Πόσο άλλαξε ο Πολιτισμός στην κρίση

Οι καλλιτεχνικοί διευθυντές πέντε κορυφαίων οργανισμών «χαρτογραφούν» το τοπίο στον χώρο. Είτε συμφωνούν είτε διαφωνούν, αναδεικνύουν ενδιαφέροντα επιμέρους ζητήματα που συμβάλλουν στον δημόσιο διάλογο

Δέκα, σχεδόν, χρόνια μετά το ξέσπασμα της σφοδρής κρίσης που επηρέασε τη ζωή μας σε όλα τα επίπεδα, πόσο άλλαξε στ’ αλήθεια ο Πολιτισμός έτσι όπως εκφράζεται από τους μεγάλους οργανισμούς; Μια πρώτη απόπειρα να απαντήσει κανείς στο ερώτημα οδηγεί σε μια σειρά διαπιστώσεις. Κατ’ αρχάς, στο γεγονός ότι παρά τις δυσκολίες και τις σοβαρές περικοπές στις επιχορηγήσεις οι μεγάλοι φορείς όχι μόνο άντεξαν αλλά το τελευταίο, κυρίως, διάστημα μας εκπλήσσουν ευχάριστα δημιουργώντας συνθήκες ευφορίας.

Στο πλαίσιο αυτό, «Το Βήμα» απευθύνθηκε στους καλλιτεχνικούς διευθυντές πέντε κορυφαίων οργανισμών: στον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο (Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου), στον Γιώργο Κουμεντάκη (Εθνική Λυρική Σκηνή), στον Στάθη Λιβαθινό (Εθνικό Θέατρο), στον Μίλτο Λογιάδη (Μέγαρο Μουσικής Αθηνών) και στον Νίκο Διαμαντή (Δημοτικό Θέατρο Πειραιά) θέτοντάς τους μια σειρά ερωτήματα που «χαρτογραφούν» το τοπίο.

Μπορεί, άραγε, ο Πολιτισμός να δώσει ένα μήνυμα εξόδου από την κρίση; Σε τι βαθμό και σε ποια κατεύθυνση επηρέασε ως τώρα η κρίση τους μεγάλους οργανισμούς; Η ανάγκη συνεργειών/συνεργασιών που αναδείχθηκε τα τελευταία χρόνια, άγνωστη εν πολλοίς προηγουμένως, είναι μια τάση παροδική ή ήρθε για να μείνει; Η μείωση της κρατικής επιχορήγησης σε τι βαθμό μπορεί να αναπληρωθεί από τις ιδιωτικές χορηγίες και πόσο εφικτό είναι το μοντέλο της αυτοχρηματοδότησης; Το κοινό έχει διαφοροποιηθεί τα τελευταία χρόνια; Σε τι βαθμό οι ίδιοι είναι ικανοποιημένοι από την προσέλευση στις εκδηλώσεις τους; Ποια είναι, τέλος, η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει ο καθένας;

Είτε συμφωνούν είτε διαφωνούν στις εκτιμήσεις τους, οι απαντήσεις αναδεικνύουν ενδιαφέροντα επιμέρους ζητήματα που εμπλουτίζουν αναμφίβολα τον δημόσιο διάλογο.

(…)

Στάθης Λιβαθινός – Εθνικό Θέατρο

«Ακόμη και κάτι ευχάριστο φαίνεται πολυτέλεια»

«Η έξοδος από την κρίση είναι πολιτικός όρος και ένα θέατρο, ακόμη κι αν είναι Εθνικό, δεν μπορεί να “συνεννοηθεί” εύκολα με πολιτικούς όρους. Και αν τελείωνε σήμερα η οικονομική κρίση, το θέατρο θα είχε πολλά να πει. Η ανθρώπινη ηθική και η ανθρώπινη ευαισθησία βρίσκονται πάντα σε κρίση. Όμως αυτή η τόσο σοβαρή για τον τόπο οικονομική κρίση έφερε στο θέατρο και τα καλά της. Εμείς στο Εθνικό Θέατρο εφαρμόσαμε νέα τιμολογιακή πολιτική, νέες χαμηλές τιμές στα εισιτήρια των σκηνών μας, και αυτό βρήκε μεγάλη ανταπόκριση στο κοινό» λέει ο Στάθης Λιβαθινός. Πιστεύει ότι είναι νωρίς ακόμη για απολογισμούς. «Η κρίση δημιούργησε ένα δυσάρεστο νεφελώδες τοπίο, μια σκοτεινή ατμόσφαιρα όπου ακόμη και κάτι ευχάριστο φαίνεται σαν πολυτέλεια. Τελικά η ψυχραιμία αναδεικνύεται πλέον σε αξία νούμερο ένα. Θεωρώ ότι διαθέτω αρκετή».

Αναφερόμενος στις συνεργασίες λέει ότι δεν γνωρίζει αν αυτή η τάση θα μείνει ή όχι. «Στο Εθνικό Θέατρο ξεκινήσαμε το 2015 που ανέλαβα με πολλές συνεργασίες και θα προχωρήσουμε κάνοντας όλο και περισσότερες» λέει θυμίζοντας τις πλέον χαρακτηριστικές (ΚΘΒΕ, ΘΟΚ, ΕΛΣ, Κέντρο Δελφών, Θέατρο Βαχτάνγκοφ κ.ά.). «Η συνεργασία είναι πάντα ένα πολύ ωραίο μήνυμα για την ελληνική κοινωνία και οφείλουμε ως Εθνικό Θέατρο να δίνουμε αυτό το μήνυμα. Παρ’ όλα αυτά, ας μην ξεχνάμε ότι μια συνεργασία δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι το μέσο να πάρει αξία ένα ιδιαίτερο καλλιτεχνικό σχέδιο. Πρέπει να επισημάνω ότι οι κρατικοί οργανισμοί είναι δυσκίνητοι και κάθε συνεργασία γίνεται με προσωπικό τίμημα, πολλές θυσίες στο ξεπέρασμα εμποδίων. Επιθυμητό παραμένει ένα ενδιαφέρον, ασυνήθιστο και πρωτοπόρο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα».

Ο Στάθης Λιβαθινός επισημαίνει ότι σε όλον τον πολιτισμένο κόσμο τα ΔΣ των μεγάλων οργανισμών φροντίζουν για την εξασφάλιση πόρων μέσω χορηγιών. «Είναι μια αναπόφευκτη τακτική που εξασφαλίζει επιπλέον πόρους για να μπορεί ένας καλλιτεχνικός οργανισμός, όπως το Εθνικό Θέατρο, να είναι ανταγωνιστικός. Η επένδυση στον πολιτισμό είναι μια πράξη με σπουδαίο αντίκρισμα. Το Εθνικό Θέατρο δέχτηκε και δέχεται χορηγίες και δωρεές από υψηλού κύρους οργανισμούς που τιμούμε και μας τιμούν» συνεχίζει προσθέτοντας ότι, με αυτόν τον τρόπο, δημιουργήθηκαν υποδομές, εκπαιδευτικά προγράμματα αλλά και στηρίχθηκαν παραγωγές.

Ξεκαθαρίζει όμως ότι καμία χορηγία δεν μπορεί να υποκαταστήσει την επένδυση του κράτους, που είναι η επιχορήγηση. «Η κατά πολύ μειωμένη επιχορήγηση – σε σχέση με το παρελθόν – που παίρνει σήμερα το Εθνικό Θέατρο μετά βίας αρκεί για να καλύψει τα πάγια έξοδα και τη μισθοδοσία εργαζομένων και ηθοποιών. Δεν δημιουργεί προϋποθέσεις ιδανικές για να εκπληρωθούν όσα θα έπρεπε να εκπληρωθούν».

Λέει ότι το κοινό είναι κάτι που αλλάζει. «Κάθε φορά που συμβαίνει αλλαγή πορείας, αισθητικής και ρεπερτορίου σε ένα εθνικό θέατρο, το κοινό πρέπει να ξανακερδηθεί. Είναι κάπως σαν τον έρωτα. Τίποτα δεν είναι δεδομένο και αυτονόητο. Και το κυριότερο, με ενδιαφέρει το κοινό που ΔΕΝ ήρθε ακόμα στο θέατρο. Το νέο κοινό».

Δηλώνει ικανοποιημένος από την προσέλευση, αν και όχι ακόμη όσο θα ήθελε. Υπήρχαν παραστάσεις με μεγάλη πληρότητα, παραστάσεις sold out, και άλλες που δεν είχαν την αναμενόμενη απήχηση. Πολύ ευχαριστημένος δηλώνει από τις παραστάσεις της Επιδαύρου. «Για εμάς προέχει σε κάθε περίπτωση η διαπαιδαγώγηση του κοινού και φυσικά ο εκπαιδευτικός χαρακτήρας του θεάτρου» εξηγεί.

«Να γίνει θέατρο ρεπερτορίου, να είναι μπροστά από την εποχή του και να μην είναι Εθνικό Θέατρο της Αθήνας. Να συνεχίσει να είναι Εθνικό Θέατρο όλης της Ελλάδας, μέσα κι έξω από τα σύνορα» καταλήγει αναφερόμενος στη μεγαλύτερη πρόκληση για τον οργανισμό. (…)

22.04.2018, Χ.Σ. «Πόσο άλλαξε ο Πολιτισμός στην κρίση», Το Βήμα

 

Για το link πατήστε εδώ