«Είμαι πια ένας… πλανόδιος»

Δύσκολα πιστεύεις ότι ο ρωσοτραφής Στάθης Λιβαθινός δοκιμάζεται αυτό τον χειμώνα στον πρώτο Τσέχοφ της καριέρας του. Το γεγονός ότι διαβάζει τον Ρώσο δραματουργό απ’ το πρωτότυπο και έχει δει άπειρες παραστάσεις έργων του στη Μόσχα, μόνο ανασφάλεια και φόβο τού γεννά.

«Τα έργα του Τσέχοφ είναι ανώτερα συναισθηματικά μαθηματικά», λέει ο Στάθης Λιβαθινός. Τόσο που, αν δεν ήταν η Μπέττυ Αρβανίτη με το πείσμα και την πίστη της να ανεβάσουν παρέα τον «Βυσσινόκηπο», δεν θα τολμούσε να αναμετρηθεί με την τσεχοφική δραματουργία – την οποία ο ίδιος θεωρεί μάλιστα πολύ δυσκολότερη από τη σεξπιρική.

Την Τετάρτη (ύστερα από τέσσερις μήνες προβών) σε ένα εκ βάθρων γκρεμισμένο θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας, πάνω σε ένα θρυμματισμένο σύμπαν με σπασμένους καθρέφτες και γυαλιά, ο «Βυσσινόκηπος» κάνει αισίως πρεμιέρα. Κι ο θίασος είναι εντυπωσιακός. Σε αυτόν συναντιούνται από τον Γιάννη Φέρτη και την Μπέτυ Αρβανίτη μέχρι τον Δημοσθένη Παπαδόπουλο και τον Κώστα Γαλανάκη.

Το παράδοξο, κύριε Λιβαθινέ, είναι ότι ο «Βυσσινόκηπος» είναι ο πρώτος Τσέχοφ σας. Δύσκολο να το πιστέψει κανείς. Τι φταίει;
Το ότι τον Τσέχοφ τον φοβάμαι, τον λατρεύω, τον σέβομαι και μπορώ να τον διαβάσω από το πρωτότυπο.

Το τελευταίο είναι ένα εξαιρετικό πλεονέκτημα έναντι των υπολοίπων μη Ρώσων ή ρωσομαθών σκηνοθετών. Οπότε;
Αντιθέτως, το γεγονός μόνο φόβο και δέος μπορεί να προκαλεί. Δεν έχω καμιά οικειότητα με τον Τσέχοφ. Και ακριβώς επειδή έχω δει αρκετό Τσέχοφ στη ζωή μου, και μάλιστα καλό Τσέχοφ, σκεφτόμουν ότι ίσως εγώ δεν έχω κάτι να προσθέσω. Τελικά δοκιμάζομαι με το βαρύτερο “πούπουλο” που μπορεί κανείς να συναντήσει. Τον “Βυσσινόκηπο” μπορείς να τον κάνεις είτε όταν δεν ξέρεις τίποτα είτε όταν ξέρεις πολλά.

Εσείς πού ανήκετε;
Ούτε στη μία ούτε στην άλλη κατηγορία είμαι. Γι’ αυτό τον λόγο έχω ακόμα τις επιφυλάξεις μου. Παρ’ όλα αυτά δουλεύουμε 4 μήνες. Για τον Τσέχοφ, όμως, είναι λίγοι. Τον “Λιρ” τον δούλευα 3,5.

Θεωρείτε τον Τσέχοφ δυσκολότερο από τον Σέξπιρ;
Εκατό τοις εκατό. Ο Σέξπιρ ανήκει σε ένα είδος θεάτρου που τα πράγματα λέγονταν παρά κρύβονταν. Ο Τσέχοφ είναι το Θέατρο του 20ού αιώνα. Όλα υποβόσκουν, όλα υπονοούνται. Έχει προηγηθεί ο Ντοστογιέφσκι που έχει διασπάσει τις προσωπικότητες. Κι έτσι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι σε έναν. Είναι κάτι που ο Τσέχοφ το έκανε επιστήμη. Τα έργα του είναι ανώτερα συναισθηματικά μαθηματικά.

Πώς δουλεύονται στην πράξη;
Εγώ είδα τον “Βυσσινόκηπο” ως άσκηση περιεχομένου, ύφους και επικοινωνίας. Βρίσκω ότι είναι πάρα πολύ κοντά στο παιχνίδι με τον χρόνο που κάνουμε όλοι κάποια στιγμή στη ζωή μας, τότε που έχουμε την αίσθηση ότι κάτι χάθηκε. Δεν ξέχασα στιγμή ότι το έργο το έγραψε ένας άνθρωπος που λάτρευε τη ζωή και μετρούσε τα δευτερόλεπτα προς τον θάνατο. Ακόμα και στη Ρωσία όμως δεν έλυσαν το αίνιγμα του Τσέχοφ. Ούτε εγώ βαυκαλίζομαι πως μπορώ. Δεν ξέχασα επίσης ότι ο Τσέχοφ έκανε ντοκουμέντο. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι οι “Τροφίμοφ” και οι “Λοπάχιν” κάθονταν στην πρώτη σειρά του θεάτρου…

Εσείς τι θέλετε να πείτε στο κοινό που όμως δεν θα έχει Λοπάχιν και Τροφίμοφ;
Θα μιλήσω για τον χρόνο, την ποίηση της καθημερινής ζωής και τους απροστάτευτους ευαίσθητους ανθρώπους. Τη “φυλή” του “Βυσσινόκηπου”. Παρεμπιπτόντως, 14 χρόνια από τότε που γραφόταν το έργο, οι ήρωες θα ήταν όλοι μακαρίτες. Σαν να το ήξερε ο Τσέχοφ ότι το 1917 δεν θα υπήρχε κανένας τους. Ο “Βυσσινόκηπος” είναι επομένως το πιο χαρούμενο ρέκβιεμ που γράφτηκε ποτέ.

Στη μετά το Εθνικό Θέατρο περίοδό σας κινείστε από το «Μεταξουργείο» στο ΚΘΒΕ και από το «Πορεία» στο «Κεφαλληνίας». Αυτό ψυχολογικά και μεθοδολογικά είναι τελείως κόντρα σε ό,τι κάνατε και πρεσβεύετε. Δεν σας φθείρει;
Είμαι πλέον ένας πλανόδιος. Ή μάλλον ένας “πλανόβιος”, για να χρησιμοποιήσω την έκφραση του ποιητή Γιώργου Γεραλή. Είναι ένα ωραίο μάθημα της θεατρικής ζωής. Εκκρεμεί ο “Βασιλιάς Λιρ” του ΚΘΒΕ. Θέλω να πιστεύω ότι το 2010 θα μπορέσω να τον επαναλάβω με τον Τσακίρογλου στην Αθήνα. Ήταν η πρώτη φορά που σκηνοθετούσα στο ΚΘΒΕ και έτυχε μια συγκυρία όπου ο ίδιος ο Τσακίρογλου έγινε πραγματικά ο Λιρ της Θεσσαλονίκης: Έχασε το βασίλειό του, καταδιώχθηκε, κατηγορήθηκε.

Είχατε κι εσείς κάποτε ένα «βασίλειο», αυτό της Πειραματικής Σκηνής. Έκτοτε οι πόρτες του Εθνικού είναι κλειστές;
Ο Γιάννης Χουβαρδάς με τίμησε προσκαλώντας με πρόσφατα ξανά στο Εθνικό ως σκηνοθέτη. Θεώρησα σωστό να μην ανταποκριθώ, γιατί η δουλειά που γίνεται σε αυτό και ο τρόπος δεν με αφορούν.

11.12.2009, Κλεφτόγιαννη Ιωάννα «Είμαι πια ένας… πλανόδιος», Ελευθεροτυπία

 

Για το link πατήστε εδώ