«Φεγγάρι για τους καταραμένους» και «Μικρές αλεπούδες»

Για το θέατρο του Ο’ Νηλ έχω γράψει αναλυτικά σε αρκετά παλιότερα σημειώματα (4-3-93, 11-3- 93, 28-10-93, 2-2-95). Περιορίζομαι σήμερα σε λίγα. Αναζητώντας μια φόρμα ικανή να εκφράσει το τραγικό στοιχείο της εποχής μας, ο σπουδαίος αυτός ανατόμος ψυχών καταδύεται στις ρίζες του «αμερικάνικου ονείρου», αντλώντας από τα πρόσωπα και τα πράγματα του αμερικανικού μύθου το υλικό για τα έργα του. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι έχοντας διανύσει την πρώιμη, κοινωνιολογούσα και ρεαλιστική φάση του έργου του, φέρνει πια στα ώριμα δράματά του σε αντιπαράθεση, «πρόσωπο με πρόσωπο», από τη μια μεριά τον «αυτοδημιούργητο άνθρωπο» (self made man) της αγγλοσαξονικής παράδοσης που υψώνει σαν πρότυπο η «καινούργια κοινωνία» της Δύσης κι από την άλλη τον «αυτοκαταστροφικό άνθρωπο» (self destructed man) της ιρλανδέζικης – κι όχι μόνο- γενιάς του. Δηλαδή από τη μία μεριά τον άνθρωπο που εκμεταλλεύεται ληστρικά το χρόνο κι απ’ την άλλη εκείνον που δεν «βολεύεται» στο πλαίσιο της τυπικής καπιταλιστικής λογικής της ανάπτυξης, δεν λαβαίνει μέρος στο άγριο, ανταγωνιστικό παιχνίδι της με κάθε μέσο επιτυχίας κι ανόδου. μένει έξω. περιθωριοποιείται, χλευάζεται απ’ τους πολλούς αλλά… δεν βάζει μυαλό. Πρόκειται για ένα σχήμα που συναντάμε σε παραλλαγές, σε όλο το έργο του Ο’ Νηλ και που δεν αντανακλά μόνο τη σύγκρουση του προτεσταντισμού και του καθολικού συλλογικού ασυνείδητου, όπως κάποιοι ερμήνευσαν βιαστικά Ούτε αποκλειστικά τη διαμάχη ανάμεσα στις αρχές αυτοκαθορισμού κι ετεροκαθορισμού της βούλησης, όπως το είδαν άλλοι. Θα το διατύπωνα πιο απλά, ότι πρόκειται για την (αιώνια) σύγκρουση ανάμεσα στον ποιητή – με την πλατιά σημασία της λέξης – και στον εχθρό του. […]

Συγγενική του θεάτρου του Ο’ Νηλ, η δραματουργία της Λίλιαν Χέλμαν (1906-1984) καταγγέλλει το απάνθρωπο αμερικανικό μοντέλο εξουσίας από μια σκοπιά περισσότερο κοινωνιολογούσα και λιγότερο ανθρωπολογική. Στις «Μικρές Αλεπούδες» π.χ., εκτίθεται μια παραδειγματική ιστορία για το πώς το χρήμα με την αντικειμενοποιό του δύναμη διαφθείρει βαθμιαία την αμερικανική συνείδηση και ψυχή. Έστω. Πρόκειται πάντως για ένα καλοχτισμένο ρεαλιστικό δράμα με συνεπή ψυχολογία κι ενδιαφέροντες, καλογραμμένους ρόλους, για μια γερή, λιτή, δωρική θα έλεγα θεατρική κατασκευή που δεν έχει χάσει εντελώς το ενδιαφέρον της. Μπορεί μάλιστα, εκεί που έχουν φτάσει τα πράγματα με τη νεοφιλελεύθερη ασυδοσία, να φανεί και χρήσιμη. Φτάνει ν’ αντιμετωπιστεί με ανάλογους όρους, με μιαν ανάλογη, λιτή, δωρική σκηνοθεσία με τις συγκρούσεις των χαρακτήρων του να διαδραματίζονται σε πρώτο πλάνο, με την ασπρόμαυρη αλλά γνήσια λογική του να εκτίθεται άμεσα, χωρίς περιττά σκηνοθετικά ή άλλα ευρήματα.

Η σκηνοθεσία του Γιάννη Μαργαρίτη (Θέατρο Αθηνών) έχω την εντύπωση ότι παραφόρτωσε την παράσταση, επισωρεύοντας πάνω στο κείμενο (καλή μετάφραση του Μπελιέ) οπτικά, ακουστικά, μουσικά, υποκριτικά και άλλα ευρήματα, περισσότερα απ’ όσα μπορεί να σηκώσει η φόρμα του: σκηνικά art deco του Ζιάκα, κοστούμια ανάλογα της Λελούδα, μουσικές παρενθετικές προτάσεις του Δρόσου, εξπρεσιονιστικοί φωτισμοί του σκηνοθέτη, «κατάπιαν» μέρος των ρόλων. Κέρδος, αντίθετα, οι καλές, «καθαρές» ερμηνείες – της Κατερίνας Μαραγκού, της Νινής Βοσνιάκου, της Χριστίνας Αλεξανιάν, του Δημήτρη Τάρλοου, μέσα στη σκηνοθετική γραμμή του ημίφωτος.

01.02.1998, Πολενάκης Λέανδρος «Φεγγάρι για τους καταραμένους και Μικρές αλεπούδες», Η Αυγή

 

Για το link πατήστε εδώ