«Ένα κτήνος στο φεγγάρι»

Μια θεατρική παράσταση – χίλιες μνήμες – χίλιες αναφορές

Σ’ ένα χωριό ζουν Τούρκοι και Αρμένιοι. Ειρηνικά. Μια μέρα που έγινε έκλειψη σελήνης, οι Τούρκοι χωρικοί άρχισαν να πυροβολούν τη σκιά νομίζοντας πως ήταν ένα κτήνος που έκρυβε το φεγγάρι.
Λίγο καιρό μετά έστρεψαν τις κάνες των όπλων τους εναντίον των Αρμενίων και τους αποδεκάτισαν. Οι λιγότεροι τυχεροί αποκεφαλίστηκαν, σταυρώθηκαν, βιάστηκαν. Εκείνοι που κατάφεραν να ξεφύγουν απ’ αυτή τη θηριώδη γενοκτονία, σύρθηκαν σ’ άλλες χώρες της υφηλίου για να βρουν καταφύγιο. Και να τολμήσουν ν’ αδράξουν την ελπίδα μιας καινούργιας ζωής.

Ο πολωνικής καταγωγής Αμερικανός συγγραφέας Ρίτσαρντ Καλινόσκι σάρωσε όλα τα βραβεία γράφοντας αυτό το δυνατό έργο που αναφέρεται στις περιπέτειες των Αρμενίων, στη γενοκτονία του λαού τους, τη ζωή αυτών που εγκαταστάθηκαν στην Αμερική και στα προσωπικά προβλήματα μερικών εξ αυτών.

Ο Αράμ Τιμασιάν ζει στο Μιλγουώκι της Αμερικής δουλεύοντας σαν φωτογράφος. Υποδέχεται στο σπίτι του τη Σέτα, τη συμπατριώτισσα νύφη, που είχε «παραγγείλει» από ορφανοτροφείο της Αρμενίας διαλέγοντάς την από διάφορες φωτογραφίες. Ο Αράμ είναι γαντζωμένος από τις φρικτές μνήμες του παρελθόντος της πατρίδας του, όταν κρυμμένος κάτω από το βαρύ παλτό του πατέρα του άκουγε τα ουρλιαχτά των δικών του, που κατακρεουργούνταν από τους Τούρκους. Μόνος επιζών από την οικογένειά του κουβάλησε τη φωτογραφία τους στην Αμερική, έκοψε τα κεφάλια από τις εικονιζόμενες φιγούρες και ορκίστηκε να αντικαταστήσει μ’ αυτά των παιδιών που θα αποκτούσε. Όμως η δεκαεξάχρονη Σέτα λόγω υποσιτισμού και κακουχίας είναι στείρα.

Ο Αράμ ζει στη μιζέρια κάνοντας και τη ζωή της νεαρής γυναίκας του εφιαλτική. Κάποια στιγμή όμως η Σέτα παίρνει την κατάσταση στα χέρια της. Ένα ορφανό παιδί που μαζεύει στο σπίτι παρά την αρχική μεγάλη αντίδραση του ανδρός της, θ’ αλλάξει τη ζωή τους. Με την εξυπνάδα, τη γλυκύτητα και τη σοφία της θα προσπαθήσει να πείσει τον άνδρα της και να τον κάνει να καταλάβει ότι οι δυο τους ανήκουν στους τυχερούς, αφού επέζησαν από τη φρικτή της γενοκτονίας των συμπατριωτών τους, ανήκουν στους τυχερούς, γιατί στέριωσαν σε μια χώρα, την Αμερική, που εθεωρείτο το Ελντοράντο όλων των κατατρεγμένων, ανήκουν στους τυχερούς, γιατί είναι μαζί, γιατί αποτελούν μια οικογένεια, ένα μικρό σύμπαν. Μπορούν να χαρούν τον ηλιόλουστο δρόμο της γειτονιάς τους, τις γιορτές της νέας χώρας, τα χρώματα και τ’ αρώματα των μαγαζιών, τους ήχους του περάσματος των άλλων κατοίκων.

Η Σέτα δίνει ένα μάθημα ζωής όχι μόνον στον απαισιόδοξο άνδρα της, που σέρνει τα βαρίδια της μνήμης των αποκεφαλισμένων και βιασμένων γονιών τους, αλλά στον κάθε θεατή και ακροατή, που θα πάρει το αισιόδοξο μήνυμα.

Οι άρρωστοι δεσμοί με το παρελθόν θα πάρουν δρόμο. Το παλτό του πατέρα του Αράμ, όπως και η φωτογραφία με τα κομμένα κεφάλια θα πάνε στην αποθήκη μαζί με την κουρελιασμένη κούκλα της Σέτας. Και με το χαριτωμένο αγόρι θ’ ακολουθήσουν ένα καινούργιο δρόμο απαλλαγμένο από νοσηρότητα και μιζέριες.

Το έργο είναι δοσμένο με χιούμορ παρ’ όλη τη συναισθηματική φόρτιση και τις αναφορές στα δεινά των Αρμενίων. Αφήνεις το θέατρο με πάρα πολύ ωραία διάθεση, αφού έχεις ζήσει την ιστορία χάρη στις πολύ πειστικές ερμηνείες των ηθοποιών. Ο Τάρλοου, η Κουλίεβα, ο Μπινιάρης κουρντισμένοι από τον Στάθη Λιβαθινό – έναν από τους καλύτερους σκηνοθέτες που διαθέτει η χώρα μας σήμερα- σε παρασύρουν στο παιχνίδι τους μεταφέροντάς σε στην εποχή τους, στο χώρο τους και στα προβλήματά τους. Δύο παιδιά εναλλάσσονται στο ρόλο του μικρού ορφανού Βίνσεντ. Εγώ είδα τη παράσταση με τον Ρωμανό Μπολώντα, που ήταν πολύ καλός στο ρόλο του, το ίδιο άκουσα να λένε και για το Φίλιππο.

Χάρηκα τη λύση, που έδωσε ο συγγραφέας σ’ αυτό το έργο – πρόβλημα. Τη λύση που δίνει και η Γαλλίδα συγγραφέας Άννα Γκαβαλντά στο βιβλίο της με τίτλο «Μαζί, αυτό είναι όλο», (στην Ελλάδα κυκλοφόρησε με τίτλο «Μαζί»). Μα για να ζήσεις αρμονικά με τον άλλον κάτι θα πρέπει να πετάξεις από πάνω σου, κάτι να δεχτείς από τον άλλον, κάποιες πλευρές της νοοτροπίας και των συνηθειών σου να συντονίσεις μ’ αυτές του άλλου. Και θυσία και κουράγιο και θέληση χρειάζεται για όλη αυτή τη διεργασία μα προπαντός εξυπνάδα. Για ν’ αποφύγεις τη μοναξιά, ιδίως την ψυχική απομόνωση. Μέσα σ’ αυτό το φρικτό κόσμο που ζούμε το να ζεις μόνος είναι καταδίκη.

Νιώθω απέραντη λύπη όταν συναντώ ζευγάρια που αποτελούν «ντουέτα μοναξιάς», που παρουσιάζονται μαζί μα που μεταξύ τους παραμένουν δύο ξένοι. Νομίζω πως αυτή η μοναξιά είναι η χειρότερη ανθρώπινη κατάρα. Όταν μάλιστα πρέπει ν’ αντιμετωπίζεις καθημερινά τις εξωτερικές δυσκολίες.

Στ’ αυτιά μου θ’ ακούω πάντα τα λόγια του Στρίντμπεργκ στο θεατρικό του έργο «Όνειρο»: «Είναι κρίμα για τους ανθρώπους». Σαν άλλος Ναζωραίος, η Άγκνες, η κόρη του θεού Ίντρας, πηγαίνει στον ουρανό να μιλήσει για τα πάθη των ανθρώπων στον πατέρα της και να ζητήσει τη μεσολάβησή του. Την παράσταση αυτή την είχα δει στο κρατικό θέατρο του Αμβούργου με πρωταγωνίστρια – Άγκνες τη Μεγάλη Κυρία του γερμανικού θεάτρου την Lona-Maria Gorvin, η οποία περνούσε πολλά καλοκαίρια στην Αίγινα.

Για μένα το θέατρο είναι το μεγαλύτερο σχολειό. Η εικόνα η δική σου και των άλλων, τα προβλήματα της ζωής και πώς να τα’ αντιμετωπίζουν οι άλλοι, ακόμα και οι γκάφες στις κωμωδίες είναι καταπληκτικά μαθήματα ζωής για κείνους που έχουν το κέφι και την εξυπνάδα να τα συλλαμβάνουν.

Γι’ αυτό και τα έργα των μεγάλων συγγραφέων είναι πάντα επίκαιρα. Για σκεφθείτε πόσους μολιερικούς τσιγκούνηδες και κατά φαντασία ασθενείς συναντάμε κάθε μέρα, πόσοι σαιξπηρικοί Σάυλωκ σαν πίνουν το αίμα, πόσες φορές τόσοι πολλοί από εμάς είπαμε ή σκεφθήκαμε το να ζει «κανείς ή να μη ζει»… Ιδού η απορία.

15.12.2009, Γαλάνη – Κρητικού Μαίρη «Ένα κτήνος στο φεγγάρι – Μια θεατρική παράσταση – χίλιες μνήμες – χίλιες αναφορές», Η μάχη της Αίγινας