Ο Mikhail Lermontov μου αρέσει, όπως γενικά η ρωσική λογοτεχνία. Ειδικά όμως το Ένας ήρωας του καιρού μας σφύζει από ζωή σε βαθμό τέτοιο που η σκηνή μονομαχίας του χρησιμοποιήθηκε ακόμη και για να ζωντανέψει αντίστοιχη σκηνή σε άσχετη (sic) ταινία, το Adolphe του Benjamin Constant, όπως είχε αποκαλύψει κάποτε στην ομήγυρη ο Benoît Jacquot. Που να φανταζόταν, βέβαια, το ατίθασο νιάτο Lermontov, όταν περιέγραφε με τέτοια σαφήνεια αυτή τη μονομαχία στο χείλος ενός γκρεμού, ότι του έμελλε να αφήσει τη ζωή νεότατος ως θύμα μονομαχίας, όπως και ο Πούσκιν με το δικό του οργισμένο ήρωα, τον Ευγένιο Ονέγκιν.
Η Μασκαράτα φάνηκε ενδιαφέρον κείμενο, όσο κι αν ο Λιβαθινός έκανε τα πάντα για να μας αποσπάσει την προσοχή απ’ αυτό. Αυτή η ένταση που επέβαλλε στους ηθοποιούς, που επέμεναν σε σωματικά απαιτητικά τερτίπια, αυτή η νευρικότητα στην ερμηνεία που όμως δεν ήταν νεύρο, αλλά πιο κοντά σε αφύσικο φανφαρονισμό (sic), αυτό τελοσπάντων το εξαντλητικό τίποτα σε glossy χαρτί περιτυλίγματος που έβγαζε η παράσταση είναι ο λόγος που δε μπορεί κανείς να την τοποθετήσει στα εύκολα δίπολα επιτυχίας-αποτυχίας, καλής-κακής.
Με την ομάδα της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού, που μας έδωσε πλείστες αξιομνημόνευτες παραστάσεις-εντολές και όχι μόνο και με την άφθαστης τεχνικής Μαρία Ναυπλιώτου, με κοστούμια και σκηνικά όχι easy ή ηχηρά μεταμοντέρνα, αλλά που τα διαπερνούσε ένα εμπνευσμένο mix n’ match με κομμάτια από βεστιάρια, αλλά και από κινέζικα ή υπόλοιπα από καλάθια, εν ολίγοις με φαντασμαγορική vintage αισθητική, η sold out παράσταση της Μασκαράτας είχε δυστυχώς έλλειμμα ψυχής.
Όταν ο πρώην χαρτοπαίκτης ήρωας τυφλωμένος από καταραμένη ζηλοφθονία δηλητηριάζει τη γυναίκα του, εμείς λογικά θα έπρεπε να συγκινηθούμε ή να αισθανθούμε κάτι έντονο βαθιά μέσα μας. Ενώ όμως η κίνηση των ηθοποιών ήταν δουλεμένη και σε συμμετρικά σχήματα, η κοντοκουρεμένη Ναυπλιώτου ψυχορραγούσε άψογα επάνω στις ροζ πουέντ της και η μουσική υπόκρουση ενίοτε βοηθούσε στο βύθισμα, το κοινό έμεινε παγερά αδιάφορο. (Κι όμως ήταν η πιο δυνατή στιγμή του έργου, το αναγνώριζα δίχως να μπορώ να το αισθανθώ) Άλλοι λαγοκοιμήθηκαν, άλλοι κουνούσαν με εκνευρισμό τις βεντάλιες τους και άλλοι μασούσαν νευρικά τσίχλα, κανείς όμως δε φάνηκε να έχει συνεπαρθεί από την ατμόσφαιρα ή να έχει μπει μέσα στο κάπου, κάπως, κάποτε. Αυτό το μαγικό αν δε δούλεψε τουλάχιστον για το κοινό που δεν πείστηκε από τις συμβάσεις, ούτε καν από το εκπληκτικό στήσιμο της παράστασης σε τέσσερα μέτωπα. Κανονικότατα παρακολουθούσαμε από όποια πλευρά και αν μας έλαχε την παράσταση με την ίδια δυναμική, κάτι τόσο τετριμμένο ως concept, που όμως σχεδόν ποτέ δεν δουλεύει, γιατί το παίξιμο έχει συνήθως μια κατεύθυνση αφήνοντας μερικούς να αισθάνονται ότι δεν είχαν προνομιακές θέσεις.
Το προφανές στο μοίρασμα τον ρόλων είναι ότι έπρεπε να γίνει τράμπα ανάμεσα στη Ναυπλιώτου και τη Μαρία Κίτσου, όπως εξίσου προφανές ήταν ότι οι γυναίκες υπερτερούσαν των αντρών σε ερμηνείες – ξεχωρίσαμε εκτός των άλλων και τη Μαρία Σαββίδου. Αισθητικά rewarding η παράσταση που άφηνε όμως την πικρία του ανικανοποίητου. Υπομονή μέχρι το επόμενο αριστούργημα. […]
26.06.2008, antigonos «Μασκαράτα του Μιχαήλ Λέρμοντοφ», greek-theatre.blogspot.gr
Για το link πατήστε εδώ