Μια αληθινή παράσταση ηθοποιών

Την πραγματική έκπληξη το Εθνικό Θέατρο τη φύλαγε για φέτος βαθιά κάτω στη γη. Στο μπάσιμο για το υπόγειο γκαράζ του, εκεί όπου βρίσκεται καταχωνιασμένο το ταπεινό Πειραματικό του Θέατρο. Αυτό που δεν ήρθε από το πολυμελές θέατρο «Κοτοπούλη» και το άτυχο «Μιζερέρε», κρυβόταν και ήρθε στο φως στο ταπεινό υπόγειο.

Και δεν ήταν μόνο ο Σέξπιρ που θα παιζόταν εκεί, ήταν και η σπουδαία παράσταση ηθοποιών που πραγματοποιήθηκε. Γιατί βέβαια ένα θεατρικό έργο υπάρχει μόνον την ώρα της παράστασης του από ηθοποιούς, μπροστά σε κοινό.

Ο Σέξπιρ ήταν πολύ νέος όταν έγραψε αυτό το έργο. Πριν απ’ όλα τα αριστουργήματά του που ακολούθησαν. Εδώ όμως γίνεται αμέσως φανερή η ιδιοφυΐα του. Αρχίζοντας από τον τίτλο: Love’s Labour’s Lost. Τρεις λέξεις που αρχίζουν με τον ίσιο ήχο, το «L», και οδηγούν προς κάτι χαμένο, Lost.

Και είναι εύρημα –εύρημα ποιητή– που η ελληνική μετάφραση του τίτλου έχει πάλι έναν επαναλαμβανόμενο ήχο, το «Αγ», και στις τρεις λέξεις: Αγάπης Αγώνας Άγονος. Και ήταν ο Βασίλης Ρώτας που πρώτος είχε την έμπνευση γι’ αυτό το εύρημα και που τώρα διατήρησε πανέξυπνα και ευλαβικά ο νέος μεταφραστής, ο Στρατής Πασχάλης.

Θα βλέπαμε όμως ένα άλλο έργο αν σκηνοθέτης της παράστασης δεν ήταν ο Στάθης Λιβαθινός. Ένας σκηνοθέτης που έχει αποδείξει και άλλες φορές πως είναι ευρηματικός και, το κυριότερο, αποτελεσματικός. Δηλαδή όχι μόνο βρίσκει τον «τρόπο» που πρέπει να γίνει η παράσταση του, αλλά μπορεί και ξέρει ότι έχει την ικανότητα να μεταδίδει τις ιδέες του στους ηθοποιούς και να τους κάνει ικανούς να τις αποδώσουν.

Το πρωτόλειο κείμενο έχει αρκετές αδυναμίες που μόνο οι αστραπές της ιδιοφυΐας του Σέξπιρ το κάνουν και αυτές να μην πολυφαίνονται και να ανεβάζουν το όλο έργο στα ύψη που θα έρθουν τα επόμενα έργα του.

Η βασική ιδέα είναι και μοναδική και εξαιρετικά ερεθιστική: τέσσερις νέοι και τέσσερις νέοι και τέσσερις κοπέλες αντιμέτωποι με το αιώνιο «εχθρό», τον Έρωτα. Μόνο που εδώ το παιχνίδι παίζεται αντιερωτικά. Δηλαδή το κάθε ζευγάρι προσποιείται και εκδηλώνεται αντίθετα από ότι αισθάνεται.

Ένα παιχνίδι επιπέδου με βασιλιάδες, με πριγκίπισσες, με ακολούθους και παρατρεχάμενους. Και όλα αυτά στα αγαπημένα περιβάλλοντα των έργων του Σέξπιρ: ένα δάσος ή ένας μεγάλος κήπος.

Έργο λοιπόν για τον Έρωτα, με κρυμμένο ερωτισμό και χωρίς κραυγαλέο harry end. Μάλλον το αντίθετο. Μια νεαρή σάτιρα, χωρίς πολλά αστεία και γέλια. Ένα έργο για το ερωτικό πάθος των νέων που θέλει να κρύβεται για να μην το γελοιοποιήσει ο «αντίπαλος».

Ο Σέξπιρ έγραψε το έργο του για να παιχτεί βέβαια στη μορφή που είχε η υποκριτική την εποχή του. Και αυτή η «μορφή» έχει αλλάξει πολύ σήμερα. Τα κείμενα όμως παραμένουν ίδια. Ο σημερινός σκηνοθέτης και οι σημερινοί ηθοποιοί πρέπει να βρουν μέσα από αυτά τα κείμενα το δρόμο που θα οδηγήσει την παράστασή τους μπροστά στον σημερινό θεατή, χωρίς να τον κάνουν να αισθάνεται ότι βλέπει κάτι «παλιό», κάτι που δεν τον αφορά.

Αυτόν το «δρόμο» τον βρήκαν ο σκηνοθέτης και οι ηθοποιοί στην παράσταση που έκαναν για το Εθνικό Θέατρο σήμερα. Θέλω ιδιαίτερα να σημειώσω τις επιδόσεις που πέτυχαν και οι 16 ηθοποιοί της διανομής (συν 2 ακόμα που εναλλάσονται σε δύο ρόλους).

Είδαμε μια παράσταση ηθοποιών. Και αν αυτή η φράση φαίνεται κοινότατη, αφού θεωρείται λογικό μια θεατρική παράσταση να γίνεται από ηθοποιούς, η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε πάντα την αίσθηση ότι οι ηθοποιοί όντως πραγματοποιούν την παράσταση. Αισθανόμαστε πολύ συχνά πως οι άλλοι παράγοντες –αφανείς στην παράσταση– έρχονται μπροστά και οι ηθοποιοί παραμένουν πίσω.

Εδώ, οι ηθοποιοί ήρθαν μπρος μπρος. Με ένταση, με αληθινή παρουσία. Με προγραμματισμένο και καλοδουλεμένο αυθορμητισμό, που παρουσιάζεται. Κάτι που δίνει πάντα μια ιλαρή ζωντάνια στην παράσταση. Και σου αποκαλύπτει την ίδια στιγμή το υποκριτικό ταλέντο των ηθοποιών που το πετυχαίνουν.

Πρέπει να αναφερθούν όλοι –μερικοί γνωστοί και από παλαιότερες εμφανίσεις τους και άλλοι εντελώς άγνωστοι. Ήταν: ο Δημήτρης Ήμελλος -έξοχη και η έκφραση- ο Αλέξανδρος Λογοθέτης. ο Στάθης Γράψας, ο Βασίλης Ανδρέου, ο Νίκος Καρδώνης, η Μαρία Ναυπλιώτου, ο Παναγιώτης Μπουγιούρης, ο Νικόλας Παπαγιάννης, ο Γιάννης Μαυριτσάκης, η Μαρία Σαββίδου, ο Τάσος Γιαννόπουλος, η Μαριάννα Λαμπίρη, η Εβίτα Ζήμαλη, η Αλεξάνδρα Λέρτα, ο Δημήτρης Παπανικολάου και ο Γιώργος Δάμπασης.

Πρέπει να σημειωθεί η εξαιρετική δουλειά που έκανε η Ελένη Μανωλοπούλου στη διαμόρφωση του σκηνικού χώρου και στα κοστούμια, η γοητευτική μουσική μπάντα του Θόδωρου Αμπατζή και οι χορογραφίες της Μαριέλας Νέστορα. Να λοιπόν που εκεί στον υπόγειο χώρο του το Εθνικό Θέατρο δίνει μία από τις καλύτερες παραστάσεις του θεάτρου μας τη φετινή θεατρική περίοδο.

27.04.2002, Χρηστίδης Μηνάς «Μια αληθινή παράσταση», Ελευθεροτυπία

 

Για το link πατήστε εδώ