Θέατρο της Οδού Κυκλάδων – Λευτέρης Βογιατζής»
Πρώτη παράσταση: 24 Νοεμβρίου 2022
Πολιτιστικός Οργανισμός «Λυκόφως» Γιώργου Λυκιαρδόπουλου & POLYPLANITY productions
Η παράσταση βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα-σημείο αναφοράς του Άλφρεντ Ντέμπλιν, ενός από τους σημαντικότερους Γερμανούς συγγραφείς του εικοστού αιώνα, η διασκευή του οποίου σε μίνι σειρά από τον Fassbinder τη δεκαετία του 1980 έχει αφήσει εποχή.
Οι αλλεπάλληλοι κύκλοι της ζωής ενός προσφάτως αποφυλακισθέντα. Ο κύκλος του έρωτα, ο κύκλος της τιμιότητας, ο κύκλος της επιβίωσης, ο κύκλος του θανάτου, μέσα από μια αλυσίδα από συναρπαστικά γεγονότα που συνθέτουν τον τραγικό βίο του Φραντς.
Η παράσταση του Στάθη Λιβαθινού αναδεικνύει την εποποιία ενός μικρού ανθρώπου στο Βερολίνο του Μεσοπολέμου.
Με το «BERLIN ALEXANDERPLATZ» συμπληρώνονται περισσότερα από 20 χρόνια της ιστορικής πορείας που διαγράφει για το ελληνικό θέατρο η δημιουργική συνεργασία του Στάθη Λιβαθινού με τη σταθερή ομάδα ηθοποιών και συντελεστών που καθοδηγεί από το 2001 και με την οποία υπογράφει και αυτό το ανέβασμα.
Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός
Διασκευή: Έλσα Ανδριανού, Στάθης Λιβαθινός με τη συμβολή των ηθοποιών της παράστασης
Στίχοι τραγουδιών: Άρης Τρουπάκης
Σκηνικά / Κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Μουσική: Μιχάλης Λατουσάκης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Θωμαΐς Τριανταφυλλίδου
Βοηθός Σκηνογράφου | Ενδυματολόγου: Έμιλυ Κουκουτσάκη
B’ Βοηθός Σκηνογράφου | Ενδυματολόγου: Μαρία Ντάρμου
Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
Video Trailer: Χρήστος Δήμας
Οπτική Ταυτότητα Παράστασης: busybuilding
Διεύθυνση Παραγωγής: Κατερίνα Μπερδέκα
Παίζουν: Βασίλης Ανδρέου, Γιώργος Δάμπασης, Νίκος Καρδώνης, Στάθης Κόικας, Λίλλυ Μελεμέ, Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, Δημήτρης Παπανικολάου, Μαρία Σαββίδου, Θεόβη Στύλλου, Άρης Τρουπάκης, Δημήτρης Φιλιππίδης
-
Συν & Πλην: «Berlin Alexanderplatz» στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων
Μια σύνοψη των θετικών και αρνητικών σημείων για «Berlin Alexanderplatz» σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού που ανεβαίνει στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων.
Το έργο
Αν η Δημοκρατία της Βαϊμάρης καλούνταν να αφηγηθεί στιγμές του χρονικού της, θα χρειαζόταν οπωσδήποτε να ανατρέξει στην εποποιΐα του Άλφρεντ Ντέμπλιν. Ένα βιβλίο που κυκλοφορεί το 1929 και αφουγκράζεται με εμβρίθεια τους κοινωνικούς, πολιτικούς, πνευματικούς κραδασμούς μιας Γερμανίας στο μεταίχμιο: Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά τη διάρκεια της πρώτης γερμανικής δημοκρατίας, όπου το χάος και η κοινωνική διάλυση διαδέχεται μια μεγάλη εσωτερική οικονομική αναγέννηση. Μα και πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με το ναζισμό να κερδίζει διαρκώς έδαφος και τελικά να επικρατεί με τις γνωστές, ολέθριες συνέπειες.
Ο Ντέμπλιν παρακολουθεί, σε 13 κεφάλαια, αυτή την ιλιγγιώδη διαδρομή με άξονα ένα πρόσωπο: Τον Φραντς Μπίμπερκοπφ, πρώην εργάτη στην βιομηχανία τσιμέντου, άρτι αποφυλακισθέντα για τον φόνο της συντρόφου του και με διάθεση να «μείνει τίμιος» ως «γνήσιος Γερμανός, Άρειος». Στην προσπάθεια του αυτή, ασχολείται με το εμπόριο, στην πραγματικότητα κάνει δουλειές του ποδαριού – πουλάει μικροαντικείμενα, εφημερίδες που προάγουν το εθνικιστικό φρόνημα – αλλά δεν αποφεύγει να μπει στον πειρασμό της παρανομίας. Μέχρι που θα τον ρουφήξει αχόρταγα στον πάτο της, όπως χιλιάδες άλλους στο μεσοπολεμικό Βερολίνο και θα κινδυνεύσει να χαθεί στη μαύρη του άβυσσο, όσες φορές κι αν επιστρέφει στην επιφάνεια για να πάρει ανάσες καθαρού αέρα.
Σε ένα περιβάλλον όπου βασιλεύει η φτώχεια, η βία, η εγκληματικότητα, η ανέχεια περιφέρεται «ένας ανθρωπάκος με απερίσκεπτη ζωή», αντανακλώντας μιαν ανέλπιδη εποχή όπου ο λαός κυριολεκτικά πεινάει, οι νεκροί από την ασιτία αριθμούνται σε χιλιάδες και η απόγνωση είναι ένα συλλογικό σύμπτωμα με ελάχιστες εξαιρέσεις.
Ο Άλφρεντ Ντέμπλιν, γιατρός στο επάγγελμα, τοποθετεί τη δράση του μυθιστορήματος του στην Berlin Alexanderplatz, ένα διαχρονικό τοπόσημο, συνδεδεμένo με σειρά ιστορικών γεγονότων – από την εποχή των αρχών του 19ου αιώνα, μέχρι και την πτώση του Τείχους – ως κέντρο συγκοινωνιών, εμπορίου, τόπο διαδηλώσεων και εξεγέρσεων. Το έργο του κυκλοφορεί τέσσερα χρόνια πριν ο ίδιος αυτοεξοριστεί στην Ελβετία κυνηγημένος ως Εβραίος από την επέλαση του ναζισμού. Προδημοσιεύεται στην εφημερίδα της Φρανκφούρτης και γνωρίζει μεγάλη επιτυχία. Η κινηματογραφική δομή του προσελκύει το ενδιαφέρον κινηματογραφιστών με γνωστότερο το εγχείρημα του Ράινερ Φασμπίντερ που, για λογαριασμό της τηλεόρασης της Δυτικής Γερμανίας, γυρίζει μια μίνι σειρά 14 επεισοδίων το 1980.
Για το ανέβασμα του Θεάτρου της Οδού Κυκλάδων, το έργο του Ντέμπλιν διασκευάστηκε από την δραματολόγο Έλσα Ανδριανού σε συνεργασία με το σκηνοθέτη της παράστασης Στάθη Λιβαθινό και την συνδρομή των ηθοποιών της.
Η παράσταση
Αναλαμβάνοντας για μια ακόμη φορά τη θεατρική μεταφορά ενός επικού μυθιστορήματος (θυμίζουμε τον «Ηλίθιο» του Ντοστογιέφσκι), ο Στάθης Λιβαθινός παραδίδει μια άρτια παράσταση συνόλου. Το, κατά Λιβαθινό, «Berlin Alexanderplatz», παρά τις αδυναμίες του, αναβλύζει από υψηλή θεατρικότητα, αισθητική και χαίρει καλών ερμηνειών. Σίγουρα, ένα ακόμα δύσκολο κερδισμένο στοίχημα για τον σκηνοθέτη και την ομάδα του.
Τα Συν (+)
Η διασκευή
Η θεατροποίηση ενός επικού μυθιστορήματος, όπως το «Berlin Alexanderplatz», προϋποθέτει εξαρχής μια σοβαρότατη πρόκληση, την οποία εδώ αντιμετωπίζει η μεταφράστρια και δραματουργός Έλσα Ανδριανού – σε συνεργασία με τον Στάθη Λιβαθινό. Οι ήρωες, η εποχή και τα αδιέξοδα της, η γλώσσα και ο ρυθμός του βιβλίου αποκτούν σώμα μέσα από σύντομες σκηνές – (κάποιες φορές αγχωτικά σύντομες – ό,τι κι αν σημαίνει αυτό). Σαν αποτέλεσμα, η συνθήκη της αφήγησης και των καθαυτών ρόλων διαπλέκονται σε μια εύρυθμη συνομιλία, μολονότι οι ρόλοι συρρικνώνονται, χάνοντας την ευρωστία τους.
Η σκηνοθεσία
Ο κινηματογραφικός χαρακτήρας του μυθιστορήματος μοιάζει να οδηγεί και την σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού. Η παράσταση υιοθετεί ένα ταχύ, συχνά καταιγιστικό ρυθμό, όπου – όπως και στο βιβλίο – παρεμβάλλονται διαλείμματα αφήγησης, τραγούδια κ.α. Μέσα στον πλούτο των ερεθισμάτων με καμπαρέ αισθητική και γκροτέσκα στοιχεία, οι βασικοί ήρωες παίρνουν σχήμα, οι χαρακτήρες και τα γεγονότα αναπτύσσονται – αν και υπάρχουν σκηνές που χρονικά και αφηγηματικά είναι σημαντικά ‘ρηγμένες’ σε σχέση με άλλες. Πάντως, όπως είθισται στις σκηνοθεσίες Λιβαθινού, και το «Berlin Alexanderplatz» είναι μια παράσταση συνόλου και υψηλής θεατρικότητας. Επιπλέον, με μεγάλο ενδιαφέρον παρατηρούμε και τις κινησιολογικές ιδέες που αφομοιώνονται μέσα στη δράση και ενισχύουν την παράσταση σε φαντασία και λυρισμό.
Οι ερμηνείες
Ως έναν καλοκουρδισμένο μηχανισμό με πολλές και παράλληλες λειτουργίες μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την 11μελή διανομή της παράστασης. Έχοντας, οι περισσότεροι, ασκηθεί ως ομάδα – σταθεροί συνεργάτες του Λιβαθινού γαρ – αφήνουν να αναδυθεί ένας κοινός κώδικας όπου το δράμα και η τραγωδία εναλλάσσεται με τη σάτιρα και το γκροτέσκ. Δεν υπάρχει ηθοποιός που περνά απαρατήρητος στο θίασο.
Ο Γιώργος Δάμπασης υποδύεται τον καταραμένο Φραντς Μπίμπερκοπφ (στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης) με το ψυχαναλυτικό βάθος και την απελπισία που του πρέπει. Ο Άρης Τρουπάκης χειρίζεται με μέτρο το ρόλο του Ράινχολντ και αποδίδει ένα γνήσια κακό, αν όχι μισάνθρωπο ήρωα. Σε πλήθος ερμηνευτικών καθηκόντων συναντάμε τους Δημήτρη Παπανικολάου, Μαρία Σαββίδου (κυρίως ως αφηγητές), Βασίλη Ανδρέου, Νίκο Καρδώνη, Λιλλύ Μελεμέ. Από τη νεότερη γενιά συνεργατών του Λιβαθινού, με αξιώσεις παρακολουθούμε ξανά τους Στάθη Κόϊκα και Δημήτρη Φιλιππίδη ενώ νεόφερτες στο σχήμα αλλά με καλές επιδόσεις και οι Πολυξένη Παπακωνσταντίνου και Θεόβη Στύλλου.
Η μουσική – Οι στίχοι
Η μελαγχολία του γερμανικού καμπαρέ αναδεικνύεται στις συνθέσεις του Μιχάλη Λατουσάκη και είναι καθοριστική στη μεταφορά της ατμόσφαιρας εποχής. Όσο για τους στίχους των τραγουδιών που ακούγονται, εξαιρετική δουλειά έχει κάνει ο Άρης Τρουπάκης – εμπνευσμένος από το λόγο του Άλφρεντ Ντέμπλιν – ενώ σε ένα τραγούδι υπογράφει στίχους και ο Βασίλης Ανδρέου.
Η όψη της παράστασης
Είναι ‘διάσημη’ η χωροταξική δυσκολία που παρουσιάζει το Θέατρο της Οδού Κυκλάδων, πόσο μάλλον όταν ένας πολυπρόσωπος θίασος την κατοικεί και το έργο προϋποθέτει με διαρκή εναλλαγή ‘τοποθεσιών’. Γι’ αυτό η δουλειά της Ελένης Μανωλοπούλου να αξιοποιήσει κάθε σπιθαμή του χώρου από τη μια αλλά και να δημιουργήσει σκηνικούς χώρους ελεύθερης και ποιητικής ερμηνείας από την άλλη, είναι αξιοσημείωτη. Μαζί τα κοστούμια και οι κομμώσεις απηχούν το πνεύμα και την αισθητική της εποχής. Ωραίες ατμόσφαιρες παράγονται και χάρη στους φωτισμούς του Αλέκου Αναστασίου.
Τα Πλην (-)
Η αφηγηματική συμπίεση πολλών κεφαλαίων
Η αγωνία να χωρέσει όσο το δυνατόν περισσότερο υλικό σε λιγότερο χρόνο δημιουργεί μια σύγχυση στην αφήγηση και κατ’ επέκταση στην ανάπτυξη των ρόλων. Κάποιες σκηνές ‘τρέχουν’ με μεγάλη ταχύτητα και οι εναλλαγές είναι πολύ πυκνές, σε σημείο που η παρακολούθηση της παράστασης δυσκολεύει. Ειδικά, αν κανείς δεν έχει διαβάσει το βιβλίο ή δεν γνωρίζει το ιστορικό υπόβαθρο της εποχής μπορεί και να χαθεί.
Το άθροισμα (=)
Μια γενναία προσπάθεια θεατροποίησης του επικού μυθιστορήματος του Ντέμπλιν από τον Στάθη Λιβαθινό με σημεία σαφούς υπεροχής στη θεατρικότητα και στις ερμηνείες της πρωταγωνιστικής ομάδας.
17.01.2023, Χαραμή Στέλλα «Συν & Πλην: «Berlin Alexanderplatz» στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων», www.monopoli.gr
Για το link πατήστε εδώ
-
Είδαμε: «Berlin Alexanderplatz» σε σκηνοθεσία Στ. Λιβαθινού / «Προβλεπόμενη», ωραία δουλειά
Στο εκτενές μυθιστόρημα Βερολίνο Αλεξάντερπλατς -γραμμένο το 1929 από τον Άλφρεντ Ντέμπλιν και αναγνωρισμένο ως ένα από τα 100 καλύτερα βιβλία όλων των εποχών -ο Φραντς Μπίμπερκοπφ αποφυλακίζεται μετά από μια τετραετία. Επιστρέφοντας στην κοινωνία αποφασίζει να αλλάξει εξ ολοκλήρου. Επιθυμεί να γίνει “τίμιος”, να εφαρμόζει τους νόμους ή τουλάχιστον ό,τι εκείνος θεωρεί νόμιμο. Παρά τη θέλησή του δεν το καταφέρνει. Οι προκλήσεις που δέχεται είναι αλλεπάλληλες. Βρισκόμαστε στην εποχή του Μεσοπολέμου, σε μια περίοδο έντονων κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων, η ιδεολογική σύγχυση, η ταξική ανισότητα, η οικονομική εξαθλίωση πρωταγωνιστούν, είναι εξάλλου τότε που εδραιώνεται ο ναζισμός.
Πρώτο σημαντικό επίτευγμα που αποδεικνύει ότι έχουμε ένα παράδειγμα πετυχημένης μεταφοράς λογοτεχνικού έργου στη θεατρική σκηνή είναι το γεγονός ότι το πεντακοσίων περίπου σελίδων μυθιστόρημα του Ντέμπλιν -στη μικρή οθόνη ο Φασμπίντερ το απέδωσε με μια εκτενή τηλεταινία δεκαπέντε ωρών- οριοθετείται από τον Στάθη Λιβαθινό σε μια παράσταση, των 2,5 περίπου ωρών, με διακριτά συστατικά την εξέλιξη και τον ειρμό της. Πτυχές ενός ολόκληρου κόσμου, μαζί με ανθρώπινους τύπους της εποχής (συ)στήνονται με τη συνύπαρξη δράσης και αφήγησης, όχι όμως με έναν μονοδιάστατο χαρακτήρα η κάθε μια. Σε αρκετές στιγμές η αφήγηση δραματοποιείται, συμπληρώνοντας ένα καθαυτό -σκηνικό- συμβάν. Σε άλλες στιγμές εμφανίζεται η ιδιοτυπία η αφήγηση να μη συνταιριάζει με ό,τι βλέπουμε, να μην αναπαρίσταται δηλαδή πιστά ό,τι ακούμε, αλλά ταυτόχρονα να μεταβάλλεται, να εξελίσσεται σε κάτι άλλο, δίνοντας έτσι ώθηση στη συνολική ιστορία. Είναι, ωστόσο, αλήθεια, ότι ο καταιγισμός γεγονότων και προσώπων, με γοργούς ρυθμούς, μπορεί σε στιγμές να οδηγήσει σε σύγχυση και νοηματικές απώλειες, ειδικά έναν μη συνεχώς συγκεντρωμένο θεατή. Αναλογιζόμενοι βέβαια το εκτενές της προέλευσης δικαιολογούμε τη συνθήκη αυτή (αποτέλεσμα της διασκευής και της σκηνοθεσίας). Πάντως σε καμιά περίπτωση δεν υπάρχουν εκπτώσεις. Τα επιμέρους συμπράττουν στο να αποδώσουν την ατμόσφαιρα της μεσοπολεμικής Γερμανίας: η μουσική του Μιχάλη Λετουσάκη, που παραπέμπει ενίοτε σε καμπαρέ, το σκηνικό της Ελένης Μανωλοπούλου, με τα απομεινάρια από ένα κρεβάτι, καρέκλες, ένα πιάνο, αποδίδουν την πτώση, την ηθική εκ πρώτης, που επικρατεί στον περίγυρο, την πιο κυριολεκτική εντός ολίγου, με τα οικοδομικά συντρίμμια από τις ναζιστικές επιδρομές. Το σύνολο των ερμηνευτών-αφηγητών ( ο Δημήτρης Παπανικολάου και η Μαρία Σαββίδου έχουν τους πιο “καθοδηγητικούς” ρόλους, οι Βασίλης Ανδρέου και Νίκος Καρδώνης γοητεύουν κυρίως με τις φωνές τους, η αεράτη Λίλλυ Μελεμέ, ο Άρης Τρουπάκης, η Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, ο Δημήτρης Φιλιππίδης, ο Στάθης Κόικας και η Θεόβη Στύλλου) λειτουργούν με συντονισμό και κουμπώνουν στο δύσκολο αυτό εγχείρημα. Ξεχωρίζουμε τον Γιώργο Δάμπαση στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Φραντς, καθώς πείθει με την εσωτερική ταραχή-αποτέλεσμα των πάσης φύσεως διλημμάτων, που καταλήγει και σε εξωτερική αλλαγή.
Σύνολο: Παράσταση που διακρίνεται από αισθητική, θεατρική εμπειρία, γνώση του καλού θεάτρου. Αν και δεν περιέχει εκπλήξεις καταφέρνει να αποδώσει την ουσία της εμβληματικής -και απαιτητικής- πηγής της, χωρίς εκπτώσεις ή περιορισμούς.
12.01.2023, Ρουμπής Νίκος «Είδαμε: «Berlin Alexanderplatz» σε σκηνοθεσία Στ. Λιβαθινού / «Προβλεπόμενη», ωραία δουλειά», www.debop.gr
Για το link πατήστε εδώ
-
«BERLIN ALEXANDERPLATZ» | ΚΡΙΤΙΚΗ
Η παράσταση «BERLIN ALEXANDERPLATAZ», του Στάθη Λιβαθινού, βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Άλφρεντ Ντόμπλιν, είναι ένα κωμικοτραγικό έπος, βγαλμένο από τον υπόκοσμο του Βερολίνου, στην ταραγμένη εποχή του Μεσοπολέμου. Στο επίκεντρο αυτής της πολυεπίπεδης ξενάγησης, βρίσκεται ο Franz Biberkorf, ένας αντι-ήρωας, που μάταια αγωνίζεται να βρει τον δρόμο του μέσα στη σκοτεινιά μιας κοινωνίας που βαδίζει σταθερά προς το ναζισμό.
Το «Berlin Alexanderplatz» πρωτοεκδόθηκε στη Γερμανία το 1929 και παρέμεινε στην ιστορία της γερμανικής λογοτεχνίας ως το επιστέγασμα του γερμανικού μοντερνισμού. Ογκώδες, χειμαρρώδες και εξαιρετικά σύνθετο είναι ένα μωσαϊκό χαρακτήρων και ιστοριών σε μια συγκεκριμένη πολιτική, κοινωνική και ιστορική στιγμή του γερμανικού κράτους. Μοιάζει λίγο σαν ντοκουμέντο, λίγο σαν ψυχογραφία, λίγο σαν δραματουργία μιας εποχής.
Το έργο αφορά στη διαδρομή του Franz Biberkorf, η οποία είναι γεμάτη από έρωτες, μικρά και μεγάλα εγκλήματα. Ο πρωταγωνιστής είναι ένας άνθρωπος του περιθωρίου, που τιμωρήθηκε για τέσσερα χρόνια για μια δολοφονία που διέπραξε. Στη συνέχεια, αποφυλακίζεται και προσπαθεί να «αλλάξει ζωή», να διεκδικήσει μικρά, έστω, κομμάτια χαράς. Γίνεται συμμέτοχος ενός θαύματος, όταν γνωρίζει για πρώτη φορά την πραγματική αγάπη. Αλλά τα όμορφα πράγματα διαρκούν πολύ λίγο. Χάνει ό,τι τον κρατούσε πραγματικά ζωντανό, τη γυναίκα που αγάπησε. Τη δολοφονεί ένας σωματέμπορος. Του συμβαίνει, αυτό ακριβώς που έπραξε και ο ίδιος. Γιατί η ιστορία απλώς επαναλαμβάνεται.
Στη μικρή σκηνή του Θεάτρου της οδού Κυκλάδων, ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός, με την αρωγή της Έλσας Ανδριανού στη διασκευή, οπτικοποιούν εύγλωττα με επικά, αφηγηματικά και νουάρ στοιχεία – τύπου καμπαρέ – ένα δαιδαλώδες εγχείρημα. Για σχεδόν 2,5 ώρες, μέσα στον ευρηματικότατο σκηνικό χώρο της Ελένης Μανωλοπούλου ζωντανεύει μια φρενήρης τοιχογραφία με την πολυμορφία, τη συνεχή κίνηση, την ασταμάτητη βοή και τη χαοτική πραγματικότητας της καθημερινής ζωής, σε μια μεγαλούπολη όπως το Βερολίνο. Ένα βομβαρδισμένο τοπίο και μια ατμόσφαιρα πλήρους παρακμής και εγκατάλειψης. Εκεί, ο ήρωας προσπαθεί να ορθοποδήσει και να αποφύγει κάθε λογής σειρήνα στον διάβα του.
Την εικαστικότητα της παράστασης ενισχύουν τα κοστούμια της κ. Μανωλοπούλου, η μουσική του Μιχάλη Λατουσάκη, σαν ισότιμος συμπρωταγωνιστής της συνθήκης, δίνοντας κάθε φορά τον ρυθμό στα τεκταινόμενα, τα φώτα του Αλέκου Αναστασίου που φωτοσκιάζουν άλλοτε μικρούς επιτάφιους και άλλοτε μικρές αναστάσεις, στο σύμπαν του Ντόμπλιν.
Ο Γιώργος Δάμπασης πλάθει μεθοδικά τον ρόλο του σύνθετου «Φραντς», που περιπλανιέται στο Βερολίνο του 1920, άνεργος και χωρίς καμία προοπτική, αλλά με πίστη στον άνθρωπο και τις αξίες του, που τον κρατάει στη ζωή.
Το δίδυμο Βασίλης Ανδρέου και Νίκος Καρδώνης ανταποκρίνεται με ευχέρεια στους χαρακτήρες τους με ωραία φωνητικά προσόντα.
Ο ήρεμος Δημήτρης Παπανικολάου, η σπιρτόζα Μαρία Σαββίδου, η πληθωρική Λίλλυ Μελεμέ, ο ευθύβολος Άρης Τρουπάκης, η φινετσάτη Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, ο παρορμητικός Δημήτρης Φιλιππίδης, ο πειστικός Στάθης Κόικας και η συνεπής Θεόβη Στύλλου, κινούνται σαν στρόβιλοι επί σκηνής.«BERLIN ALEXANDERPLATZ», ένας κόσμος αληθινός και συνάμα μαγικός.
06.01.2023, Καρρά Ντίνα «BERLIN ALEXANDERPLATZ | ΚΡΙΤΙΚΗ», www.onlytheater.gr
Για το link πατήστε εδώ
-
Στο Φτερό / Κανείς δεν είναι αθώος ή Επική νωπογραφία ή Όταν δεν τις έλεγαν ακόμα γυναικοκτονίες…
«Berlin Alexanderplatz» (Άλφρεντ Ντεμπλίν) των Έλσας Ανδριανού, Στάθη Λιβαθινού με τη συμβολή των ηθοποιών της παράστασης / Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός.
Βερολίνο, 1928. Η βραχύβια Δημοκρατία της Βαϊμάρης, γεννημένη στην Γερμανία, το 1919, μετά τη συντριπτική ήττα της στον Μεγάλο Πόλεμο και την αποτυχία της κομμουνιστικής εξέγερσης των Σπαρτακιστών, βαίνει προς τη δύση της, με τους εθνικοσοσιαλιστές του Χίτλερ να ανέρχονται ραγδαία αποκτώντας λαϊκό έρεισμα. Η παρακμή, ο πληθωρισμός, η ανεργία, η φτώχεια, η μιζέρια εξαπλώνονται. Στο Βερολίνο, η Αλεξάντερπλατς -η πλατεία Αλεξάνδρου, που πήρε το όνομά της προς τιμήν του τσάρου Αλεξάνδρου Α΄ της Ρωσίας, όταν επισκέφθηκε την πρωτεύουσα της τότε Πρωσίας- έχει εξελιχθεί σε άξονα της νυχτερινής ζωής της πόλης και των συμπαρομαρτούντων: μπράβοι, άνεργοι, άρρωστοι, ζητιάνοι, πεινασμένοι, πουτάνες, νταβατζήδες, χαρτοπαίχτες, μαυραγορίτες, λαθρέμποροι, απατεώνες, κλέφτες, κακούργοι, συμμορίες, δολοφόνοι, ύποπτα πρόσωπα, βία… και, από την άλλη, τρυφηλή ζωή, σεξουαλική ασυδοσία… Ο Χανς Μπίμπερκοφ, άλλοτε εργάτης τσιμέντου και μεταφορέας, συνταγμένος, αφού γύρισε από τα χαρακώματα του Αράς, με τους κομμουνιστές, ο οποίος έχει σκοτώσει στο ξύλο την Ίντα, την αρραβωνιαστικιά του που την είχε βγάλει στο κλαρί και έχει κάνει τέσσερα χρόνια στη φυλακή, αποφυλακίζεται και ξεκινάει μία απεγνωσμένη προσπάθεια να βρει δουλειά και να παραμείνει καθαρός. Δεν θα τα καταφέρει. Κάνει δουλειές του ποδαριού έως και εφημερίδες των εθνικοσοσιαλιστών που ξερνούν μίσος για τους Εβρέους πουλάει, φορώντας περιβραχιόνιο με σβάστικα, απαρνιέται τους παλιούς συντρόφους του, ώσπου, εκών άκων, μπλέκεται με ένα παλιόμουτρο, τον κιτρινιάρη, τραυλό Ράινχολντ, μανιακό με τα θηλυκά που τα ξεζουμίζει και τα διώχνει χρησιμοποιώντας σαν «μοχλό» εκτίναξης τον Φραντς στον οποίο τα πασάρει. Ο Ράινχολντ θα τον εξαπατήσει και θα τον μπλέξει σε μία διάρρηξη χωρίς ο Φραντς να το καλοκαταλάβει. Και όταν τους πάρουν είδηση και ένα αυτοκίνητο καταδιώκει το δικό τους, ο ίδιος ο Ράινχολντ, θεωρώντας τον καρφί, θα ανοίξει την πόρτα, θα τον πετάξει έξω και το αυτοκίνητο που τους ακολουθεί θα περάσει από πάνω του. Θα του κόψουν το δεξί χέρι. Θα του σταθούν ένα ζευγάρι -ο νταβατζής Χέρμπερτ και η Εύα, μία πουτάνα, άλλοτε σχέση του που τον αγαπάει ακόμα, παλιοί του σύντροφοι. Και η Εύα θα του συστήσει τη μικρούλα Εμίλιε, επίσης πουτάνα, που έχει διαλέξει να τη λένε Σόνια και που ο Φραντς τη βαφτίζει Μίτσε. Και γίνεται ο νταβατζής της. Αλλά την ερωτεύεται κιόλας. Όπως και εκείνη. Πλησιάζει πάλι τον Ράινχολντ, του ζητάει δουλειά, μπουκάρουν και αδειάζουν ένα γουναράδικο. Η Μίτσε ερωτεύεται τον Καρλ, ένα σιδερά, και το εξομολογείται στον Φραντς που θολώνει και τη χτυπάει άσχημα. Ο Καρλ την πουλάει στον Ράινχολντ, ο Ράινχολντ τη βγάζει ρομαντική βόλτα στο δάσος αλλά επιχειρεί να τη βιάσει, εκείνη αντιστέκεται, τη σκοτώνει -τότε ακόμα δεν τις έλεγαν γυναικοκτονίες… Ο Φραντς, που έχει συλληφθεί ως συνεργός στο φόνο χωρίς να έχει ιδέα, μέχρι να αποκαλυφθεί ότι δολοφόνος είναι ο Ράινχολντ, φυλακίζεται και καταλήγει σε ψυχιατρείο με σχιζοφρένεια. Όταν πάρει εξιτήριο, του δίνουν μία θέση βοηθού πορτιέρη σε κάποιο εργοστάσιο. Η μίζερη ζωή του διαιωνίζεται. Το 1933 και ο Χίτλερ είναι κοντά. Ο γερμανός ψυχίατρος Άλφρεντ Ντεμπλίν έγραψε ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα του Μεσοπολέμου: «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς» (1929). Όπου καταγράφει, με την εξπρεσιονιστική ματιά του, τη γερμανική κοινωνία της εποχής του, αυτή η οποία κατάντησε έτσι με τον Μεγάλο Πόλεμο για να φέρει στην εξουσία τον Χίτλερ. Μία κοινωνία σάπια μέχρι τις ρίζες. Ούτε ένας ήρωας θετικός. Κανείς δεν αθωώνεται. Όλοι και όλα διαβρωμένα. Εκεί που πάνε να φανούν ένας έρωτας, μία φιλιά, μία τρυφερότητα, τα αισθήματα ανατρέπονται, αλώνονται, φτηναίνουν, μικραίνουν -«πρώτα η μάσα, μετά η ηθική» όπως έγραψε την ίδια εποχή ο Μπρεχτ.
Η επιτυχία της παράστασης -για να το πω από την αρχή- του Στάθη Λιβαθινού οφείλεται πρώτα-πρώτα στη διασκευαστική πλατφόρμα πάνω στην οποία στερεώθηκε. Η Έλσα Ανδριανού και ο ίδιος ο σκηνοθέτης την έστησαν με τη συμβολή των ηθοποιών της παράστασης: μία διασκευή που συμπύκνωσε υποδειγματικά, μετά από πολλή, προφανώς, δουλειά, μετατρέποντας το εκτεταμένο μυθιστόρημα σε διαλόγους λακωνικούς, σε αφηγήσεις και σε διαλόγους που ενσωματώνουν την αφήγηση -ανάμεικτα. Ίσως, κάποιες στιγμές, το κείμενο γίνεται πολύ συμπεριληπτικό και αφαιρετικό αλλά δεν πειράζει, κρατάει τεταμένη την προσοχή του θεατή-ακροατή. Η προσθήκη, ενδιάμεσα, τραγουδιών σε στίχους του Άρη Τρουπάκη -και σε ένα, του Βασίλη Ανδρέου-, σε μοτίβα αντλημένα από το κείμενο του Ντεμπλίν, στο ύφος των μπρεχτικών ασμάτων, οδηγεί αρμονικά την παράσταση στις παρυφές του επικού θεάτρου -επικό χαρακτήριζε και ο Ντεμπλίν το μυθιστόρημά του. Πάνω, ακριβώς, στο κείμενο αυτό ο Στάθης Λιβαθινός, στήνει με ρυθμούς κεραυνοβόλους, ατακαριστούς, με χιούμορ -με ειρωνεία θα ήταν το σωστότερο-, με λεπτές πινελιές και με ακριβείς βελονιές που τρυπούν καίρια, το παραστασιακό αποτέλεσμα: ένα φρέσκο, μία νωπογραφία μιας κοινωνίας που σήπεται και που δεν διαφέρει και πολύ από τη δική μας, ένα εξπρεσιονιστικό φρέσκο που αντιστοιχεί πλήρως στο φρέσκο που έχει συνθέσει ο Ντεμπλίν. Τα γκρεμίδια του βουλιαγμένου σκηνικού της Ελένης Μανωλοπούλου, ιδανικά για την ατμόσφαιρα της παράστασης, ενισχυμένα από τους καίριους φωτισμούς του Αλέκου Αναστασίου και τα βίντεο του Χρήστου Δήμα, και, αντιστικτικά, τα κοστούμια της, λαμπερά και πλούσια, για τα οποία δεν έχει φεισθεί η παραγωγή, και που δίνουν ακριβώς την ψευδαίσθηση του «λεφτά υπάρχουν» -λεφτά αγνώστου προελεύσεως…- στηρίζουν αποφασιστικά τη σκηνοθετική άποψη. Ιδιαίτερη μνεία, για τις μουσικές του Μιχάλη Λατουσάκη -που διασκευάζει και το κορυφαίο κουαρτέτο του Σούμπερτ «Ο θάνατος και η κόρη»: χωρίς να μιμούνται τον Βάιλ ή τον Άισλερ, καίρια υπηρετούν την εποχή και το επικό ύφος. Έξοχες! Ο Στάθης Λιβαθινός και φέτος κατάφερε να κινήσει στον περιοριστική σκηνή του συγκεκριμένου θέατρου έντεκα ηθοποιούς -συνεργάτες του από παλιά οι περισσότεροι-, σε πολλαπλούς ρόλους ο καθένας, ακολουθώντας, όπως και πέρσι, την παράδοση του Λευτέρη Βογιατζή. Δεν μου είναι εύκολο να ξεχωρίσω: Βασίλης Ανδρέου, Νίκος Καρδώνης, Λίλλυ Μελεμέ -εξαίρετη φέτος-, Δημήτρης Παπανικολάου, η επιβλητική Μαρία Σαββίδου, ιδανική, με τον καλά στερεωμένο λόγο της, για τα μέρη της αφήγησης-, Άρης Τρουπάκης -κάτι από Νοσφεράτου, δεν τον έχω δει καλύτερο, να πετυχαίνει ένα αυθεντικό τραύλισμα-, πολύ καλά δεμένοι, είναι ο ένας καλύτερος από τον άλλο. Από τους νεότερους, ο Δημήτρης Φιλιππίδης, η μεγάλη περσινή έκπληξη στον Γκριμπογέντοφ, με επίσης άψογο λόγο και εκρηκτική ενέργεια, επιβεβαιώνει τις υποσχέσεις που έδωσε αλλά και ο Στάθης Κόικας τον συναγωνίζεται. Πολύ καλά εντάχθηκαν, έστω και αν έχουν κάποιες αδυναμίες, οι νεοφερμένες Πολυξένη Παπακωνσταντίνου και Θεόβη Στύλου -σε αφήνει άφωνο άμα τη εμφανίσει της, σαν να έρχεται κατευθείαν από το 1928. Ο Γιώργος Δάμπασης, μεστός ηθοποιός, στο ρόλο του Μπίμπερκοφ τα βγάζει πέρα άριστα. Μία εξαιρετική παράσταση. Με φόβο πήγαινα για τη σύγκριση με το σπουδαίο περσινό γκριμπογεντοφικό «Συμφορά από το πολύ μυαλό» του Στάθη Λιβαθινού. Τελικά το επίπεδο είναι ανάλογο και σε κάποια σημεία ανώτερο. Κρίμα οι παραστάσεις αυτές να μην παραμένουν σε ρεπερτόριο. Μην τη χάσετε!
(Ένα έξοχο έντυπο πρόγραμμα -επιμέλεια ύλης Έλενα Καρακούλη- που φωτίζει την εποχή, το συγγραφέα και το έργο -στους καιρούς που τα προγράμματα καταργούνται…- συνοδεύει την παράσταση).
Θέατρο «Οδού Κυκλάδων Λευτέρης Βογιατζής», «Λυκόφως» Γιώργος Λυκιαρδόπουλος -«Polyplanity Productions», 10 Δεκεμβρίου 2022.
28.12.2022, Σαρηγιάννης Γιώργος Δ.Κ. «Στο Φτερό / Κανείς δεν είναι αθώος ή Επική νωπογραφία ή Όταν δεν τις έλεγαν ακόμα γυναικοκτονίες…», totetartokoudouni.blogspot.com
Για το link πατήστε εδώ
-
Θέατρο (Κριτική) Berlin Alexanderplatz 4,5
Αυτή η παράσταση υψηλής αισθητικής, σκηνοθετικής δεξιοτεχνίας και ερμηνευτικού πλουραλισμού λειτουργεί επίσης ως παράδειγμα υποδειγματικής μεταφοράς της λογοτεχνίας με θεατρικούς όρους˙ εδώ αφορά στο εμβληματικό μυθιστόρημα που γράφτηκε και αποτυπώνει το κοινωνικοπολιτικό κλίμα στη Γερμανία του Μεσοπολέμου.
Το επικό μυθιστόρημα που έγραψε ο Άλφρεντ Ντέμπλιν το 1929 απεικονίζει την ταραγμένη εποχή του γερμανικού Μεσοπολέμου, όταν η χώρα στον απόηχο του A΄ Παγκοσμίου Πολέμου έζησε την περίοδο της “ανάπηρης” δημοκρατίας της Βαϊμάρης που οδήγησε στην άνοδο του ναζισμού. Ο Ντέμπλιν αποτυπώνει γεγονότα τη στιγμή που συμβαίνουν και την ταυτότητα μιας εποχής ενώ διαμορφώνεται, είναι όμως αξιοσημείωτο ότι επιδεικνύει την ψυχραιμία και την αντιληπτική ικανότητα κάποιου που γράφει χρόνια μετά, αποτιμώντας τα γεγονότα και την εποχή στο ιστορικό τους πλαίσιο. Με επίκεντρο την πλατεία του Βερολίνου όπου συγκεντρώνεται η εμπορική δραστηριότητα της πόλης και αποτυπώνεται η ανθρωπογεωγραφία της, βάζει ως πρωταγωνιστή τον Φρανκ Μπίμπερκοπφ, έναν εργάτη τσιμέντου που μόλις έχει αποφυλακιστεί, ύστερα από τετραετή καταδίκη για τον ξυλοδαρμό μέχρι θανάτου της συντρόφου του. Ο Φρανκ ορκίζεται να παραμείνει στο εξής ένας “τίμιος άνθρωπος”, όμως η χώρα γύρω του διαλύεται και τον συμπαρασύρει, μέσα στην οικονομική εξαθλίωση, τις χαοτικές ταξικές ανισότητες, την εκπόρνευση των ιδεών και των ανθρώπων, τις ιδεολογικές διαμάχες κι ενώ τα εθνικιστικά προτάγματα για ένα “ισχυρό γερμανικό έθνος” κερδίζουν έδαφος.
Αυτό το μυθιστόρημα των πεντακοσίων σελίδων, που έγινε τηλεταινία δεκατεσσάρων ωριαίων επεισοδίων από τον Φασμπίντερ και που από γραφής διαθέτει πολυπρισματικό χαρακτήρα, καθώς στην αφήγηση παρεμβάλλονται τραγούδια, ειδήσεις, σκέψεις του συγγραφέα κ.ά., κατορθώνει να “τιθασεύσει” ο Στάθης Λιβαθινός, παραδίδοντας μια μεγάλη παράσταση, προορισμένη μάλιστα για την περιορισμένων διαστάσεων και δύσκολη σκηνή του θεάτρου της Οδού Κυκλάδων. Ανασυνθέτει έναν ολόκληρο κόσμο, χάρη και στην πολύ καλή δραματουργία (που συνυπογράφει ο ίδιος με την Έλσα Ανδριανού και τους ηθοποιούς), επιβεβαιώνοντας πως η μαεστρία του αφορά στη μεταφορά των έργων της λογοτεχνίας στη σκηνή. Η σκηνοθεσία δεν καταφεύγει στο –κάποιες φορές ανέμπνευστο– εναλλασσόμενο δίπολο “αφήγηση/δράση”, αντιθέτως συγκεντρώνει την καταιγιστική δράση σε σύντομες σκηνές και εντάσσει την αφήγηση σε αυτές, χωρίς να διαχωρίζει τα δύο είδη. Αφηγηματικότητα και θεατρικότητα συνυπάρχουν, αλλά παράλληλα διατηρούν την αυτονομία και την ξεχωριστή επιδραστικότητά τους, ενώ οι δράσεις δεν αναπαριστούν απαραίτητα ό,τι η αφήγηση περιγράφει, βοηθώντας έτσι το θέαμα να ξεφύγει από την πεπατημένη μιας απλής “εικονογράφησης” της αφήγησης.
Η σκηνοθεσία επιτυγχάνει να αποδώσει με αξιοθαύμαστη ευρυθμία τις διακλαδώσεις της ιστορίας του Φρανκ και το πολυδιάστατο μωσαϊκό των ανθρώπων και των συμπεριφορών του μεσοπολεμικού Βερολίνου, αν και υπάρχουν σκηνές που εξελίσσονται εν τάχει και αφήνουν τον λιγότερο δυνατό χρόνο στο θεατή να επεξεργαστεί τις πολυάριθμες πληροφορίες· αυτό είναι και το μόνο στοιχείο που ζημιώνει κάπως το αποτέλεσμα, αν και πρόκειται μάλλον για κάτι αναμενόμενο, λόγω της επιδίωξης να συμπυκνωθεί σε μια λογική χρονική διάρκεια ένα ογκώδες κείμενο. Όλα αυτά, χωρίς να παραμελείται ο παράγοντας της θεατρικότητας και η αισθητική αποζημίωση του θεατή, στον οποίο παραδίδεται ένα θέαμα διόλου διδακτικό ή στε(γ)νά επεξηγηματικό. Αντιθέτως, η παράσταση αναβλύζει από τη χαρά του θεάτρου, ενώ δανείζεται επίσης, επιτυχημένα, στοιχεία από το μεσοπολεμικό καμπαρέ, με την καθοριστική συμβολή της μουσικής (Μιχάλης Λατουσάκης) και των τραγουδιών (στίχοι του Άρη Τρουπάκη), που εντάσσονται στη δράση, εμπλουτίζοντάς τη.
Μέσα στο ωραίο σκηνικό περιβάλλον που δημιουργεί η Ελένη Μανωλοπούλου, ένα σωρό παμπάλαια έπιπλα (ένα φθαρμένο κρεβάτι, τρεις-τέσσερις κουτσές καρέκλες, ένα μισοκατεστραμμένο πιάνο) που καλύπτονται από το γκρίζο της σκόνης και της διάλυσης της ηθικής τάξης, οι έντεκα ηθοποιοί γίνονται αφηγητές και δρώντα υποκείμενα. Η Μαρία Σαββίδου και ο Δημήτρης Παπανικολάου κρατούν το κύριο βάρος της αφήγησης (αλλά ερμηνεύουν και σύντομους ρόλους), καθοδηγώντας και ενορχηστρώνοντας κατά κάποιον τρόπο τη δράση των υπολοίπων, που ξεχωρίζουν ατομικά, ενώ παράλληλα συνθέτουν μια δεμένη, συντονισμένη ομάδα: ο Γιώργος Δάμπασης στο ρόλο του Φρανκ, ενός ανθρώπου-θύμα τόσο της ιστορίας, του πεπρωμένου όσο και των επιλογών του, αλλά και όλοι οι υπόλοιποι, στην ενσάρκωση ανθρώπων που καθορίζονται από τη βία, τον τυχοδιωκτισμό, την εξαθλίωση και την ηθική απογύμνωση της εποχής τους: ο Άρης Τρουπάκης (Ρέινχολτ), και σε πολλαπλούς ρόλους οι Βασίλης Ανδρέου, Νίκος Καρδώνης, Λίλλυ Μελεμέ, Δημήτρης Φιλιππίδης, Στάθης Κόικας, ενώ ξεχωρίζουν ιδιαίτερα μες στην ευθραυστότητά τους οι νέες ηθοποιοί Πολυξένη Παπακωνσταντίνου και Θεόβη Στύλλου, που μοιάζουν να έρχονται απευθείας από τη Γερμανία του Μεσοπολέμου.
22.12.2022, Καράογλου Τώνια «Θέατρο (Κριτική) Berlin Alexanderplatz 4,5», Αθηνόραμα
Για το link πατήστε εδώ
-
«Μπερλίν Αλεξάντερπλατς»: το φως και το σκοτάδι μιας εποχής (της Όλγας Σελλά)
Μιζέρια, γκρεμίδια, εγκατάλειψη… Σαν βομβαρδισμένο τοπίο είναι το σκηνικό που έστησε η Ελένη Μανωλοπούλου (που την εμπνέουν ιδιαίτερα οι μικρές σκηνές) στο Θέατρο της οδού Κυκλάδων: ένα σιδερένιο κρεβάτι, ένα ξεδοντιασμένο πιάνο, μερικές κουτσές καρέκλες. Και σκόνη, πολλή σκόνη. Όπως όταν όλα καταρρέουν…
Σ’ αυτό το μέρος θα κινηθούν, για τις επόμενες 2,5 ώρες οι ήρωες του γιατρού, διανοητή και συγγραφέα Άλφρεντ Ντέμπλιν στο μυθιστόρημά του «Berlin Alexanderplatz», έτσι όπως τους καθοδήγησε ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός. Που αυτή τη φορά στράφηκε σ’ ένα μυθιστόρημα το οποίο γράφτηκε στην καρδιά του Μεσοπολέμου, το 1929, και αποτυπώνει με τον τρόπο της λογοτεχνίας το κλίμα και την ατμόσφαιρα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, λίγο πριν το ναζιστικό κόμμα του Χίτλερ δεκαπλασιάσει(!) τις έδρες του στο Ράιχσταγκ και από 12 που είχε το 1928, θα καταλάμβανε 102 το 1930! Ήταν μια περίοδος που «τα πρώτα τέσσερα χρόνια της ύπαρξής της καταναλώθηκαν μέσα στο πολιτικό και οικονομικό χάος που ακολούθησαν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και τα τελευταία τρία χαρακτηρίστηκαν από μια προσωρινή δικτατορία, μισοκαλυμμένη από νομιμότητα, που υποβίβαζε τη δημοκρατία σε απάτη, πολύ πριν την τελική ήττα της», έγραφε ο Έντεν Φον Χόρβατ στο «Κάζιμιρ και Καρολίνα».
Σ’ αυτό το περιβάλλον τοποθετεί τους ήρωές του ο Άλφρεντ Ντέμπλιν, και συγκεκριμένα στο Βερολίνο και πιο συγκεκριμένα στην Αλεξάντερπλατς, μια πλατεία που έχει συνδεθεί με πολλές και σημαντικές στιγμές της ιστορίας της σύγχρονης Γερμανίας. Κι εκεί βρίσκεται ο Φραντς Μπίμπερκοπφ (Γιώργος Δάμπασης), πρώην εργάτης τσιμέντου και μεταφορών, που μόλις απολύθηκε από τη φυλακή και που πλέον θέλει, πάση θυσία, να παραμείνει τίμιος. Προσπαθεί να βρει δουλειά, βρίσκει μόνο κάτι περιστασιακές μεταπρατικές δουλειές, και ανήκει σ’ εκείνη την κατηγορία των ανθρώπων του Βερολίνου εκείνης της εποχής που «οι περισσότεροι, και μάλιστα οι πιο συμπαθητικοί, τη βγάζουν με δουλειές του ποδαριού. Το βράδυ συναντιούνται στις τρύπες τους και, πότε μελαγχολικοί πότε ευδιάθετοι, συνεχίζουν να υφαίνουν όλοι μαζί τα όνειρα της νιότης τους» (Franz Hessel, «Απόκρυφο Βερολίνο», εκδ. Κριτική). Και στην αρχή το πετυχαίνει ο Φραντς το στοίχημά του να παραμείνει τίμιος. Αλλά όλα γύρω του τον καλούν, σαν σειρήνες, προς άλλη κατεύθυνση. Κι αυτές οι σειρήνες δεν είναι άλλες από αυτό που κυριαρχεί στο Βερολίνο του Μεσοπολέμου, στην Αλεξάντερπλατς του Μεσοπολέμου: «ραγδαία άνθηση της μαύρης αγοράς, ακράτητος πληθωρισμός και ανεργία, πείνα και αρρώστιες, απάτη, εκπόρνευση και βία…» (Έντεν Φον Χόρβατ «Κάζιμιρ και Καρολίνα»). Στοιχεία που φέρουν άνθρωποι που κινούνται σ’ αυτή την πόλη, σ’ αυτή την πλατεία, αυτοί που περιβάλλουν τον Φραντς, σαν σειρήνες του κακού. Κι ο Άλφρεντ Ντέμπλιν είχε τη δυνατότητα να παρακολουθεί αυτές τις συμπεριφορές ως ψυχίατρος: «Μπόρεσα να παρατηρήσω αυτόν τον ανθρώπινο τύπο τις πιο διαφορετικές εποχές και κάτω απ’ τις πιο διαφορετικές συνθήκες –μάλιστα μπόρεσα να τον παρατηρήσω μ’ έναν τρόπο που είναι ο μόνος αληθινός, δηλαδή ζώντας μαζί, δρώντας μαζί, συμπάσχοντας. Εδώ έζησα την ειρήνη, στον πόλεμο τους έβλεπα ευκαιριακά όταν ερχόμουν με άδεια, κι ύστερα ήμουν πάλι ανάμεσά τους το 1919 με την εξέγερση του Σπάρτακου, κι αργότερα την εποχή του πληθωρισμού και στην περίοδο που ακολούθησε».
Αυτή τη διαδρομή του παρακολουθούμε, μια διαδρομή όλο εμπόδια και παγίδες, που λαξεύουν συναρπαστικά στο μυθιστόρημα του Ντέμπλιν το κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό, ηθικό και πολιτισμικό περιβάλλον στο Βερολίνο του Μεσοπολέμου.
Μια συνθήκη περίπλοκη, μπερδεμένη, πολυπρόσωπη, οδυνηρή, ανάλαφρη, βίαιη και απελπισμένα ερωτική, με πολύ πυκνή δράση που διαρκώς αλλάζει είναι μεγάλη πρόσκληση για έναν σκηνοθέτη. Ο Στάθης Λιβαθινός σε μία από τις πιο πλήρεις, συγκινητικές και ουσιαστικές παραστάσεις του κατάφερε να μεταφέρει το μυθιστόρημα του Ντέμπλιν μ’ έναν άκρως θεατρικό τρόπο. Και παραλλήλως μετέφερε τη διαχρονική επικαιρότητα αυτού του μυθιστορήματος, περιγράφοντας μια κοινωνία όπου «το γοητευτικό χιούμορ έχει εξαφανιστεί», όπου υπάρχουν άνθρωποι με την «ψυχή τους στην κατώτατη βαθμίδα», αλλά και κάποιοι που επιμένουν να λένε: «Δεν θα σκληρύνω την καρδιά μου», σαν τον Φραντς. Που παρά τα χτυπήματα, παρά τις διαρκείς τρικλοποδιές, καταφέρνει να δει με σοφία και ταπεινότητα τι δεν θέλει και τι θέλει. Και ο Φραντς θέλει απ’ τη ζωή του «κάτι περισσότερο από ένα κομμάτι ψωμί».
Όλο αυτό το σύμπαν της Γερμανίας του Μεσοπολέμου, των συμπεριφορών και των ιδεών, του λαϊκισμού, της ευτέλειας, της ημιμάθειας και της βίας, μεταφέρθηκε εύγλωττα και εύστοχα στη σκηνή του Θεάτρου της οδού Κυκλάδων: με την έξοχη μουσική του Μιχάλη Λατουσάκη, που παίρνει ισότιμα μέρος στην παράσταση, με διαρκή εγρήγορση στο ρυθμό που δεν είναι εις βάρος της αφήγησης όμως, με τα σκηνικά και τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου να υπογραμμίζουν εύστοχα χαρακτήρες και συμπεριφορές, με τον Αλέκο Αναστασίου να φωτίζει τον κόσμο της διάλυσης και τον κόσμο της δημιουργίας, αυτό το δίπολο που περιγράφει στο βιβλίο του ο Ντέμπλιν. Και βεβαίως είχε στη διάθεσή του μια ομάδα ηθοποιών, που τους γνωρίζει καλά, συνεργάζονται χρόνια και ξέρει να τους κάνει να ξεπερνούν τον εαυτό τους. Ο Γιώργος Δάμπασης μετέφερε συγκινητικά και σωματικά τις αλλαγές και τις εσωτερικές μάχες του Φραντς. Και γύρω του όλοι οι ανθρωπότυποι αυτού του σύμπαντος, οι καλοί και οι κακοί, οι πονηροί και οι αφελείς, οι φοβισμένοι και οι θρασείς. Ο Βασίλης Ανδρέου σ’ έναν συναρπαστικό δίδυμο με τον Νίκο Καρδώνη (με σπουδαίες φωνητικές ερμηνείες και οι δύο). Ο Δημήτρης Παπανικολάου και η ήρεμη σκηνική του δύναμη. Η Μαρία Σαββίδου σε μια από τις καλύτερες ερμηνείες της. Η Λίλλυ Μελεμέ πληθωρική, έμπειρη, γήινη. Ο Άρης Τρουπάκης ενσαρκώνει ανατριχιαστικά τον κακό και το κακό. Ο Δημήτρης Φιλιππίδης αεικίνητος και στιβαρός. Η Πολυξένη Παπακωνσταντίνου σα να βγήκε από καρτ ποστάλ του Μεσοπολέμου. Ο Στάθης Κόικας και η Θεόβη Στύλλου αποτύπωσαν εύστοχα χαρακτήρες και συμπεριφορές αυτού του κόσμου.
Εξαιρετικό και πλούσιο σε υλικό και πληροφορίες το πρόγραμμα της παράστασης, που επιμελήθηκε η Έλενα Καρακούλη.
13.12.2022, Σελλά Όλγα «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς: το φως και το σκοτάδι μιας εποχής (της Όλγας Σελλά), www.oanagnostis.gr
Για το link πατήστε εδώ
-
Στάθης Λιβαθινός: “Το “Berlin Alexanderplatz” είναι ένα ψυχολογικό καμπαρέ του μέλλοντος”
Ποιος είναι ο ήρωας του «Berlin Alexanderplatz» και ποια η σύνδεσή του με τα «Φτερά του έρωτα» του Βέντερς; Ο Στάθης Λιβαθινός μάς μίλησε για τη νέα του παράσταση που είναι βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα-σημείο αναφοράς του Άλφρεντ Ντέμπλιν και θα τη δούμε στο θέατρο της Οδού Κυκλάδων «Λευτέρης Βογιατζής».
Μέχρι σήμερα δεν έχεις ασχοληθεί ιδιαίτερα με τη γερμανική λογοτεχνία στο θέατρο;
Αγαπώ πάρα πολύ την υψηλή λογοτεχνία στο θέατρο και το “Berlin Alexanderplatz” είναι ένα από τα μοσχοπουλημένα μυθιστορήματα του Άλφρεντ Ντέμπλιν, ο οποίος δυστυχώς δεν πρόλαβε να χαρεί την επιτυχία. Το μυθιστόρημα του είναι ένα από τα καλύτερα του 20ού αιώνα και παρόλο που αποδίδουν μεγάλη σχέση του Ντέμπλιν με τον Τζέιμς Τζόυς νομίζω ότι είναι πολύ αυθεντικός για να έχει αντιγράψει οτιδήποτε. Δεν έχω ασχοληθεί με τη γερμανική δραματουργία και λογοτεχνία, που έχει το ένα πόδι στον Γκαίτε και το άλλο τους μεγάλους ζωγράφους του μεσοπολέμου, στον Ότο Ντιξ και σε τόσους άλλους και αυτός είναι ένας απ’ τους λόγους που ήθελα να κάνω την προσωπική μου έρευνα και μελέτη. Στην κοινωνία του μεσοπολέμου είχε την μεγάλη πολυτέλεια να ανθίζει η τέχνη, ενώ η κοινωνία κατέρρεε. Η τέχνη ανθίζει σε πυρακτωμένες προβληματικές κοινωνίες, όπως ήταν αυτή του μεσοπολέμου.
Τι σε γοήτευσε στο “Berlin Alexanderplatz” του Άλφρεντ Ντέμπλιν;
Είναι ένα μυθιστόρημα που περιέχει μια εξαιρετική γλώσσα, έναν πολύ ειδικό τρόπο αφήγησης, είναι προχωρημένο ακόμα και για την εποχή μας. Είναι λίγο ντοκουμέντο, λίγο ψυχογραφία, λίγο δραματουργία μιας εποχής και εντέλει ένα κωμικοτραγικό έπος. Ένα έπος μικρών ανθρώπων.
Γιατί το χαρακτηρίζεις έπος;
Επειδή κρύβει μέσα του μια τεράστια καμπύλη ζωής, μια τεράστια εξέλιξη όπου ο χρόνος μετράει, άλλοτε σε δευτερόλεπτα κι άλλοτε γίνεται πολύ προσωπικός και αφηγηματικός διότι έτσι, εντέλει, αποφεύγει τη ρητορεία. Την αποφεύγει γιατί είναι η εποχή του Χίτλερ την όποια ο Ντέμπλιν την περιγράφει με έναν τρόπο που δεν έχω ξαναδεί. Αν βγάλεις την ημερομηνία συγγραφής του έργου, που είναι το 1927-28, και το δώσεις σε κάποιον ανύποπτο να το διαβάσει, το πρώτο πράγμα που θα σου πει είναι: “Είδες πώς γράφει ένας Γερμανοεβραίος συγγραφέας αφού είδε και το Άουσβιτς;”. Το τρομερό είναι ότι δεν το είδε. Βέβαια το έγραφε στην εποχή όταν ο Χίτλερ ήταν ο ανερχόμενος σταρ του κακού.
Το έργο αφορά τη ζωή ενός άνδρα;
Είναι η ιστορία ενός ανθρώπου, ο όποιος αποκτά εμπειρία και αληθινή συνείδηση μέσα από πόνο. Η ζωή του Φραντς είναι γεμάτη έρωτες, μικρά και μεγάλα “εγκλήματα”. Ο Ντέμπλιν στήνει ένα θεαματικό παιχνίδι στο οποίο ο ήρωάς του γίνεται συμμέτοχος ενός θαύματος όταν γνώρισε την πραγματική αγάπη. Η πραγματική αγάπη στη ζωή δολοφονείται εύκολα, γι’ αυτό και ο Φραντς στο τέλος της ιστορίας του γίνεται ένας μικρός άγιος, ένας άνθρωπος με σπουδές εμπειρίες. Καμία καταστροφή δεν μπορεί να σκοτώσει την ομορφιά της αθωότητας.
Ποια στοιχεία υπερτερούν στο έργο αυτό;
Περιέχει στοιχεία νουάρ, αστυνομικά, ερωτικά, αισθησιακά, μεταφυσικά. Είναι μια πολύχρωμη τοιχογραφία μιας ζωντανής καθημερινότητας μέσα στην οποία ένας άνθρωπος καταφέρνει να επιβιώσει. Και ο ουρανός ακόμα παρακολουθεί τη μοίρα του Φραντς. Η ιστορία της ταινίας του Βιμ Βέντερς “Φτερά του έρωτα” μοιάζει παρμένη από την ιστορία του Ντέμπλιν. Νομίζω ότι ο Βέντερς πήρε το θέμα και του έδωσε αυτήν τη μοναδική διάσταση στο σινεμά. Το κατάλαβα όταν έπιασα στα χέρια μου αυτό το μυθιστόρημα. Ο Φραντς είναι ένας άνθρωπος του περιθωρίου που μάχεται κατά μέτωπον με τη ζωή και καταφέρνει να αναστηθεί. Πολλές φορές βλέπουμε ζωντανούς ανθρώπους, αλλά είναι πεθαμένοι. Ο ανώνυμος Φραντς παραμένει ζωντανός, κι αυτό είναι ένα σπουδαίο μήνυμα για τις παράπλευρες απώλειες της ζωής.
Μίλησε μας για τη διασκευή του έργου και την ομάδα σου.
Η διασκευή προέκυψε μέσα από τη συνεργασία μου με την Έλσα Ανδριανού και τους ηθοποιούς. Η μάχη της διασκευής προετοιμάζεται και δίνεται στη σκηνή όταν υπάρχει ένας κοινός κώδικας και ένα κοινό θέμα. Το αποτέλεσμα είναι μια πολύ όμορφη ιστορία, πολύ καλογραμμένη και είναι μια καινούργια φόρμα για μένα. Περιέχει στοιχεία, επικά αφηγηματικά μέσα σε μια ατμόσφαιρα καμπαρέ του μέλλοντος. Το “Berlin Alexanderplatz” είναι ένα ψυχολογικό καμπαρέ του μέλλοντος, μπορεί και του παρελθόντος. Υπάρχει μια ατμόσφαιρα εποχής και περιέχει στοιχεία από το μέλλον μέσα σε ένα χώρο μοναδικό που έχει δημιουργήσει η Ελένη Μανωλοπούλου. Το θέατρο Οδού Κυκλάδων είναι ένα αρχαιολογικό τοπίο το οποίο έχει σκάψει και ξανασκάψει ο Λευτέρης Βογιατζής, και η μνήμη του είναι ζωντανή μέσα στο θέατρο. Είναι ευτυχισμένη στιγμή να ξανασυναντιέμαι με την ομάδα μου. Με εξαίρεση τον Δημήτρη Ήμελλο, είναι κοντά μου συνεργάτες μου από την εποχή της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου, ο Βασίλης Ανδρέου, ο Γιώργος Δάμπασης, ο Νίκος Καρδώνης, η Λίλλυ Μελεμέ, ο Δημήτρης Παπανικολάου, η Μαρία Σαββίδου, ο Άρης Τρουπάκης… Επτά εξαιρετικοί καλλιτέχνες που με τιμούν με την παρουσία τους όλα αυτά τα χρόνια και πολλοί από αυτούς έχουν εξελιχθεί πλέον σε δασκάλους και μεταφέρουν στο θέατρο κάτι πολύ όμορφο. Μαζί μας είναι και μια εξαιρετική καινούργια γενιά. Ο Δημήτρης Φιλιππίδης που πρωταγωνιστούσε στη “Συμφορά από το πολύ μυαλό” και έκανε μια εξαιρετική πρώτη εμφάνιση, δύο νέα κορίτσια που πήρα μετά από μία βδομάδα ακροάσεων, η Θεόβη Στύλλου και η Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, οι οποίες νομίζω ότι έχουν να προσφέρουν πολλά στο θέατρο, και ο μαθητής μου Στάθης Κόικας, που μας συνδέει μια αγάπη.
Ποιες άλλες σκηνοθεσίες ετοιμάζεις;
Μόλις τελείωσα το ανέβασμα μια δεύτερη εκδοχή της “Αΐντα” στην Εθνική Όπερα του Ισραήλ, θα ακολουθήσει ο “Ριγολέτος” το 2023-24. Τέλη Φλεβάρη θα παρουσιάσω στο ΚΘΒΕ το έργο του Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ “Εχθροί, μια ερωτική ιστορία”. Πιστεύω πολύ στον Αστέρη Πελτέκη που ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση γιατί έχει πολύ καλές σπουδές, είναι ένας αγνός άνθρωπος και ένας καλλιτέχνης με όραμα και πολύ καλές ιδέες. Με τίμησε η πρόταση του να βρεθώ κοντά του και θα πάω να ανεβάσω εκεί μία ερωτική ιστορία του Αμερικανοεβραίου νομπελίστα, έργο που ανεβαίνει πρώτη φορά στην Ελλάδα. Ο Ντέβλιν οραματίστηκε το ζοφερό μέλλον της χώρας του και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης , ενώ ο Σίνγκερ τα έζησε. Το έργο συνδέεται με τα πράγματα που άφησε πίσω το ολοκαύτωμα. Επειδή ζούμε ολοκαυτώματα πολλά, καλό είναι να ασκούμε την μνήμη μας και να μιλάμε για αυτά. Προσπαθώ να μιλάω για τον άνθρωπο στην εποχή μου και δεν επιλέγω ποτέ ωραία έργα, επιλέγω θέματα, που με αγγίζουν. Θα ήθελα ο θεατής να πάρει μαζί του ζωντανά συναισθήματα.
Η διάρκεια μιας παράστασης είναι κάτι που σε απασχολεί κατά το στήσιμο της;
Δεν καταλαβαίνω γιατί γίνεται πάντα ένα σχόλιο για την διάρκεια των παραστάσεων. Έχουμε μπει στη λογική του σίριαλ στο θέατρο και δεν το έχω καταλάβει; Ο χρόνος είναι ποιότητα. Στο θέατρο δεν μπορεί να μετράει κανείς με τη μεζούρα. Αυτός που έρχεται στο θέατρο θα πρέπει να εύχεται να μπορεί να μείνει σ’ αυτό και να βλέπει κάτι που τον αφορά, είτε αυτό είναι δυο, είτε τρεις ώρες. Τη μεγάλη διάρκεια τη χρεώνουν στο σκηνοθέτη ως αρνητικό, όμως το θέμα είναι να δεις τι γίνεται μέσα σε αυτή τη μεγάλη διάρκεια. Το αν είναι βαρετό μπορείς να κρίνεις. Μπορεί κάτι βαρετό να κρατάει 40 λεπτά. Έχω δει αριστουργήματα που κράτησαν πέντε ώρες.
Πώς νιώθεις με την αποφοίτηση των πρώτων σου μαθητών του Τμήματος Σκηνοθεσίας του Εθνικού Θέατρου, το οποίο ίδρυσες;
Μου λείπει η παιδαγωγική όσο τίποτα. Νιώθω πολύ περήφανος για τους μαθητές του Τμήματος Σκηνοθεσίας και πικρία που δεν ήμουν καν στην αποφοίτησή τους. Αναρωτιέμαι πώς ένιωσαν εκείνοι οι μαθητές που ήμασταν κοντά δυόμιση χρόνια. Δεν πειράζει… θα συναντηθούμε έξω στη ζωή.
24.11.2022, Κρύου Μαρία «Στάθης Λιβαθινός: “Το “Berlin Alexanderplatz” είναι ένα ψυχολογικό καμπαρέ του μέλλοντος”», Αθηνόραμα
Για το link πατήστε εδώ
-
«Μπερλίν Αλεξάντερπλατς» από τον Στάθη Λιβαθινό στο «Βογιατζής»
Το Τέταρτο Κουδούνι / Είδηση
Ο Στάθης Λιβαθινός επιστρέφει, την επόμενη χειμερινή θεατρική περίοδο 2022/2023, στο θέατρο «Οδού Κυκλάδων Λευτέρης Βογιατζής», μετά το εξαιρετικά επιτυχημένο φετινό «Συμφορά από το πολύ μυαλό» του Αλεξάντρ Γκριμπογέντοφ, για ν’ ανεβάσει μια διασκευή για το θέατρο, απ’ την Έλσα Ανδριανού, του κορυφαίου μυθιστορήματος του Γερμανού Άλφρεντ Ντέμπλιν «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς» που εκδόθηκε το 1929, θεωρείται απ’ τα σημαντικότερα και πιο καινοτόμα στην προπολεμική Γερμανία -την εποχή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης- και που ’γινε διεθνώς γνωστό όταν ο Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, το 1980, το μετέφερε -εκπληκτικά- στη δυτικογερμανική τηλεόραση, ως μίνι σειρά 14 επεισοδίων, με κινηματογραφικές προδιαγραφές.
Κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, το οποίο διαδραματίζεται στο Βερολίνο του 1928, είναι ο Φραντς Μπίμπερκοπφ που, καταδικασμένος για φόνο, μόλις έχει απολυθεί απ’ τη φυλακή κι η επιθυμία του είναι να γίνει τίμιος και νομοταγής. Δε θα τα καταφέρει. Όταν ένας φίλος του δολοφονεί την πόρνη απ’ την οποία ο Μπίμπερκοπφ εξαρτιόταν, συνειδητοποιεί ότι δε θα μπορέσει να ξεφύγει απ’ τον υπόκοσμο στον οποίο είναι βυθισμένος. Έχει να αντιμετωπίσει τη δυστυχία, την έλλειψη ευκαιριών, το έγκλημα αλλά και τους ραγδαία ανερχόμενους εθνικοσοσιαλιστές του Χίτλερ. Κατά τη διάρκεια του αγώνα του να επιβιώσει, η ζωή τον ανταμείβει με μια έκπληξη. Αλλά η ευτυχία του δε θα διαρκέσει.
Στην Ελλάδα, το «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς» του Άλφρεντ Ντέμπλιν πρωτοκυκλοφόρησε, σε μετάφραση Μηνά Παράσχη -η οποία και θα χρησιμοποιηθεί ως βάση για τη διασκευή-, το 1982, απ’ τις Εκδόσεις «Οδυσσέας», απ’ τις οποίες και κυκλοφορεί σ’ επανέκδοση με τον τίτλο «Βερολίνο Αλεξάντερπλατς».
Το μυθιστόρημα έχει μεταφερθεί στον κινηματογράφο το 1931, με τον τίτλο «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς – Η ιστορία του Φραντς Μπίμπερκοπφ», απ’ τον Φιλ Γιούτζι -γερμανική παραγωγή- και, πολύ πρόσφατα, το 2020 -η ταινία, επίσης γερμανική, βασικά, παραγωγή, προβλήθηκε στο 70ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου-, με τον πρωτότυπο τίτλο του, απ’ τον γεννημένο στην Γερμανία από αφγανούς πρόσφυγες Μπουρχάν Κούρμπανι ο οποίος έχει μετατρέψει τον Μπίμπερκοπφ σε παράνομο μετανάστη απ’ την αφρικανική Γουινέα – Μπισάου στην Γερμανία.
Το «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς» έχει, ήδη, μεταφερθεί και στο θέατρο. Εντόπισα μια παράσταση στην Ελβετία -στο «Σάουσπιλχάους» της Ζιρίχης, το 2001 -απ’ τον Φρανκ Κάστορφ-, σκηνοθεσία στην οποία βασίστηκε η παράσταση του Κάστορφ, και το 2005, στην «Φόλκσμπίνε» του Βερολίνου, δυο παραστάσεις του στην Γερμανία -στο Βερολίνο (στην «Σάουμπίνε», σε σκηνοθεσία Φόλκερ Λος, το 2009, και στο «Ντόιτσες Τεάτερ» («Γερμανικό Θέατρο»), σε σκηνοθεσία Σεμπάστιαν Χάρτμαν, το 2016), και μια στην Πολονία, στο θέατρο «Στούντιο» της Βαρσοβίας, σε σκηνοθεσία Νατάλια Κορτσάκοβσκα, το 2017.Στην Ελλάδα έχουν παρουσιαστεί έως τώρα δυο παραστάσεις που άντλησαν απ’ το «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς»: το «Berlin Alexanderplatz» απ’ το θίασο «Ακτίς Αελίου», στην Θεσσαλονίκη, στο ομώνυμο θέατρό του, σε σκηνοθεσία Θωμά Βελισσάρη, τη σεζόν 2010/2011 και «Αλεξάντερπλατς», απ’ το θίασο «Κανιγκούντα», σε διασκευή Μαρίας Μαγκανάρη -που επικέντρωσε αποκλειστικά στις γυναίκες του μυθιστορήματος- και σε σκηνοθεσία της, το καλοκαίρι του 2013, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, στην «Πειραιώς 260».
Στην παράσταση του Στάθη Λιβαθινού, της οποίας την παραγωγή έχει αναλάβει η εταιρεία «Λυκόφως» του Γιώργου Λυκιαρδόπουλου, σε συνεργασία με την εταιρεία «Polyplanity» της Γιολάντας Μαρκοπούλου, τα σκηνικά και τα κοστούμια θα ’ναι της Ελένης Μανωλοπούλου, η μουσική του Μιχάλη Λατουσάκη κι η διεύθυνση φωτισμών του Αλέκου Αναστασίου ενώ στη διανομή θα μετάσχουν παλαιότεροι συνεργάτες του σκηνοθέτη απ’ την εποχή της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου αλλά και νεότεροι: Βασίλης Ανδρέου, Γιώργος Δάμπασης, Νίκος Καρδώνης, Στάθης Κόικας, Λίλη Μελεμέ, Δημήτρης Παπανικολάου, Μαρία Σαββίδου, Άρης Τρουπάκης, Δημήτρης Φιλιππίδης. Οι δοκιμές θ’ αρχίσουν αρχες Αυγούστου κι η πρεμιέρα προσδιορίζεται, στο θέατρο «Οδού Κυκλάδων-Λευτέρης Βογιατζής» -με το οποίο ο Στάθης Λιβαθινός συνδέεται πολλαπλά καθώς εκεί έπαιξε το 1993/1994, με την «νέα Σκηνή», σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή, τον Δάσκαλο, στον «Κατσούρμπο» του Γεωργίου Χορτάτση- για τα μέσα Νοεμβρίου.
Στο μεταξύ, ο Στάθης Λιβαθινός φεύγει για το Τελ Αβίβ, όπου η Ισραϊλινή Όπερα, παρουσιάζει, με μουσική διεύθυνση Τζουλιάνο Καρέλα και με διαφορετική, βέβαια, διανομή, την «Αΐντα» του Τζουζέπε Βέρντι στη σκηνοθεσία που ο Στάθης Λιβαθινός υπέγραψε, με μεγάλη επιτυχία, το 2017, στην Όπερα «Λα Μονέ» των Βρυξελλών.
27.05.2022, Σαρηγιάννης Γιώργος Δ.Κ. «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς από τον Στάθη Λιβαθινό στο Βογιατζής», totetartokoudouni.blogspot.com
Για το link πατήστε εδώ