Η ιστορία ως τραγική φάρσα

Όταν ο Λιβαθινός και η Αρβανίτη σχεδίαζαν να ανεβάσουν την «Επίσκεψη της Γηραιάς Κυρίας» δεν είχε ξεσπάσει η μεγάλη διεθνής κρίση

Αρχίζω την προσέγγισή μου στο οριακό για την ευρωπαϊκή δραματουργία έργο του Ντύρρενματτ «Η επίσκεψη της Γηραιάς Κυρίας» με δύο-τρεις αναφορές μου στη δραματουργία του, όταν αντιμετώπισα πριν από τριάντα πέντε χρόνια άλλα έργα του. Περισσότερο για να δείξω αυτή τη φορά ότι σε μια δύσκολη για τα πολιτικά μας πράγματα εποχή είχα απολυτοποιήσει τα κριτήριά μου και είχα εκτιμήσει ιδεολογικά αυστηρά το κουκούτσι του έργου του, διότι ποτέ κανείς δεν αμφισβήτησε τον θεατράνθρωπο και μάστορα συγγραφέα.

«Ο Ντύρρενματτ είναι ίσως ο τελευταίος καρτεσιανός του θεάτρου στη σύγχρονη Ευρώπη. Τα θεατρικά του έργα είναι αριστουργήματα μιας “σοφιστεμένης” κατασκευής που τολμούν στις δύσκολες μέρες μας να προβάλλουν ακόμη και τον διδακτισμό τους. Η αναμφισβήτητη μαστορική του, που μπορεί να χρησιμοποιεί την παράδοση μεταμφιέζοντάς τη σύμφωνα με τα γούστα της εποχής, μπορεί να παρασύρει ένα απληροφόρητο κοινό, ανύποπτο και καθόλου καχύποπτο, στην εύκολη λύση που προτείνει η βαθιά πουριτανική του ιδεολογία. Η δραματουργία του είναι δευτερογενής. Τίποτα δεν εφηύρε. Εκμεταλλεύτηκε τα πάντα: την οικεία και εύκολη φόρμα που κατεβαίνει άνετα στο κοινό, την μπρεχτική ανατροπή των δραματικών σχέσεων, τη “διαλεκτική” επιφάνεια του Ανούιγ και τον επίπλαστο κυνισμό του, την εξπρεσιονιστική παράδοση του γερμανόφωνου θεάτρου. Στην ουσία σκέπτεται σαν τον Καρτέσιο, μάχεται σαν Ιησουίτης και ηθικολογεί σαν τον Καλβίνο. Τυπικός Ελβετός (1973)».
«Ο Ντύρρενματτ είναι ένας σπουδαίος μάστορας του θεάτρου, αλλά πέρα για πέρα αδιέξοδος. Βουτηγμένος ως το λαιμό στον γερμανικό ιδεαλισμό, μεταφυσικός και ρομαντικός, έμπειρος εξπρεσιονιστής και “κυνικός” “διανοούμενος” από τη μια και από την άλλη καρτεσιανός και πουρίστας ηθικολόγος.

Κάθε έργο του είναι μια τέλεια μαθητικά κατασκευή. Διακρίνεις παντού μια γεωμετρία που προβάλλει απαιτητικά την αυθεντία των αξιωμάτων. Ο Ντύρρενματτ απολυτοποιεί τον κόσμο, τον εντάσσει σε φόρμουλες και έχοντας αξιωματικά δεχτεί τις αρχές του λύνει προβλήματα του κόσμου με το βολικό εργαλείο του. Τα βασικά αξιώματα είναι δύο: “Η βία είναι η αιτία του πολιτισμού” και “Σκοπός του πολιτισμού είναι το χρήμα”. Μεταξύ ενός αναγκαστικού και ενός τελικού αιτίου ο άνθρωπος συνθλίβεται και οι πράξεις του υπακούουν σ’ έναν αυστηρό ντετερμινισμό. Ο άνθρωπος του Ντύρρενματτ ενέχει το σπέρμα της καταστροφής. Οι επιμέρους κινήσεις του είναι σπασμωδικές απόπειρες εξόδου από το δεδομένο αδιέξοδο. Αφαιρεί τον θεό από το έργο του και έτσι σχεδιάζει έναν κόσμο ορφανό, αλλά άτεγκτα και λογικά διαρθρωμένο. Στη θέση του θεού του αρχαίου θεάτρου βάζει μια εξίσου απρόσιτη και αόρατη αρχή, μηχανιστική και πανταχού παρούσα (1974)».

Σήμερα είμαι κι εγώ απαισιόδοξος για τον κόσμο μας, τα συστήματα βίου και ηθικής και υπόκειμαι στον πειρασμό να πιστέψω πλέον πως μας κυβερνά ένας μοιραίος μηχανιστικός οργανωμένος κόσμος μεταφυσικού μηχανισμού.

Έτσι πέρα από τον σπουδαίο θεατράνθρωπο Ντύρρενματτ που γνωρίζει όσο λίγοι να φτιάχνει θεατρικούς «μύθους» και μέσω αυτών δραματικές διαλεκτικές και αμφιλεγόμενες σχέσεις υπάρχει και ένας απελπισμένος διανοούμενος που χρησιμοποιεί με ευφυή τρόπο και ειρωνικά και την καρτεσιανή λογική και τον προτεσταντικό πουριτανισμό. Όταν ο Λιβαθινός και η Αρβανίτη σχεδίαζαν να ανεβάσουν το κωμικοτραγικά ειρωνικό και διαλεκτικό του «παρατραγώδημα» δεν είχε ξεσπάσει η μεγάλη διεθνής κρίση. Τώρα που τη διαπλέουμε, η παράσταση της «Επίσκεψης της Γηραιάς Κυρίας» είναι το αυθεντικό ερμήνευμα.

Το χρήμα ως όπλο και η τρομοκρατία και η δικαιοσύνη ως εκδίκηση είναι ο εφιάλτης ενός κόσμου που πρόδωσε το αίτημα της αλληλεγγύης, της ανοχής, και της αγάπης κυρίως. Κι όταν ο κόσμος παύει να είναι αλληλέγγυος και ερωτικός, κυριαρχεί η βία, η εξαγορά συνειδήσεων, η τυφλή εκδίκηση και ο ανεξαγόραστος χρόνος. Ο Λιβαθινός με την παράσταση αυτή, εκτός των άλλων, επέδειξε πως δεν είναι ο τάχα ειδικευμένος στον ποιητικό ρεαλισμό και τον νατουραλισμό της ρωσικής σχολής. Γνωρίζει άριστα και τον εξπρεσιονισμό και την μπρεχτική ειρωνεία. Ο τρόπος που ένα έργο γραμμένο για μεγάλη και πολυάριθμη σκηνή χώρισε και μάλιστα περίσσεψε σε ένα κυκλικό θέατρο, όπου το κοινό από όλα τα τέσσερα σημεία του σκηνικού ορίζοντα ταυτίστηκε με το «έξοχο» Γκύλεν του μύθου, έδειξε πως το αυθεντικό θέατρο μιλάει ακόμη επάνω στο απλό πατάρι των μεσαιωνικών μίμων. Το έργο παίχτηκε σαν μια μεσαιωνική φάρσα, σαν τραγικοκωμωδία από λαϊκούς μίμους στις μεγάλες ανοιχτές αγορές του Μεσαίωνα. Σήμερα στον σύγχρονο και πλέον αδιέξοδο μεσαίωνα του αρχόμενου 21ου αιώνα.

Η μετάφραση του Δεπάστα καίρια, τα σκηνικά αντικείμενα και τα διαχρονικά κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου εξαίσια και η μουσική ιδιοφυΐα του Αμπαζή άλλη μια φορά εντάχθηκε ως αναπόσπαστο στοιχείο της δραματουργίας.

Φωτισμοί (Αναστασίου), κίνηση (Γοργία) και μακιγιάζ (Παμούκης) σύμφυτα με τον σκηνοθετικό σχεδιασμό.

Υπερβάλλουσα παραβολή

Από το 1961, που είδαμε έκπληκτοι την αριστουργηματική παράσταση της «Γηραιάς Κυρίας» του Μινωτή στο Εθνικό, έχει κυλήσει πολύ νερό στον αδιέξοδο κόσμο μας. Τότε βλέπαμε πέρα απ’ την ωραία θεατρική ιστορία μία υπερβάλλουσα παραβολή με φανερά τα σύνδρομα της προτεσταντικής ηθικής όπως την ερμήνευσε ως καπιταλιστικό σπέρμα ο Μαξ Βέμπερ. Τώρα βλέποντας τη σαφέστατη, καίρια και πεντακάθαρη ανάγνωση του Στάθη Λιβαθινού στο θέατρο της «Οδού Κεφαλληνίας» και του θιάσου Πράξη είδα μια παρωδία τραγωδίας, μια ρεαλιστική παράτα πραγματικής ζωής ιδωμένη μέσα από τα παραμορφωτικά κάτοπτρα που μας κληροδότησε ο απερχόμενος 20ος αιώνας ως κανόνα βίου και τρόπου ηθικού προορισμού.

Ειρωνική υποδομή και τραγικό βάθος

Μια ομάδα ηθοποιών χωρίς ρωγμές στο ύφος, χωρίς κενά, χωρίς παρεκκλίσεις από το σκεπτικό: αδρές γραμμές, ελεγχόμενο γκροτέσκο, ειρωνική υποδομή και τραγικό βάθος. Ο Νίκος Αλεξίου στην καλύτερη έως τώρα ερμηνεία του, ο Σαρηγιαννίδης έξοχη καρικατούρα καρτούν, ο Καραμπούλας (δάσκαλος) η δραματικότερη εκδοχή της ενοχικής ιδεολογίας, ο Θανάσης Δήμου (πάστορας) ρητορικός του θεομπαιχτισμού. Ο Κώστας Γαλανάκης (Μπόμπι) λαλίστατος στη σιωπή του. ο Δ. Μυλωνάς, ο Π. Παναγόπουλος, η Ουζουνίδου άψογη στους πολλούς ρόλους τους. Η Τζίνη Παπαδοπούλου (κυρία Ιλ) αξέχαστη φιγούρα στην αλλοτριωμένη υποταγή. Το ζευγάρι των μίμων-τυφλών (Λόμπι-Κόμπι) Άκις Λυρής και Ηλίας Κουνέλας συνταρακτικό. Η Μπέττυ Αρβανίτη έπλασε μία Κλαίρη Τσαχανασιάν γεμάτη απελπισμένη και προδομένη αγάπη και ανελέητη σχεδόν ηδονική εκδίκηση. Μια ανάστροφη Μήδεια που εκδικείται μετατρέποντας την ηδονή της ερωτικής παράδοσης σε ηδονή της προδομένης μήτρας. Ο Γιάννης Φέρτης στον πληρέστερο, λιτότερο και βαθύτερο ρόλο της καριέρας του. Αξέχαστες υποκριτικές στιγμές, τα γεμάτα υπαρξιακό τρόμο μάτια του πανικόβλητα και συνάμα ικετευτικά για ένα λυτρωτικό τέλος.

19.01.2009, Γεωργουσόπουλος Κώστας «Η Ιστορία ως τραγική φάρσα», Τα Νέα

 

Για το link πατήστε εδώ