Μολιέρος: Θέατρο «Πρωταθλητών»

Ο Μολιέρος του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου είναι από εκείνες τις παραστάσεις που θα θυμάμαι για όλη μου τη ζωή. Και δεν υπερβάλω επιρρεπής στους πειρασμούς της κολακείας. Θα τη θυμάμαι γιατί τίποτα από όσα είδα, όσα άκουσα και όσα ένιωσα δεν μπορούν εύκολα να παραγκωνιστούν στο χρονοντούλαπο της λήθης. Στη μικρή πειραματική σκηνή του Εθνικού ξετυλίχτηκε σε όλο το μεγαλείο η μαγεία του θεάτρου, μέσα από μια παράσταση συνόλου, που και να θες δεν θα μπορέσεις να ξεχωρίσεις τα υλικά της σύνθεσής της σε καλά και καλύτερα, γιατί απλούστατα είναι από τις σπάνιες εκείνες «συγκυρίες» στο θέατρο όπου όλοι οι παράγοντες έχουν φτάσει στα ίδια σημεία απόδοσης. Και με ατομικό ρεκόρ όχι ενός απλού αθλητή, αλλά ενός πρωταθλητή.

Το έργο του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ «Μολιέρος (Εταιρία Υποκριτών)», όπως πολλά έργα που τέθηκαν κάτω από τη δαμόκλειο σπάθη της όποιας λογοκρισίας, είχε μια άδοξη πορεία στη σκηνική του πραγμάτωση. Ελλείψει ιστορικής αληθοφάνειας (όχι αλήθειας) και παρουσίας ή απουσίας σαφών πολιτικών υπαινιγμών, το έργο θα κατακριθεί και θα απορριφθεί από το «πνευματικό» και πολιτικό προσκήνιο της ΕΣΣΔ του 1930. Η προσωπική ιστορία του μεγαλοφυούς Μολιέρου γίνεται θέατρο από τον Μπουλγκάκοφ, με σκοπό όχι να αναδειχθεί το Συμπέρασμα ή ο Συμβολισμός πάνω στην Ιστορία, τον Άνθρωπο, την Πολιτική κ.ο.κ., αλλά με στόχο να γραφτεί ένα «ρομαντικό δράμα και όχι ένα ιστορικό χρονικό» όπως θα πει και ο ίδιος ο Μπουλγκάκοφ. Και το πετυχαίνει. Στο απόλυτο. Γιατί οι συγκρούσεις των χαρακτήρων με τους άλλους και με τη συνείδησή τους, η δραματική πλοκή που δημιουργεί έναν ακτινωτό ιστό με κοινό σημείο αφετηρίας και τερματισμού και η σκηνική φαντασμαγορία που προκύπτει αβίαστα σε κάθε θεατρική εικόνα, είναι αρκετά για να συνθέσουν ένα εμπνευσμένο έργο.

Τα της παράστασης

Οι 200 περίπου λέξεις που απομένουν για να κλείσουν αυτό το άρθρο, μάλλον θα αδικήσουν τους περίπου 30 αξιόλογους συντελεστές της παράστασης. Γιατί κάθε ένας συνέβαλε καθοριστικά και με το δικό του τρόπο στο εκπληκτικό αυτό αποτέλεσμα. Όπως προαναφέρθηκε, ήταν μια παράσταση συνόλου, μια «θεατρική σκυταλοδρομία», όπου όλοι λειτουργούσαν μέχρι τη λήξη του «αγώνα» έτσι ώστε να λάμψει το ίδιο το έργο. Μια ξεχωριστή μνεία στη σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού, που πειραματίζεται συνεχώς πάνω σε κείμενα, ανθρώπινο δυναμικό, δυνατότητες και αδυναμίες, θέσεις και αντιθέσεις, δημιουργώντας ανεπανάληπτη θεατρική ατμόσφαιρα, τάσεις και προτάσεις στο ελληνικό θέατρο. Απλά υπέροχα τα σκηνικά και τα κοστούμια της Θάλειας Ιστικοπούλου, ενώ η μετάφραση του Λεωνίδα Καρατζά πηγαία θεατρική. Ο Δημήτρης Ήμελλος υφαίνει με ακριβοθώρητη πληρότητα ερμηνευτικών μέσων τον εξαιρετικό του Μολιέρο, όπως ο Νίκος Καρδώνης δημιουργεί έναν αξεπέραστο ερμηνευτικά Λουδοβίκο ΙΔ’. Η Αρμάντ της Μαίρης Μπουγά σκερτσόζικα ευέλικτη, ανάλαφρη και στιβαρή, ενώ η Μαντλέν της Μαρίας Σαββίδου συγκλονιστική στις δραματικές κορυφώσεις. Ανάλογα «κολακευτικά» αλλά και αξιοκρατικά μέσα στον υποκειμενισμό της προσωπικής μου γνώμης σχόλια αξίζουν και σε όλους τους άλλους ηθοποιούς, που αποδεικνύουν πως μερικές φορές τα πρώτα ονόματα στη «μαρκίζα» της δημοσιότητας – αναγνωρισιμότητας έπονται μπροστά στο ταλέντο και τον επαγγελματισμό λιγότερο γνωστών ηθοποιών που ανήκουν σε μια «πειραματική» σκηνή…

Το tip το θεατή

Ευχαριστούμε τον Διόνυσο, τον προστάτη της θεατρικής τέχνης, που επί ελληνικού εδάφους μας δίνει ενίοτε τη δυνατότητα να απολαμβάνουμε τέτοιες παραστάσεις.

22.01.2005, Ανδρέου Χριστίνα «Μολιέρος: θέατρο Πρωταθλητών», Αξία

 

Για το link πατήστε εδώ