Αντιγόνη από την κούνια στην αγχόνη

Γέμισε ασφυκτικά το αργολικό θέατρο στην παράσταση του Εθνικού που σκηνοθέτησε ο Στάθης Λιβαθινός. Ήταν αφιερωμένη στη μνήμη του Δημήτρη Μαρωνίτη, ο οποίος δεν πρόλαβε να δει τη μετάφρασή του παιγμένη ζωντανά.

Οι προσδοκίες πολλές. Οι θεατές οι οποίοι αψήφησαν τις μετεωρολογικές προβλέψεις που ήθελαν ειδικά το βράδυ του Σαββάτου να ανοίγουν οι ουρανοί κι έσπευσαν στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου ακόμη περισσότεροι: για την ακρίβεια 15.500 (6.000 την Παρασκευή και 9.500 το Σάββατο – sold out, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Εθνικού Θεάτρου). Η παράσταση της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία του καλλιτεχνικού διευθυντή της πρώτης θεατρικής σκηνής της χώρας Στάθη Λιβαθινού, ωστόσο, παρά το χειροκρότημα που εισέπραξε, τελικά φάνηκε πως δεν κατάφερε να κρατήσει την ισορροπία της πάνω στην κούνια, η οποία αποτελούσε και το κεντρικό στοιχείο του σκηνικού της.

Με 20 λεπτά καθυστέρηση έσβησαν τα φώτα στο αργολικό θέατρο το βράδυ του Σαββάτου μέχρι να γεμίσουν σχεδόν ασφυκτικά τα εδώλιά του ώς και στα πιο ψηλά σημεία του άνω διαζώματος για να εμφανιστεί η παιδούλα Αντιγόνη (Αναστασία – Ραφαέλα Κονίδη) να λικνίζεται πάνω στην κούνια που κρεμόταν πάνω σε ένα πατάρι, το οποίο στην πορεία θα δικαίωνε όσους εξ αρχής το «διάβασαν» ως ικρίωμα.

Ντυμένη με μαύρο σορτσάκι, σιωπηλή. δεν θα πει τα πρώτα λόγια του ρόλου της προτού εμφανιστεί ο Χορός που θα στριμωχτεί σε τρία από τα εννέα ξύλινα παγκάκια τα οποία συμπλήρωναν το σκηνικό κι απέδιδαν στην ορχήστρα χαρακτήρα πλατείας. Ούτε προτού περάσουν δυο λεπτά σιωπής. Ούτε προτού η Ισμήνη (Δήμητρα Βιγκοπούλου) αρχίσει να σιγοτραγουδά ένα νανούρισμα (έχουμε εμείς κορίτσι/ έχει ο βασιλιάς παιδί/ θα τα αρραβωνιάσουμε/ να συμπεθεριάσουμε). Την ώρα που αποκάλυπτε το σχέδιό της να θάψει τον αδελφό της με ύφος πεισματάρας έφηβης συνοδεύοντας την ένταση των λόγων με την αιώρησή της πάνω στην κούνια εμφανίστηκε η τριμελής ορχήστρα πνευστών ως στρατιωτική μπάντα φορώντας καπέλα με λοφίο κι ο Χορός των γερόντων έπαιρνε θέση επί σκηνής (Νίκος Μπουσδούκος, Κώστας Καστανάς, Μαρία Σκούντζου): ο πρώτος με αμφίεση φτωχού ταλαίπωρου πολίτη και οι άλλοι δύο με πιο αστική ενδυμασία και ειδικά με τη Μαρία Σκούντζου να καλεί σε γιορτή για το τέλος του πολέμου μεταξύ Ετεοκλή και Πολυνείκη σκορπώντας χαρτοπόλεμο στον αέρα. Ήταν η στιγμή που ο Κρέων (Δημήτρης Λιγνάδης) έκανε την είσοδό του κρατώντας δυο σακάκια: το ένα σύμβολο του υπερασπιστή της Θήβας Ετεοκλή, το άλλο του προδότη αδελφού του Πολυνείκη που υπέπεσε σε «αυτόχειρο πήγμα κι ανίερο», σύμφωνα με την καινούργια μετάφραση του εκλιπόντος Δημήτρη Μαρωνίτη – στη μνήμη του οποίου ήταν αφιερωμένη η παράσταση. Πριν προλάβει να αποσώσει το διάγγελμά του με το οποίο απαγόρευε την ταφή του Πολυνείκη εισέβαλε ο φύλακας (Αντώνης Κατσαρής) που κατάφερε να αποφύγει τη γραφικότητα και να ανακοινώσει πως κάποιος τόλμησε να παραβεί τις εντολές του βασιλιά. Σιγά σιγά τα όρια ανάμεσα στα επεισόδια και τα στάσιμα άρχισαν να χάνονται, ο χορός των τεσσάρων κοριτσιών (Μαρία Κωνσταντά, Ευτυχία Σπυριδάκη, Λυδία Τζανουδάκη, Αντωνία Χαραλάμπους) θύμιζε κάτι από μιούζικαλ, με το μοτίβο ενός παιδικού τραγουδιού (Χαράλαμπος Γωγιός) να επαναλαμβάνεται σε ολόκληρη την παράσταση μαζί με το αρχικό νανούρισμα κι εκείνες να θυμίζουν παρέα παιδιών που παίζουν ντυμένες με φορέματα παστέλ μιας άλλης εποχής αναδίδοντας ένα άρωμα από τη Ρωσία του Τσέχοφ με τις δαντέλες, τα γιακαδάκια και τα μάξι σατέν με το σάλι της Ευρυδίκης που ακολούθησε.

«Αγαπήσου Τότε!»

Όσο η Αντιγόνη πλησίαζε προς τον θάνατο, τόσο μειωνόταν το μαύρο στα ρούχα της και η ζυγαριά έρεπε προς το νυφιάτικο λευκό. Ωστόσο η αντιπαράθεσή της με τον Κρέοντα – που κατάφερε να κυριαρχήσει στην ορχήστρα σκηνοθετική αδεία και σχεδόν να «εξαφανίσει» την άπειρη Αντιγόνη, σε βαθμό που αρκετοί θεατές να υποστηρίζουν ότι η παράσταση έπρεπε να τιτλοφορείται «Κρέων» – δεν έγινε ευθέως. Οι δύο αντίπαλοι στάθηκαν πλάι ο ένας στον άλλον σαν να ακολουθούσαν πορείες παράλληλες, χωρίς να ανταλλάσσουν βλέμματα, με εκείνον να προσπαθεί να τη φτάσει πέφτοντας στα γόνατα. «Γεννήθηκα για να αγαπώ!» λέει η Αντιγόνη. «Αγαπήσου τότε!» είναι μία από τις ατάκες που ελάφρυναν το κλίμα της τραγωδίας μαζί με την άτσαλη είσοδο του Αίμονα (Βασίλης Μαγουλιώτης) με επίσης κοντό παντελονάκι, τα λόγια του οποίου – ειδικά το ξέσπασμά του προς τον πατέρα του – έφεραν το ενδιάμεσο χειροκρότημα (συνολικά πέντε κατά τη διάρκεια της παράστασης) από το κοίλο. Οι διασημότεροι ίσως στίχοι του Σοφοκλή ακολούθησαν με τον Δημήτρη Μαρωνίτη να χαρακτηρίζει τον έρωτα «ανίκητο» και «αμάχητο» για να πάρει τη σκυτάλη μία από τις ίσως πιο ατυχείς στιγμές της βραδιάς: ο κομμός της Αντιγόνης πριν οδηγηθεί στον τάφο, ένα μοιρολόι που δεν κατάφερε να περάσει στους θεατές ούτε έλεος ούτε φόβο και κατέληξε στην ταφή της ζωντανής Αντιγόνης συντροφιά με τις κούκλες της

Η κορυφαία στιγμή

Ο μάντης Τειρεσίας (Μπέτυ Αρβανίτη) τερατόμορφος, κατά το ήμισυ άνδρας και κατά το ήμισυ γυναίκα, που θέλησε μάλλον να τρομάξει με την όψη του κι όχι να επιβάλλει την παρουσία του με το δέος που αποπνέει η μαντική του δύναμη, επιχείρησε να προειδοποιήσει τον Κρέοντα για τα δεινά που του μέλλονται σε μια από τις ενδιαφέρουσες ερμηνείες της δίωρης παράστασης και σίγουρα σε μία από τις κορυφαίες και πλέον εικαστικές στιγμές της: με μια κίνηση το ξύλο της κούνιας αφαιρέθηκε από τα σκοινιά που το κρατούσαν κι εκείνα μετατράπηκαν σε αγχόνες για τους δυο νέους: την Αντιγόνη και τον Αίμονα, σαν μια προβολή από το μέλλον.

Την εντυπωσιακή έξοδο του Τειρεσία που σκορπά στον αέρα κέρματα θέλοντας να δείξει πως δεν είναι αργυρώνητος όπως τον κατηγορεί ο Κρέων ακολουθούν τα κακά μαντάτα για την αυτοκτονία του Αίμονα που φέρνει ο Άγγελος (Άγγελος Χαρίσης), η Ευρυδίκη (Στέλλα Φυρογένη) που ζητά να μάθει την αλήθεια για το παιδί της, ο Κρέων που μπαίνει ως μοσχοφόρος κουβαλώντας το νεκρό παιδί του στους ώμους… Και όταν φτάνει η είδηση από τον Εξάγγελος (Αστέρης Πελτέκης) για τον θάνατο της Ευρυδίκης, η ορχήστρα πλέον ήταν γεμάτη νεκρούς, τα παγκάκια όλα πεσμένα στο έδαφος, κι ο Κρέων χωρίς σχεδόν κανένα από τα ρούχα – σύμβολα της εξουσία του παρά μόνο με το στέμμα σέρνεται ράκος πια ως την κούνια, κλείνοντας έναν κύκλο σε μια σκηνή που θύμιζε περισσότερο σαιξπηρικό ήρωα.

Το χειροκρότημα στο φινάλε ήταν γενναιόδωρο για τους συντελεστές από το Εθνικό θέατρο, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας και τον Θεατρικό οργανισμό Κύπρο που συνέπραξαν ενώ στην υπόκλιση ο Στάθης Λιβαθινός δεν λησμόνησε να μνημονεύσει τον Δημήτρη Μαρωνίτη.

18.07.2016, Αδαμοπούλου Μαίρη «Αντιγόνη από την κούνια στην αγχόνη», Τα Νέα

 

Για το link πατήστε εδώ