Η «Κάρμεν» βγαίνει στον δρόμο

Μια όπερα αλλιώτικη, που συνδυάζει Μπιζέ και Μεριμέ, ανεβάζει σε μια αυλή ο Στάθης Λιβαθινός, με μια πρωταγωνίστρια στον επώνυμο ρόλο τη Μαρία Ναυπλιώτου.

Και τώρα όπερα! Ο Στάθης Λιβαθινός και η ομάδα του τολμούν για πρώτη φορά να προσεγγίσουν το θέμα «Κάρμεν». Αλλά μέσα τόσο από το λιμπρέτο της δημοφιλούς – πασίγνωστης – όπερας (1865) του Ζορζ Μπιζέ όσο και από τη λιγότερο γνωστή νουβέλα (1845) του Προσπέρ Μεριμέ, που αποτέλεσε και την πηγή έμπνευσης για τους συγγραφείς του λιμπρέτου, τον Αρνί Μεϊλάκ και τον Λουντοβίκ Αλεβί. Στον επώνυμο ρόλο, η Μαρία Ναυπλιώτου.

Ένα από τα ιδιαίτερα της παράστασης που έχει πειραματικό χαρακτήρα και η δραματουργική της επεξεργασία αποτελεί προϊόν συνεργασίας του σκηνοθέτη και των έξι ηθοποιών είναι ότι θα παιχτεί για λίγες μόνο βραδιές, με τη συνοδεία ζωντανής μουσικής, σε εναλλακτικό υπαίθριο χώρο: στην εσωτερική αυλή ενός παλιού νεοκλασικού κτιρίου στο Μεταξουργείο.

Ο Στάθη Λιβαθινός στην πρώτη του αυτή επαφή με την όπερα αποπειράται να προσεγγίσει (με τη συνεργασία στη σκηνοθεσία της Μαρίας Σαββίδου) την τραγική ιστορία της Κάρμεν. Μαζί του στο εγχείρημα αυτό, η Ελένη Μανωλοπούλου για τα σκηνικά και τα κοστούμια, ο Αλέκος Αναστασίου για τους φωτισμούς, ο μουσικός Κώστας Μαγγίνας για την τζαζ μουσική διασκευή και την ενορχήστρωση της μουσικής του Μπιζέ, ο ποιητής Στρατής Πασχάλης για την προσαρμογή των στίχων και τη δραματολογική επεξεργασία και πέντε – συν η βοηθός, έξι – ταλαντούχοι ηθοποιοί με τους οποίους έχει συνεργαστεί – με μερικούς συνεργάζεται εδώ και χρόνια. Πρόκειται, εκτός της Μαρίας Ναυπλιώτου και της Μαρίας Σαββίδου, για τους Μελέτη Ηλία (Χοσέ), Χρήστος Σουγάρη (Θουνίγα, Γκαρθία), Ευθύμη Παπά (Τορεαντόρ), Πηνελόπη Μαρκοπούλου (Μικαέλα). Στην παράσταση παίζουν ζωντανά μουσική οι Κώστας Μαγγίνας (κιθάρες), Νίκος Καπηλίδης (ντραμς) και Μάξιμος Δράκος (αρμόνιο). Πως έφτασε στην όπερα ο Στάθης Λιβαθινός; «Η όπερα με συνοδεύει από τα παιδικά μου χρόνια γιατί λατρεύω την κλασική μουσική. Δεν είχε τύχει κανένας να με σκεφτεί και να μου προτείνει να κάνω όπερα. Και αφού υπήρχε η Γιολάντα Μαρκοπούλου (σ.σ.: βοηθός του στον «Ηλίθιο» και δημιουργός της εταιρείας Πολυπλάνητη που έχει δραστηριοποιηθεί από το 2007 με θεατρικές παραγωγές), ένας πολύ κοντινός μου άνθρωπος που μπορούσε να μπει στην τρέλα αυτή και να μας στηρίξει, πήρα την απόφαση να κάνουμε την παραγωγή μόνοι μας.

Στην αρχή σκέφτηκα να κάνω την παράσταση με νέους τραγουδιστές της όπερας που να θέλουνε να παίξουνε κιόλας. Γιατί αυτό που με ενδιέφερε ήταν μια δραματική σπουδή πάνω στο θέμα της ‘Κάρμεν’. Μετά σκέφτηκα πως έχω πολύ κοντινή σχέση με εξαίρετους ηθοποιούς που θα προτιμούσα αυτούς να δω να τραγουδούν παρά τραγουδιστές της όπερας να παίζουν.

Η διάθεσή μου πάντως να συνεργαστώ με ανθρώπους της όπερας είναι πάρα πολύ μεγάλη. Ξέρω πως υπάρχουν πολλά πολύ ταλαντούχα παιδιά που τα περισσότερα δεν έχουν χώρο να εργαστούν και να εκφραστούν. Αλλά προτίμησα τελικά να δοκιμάσουμε πρώτα τον δραματικό καμβά της ‘Κάρμεν’ κρατώντας μερικές βασικές άριες της όπερας που θα τραγουδηθούν θεατρικά όμως. Η παράσταση εξάλλου είναι πάρα πολύ χαμηλού προϋπολογισμού. Από την άλλη το ενδιαφέρον μου κίνησε ο χώρος. Δεν πρέπει εμείς οι καλλιτέχνες να χάνουμε την επαφή με τον δρόμο και τους εναλλακτικούς χώρους. Για να μη χάσουμε τη γεύση και τη μυρουδιά μας. Έχω τη ζωή της Κάρμεν μπροστά μου αφτιασίδωτη και αληθινή. Τα πρόσωπα των Κινέζων και των Πακιστανών που μαζεύονται στην πόρτα στις πρόβες και κοιτάνε ενώ εμείς παίζουμε ζωντανή μουσική είναι από τα πιο ενδιαφέροντα και συγκινητικά πράγματα που έχω ζήσει. Εκεί, λοιπόν, ανάμεσα στις πουτάνες, στα ναρκωτικά και στις κλοπές, ακούγεται και λίγη ‘Κάρμεν’. Όλο αυτό φαντάζεστε πόσο φορτισμένο και αληθινό είναι…».

Πιο κοντά στον Ζενέ

Ρωτώ τον Στάθη Λιβαθινό ποια είναι τα στοιχεία του έργου που θέλησε να προβάλει. «Τη νοσταλγία για απόλυτη ελευθερία. Και την εύθραυστη και καταδικασμένη – με ημερομηνία λήξης – ομορφιά. Που δεν είναι φτιαγμένη για να διατηρηθεί, για να μπει στο ψυγείο, για να πουληθεί, για να γεράσει… Που υπάρχει για να υπάρχει. Θα είναι μια Κάρμεν σύγχρονη, πιο κοντά στον Ζενέ παρά στην ισπανική της προέλευση και στα εξωτερικά στοιχεία. Μια τέτοια Κάρμεν δεν με αφορά. Αποφασίσαμε πως έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον να δούμε την Κάρμεν πώς γυρίζει σήμερα στους δρόμους. Πρόκειται για μια Κάρμεν της μιας νύχτας. Ο χρόνος είναι ποιητικός, σαν να είναι για μια ζωή αλλά και μια νύχτα». Μια ανάλογη μουσική απόπειρα πάνω στην «Κάρμεν» έκανε ο Πίτερ Μπρουκ στο Παρίσι το 1981. Την άκρως λιτή παράστασή τον με τον τίτλο «Η τραγωδία της Κάρμεν», την οποία μετέφερε και στον κινηματογράφο το 1983, είδαμε και στην Αθήνα, τον Ιούνιο του 1987, στο θέατρο που φέρει πια το όνομά του και που δημιουργήθηκε στο νταμάρι της Πετρούπολης για να παρουσιάσει τη «Μαχαμπχαράτα» του το 1985, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων Αθήνα, Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης.

29.06.2010, Σαρηγιάννης Γιώργος Δ.Κ. «Η «Κάρμεν» βγαίνει στον δρόμο», Τα Νέα

 

Για το link πατήστε εδώ