Σπουδαία έργα, ποιοτικές παραστάσεις: «Βάσσα», στο «Θέατρο οδού Κεφαλληνίας»

[…] Δηλωμένος μπολσεβίκος, από την αυγή του 20ού αιώνα, φημισμένος πεζογράφος και δραματουργός ο Μαξίμ Γκόρκι, πέντε ακριβώς χρόνια μετά την αποτυχημένη επανάσταση του 1905, γράφει την πρώτη εκδοχή του θεατρικού έργου «Βάσσα Ζελεζνόβα» (παίχτηκε το 1911 και απέσπασε το βραβείο «Γκριμπογιέντοφ») και το 1935 τελειώνει τη δεύτερη εκδοχή του έργου (την οποία η υπογράφουσα τη στήλη γνωρίζει). Εκδοχή δραματουργικά εντελέστερη της πρώτης (λόγω της σαφήνειας και της «οικονομίας» της μυθοπλασίας – αντίθετα με τη μακρόσυρτη, «ανοικονόμητη», με «κοιλιές» πρώτη εκδοχή, ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος της – και των πιο καλοσχεδιασμένων χαρακτήρων). Γι’ αυτό παίχτηκε περισσότερο και μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο η δεύτερη εκδοχή και όχι επειδή «ο Γκόρκι τότε, ήταν πλέον το φερέφωνο του καθεστώτος», όπως ισχυρίζεται κείμενο, υπό τα αρχικά Ι. Β., στο πρόγραμμα της παράστασης. Και οι δύο εκδοχές διαδραματίζονται στην τσαρική Ρωσία, μετά την αποτυχημένη επανάσταση του 1905. Τότε που και η αστική και η μικροαστική τάξη προσπαθούσαν να διατηρήσουν και επαυξήσουν τα συμφέροντά τους. Στην πρώτη εκδοχή η μητριαρχική, αυταρχική Βάσσα, είναι μια μικρομεσαία αγροτοεμπόρισσα, που, μέχρι τον αιφνίδιο θάνατό της, λυσσαλέα υπερασπίζεται την οικογενειακή περιουσία και επιχείρηση που έφτιαξε ο πεθαμένος άντρας από την αρπακτικότητα του διεφθαρμένου και διαφθορέα κουνιάδου της και των παιδιών της. Το μόνο πρόσωπο που κάπως εμπιστεύεται είναι η νόθα «ψυχοκόρη» της Αννια, της οποίας μια φράση της Αννια αποτελεί τη μόνη αναφορά στην επανάσταση του 1905. Στη δεύτερη εκδοχή, η Βάσσα, επίσης αυταρχική και σκληρή εμπόρισσα αλλά και καραβοκύρισσα, ανίκανη να αντιπαλέψει τον αρπακτικό και διαφθορέα των θυγατέρων της κουνιάδο της, αβοήθητη από όλους πεθαίνει, προδομένη από την «ψυχοκόρη» της που αρπάζει την περιουσία. Η μόνη ουσιαστική αλλαγή στη δεύτερη εκδοχή είναι η πρόσθεση ενός προσώπου αμόλυντου από τη σάπια «αγία οικογένεια». Η διωκόμενη επαναστάτρια σύζυγος του μεγάλου και άρρωστου γιου της Βάσσα, που μπαίνει κρυφά στη Ρωσία, διεκδικώντας και τελικά καταφέρνοντας να πάρει το μικρό αγόρι της, που εκβιαστικά, απειλώντας να καταδώσει τη νύφη της, κηδεμονεύει και μεγαλώνει η Βάσσα, ως «κληρονόμο» της επιχείρησης. Το πρόσωπο αυτό, με το ήθος του, υποδηλώνει χωρίς ίχνος προπαγανδιστικού λόγου, το ήθος και τη νίκη της Επανάστασης του 1917. Πάντως, αν και επιλέγοντας την πρώτη εκδοχή, ο θίασος «Πράξη» γνωρίζει στο ελληνικό κοινό ένα – ούτως ή άλλως – σπουδαίο έργο του Γκόρκι και μάλιστα σε μια πολύ ενδιαφέρουσα, καθ’ όλα εξαιρετική παράσταση, υπό τη λιτά ρεαλιστική σκηνοθετική «μπαγκέτα» του Στάθη Λιβαθινού. Σε πολύ καλή μετάφραση (Χρύσα Προκοπάκη). Με λιτά κοστούμια και δραστικά συμβολικό σκηνικό της Ελένης Μανωλοπούλου (ένα σιδερένιο κιγκλίδωμα – «φυλακή» ενός σκληρά ανταγωνιστικού κόσμου). Με αρμοστή στο ζοφώδες κλίμα και στα πρόσωπα του έργου δουλιά όλων των καλλιτεχνικών συντελεστών – των Αλέκου Αναστασίου (φωτισμοί), Σεσίλ Μικρούτσικου (κινησιολογία), Θοδωρή Αμπατζή (μουσική). Και προπάντων με ενδιαφέρουσες, αξεχώριστα καλοδουλεμένες ερμηνείες από όλους τους ηθοποιούς: Μπέττυ Αρβανίτη, Μαρία Καλλιμάνη, Δημοσθένης Παπαδόπουλος, Ηλίας Κουνέλας, Τζίνη Παπαδοπούλου, Αννα Κουτσαφτίκη, Μάνος Βακούσης, Κώστας Γαλανάκης, Ελένη Ουζουνίδου, Ευτυχία Γιακουμή.

06.02.2008, Θυμέλη «Σπουδαία έργα, ποιοτικές παραστάσεις – «Βάσσα», στο «Θέατρο οδού Κεφαλληνίας», Ριζοσπάστης

 

Για το link πατήστε εδώ