Είδαμε την Ομηρική «Ιλιάδα» σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού στο Φεστιβάλ Αθηνών- Τα τύμπανα του πολέμου!

Φέτος είναι χρονιά Ομήρου, καθώς δύο από τις σημαντικότερες παραστάσεις της σεζόν, η «Οδύσσεια» του Robert Wilson και η «Ιλιάδα» του Στάθη Λιβαθινού έχουν ως θέματα τα δύο μεγάλα ομηρικά έπη.

Στο φεστιβάλ Αθηνών και στην Πειραιώς 260 είδαμε την Ιλιάδα, σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού. Η «Ιλιάδα», το αρχαιοελληνικό έπος του Τρωικού κύκλου, είναι η απαρχή της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και μία από τις σημαντικότερες βάσεις της νεότερης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Αφηγηματικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται από το συγκεκριμένο έπος διατρέχουν όλη την ιστορία της λογοτεχνίας, αλλά ακόμα και τις κινηματογραφικές αφηγήσεις.

Χρησιμοποιώντας την μετάφραση του Δ. Ν. Μαρωνίτη, ο Στάθης Λιβαθινός αποφάσισε να δείξει μια ιδιαίτερα εκτεταμένη σε διάρκεια παρουσίαση των 24 ραψωδιών του ομηρικού έπους. Ο σκηνοθέτης ήταν πολύ διστακτικός στο να κόψει κομμάτια από το ομηρικό έπος. Αποτέλεσμα ήταν η παράσταση να κρατάει 5 ώρες- πράγμα όχι ασυνήθιστο για τον Λιβαθινό.

Η παράσταση βασίζεται στο ταλέντο των ηθοποιών, στις σκηνοθετικές εικόνες και τους αυτοσχεδιασμούς, καθώς και στην κλασική αφηγηματική δύναμη του ομηρικού έπους. Η ευρύτατη χρήση μεταφορών από τον Όμηρο, η δράση, οι σκληρές σκηνές πολέμου, δεν περικόπηκαν για να γίνει πιο «θεατρικό» το έργο. Η παράσταση του Λιβαθινού αφήνεται στην λογοτεχνικότητα του Ομήρου, ενώ δεν προσπαθεί να εξωραΐσει το περιεχόμενο του κειμένου. Σκηνές, όπως η εκτέλεση 12 αιχμαλώτων Τρώων στον τάφο του Πάτροκλου από τον Αχιλλέα, αλλά και άλλες άγριες περιγραφές παρουσιάζονται χωρίς περικοπές. Θέλοντας να σεβαστεί τον Όμηρο, ο Λιβαθινός ενέταξε στην παράστασή του ακόμα και τις επαναλήψεις. Πολλά κομμάτια επαναλαμβάνονται, καθώς ο Όμηρος συνηθίζει να χρησιμοποιεί πανομοιότυπες περιγραφές και μεταφορές για σκηνές των μαχών.

Ως προς το πιο θεατρικό κομμάτι, η παράσταση έχει αρκετούς αυτοσχεδιασμούς και απλώνεται σε μια τεράστια σκηνή. Τα ερεθίσματα που προβάλλονται στην μεγάλη σκηνή δεν είναι λίγα. Και λειτουργούν σωρευτικά σε μια πεντάωρη παράσταση. Η δράση είναι έντονη και αναδεικνύεται με πολύ καθαρό τρόπο από την σκηνοθεσία το συγκρουσιακό στοιχείο του έργου. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι την κινησιολογική προετοιμασία & την άσκηση των ηθοποιών στις πολεμικές τέχνες έκανε ένας Μάχιμος Μοναχός Σαολίν, ο Σι Μιαο Τζιε.

Η σκηνογραφία και τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου δεν με εντυπωσίασαν. Δεν έχουν την λαμπρότητα που θα περίμενε κανείς σε ένα έπος. Όμως, δύο στόχοι, το να φέρει τα κοστούμια στην σημερινή εποχή, αλλά και το να αναδείξει τον μιλιταριστικό χαρακτήρα του έπους (μιας αφήγησης για έναν πόλεμο και την σύγκρουση δύο στρατών) θεωρώ ότι επιτεύχθηκαν. Εκεί που θα περίμενα κάτι παραπάνω, τόσο στην σκηνογραφία- ενδυματολογία, όσο και στο σκηνοθετικό κομμάτι, είναι να φαίνεται πιο καθαρά σε επίπεδο εικόνας η διαφορά ανάμεσα σε θνητούς και Θεούς. Στο Ομηρικό Έπος Θεοί και θνητοί είναι από κοινού πρωταγωνιστές σε αυτό το δράμα του πολέμου. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ίδιοι. Έτσι θα ήθελα να φωτίζεται, με διάφορους τρόπους, η διαφορά ανάμεσα στον Αθάνατο και τον θνητό. Η μουσική του Λάμπρου Πηγούνη δένει ωραία τις σκηνές μεταξύ τους και δίνει ένταση σε αρκετά σημεία, όπου κάτι τέτοιο απαιτείται. Ίσως καμιά φορά να είναι υπερβολικά έντονη.

Οι ερμηνείες κινούνται σε υψηλά επίπεδα. Έχοντας τον διπλό ρόλο του ηθοποιού- αφηγητή, τα καταφέρνουν με άνεση. Από τους πολλούς ηθοποιούς της σκηνής είναι δύσκολο να βρεις διακριθέντες, καθώς όλοι ήταν καλοί και αρκετοί πολύ καλοί. Αν ξεχώριζα κάποιους, αυτοί είναι ο Δημήτρης Ήμελλος, ο οποίος, ως Αγαμέμνων έχει και αρκετές ειρωνικές σκηνές, που δίνουν μια πιο σαρκαστική νότα στο ως επί το πλείστον δραματικό χαρακτήρα του έργου. Επίσης, η Μαρία Σαββίδου είναι πολύ επιβλητική με την παρουσία της στην σκηνή, ως Θέτιδα και σε άλλους ρόλους.

Με απαγγελία της Μαρίας Σαββίδου κλείνει το έργο. Ο Λιβαθινός επέλεξε για φινάλε το ποίημα του Καβάφη «Τρώες». Το συγκεκριμένο εκπληκτικό ποίημα του ποιητή έχει έντονο ειρωνικό χαρακτήρα. Μιλάει με ειρωνεία για την ανικανότητα του ανθρώπου να ξεφύγει από την μοίρα του, ακόμα κι όταν του δίνονται ευκαιρίες να το πετύχει. Ειδικά ο στίχος «Ο Αχιλλεύς στην τάφρον εμπροστά μας βγαίνει και με φωνές μεγάλες μας τρομάζει» είναι από τα πιο δυνατά δείγματα καβαφικής ειρωνείας. Ένας ολόκληρος στρατός τρομάζει, σαν να είναι κοριτσάκια, από τις φωνές ενός άοπλου άντρα. Ωστόσο, επειδή το έργο χρειαζόταν ένα δραματικό κλείσιμο κι επειδή στο ποίημα του Καβάφη υπάρχουν και τραγικά στοιχεία, η Μαρία Σαββίδου το απάγγειλε δεξιοτεχνικά καθαρά δραματικό και σπαρακτικό τρόπο. Κι έτσι ο λόγος του Καβάφη έδεσε αρμονικότατα με τον ομηρικό λόγο, σε ένα όμορφο φινάλε.

Γενικά, η Ιλιάδα του Λιβαθινού έχει πολλά δυνατά σημεία, καλές ερμηνείες, εύστοχες σκηνοθετικές επιλογές που υπηρετούν με επάρκεια ένα μνημειώδες έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Επίσης, ωραία δένει η μουσική και σημαντικά νοήματα του κειμένου φωτίζονται καθαρά, ενώ βγαίνει άφθονο συναίσθημα. Η βασική μου ένσταση με το έργο είναι ότι πέντε ώρες είναι πολλές και, σε συνδυασμό με την αρκετά δύσκολη γλώσσα της μετάφρασης και τα πολλά ερεθίσματα της παράστασης, κάποια στιγμή μπουκώνουν τον εγκέφαλο του θεατή.

05.06.2013, Σμυρνής Γιώργος «Είδαμε την Ομηρική «Ιλιάδα» σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού στο Φεστιβάλ Αθηνών- Τα τύμπανα του πολέμου!», www.monopoli.gr

 

Για το link πατήστε εδώ