του θεατή έφτανε στο αποκορύφωμα, την προσγείωνε η ανάγκη για πρόβα. Αίσθηση που, για όποιον έχει διαβάσει σχετικά νωρίς στη ζωή του το ομηρικό έπος, ισχύει ατόφια.

Μέχρι εκεί, ωστόσο. Οι υπόλοιπες εντυπώσεις χάθηκαν μεταξύ της ετερόκλητης σκηνογραφίας (κάποια από τα κοστούμια θύμιζαν ελληνικό εμφύλιο, σε μια προσπάθεια «επικαιροποίησης») και μιας σκηνοθετικής αντίληψης που απέκλειε καινά δαιμόνια επί σκηνής. Ήταν λίγες οι αναπάντεχες στιγμές, ακόμα πιο λίγες οι «φρέσκες». Και μια βασική ένσταση: η απανωτή παράθεση των πολεμικών σκηνών στον Όμηρο -με κομμένες καρωτίδες, χέρια που πέφτουν στο χώμα, κροτάφους που διαλύονται- είναι ο άλλος τρόπος για να πεις τη λέξη «ματαιοδοξία». Η εξιστόρησή τους με επιφωνήματα, εντάσεις και ρυθμούς fast forward μάλλον δεν υπηρετούσε αυτόν το σκοπό. Άποψη που επιβεβαιώθηκε και στο εύρημα της καταλυτικής σκηνής, όπου η Μαρία Σαββίδου «φωνάζει» τους «Τρώες» του Καβάφη. Η χρονική γέφυρα -μαρωνίτειας άραγε εμπνεύσεως;- θα είχε καλύτερη τύχη εάν ο Λιβαθινός ένωνε στη σκηνή όλο το θίασο για να αναγγείλει το ποίημα χαμηλόφωνα.

13.06.2013, Δουλγερίδης Δημήτρης «Μια άνιση μάχη»,  «εφ» (Εφημερίδα του ελληνικού φεστιβάλ). Αναδημοσίευση από το camerastyloonline.wordpress.com

 

Για το link πατήστε εδώ