Το κτήνος στο φεγγάρι – Ρίτσαρντ Καλινόσκι

2009

Εταιρία Θεάτρου Δόλιχος, Θέατρο Πορεία

Έναρξη: 23 Οκτωβρίου 2009

Επανάληψη της παράστασης «Το κτήνος στο Φεγγάρι» της περιόδου 1999-2000.

Η παράσταση ήταν αφιερωμένη στη μνήμη του Γιάννη Κυριακίδη.

Από 13 έως 16 Οκτωβρίου 2011 στο Θέατρο Badminton.

Από 29 Δεκεμβρίου 2011 έως 8 Ιανουαρίου 2012 στο Θέατρο «Εγνατία» – Θεσσαλονίκη.

 

Η υπόθεση του έργου

Το 1893 έγινε μία έκλειψη σελήνης στην Τουρκία, και οι Τούρκοι, πεπεισμένοι ότι ένα «κτήνος» κατάπινε το φεγγάρι, έστρεψαν τα όπλα τους προς τον ουρανό προσπαθώντας να το σκοτώσουν. Με τα ίδια όπλα, που κάπνιζαν ακόμη από ένα φυλετικό μίσος κατά του γειτονικού τους λαού των Αρμενίων, εξολόθρευσαν τους χριστιανούς Αρμένιους, με μια σειρά από εκτεταμένα πογκρόμ στα τέλη του 18ου αιώνα, που κορυφώθηκαν με τη γενοκτονία του 1915 και τον αφανισμό περίπου δύο εκατομμυρίων Αρμενίων. Ο Ρίτσαρντ Καλινόσκι (Richard Kalinoski) τοποθέτησε τη δράση του έργου στο Μιλγουόκι του Ουισκόνσιν ανάμεσα στο 1921 και το 1933. Ο εικοσάχρονος Αράμ Τομασιάν, μοναδικός επιζών της οικογένειάς του από το ολοκαύτωμα, διέφυγε στις Η.Π.Α., όπου εργάζεται ως φωτογράφος ειδικευμένος στις οικογενειακές φωτογραφίες μεταναστών, και φιλοδοξεί να γίνει ο γεννήτορας της καινούργιας οικογένειας Τομασιάν. Από την Αρμενία έχει φέρει μαζί του μόνο μία οικογενειακή φωτογραφία και το παλτό του πατέρα του, το οποίο του πρόσφερε κάλυψη, ώστε να διασωθεί. Από τη φωτογραφία έχει κόψει τα κεφάλια των νεκρών συγγενών του και έχει τοποθετήσει το δικό του και της δεκαπεντάχρονης Σέτα, που μόλις έχει φτάσει στην Αμερική από το ορφανοτροφείο της Κωνσταντινούπολης, ως «νύφη από φωτογραφία». Με τη νεαρή του σύζυγο ο Αράμ ανυπομονεί να επιδοθεί στο ιερό τους καθήκον, που συνίσταται στη γέννηση των απογόνων του πατέρα του, οι οποίοι θα συμπληρώσουν τη φωτογραφία.

Ωστόσο το σχέδιο του Αράμ δεν πάει κατ’ ευχήν: η Σέτα δεν είναι το κορίτσι που ο Αράμ Τομασιάν διάλεξε από τη φωτογραφία να γίνει γυναίκα του, η φωτογραφία που είδε ήταν ενός άλλου, νεκρού κοριτσιού. Σα να μην έφτανε αυτό, η νύφη που του ήρθε δεν είναι ικανή να τεκνοποιήσει λόγω ελλιπούς διατροφής κατά χρόνια της περίθαλψής της στο ορφανοτροφείο. Με το βάρος της απώλειας των οικογενειών τους και ανίκανοι να αποκτήσουν δικά τους παιδιά, οι τρομαγμένοι επιζώντες αγωνίζονται για την κατανόηση και το συμβιβασμό. Μέσα σε αυτό το σχήμα εισβάλλει ο Βίνσεντ, ένα άστεγο αγοράκι, το οποίο η Σέτα παίρνει υπό την προστασία της. Τα τρία ορφανά παλεύουν με την πληγωμένη τους ύπαρξη και τελικά η εμφάνιση του Βίνσεντ αλλάζει τη ζωή του Αράμ και της Σέτα για πάντα. Μετά από χρόνια σιωπής η Σέτα κατορθώνει να πείσει τον Αράμ να πάψει τα «μνημόσυνα» για τη χαμένη του οικογένεια, απομυθοποιώντας το παλτό του πατέρα, απομακρύνοντας την φωτογραφία με τα κομμένα κεφάλια και αποδεχόμενος τον μικρό Βίνσεντ ως το νέο μέλος στην οικογένεια Τομασιάν.

Το Κτήνος στο Φεγγάρι αποτελεί ένα ενδιαφέρον «υβρίδιο» του παραδοσιακού παραστατικού θεάτρου και της αφήγησης ιστοριών. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου απαιτεί τη σύμβαση του «τέταρτου τοίχου», αλλά ο Καλινόσκι συμπεριέλαβε έναν αφηγητή, που απευθύνεται κατευθείαν στο κοινό.

Πηγή: Θέατρο Πορεία

 

Σημείωμα σκηνοθέτη

«Στο Κτήνος στο Φεγγάρι» ένας άνδρας και μια γυναίκα αναζητούν τόπους να συνυπάρξουν και να επιβιώσουν σε μια ξένη χώρα.

Αλλά και να κλείσουν τις πληγές που άνοιξε μέσα τους το Ολοκαύτωμα των Αρμενίων.

Αλίμονο-κανένα από τα θέματά του δεν ξεπεράστηκε ούτε η συναισθηματική- και γιατί όχι- και η ποιητική του αξία δεν έδειξε να ξεθωριάζει.

Με χαρά θα επαναλάβω τη διδασκαλία αυτού του έργου, δέκα χρόνια μετά.

Ενός έργου που η πρώτη παρουσίαση όχι μόνο σήμανε πολλά για την καλλιτεχνική εξέλιξη όλων των συντελεστών του αλλά υπήρξε και η αφορμή για τη δημιουργία ενός σχήματος του «Δόλιχου», που εκ τότε έκανε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα πορεία στον ελληνικό θεατρικό χώρο.

Συντελεστές

Μετάφραση: Δημήτρης Τάρλοου
Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός
Σκηνικά – κουστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Μουσική: Haig Yazdjian
Video: Γιώργος Κουρμούζας

Διανομή

Kύριος: Γιώργος Μπινιάρης
Αράμ Τομασιάν: Δημήτρης Τάρλοου
Σέτα Τομασιάν: Ταμίλλα Κουλίεβα
Βίνσεντ: Ρωμανός Μπολώτας | Φίλιππος Μοσχάτος

 
  • «Ένα κτήνος στο φεγγάρι»

    Μια θεατρική παράσταση – χίλιες μνήμες – χίλιες αναφορές

    Σ’ ένα χωριό ζουν Τούρκοι και Αρμένιοι. Ειρηνικά. Μια μέρα που έγινε έκλειψη σελήνης, οι Τούρκοι χωρικοί άρχισαν να πυροβολούν τη σκιά νομίζοντας πως ήταν ένα κτήνος που έκρυβε το φεγγάρι.
    Λίγο καιρό μετά έστρεψαν τις κάνες των όπλων τους εναντίον των Αρμενίων και τους αποδεκάτισαν. Οι λιγότεροι τυχεροί αποκεφαλίστηκαν, σταυρώθηκαν, βιάστηκαν. Εκείνοι που κατάφεραν να ξεφύγουν απ’ αυτή τη θηριώδη γενοκτονία, σύρθηκαν σ’ άλλες χώρες της υφηλίου για να βρουν καταφύγιο. Και να τολμήσουν ν’ αδράξουν την ελπίδα μιας καινούργιας ζωής.

    Ο πολωνικής καταγωγής Αμερικανός συγγραφέας Ρίτσαρντ Καλινόσκι σάρωσε όλα τα βραβεία γράφοντας αυτό το δυνατό έργο που αναφέρεται στις περιπέτειες των Αρμενίων, στη γενοκτονία του λαού τους, τη ζωή αυτών που εγκαταστάθηκαν στην Αμερική και στα προσωπικά προβλήματα μερικών εξ αυτών.

    Ο Αράμ Τιμασιάν ζει στο Μιλγουώκι της Αμερικής δουλεύοντας σαν φωτογράφος. Υποδέχεται στο σπίτι του τη Σέτα, τη συμπατριώτισσα νύφη, που είχε «παραγγείλει» από ορφανοτροφείο της Αρμενίας διαλέγοντάς την από διάφορες φωτογραφίες. Ο Αράμ είναι γαντζωμένος από τις φρικτές μνήμες του παρελθόντος της πατρίδας του, όταν κρυμμένος κάτω από το βαρύ παλτό του πατέρα του άκουγε τα ουρλιαχτά των δικών του, που κατακρεουργούνταν από τους Τούρκους. Μόνος επιζών από την οικογένειά του κουβάλησε τη φωτογραφία τους στην Αμερική, έκοψε τα κεφάλια από τις εικονιζόμενες φιγούρες και ορκίστηκε να αντικαταστήσει μ’ αυτά των παιδιών που θα αποκτούσε. Όμως η δεκαεξάχρονη Σέτα λόγω υποσιτισμού και κακουχίας είναι στείρα.

    Ο Αράμ ζει στη μιζέρια κάνοντας και τη ζωή της νεαρής γυναίκας του εφιαλτική. Κάποια στιγμή όμως η Σέτα παίρνει την κατάσταση στα χέρια της. Ένα ορφανό παιδί που μαζεύει στο σπίτι παρά την αρχική μεγάλη αντίδραση του ανδρός της, θ’ αλλάξει τη ζωή τους. Με την εξυπνάδα, τη γλυκύτητα και τη σοφία της θα προσπαθήσει να πείσει τον άνδρα της και να τον κάνει να καταλάβει ότι οι δυο τους ανήκουν στους τυχερούς, αφού επέζησαν από τη φρικτή της γενοκτονίας των συμπατριωτών τους, ανήκουν στους τυχερούς, γιατί στέριωσαν σε μια χώρα, την Αμερική, που εθεωρείτο το Ελντοράντο όλων των κατατρεγμένων, ανήκουν στους τυχερούς, γιατί είναι μαζί, γιατί αποτελούν μια οικογένεια, ένα μικρό σύμπαν. Μπορούν να χαρούν τον ηλιόλουστο δρόμο της γειτονιάς τους, τις γιορτές της νέας χώρας, τα χρώματα και τ’ αρώματα των μαγαζιών, τους ήχους του περάσματος των άλλων κατοίκων.

    Η Σέτα δίνει ένα μάθημα ζωής όχι μόνον στον απαισιόδοξο άνδρα της, που σέρνει τα βαρίδια της μνήμης των αποκεφαλισμένων και βιασμένων γονιών τους, αλλά στον κάθε θεατή και ακροατή, που θα πάρει το αισιόδοξο μήνυμα.

    Οι άρρωστοι δεσμοί με το παρελθόν θα πάρουν δρόμο. Το παλτό του πατέρα του Αράμ, όπως και η φωτογραφία με τα κομμένα κεφάλια θα πάνε στην αποθήκη μαζί με την κουρελιασμένη κούκλα της Σέτας. Και με το χαριτωμένο αγόρι θ’ ακολουθήσουν ένα καινούργιο δρόμο απαλλαγμένο από νοσηρότητα και μιζέριες.

    Το έργο είναι δοσμένο με χιούμορ παρ’ όλη τη συναισθηματική φόρτιση και τις αναφορές στα δεινά των Αρμενίων. Αφήνεις το θέατρο με πάρα πολύ ωραία διάθεση, αφού έχεις ζήσει την ιστορία χάρη στις πολύ πειστικές ερμηνείες των ηθοποιών. Ο Τάρλοου, η Κουλίεβα, ο Μπινιάρης κουρντισμένοι από τον Στάθη Λιβαθινό – έναν από τους καλύτερους σκηνοθέτες που διαθέτει η χώρα μας σήμερα- σε παρασύρουν στο παιχνίδι τους μεταφέροντάς σε στην εποχή τους, στο χώρο τους και στα προβλήματά τους. Δύο παιδιά εναλλάσσονται στο ρόλο του μικρού ορφανού Βίνσεντ. Εγώ είδα τη παράσταση με τον Ρωμανό Μπολώντα, που ήταν πολύ καλός στο ρόλο του, το ίδιο άκουσα να λένε και για το Φίλιππο.

    Χάρηκα τη λύση, που έδωσε ο συγγραφέας σ’ αυτό το έργο – πρόβλημα. Τη λύση που δίνει και η Γαλλίδα συγγραφέας Άννα Γκαβαλντά στο βιβλίο της με τίτλο «Μαζί, αυτό είναι όλο», (στην Ελλάδα κυκλοφόρησε με τίτλο «Μαζί»). Μα για να ζήσεις αρμονικά με τον άλλον κάτι θα πρέπει να πετάξεις από πάνω σου, κάτι να δεχτείς από τον άλλον, κάποιες πλευρές της νοοτροπίας και των συνηθειών σου να συντονίσεις μ’ αυτές του άλλου. Και θυσία και κουράγιο και θέληση χρειάζεται για όλη αυτή τη διεργασία μα προπαντός εξυπνάδα. Για ν’ αποφύγεις τη μοναξιά, ιδίως την ψυχική απομόνωση. Μέσα σ’ αυτό το φρικτό κόσμο που ζούμε το να ζεις μόνος είναι καταδίκη.

    Νιώθω απέραντη λύπη όταν συναντώ ζευγάρια που αποτελούν «ντουέτα μοναξιάς», που παρουσιάζονται μαζί μα που μεταξύ τους παραμένουν δύο ξένοι. Νομίζω πως αυτή η μοναξιά είναι η χειρότερη ανθρώπινη κατάρα. Όταν μάλιστα πρέπει ν’ αντιμετωπίζεις καθημερινά τις εξωτερικές δυσκολίες.

    Στ’ αυτιά μου θ’ ακούω πάντα τα λόγια του Στρίντμπεργκ στο θεατρικό του έργο «Όνειρο»: «Είναι κρίμα για τους ανθρώπους». Σαν άλλος Ναζωραίος, η Άγκνες, η κόρη του θεού Ίντρας, πηγαίνει στον ουρανό να μιλήσει για τα πάθη των ανθρώπων στον πατέρα της και να ζητήσει τη μεσολάβησή του. Την παράσταση αυτή την είχα δει στο κρατικό θέατρο του Αμβούργου με πρωταγωνίστρια – Άγκνες τη Μεγάλη Κυρία του γερμανικού θεάτρου την Lona-Maria Gorvin, η οποία περνούσε πολλά καλοκαίρια στην Αίγινα.

    Για μένα το θέατρο είναι το μεγαλύτερο σχολειό. Η εικόνα η δική σου και των άλλων, τα προβλήματα της ζωής και πώς να τα’ αντιμετωπίζουν οι άλλοι, ακόμα και οι γκάφες στις κωμωδίες είναι καταπληκτικά μαθήματα ζωής για κείνους που έχουν το κέφι και την εξυπνάδα να τα συλλαμβάνουν.

    Γι’ αυτό και τα έργα των μεγάλων συγγραφέων είναι πάντα επίκαιρα. Για σκεφθείτε πόσους μολιερικούς τσιγκούνηδες και κατά φαντασία ασθενείς συναντάμε κάθε μέρα, πόσοι σαιξπηρικοί Σάυλωκ σαν πίνουν το αίμα, πόσες φορές τόσοι πολλοί από εμάς είπαμε ή σκεφθήκαμε το να ζει «κανείς ή να μη ζει»… Ιδού η απορία.

    15.12.2009, Γαλάνη – Κρητικού Μαίρη «Ένα κτήνος στο φεγγάρι – Μια θεατρική παράσταση – χίλιες μνήμες – χίλιες αναφορές», Η μάχη της Αίγινας

  • «Το Κτήνος στο φεγγάρι» του Ρίτσαρντ Καλινόσκι στο Θέατρο «Πορεία»

    Γιορτάζοντας τα δεκάχρονα του θεάτρου «Πορεία», ο Δημήτρης Τάρλοου, επιστρέφει στο εναρκτήριο έργο του «Δόλιχου», «Το κτήνος στο φεγγάρι» του Ρίτσαρντ Καλινόσκι, με τους ίδιους συνεργάτες, που ανταμώνουν ξανά, δέκα χρόνια μετά, προσεγγίζοντας με νέα ματιά το σημαντικό αυτό έργο. Η παράσταση είναι αφιερωμένη στη μνήμη του Γιάννη Κυριακίδη.

    Το έργο

    Ο εικοσάχρονος Αράμ Τομασιάν, ένας Αρμένιος που επέζησε της γενοκτονίας από τους Τούρκους, αποφασίζει, όπως συνηθίζονταν τότε, να αποκτήσει μια σύζυγο από φωτογραφία. Είναι ο ίδιος φωτογράφος και η οικογένειά του έχει δολοφονηθεί από τους Τούρκους. Η κοπέλα που έρχεται, η Σέτα, συμπατριώτισσά του και με ανάλογο τραυματικό παρελθόν, είναι μόλις δεκαπέντε χρονών και επιπλέον δεν είναι το κορίτσι της φωτογραφίας. Είναι ωστόσο, μια παρουσία ολοζώντανη, ένα υγιές κύτταρο, γεμάτη χιούμορ, καρτερικότητα, ενέργεια, πλημμυρισμένη από προσδοκίες και διψασμένη για λίγη ευτυχία.

    Η δράση του έργου εξελίσσεται στο Μιλγουόκι του Ουισκόνσιν ανάμεσα στο 1921 και το 1933. Ο τίτλος έχει προκύψει από μια παλιά ιστορία. Το 1893 έγινε μία έκλειψη σελήνης στην Τουρκία, και οι Τούρκοι, πεπεισμένοι ότι ένα «κτήνος» κατάπινε το φεγγάρι, έστρεψαν τα όπλα τους προς τον ουρανό προσπαθώντας να το σκοτώσουν. Με τα ίδια όπλα, εξολόθρευσαν τους χριστιανούς Αρμένιους, με μια σειρά από εκτεταμένα πογκρόμ στα τέλη του 18ου αιώνα, που κορυφώθηκαν με τη γενοκτονία του 1915 και τον αφανισμό περίπου δύο εκατομμυρίων Αρμενίων.

    Το κορίτσι που κρατάει ακόμα στην αγκαλιά του την κούκλα του, έχει μια δυσανάλογη για την ηλικία του, αποστολή. Πρέπει να συντελέσει στην δημιουργία της οικογένειας που θα αντικαταστήσει εκείνην την οποία έχει απολέσει ο σύζυγός της.

    Σε μια παλιά φωτογραφία που έχει διασώσει ο Αράμ από την καταστροφή, αφαιρεί τα πρόσωπα της οικογένειάς του. Η γυναίκα του παίρνει τη θέση της μητέρας του, ενώ αυτός, την θέση του πατέρα του. Τα παιδιά ωστόσο δεν αντικαθίστανται ποτέ καθώς η κοπέλα, εξ αιτίας της ελλιπούς της διατροφής στο ορφανοτροφείο, αποδεικνύεται πως δεν είναι σε θέση να τεκνοποιήσει.

    Ένα αγόρι, γείτονας και απροστάτευτος όπως κι οι ίδιοι, εισβάλλει στη ζωή τους προσφέροντας την νεανική του ορμή και αυθορμησία και απαιτώντας ταυτόχρονα την στοργή και την φροντίδα που του έχουν λείψει. Η κυρία Τομασιάν ανταποκρίνεται αυθόρμητα αλλά ο κύριος Τομασιάν προβάλλει αντιστάσεις.

    Η έκρηξη συναισθημάτων που θα ακολουθήσει, στην πιο δυναμική δραματουργικά σκηνή του έργου, επαναφέρει την ισορροπία ανάμεσα στους δύο πληγωμένους ανθρώπους και εξασφαλίζει μία θέση για το ορφανό όχι μόνο στη ζωή τους αλλά και στην νέα οικογενειακή φωτογραφία τους.

    Ο αφηγητής, το τέταρτο πρόσωπο της ιστορίας, που με τον ιδιαίτερα ποιητικό τρόπο του συνδέει σκηνές και περιστατικά, άλλοτε εισβάλλοντας δυναμικά στη δράση κι άλλοτε παραμερίζοντας διακριτικά για να την αφήσει να αναπτυχθεί, είναι ο ίδιος ο Βίνσεντ, σε πιο ώριμη ηλικία.

    Αυτή η δραματουργική ανατροπή, δημιουργεί μια συνθήκη που ενισχύει όχι μόνο την διαχρονικότητα των συμβάντων αλλά και τον σχολιασμό τους μέσα από το πλήρωμα του χρόνου, μετατρέποντας την προσωπική ιστορία των ηρώων σε ιστορική μαρτυρία.

    Η παράσταση

    Ο Στάθης Λιβαθινός σκηνοθέτησε την παράσταση με νεύρο, καθαρούς ρυθμούς, στιβαρή κινησιολογία, διαφάνεια, χιούμορ και δραματουργική έμπνευση. Έστησε δεξιοτεχνικά τις επί μέρους ατμόσφαιρες και συνέταξε αρμονικά τα διαφορετικά επίπεδα της σκηνικής δράσης.

    Η Ταμίλα Κουλίεβα (Σέτα Τομασιάν) απέδωσε με ευκρίνεια την συναισθηματική γκάμα της ηρωίδας που ενσαρκώνει και διαχειρίστηκε με άνεση τις μεταβάσεις της από την εφηβεία στην ωριμότητα.

    Η ερμηνεία του Δημήτρη Τάρλοου (Αράμ Τομασιάν), λιτή και εκφραστική, οδήγησε απρόσκοπτα τον χαρακτήρα στην εξαιρετική σκηνή της έκρηξης στο φινάλε του έργου αποφεύγοντας τους σκοπέλους της εξωστρέφειας και της συναισθηματικότητας.

    Ο Γιώργος Μπινιάρης ενσάρκωσε τον ρόλο του αφηγητή με αυθεντικότητα, σκηνικό ήθος και γοητευτικό, υποβόσκον χιούμορ.

    Το νεαρό αγόρι που ερμήνευσε τον μικρό Βίνσεντ, πειθάρχησε στις απαιτήσεις του δύσκολου ρόλου του, αποδίδοντάς τον με αυθόρμητο κέφι και θαυμάσια αίσθηση ρυθμού. Στον ρόλο αυτό εναλλάσσονται ο Φίλιππος Μοσχάτος κι ο Ρωμανός Μπολώτας. Στην παράσταση που παρακολούθησε η στήλη το ρόλο υποδυόταν ο δεύτερος.

    Η μουσική του Haig Yazdjian εμβολίασε την ατμόσφαιρα του έργου με μοτίβα από την παράδοση των Αρμενίων, ενισχύοντας τις συναισθηματικές εντάσεις και την εσωστρεφή νοσταλγία των εξόριστων ηρώων.

    Τα σκηνικά και τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου ισορροπούν ανάμεσα στο πνεύμα της εποχής και την διαχρονικότητα των συμβόλων, δημιουργώντας ένα περιβάλλον μαγικού ρεαλισμού. Οι διαφορετικοί χώροι στους οποίους οι ήρωες καταφεύγουν στις πιο προσωπικές τους στιγμές και που κατά συνέπεια αποκαλύπτουν μόνο ένα μέρος τους στον θεατή, αποτελούν ένα ευφυές εύρημα ενώ τα λιτά σκηνικά του κεντρικού δωματίου, το μεγάλο ξύλινο τραπέζι, η στημένη στο τρίποδό της φωτογραφική μηχανή και η οικογενειακή φωτογραφία στο αναλόγιο, οριοθετούν τα τρία σημεία αιχμής στην καθημερινότητα των προσώπων του έργου.

    Ατμοσφαιρικοί και απόλυτα εναρμονισμένοι με το πνεύμα της σκηνοθεσίας, οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου.

    Την καλή μετάφραση, που αξιοποιεί τον ρέοντα και ποιητικό λόγο του συγγραφέα, υπογράφει ο Δημήτρης Τάρλοου.

    30.03.2010, Κωνσταντινίδης Νεκτάριος – Γεώργιος «Το Κτήνος στο φεγγάρι του Ρίτσαρντ Καλινόσκι στο Θέατρο Πορεία», kritikestheatrikwnparastasewn.blogspot.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Το κτήνος στο φεγγάρι

    Το 1893 έγινε μία έκλειψη σελήνης στην Τουρκία, και οι Τούρκοι, πεπεισμένοι ότι ένα “κτήνος” κατάπινε το φεγγάρι, έστρεψαν τα όπλα τους προς τον ουρανό προσπαθώντας να το σκοτώσουν. Με τα ίδια όπλα, εξολόθρευσαν τους χριστιανούς Αρμένιους, με μια σειρά από εκτεταμένα πογκρόμ στα τέλη του 18ου αιώνα, που κορυφώθηκαν με τη γενοκτονία του 1915 και τον αφανισμό περίπου δύο εκατομμυρίων Αρμενίων.

    Ο Ρίτσαρντ Καλινόσκι τοποθέτησε τη δράση του έργου στο Μιλγουόκι του Ουισκόνσιν ανάμεσα στο 1921 και το 1933.

    Το έργο

    Ο Αράμ Τομασιάν, ο ήρωας, η Σέτα Τομασιάν, η ηρωίδα…

    Η Σέτα είναι μόνο δεκαπέντε χρονών όταν εμφανίζεται στη σκηνή αγκαλιά με την κούκλα της και η σχέση ανάμεσα σ’ αυτήν και τον άγνωστό της σύζυγο, ετών είκοσι, ο οποίος τη ζήτησε σε γάμο μέσω φωτογραφίας, μόλις έχει αρχίσει. Ανάμικτα συναισθήματα όπως ο φόβος, η ευγνωμοσύνη, η προσμονή και η λαχτάρα για επικοινωνία, την κατακλύζουν. Η ιστορία της, μια ιστορία κοινή για όλους σχεδόν τους Αρμένιους της γενιάς της, την έχει σημαδέψει χωρίς ωστόσο να έχει αφαιρέσει κάτι από τη νεανική της ορμή, την αυθορμησία της και τη φρεσκάδα της ψυχής της. Έχει περάσει την παιδική της ηλικία σε ορφανοτροφείο μετά την τραγική απώλεια των γονέων της και έχει συνηθίσει να ζει με τα ελάχιστα. Η κούκλα που τη συντροφεύει στον έγγαμο βίο της είναι ό,τι της έχει απομείνει σαν ανάμνηση από τη μητέρα της η οποία πέθανε με μαρτυρικό θάνατο. Δεν είναι καν η γυναίκα που διάλεξε ο κύριος Τομασιάν, η οποία είναι νεκρή, αλλά μία άλλη, που ίσως και να της μοιάζει… Ο Αράμ είναι ένας άντρας κλειστός και συντηρητικός αλλά ταυτόχρονα αποφασιστικός και γεμάτος εμπιστοσύνη κι αισιοδοξία. Λατρεύει τη φωτογραφία, που είναι ταυτόχρονα το επάγγελμα και το χόμπι του. Καταθέτει στις ακίνητες εικόνες την ίδια την ουσία της ύπαρξής του. Έχοντας κι εκείνος ένα τραυματικό παρελθόν ανάλογο μ’ αυτό της γυναίκας του, εναποθέτει τις ελπίδες του στην σιγουριά που του προσφέρει η Αμερική, ο νέος τόπος του και στην πίστη του πως θα αντικαταστήσει τη χαμένη οικογένειά του με μια νέα, που αυτός ο ίδιος θα δημιουργήσει. Όμως οι ελπίδες αυτές διαψεύδονται αφού η νεαρή κυρία Τομασιάν δεν μπορεί να κάνει παιδιά εξ αιτίας της κακής της διατροφής τα χρόνια που ζούσε στο ορφανοτροφείο. Ο Αράμ, εκτός από τις αναμνήσεις που κρυφοτρώνε την ψυχή του, έχει κρατήσει από τη χαμένη του οικογένεια ένα παλτό του πατέρα του, μέσα στο οποίο κρύφτηκε ώστε να επιβιώσει από τη βάρβαρη επιδρομή των Τούρκων στο σπίτι του και μια φωτογραφία της οικογένειάς του. Τα πρόσωπα έχουν αφαιρεθεί και στη θέση τους είναι αποφασισμένος να τοποθετήσει νέα, αυτά της οικογένειας που ο ίδιος θα δημιουργήσει. Έτσι αυτός παίρνει τη θέση του πατέρα του και η μικρή Σέτα τη θέση της μητέρας του. Μέλλεται να μείνουν άδειες οι θέσεις των επίδοξων απογόνων τους. Όχι όμως και οι ανάλογες θέσεις στην ψυχή τους. Ένα άστεγο αγόρι εισβάλλει στο ήσυχο σπίτι και διεκδικεί τη στοργή, τη φροντίδα, την περίθαλψη ψυχική, πνευματική και σωματική, που έχει στερηθεί. Η κυρία Τομασιάν αναλαμβάνει αμέσως το ρόλο της μητέρας, ενώ ο κύριος Τομασιάν αντιστέκεται σ’ αυτήν την απρόσμενη εισβολή. Αλλά σύντομα οι ρωγμές στην ευαίσθητη ψυχοσύνθεσή του θα διευρυνθούν και η αποδοχή του παιδιού θα καθορίσει μια νέα τάξη πραγμάτων, μεταποιώντας τη σκληρή του συμπεριφορά και διαβρώνοντας τον εύθραυστο ψυχισμό του. Η ισορροπία επέρχεται εν τέλει, μέσα από μια έκρηξη, που θα προκαλέσει η γυναίκα και θα γίνει η αιτία για την εξομολόγηση του άντρα, σε μια από τις πιο δυναμικές και συγκινητικές σεκάνς του έργου.

    Ένας αφηγητής που, όπως ο ίδιος εξομολογείται, έχει ζήσει από κοντά την ιστορία και που δεν είναι άλλος από το νεαρό Βίνσεντ σε μια ώριμη ηλικία, ενοποιεί τις δράσεις, αποκαλύπτει κρυμμένες προσδοκίες κι απωθημένες επιθυμίες, αγγίζει απαλά τις χορδές των ψυχών των ηρώων για ν’ ακουστούν οι χαμηλόφωνες μελωδίες τους και να μελοποιηθούν οι τρομακτικές τους μνήμες. Ταυτόχρονα, δημιουργεί μια συνθήκη, μέσα από την οποία το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον αλληλοεπηρεάζονται και διαπλέκονται μ’ έναν ενδιαφέροντα δραματουργικά τρόπο για να ενισχυθεί η διαχρονικότητα των συμβάντων και να μεταποιηθούν οι προσωπικές εμπειρίες και μνήμες σε πανανθρώπινες μαρτυρίες. Η γενοκτονία, ο πόλεμος, η παιδική ηλικία επιβαρυμένη από τραυματικές μνήμες, η ανεπανόρθωτη απώλεια και η ικανότητα του ανθρωπίνου όντος να επιβιώνει κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, όταν φιλτράρονται μέσα από την υγιή και εμπνευσμένη δραματουργία, αποτελούν όρους διαχρονικούς που συγκινούν και αφυπνίζουν πέρα από εποχές, έθνη και ιδιωτικές ιστορίες.

    Γιορτάζοντας τα δεκάχρονα του θεάτρου «Πορεία», ο Δημήτρης Τάρλοου, επιστρέφει στο εναρκτήριο έργο του «Δόλιχου», «Το κτήνος στο φεγγάρι» του Ρίτσαρντ Καλινόσκι, με τους ίδιους συνεργάτες, που ανταμώνουν ξανά, δέκα χρόνια μετά, προσεγγίζοντας με νέα ματιά το σημαντικό αυτό έργο.

    Η παράσταση

    Ο Στάθης Λιβαθινός στήνει επί σκηνής έναν κόσμο ολοζώντανο και σπαράσσοντα, τον κόσμο δύο ανθρώπων που αιμορραγούν αλλά και αντιστέκονται, επισημαίνοντας τις λεπτομέρειες της καθημερινότητάς τους με προσήλωση και ανεπιτήδευτη φυσικότητα. Όπως πάντα στις σκηνοθεσίες του, ενορχηστρώνει αριστουργηματικά την κινησιολογία, τις διαβαθμίσεις της φωνητικής γκάμας των ηθοποιών, την εναλλαγή των ψυχικών εκφάνσεων και τις συναισθηματικές αντιδράσεις, δημιουργώντας πολλά επίπεδα δράσης που εισχωρούν το ένα μέσα στο άλλο και προσφέροντάς μας εικόνες ανόθευτης ομορφιάς στις οποίες ο ρεαλισμός ομογενοποιείται με τη θεατρικότητα, για να αποκαλυφθεί η ποιητική διάσταση ενός περιβάλλοντος εξαιρετικά οικείου, παράξενα απόκοσμου, παραμυθένιου, και βαθύτατα αποκαλυπτικού.

    Η Ταμίλα Κουλίεβα ενσαρκώνει την ηρωίδα με αμεσότητα, χιούμορ και υποκριτική αυτάρκεια, παρακάμπτοντας τον σκόπελο της πολύ νεανικής της ηλικίας στο ξεκίνημα του έργου μέσα από την ευλύγιστη κινησιολογία, την άρτια τεχνική της και την έμφυτη παιδικότητά της.

    Ο Δημήτρης Τάρλου ερμηνεύει τον άντρα με διάφανη εσωτερικότητα και μελετημένη λιτότητα, προσφέροντάς μας μια εντυπωσιακή ερμηνεία που κορυφώνεται στη σκηνή της συναισθηματικής έκρηξης στο δεύτερο μέρος.

    Ο Γιώργος Μπινιάρης στο ρόλο που μυστηριώδους αφηγητή, είναι μια λιτή αλλά καταλυτική παρουσία, με άμεση απεύθυνση στο κοινό, θαυμάσια σκηνική αίσθηση και εκφραστική εκφορά λόγου.

    Ο νεαρός Βίνσεντ (Δεν γνωρίζω ποιος από τους δύο ηθοποιούς τον υποδυόταν στην παράσταση που παρακολουθήσαμε) φέρνει στη σκηνή όλη την ορμή της ακατέργαστης νιότης του και μας προσφέρει μια ερμηνεία συγκινητική, αυθόρμητη και ταυτόχρονα συγκροτημένη.

    Τη μαγική ατμόσφαιρα ενισχύουν η αισθαντική μουσική του Haig Yazdjian, τα σκηνικά που αποκαλύπτουν αλλά και αποκρύβουν ταυτόχρονα τις δράσεις των ηθοποιών, δίνοντάς μας την εικόνα του κόσμου τους χωρίς να εικονοποιούν την εποχή, τα χαρακτηριστικά κοστούμια με τις γεμάτες υπαινιγμούς λεπτομέρειες και οι διακριτικοί, καθαροί φωτισμοί που δημιουργούν μικροπεδία δράσεων και συντελούν στην άψογη αισθητική των επί μέρους σεκάνς.

    17.03.2010, Κυριάκη Μαρία, «Το κτήνος στο Φεγγάρι», www.episkinis.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ταμίλα Κουλίεβα: «Πάντα υπάρχει ένα παραθυράκι με φως»

    Το 1893 έγινε μία έκλειψη σελήνης στην Τουρκία και οι Τούρκοι, πεπεισμένοι ότι ένα… «κτήνος» κατάπινε το φεγγάρι, έστρεψαν τα όπλα τους προς τον ουρανό προσπαθώντας να το σκοτώσουν.

    Δυο χρόνια μετά, με τα ίδια όπλα, στράφηκαν ενάντια στους γείτονές τους, τους χριστιανούς Αρμένιους και τους εξολόθρευσαν. Η γενοκτονία του 1915 στοίχισε τη ζωή περίπου σε δύο εκατομμύρια Αρμένιους. Ο συγγραφέας Ρίτσαρντ Καλινόσκι δανείστηκε τον τίτλο του από αυτό το τουρκικό γνωμικό για να αφηγηθεί μία ιστορία αγάπης μπλεγμένη με έναν ύμνο στην ανθρώπινη προσπάθεια να χαμογελά κόντρα στην καταστροφή.

    Στην παράσταση, που ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Στ. Λιβαθινού, στο «Εγνατία», η Ταμίλα Κουλίεβα υποδύεται την πάντα αισιόδοξη Σέτα που ξεκινά από την πατρίδα της για την Αμερική για μια καινούργια ζωή και αναζητώντας την αγάπη. «”Το κτήνος στο φεγγάρι” ήταν η πρώτη μου παράσταση στην Ελλάδα, στο πρώτο ανέβασμά της το 1999. Η διανομή της σημερινής παράστασης είναι ίδια με εκείνης του 1999. Είναι μια παράσταση που αγαπήσαμε πάρα πολύ και που τώρα ουσιαστικά κλείνει τον κύκλο της στη Θεσσαλονίκη. Χαίρομαι πολύ που βρισκόμαστε εδώ γιατί θεωρώ τους Θεσσαλονικείς απαιτητικό κοινό που ξέρει να ξεχωρίζει και να εκτιμά τις καλές παραστάσεις. Βλέπω ότι υπάρχει ανάγκη για καλές δουλειές».

    Πώς είναι να επανέρχεστε σε ένα ρόλο που έχετε ερμηνεύσει στο παρελθόν;
    Προφανώς, έχει μεσολαβήσει μια δεκαετία και αυτό σημαίνει ότι έχω κερδίσει πολλά από την εμπειρία ως ηθοποιός. Ακόμη, έχει αλλάξει πολύ η σχέση μου με τη γλώσσα. Δεν είχα την άνεση που έχω τώρα. Μπορώ να διακρίνω, να χρησιμοποιήσω και να απολαύσω όλες τις γλωσσικές λεπτομέρειες του κειμένου.

    Τι θέλει να πει ο Καλινόσκι με τον τίτλο του έργου;
    Οι δύο κύριοι χαρακτήρες του έργου προέρχονται από την Τουρκία και κουβαλούν στις αποσκευές τους την πικρή εμπειρία της αρμενικής γενοκτονίας. Ο τίτλος, δανεισμένος από ένα παλιό γνωμικό, αναφέρεται μεταφορικά – πιστεύω – σε αυτό που εννοούμε όταν μιλούμε για τον «άλλο μας εαυτό». Ο εαυτός μας που πολλές φορές μας τρομάζει κιόλας. Δεν τον γνωρίζουμε και εκδηλώνεται ξαφνικά και αναπάντεχα σε ακραίες περιπτώσεις.

    Η ιστορία για μένα αφορά το πώς καταφέρνει ένας άνθρωπος να αφήσει τα φαντάσματα του παρελθόντος και να δει τη ζωή και το μέλλον με θετική ματιά. Κάτι καθόλου εύκολο, φυσικά, ιδίως έπειτα από τόσο τραγικές εμπειρίες σαν και αυτές των ηρώων του έργου. Πάντα υπάρχει ένα παραθυράκι με φως.

    Μπορεί ο Έλληνας, και συγκεκριμένα ο σύγχρονος Έλληνας, να ταυτιστεί με όσα διαδραματίζονται επί σκηνής;
    Πιστεύω ότι αυτή η ιστορία του Αράμ, του Αρμένιου μετανάστη στην Αμερική που ερωτεύεται μέσα από τη φωτογραφία το κορίτσι που λέγεται Σέτα, είναι μια ιστορία πάρα πολύ οικεία στους Έλληνες, οι οποίοι επίσης μετανάστευαν στο εξωτερικό και συχνά προσπαθούσαν να βρουν Ελληνίδα νύφη μέσα από φωτογραφία. Από την άλλη, σήμερα ακούμε για όλο και περισσότερους Έλληνες που πάνε έξω προσπαθώντας να βρουν καλύτερο μέλλον. Η ιστορία επαναλαμβάνεται, λοιπόν, υπογραμμίζοντας έτσι τη διαχρονικότητα του έργου.

    Ποιες είναι οι προκλήσεις που κρύβει ο χαρακτήρας της Σέτα για μια ηθοποιό;
    Καταρχήν πρόκειται για ένα χαρακτήρα που εξελίσσεται, που μεγαλώνει κατά τη διάρκεια του έργου. Ξεκινά ως ένα 15χρονο κοριτσάκι και καταλήγει ώριμη γυναίκα. Βλέπουμε τι συμβαίνει σε αυτό το ζευγάρι στην πορεία 15 χρόνων. Από κει και πέρα αυτό που πάντα δανειζόμουν από τη Σέτα είναι ο τεράστιος δυναμισμός της. Η τεράστια δύναμη, υπομονή και επιμονή της. Καταφέρνει να κοιτάξει το μέλλον και να παρασύρει και το σύζυγό της να ξεκολλήσει από το παρελθόν. Δεν μπορούμε να ζούμε με τις αναμνήσεις μόνο. Παρακολουθούμε στο έργο, λοιπόν, πώς κατορθώνει η Σέτα και κερδίζει βηματάκι βηματάκι αυτόν τον αγώνα, και μαζί με αυτόν και τον άνδρα της, αποκτώντας μαζί του μια σχέση ουσιαστική, ανθρώπινη και συντροφική.

    25.12.2011, Σκανδυλά Χάιδω «Ταμίλα Κουλίεβα: Πάντα υπάρχει ένα παραθυράκι με φως», Αγγελιοφόρος της Κυριακής

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Το Κτήνος στο Φεγγάρι

    Όταν το Κτήνος στο Φεγγάρι, του Richard Kalinoski, ανέβηκε πριν δέκα χρόνια στην Αθήνα, έγινε – ομολογουμένως όχι άδικα – η παράσταση της χρονιάς. Μια από τις πρώτες γόνιμες συνεργασίες του πολύ καλού Δημήτρη Τάρλoου με τον Στάθη Λιβαθινό, αλλά και εναρκτήρια παράσταση της νεοσύστατης τότε εταιρίας ΔΟΛΙΧΟΣ, ήταν ο λόγος που έβαλε το όμορφο θέατρο ΠΟΡΕΙΑ στο χάρτη της θεατρικής πιάτσας, συστήνοντας μας ταυτόχρονα και την Ταμίλια Κουλίεβα.

    Ακριβώς δέκα χρόνια μετά, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Πορεία, ζωντανεύει ακόμη μια φορά το «Κτήνος», σε μια παράσταση που πάει πέρα από το επετειακό του πράγματος, μιας και το θέμα που πραγματεύεται, αυτό της προσφυγιάς, είναι γονιδιακά καταγεγραμμένο μέσα μας και δεν αποτυγχάνει ποτέ να μας συγκινήσει…

    Το βασικότερο προσόν όμως, του γλυκόπικρου έργου του Kalinoski είναι… το ίδιο το έργο. Γραμμένο στο πρότυπο εκατοντάδων πολιτικοκοινωνικών έργων του είδους, χωρίς να ξεφεύγει από τη νόρμα, πάει ένα βήμα παρακάτω. Κείμενο εξαιρετικά καλογραμμένο και πλούσιο σε επίπεδα και συμβολισμούς, αποφεύγει το διδακτισμό, την καταγγελία και την προπαγάνδα. Από ένα σημείο και μετά δε βλέπεις ένα έργο για έναν κυνηγημένο λαό, αλλά για κάθε άνθρωπο που αναγκάζεται να συνεχίσει τη ζωή του, κουβαλώντας μέσα του τα φαντάσματα του παρελθόντος.

    Μέσα από μια σειρά σκηνών, παρακολουθούμε εικόνες από την καθημερινή ζωή ενός ζευγαριού προσφύγων από την Αρμενία: του φωτογράφου Αράμ και της ανήλικης «νύφης από φωτογραφία», Σέτα, από τη στιγμή που καταφεύγουν στην Αμερική με το όνειρο μιας καινούργιας ζωής και την ελπίδα της ενσωμάτωσης σε μια ανοίκεια χώρα. Η διερεύνηση της νέας ζωής, η αλληλεπίδραση δυο αρχικά αγνώστων που ξαφνικά ονομάζονται ζευγάρι, η συνύπαρξή τους, η αγωνία τους για ένα παιδί, καθώς και όλα τα προβλήματα που προκύπτουν από την καθημερινή ζωή δυο ανθρώπων σε έναν ξένο τόπο.

    Ο Δημήτρης Τάρλοου και η Ταμίλα Κουλίεβα αναμετριούνται με τους χαρακτήρες του Αράμ και της Σέτα, δέκα χρόνια μετά την πρώτη τους συνάντηση, χωρίς να έχουν χάσει ίχνος από την επικοινωνία τους με τους ρόλους και τη μεταξύ τους χημεία. Από τη στιγμή που κλείνουν την πόρτα του ρεαλιστικού σκηνικού της Ελένης Μανωλοπούλου, δίνουν την αίσθηση ότι ολόκληρος ο υπόλοιπος κόσμος μένει απ’ έξω, δίνοντας ζωή σε μια χαμένη πατρίδα με αμέτρητα φαντάσματα και μνήμες.

    Έχοντας αφομοιώσει τους χαρακτήρες και την πορεία τους στο χρόνο, εξελίσσονται σταδιακά στη σκηνή με έναν μοναδικό τρόπο. Η Σέτα από φοβισμένο παιδί μεταμορφώνεται σε συνειδητοποιημένη γυναίκα μέσα σε 2 μόλις ώρες, ενώ ο σκληρός Αράμ, χάρη στην ελεγχόμενη υποκριτική του Τάρλοου, αφήνει ρωγμές της ευαισθησίας του να φαίνονται σε ανύποπτο χρόνο. Και οι δυο μέχρι το τέλος της παράστασης, χάρη στην εμπνευσμένη καθοδήγηση του Στάθη Λιβαθινού, κατορθώνουν να γίνουν οικείοι μας και να μας παρασύρουν στη δική τους πραγματικότητα.

    Ο μικρός Ρωμανός Μπολώτας στο ρόλο του «καταλύτη» Βίντσεντ κι ο Γιώργος Μπινιάρης στο ρόλο του αφηγητή συμπληρώνουν διακριτικά το πρωταγωνιστικό ζευγάρι, ενώ ιδιαίτερη αναφορά αξίζει και η αγαπημένη από το πρώτο κιόλας ανέβασμα, μουσική του Αρμένιου Haig Yaszdjian, που καταφέρνει να πλημμυρίσει τη σκηνή με τη μελαγχολική νοσταλγία της χαμένης πατρίδας.

    Αν δεν είχατε την τύχη να παρακολουθήσετε το Κτήνος στο Φεγγάρι στο πρώτο του ανέβασμα, μην αμελήσετε να επισκεφτείτε φέτος το θέατρο Πορεία. Δεν πρόκειται για μια απλή αναβίωση μιας παλιάς επιτυχίας, ούτε για μια επετειακή μουσειακή παράσταση. Το κτήνος εξακολουθεί να είναι παλλόμενο και ζωντανό και να διεκδικεί στενά την πιο βαθιά συγκίνηση σας. (…)

    08.12.2009, Ευαγγελάτος Γεράσιμος «Το Κτήνος στο φεγγάρι», www.mixtape.gr

  • Το Αμερικανικό Όνειρο σαν εφιάλτης

    Στο θεατρικό έργο «Το Κτήνος το Φεγγάρι» δυο Αρμένιοι, παντρεμένοι δια αντιπροσώπου στην Κωνσταντινούπολη, θα συναντηθούν για πρώτη φορά στην Αμερική της δεκαετίας του ’20 να ξεκινήσουν τη ζωή τους. Δυο ξένοι σε μια ξένη χώρα, δυο νέοι άνθρωποι που πρέπει να ανακαλύψουν πρώτα ο ένας τον άλλον και μετά να σταθούν μαζί σε ό,τι πρωτόγνωρο ανοίγεται μπροστά τους. Η διπλή αυτή πορεία δεν είναι εύκολη. Ο Αράμ κι η Σέτα Τομασιάν φέρουν βαριά τα τραύματα της αρμενικής γενοκτονίας του 1915. Εκείνοι γλίτωσαν, όχι όμως κι οι οικογένειές τους. Ο καθένας τους θα κρατήσει διαφορετική στάση απέναντι στην προσωπική του τραγωδία, και αυτό μοιραία θα επηρεάζει το γάμο τους.

    Η Σέτα αντιμετωπίζει με κέφι και περίσσια αντοχή τη ζωή. Με μια δίψα για το καινούριο και με μια δύναμη παιδικής ορμής θα έλθει σε επαφή με την μεσοπολεμική Αμερική και θα της ανοιχτεί. Οι πληγές της είναι κρυμμένες, αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν. Θα προσπαθήσει να αντλήσει δύναμη από τον σύζυγο της, αλλά και από οτιδήποτε της προσφέρει η ζωή όπως εκτυλίσσεται. Ο Αράμ, από την άλλη, νιώθει βαριά την υποχρέωση της συνέχειας της οικογένειάς του, αλλά και της παράδοσης. Για την προσωπική του ισορροπία είναι αναγκαία η διατήρηση της μνήμης, η διαιώνιση. Κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν….

    Το ζευγάρι όμως θα ανακαλύψει πως δεν μπορεί να κάνει παιδιά εξαιτίας του υποσιτισμού της Σέτα στα χρόνια του αρμενικού διωγμού. Η στάση του καθενός απέναντι στο πρόβλημα θα είναι διαφορετική και μέσα από αυτήν αναφαίνεται η πορεία δύο ανθρώπων να αναμετρηθούν με τις ατομικές τους τραγωδίες, να προσεγγίσουν ο ένας τον άλλον μέσα από αυτές, εν τέλει να γνωριστούν και να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα στο τέλος αυτής της πορείας. Τα χρόνια περνούν, οι δουλειές του Αράμ Τομασιάν θα αρχίσουν να πηγαίνουν καλύτερα, η Σέτα θα αρχίσει να ταΐζει κρυφά από τον άντρα της τα ορφανά της γειτονιάς σε μια προσπάθεια υποκατάστασης. Ο άντρας της θα αντιδράσει όταν το ανακαλύψει, σταδιακά όμως η Σέτα θα του επιβληθεί. Ένα από αυτά τα ορφανά θα μπει βαθιά στη ζωή τους. Είναι ο μόνος τρόπος για να αρχίσουν να αποτραβιούνται οι σκιές…

    Ο Στάθης Λιβαθινός επαναφέρει μετά δέκα ολόκληρα χρόνια την ίδια παράσταση με τους ίδιους ηθοποιούς στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Απέφυγε τον εύκολο δρόμο του εύπεπτου συναισθηματισμού κι επέλεξε να τιθασεύσει την αγριότητα της μνήμης που αναβιώνει. Η Ταμίλα Κουλίεβα έφερε σε πέρας το δύσκολο ρόλο της δεκαεπτάχρονης στην αρχή του έργου Σέτα που μεγαλώνει σταδιακά μέσα στα χρόνια, δίνοντας με μέτρο και ανεπαίσθητη διαρκή κλιμάκωση αυτή την αλλαγή. Η Σέτα της Κουλίεβα είναι μια γυναίκα που αγαπά τη ζωή και γι’ αυτό παρασύρει και τους γύρω της στην ίδια στάση. Ο Δημήτρης Τάρλοου εμφάνισε έναν Αράμ σκληρό αλλά όχι άτεγκτο, παγιδευμένο σε εφιάλτες που μόνο ο γλυκός ρεαλισμός της γυναίκας του θα τον βοηθήσουν να ξεπεράσει. […]

    03.02.2010, Συκοφάγος «Το Αμερικανικό Όνειρο σαν εφιάλτης», kelaidismata.wordpress.com

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Το κτήνος στο φεγγάρι: Ένα από τα φετινά «φαβορί» της σαιζόν

    Έντονες μνήμες, συναίσθημα και πολύ καλές ερμηνείες, χαρακτηρίζουν την συγκινητική αυτή παράσταση του Στάθη Λιβαθινού που συγκαταλέγουμε ήδη σε μία από τις καλύτερες αυτής της σαιζόν.

    Μια σημαντική επιστροφή πραγματοποιεί ο αγαπημένος μας σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός, με την παράσταση «Το κτήνος στο φεγγάρι», του Αμερικανού Richard Kalinoski. Στο θέατρο Πορεία με μια ομάδα εκλεκτών συντελεστών.

    Πάνε δέκα χρόνια από τότε που ο Σ. Λιβαθινός συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τον ηθοποιό Δημήτρη Τάρλοου. «Το κτήνος στο φεγγάρι» τότε (στο Από Μηχανής θέατρο το 1999) είχε αποσπάσει τα καλύτερα σχόλια από κριτικούς και κοινό. Ήταν μάλιστα και η πρώτη φορά που «βγήκε» η Ταμίλα Κουλίεβα στο θέατρο. Μια παράσταση-ορόσημο για την εταιρεία θεάτρου «Δόλιχος» του Δ. Τάρλοου, επιστρέφει στο «σπίτι» της, με τους ίδιους πρωταγωνιστές, και συγκινεί με την υποβλητική της ατμόσφαιρα.

    Ένα δράμα για δύο πρόσωπα

    Μεταφερόμαστε χρονικά ανάμεσα στο 1921 και το 1933, στο Milwaukee του Wisconsin. Σε ένα όμορφο σπίτι κατοικεί ο εικοσάχρονος Αράμ Τομασιάν, ένας Αρμένιος-μοναδικός επιζών της οικογένειάς του από τη γενοκτονία του 1915. Ζει την καινούργια του ζωή, εργαζόμενος ως φωτογράφος, όμως οι μνήμες είναι βαθιά χαραγμένες στο μυαλό του. Μια φωτογραφία ακρωτηριασμένη «στολίζει» το σαλόνι του ενώ πάλι μέσω μιας φωτογραφίας επιλέγει για νύφη την μόλις 14 χρονών Σέτα. Από την Αρμενία κι εκείνη, η «νύφη της φωτογραφίας» καταφτάνει με την πάνινη κούκλα της και με τη ζωντάνια της ηλικίας της προσπαθεί να προσαρμοστεί στη καινούργια της ζωή, πλάι στον Αράμ.

    Σκοπός τώρα-σχεδόν εμμονή-του Αράμ είναι η γέννηση των απογόνων. Μόνο τότε θα συμπληρωθούν τα κενά στην ακρωτηριασμένη φωτογραφία του Αράμ. Όμως η Σέτα, έχοντας περάσει μέρες ασιτίας κατά το παρελθόν, αποδεικνύεται στείρα. Το γεγονός αυτό προκαλεί αναστάτωση στο ζευγάρι. Προσκολλημένος στο παρελθόν, δεν μπορεί να προχωρήσει. Μπερδεμένη η Σέτα, σίγουρα όμως με πιο θετική διάθεση, αντιμετωπίζει με περισσότερη αισιοδοξία το μέλλον. Ύστερα από χρόνια, η «επίσκεψη» του νεαρού Βίνσεντ θα αποτελέσει «σανίδα σωτηρίας» για το ζευγάρι…

    Ηλεκτρισμένη-από μνήμες-ατμόσφαιρα

    Με ακρίβεια σε όλες τις σκηνές, ο Σ. Λιβαθινός «παίζει» με τα συναισθήματα χωρίς ποτέ να ξεφεύγει. Το παρελθόν «μπερδεύεται» με το παρόν διατηρώντας μια θαυμαστή ισορροπία. Είναι κι ο Αφηγητής που βοηθάει σε αυτό. Τα πράγματα είναι η αφετηρία και μέσα από αυτά ξεδιπλώνεται ο πόνος, ο μαρασμός κι εν τέλει η αισιοδοξία. Συναισθήματα που κλιμακώνονται και χαμόγελα που κρύβουν τόση δυστυχία.

    Ιδανικό-για τους ρόλους-ζευγάρι, ο Δημήτρης Τάρλοου είναι ο Αράμ και η Ταμίλα Κουλίεβα η Σέτα. Μακράν η καλύτερη εμφάνιση του Δ. Τάρλοου, από όσες τον έχουμε δει έως σήμερα. Μετρημένος, ταγμένος στη διαιώνιση των Αρμενίων, ουσιαστικά δεν χαίρεται τον γάμο του. Έκπληκτοι παρακολουθούμε την Τ. Κουλίεβα, την οποία στο παρελθόν ίσως να τη χαρακτηρίζαμε «υπερβολική». Ουδεμία σχέση. Βλέπουμε την πορεία της έφηβης που σιγά-σιγά γίνεται γυναίκα, χρησιμοποιώντας το μυαλό της και κοιτώντας πάντα μπροστά. Στον ρόλο του Αφηγητή (Κύριος) η τόσο ταιριαστή φιγούρα του Γιώργου Μπινιάρη. Μας παίρνει από το χέρι και μας «τραβάει» πίσω, στο παρελθόν του Αράμ και της Σέτα. Ύστερα χάνεται, σαν σκιά, για να επανέλθει όταν πρέπει. Τον μικρό Φίλιππο Μοσχάτο (διπλή διανομή με τον Ρωμανό Μπολώτα), είδαμε στον ρόλο του Βίνσεντ. Από τους πολύ καλούς «μικρούς» του θεάτρου, πραγματοποιεί μια εμφάνιση τουλάχιστον αξιοπρεπή. Εισβάλλει στη ζωή του ζευγαριού και γίνεται η ευχάριστη «νότα» τους.

    Η μαγεία της μουσικής και των σκηνικών

    Είναι από τις λίγες φορές που η μουσική μιας παράστασης εντυπώνεται στο μυαλό μας. Ο σπουδαίος μουσικός Haig Yazdjian (γεννημένος στη Συρία από γονείς Αρμένιους), «ντύνει» την παράσταση με ήχους που προέρχονται από την Αρμενία, τονίζοντας την όλη ατμόσφαιρα του έργου. Στην ευέλικτη σκηνή του θεάτρου Πορεία, έχει στηθεί ένα ολόκληρο νοικοκυριό πίσω από τέσσερις πόρτες (σκηνικά και κοστούμια Ελένη Μανωλοπούλου). Οι ήρωες μπαίνουν και βγαίνουν, φέρνουν στη σκηνή αλλά και κρύβουν τις αναμνήσεις τους. Στα συν και οι «σκοτεινοί» φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου.

    Φεύγοντας

    Ήμασταν υποψιασμένοι ότι θα μας άρεσε η παράσταση, όπως και τελικά συνέβη. Ίσως είναι λίγο νωρίς ακόμη, όμως πιθανότατα θα τη συγκαταλέξουμε στις καλύτερες της σαιζόν. Δύο ώρες γεμάτες συναίσθημα κι έντονες μνήμες που αξίζει να δείτε. Μη παραλείψετε να αγοράσετε το πρόγραμμα της παράστασης, το οποίο περιλαμβάνει και το έργο.

    18.11.2009, Σφοντούρη Κατερίνα «Το κτήνος στο φεγγάρι: Ένα από τα φετινά «φαβορί» της σαιζόν», in2life.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Οι Στ. Λιβαθινός, Τ. Κουλίεβα και Δ. Τάρλοου στο elculture.gr