Με ελλειμματική παιδεία, θριαμβεύει η βία που γεννάει ο φόβος

Έναν απολογισμό της θητείας του κάνει ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου που σκηνοθετεί τις «Ικέτιδες» και μας προσκαλεί στην Επίδαυρο, παραμονή των εκλογών, για να ψηφίσουμε με μεγαλύτερη έμπνευση ακούγοντας τα μηνύματα του Ευριπίδη.

Οι μητέρες των επτά Αργείων στρατηγών που έχασαν τη ζωή τους στη Θήβα, πολεμώντας στο πλευρό του Πολυνείκη, προσπέφτουν ικέτιδες στον βωμό της Δήμητρας στην Ελευσίνα. Μαζί τους ο βασιλιάς του Άργους Άδραστος (Χρήστος Σουγάρης).

Η Αίθρα (Κάτια Δανδουλάκη) μεσολαβεί για το δίκαιο αίτημά τους στον γιο της, Θησέα, βασιλιά της Αθήνας (Άκης Σακελλαρίου) καθώς οι Θηβαίοι αρνούνται να παραδώσουν τους νεκρούς για να ταφούν. Εκείνος οδηγεί τον στρατό της Αθήνας εναντίον των Θηβαίων και φέρνει τους νεκρούς στρατηγούς στην Ελευσίνα, όπου και τους καίνε. Η Ευάδνη (Κατερίνα Λούρα), σε παραλήρημα, ορμά στη φωτιά και καίγεται μαζί με τον άνδρα της. Μητέρες και παιδιά παίρνουν τον δρόμο της επιστροφής με τις στάχτες των αγαπημένων τους.

Ο Στάθης Λιβαθινός ανεβάζει τις «Ικέτιδες» του Ευριπίδη στην Επίδαυρο λίγες ώρες πριν ξεκινήσει η ψηφοφορία για τις εθνικές εκλογές. Μας μιλάει για την ενηλικίωσή του μέσα από τις δυσκολίες που αντιμετώπισε τα πρώτα χρόνια της θητείας του, για το έργο που πραγματοποίησε, την επιθυμία του να παραμείνει στην καλλιτεχνική διεύθυνση ώστε να ολοκληρώσει τα σχέδιά του για το Εθνικό Θέατρο.

«Η παράσταση φέρει ένα στοίχημα, έναν πειραματισμό. Στη εξαιρετική μετάφραση που έκανε ο ποιητής Γιώργος Κοροπούλης -πρώτη φορά κι αυτός με κείμενό του στην Επίδαυρο- με απασχόλησε η μετρική με τρόπο σύγχρονο. Στο έργο το δώρο της ζωής και το τίμημα της ωρίμανσης παρουσιάζεται έντονα, σε βάθος.

Στοιχεία του εαυτού μας αναγνωρίζουμε κι εδώ, μιλώντας για τη φάση της ενηλικίωσης -την πιο παρεξηγημένη και πιο σημαντική πορεία του ανθρώπου- ώσπου να φτάσουμε στα λόγια του Λιρ “ώριμος να ’σαι, αυτό είναι όλο”. Και η ενηλικίωση γίνεται πάντα με τη διαμεσολάβηση της γυναίκας στη ζωή μας. Πρέπει ο άνθρωπος, όχι ο άντρας, να συμφιλιωθεί με τη γυναικεία του υπόσταση, με τη σημασία της μητρικής παρουσίας στο σύμπαν. Το έργο είναι η αποθέωση της γυναικείας φύσης κι αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος που το θαυμάζω».

Το έργο δεν παρουσιάζεται συχνά. Η πρώτη και τελευταία φορά που παίχτηκε από το Εθνικό Θέατρο ήταν πριν από 45 χρόνια. Η πρωτοποριακή σκηνοθεσία του Νίκου Χαραλάμπους στο ανέβασμα του έργου από τον ΘΟΚ το 1979 άφησε ισχυρό αποτύπωμα στην ιστορία του θεάτρου.
Πράγματι και είναι πολύ ωραία συγκυρία που στην παράσταση παίζει η κόρη του, Νιόβη Χαραλάμπους. Οι «Ικέτιδες» ήταν πρόταση του καλλιτεχνικού διευθυντή του ΘΟΚ, Σάββα Κυριακίδη, και παρόλο που εκείνος περίμενε να αρνηθώ, συμφώνησα.

Ο Ευριπίδης εδώ πειραματίζεται ολοφάνερα, ακολουθώντας μια πρωτόγνωρη φόρμα. Στην υπόθεση, τους χαρακτήρες, τους στίχους, τους ρυθμούς, τα μουσικά μέρη, τα εμβόλιμα στοιχεία. Είναι από τα πιο μοντέρνα ευρωπαϊκά έργα του. Ο μεγαλοφυής Ευριπίδης, ακόμα κι όταν πειραματίζεται, ξέρει τι κάνει. Πρωταγωνίστριες είναι ο χορός, οι μητέρες των Αργείων στρατηγών που έπεσαν στη Θήβα. Η γυναίκα, η μητέρα μ’ όλους τους τρόπους, κυριαρχεί. Και ναι, το μέλλον είναι γυναίκα.

Η γυναίκα της εποχής μας έχει επίγνωση της δύναμής της;
Στην Ελλάδα περισσεύει το στερεότυπο, το κλισέ. Μέσα σ’ έναν πολτό δήθεν ενημέρωσης κανένας ψίθυρος δεν μπορεί ν’ ακουστεί. Και η αλήθεια δεν φωνάζει, ψιθυρίζει. Γι’ αυτό η γυναίκα κινδυνεύει να χάνει τον εαυτό της, να μην αναδεικνύεται η δύναμή της, ούτε εκείνων των θηλυκών στοιχείων που μας περιβάλλουν -δεν είναι τυχαίο που πολλές σημαντικές λέξεις είναι γένους θηλυκού όπως η δύναμη. Με ελλειμματική Παιδεία, η βία που γεννάει ο φόβος θριαμβεύει. Και βία σημαίνει δειλία. Ο άνθρωπος που ξέρει πού βαδίζει δεν χρειάζεται να απειλήσει, να επιτεθεί.

Παίζετε στην Επίδαυρο παραμονή των εκλογών. Είναι η παράσταση ένα είδος… ψηφοφορίας κι αυτή;
Και βέβαια, την επομένη το κοινό θα ψηφίσει με μεγαλύτερη έμπνευση… Θα παίξουμε, και μάλιστα θριαμβευτικά, έχοντας την υποστήριξη του Σωματείου Εργαζομένων αλλά και του Σωματείου των Ηθοποιών. Υπάρχει μεγαλύτερο μάθημα δημοκρατίας από το θέατρο, από το μήνυμα των Ικέτιδων;

Ο τρόπος που ο Ευριπίδης αντιμετωπίζει σε κάθε λέξη την έννοια του πολιτεύματος είναι λίγο πιο προχωρημένος απ’ ό,τι περιμένουμε. Έχοντας κατανοήσει το βαθύτερο νόημα της ύπαρξης, τη ματαιότητα της ζωής σε πολλά επίπεδα, μιλάει για τα καλά και τα κακά της τυραννίας αλλά και της δημοκρατίας.

Μπροστά στον κόλακα, τον λαοπλάνο δημοκράτη αντιπαραθέτει τον ευγενή τύραννο. Συμβαίνει συχνά ο τύραννος να είναι προτιμότερος από τον δημαγωγό. Θέλω να πω ότι ο Ευριπίδης δεν βλέπει το σύστημα έξω από τον άνθρωπο και την ιδιοσυστασία του, γι’ αυτό και στα έργα του είναι κυρίαρχη η δύναμη της γυναίκας.

Ελπίζετε σε κάτι καλύτερο με το εκλογικό αποτέλεσμα;
Έχουμε ανάγκη μιας πολιτικής με καινούργιους, ανθρώπινους όρους. Όλοι κατά βάθος επιθυμούμε το ίδιο πράγμα: ένα σωστό νοσοκομείο, ένα καθαρό σχολείο, να μας χαμογελάσει ο διπλανός μας, να περπατάμε στον δρόμο χωρίς τον κίνδυνο να μας έρθει στο κεφάλι μια μολότοφ.

Αυτό που θα φέρει την αληθινή αλλαγή είναι η εκπαίδευση, γι’ αυτό θεωρώ τόσο σημαντικό τον ρόλο του θεάτρου. Ξεκινώντας τη θητεία μου στο Εθνικό συμφωνήσαμε με τον φίλο Θ. Αμπαζή ότι προτεραιότητα στο πρόγραμμα θα έχει η εκπαίδευση με την πιο ουσιαστική έννοια. Του κοινού, των νέων, των εφήβων, των δασκάλων. Να είμαστε συντροφιά με το φωτεινό, το δημιουργικό, μακριά από το ευτελές, το εφήμερο.

Είναι εύκολο νομίζετε ν’ αλλάξουμε νοοτροπία, να επαναπροσδιορίσουμε προτεραιότητες, να ενηλικιωθούμε πολιτικά;
Απαιτείται μια ειλικρινής κουβέντα με τον εαυτό μας και με τους άλλους. Εγώ θεωρώ τη δουλειά μου στο θέατρο πολιτική πράξη και μέσα από τις δυσκολίες που συνάντησα ενηλικιώθηκα. Δεν υποτιμώ την αξία της πολιτικής, πρέπει να αναχαιτιστεί όλο αυτό το αλλοπρόσαλλο συμπούρμπουλο εθνικισμού, φασισμού, συντηρητισμού. Ο συντηρητισμός φοράει πολλούς μανδύες μεταμφίεσης.

Τον βλέπεις πάνω στον φιλελεύθερο, αλλά και πάνω στον αριστερό. Κάθε άνθρωπος από μόνος του είναι μια ιδεολογία. Οι καλλιτέχνες ψάχνουμε σε άλλα βάθη. Προσπάθησα να κρατήσω το Εθνικό μακριά από πολιτικές επιρροές. Το θέατρο πρέπει να μένει στην αποστολή του, σε πράξεις, όχι λόγια. Μπορεί να είναι ομιλητικό με τον δικό του τρόπο, χωρίς πάρε-δώσε με όποια εξουσία.

Τελικά, παρά τις δυσκολίες που είχατε, πραγματοποιήσατε τα σχέδιά σας για το Εθνικό Θέατρο;
Το Εθνικό Θέατρο σήμερα δεν έχει καμιά σχέση μ’ αυτό του 2015. Το «Ρεξ» είναι πλέον ένα κέντρο θεατρικού πολιτισμού, η Πειραματική Σκηνή βρήκε την ταυτότητά της με μόνιμη στέγη χάρη στη χορηγία του Ιδρύματος Νιάρχος, η Δραματική Σχολή είναι στεγασμένη σ’ έναν υπέροχο χώρο-κόσμημα στο «Σχολείον» χάρη στη χορηγία του Ιδρύματος Λάτση που ανέλαβε όλες τις εργασίες ανακατασκευών.

Οι μαθητές εργάζονται σε περιβάλλον ιδανικό, έχει γίνει χώρος πρόβας, προσομοίωση της Επιδαύρου. Ναι, χαιρόμαστε για το αυτονόητο. Ζώντας στην Ελλάδα ξέρουμε πόσο δύσκολα γίνονται όλα. Ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα που αφορά τη σπορά ήταν η δημιουργία του Μικρού Εθνικού. Το παιδικό θέατρο έχει πια δική του στέγη, δικό του ΕΣΠΑ, εργαστήρια θεάτρου, σωματικού, μουσικού, ειδικής διαπαιδαγώγησης για εκπαιδευτικούς, για το θέατρο στα σχολεία.

Σεμινάρια στα οποία συμμετέχουν 700 νέοι. Ένας μικρός σχεδόν αυτόνομος πυρήνας μέσα στο θέατρο, απολύτως προσανατολισμένος στα μωρά, τα παιδιά και τους εφήβους. Το Μικρό Εθνικό υπό την διεύθυνση της Σοφίας Βγενοπούλου έκανε βήματα μπροστά, παρενέβη στην καρδιά της ηλικίας εκείνης που έχει μεγάλη ανάγκη επαφής για τον πολιτισμό.

Το Τμήμα Σκηνοθεσίας βρίσκεται στον δεύτερο χρόνο λειτουργίας του. Είστε ευχαριστημένος, είναι αυτό που είχατε στο μυαλό σας;
Ήδη σπουδάζουν 11 παιδιά. Η αξία μιας σχολής, το εκτόπισμά της στην Παιδεία, αναδεικνύεται στο πέρασμα των χρόνων. Ιδρύοντας ένα σχολείο σημαίνει ότι δημιουργείς μια παράδοση. Έχει ένα εξαιρετικό πρόγραμμα σπουδών, είναι στελεχωμένη με σημαντικούς Έλληνες και ξένους σκηνοθέτες, από του χρόνου θα διδάσκει και ο Θωμάς Μοσχόπουλος.

Το Ίδρυμα Λάτση μάς βοήθησε οικονομικά, όπως και τα Ελληνικά Πετρέλαια από φέτος -μην ξεχνάμε πως δεν υπήρχε ποτέ ειδικός κωδικός για τη Σχολή του Εθνικού. Τώρα είμαστε σ’ ένα βασικό σημείο του προγράμματος, καθώς τα Τμήματα Υποκριτικής και Σκηνοθεσίας θα συνυπάρχουν και ως ενιαίο τμήμα ώστε οι σκηνοθέτες να δουλεύουν με τους ηθοποιούς από την πρώτη μέρα και, πέρα από τη θεωρία, θα αποκτούν το métier πάνω στη σκηνή.

Τίνος ήταν η ιδέα για το «Εθνικό Θέατρο απευθείας» σε συνεργασία με τη Βουλή των Ελλήνων, το πρόγραμμα που δίνει τη δυνατότητα σε πολίτες ακριτικών και παραμεθόριων περιοχών να παρακολουθούν σε κλειστούς χώρους παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου σε απευθείας σύνδεση;
Ήταν μια δική μου πρόταση προς το Κανάλι της Βουλής που έμοιαζε όνειρο απραγματοποίητο. Όταν έριξα την ιδέα με αφορμή τις συζητήσεις για μια σειρά με θέμα την ιστορία του Εθνικού, ενώ περίμενα ένα τεράστιο όχι, μου είπαν «θα το κάνουμε». Μπήκαμε κατευθείαν στην πραγματοποίηση γρηγορότερα απ’ ό,τι περίμενα. Η επιχορήγηση μπορεί να είναι μικρή για τις ανάγκες του οργανισμού, ωστόσο αυτά τα έξι εκατομμύρια προέρχονται από τη φορολόγηση του ελληνικού λαού, πρέπει να υπάρχει ανταπόδοση.

Οι κάτοικοι της παραμεθόριου έγιναν προσκεκλημένοι στις παραστάσεις μας. Αρκετοί μέσω τού «Απευθείας» είδαν για πρώτη φορά θέατρο. Προγραμματίζω σε βάθος χρόνου να διευκολυνθεί τεχνικά η διαδικασία ώστε οι παραστάσεις να προβάλλονται όχι μόνο σε 11 αλλά σε 50 πόλεις, πάντα ακριτικές, καθώς αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά του προγράμματος.

Ιδρύσατε πριν από χρόνια την Πειραματική Σκηνή στο Εθνικό Θέατρο, ένα ζωντανό πυρήνα θεατρικής δημιουργίας που άφησε εποχή. Σήμερα δεν έχει την ίδια δυναμική. Είναι η αμηχανία μιας μεταβατικής καλλιτεχνικά εποχής, η τάση επιστροφής στο ασφαλές κλασικό ρεπερτόριο;
Δεν πιστεύω ότι πρόκειται για επιστροφή στο κλασικό ρεπερτόριο, νομίζω πως διανύουμε την περίοδο που τελειώνει ο εφιάλτης της μεταμοντερνίλας… Το κλασικό έργο βρίσκεται διαχρονικά κοντά στην αλήθεια. Η ανάγκη των νέων να αποτυπώσουν στη σκηνή την υπαρξιακή και κοινωνική συνθήκη θα είναι πάντα έντονη, όμως ο σύγχρονος συγγραφέας χρειάζεται χρόνο για να διαπραγματευτεί και να καταγράψει τα θέματά του. Σαφώς έχουμε ανάγκη από ένα γερό «χτύπημα», από ένα καινούργιο ρεύμα πρωτοπορίας.

Η κρίση αυτήν τη δύσκολη τετραετία πώς επηρέασε το Εθνικό Θέατρο;
Δεν θα μπορούσα να φανταστώ περισσότερες δυσκολίες να συμπίπτουν σε μια περίοδο. Ανέλαβα μέσα στην κρίση σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο και ύστερα από μια βίαιη αλλαγή στη θέση καλλιτεχνικού διευθυντή. Έπρεπε οι παραγωγές του θεάτρου να πάνε στην Επίδαυρο αμέσως μετά την επιβολή των capital controls. Πήγαμε και ξαναπήγαμε. Είδα αρκετές φορές την αγωνία στα μάτια των ανθρώπων για τον μισθό τους, για το μέλλον. Εξαρχής με ενδιέφερε να ενώσω τους ανθρώπους στο θέατρο.

Παρόλο που το Εθνικό είναι δημόσιος οργανισμός, το πώς προσεγγίζει ο διευθυντής τούς εργαζόμενους παίζει τεράστιο ρόλο. Αυτή η αόρατη πνευματική πραγματικότητα που διαχειριζόμαστε επηρεάζει και τις ψυχές των ανθρώπων που δουλεύουν σε όλα τα μέτωπα του θεάτρου.

Τα καταφέραμε, περιορίζοντας κατά πολύ τα έξοδα από τους πρώτους μήνες. Δεν θα μπορούσα χωρίς την έμπρακτη συμπαράσταση της θεατρικής κοινότητας. Οι συνάδελφοι κατάλαβαν, στάθηκαν στο πλευρό μας. Η συντεχνία πάντα ξέρει. Ξέρει αυτά που δεν χρειάζεται να ειπωθούν, να γραφτούν, αλλά κυκλοφορούν μέσα από αόρατους αγωγούς, καθώς οι άνθρωποι του θεάτρου είναι στην πλειονότητά τους ευαίσθητοι, με αγάπη για την τέχνη τους. Η συντεχνία γνωρίζει τι επιθυμείς, για ποιο πράγμα αγωνίζεσαι, τι αξίζει να συμβεί.

Πάντως η συγκρουσιακή σχέση σας με το προηγούμενο Δ.Σ. δημιούργησε δυσλειτουργίες, σύγχυση ρόλων.
Κανένας διευθυντής να μην αντιμετωπίσει αυτές τις δυσκολίες. Ήταν άνθρωποι που συνειδητά ακολουθούσαν μια πορεία εντελώς αντίθετη με τη δική μου. Αλλά κι αυτά μέσα στη ζωή είναι, κατανοώ, συγχωρώ και σκέφτομαι πως ό,τι έγινε, σωστά έγινε. Να που τώρα πορευόμαστε μ’ ένα συμβούλιο όπου υπάρχει συνεννόηση, συνεργασία ώστε να γίνουν δέκα πράγματα. Δεν πιστεύω ότι τα μέλη εκείνου του Δ.Σ. είχαν σώνει και καλά κακές προθέσεις, απλώς διαφορετική προσέγγιση.

Η πίεση σας έκανε κάποια στιγμή να υποχωρήσετε, να εγκαταλείψετε;
Δεν θα μπορούσα να εγκαταλείψω ποτέ. Θα ήταν προδοσία απέναντι στον εαυτό μου και στους συνεργάτες που με εκτιμούν, που περιμένουν από μένα. Δεν ηρωοποιώ ούτε μεγεθύνω, αλλά ως άνθρωπος που έχει περάσει και από τη κουλτούρα του «Θιβέτ» πιστεύω ότι καλώς έγινε ό,τι έγινε. Αυτή ήταν η πρόκληση, η δοκιμασία των κακοτοπιών και των αντοχών, έτσι έπρεπε να γίνουν όλα. Για ν’ ανοίξει ένας δημιουργικός δρόμος.

Θέλω να συνεχίσω στο Εθνικό Θέατρο

Τι στοχεύετε σε μια επόμενη θητεία;
Αν η δουλειά μου ήταν απλώς να κάνω ρεπερτόριο, ίσως να μην είχα να προσφέρω κάτι τρομερό. Οι δομές εκπαίδευσης απαιτούν συνεχή παρακολούθηση και βελτίωση. Σκέφτομαι τη δημιουργία ενός μηχανισμού που θα συντηρεί κάποιες καλές παραστάσεις στο ρεπερτόριο του Εθνικού. Παραγωγές καμωμένες με κόπο, χρήματα, δημιουργικότητα γιατί να πετιούνται στη λήθη;

Επίσης γιατί να μην αξιοποιούνται στις συναντήσεις μας με το ευρωπαϊκό θέατρο; Τα διεθνή φεστιβάλ συνδέονται κυρίως με παραστάσεις ρεπερτορίου, σε προσκαλούν ένα ή δύο χρόνια μετά το ανέβασμα των παραγωγών. Φέτος θα επαναλάβουμε τον Πιραντέλο του Δ. Μαυρίκιου. Γιατί να μην είναι για τα επόμενα τρία, τέσσερα χρόνια, η «Γκόλφω», ο «Ηλίθιος» -μην παρεξηγηθώ επειδή είναι δική μου παράσταση. Αυτό είναι ένας από τους πρώτους στόχους μου, όχι εύκολος αλλά θα το παλέψω.

Τι σκέψεις κάνετε στην προοπτική να μην είστε ξανά ο επόμενος καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου;
Σ’ αυτή την περίπτωση δεν θέλω να πιστεύω ότι θα βρεθεί ανεγκέφαλος διευθυντής που θα αρχίσει να ξηλώνει, να καταστρέφει. Ένα ρεπερτόριο βρήκα όταν ανέλαβα και το υπηρέτησα όσο καλύτερα μπορούσα. Οι εποχές σιγά σιγά αλλάζουν, δεν ωφελούν εγωιστικές συμπεριφορές.

Πρέπει να κρατάμε το καλύτερο και να διορθώνουμε ευγενικά το χειρότερο, χωρίς φωνές. Θα ήθελα να συνεχίσω παρά το μεγάλο ψυχικό κόστος που έχουν τέτοιες θέσεις. Δεν υπολογίζω την κούραση. Όποιος ασχολείται με την τέχνη σε τέτοιες θέσεις οφείλει να κάνει τον εαυτό του θύμα.

Είμαι ευτυχής γιατί κάνω αυτό που αγαπώ, βλέπω μπροστά μου ό,τι οραματίστηκα να συμβαίνει, παρατηρώ γύρω μου ανθρώπους ικανοποιημένους. Είναι ένα κάποιο βήμα. Κανείς δεν είναι μοναδικός ούτε αιώνιος. Όμως είναι σημαντικό να καταθέτεις κάτι θετικό που ο επόμενος θα το συνεχίσει. Θα ήθελα να παραμείνω ώστε να ολοκληρωθούν πράγματα που είναι σε εξέλιξη, έχω πολλή δουλειά μπροστά μου. Θα δούμε.

30.06.2019, Μαρίνου Έφη «Με ελλειμματική παιδεία, θριαμβεύει η βία που γεννάει ο φόβος», Εφημερίδα των Συντακτών

 

Για το link πατήστε εδώ