«Νιώθω δέος για την Ντούζε»

Η Ασπασία Παπαθανασίου μιλάει για ένα θρύλο του θεάτρου, την Ελεωνόρα Ντούζε.

Ο θεατρικός μονόλογος του ιταλού συγγραφέα Κίγκο ντε Κιάρα ζωντανεύει τον μύθο της ιταλίδας ηθοποιού Ελεωνόρας Ντούζε (1858-1924) που δέσποσε με την τέχνη της, σε παγκόσμιο επίπεδο, στα τέλη του προηγούμενου αιώνα και στις αρχές του 20ού. Το κείμενο αντικατοπτρίζει την προσωπικότητά της και τον χαρακτήρα της. «Και αυτό είναι θετικό αλλά συγχρόνως και δεσμευτικό» λέει η Ασπασία Παπαθανασίου που υποδύεται στη σκηνή του θεάτρου «Ιλίσια» την Ντούζε. «Ηταν ένα ξεχωριστό πλάσμα, μια ξεχωριστή ηθοποιός. Τη θεωρούν πρόδρομο της σύγχρονης υποκριτικής τέχνης». Ο συγγραφέας παίρνει τα γεγονότα της ζωής της, τα συνθέτει και τα εμπλουτίζει με σκηνές από το θέατρο: «Ενας μονόλογος της “Τερέζ Ρακέν” του Ζολά ή μια ερωτική σκηνή μπαίνουν μέσα στο παρελθόν και γίνονται ένα με τη ζωή της».

«Σε ένα ξενοδοχείο Β’ κατηγορίας παίζει με τη φαντασία της και συζητεί με πρόσωπα του παρελθόντος της. Μια βουβή γυναίκα ­ νοσοκόμα, δεσμοφύλακας, γραμματέας ­ την περιποιείται, την ακολουθεί, τη συνδράμει. Ο έρωτάς της για τον Γκαμπριέλ ντ’ Ανούντσιο, η κόρη της, οι εραστές της. Ετσι μαθαίνουμε ότι βγήκε τεσσάρων χρόνων στο θέατρο και ότι από το 1909 ως το 1921 είχε σταματήσει να παίζει, για να επανέλθει αργότερα, και για οικονομικούς λόγους. Πάντα αγωνιούσε για το πώς θα εκφρασθεί. Είχε ανησυχίες και αγωνίες για την τέχνη της» καταλήγει η ηθοποιός.

Τι ήταν αυτό που συγκίνησε την Ασπασία Παπαθανασίου για να παίξει τη συνάδελφό της; «Το γεγονός ότι μέσα από τη δική της πορεία διαγράφεται η μοίρα του ηθοποιού σε σχέση με την ηλικία. Όταν φεύγουν τα χρόνια πρέπει να προσαρμοσθείς σε ειδικούς ρόλους. Η ενέργεια όμως δεν είναι η ίδια. Ο καλλιτέχνης είναι καταδικασμένος. Νιώθει τη φθορά με έναν πολύ διαφορετικό τρόπο. Είναι η μοναξιά του καλλιτέχνη, μια μοναξιά όχι μόνον της ηλικίας αλλά και της σχέσης με τα θεατρικά πρόσωπα. Κάθε ηθοποιός αισθάνεται αυτά τα πράγματα με την ηλικία. Είναι δύσκολο να παραδεχθείς ότι λόγω ηλικίας δεν μπορείς να παίξεις τραγωδία. Κι όμως το παραδέχομαι».

«… Χθες είδα να παίζει η Ντούζε… Δεν ξέρω ιταλικά μα ήταν έξοχη… Τι εκπληκτική ηθοποιός! Ποτέ πριν δεν έχω δει τίποτα πιο έξοχο». Με αυτά τα λόγια ο Αντον Τσέχοφ περιέγραψε την Ελεωνόρα Ντούζε σε ένα γράμμα προς την αδελφή του. Θρίαμβος ακολούθησε τις περιοδείες της. Κι όμως η Σάρα Μπερνάρ, η γαλλίδα ανταγωνίστριά της, έχει περισσότερο χαραχθεί στις μνήμες: «Μα η Ντούζε», λέει η κυρία Παπαθανασίου, «δεν είχε τις δημόσιες σχέσεις της Σάρα Μπερνάρ. Το παίξιμό της ήταν εσωτερικό. Αντίθετα από την Μπερνάρ, η Ντούζε έβγαινε στη σκηνή με άσπρα μαλλιά και μέσα σε λίγα λεπτά το κοινό ξεχνούσε την ηλικία της».

Η ηθοποιός θεωρεί το έργο μια πρόκληση· άλλωστε η Ντούζε τη συγκινούσε ως μορφή. «Είναι στιγμές που νομίζω ότι τα λόγια της θα μπορούσε να τα πει κάθε ηθοποιός. Και έτσι υπηρετώ αυτόν τον ρόλο τώρα. Με ταπεινοφροσύνη, όπως ο πιστός μπροστά στον Θεό. Πάντα αισθανόμουν δέος πάνω στη σκηνή· το ίδιο και τώρα με την Ντούζε. Το μόνο μου πρόβλημα είναι να ξεπεράσω τη συγκίνηση που νιώθω απέναντί της».

Ο Στάθης Λιβαθηνός, που σκηνοθετεί την Ασπασία Παθανασίου σε αυτή την παράσταση, αναφέρεται στη συνεργασία τους: «Είναι ένας δημιουργικός διάλογος ανάμεσά μας. Γνώρισα την Παπαθανασίου στο τέλος της δεκαετίας του ’90, όταν σπούδαζα στη Μόσχα, και πάντα με τιμούσε με την προσοχή της. Οι Ρώσοι την αγαπούν πολύ» λέει και μνημονεύει ότι η πρώτη «γνωριμία» έγινε μέσα από ένα από τα κλασικότερα βιβλία της ρωσικής θεατρολογίας, εκείνο του Μπαγιατζίεφ: «Πρόκειται για μια θεατρική ιστορία του κόσμου σε σαράντα βράδια που περιλαμβάνει κλασικές αντιπροσωπευτικές παραστάσεις από την αρχαία τραγωδία ως τον Μπέκετ. Το πρώτο κεφάλαιο είναι για την αρχαία τραγωδία. Έχει τον τίτλο “Φωνή της Ελλάδας” και αφορά την “Ηλέκτρα” του Ροντήρη με την Ασπασία Παπαθανασίου». Επανερχόμενος στην παράσταση του θεάτρου «Ιλίσια», ο σκηνοθέτης μιλάει για τη «σύμπτωση δύο προσωπικοτήτων. Η ζωή της Ντούζε αποκτά καθαρά συμβολικό χαρακτήρα. Περιλαμβάνει στοιχεία που περιέχονται στη ζωή κάθε ανθρώπου που ξόδεψε γενναιόδωρα τη ζωή του πάνω στο σανίδι του θεάτρου χωρίς να ζητεί κανένα αντάλλαγμα. Και αυτός είναι ο πυρήνας του έργου: η Ντούζε έζησε όλη τη ζωή της παίζοντας αλλά δεν έζησε. Και αυτή είναι η τραγωδία του καλλιτέχνη. Το έργο αυτό συμπυκνώνει τη στιγμή που ο άνθρωπος πέφτει στο κενό και όσο πέφτει βλέπει τη ζωή του να περνά από μπροστά. Και όλο αυτό συμπίπτει σε πολλά σημεία με τη ζωή της Παπαθανασίου. Η δική μου ματιά είναι να δοθεί όλο αυτό το υλικό με έναν τέτοιο τρόπο ώστε να αφορά τον σύγχρονο θεατή, χωρίς να σημαίνει ότι χρειάζεται επέμβαση. Το κείμενο είναι ένας καταπέλτης».

01.03.1998, Χ.Σ «Νιώθω δέος για την Ντούζε», Το Βήμα

 

Για το link πατήστε εδω