Γιώργος Κέντρος «Από θαύμα υπάρχουμε ως χώρα»

Σπουδαίος, αλλά ακριβοθώρητος. Με μια μεγάλη πορεία στο θέατρο μαζί και δίπλα στους καλύτερους. Με γυρισμένη την πλάτη, από άποψη και αυστηρότητα, στο αλισβερίσι με τους δημοσιογράφους. Από αύριο θα έχουμε τη χαρά να τον βλέπουμε στη σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας, στους «Βρικόλακες» του Ίψεν, που σκηνοθετεί ο Στάθης Λιβαθινός.

Συνάντησα τον Γιώργο Κέντρο στο κέντρο της Αθήνας, με αφορμή τη νέα παράσταση που σκηνοθετεί ο Στάθης Λιβαθινός στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας. Το έργο είναι το κλασικό αριστούργημα «Βρικόλακες» του Ίψεν, με εκλεκτούς συντελεστές, όπως η Μπέτυ Αρβανίτη (κυρία Αλβινγκ), ο Νίκος Χατζόπουλος (πάστορας Μάντερς), αλλά και οι νεότεροι, εξίσου ταλαντούχοι Κώστας Βασαρδάνης (Οσβαλντ Αλβινγκ) και Μαρία Κίτσου (Ρεγκίνε Εγκστραντ). Ο Γιώργος Κέντρος υποδύεται τον Γιάκομπ Εγκστραντ, πατέρα της Ρεγκίνε.

Η παράσταση έχει πρεμιέρα αύριο. Στον δρόμο προς το ραντεβού, ηχούσε στο αυτί μου η φωνή του Γ. Κέντρου, χαρακτηριστικά μπάσα με ένα αυστηρό ηχόχρωμα. Αναρωτιόμουν πόσο αυστηρός είναι και ο ίδιος στη ζωή και τις επιλογές του. Τελικά συνειδητοποίησα ότι η όποια αυστηρότητά του δεν είναι μια στάση επικριτική, αντίθετα συνδέεται με τη ζεστή και βαθιά αγάπη του για την αλήθεια, την τέχνη και τη ζωή.

Δίνετε σπάνια συνεντεύξεις…
Ναι. Έχω μια ιδιαιτερότητα. Αγαπώ πολύ το θέατρο. Και επειδή είχα την τύχη να βρεθώ σε χώρους όπου τον έναν τον δημιουργήσαμε ο Τάσος Μπαντής, η Ράνια Οικονομίδου, ο Καταλειφός και εγώ, το Θέατρο Εμπρός, και πριν από 10 χρόνια συνεργαζόμουν με τον Λευτέρη Βογιατζή στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων, ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούσα υποκριτικά και καλλιτεχνικά διέφερε από τους υπόλοιπους σε μεγάλο βαθμό. Ξέρετε, είναι πολύ διαφορετικό να συνεργάζεσαι για πρώτη φορά με έναν συνάδελφο, από το να έχεις έναν κοινό κώδικα επικοινωνίας από άποψη επεξεργασίας και δουλειάς. Οι άνθρωποι που συνεργάστηκα είχαν τις δικές τους ιδιαιτερότητες. Για παράδειγμα, με τον συγχωρεμένο τον Λευτέρη, έπρεπε να ξεπεράσεις ένα προσωπικό του αδιέξοδο για να καταφέρεις να κάνεις έναν ρόλο. Ήταν όμως καλλιτέχνης. Η αισθητική του και η ποιητικότητα των παραστάσεών του ήταν ανεπανάληπτες. Ήταν αφοσιωμένος από το πρωί μέχρι το βράδυ στην τέχνη του. Έτσι είχα μάθει να δουλεύω. Όταν, λοιπόν, τελείωσα με τη διαδικασία των ομάδων και βγήκα έξω στον χώρο, είπα «Παναγία μου, τι είναι αυτό».

Πώς αισθανθήκατε, δηλαδή;
Ότι δεν υπήρχαν ασφαλιστικές δικλίδες και κόκκινες γραμμές στη διαδικασία. Από τα πιο απλά, για παράδειγμα ότι ερχόμαστε στην πρόβα στην ώρα μας, κάτι που δεν τηρούνταν, μέχρι το «έλα να τελειώνουμε, γιατί έχουμε και μια άλλη δουλίτσα». Το καταλαβαίνω. Το θέατρο όμως είναι… τσαγκαρική. Αγωνίζεσαι για να πράξεις ένα αποτέλεσμα, και δεν είσαι μόνος σου. Δυστυχώς, στο θέατρο το εγώ των συντελεστών είναι υπερτροφικό, και αυτό δυσκολεύει τη διαδικασία. Είχα την τύχη να δω πώς κάνουν θέατρο στη Ρωσία, όπου το αντιμετωπίζουν σαν επιστήμη. Ηθοποιός δεν είναι να ψελλίζεις λόγια, αλλά να έχεις έναν στόχο.

Αυτή η απαιτητικότητά σας αντανακλάται και στη σχέση σας με τα ΜΜΕ;
Έχω πάρει μερικά βραβεία για την τέχνη μου. Δεν έχω πάει ποτέ να τα πάρω. Έχω ζήσει αυτό το αλισβερίσι με παραγωγούς, δημοσιογράφους, συντάκτες κ.λπ. και μπορώ να πω ότι με αηδιάζει. Βλέπω τα ίδια πρόσωπα να προβάλλονται και δεν με αφορά. Αντιδρώ λοιπόν διά της σιωπής μου. Από την άλλη, όλη αυτή η μανία με την προσωπική ζωή του καλλιτέχνη εμένα δεν με αφορά. Δεν με ενδιαφέρει να πλασάρω τον εαυτό μου κάπως. Έχω τόσα ελαττώματα, τόσα προβλήματα στη ζωή μου, που δεν θεωρώ ότι είμαι κάτι το ιδιαίτερο. Στο θέατρο, όμως, θέλω και απαιτώ να δουλεύω όσο το δυνατόν περισσότερο για να πετύχω κάτι μικρό. Το θέατρο είναι αλήθεια. Και εάν δεν έχει αλήθεια, δεν πηγαίνει.

Η τωρινή συνεργασία σας;
Είναι μια απόλυτα συνειδητή επιλογή. Συνεργάζομαι με εξαιρετικούς συντελεστές της γενιάς μου αλλά και της νεότερης γενιάς. Ιδίως τον Νίκο Χατζόπουλο τον γνωρίζω καλύτερα τώρα και έχω εντυπωσιαστεί».

Έτος Ίψεν το 2014. Η δική σας ανάγνωση στους «Βρικόλακες»;
Είναι ένα έργο για τα φαντάσματα που κουβαλούμε μέσα μας, κάτω από τη σκιά της σύφιλης.

Ο δικός σας ρόλος;
O Έγκστραντ είναι ένα πρόσωπο δαιμονικό που κάνει τα πάντα για να πετύχει αυτό που θέλει. Το επιφανειακό του ρόλου έχει να κάνει με έναν μειλίχιο και γλυκό άνθρωπο. Μου θυμίζει τον Ιάγο…

Έχετε συναντήσει βρικόλακες στη ζωή;
Ανθρώπους που ρουφούν το αίμα; Ναι, πολλούς. Και με έναν τρόπο όλοι μας έχουμε ρουφήξει το αίμα του άλλου, για να υπάρξουμε, χωρίς πάντα να το καταλαβαίνουμε… Οι βρικόλακες της παράστασης έχουν και ένα άλλο χαρακτηριστικό: σε ακινητοποιούν, σε καθηλώνουν. Νομίζω ότι ο κάθε άνθρωπος έχει κάτι μέσα του που ακινητοποιείται ή καθηλώνεται.

Είστε αυστηρός;
Πολύ. Με τον εαυτό μου πρώτα και κύρια. Δεν είμαι αφοριστικός, αλλά όταν ασχολείσαι με την τέχνη, πρέπει ιδεατά το αποτέλεσμα να είναι ένα αντίδωρο. Να μην είναι μια αρπαχτή. Υπάρχουν παραστάσεις που με απασχολούσαν μετά και μήνα ολόκληρο. Τώρα μπαίνω, βγαίνω και δεν μένει τίποτα. Όχι σε όλες. Στις περισσότερες. Γιατί ο τρόπος που γίνεται αυτή η δουλειά καθορίζει και το αποτέλεσμα. Στην Ελλάδα, με μια τέτοια παράδοση στο αρχαίο δράμα, στην κωμωδία, δεν έχουμε σχολές. Δεν έχουμε Ακαδημία Θεάτρου, δεν έχουμε Ακαδημία Χορού, ούτε Κινηματογράφου. Στη Λυρική που ήμουν πριν από 2,5 χρόνια οι περισσότεροι χορευτές -και καλοί χορευτές- ήταν Αλβανοί. Έχουν στην Αλβανία Ακαδημία Χορού, Κινηματογράφου, Θεάτρου. Για παράδειγμα, δεν έχουμε σοβαρό παιδικό θέατρο. Μόνον ένα θέατρο υπήρχε που εκτιμούσα, της Ξένιας Καλογεροπούλου, και ανέστειλε τη λειτουργία του. Ο ηθοποιός είναι ένα παρεξηγημένο είδος στην Ελλάδα, εκμεταλλεύσιμο εξαιτίας της φιλοδοξίας του. Διαφέρει το «γιατί κάνω θέατρο εγώ» σε σχέση με το γιατί του άλλου. Οι θέσεις, οι διαθέσεις και οι στόχοι μπερδεύονται, οπότε δεν υπάρχει επιθυμητό αποτέλεσμα. Και η αξιολόγηση γίνεται ελαφρά τη καρδία.

Τελικά από θαύμα κάνουν τέχνη όσοι κάνουν τα τελευταία χρόνια;
Ναι. Και νομίζω ότι από θαύμα υπάρχουμε και ως χώρα, έτσι όπως υπάρχουμε. Και δεν δέχομαι ότι ο άνθρωπος που κάνει τέχνη δεν μπορεί παράλληλα να είναι πολίτης. Όχι, δηλαδή, να κάνουμε τέχνη ανάλογα με τα κομματικά μας συμφέροντα. Εμένα μου έμαθαν να είμαι αριστερός την εποχή του Κύρκου, του Ηλιού. Με μια συνέπεια αριστερή στη ζωή και στην ιδεολογία. Τώρα βλέπω όλους τους πολιτικούς να είναι ξέχωρα από την υπόλοιπη χώρα. Αλλά λένε και αλλιώς ζουν. Δεν νοιάζεται κανείς για τον διπλανό του. Πόσο μακριά θα πάμε έτσι; Αυτό μαθαίνουμε στο θέατρο, ότι εάν δεν λειτουργήσει ο διπλανός μας, παράσταση δεν θα γίνει.

Στην τηλεόραση έχετε κάνει ελάχιστα πράγματα. Αλλά σινεμά δεν έχετε κάνει.
Στην τηλεόραση έχω παίξει πολύ επιλεκτικά. Κινηματογράφο δεν έκανα. Τώρα ετοιμάζομαι να παίξω στην επόμενη ταινία της Αθηνάς-Ραχήλ Τσαγκάρη. Το θέμα είναι αντρικό. Κάποιοι άντρες βρίσκονται πάνω σε ένα σκάφος. Είμαι στη διαδικασία της ανάγνωσης του σεναρίου. Ευτυχώς η σκηνοθέτις κάνει πρόβες και είναι ανοιχτή στο να προσαρμοστούν οι χαρακτήρες ανάλογα με την προσωπικότητα του ηθοποιού.

Η σχέση σας με τον Στάθη Λιβαθινό;
Τον γνώριζα πριν πάει στη Ρωσία, από τον Λευτέρη Βογιατζή. Είναι σύνηθες όταν κάνεις μια δουλειά να ευλογείς τα γένια σου. Εγώ έχω καταθέσει τα ένσημά μου για συνταξιοδότηση και είμαι απελευθερωμένος από επαγγελματικά δεσμά. Οπότε μπορώ να μιλήσω χωρίς να με νοιάζει εάν κριθώ. Με τον Στάθη έχουμε παίξει μαζί στον “Βασιλιά Λιρ” και έχουμε υπάρξει συγκάτοικοι. Είναι ένας ιδιαίτερος σκηνοθέτης. Είναι πολύ φιλικός, διακριτικός, νιώθεις όμως ότι στέκει σε μια απόσταση, ιδίως για όποιον δεν τον γνωρίζει. Βλέπω όμως ότι η περπατησιά του στην τέχνη είναι πολύ μεγάλη. Γι’ αυτό οι ηθοποιοί που δουλεύουν μαζί του πρέπει να είναι διαθέσιμοι για να κερδίσουν. Γι” αυτό ξαναγύρισα στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας. Για τον Στάθη και για όλη την ομάδα. Είναι πολύ καθαρός άνθρωπος ο Λιβαθινός. Αυτά που λέει στις συνεντεύξεις του, για παράδειγμα, είναι έτσι όπως τα πιστεύει και τα ζει. Δεν χρησιμοποιεί «δώσε μου να σου δώσω», δεν μπαίνει σε κολεγιές. Είναι ένας πολύ ανεξάρτητος άνθρωπος.

Φάνηκε και από τις τελευταίες εξελίξεις με το τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου…
Θέλω γι’ αυτό πολύ επώνυμα να πω κάτι. Είναι μεγάλη ντροπή για μια πολιτεία, με κομματικά κριτήρια και μόνο να τοποθετεί διευθυντές σε κρατικές σκηνές. Και είναι ντροπή και για τους καλλιτέχνες που αποδέχονται τέτοιες θέσεις, με αυτόν τον τρόπο. Ό,τι καλλιτέχνες και αν είναι. Εγώ δεν δούλεψα ποτέ με τον Γιάννη Χουβαρδά, αλλά δεν μπορώ να μη δω ότι έφερε κόσμο, πρωτοπορία και νέο πνεύμα στο Εθνικό. Γι’ αυτό μια άξια συνέχεια θα ήταν ο Στάθης Λιβαθινός, ο οποίος έχει και σημαντικό έργο πίσω του, και στην Πειραματική και αλλού.

Το πρόβλημά μας είναι ότι μια καλή αρχή δεν σηματοδοτεί μια καλύτερη συνέχεια…
Να σας πω τι συμβαίνει, για παράδειγμα, μέσα στις σχολές. Όταν άλλαξε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού άλλαξαν και σχεδόν όλοι οι καθηγητές της δραματικής σχολής, και ήρθαν άλλοι. Γιατί; Με ποιο κριτήριο;

28.11.2013, Σπυροπούλου Μαριαλένα «Γιώργος Κέντρος: Από θαύμα υπάρχουμε ως χώρα», Η Εφημερίδα των Συντακτών

 

Για το link πατήστε εδώ