Ιλιάδα

Σκηνοθ. Στ. Λιβαθινός

Ωραίοι ηθοποιοί, «έξυπνη» σκηνοθεσία που αναδεικνύει την κλασική αφηγηματική δύναμη του ομηρικού έπους και μια τετράωρη παράσταση πλημμυρισμένη από ενέργεια, με τη δράση να εκτυλίσσεται σε ένα σκηνικό με κρεμασμένα τσιγκέλια που παραπέμπει σε σφαγείο.

Στην ατμοσφαιρική εναρκτήρια σκηνή μαίνεται ένας πόλεμος. Και οι θεοί μιλούν γι’ αυτόν τον πόλεμο (κάτι που κάνουν μέχρι το τέλος ), κινούν τα νήματα και δοκιμάζουν τις αντοχές των αφελών θνητών, οι οποίοι ρίχνονται στη μάχη ακολουθώντας κάποιο «ιδανικό». Σίγουρα δεν είναι εύκολο να μεταφέρεις το ομηρικό έπος στη θεατρική σκηνή αναπαριστώντας όλα εκείνα τα περιστατικά των ραψωδιών και τα δεινά των Τρώων που οδηγούν στην πτώση της πόλης του Πριάμου. Ο Στάθης Λιβαθινός τα κατάφερε παρουσιάζοντας μια παράσταση «βουτηγμένη» στο θέατρο. Ζήτησε από τους ηθοποιούς να εμπιστευτούν τις δυνάμεις τους και από τους θεατές να εμπιστευτούν τη φαντασία τους. Γιατί με πόσους τρόπους μπορείς να φωτίσεις τη διαφορά ανάμεσα στον αθάνατο και τον θνητό σε μια παράσταση; Ο Δημήτρης Ήμελλος, η Μαρία Σαββίδου, ο Βασίλης Ανδρέου, ο Νίκος Καρδώνης, ο Άρης Τρουπάκης και ακόμη δέκα νέοι ηθοποιοί, παίζοντας με αγάπη και θέρμη, με σεμνότητα αλλά και τόλμη, απέδειξαν ότι μπορούν να δώσουν πνοή και ανάσα σε μια μεγάλη ιδέα όπως αυτή, τη σκηνική παρουσίαση δηλαδή ενός έπους.

Ανταποκρίνονται στην έντονη δράση η οποία αναδεικνύει το συγκρουσιακό στοιχείο. Είδαμε μια παράσταση υψηλού καλλιτεχνικού επιπέδου, που καταφέρνει να οδηγήσει στη σκηνή το λόγο του Ομήρου ακμαίο, μεταδίδοντας όχι μόνο τα διδάγματα αλλά και την καθαρτήρια χαρά. Με αφετηρία τη βραβευμένη μετάφραση του Δ.Ν. Μαρωνίτη, η ομάδα του Λιβαθινού αντιμετωπίζει το κείμενο σαν συμφωνικό έργο και (στημένη σαν ένα κράμα ραψωδών και μίμων) σε απόλυτο συντονισμό, ερμηνεύει με τονισμένα νεύματα κι έντονους ρυθμικούς κυματισμούς, αφηγούμενη και σχολιάζοντας ταυτόχρονα καθώς εναλλάσσονται τα επεισόδια. Σε ένα μνημειώδες έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας όπως είναι η «Ιλιάδα» η μεγάλη διάρκεια της παράστασης σίγουρα δικαιολογείται, όμως εντέλει δεν είναι σύμμαχος. Ο ίδιος ο Όμηρος συνήθιζε να επαναλαμβάνει πανομοιότυπες περιγραφές, ωστόσο πιστεύουμε πως αν είχε συμπτυχθεί το υλικό δεν θα νιώθαμε να μας βαραίνουν τόσο οι σκηνές των ατελείωτων συγκρούσεων – υπό τους πολύ εύστοχους ηχητικούς σχεδιασμούς και τις μουσικές συνθέσεις του Λάμπρου Πηγούνη.

Το σκηνικό και τα αντικείμενα που βρίσκονταν πάνω σε αυτό, μερικά λάστιχα αυτοκινήτων, σιδερένιες πλατφόρμες, τσιγκέλια πάνω στα οποία κρέμονταν –σαν σφαχτάρια– αμπέχονα, μια ξεθωριασμένη κόκκινη μπελ επόκ πολυθρόνα και μια λίμνη με νερό στο βάθος μαζί με τα ευρηματικά και σε ένα βαθμό εξαντρίκ κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου, πέρα από την όποια αισθητική τους αυτοτέλεια, δικαιολογούν την ύπαρξή τους στην παράσταση. Οι δε φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου παίζουν καθοριστικό ρόλο στην όλη ατμόσφαιρα. Νιώσαμε τη φρίκη ενός ολοκληρωτικού πολέμου και τα συναισθήματα όσων μετέχουν σε αυτόν και «ακούσαμε» τον Όμηρο να μιλά για τη μοίρα της ανθρώπινης ύπαρξης, ένα μήνυμα που αφορά όλες τις εποχές.

31.10.2013, Κρύου Μαρία «Ιλιάδα», Αθηνόραμα

 

Για το link πατήστε εδώ