Από Μηχανής … «Κτήνος»

«Ένας εσωτερικός χώρος καθαρός∙ και αυστηρά γυμνός. Από τη μια πλευρά ένα εντυπωσιακό καβαλέτο. Μέσα στον χώρο βρίσκεται μια παλιομοδίτικη ξύλινη φωτογραφική μηχανή πάνω σ’ ένα τρίποδο. Ένα χοντρό και απλό τραπέζι με πέντε σκληρές ξύλινες καρέκλες. Το τραπέζι έχει τέσσερα γερά πόδια».

Έτσι περιγράφει τον σκηνικό χώρο ο Αμερικανός συγγραφέας Ρίτσαρντ Καλινόσκι, στο έργο του «Το κτήνος στο φεγγάρι» που παρουσιάζει το νεοπαγές θεατρικό σχήμα «Δόλιχος», στον Κάτω Όροφο του «Από Μηχανής Θεάτρου» του Χρήστου Βαλαβανίδη και της Ασπασίας Κράλλη, σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού και μετάφραση Δημήτρη Τάρλοου.

Και έτσι ακριβώς τον σχεδίασε, μ’ αυτή την ξεθωριασμένη, πράσινη ταπετσαρία με τα σχεδιάκια και την κουζίνα, το μπάνιο, την αποθηκούλα και την κρεβατοκάμαρα, που, όταν οι πόρτες τους ανοίγουν, φαίνονται στο βάθος, η ως έχει αποδειχθεί με την πρώτη της ήδη εμφάνιση στην περσινή «Αγγέλα» του «Εμπρός» ταλαντούχα εικοσιεπτάχρονη σκηνογράφος-ενδυματολόγος Ελένη Μανωλοπούλου.

«Κτήνος» και «φεγγάρι» δεν υπάρχουν στο έργο. 0 απόηχός τους μόνον… «Κτήνος στο φεγγάρι» ήταν η έκλειψη της σελήνης του 1893 για τους Τούρκους της εποχής, που πυροβολούσαν το «κτήνος» πριν αρχίσουν να πυροβολούν και να σκοτώνουν τους Αρμένιους γείτονές τους… Και δύο Αρμένιοι που γλίτωσαν είναι οι ήρωες του έργου.

Στο καθαρό και αυστηρά γυμνό αυτό δωμάτιο, στο Μιλγουόκι του Γουισκόνσιν, εν έτει 1921, ο 19χρονος Αράμ Τομασιάν (Δημήτρης Τάρλοου), που έχει γλιτώσει από τους Τούρκους στη γενοκτονία του 1915, χάνοντας όλη την οικογένειά του, φωτογράφος που κατάφερε γρήγορα να ορθοποδήσει στην Αμερική όπου μετανάστευσε, φέρνει την δεκαπεντάχρονη συμπατριώτισσά του Σέτα, την οποία διάλεξε για σύζυγο από φωτογραφία που του έστειλαν – το συνήθιζαν τότε και για πολλά χρόνια – από το ορφανοτροφείο της Ισταμπούλ που την είχαν περιμαζέψει, γιατί και την δική της οικογένεια είχαν σφάξει οι Τούρκοι.

Ντυμένη χοντροκομμένα, μελαχρινή, με μεγάλα μάτια και με μια μακριά, μακριά πλεξούδα, η Σέτα κακαρίζει από τα γέλια, κρατάει σφιχτά στην αγκαλιά της ό,τι τής έχει απομείνει από το παρελθόν – μια μισοσκισμένη πάνινη κούκλα – φιλάει το πάτωμα ευχαριστώντας τον θεό και τον Αράμ για την τύχη της – ένα παιδί είναι ακόμη – και, όταν ο Αράμ τής ζητάει να ολοκληρώσουν τον γάμο τους, φοβισμένη στυλώνεται κάτω από το τραπέζι, ενώ εκείνος προσπαθεί να την ξεκολλήσει με δόλωμα «τσίχλες Ρίγκλεϊ» – και το κοινό να σπαρταράει στα γέλια σε όλη αυτή τη μεγάλη πρώτη σκηνή.

Στη συνέχεια, το έργο «σοβαρεύει». Η φρίκη της γενοκτονίας και η μεγάλη, παλιά οικογενειακή φωτογραφία που ο Αράμ έχει στημένη στο καβαλέτο, με κομμένα τα κεφάλια των ανθρώπων του που χάθηκαν στη σφαγή, στοιχειώνουν τον γάμο τους και η αποκάλυψη ότι η Σέτα δεν μπορεί να κάνει παιδί, εξαιτίας της πείνας που τράβηξε όταν ήταν παιδάκι, τον κλονίζουν. Ο Αράμ, που της διαβάζει χωρία από τη Βίβλο, ενώ εκείνη του μαγειρεύει ωραία φαγητά, θέλει να αντικαταστήσει τα σβησμένα πρόσωπα στη φωτογραφία της οικογένειάς του με παιδιά, που δεν θα μπορέσουν ποτέ να αποκτήσουν.

Όμως ένα 12χρονο αγόρι, ο Βίνσεντ, (ο μικρός Καβαλιώτης Γιώργος Φιλίδης, που γνωρίσαμε πρόπερσι στο «Εμπρός», στο «Κρυπτογράφημα» του Μάμετ), ορφανό κι αυτό που το έχει σκάσει από το ορφανοτροφείο και που η Σέτα περιμαζεύει από τους σκουπιδοτενεκέδες για να το πλύνει και να το ταΐσει, παρά την αρχική αντίδραση του Αράμ, θα γίνει μέλος της οικογένειας και ο συνδετικός τους κρίκος. Οι μνήμες που πληγώνουν θα μπουν στο πατάρι και μια νέα οικογενειακή φωτογραφία θα αντικαταστήσει την παλιά στο φινάλε του βουτηγμένου στις μουσικές του Χάιγκ Γιαζτζιάν έργου. Όσο για τον Βίνσεντ, σε ώριμη πια ηλικία, είναι ο αφηγητής (Γιάννης Κυριακίδης), που συνδέει από την αρχή τις σκηνές του έργου, ενός έργου γραμμένου με στοργή για τον άνθρωπο και τρυφερότητα και συγκίνηση για τα δεινά του αρμενικού λαού, γεγονός που το κάνει ιδιαίτερα επίκαιρο τις άγριες αυτές μέρες της υπόθεσης Οτζαλάν…

Το καλόγουστο θέατρο είχε αρκετό κόσμο το βράδυ της περασμένης Πέμπτης που χειροκρότησε τόσο θερμά – και με «μπράβο» – τον Δημήτρη Τάρλοου, τον Γιώργο Κυριακίδη, τον μικρό Φιλίδη και την Ταμίλα Κουλίεβα, η οποία κάνει ένα εντυπωσιακό θεατρικό ντεμπούτο στην ελληνική σκηνή κουβαλώντας όλη τη μεγάλη ρώσικη υποκριτική παράδοση – είναι όντως ένα δεκαπεντάχρονο κοριτσάκι στην αρχή! – ώστε τους ανάγκασε να γυρίσουν πέντε φορές στη σκηνή.

23.02.1999, Σαρηγιάννης Γιώργος Δ. «Από Μηχανής… Κτήνος», Τα Νέα

 

Για το link πατήστε εδώ