Πόσα «θεατρικά στοιχεία» μπορεί να βρει ένας σκηνοθέτης στο σώμα ενός κλασικού λογοτεχνικού έργου του όγκου και του επιπέδου του «Ηλίθιου», προκειμένου αφενός μεν να στηριχθεί η σκηνική οικονομία και αναγκαία δράση, αφετέρου δε να μη χαθεί η φιλοσοφική ανάπτυξη και να μη προδοθεί η σκέψη του συγγραφέα; Η χριστιανική αντίληψη για τον άνθρωπο είναι αντίθετη απ αυτήν της αρχαίας τραγωδίας. Εκεί η ύβρις (π.χ. ο φόνος) είναι αυτή που διαταράσσει την κοσμική ισορροπία, μετά, όμως, από την τιμωρία (Άττις) ακολουθεί η κάθαρση και η επανάκτησή της.
Αντίθετα, στον Ντοστογιέφσκι, η ίδια η ανθρώπινη ζωή είναι αμαρτία και ο φόνος δίνει μια κάποια λύση για να παρέμβει το θείο.
Με αυτά παλεύει ο συγγραφέας και καταλαβαίνει κανείς τον άθλο να μεταφερθούν στη σκηνή και μάλιστα να επιβεβαιώσουν τη μαγεία της. Αυτό το στοίχημα κέρδισε ο Στάθης Λιβαθινός, βαθύς γνώστης του ρώσικου θεάτρου και της λογοτεχνίας, αλλά και οι υπόλοιποι συντελεστές (η ποίηση της παρουσίας της Μαρίας Ναυπλιώτου καθώς ενσάρκωνε την καλλονή που λατρεύεται και αναθεματίζεται την ίδια στιγμή, καθήλωνε τους θεατές). Επί έξι ώρες παρακολουθήσαμε τα ανθρώπινα πάθη να παίρνουν σκηνική υπόσταση σε μία παράσταση που λειτουργούσε σαν ένα νυχτερινό ταξίδι με τρένο, ένα εσωτερικό ταξίδι ψυχής.
18.12.2007, Μοσχοχωρίτου Όλγα «Ο Ηλίθιος από την Πειραματική Σκηνή του Εθνικού», Ημερησία