Έλληνες μελαμψοί άντρες

Δυο Αφρικανοί πρωταγωνιστούν σε μια παράσταση-λεπίδι για τις προηγούμενες κοινωνίες που αδυνατούν να αποδεχτούν τη διαφορετικότητα. Ο ρατσισμός και η υπόθεση μαύρων-λευκών σε ένα έργο που σοκάρει!

Στην εποχή του Μπερλουσκόνι, του CNN και της Coca-Cola, η μετανάστευση είναι η νέα πραγματικότητα. Ο ξεριζωμός των πληθυσμών έγινε ζυμάρι στα έμπειρα χέρια του Στάθη Λιβαθινού που ανέβασε «Το βλέμμα του μελαμψού άντρα». Ένα κείμενο του Ιγνάθιο δελ Μοράλ που αναδεικνύει την οπτική γωνία μιας Αφρικής που γυρνά την πλάτη της στους διεφθαρμένους πολιτικούς, κοιτάζει απέναντι στη Δύση και αναρωτιέται πότε επιτέλους θα συναντηθούν. Επί σκηνής ξεδιπλώνεται με ευαισθησία και χιούμορ η ιστορία δύο Αφρικανών στα σύνορα Ισπανίας και Μαρόκου. Εγκαταλελειμμένοι σε μια παραλία, αντικρίζουν το δυτικό πολιτισμό. Οι γλώσσες μπερδεύονται, οι κόσμοι συγκρούονται. Ο κόσμος της κατανάλωσης και του lifestyle, της ανασφάλειας και του φόβου με τον κόσμο του αρχέγονου πάθους, της ειλικρίνειας και της ανάγκης για επιβίωση γεννούν τον τρόμο ένθεν κακείθεν. Για τους βασικούς ρόλους, ο σκηνοθέτης έπειτα από οντισιόν κατέληξε στον Μιχάλη Αφολαγιάν, παιδί πρώτης γενιάς μεταναστών από τη Νιγηρία, και στον Τσίλι Ατζόκου, επίσης Νιγηριανό που ήρθε στην Ελλάδα το 2000. Στην παράσταση δεν μιλούν ελληνικά, αλλά ο διαφορετικός τρόπος επικοινωνίας τους με τους θεατές είναι το γερό χαρτί του Λιβαθινού.

Τα ελληνικά του 25χρονου Μιχάλη Αφολαγιάν με τα ράστα μαλλιά είναι άψογα. Οι γονείς του ήρθαν για σπουδές από τη Νιγηρία το 1975, παντρεύτηκαν στην Αθήνα, όπου και γεννήθηκε. Μετά το σχολείο ήρθε σε επαφή με ομάδες δρόμου και παρακολούθησε στη Γαλλία σεμινάριο για αυτό το είδος θεάτρου. Στη συνέχεια, με άλλους έξι συνεργάτες και έναν σκηνογράφο δημιούργησαν την ομάδα δρόμου «Παντούμ». Ένα παιδικό παραμύθι με τίτλο «Έλα» ήταν η πρώτη τους παράσταση. Ο Μιχάλης παίζει κρουστά και η μεγάλη του αγάπη είναι «η μουσική της Δυτικής Αφρικής. Ανέγγιχτη από προσμείξεις ευρωπαϊκών στοιχείων». Υποδύεται στην παράσταση τον Ομπάσι που ξέρει να ονειρεύεται και είναι γεμάτος ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Συμβολίζει, όπως λέει, «όλους αυτούς που περνούν κολυμπώντας ή μπουσουλώντας από σύνορα, βουνά, θάλασσες για να βρεθούν στην Ευρώπη. Στη γη της επαγγελίας». Εντέλει, «το όνειρο αποδεικνύεται κάλπικο». Για τον Μιχάλη, στην Ελλάδα υπήρξαν καλές στιγμές και άλλες που πόνεσαν την ψυχή του «λόγω της προκατάληψης και του φόβου». Για να αντιμετωπίσει το ρατσισμό αναπτύσσει άμυνες. Έτσι, όταν μπαίνει στον Ηλεκτρικό και ακούει το σχόλιο «πώς είναι τα μαλλιά αυτού του μαύρου;» γιατί νομίζουν ότι δεν καταλαβαίνει ελληνικά, η αντιμετώπιση είναι μία, σύμφωνα με το Μιχάλη: «Γυρίζεις και του λες με χιούμορ: “Βρε μεγάλε, γιατί δεν σ’ αρέσουν τα μαλλιά μου;”». Η επιμονή και η αξιοπρέπεια είναι τα όπλα του για να πορευτεί και να γεμίσει το λαγήνι της ζωής του με καλύτερες μέρες. Τι να κάνει όμως με την γραφειοκρατία; «Κάθε δύο μήνες αναγκάζομαι να ανανεώνω την άδεια παραμονής μου. Υπάρχουν στιγμές που νιώθω την απελπισία να με πνίγει». Απ’ την πλευρά του ο 33χρονος Τσίλι Ατζόκου ήρθε από τη Νιγηρία πριν από πέντε χρόνια, έπειτα από πρόσκληση φίλου. έχει πέντε αδελφούς και δύο αδελφές. Από την παιδική του ηλικία κρατά ανέγγιχτες τις θύμησες από «το ξύλο και την κακομεταχείριση από τους μεγαλύτερούς μου». Οι μάχες μουσουλμάνων και χριστιανών παίζουν συνεχώς στην ίδια σκακιέρα το παιχνίδι τους. Για τον Τσίλι, η Ελλάδα «δεν είναι ο παράδεισος που ονειρευόμουν, παρ’ όλα αυτά η ζωή μου είναι καλή». Είναι επαγγελματίας χορευτής, ντράμερ αφρικανικών χορών και τραγουδιστής. Δεν είμαστε, λέει, ρατσιστές, μόνο τους Αλβανούς δεν συμπαθούμε. «Οι μετανάστες», προσθέτει, «πρέπει να ενσωματωθούν στο σύστημα, όπως έγινε με τους Έλληνες μετανάστες σε Αφρική, Καναδά, Αυστραλία».

01.04.2006, Παχούμη Χρύσα «Έλληνες μελαμψοί άντρες», Ταχυδρόμος