Μια «γηραιά κυρία» επιστρέφει ακμαία

«Η επίσκεψη…» του Ντίρενματ στο «Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας»/ Ηθοποιός Μπέττυ Αρβανίτη

«Η επιστροφή της γηραιάς κυρίας» είναι το γνωστότερο στην Ελλάδα δράμα του Ελβετού Φρίντριχ Ντύρενματ (1921-1990), και ο τίτλος του έχει γίνει σχεδόν παροιμιακή φράση στη γλώσσα μας, μετά τη θρυλική παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, σε μετάφραση του Γ.Ν. Πολίτη, με τη μεγάλη Παξινού στον κεντρικό ρόλο πριν μισό σχεδόν αιώνα (1961), σε σκηνοθεσία του Μινωτή όταν ακόμη η πρώτη Κρατική Σκηνή «επαίδευε» θεατρικά την Ελλάδα. Το πολυπρόσωπο και απαιτητικό αυτό έργο παίχτηκε από τότε στην ελληνική σκηνή άλλες πέντε φορές, πάντοτε στα Κρατικά Θέατρα, με μια μόνο παρουσίαση από ιδιωτικό θίασο του Αλεξανδράκη και της Γαληνέα το 1991. Έχει άρα, ιδιαίτερη σημασία που σήμερα το παρουσιάζει η Θεατρική Εταιρεία «Πράξη», σε καλή μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα, σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού (επιμέλεια κίνησης Μαρία Γοργία), με πρωταγωνίστρια τη Μπέττυ Αρβανίτη.

Τα αδυσώπητα σκληρό και αμείλικτο, αυτό έργο, «κουρδισμένο» σαν ελβετικό ρολόι, σήμερα πράγματι «χτυπάει» την ώρα της Ευρώπης, όταν όλοι οι μεγάλοι μύθοι, μεγάλες αφηγήσεις και μεγάλες παραστάσεις που έφτιαξαν τον πολιτισμό της, κατέληξαν και καταλήγουν ξανά στην ανελευθερία της βίας. Δεν είναι η στιγμή ν’ αναλύσουμε το γιατί και το πώς αυτής της παταγώδους αποτυχίας του πολιτισμού των φώτων και του ορθού λόγου, να κρατήσει όρθιο το οικοδόμημα του ανθρωπισμού, στο όνομα του οποίου εξακολουθεί να ασκεί την παγκόσμια κυριαρχία του. Απ’ την άλλη όμως μεριά θα ήταν λάθος ν’ αποδώσουμε στον Ελβετό συγγραφέα μια διαλεκτική σύλληψη του κόσμου και της ιστορίας, που δεν διαθέτει. Η «Επίσκεψη της γηραιάς κυρίας» αντανακλά, τουλάχιστον εν μέρει, έναν σκληροπυρηνικό, μεταφυσικό, προτεσταντικό, κλειστό πυρήνα σκέψης, όπου ο άνθρωπος, είναι φύσει αμαρτωλός ή θέσει αδύναμος να επιλέξει το καλό, έχοντας ξεφύγει από τον άνωθεν προορισμό του, και θα έρθει εξάπαντος η ημέρα της τιμωρίας. «Έσεται Ήμαρ». Η γραφή του Ελβετού δραματουργού συγγενεύει, με αυτόν τον τρόπο, με τις κινηματογραφικές «Dies irae» του Καρλ Ντράγιερ, και ως επιγόνους της έχει τις ομόλογες ταινίες του Λαρς Φον Τρίερ, με αποκορύφωνα το αμφιλεγόμενο «Ντόγκβιλ».

Η «Επίσκεψη…» δεν είναι μια αληθινή τραγωδία είναι μία, βιβλικής φύσης, ρωμαλέα αλληγορία, κάτω απ’ το πρόσχημα της τραγωδίας. Δεν μας μιλά για το σύγχρονο οικονομικό χάος, αποτέλεσμα εγκληματικών πολιτικών επιλογών, αλλά για τα «θανάσιμα αμαρτήματα» που το προκάλεσαν ως «οργή του Θεού». Σε αυτήν, η μόνη πράξη που έχει νόημα είναι η πράξη προς την ελευθερία. Την πράττει στο τέλος ο κεντρικός ήρως, Ιλ, αποδεχόμενος την ενοχή και την τιμωρία του, αλλά όχι ελεύθερα· είναι μια πράξη ελευθερίας από αδήριτη ανάγκη. Όχι από ελευθερία.

Με αυτήν την έννοια νομίζω ότι ήταν λάθος επιλογή του σκηνοθέτη να «διαβάσει» το έργο διαλεκτικά και να θελήσει να το αποδώσει έμμεσα, «μπρεχτικά», περι-γραφικά, σαν «τραγωδία από απόσταση» και «θέατρο μέσα στο θέατρο». Απομακρύνοντας το έργο από τον συμπαγή κεντρικό πυρήνα της σκέψης που το γέννησε, δεν αντιλαμβάνεται, ίσως, ότι έτσι του αφαιρεί το αρχετυπικό προφίλ, το αδυνατίζει. Το έργο είναι αυτό που είναι ριζικό, φέρει το υπερβατικό φορτίο που φέρει, κάθε «διαλεκτική» «μοντέρνα» προσέγγιση για να  το «ελαφρύνει» τάχα, του έρχεται «ξένο ρούχο».

Ευτυχώς, κόντρα σχεδόν στη σκηνοθεσία, οι κεντρικοί και δεύτεροι ρόλοι βρίσκουν τη θέση, τον άξονα και την ιστορία τους. Η Μπέττυ Αρβανίτη (Κλαίρ Τσαχανασιάν), με έξοχα μέσα, ως αντι – Παξινού, βυθίζεται στο σκοτεινό, το εσώτερο, το απρόσιτο, για να αναδυθεί στο φως ξανά, σύμβολο διπλό, μιας πληγωμένης γυναίκας και μιας απρόσωπης τυφλής μοίρας. Ένα κατόρθωμα υποκριτικής σύνθεσης.

Ο Γιάννης Φέρτης (Ιλ) είναι μεστός, μια πλήρης εικόνα «χαρμολύπης» και αποδοχής της μοίρας στον καλύτερο ίσως ρόλο του των τελευταίων ετών.

Ο Κώστας Γαλανάκης, ένας εργάτης του θεάτρου, ηθοποιός «για όλες τις εποχές», στον βουβό του ρόλο (Μπόμπυ) διαθέτει, όπως πάντα, μέγεθος, όγκο και ουσία.

Ο Βασίλης Καράμπουλας (Δάσκαλος και τρίτος πολίτης) με υποκριτικό προφίλ που «κόβει» από μακριά.

Ωραία και ομαδικά, δημιουργικά, κινούνται, στο πλαίσιο μιας τραγικωμωδίας οι Νίκος Αλεξίου (απορητικός δήμαρχος), Μπάμπης Σαρηγιαννίδης, Θανάσης Δήμου, Δημήτρης Μυλωνάς, Παναγιώτης Παναγόπουλος, η Τζίνη Παπαδοπούλου με πολύ ωραία φωνή και κίνηση, Ελένη Ουζουνίδου (ταλέντο «μπούφο»), Άκης Λυρής και Ηλίας Κουνέλας, «Μπεκετικές» φιγούρες. Μια παράσταση κυρίως των ηθοποιών, που σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος της.

Θετική γνώμη έχω για τα σκηνικά και τα κοστούμια (Ελένη Μανωλοπούλου), τους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς (Αλέκος Αναστασίου) και την ωραία μουσική (Θοδωρής Αμπαζής).

21.12.2008, Πολενάκης Λέανδρος «Μια «γηραιά κυρία» επιστρέφει ακμαία», Η Αυγή. Αναδημοσίευση από το theatreworld.wordpress.com

 

Για το link πατήστε εδώ