Κωμωδία της γερμανικής ψυχής

Κάθε σήμερα βράδυ, σας το λέω, εκεί απέναντι στο θέατρο θα παιχτεί, είτε το πιστεύετε είτε όχι, μια κωμωδία. Μια αληθινή κωμωδία», λέει ο Τόμας Μπέρνχαρντ, που όλα τα θεατρικά του κινούνται ανάμεσα στο κωμικό και το τραγικό. Έτσι, είκοσι χρόνια μετά το πρώτο επεισοδιακό ανέβασμα του έργου «Πριν από την αποχώρηση» στη Στουτγάρδη της Γερμανίας από τον σκηνοθέτη Κλάους Πάιμαν, δέκα χρόνια από τον θάνατο του Τόμας Μπέρνχαρντ αλλά και ταυτόχρονα με την τωρινή παρουσίασή του στο Μπουργκτεάτερ της Βιέννης με τους ίδιους συντελεστές της πρώτης παράστασης, το θεατρικό αυτό έργο που θεωρείται από τα σημαντικότερα του συγγραφέα ανεβαίνει και στην Αθήνα: Στο Θέατρο της οδού Κεφαλληνίας (Πέμπτη, 25 Νοεμβρίου) που επιμένει πάντα σε ένα πρωτοποριακό και εξαιρετικά ενδιαφέρον ρεπερτόριο. Το «Πριν από την αποχώρηση» που γράφτηκε το 1979, είναι το τρίτο έργο του συγγραφέα που παρουσιάζεται στο αθηναϊκό κοινό.

Έχουμε ήδη δει το «Ρίτερ, Ντένε, Φος» από τη Νέα Σκηνή του Λευτέρη Βογιατζή, αλλά και το «Μινέτι» από το Θέατρο Τέχνης. Πεζά του Μπέρνχαρντ έχουν κυκλοφορήσει από τέσσερις διαφορετικούς εκδοτικούς οίκους, ενώ η περίφημη «Αυτοβιογραφία» του κυκλοφόρησε το 1998 από τις εκδόσεις «Εξάντας» και εμπεριέχει το απαύγασμα της σκέψης του.

Χωρίς πρότυπό

Ο Τόμας Μπέρνχαρντ δεν είχε ποτέ του πρότυπο γιατί δεν ήθελε να έχει. Ήθελε να είναι πάντα μόνος με τον εαυτό του κι έγραψε μόνον όσα ο ίδιος σκέφτηκε ή παρατήρησε. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς του 20ού αιώνα (1931-1989), σημάδεψε με τη γραφή του την αυστριακή λογοτεχνία αλλά και την ευρύτερη γερμανική, προκάλεσε πολλές φορές την αμνήμονα πολιτική ηγεσία της πατρίδας του, αποθεώθηκε από την κριτική και το κοινό γιατί ήταν πάντα ένα ασυμβίβαστο και ελεύθερο πνεύμα. Υπέστη κατά καιρούς πολλές δικαστικές διώξεις εξ αιτίας των έργων του, είχε την τόλμη να απαγορεύσει τη χρήση τους από το αυστριακό κράτος, υποδεικνύοντας έτσι τα επικίνδυνα φασιστικά κατάλοιπα που υπάρχουν και δρουν εκεί. Άλλωστε τα καταδεικνύει και στο έργο του «Πριν από την αποχώρηση» που αρχίζει ένα «επικίνδυνο» απόγευμα, όταν ένας πρώην Ναζί (Σοφοκλής Πέππας) με τις δύο αδελφές του (Μπέττυ Αρβανίτη και Ανέζα Παπαδοπούλου) γιορτάζουν κρυφά μια επέτειο. Η αναμόχλευση ενός τραυματικού παρελθόντος φέρει στο φως σχέσεις αμαρτωλές, σχέσεις αλληλοεξόντωσης, σχέσεις που είναι έως και κωμικές. Ο ίδιος ο συγγραφέας άλλωστε δίνει στον υπότιτλο το στίγμα του έργου: «Μια κωμωδία της γερμανικής ψυχής». Και πράγματι, ο Μπέρνχαρντ καταφέρνει μέσα από αυτό το έργο να φωτίσει τον πυρήνα της.

Συνεχείς ανατροπές

Έργο εξαιρετικά επίκαιρο και σύγχρονο, έμμεσα πολιτικό, κατά την Μπέττυ Αρβανίτη, προκλητικό για τους ηθοποιούς αλλά και το κοινό, αφού ο συγγραφέας του χρησιμοποιεί τις συνεχείς ανατροπές όπως ακριβώς συμβαίνει και στη ζωή. «Ο δαιμονικός Μπέρνχαρντ μέσα από λεπτομέρειες καταφέρνει να φωτίσει και να αποκαλύψει όλο τον ανθρώπινο ψυχισμό. Σ’ αυτό το έργο συνυπάρχουν το δράμα με την κωμωδία, ο σαρκασμός με την ποίηση, το χιούμορ με την φαντασία. Με εξυπνάδα φτάνει στο βάθος του ανθρώπινου πυρήνα χωρίς να κοροϊδεύει ή να ναρκισσεύεται. Και στο συγκεκριμένο έργο η δράση έχει ως επίκεντρό της την οικογένεια που αποτελεί ένα από τα λάιβ – μοτίβ του συγγραφέα που συναντάμε και σε άλλα έργα του. Μέσα από το κλίμα της οικειότητας καταφέρνει να αποκαλύψει όλους τους μηχανισμούς της εξάρτησης και αλληλοεξόντωσης μεταξύ των τριών αδελφών. Την τεχνική του μπορώ να την παρομοιάσω με τις δεσμίδες φωτός που ρίχνει ένας φακός στο σκοτάδι. Καταφέρνει πάντα να φωτίσει μόνο κάποιες λεπτομέρειες. Ουσιαστικές όμως. Αυτές που τελικά αποκαλύπτουν όχι μόνο τις ανθρώπινες λειτουργίες αλλά και τις κοινωνικές. Το στοιχείο όμως που κάνει το έργο ιδιαίτερα επίκαιρο είναι η αποκάλυψη ότι εδώ οι διάφοροι «…ισμοί» αλλάζουν, το περιεχόμενό, είτε μικροαστικό είτε ναζιστικό, μένει πάντοτε τραγικά ή κωμικά το ίδιο».

Η ίδια αισθάνεται ότι ερμηνεύει έναν ρόλο που δεν έχει ξαναπαίξει, κάτι απόλυτα διαφορετικό, όπως άλλωστε και ο Σοφοκλής Πέππας. Όσο για την Ανέζα Παπαδοπούλου στην τέταρτη αθηναϊκή της παρουσία θα πρέπει να αισθάνεται τυχερή. Πάντως, και οι τρεις δουλεύουν σκληρά εδώ και πολλούς μήνες υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Στάθη Λιβαθινού. Γιατί, όπως παρατηρεί η Μπέττυ Αρβανίτη, «είναι ένας συγγραφέας που πρέπει να τον υπηρετείς απόλυτα.

Αν και σου παρέχει κάποιες ελευθερίες, ωστόσο πρέπει να ακολουθείς το πνεύμα και το γράμμα του. Δεν μπορείς να ξεμπερδέψεις πολύ εύκολα μ’ αυτόν». Τη μετάφραση υπογράφει ο Βασίλης Πουλαντζάς, ενώ τα σκηνικά και τα κοστούμια ο Γιώργος Πάτζας.

21.11.1999, Κουνενάκη Πέγκυ «Κωμωδία της γερμανικής ψυχής», Η Καθημερινή

 

Για το link πατήστε εδώ