Καζανόβα / Δον Ζουάν – Μαρίνα Τσβετάγεβα / Λόρδος Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον

2023

Πειραιώς 260 (Δ)

14 έως 16 Ιουνίου 2023

17 έως 18 Ιουνίου 2023

 

Μια παράσταση που συντίθεται πάνω στον ποιητικό παραλληλισμό του Λόρδου Μπάιρον με τη Μαρίνα Τσβετάγεβα, οι οποίοι εμπνεύστηκαν ο μεν Μπάιρον από τη μυθική φιγούρα του Δον Ζουάν, η δε Τσεβετάγεβα από την ιστορική φιγούρα του Καζανόβα με διαφορά ενός αιώνα. Ο Μπάιρον άρχισε να γράφει τον Δον Ζουάν αυτοεξόριστος στην Ιταλία τo 1818 και, αφού προσέγγισε τον μυθικό αυτό Δον Ζουάν με εντελώς καινούριο τρόπο, τον εγκατέλειψε ημιτελή το 1823, καθώς αναμειγνυόταν ολοένα πιο ενεργά πρώτα στο επαναστατικό κίνημα των Καρμπονάρων κι έπειτα στην Ελληνική Επανάσταση. Περίπου εκατό χρόνια μετά, στα θυελλώδη χρόνια που ακολούθησαν την Οκτωβριανή Επανάσταση, η Τσβετάγεβα συνθέτει στη Μόσχα τo Τέλος του Καζανόβα, τελευταίο μέρος του θεατρικού της Φοίνικα, λίγο πριν φύγει αυτοεξόριστη για το Βερολίνο.

Στη νέα παράσταση του σκηνοθέτη Στάθη Λιβαθινού, οι φωνές των δύο μεγάλων ποιητών συναντούν η μία την άλλη φωτίζοντας από την ερωτική περιπλάνηση και τον διαρκή απολογισμό για τον χρόνο που περνά και χάνεται ως το θέμα της εξορίας, την άλλη πάντα όψη της περιπλάνησης. Και τα δύο κείμενα γεννιούνται σε ταραγμένους καιρούς και η αίσθηση πως κάτι τελειώνει εγγράφεται στον πυρήνα τους.

Για την παράσταση ο Στάθης Λιβαθινός συμπράττει με τη σταθερή ομάδα των ηθοποιών συνεργατών του, τη δραματολόγο και μεταφράστρια Έλσα Ανδριανού για τη μετάφραση του Καζανόβα της Τσβετάγεβα και τον ποιητή και μεταφραστή Γιώργο Κοροπούλη, ο οποίος μεταφράζει τον Δον Ζουάν του Μπάιρον. Και τα δύο αυτά μοναδικά, κλασικά έργα παρουσιάζονται για πρώτη φορά στα ελληνικά σε έμμετρο ομοιοκατάληκτο στίχο, και μας υπόσχονται ένα σκηνικό έργο υψηλής δημιουργικής πνοής.

Πηγή: Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου

Μετάφραση: Έλσα Ανδριανού (Το τέλος του Καζανόβα της Μαρίνας Τσβετάγεβα), Γιώργος Κοροπούλης (Δον Ζουάν του Λόρδου Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον)

Σκηνοθεσία – Δραματουργική επεξεργασία: Στάθης Λιβαθινός

Σκηνικά – Κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου

Μουσική: Θοδωρής Αμπαζής

Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου

Σύμβουλος κίνησης: Σταύρος Λίτινας

Ηχοληψία: Κωστής Παυλόπουλος

Βοηθός σκηνοθέτη: Ερατώ Πίσση

Βοηθός σκηνογράφου – ενδυματολόγου: Έμιλυ Κουκουτσάκη

Ζωγράφος Σκηνικού: Νίκος Καρράς

Ανακατασκευή Βράχων Σκηνικού: Άρτεμις Σγούρου Δροσοπούλου

Περούκες: Θωμάς Γαλαζούλας

Μακιγιάζ: Έλενα Παπάζογλου

Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή

Τεχνικός συντονιστής παραγωγής: Νίκος Χαραλαμπίδης

 

Παίζουν (αλφαβητικά)

Βασίλης Ανδρέου, Γιώργος Δάμπασης, Νίκος Καρδώνης, Στάθης Κόικας, Ειρήνη Λαφαζάνη, Λίλλυ Μελεμέ, Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, Μαρία Σαββίδου, Θεόβη Στύλλου, Άρης Τρουπάκης, Δημήτρης Φιλιππίδης

Μουσικοί επί σκηνής: Αλέξης Κωτσόπουλος (ηλεκτρική κιθάρα, κλαρινέτο, βιόλα ντα γκάμπα), Σίσσυ Μακροπούλου (άρπα), Θάνος Πολυμενέας Λιοντήρης (κοντραμπάσο)

Εκτέλεση παραγωγής Polyplanity Productions / Γιολάντα Μαρκοπούλου, Βίκυ Στρατάκη

 
  • Θέατρο / Από την πλευρά της αθωότητας

    Η παράσταση «Καζανόβα / Δον Ζουάν. Ερωτική περιπλάνηση» του Στάθη Λιβαθηνού στο Φεστιβάλ Αθηνών, στην Πειραιώς 260 – Δεύτερο μέρος

    Το σημείωμα της προηγούμενης Κυριακής ήταν αφιερωμένο στην παράσταση του Στάθη Λιβαθηνού με τον τίτλο: «Καζανόβα / Δον Ζουάν. Ερωτική περιπλάνηση», που παρακολουθήσαμε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, στην Πειραιώς 260. Συνεχίζω σήμερα.

    Σε αυτήν την πρωτότυπη δουλειά του ο Στάθης Λιβαθηνός, συγγραφέας και σκηνοθέτης, κατορθώνει να «παντρέψει» δύο ρομαντικούς ποιητές που έζησαν και έγραψαν σε απόσταση χρονική μεγαλύτερη από έναν αιώνα. Πρόκειται για τον Λόρδο Βύρωνα, και για τη σπουδαία Ρωσίδα ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγιεβα. Αμφότεροι εμπνεύστηκαν, ο μεν από τη μυθική φιγούρα του Ισπανού «ερωτοκατακτητή» Δον Ζουάν, η δε από την ιστορική μορφή του Βενετσιάνου ομολόγου του, Καζανόβα. Και οι δυο ήρωες έχουν δώσει λαβή σε δεκάδες λογοτεχνικά έργα, σε ένα πλήθος γλώσσες, με περισσότερο δραστήριο τον Δον Ζουάν, οι περιπέτειες του οποίου έχουν γίνει κάτι σαν «μύθος μέσα στον μύθο».

    Σύμφωνα με μια βάσιμη άποψη που υποστηρίζει ο συγγραφέας και ψυχαναλυτής Όττο Ράνκ, ο Δον Ζουάν υπήρξε πρόσωπο ιστορικό και την προηγούμενη Κυριακή έκανα μια παρουσίαση των κυριότερων σημείων της πραγματείας του. Θα επαναλάβω σήμερα ότι ο Βύρων στο ανολοκλήρωτο αυτό επικό ποίημά του για τον Δον Ζουάν δεν επιχειρεί να μιμηθεί τους διάσημους προκατόχους του που ασχολήθηκαν με το ίδιο θέμα. Ακολουθεί τη λαϊκή παράδοση ενός δημοφιλούς, ασεβούς και αμαρτωλού λαϊκού ήρωα, διαφθορέα και ινδάλματος συγχρόνως των γυναικών, όπως ήταν ο ίδιος, ένα αληθινό σκάνδαλο των καιρών του. Με προδρόμους του τα άπειρα ιταλικά και γαλλικά ερωτικά ρομάντσα του 17ου αιώνα, που αναβαθμίζει και ανασκευάζει με το ταλέντο του.

    Έρχομαι τώρα στη βεβαιωμένα ιστορική μορφή του Καζανόβα, που ενέπνευσε τη μεγάλη Ρωσίδα ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγεβα. Λίγα λόγια για το ιστορικό πρόσωπο του Καζανόβα. Γεννημένος στα 1725 από δύο γονείς που ήταν διάσημοι τότε ηθοποιοί, έγινε γνωστός περισσότερο για την τάση του να κατακτά τις γυναίκες και να τις εγκαταλείπει και λιγότερο για την ιδιότητά του ως δεινού χαρτοπαίκτη που περιηγήθηκε όλα τα καζίνα της Ευρώπης αφήνοντας το αποτύπωμά του. Τα ερωτικά του κατορθώματα έχει καταγράψει ο ίδιος σε μια σειρά 12 τόμων που εκδόθηκαν με τον τίτλο: «Η ιστορία της ζωής μου». Φυλακίστηκε για χρέη αλλά και συνεργάστηκε με τον βασιλιά Λουδοβίκο 15ο της Γαλλίας για… την εξυγίανση της οικονομίας της χώρας μέσω ενός πολύπλοκου συστήματος καζίνων που είχε εμπνευστεί! Στα τελευταία τού βίου του συνδέθηκε με μια πολύ νεαρή κοπέλα που μοιάζει να τον αγάπησε, όπως και αυτός εκείνην. Αίσια αυλαία, «άφεση αμαρτιών» για την εξαγορά μιας πολυτάραχης περιπλανώμενης ζωής.

    Η Μαρίνα Τσβετάγεβα εμπνέεται από τον θρύλο του και γράφει το αριστούργημά της «Το τέλος του Καζανόβα», που μάλλον επέσπευσε και το δικό της τραγικό τέλος όταν έπεσε -λόγω και της ακραίας ερωτικής της ελευθεριότητας- στη δυσμένεια του σταλινικού καθεστώτος και, εξόριστη στη Σιβηρία, μη έχοντας από πουθενά στήριξη, έβαλε τέλος στη ζωή της.

    Στην παράστασή του ο Στάθης Λιβαθηνός, που έγραψε και το «σενάριο», «σκηνοθετεί» μια συνάντηση «από αλλού» των δύο φωνών, της ανδρικής, του Βύρωνα, και της γυναικείας, της Μαρίνας Τσβετάγεβα. Φωτίζει ένα τοπίο, από την ερωτική περιπλάνηση και τον χρόνο που περνά και χάνεται, ως το θέμα της εξορίας, εξωτερικής και εσωτερικής, που είναι η άλλη όψη της περιπλάνησης. Το πιο ενδιαφέρον και γόνιμο στοιχείο είναι ότι η σύνδεση και ο φωτισμός των δύο μεγάλων κειμένων γίνεται από την πλευρά της αθωότητας, πριν από το κατά συνθήκη «προπατορικό αμάρτημα», πριν από την απώλεια του παραδείσου. Κάτι που σίγουρα θα χειροκροτούσε ο Ανδρέας Εμπειρίκος της «Οκτάνας». Οι δύο πρωτόπλαστοι άχρονοι ήρωες επιστρέφουν αναμάρτητοι και καθαροί στο «ξύλο της ζωής», όπως οι αιωρούμενες μαριονέττες του Κλάιστ στο γνωστό δοκίμιο. Και αυτό, στους στυγερούς καιρούς που ζούμε, με την αθωότητα να είναι ένα είδος εν ανεπαρκεία, αποτελεί κατόρθωμα, τόσο του συγγραφέα και σκηνοθέτη Στάθη Λιβαθηνού όσο και της δεμένης ομάδας που τον πλαισιώνει.

    Η μετάφραση του «Τέλους του Καζανόβα» είναι της Έλσας Ανδριανού, του «Δον Ζουάν» του Γιώργου Κοροπούλη. Σκηνικά-κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου, μουσική του Θοδωρή Αμπαζή, φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου, κίνηση του Σταύρου Λίτινα, βρίσκονται όλα σε «παλίντονη αρμονία». Παίζουν ισοκέφαλα οι: Βασίλης Ανδρέου, Γιώργος Δάμπασης, Νίκος Καρδώνης, Στάθης Κόικας, Ειρήνη Λαφαζάνη, Λίλλυ Μελεμέ, Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, Μαρία Σαββίδου, Θεόβη Στύλλου, Άρης Τρουπάκης, Δημήτρης Φιλιππίδης.

    11.09.2023, Πολενάκης Λέανδρος «Θέατρο / Από την πλευρά της αθωότητας», Η Αυγή

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Κριτική παραστάσεων / Η «συνάντηση» δύο ρομαντικών

    Από τις παραστάσεις του Φεστιβάλ Αθηνών «Δον Ζουάν», «Λόρδος Βύρων», «Καζανόβα» της Τσβετάγιεβα (πρώτο μέρος)

    Στην Πειραιώς 260 παρακολουθήσαμε την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα θεατρική δουλειά του Στάθη Λιβαθηνού με τον τίτλο: «Καζανόβα/Δον Ζουάν: Ερωτική περιπλάνηση». Σε αυτήν ο σκηνοθέτης επιχειρεί και κατορθώνει να «παντρέψει» δύο ρομαντικούς ποιητές που έζησαν και έγραψαν τα έργα τους σε απόσταση χρονική μεγαλύτερη από έναν αιώνα. Πρόκειται για τον Λόρδο Γκόρντον Τζων Μπάιρον ή απλά για εμάς τους Έλληνες Λόρδο Βύρωνα και για την κάπως λιγότερο γνωστή στα μέρη μας μεγάλη Ρωσίδα ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγιεβα. Αμφότεροι εμπνεύστηκαν, ο μεν από τη μυθική φιγούρα του «ερωτοκατακτητή» Δον Ζουάν, η δε από την ιστορική μορφή του Καζανόβα.

    Και οι δύο ήρωες έχουν δώσει λαβή σε δεκάδες λογοτεχνικά έργα, ανάμεσα στα οποία οι πιο γνωστές εκδοχές του Δον Ζουάν είναι οι θεατρικές του Ισπανού Τίρσο ντε Μολίνα και του Γάλλου Μολιέρου. Ωστόσο ο Δον Ζουάν υπήρξε, ως φαίνεται, πρόσωπο ιστορικό, υπαρκτό. Την ιστορία και τις δραστηριότητές του έχει περιλάβει σε μια μελέτη του ο διάσημος ψυχαναλυτής και συγγραφέας Ότο Ρανκ. Το αληθινό πρόσωπο πίσω από τον μύθο, κατά τον Ότο Ρανκ, ονομαζόταν Χουάν Μιγέλ Μαράνια. Ο Χουάν Μιγέλ έμεινε ορφανός από μητέρα σε παιδική ηλικία και μεγάλωσε σε ένα μοναστήρι, μέχρι που έγινε ένας πανέμορφος νέος άντρας που καμία γυναίκα, όσο ενάρετη και αν ήταν, δεν μπορούσε να αντισταθεί στη γοητεία του. Αφιερώθηκε στο κυνήγι της ηδονής και έζησε μια ζωή ασωτίας και ασέβειας. Οι ερωτικές του περιπέτειες με γυναίκες κάθε χρώματος, φυλής, προέλευσης ή κοινωνικής τάξης ξεπερνούσαν ακόμη και εκείνες του «σωσία» του, Δον Ζουάν. Μεταχειριζόταν όλα τα μέσα, θεμιτά και αθέμιτα, για να τις πλανέψει, ακόμα και δόλο. Κατά την ψυχανάλυση, οι πολυάριθμες γυναίκες που έπρεπε διαρκώς να κατακτά αντιπροσώπευαν τη μοναδική, αναντικατάστατη μητέρα.

    Σε ηλικία 30 ετών ο Δον Χουάν Μιγέλ εδέησε να ερωτευθεί για πρώτη φορά στη ζωή του και παντρεύτηκε την όμορφη, πλούσια κληρονόμο Χιρολίνα Καρίγιο ντε Μεντόσα. Όταν πέθανε η γυναίκα του, έχασε σχεδόν τα λογικά του. Το έσκασε με το νεκρό σώμα της γυναίκας του στα βουνά, μέχρι που τον βρήκαν και τον έφεραν πίσω οι συγγενείς της. Αφιερώθηκε, τέλος, με όλη τη δύναμη της ψυχής του σε πράξεις ευσέβειας και ταπείνωσης, για να εξιλεωθεί για τις αμαρτίες του. Έκανε πλούσιες δωρεές στην εκκλησία και δοκιμαζόταν στον ρόλο του υπηρέτη των φτωχών. Πεθαίνοντας, έδωσε εντολή το σώμα του να ενταφιαστεί κάτω από το πρόπυλο της εκκλησίας, ώστε όλος ο κόσμος να περνά από πάνω του και να τον ποδοπατά. Αυτή είναι η αληθινή ιστορία του Δον Ζουάν κατά τον ψυχαναλυτή Ότο Ράνκ, που δεν έχουμε λόγους να μην τον πιστέψουμε.

    Παρέθεσα το κάπως μακροσκελές απόσπασμα της ανάλυσης του Ότο Ρανκ επειδή η δομή και η σύνθεσή του θυμίζουν εκπληκτικά τον τρόπο σύνθεσης και γραφής του Βύρωνα στον σχεδόν αυτοβιογραφικοί «Δον Ζουάν» του, ένα έπος-ποταμό που θα το αποτελούσαν 24 άσματα, αλλά η ενασχόλησή του με την Ελληνική Επανάσταση και ο πρόωρος θάνατός του στο Μεσολόγγι δεν του επέτρεψαν να ολοκληρώσει. Ο Βύρων δεν επιχειρεί να μιμηθεί τους προκατόχους του που ασχολήθηκαν με το ίδιο θέμα, κυρίως με τον Δον Χουάν του Τίρσο ντε Μολίνα και με τον Δον Ζουάν του Μολιέρου, αλλά ακολουθεί τη λαϊκή παράδοση ενός δημοφιλούς, ασεβούς και αμαρτωλού ήρωα, διαφθορέα και ινδάλματος ταυτόχρονα των γυναικών, όπως ήταν ο ίδιος. Ως προδρόμους του έχει τα άπειρα ιταλικά και γαλλικά ρομάντσα του 17ου αιώνα κυρίως, τα οποία ανασκευάζει και αναβαθμίζει ποιοτικά με το ταλέντο του. Όπως είναι το λίγο γνωστό σήμερα, αλλά δημοφιλές στην εποχή του τρίτομο μυθιστόρημα-ποταμός του Μπερνάρ ντε Τουρβίλ, πρώην πειρατή και μετέπειτα ναυάρχου της Γαλλίας, που εκδόθηκε το 1647 με τίτλο «Τα απομνημονεύματα του Μπερνάρ ντε Τουρβίλ», το οποίο θα αναφέρω επειδή διαθέτει κοινά σημεία με τον «Δον Ζουάν» του Βύρωνα. Αμφότεροι οι ήρωες των δύο βιβλίων ναυαγούν ύστερα από σύγκρουση με πειρατές τραυματισμένοι σε ένα νησί των Κυκλάδων, ανώνυμο για τον Βύρωνα και επώνυμο για τον Τουρβίλ (Σίφνος). Εκεί αντιστοίχως συναντούν δύο νέες, την όμορφη Χάιδω ο μεν και την επίσης όμορφη Ανδρονίκη ο δε, που τους περιθάλπουν, τους ερωτεύονται, φεύγουν μαζί και εμπλέκονται σε απίστευτες περιπέτειες. Στην Κωνσταντινούπολη, στο χαρέμι του σουλτάνου η ωραία Χάιδω, που την εγκατέλειψε ο Δον Ζουάν, αλλά την ακολούθησε μεταμφιεσμένος σε γυναίκα για να ξελογιάζει τις οδαλίσκες! Στα χέρια των πειρατών η ωραία Ανδρονίκη, που την πούλησε άσπλαχνα ο καλός της, ο Μπερνάρ, για λίγο χρήμα. Τουλάχιστον ο δικός μας, ο Δον Ζουάν, ήταν υπεράνω χρημάτων.

    Αυτά για το ένα σκέλος της σύνθετης παράστασης του Στάθη Λιβαθηνού, τον «Δον Ζουάν» του Βύρωνα. Θα χρειαστεί όμως να συνεχίσουμε την επόμενη Κυριακή για το άλλο σκέλος, τον «Καζανόβα» της μεγάλης Ρωσίδας ποιήτριας Μαρίνα Τσβετάγιεβα.

    04.09.2023, Πολενάκης Λέανδρος «Κριτική παραστάσεων / Η «συνάντηση» δύο ρομαντικών». Η Αυγή

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση»

    Η ενδιαφέρουσα ιδέα του Στάθη Λιβαθινού να συνδυάσει, σε ενιαία παράσταση, δύο διαφορετικά ποιητικά κείμενα που αναφέρονται στο ίδιο θέμα, δυστυχώς έπεσε στο κενό. Πρόκειται για τον «Δον Ζουάν» του Λόρδου Μπάιρον, που παρουσιάζει τον θρυλικό, αν και επινοημένο, ήρωα στην εφηβεία του και το «Τέλος του Καζανόβα» της Μαρίνας Τσβετάγεβα, που τον ακολουθεί στα γηρατειά του.

    Στο έργο του ο Μπάιρον πλάθει μια ανάλαφρη ιστορία με κωμικά στοιχεία. Ο Δον Ζουάν είναι ένα 16χρονο αγόρι, μεγαλωμένο στη Σεβίλλη με αυστηρές αρχές, που ζει τον πρώτο του έρωτα με μια παντρεμένη φίλη της μητέρας του. Ακολουθούν μια σειρά από τις σαρκικές περιπέτειές του – δηλαδή επιλεγμένα αποσπάσματα από τους 16.000 στίχους που απαρτίζουν το επικό ποίημα του φιλέλληνα Άγγλου ποιητή.

    Το αποτέλεσμα, κατ’ επέκταση, είναι δραματουργικά άνισο, ενώ η σκηνοθεσία ωθεί τους ηθοποιούς να ερμηνεύουν τους ρόλους τους με υπερβολική σωματικότητα και στόμφο, δημιουργώντας αντί για πρόσωπα καρικατούρες (χαρακτηριστική είναι η άστοχη παρουσία του Νίκου Καρδώνη, ο οποίος προσπαθεί να υποδυθεί τον γελοίο σύζυγο της Τζούλια κ.ά.).

    Στο δεύτερο μέρος η ατμόσφαιρα αλλάζει, γίνεται βαριά και καταθλιπτική. Ο πρώην γυναικοκατακτητής Τζάκομο Καζανόβα, το κεντρικό πρόσωπο στο ποιητικό δράμα της Ρωσίδας Μαρίνα Τσβετάγεβα, οδεύει στο τέλος της ζωής του. Έχοντας σαγηνέψει εκατοντάδες γυναίκες που γέννησαν τα νόθα παιδιά του, τον βλέπουμε τώρα φτωχό, περιφρονημένο και βυθισμένο στις αναμνήσεις που έχουν εγκατασταθεί μέσα του σαν χρόνια ασθένεια.

    Όμως την τελευταία μέρα του 1799 μια 13χρονη τού εκμυστηρεύεται τον έρωτά της, εμφυσώντας μια νέα πνοή στη θλιβερή καθημερινότητά του και εκπροσωπώντας ταυτόχρονα τον 19ο αιώνα που ετοιμάζεται να ξεμυτίσει, φέρνοντας σημαντικές κοινωνικοπολιτικές αλλαγές αλλά και τη γέννηση της γυναικείας χειραφέτησης.

    Παρόλο που το έργο της Τσβετάγεβα είναι συγκροτημένο, ο καλός σκηνοθέτης γλιστράει ξανά στη λύση της εύκολης αναπαράστασης και οι ερμηνείες στην πλειονότητά τους εξακολουθούν να είναι πομπώδεις.

    Το κυριότερο θετικό στοιχείο της παράστασης είναι η γνωριμία μας με αυτά τα δύο κείμενα που μετέφρασαν υποδειγματικά ο Γιώργος Κοροπούλης και η Έλσα Ανδριανού.

    Επίσης ενδιαφέρον είχαν τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου, ενώ, αντίθετα, ουδέτερος ήταν ο γυμνός σκηνικός χώρος που δημιούργησε, αφαιρώντας κάθε ίχνος ατμόσφαιρας. Τέλος η ζωντανά παιγμένη μουσική του Θοδωρή Αμπατζή υποστήριξε όλο το εγχείρημα.

    29.06.2023, Πετάση Ελένη «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση», Το Ποντίκι

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • «Καζανόβα / Δον Ζουάν»: Μια Σκηνική Συνάντηση που δεν Ευοδώθηκε

    Ο Στάθης Λιβαθινός σκηνοθετεί σε μια παράσταση δύο διαφορετικά άπαιχτα έργα, τον «Δον Ζουάν» του Lord Byron και το «Τέλος του Καζανόβα» της ποιήτριας Marina Tsvetaeva, επιχειρώντας να γεφυρώσει τη νιότη και τη δύση ενός εν δυνάμει Καζανόβα, παρουσιάζοντας επί σκηνής έναν απολογισμό ζωής. Το σκηνοθετικό εγχείρημα, αν και φιλόδοξο, αποδεικνύεται αδύναμο στην πράξη.

    Αγεφύρωτες Συναντήσεις

    Το ρομαντικό πνεύμα του Lord Byron μοιράζεται την ίδια σκηνή με τη γραφή της Marina Tsvetaeva χωρίς να γεφυρώνεται η κοινή συνιστώσα τους, που είναι ο έρωτας, η εξορία, η περιπλάνηση, ο χρόνος και η ελευθερία, αν και το ιστορικό και κοινωνικό background τους διαφέρει χωροχρονικά.

    Σε ένα μαύρο λιτό σκηνικό (Ελένη Μανωλοπούλου), ο Βασίλης Ανδρέου ως Lord Byron πλάθει με λεπτεπίλεπτες κινήσεις τον Δον Ζουάν (Στάθης Κόικας) ως πολλά υποσχόμενο νέο και την ιστορία του από τη γέννηση, το μεγάλωμά του και την αρχή της περιπλάνησής του ως δεκαεξάρη που ζει τον πρώτο του έρωτα με μια εικοσιτριάχρονη, δημιουργώντας σκάνδαλο.

    Σε δεύτερο χρόνο, ο εξόριστος Δον Ζουάν σε μεγαλύτερη ηλικία (Δημήτρης Φιλιππίδης), μετά το ναυάγιο, προσπαθεί να συνεχίσει τη ζωή του συνάπτοντας νέες σχέσεις και αποκτώντας νέες εμπειρίες.

    Και κάπου εκεί κάνει την εμφάνισή της η Marina Tsvetaeva με τον δικό της ώριμο Καζανόβα (Άρης Τρουπάκης) να κάνει μια αποτίμηση των εμπειριών που τον διαμόρφωσαν και, όντας ηλικιωμένος, δεν περιμένει τίποτα άλλο από τη ζωή.

    Η ταραχώδης συνάντηση του Καζανόβα με ένα κορίτσι δίνει συμβολικά τον κύκλο της ζωής, εντείνοντας τη νεανική διάθεση για περιπλάνηση ως κοινό χαρακτηριστικό των δύο ηρώων, του Δον Ζουάν και του Καζανόβα.

    Οι Σκηνοθετικές Γραμμές

    Οι καθαρές αφηγηματικές γραμμές του σκηνοθέτη, που συμπράττει με σταθερή ομάδα ηθοποιών, είναι αισθητές, όπως και οι ιστορίες των δύο ηρώων που αναπτύσσονται ολοκληρωμένα δραματουργικά χάρη στον μεταφρασμένο ποιητικό λόγο («Το Τέλος του Καζανόβα» από την Έλσα Ανδριανού και ο «Δον Ζουάν» από τον Γιώργο Κοροπούλη).

    Ωστόσο, δεν καθίσταται καθαρή η αόρατη ποιητική γέφυρα από τον Δον Ζουάν στον Καζανόβα και από τον Byron στην Tsvetaeva, ενώ δεν ήταν ευδιάκριτο το σκηνοθετικό μήνυμα παρά τις προθέσεις.

    Στα θετικά του εγχειρήματος η επί σκηνής εμφάνιση του Lord Byron, που δανείζεται τον μύθο του Δον Ζουάν για να τον διαφοροποιήσει εισάγοντας αυτοβιογραφικά στοιχεία. Η εμφάνισή του διέπεται από στοιχεία ρομαντισμού και εγγλέζικου χιούμορ καθώς γράφει, παρουσιάζει και προωθεί τον μύθο.

    Επίσης, σκηνοθετικό καλλιτεχνικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν η μετάβαση στην εμφάνιση των δύο Δον Ζουάν και η εμφάνιση του Καζανόβα όπως τον συστήνει η Tsvetaeva, ώριμο σε ηλικία, κυνικό, να ζει με τις αναμνήσεις του, πετώντας σύντομες επιστολές γυναικών που πέρασαν από τον μανδύα του και κλείνοντας τους λογαριασμούς του με τη ζωή.

    28.06.2023, Κορεντίνη Ντέπυ «Καζανόβα / Δον Ζουάν: Μια Σκηνική Συνάντηση που δεν Ευοδώθηκε», a8inea.com

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Κριτική θεάτρου από τη Ματίνα Καλτάκη: Το δράμα του παθητικού θεατή

    Για να μπορέσει να συνεπάρει μία παράσταση το κοινό πολλοί παράγοντες συμβάλλουν, με πλέον βασικό τη διάθεση σκηνοθέτη και θιάσου, μεταφρασμένη στη σκηνική πράξη, να πουν μία ιστορία που να μπορεί να προκαλέσει αντιδράσεις εντός μας και διάλογο με τον εαυτό μας και τους άλλους. Ούτε η παράσταση «Καζανόβα/Δον Ζουάν. Ερωτική περιπλάνηση» του Στάθη Λιβαθινού, ούτε ο «Λυγμός» του Κριστόφ Μαρτάλερ, που είδαμε στο Φεστιβάλ Αθηνών, το κατάφεραν.

    Τον περασμένο χειμώνα ο Στάθης Λιβαθινός έμεινε σταθερός στην αγάπη για τη λογοτεχνία και τη μεταφορά εκλεκτών κειμένων στη σκηνή. Παρουσίασε το περίφημο μυθιστόρημα «Berlin Alexanderplatz» του Άλφρεντ Ντέμπλιν στο Θέατρο της οδού Κυκλάδων και το «Εχθροί, μια ερωτική ιστορία» του Ισάκ Μπασέβις Σίνγκερ στο ΚΘΒΕ. Είναι γνωστή μέσα στα χρόνια η σοβαρότητα και ο σεβασμός με την οποία αντιμετωπίζει διαφορετικούς συγγραφείς και έργα, όπως και η πίστη του σε ένα σύνολο ηθοποιών που αποτέλεσαν την ομάδα του από τον καιρό που υπήρξε καλλιτεχνικός υπεύθυνος της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου (2001-2007).

    Με βασικό πυρήνα, λοιπόν, τον Βασίλη Ανδρέου, τον Νίκο Καρδώνη, τον Στάθη Κόικα, τη Λίλλυ Μελεμέ, τη Μαρία Σαββίδου, τον Γιώργο Δάμπαση και τον Άρη Τρουπάκη, ηθοποιούς με τους οποίους έχει εργαστεί επανειλημμένα, και τους νεότερους Θεόβη Στύλλου, Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, Δημήτρη Φιλιππίδη και Ειρήνη Λαφαζάνη, πρότεινε για το Φεστιβάλ Αθηνών 2023 τη δίπτυχη παράσταση «Καζανόβα/Δον Ζουάν -Μία ερωτική περιπλάνηση», που συνδέει τον «Δον Ζουάν» (1818-1824) του Λόρδου Μπάιρον με το «Τέλος του Καζανόβα», της Μαρίνας Τσβετάγιεβα (1922-1924).

    Ένας αιώνας χωρίζει τα δύο ποιητικά έργα -τα συνδέει το γεγονός ότι γράφτηκαν σε καιρούς που εγκυμονούσαν ριζικές πολιτικοκοινωνικές αλλαγές.

    Το 1818, ο Μπάιρον, αυτοεξόριστος στην Ιταλία, έβλεπε την Ευρώπη να βράζει από έθνη που διεκδικούσαν την ανεξαρτησία τους ενάντια στις μεγάλες αυτοκρατορίες της εποχής.

    Το 1922, από την άλλη, είχε ήδη ξεκινήσει η μεγάλη ουτοπία της δημοκρατίας του προλεταριάτου, την οποία η Μαρίνα Τσβετάγιεβα πλήρωσε πολύ ακριβά.

    Θα μπορούσε να δει κανείς τον Δον Ζουάν και τον Καζανόβα σαν ένα και το αυτό πρόσωπο, πρωταγωνιστή ενός από τους βασικούς ευρωπαϊκούς μύθους, και έτσι τους αντιμετωπίζει η παράσταση. Ο πρώτος είναι δημιούργημα πολλών συγγραφέων (Τίρσο δε Μολίνα, Μολιέρος, Μότσαρτ/Ντα Πόντε,  Ε.Τ.Α. Χόφμαν, μεταξύ άλλων) που διαμόρφωσαν τον μύθο του μεγάλου γυναικοκατακτητή -κάτι περισσότερο: του ανθρώπου που τυχοδιωκτικά, πέρα από κάθε κατεστημένη ηθική και ασφαλή κοσμοθεωρία, κυνηγά τις συγκινήσεις με κάθε τίμημα.

    Ο Τζάκομο Καζανόβα (1725-1798) θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί ως ιστορικό «αντίστοιχο» του Δον Ζουάν, παιδί ηθοποιών από τη Βενετία, που έζησε πλήθος περιπέτειες πολιτικού και ερωτικού περιεχομένου, καταγραμμένες στο βιβλίο «Ιστορία της ζωής μου» (1794).

    Ο σκηνοθέτης κατάφερε να ενοποιήσει στην παράστασή του τα δύο πρόσωπα/έργα -η Έλσα Ανδριανού απέδωσε στα ελληνικά το «Τέλος του Καζανόβα» και ο ποιητής Γιώργος Κοροπούλης τον «Δον Ζουάν» (χρησιμοποιήθηκαν μόνο τα 2 από τα 16 ολοκληρωμένα κάντος). Αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να παραδώσει στο κοινό μία ενδιαφέρουσα σκηνική πρόταση.

    Η διαμόρφωση του σκηνικού χώρου από την Ελένη Μανωλοπούλου, με τις κουρτίνες που δημιουργούν ένα ρευστό χώρισμα χρόνου και τόπου, είναι μία λύση που έχουμε δει πολλές φορές τα τελευταία 30 χρόνια. Τουλάχιστον ανέμπνευστη.

    Επιπλέον, οι ερμηνείες των καλών ηθοποιών επαναφέρουν το ζήτημα αν, και κατά πόσο, παραμένει δημιουργική μέσα στα χρόνια η συνεργασία με τους  ίδιους καλλιτέχνες στο πλαίσιο ενός ensemble. Γιατί έχουμε δει αρκετές φορές σε παρόμοιους ρόλους τη Μαρία Σαββίδου, τον Νίκο Καρδώνη, τον Βασίλη Ανδρέου. Ο  Άρης Τρουπάκης στον ρόλο του γερασμένου Καζανόβα θυμίζει παλαιότερες ερμηνείες του και οι νεότεροι ηθοποιοί, ενταγμένοι στο «πλαίσιο» της ομάδας, δεν μπορούν να αλλάξουν τις ισορροπίες, να φέρουν φρέσκο αέρα.

    Δεν πρόκειται για ζήτημα πρωτοτυπίας ή (ανέφικτης) διαρκούς ανανέωσης αλλά για το πώς με βάση τα ίδια, παλιά καλά υλικά μπορούν να προκύψουν έργα που να προκαλούν ενδιαφέρον, έκπληξη, κάπως να κινητοποιήσουν παλαιό και νεότερο κοινό.

    Τόσο ο «Δον Ζουάν» του Μπάιρον όσο και το «Τέλος του Καζανόβα» της Τσβετάγιεβα δεν κυκλοφορούν «κανονικά» σε βιβλία, άρα το μεγάλο μέρος του κοινού δεν γνώριζε τα έργα.

    Ως προς αυτό η παράσταση διατηρεί την αξία της ως γέφυρα με τα λογοτεχνικά πρωτότυπα. Αλλά με σκηνικούς όρους η παράσταση δεν τεκμηρίωσε γιατί μας αφορά το πρώτο κεφάλαιο των ερωτικών περιπετειών του Δον Ζουάν ούτε και το τελευταίο, μελαγχολικό κεφάλαιο του γερασμένου Καζανόβα.

    Υπάρχει ένα ζήτημα σε σχέση με το Φεστιβάλ Αθηνών που οφείλουμε να λάβουμε υπ’ όψιν όταν συγκρίνουμε ελληνικές και ξένες παραστάσεις: οι ελληνικές είναι συνήθως καινούργιες παραγωγές, ενώ οι περισσότερες ξένες έρχονται προ πολλού δοκιμασμένες σε άλλα θέατρα και φεστιβάλ. Αυτό πρακτικώς σημαίνει ότι η παράσταση «Καζανόβα/Δον Ζουάν» μπήκε στο χώρο όπου παρουσιάστηκε (Δ της Πειραιώς 260), 4 ημέρες πριν από την πρεμιέρα.

    Ο χρόνος είναι ελάχιστος για να μπορέσει να στηθεί όπως πρέπει μία παράσταση, να αντιμετωπιστούν οι ιδιαιτερότητες του χώρου, να δοκιμαστούν τεχνικές λύσεις και το σύνολο των στοιχείων να δέσει καλά. Επειδή, παρά τη δύσκολη αυτήν συνθήκη, έχουμε δει και πολύ καλές παραστάσεις Ελλήνων δημιουργών, το πρόβλημα με τον «Καζανόβα/Δον Ζουάν» είναι πιο βαθύ και απαιτεί από τον καλό σκηνοθέτη να εξετάσει αυστηρά πώς θα προχωρήσει στο μέλλον. […]

    20.06.2023, Καλτάκη Ματίνα «Κριτική θεάτρου από τη Ματίνα Καλτάκη: Το δράμα του παθητικού θεατή», www.iefimerida.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Είδαμε «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση» σε σκηνοθεσία Στ. Λιβαθινού στο Φεστιβάλ Αθηνών / Σε τροχιά απόστασης

    Το 1818 ο Μπάιρον, αυτοεξόριστος στην Ιταλία, επιχειρεί να αναπλάσει την ιστορία του Δον Ζουάν, ενός ήρωα φανταστικού, καθώς ως υπαρκτό πρόσωπο δεν υπήρξε ποτέ. Η πολιτική του δράση -αρχικά στην Ιταλία με τους Καρμπονάρους, εν συνεχεία εμπλεκόμενος σθεναρά με την Ελληνική Επανάσταση- δεν του άφησε το περιθώριο να ολοκληρώσει τη σύλληψή του. Εκατό περίπου χρόνια αργότερα η Ρωσίδα Μαρίνα Τσβετάγεβα, στον αντίκτυπο της Οκτωβριανής Επανάστασης, θα συνθέσει την κατάληξη του Καζανόβα, προκειμένου να κλείσει με αυτό της το δημιούργημα τον θεατρικό Φοίνικα.

    Τα δύο αυτά έργα επιχείρησε να ενώσει σκηνικά ο Στάθης Λιβαθινός, διατηρώντας ως πυρήνα έναν κεντρικό ήρωα, τις ερωτικές περιπέτειες του οποίου μαθαίνουμε αρχικά. Ακολούθως, παρακολουθούμε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, που σχετίζονται περισσότερο με ένα ταξίδι αυτοσυνειδησίας και απολογισμού. Ως έναν βαθμό μπορεί να διακρίνει κανείς στα δύο έργα μια νοητή αλληλοσυνέχεια, στην προκείμενη, ωστόσο, περίπτωση αυτό που διαφαινόταν ως στόχος, η σύνθεσή τους ως ενιαίο δημιούργημα, δεν φάνηκε να επετεύχθη. Στο πρώτο μέρος έχουμε την ιστορία του Δον Ζουάν, χαριτωμένη, ανάλαφρη, δοσμένη με τρόπο γοργό και ζωηρό, με έντονα τα κωμικά χαρακτηριστικά. Τα ερωτικά σκιρτήματα ενός νεαρού εφήβου, που ξεφεύγει από το συντηρητικό περιβάλλον και έρχεται σε επαφή με τη σαρκική απόλαυση, ένα ναυάγιο που πρόσκαιρα ανακόπτει την περιπετειώδη -ερωτική πρωτίστως- δράση του, είναι ό,τι έχει επιλεγεί από το 16.000 στίχων έπος του Μπάιρον. Ο ομώνυμος ρόλος παρουσιάζεται εύθυμα με τις παιγνιώδεις ερμηνείες των Στάθη Κόικα και Δημήτρη Φιλιππίδη, ενώ τις δικές του πινελιές, αν και ελαφρώς αποστασιοποιημένος από το επίκεντρο της εξελισσόμενης δράσης, προσθέτει ο Βασίλης Ανδρέου ως Μπάιρον. Παρά το ότι η παρουσία του λειτουργούσε περισσότερο αποφορτιστικά, σε ένα έτσι και αλλιώς εύπεπτο πρώτο μέρος, η φιγούρα-καρικατούρα του Νίκου Καρδώνη ως συζύγου της Τζούλια μας διασκέδασε.

    Με το (ημι)τέλος της πρώτης ιστορίας η σκηνοθετική πλεύση αλλάζει. Στον Καζανόβα οι καταστάσεις μονομιάς σοβαρεύουν, γίνονται στιβαρές, παρουσιάζονται στα όρια του πομπώδους. Μια νέα εποχή ξημερώνει. Η Τβετάγιεβα τοποθετεί τη δράση την τελευταία μέρα του 1799, ο αιώνας αλλάζει, μαζί και ό,τι κουβαλούσε. Προηγουμένως είχαμε την περίπτωση ενός ξεκινήματος, τώρα έχουμε έναν άνθρωπο που οδεύει στη δύση της ζωής, είναι η ώρα της συνειδητοποίησης. Ο Άρης Τρουπάκης αποδίδει την παρακμή του άλλοτε ακαταπόνητου εραστή με στόμφο, παραπέμποντας περισσότερο σε ήρωα αρχαίας τραγωδίας και λιγότερο σε έναν εύθραυστο χαρακτήρα. Στο ίδιο μήκος και η Μαρία Σαββίδου, ως Τσετάγιεβα, που συνυπάρχει με το δημιούργημά της, λειτουργώντας σε υψηλούς τόνους. Πιο γήινη, φέροντας τη φρεσκάδα της νιότης, η Ειρήνη Λαφαζάνη, υποδυόμενη τη δεκατριάχρονη Φραντσέσκα, θα αντιπαρατεθεί στον γερασμένο, ανήμπορο πια καρδιοκατακτητή (εδώ σε μικρό ρόλο – έκπληξη θα συναντήσουμε και τον Σ. Λιβαθινό).

    Η σύνδεση ανάμεσα στα δύο μέρη – κείμενα, ένα από τα κύρια ζητούμενα του εγχειρήματος, αποδεικνύεται στην πράξη χαλαρή, το έτερο της διάστασης εξακολουθεί στην πορεία και ως συνολικό αποτέλεσμα. Το κενό αυτό είναι αποτέλεσμα της δραματουργικής επεξεργασίας και της σκηνοθετικής οπτικής. Αν αφήσουμε παράμερα αυτό το βασικό και αναλογιστούμε τα συν από αυτήν τη δουλειά, θα μπορούσαμε να σταθούμε πρωτίστως στην ίδια τη δημιουργική της βάση, τη δυνατότητα που μας δίνει να γνωρίσουμε τα κείμενα και τους συγγραφείς τους. Το σχετικά άγνωστο κείμενο της Τσβετάγεβα είναι ένα μεγαλειώδες ποίημα γεμάτο από συγκρούσεις, πόθους, αντικρούσεις και η εξαιρετική μετάφραση της Έλσας Ανδριανού το καθιστά δεκτικότατο στους θεατές. Από την άλλη, δίνεται η ευκαιρία να γνωρίσουμε τον Μπάιρον ως έναν ευφάνταστο και ανατρεπτικό λογοτέχνη, πέρα δηλαδή από έναν φιλέλληνα επαναστάτη. Εξίσου σημαντική η συνδρομή του Γιώργου Κοροπούλη για την εν λόγω μετάφραση, κατανοητή, ανοικτή στο ευρύ κοινό. Ατμοσφαιρική η εκτελεσμένα ζωντανά μουσική του Θοδωρή Αμπατζή, δένει τόσο με τις εύθυμες σκηνές του πρώτου μέρους, όσο και με τις πιο βαρύγδουπες του δεύτερου. Θα προτιμούσαμε την παρουσία της ορχήστρας σε κοινή θέα και όχι διαρκώς κρυμμένη. Ωραία και ταιριαστά τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου, δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο και για τα ανύπαρκτα σχεδόν σκηνικά, η απουσία των οποίων συνέδραμε στη γενική αίσθηση απόστασης. Απόσταση ανάμεσα στα δύο κείμενα, στη σκηνοθετική προσέγγιση των δύο μερών, στη δράση που εκτυλισσόταν σε μια τεράστια, σχεδόν άδεια σκηνή. Τα καθαυτά -έκδηλα ξεχωριστά- κείμενα ήταν τελικά εκείνα που μας γοήτευσαν και ό,τι απολαύσαμε περισσότερο.

    16.06.2023, Ρουμπής Νίκος «Είδαμε «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση» σε σκηνοθεσία Στ. Λιβαθινού στο Φεστιβάλ Αθηνών / Σε τροχιά απόστασης», www.debop.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Θέατρο (Κριτική): Καζανόβα / Δον Ζουάν. Ερωτική περιπλάνηση

    Είναι η γοητευτική η απόφαση να παρουσιαστούν σε ενιαία παράσταση δύο ποιητικά έργα (άπαιχτα ως τώρα επί σκηνής), που τα χωρίζει σχεδόν ένας αιώνας και συνδέονται εμμέσως μέσα από τις μορφές του μυθικού Δον Ζουάν και του ιστορικού Καζανόβα (“Δον Ζουάν” του Λόρδου Μπάιρον και “Το τέλος του Καζανόβα” της Μαρίνας Τσβετάγεβα). Μας συστήνονται μάλιστα επί σκηνής με τρόπο διαφορετικό απ’ ό,τι θα περιμέναμε όχι μόνο οι δύο ήρωες, αλλά και οι συγγραφείς τους.

    Συγκεκριμένα στην περίπτωση του Μπάιρον, είναι σχεδόν αποκαλυπτική η γνωριμία με μια άλλη πλευρά του ποιητή που έχει ταυτισθεί στη δική μας συνείδηση με τον ρομαντικό φιλέλληνα. Εδώ, θέμα του γίνεται ο νεαρός Δον Ζουάν, ένα αγόρι στα δεκάξι του, που, μεγαλωμένο σε ένα ασφυκτικά συντηρητικό πλαίσιο από την αυστηρή μητέρα του, με την εκπαίδευσή του να στρέφεται σε βίους Αγίων και κηρύγματα, ξεκινάει το μεγάλο του ταξίδι στη ζωή και στις σαρκικές απολαύσεις. Το ξύπνημα της σεξουαλικότητας, η πρώτη του επαφή με μια παντρεμένη γυναίκα, ένα ναυάγιο που τον ξεβράζει στις ακτές ενός ελληνικού νησιού, για να συνεχίσει τις φιλήδονες περιπέτειές του με μια ελληνοπούλα, είναι τα αποσπάσματα που έχουν επιλεχθεί στην παράσταση, ανάμεσα στους πολλούς χιλιάδες στίχους που αριθμεί ολόκληρο το ποιητικό έργο.

    Ο Ζουάν του Μπάιρον είναι ένας θετικός ήρωας, ένα αγόρι όλο σφρίγος που ρίχνεται με ορμή στη ζωή (τον ερμηνεύουν ο Στάθης Κόικας και ο Δημήτρης Φιλιππίδης), ενώ μαζί του επί σκηνής ανεβαίνει και ο δημιουργός του (Βασίλης Ανδρέου), ενσταλάζοντας στην παράσταση πινελιές από το σατιρικό πνεύμα του. Παρ’ όλ’ αυτά, το σκηνικό αποτέλεσμα που προκύπτει είναι αμήχανο. Το χιούμορ και η σπιρτάδα του κειμένου δημιουργούν σωστά την ανάγκη να δημιουργηθεί σκηνική ελαφράδα αλλά στην πράξη η σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού καταφεύγει σε αχρείαστη κάποιες φορές σωματικότητα και στην υπερβολή, δημιουργώντας έτσι καρικατούρες (όπως, π.χ. στην περίπτωση του Νίκου Καρδώνη, που ερμηνεύει τον κωμικό σύζυγο της Τζούλια, της Λίλλυς Μελεμέ ως Χάιδως κ.ά.).

    Στο δεύτερο μέρος, όπου ακολουθεί το κείμενο της Τσβετάγεβα, το συναίσθημα αλλάζει, το σκηνικό ενδιαφέρον ανανεώνεται. Η δράση τοποθετείται το τελευταίο βράδυ του 1799, παραμονή ενός νέου αιώνα. Ο Καζανόβα, “η υπόσταση του 18ου αι.”, κατά το χαρακτηρισμό της Τσβετάγεβα, είναι ένας γηραιός άνδρας, ένας άνθρωπος σε αποδρομή. Σε αυτόν θα έρθει να αντιπαρατεθεί η δεκατριάχρονη Φραντσέσκα, μια πνοή φρέσκου αέρα, προσωποιώντας τον νέο αιώνα που ανατέλλει και μια σειρά από συγκρούσεις: αρσενικού και θηλυκού, νιότης και γήρατος. “Θέλω να ζήσω στα βήματά σου!” θα δηλώσει, και μέσω αυτής η Τσβετάγεβα σκιαγραφεί ένα θηλυκό alter ego του ήρωα, εισάγοντας θαραλλέα στο προσκήνιο μια γυναίκα στον δρόμο της (ερωτικής) αυτοδιάθεσης.

    Παρά τον κάπως πομπώδη τρόπο με τον οποίον ο Άρης Τρουπάκης ερμηνεύει τον Καζανόβα, κυριαρχεί ωραία το αίσθημα της συντριβής που δημιουργεί η παρουσία του. Το αποτέλεσμα συνολικά είναι ακμαιότερο, χάρη στις δραματικές συγκρούσεις, στη στιβαρή παρουσία της Μαρίας Σαββίδου ως Τσβετάγεβα, και κυρίως αυτή της Ειρήνης Λαφαζάνη που αντιδιαστέλλεται στον γηραιό, είρωνα αλλά και για λύπηση, πρώην “καρδιοκατακτητή” και σαρώνει με την ενέργειά της ως νεαρή Φραντσέσκα. (Τη διανομή σε αυτό το μέρος συμπληρώνει ο Στάθης Λιβαθινός σε μικρό ρόλο-έκπληξη.) Παράλληλα με αυτή την αντιπαραβολή, αντιπαραβάλλονται και τα δύο έργα μεταξύ τους και προκύπτει ωραία η ιδέα των δύο προσώπων που αιχμαλωτίζουν μέσα τους δύο φάσεις της ζωής, ο ένας την ακμή και ο άλλος τη δύση της.

    Η πρωτότυπη μουσική σύνθεση του Θοδωρή Αμπαζή, εκτελεσμένη ζωντανά, συνοδεύει τους ηθοποιούς και μεγεθύνει το συναισθηματικό πλαίσιο κάθε σκηνής, ενώ οι εύστοχες έμμετρες μεταφράσεις (της Έλσας Ανδριανού για τον “Καζανόβα” και του Γιώργου Κοροπούλη για τον “Δον Ζουάν”) πλουτίζουν το σκηνικό εγχείρημα. Εξαιρετικής αισθητικής τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου και η σκηνική ατμόσφαιρα, χάρη και στους φωτισμούς του Αλέκου Αναστασίου.

    15.06.2023, Καράογλου Τώνια «Θέατρο (Κριτική): Καζανόβα / Δον Ζουάν. Ερωτική περιπλάνηση», Αθηνόραμα

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Βασίλης Ανδρέου: Είμαι σ’ ένα θέατρο, όπως το έχω ονειρευτεί

    Ο Βασίλης Ανδρέου έχει ωραίες αναμνήσεις, καθώς περνά το κατώφλι της Πειραιώς 260. Η σκηνή μπορεί να μην έχει την ελευθερία της «Ιλιάδας», να είναι μικρότερη, όμως η συγκίνηση παραμένει ατόφια.

    Πέντε μέρες, πριν από την αποψινή πρεμιέρα της παράστασης «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση», σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού, ο ηθοποιός μίλησε στο tetragwno.gr για την αποτύπωση των δύο χαρακτήρων στη σκηνή, την 25χρονη συνεργασία του με τον πρώην καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θέατρου και τη διαδρομή του στο θέατρο.

    «Θα δει ο κόσμος κάτι διαφορετικό από το έπος που ήταν η Ιλιάδα. Αυτό είναι ένα ποιητικό κείμενο που έχει να κάνει με τον έρωτα, το ταξίδι της ζωής, με την ωριμότητα δύο αντρών του Δον Ζουάν του Λόρδου Μπάιρον και του Καζανόβα της Μαρίνα Τσβετάγεβα.

    Οι δύο χαρακτήρες έχουν μια συγγένεια ως προς την αντίθεση τους. Ο Δον Ζουάν γεννιέται, μεγαλώνει σε μια μικρή ηλικία και ο Καζανόβα είναι στο τέλος του που τους χωρίζει ένας αιώνας. Αυτός ο αιώνας γεφυρώνεται στην παράταση, γιατί δίνει σκυτάλη το ένα έργο στο άλλο. Τα έργα δεν ενώνονται, γιατί είναι δύο διαφορετικές φιγούρες. Ο ένας είναι ιστορικό πρόσωπο κι άλλος μυθοπλασία. Ο Καζανόβα υπήρξε πραγματικά. Ο Δον Ζουάν είναι ένα πλάσμα μυθοπλασίας.

    Ο Δον Ζουάν του Μπάιρον έχει έρωτες με γυναίκες, αλλά απέχει πολύ απ΄ τον Δον Ζουάν του Μολιέρου ή από τον Δον Ζουάν που ξέρουμε από την όπερα. Τον γυναικοκατακτητή, τον απατεώνα που λέει ψέματα κι αφήνει πίσω του ερείπια. Εδώ είναι μικρός. Γεννιέται, μεγαλώνει, ανθίζει, φτάνει σε μια ηλικία νεανική και έρχονται και τον βρίσκουν τα γεγονότα, δεν προκαλεί ίντριγκες, ούτε εξαπατά κόσμο. Ο Καζανόβα με την ίδια λογική, δεν τον βλέπουμε στο πικ του ή να προσπαθεί να δημιουργήσει σχέσεις με γυναίκες. Είναι κλεισμένος στο δωμάτιο του και δεν γιορτάζει την αλλαγή της χρονιάς και δεν θέλει να έχει επαφές με κανέναν, γιατί όλοι τον υποτιμούν πια. Αυτό είναι το ωραίο στην παράσταση μας. Δεν υπάρχει ψέμα. Δεν υπάρχει απάτη. Δεν υπάρχουν άνθρωποι που κακοποιούν γυναίκες»

    Πώς μπορεί ένα ποίημα να γίνει παράσταση με δραματουργία και διαλόγους;
    Της Μαρίνα Τσβετάγεβα είναι διαλογικά γραμμένο. Ο Δον Ζουάν είναι γραμμένος με τη μορφή canto. Άσματα που είναι πολλές στροφές οχτάστιχες γραμμένες με τη μέθοδο την Ottava rima (οχτώ στίχοι σε κάθε στροφή). Εμείς ακολουθούμε μία μέθοδο που έχουμε φτιάξει με την ομάδα μας, ένα ποίημα να έχει διαλογικό και αφηγηματικό τρόπο, ώστε μοιράζεται το κείμενο σε πρόσωπα. Υπάρχει δράση. Έχει γεγονότα μέσα το ποίημα αυτό.

    Ο Στάθης Λιβαθινός ήταν ο δάσκαλος σας στη Δραματική σχολή του Κώστα Καζάκου, κι ένας από τους μέντορες σας. Νιώθετε ασφαλής;
    Είμαι στο θέατρο από το 1995. Το θέατρο δεν έχει ασφάλεια. Στα 52 μου, δεν είμαι σε μια ομάδα για να νιώθω ασφάλεια. Είμαι σ’ έναν χώρο που μου δημιουργεί ρίσκο. Δημιουργικότητα. Είναι πολύ πιο δύσκολο να σε γνωρίζουν. Να σε ξέρει ο σκηνοθέτης σου καλά, γιατί δεν μπορεί να επαναλαμβάνεις τα ίδια πράγματα. Άρα, καμία ασφάλεια. Πιο πολύ δοκιμάζονται τα νεύρα μου και πιο πολύ δοκιμάζεται η προσωπικότητα μου στο να προσπαθώ και να μην τρώω από τα έτοιμα. Ξέρεις τι σου αρέσει και τι δε σου αρέσει. Υπάρχει μια επικοινωνία και μπορούμε να συνεννοηθούμε για το καλό της δουλειάς.

    Επαγγελματικά, κάθε χρόνο, υπάρχει μια πρόταση από τον σκηνοθέτη μου για να δουλέψουμε μαζί. Περισσότερη ανασφάλεια μου δημιουργεί να γοητεύουμε το ένας τον άλλο πια. Είναι μεγάλη αλήθεια αυτό που σας λέω, γιατί μας γνώρισε αυτός ο άνθρωπος κι από την καλή κι από την ανάποδη. Άρα, πρέπει να προσφέρουμε ο ένας τον άλλον μια καινούργια πρόκληση. Και μ’ αυτή την ευκαιρία, θέλω να ευχαριστήσω τον Στάθη Λιβαθινό για τον ρόλο του Λόρδου Μπάιρον.

    Μπορεί κάποιος να ζήσει μόνο από το θέατρο;
    Όχι, δεν μπορεί. Εγώ κάνω τέσσερις δουλειές. Διδάσκω, προσπαθώ να κάνω κάποια σεμινάρια. Αν έρθει κάτι από την τηλεόραση, με χαρά θα το πλησιάσω κι εγώ. Αν έρθει κάτι στον κινηματογράφο. Αλλά αυτά είναι σπάνια. Δεν είναι τόσο συχνά.

    Σας ενδιαφέρει η τηλεόραση, όπως είναι;
    Άμα προκύψει ένα σήριαλ του οποίου θα έχω γνώση του βιβλίου που θα διαβάσω, θα έχω μια εικόνα του σεναρίου και του ρόλου α πριόρι. Θα γνωρίσω αναλυτικά ποιος είναι ο ρόλος. Θέλω να κάνω κάτι που να έχει μια συνέχεια. Να μην είναι ένα έργο που γράφεται κάθε μέρα. Μου έχει τύχει και πρόσφατα. Έχω πάει σε μια οντισιόν, όπου ο ρόλος είναι εκεί. Τον βλέπεις. Διαβάζεις κάποια επεισόδια. Σου λένε την ιστορία του. Με τέτοιους όρους συζητάς με την τηλεόραση. Όχι να γράφεται καθημερινά και να μην ξέρεις που θα πάει η ιστορία. Γι’ αυτό ποντάρω σε κάποιο μυθιστόρημα. Να έχω δει τη δουλειά του σκηνοθέτη. Να έχει δει αυτός δικιά μου δουλειά. Πηγαίνεις κάπου που να σε τιμά το αποτέλεσμα. Σέβομαι όσους πάνε για εργασία γιατί ζητάνε την εργασία χωρίς να ξέρουν τους όρους από πριν. Εγώ θα προσπαθώ να παλεύω πάντα για να ξέρω τους όρους της δουλειάς. Κι αν δεν τους ξέρω, δε θα την κάνω. Έτσι πορεύομαι για την τηλεόραση.

    Θα σηκώνατε το τηλέφωνο να πάρετε κάποιον παραγωγό ή casting director;
    Αν τύχει κάτι που θα ακούσω, που να έχει αυτούς τους όρους που λέω, οπωσδήποτε θα σήκωνα το τηλέφωνο και θα έλεγα ότι μ’ ενδιαφέρει. Να περάσω να με δείτε.

    Πιστεύετε ότι ρόλος του «Ηλίθιου» του Ντοστογιέφσκι ήταν ορόσημο στην καριέρα σας;
    Ήταν το 2007. Αμέσως μετά, μου δόθηκε η ευκαιρία να παίξω στο Εθνικό Θέατρο στην παράσταση «Wolfgang» σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου, κάτι τελείως αντίθετο. Την ιστορία του απαγωγέα ενός κοριτσιού. Το ωραίο με τον ηλίθιο ήταν ότι ήμουν έξι ώρες πάνω στη σκηνή. Κι αυτό είναι ένα δώρο για τον ηθοποιό. Είναι ένα άθλημα. Να αντέχει να παίζει κάθε Κυριακή από τις 2 το μεσημέρι μέχρι τις 8 το βράδυ. Μια παράσταση που κρατάει έξι ώρες με τρία διαλείμματα. Αυτό είναι μια μοναδική εμπειρία. Έκανα δύο ταινίες πολύ ενδιαφέρουσες, που ήταν πιστεύω λόγω του Μίσκιν. Από κει και πέρα ήρθαν κι άλλα. Διαφορετικά και δύσκολα. Ορόσημο δεν ξέρω αν ήταν στην καριέρα μου. Ήταν ορόσημο στην ποιότητα της ύπαρξης μου πάνω στη σκηνή.

    Έχετε θυσιάσει πράγματα από τη ζωή σας για το θέατρο;
    Όχι. Δίνω στον εαυτό μου μια ωραία βόλτα. Έναν περίπατο. Συναντώ τους μαθητές μου. Πάω τα ταξίδια μου. Δεν στερούμαι τίποτα, όπως κάθε άνθρωπος που αγαπά τη δουλειά του και την κάνει με πάθος. Οφείλει να βρίσκει τη στιγμή να ξεκουράζει τον εαυτό του.

    Στην Κύπρο πηγαίνετε;
    Προσπαθώ να πηγαίνω τρεις φορές τον χρόνο. Η Κύπρος πάει πολύ καλά θεατρικά και δημιουργικά. Είχα αρκετές και ωραίες προτάσεις για να κατέβω στον ΘΟΚ (Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου), συνεχώς όμως υπήρχε κάτι στην Αθήνα και δεν μπορούσα να πάω. Αγαπώ πολύ τον τόπο μου. Η νέα γενιά των ηθοποιών εκεί συμπράττουν με τους παλιούς ηθοποιούς. Ήδη ήρθαν ο Βαρνάβας Κυριαζής με την Αννίτα Σαντοριναίου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά με μια υπέροχη παράσταση. Στο Φεστιβάλ Αθηνών θα έχουμε τώρα μια ομάδα γυναικών «Οι γυναίκες επιστρέφουν». Εγώ τιμώ τους ανθρώπους που δε δειλιάζουν μεμψιμοιρώντας, γιατί αυτό κάνω κι εγώ. Ό,τι δυσκολίες κι αν έχει το θέατρο στην Ελλάδα ή στην Κύπρο προσπαθούμε να βγούμε μπρος και να δώσουμε ποιότητα στη δουλειά μας. Και οικονομικά, οπωσδήποτε πρέπει να συμβεί αυτό. Να πληρώνονται οι πρόβες μας, να αναγνωρίζονται τα πτυχία μας και να μπορούμε οι ίδιοι να μην το κάνουμε μόνο για τη χαρά με το άλλοθι του πάθους και του ταλέντου μας, αλλά πρέπει να ζήσουμε μέσα από αυτό. Είναι αδιανόητο να μην πληρώνονται οι πρόβες. Μεγαλώνοντας υπάρχει ένας πολύ ωραίος διάλογος με μια οικογένεια θεατρική. Με όλα τα καλά και τα κακά υπάρχει διάλογος. Δεν υπάρχει μονοσήμαντη απόφαση. Δεν υπάρχει μονόπλευρο θέλω. Υπάρχει κάτι που αναγκαστικά πρέπει να το κάνουμε μαζί πια, γιατί είμαστε ένα.

    Υπάρχει περίπτωση να κάνετε περιοδεία, εκτός φεστιβάλ;
    Μακάρι να μπορούσα, δεν ξέρω τους ορούς, εμείς θα παίξουμε για πέντε μέρες και θα του χρόνου θα πάμε επανάληψη το περσινό έργο «Berlin Alexanderplatz» που είναι βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Άλφρεντ Ντέμπλιν στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων.

    Πώς λειτουργεί σε σας, όταν μια παράσταση θα παιχτεί μόνο για λίγες μέρες;
    Το είχα ζήσει το 2008 με την «Μασκαράτα» που παίχτηκε κάποιες μέρες εκεί και με την «Ιλιάδα» που ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο. Οπότε είναι η πρώτη φορά που θα παιχτεί μια παράσταση για πέντε μέρες. Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό. Θα μαζέψω τα πράγματά μου την Κυριακή και θα πάω διακοπές. Αυτό που δημιουργήσαμε 100 λεπτά περίπου, είναι ένα κόσμημα. Δύο έργα μαζί με ζωντανή μουσική από τον Θοδωρή Αμπαζή. Δεν ξέρω το αίσθημα. Έτσι είναι τα φεστιβάλ. Παρόλο που επαναλαμβάνονται κάποιες παραστάσεις.

    Πιστεύετε πως έχετε αδικηθεί από το θέατρο;
    Δε νιώθω αδικημένος, γιατί ξέρω πόσες χιλιάδες παρακολουθούν το θέατρο μέσα στην αίθουσα, ως προς την αναγνωρισιμότητα και δεν έχω την απαίτηση να νιώθω να με γνωρίζουν. Όμως με όσα έχω κάνει, δέχομαι πίσω να έχουν αναγνωρίσει τον κόπο, τη δουλειά, το οποιοδήποτε ταλέντο, να έχω προτάσεις και δε νιώθω καθόλου αδικημένος. Έχω δουλέψει με την Ευαγγελάτου, με την Μελεμέ, την Πατεράκη, την Φριντζήλα, με τον εξαιρετικό Νορβηγό Γκότσεφ που πήγαμε με τους «Πέρσες» στην Επίδαυρο. Επειδή ζούμε σε μια εποχή που μπορούμε να ανοίξουμε την βεντάλια, με ενδιαφέρει το σινεμά και η τηλεόραση. Θέλω να αναγνωριστούν πρώτα οι κόποι μου από τον Βασίλη, τον εαυτό μου, ώστε να πω «Βασίλη προχώρα και παρακάτω, κάνε κι άλλα πράγματα», γιατί πολλές φορές από τον εαυτό μας στερούμε. Κανείς δεν πρέπει να αδικεί τον εαυτό του και να προσπαθεί δοκιμάζοντας καινούργιες προκλήσεις, καθώς δεν έχουμε να δώσουμε λόγο σε κανέναν πέρα από τον εαυτό μας και να το εκτιμάμε.

    Θα σας γυρίσω στον χρόνο και στην παράσταση «Ο μικρός εγώ». Πώς γεννήθηκε η ιδέα να μπείτε στη διαδικασία της σκηνοθεσίας;
    Το 2012 η ομάδα Αίολος από τους Βλασία Κουτσού, Γιώργο Μακρή, Φαίδρα Παπανικολάου, Νατάσα Σφενδυλάκη και Φώτη Λαζάρου, με προσκάλεσε να κάνουμε «Τα ρέστα» του Κώστα Ταχτσή. Εγώ τότε έκανα πρόβες στην «Ιλιάδα» στο Μεταξουργείο. Έφευγα από την πρόβα στο συνεργείο στο παλιό τούρκικο σπίτι στην Κεραμεικού. Τα παιδιά ήταν φίλοι. Είναι από τα πιο ωραία πράγματα που έχω κάνει στη ζωή μου και αγάπησα. Ακολούθησαν άλλες δύο παραστάσεις ο «Ματωμένος γάμο του Λόρκα και η «Ελληνική μυθολογία» του Τσιφόρου. Ήταν η πρώτη μου σκηνοθεσία και ευχαριστώ τον Γιώργο Μακρή, που είναι και κουμπάρος μου τώρα, καθώς βάφτισα το παιδί του, και είμαι ευγνώμων που μου ‘δωσαν την ευκαιρία να γίνω σκηνοθέτης.

    Θα επαναλαμβάνατε τη διαδικασία;
    Όχι. Για μένα έγινε μία δοκιμή σε μια εποχή και μια περίοδο που ένιωθα ασφαλής, γιατί μόνο με ασφάλεια μπορώ να το κάνω. Θέλω να παίζω, να κάνω τις παραστάσεις μου στις δραματικές σχολές και να έχω και την ευθύνη των σπουδαστών που μ’ αρέσει πολύ. Θέλω να είμαι ξανά παιδί μέσα από τους ρόλους μου να με προπονούν. Μόνο με την ομάδα Αίολος θα το έκανα ξανά, γιατί είμαστε οικογένεια. Αλλά να σκηνοθετήσω με όρους οικονομικούς έξω ή να βρω ένα έργο, δεν το θέλω.

    14.06.2023. Αντωνιάδης Λάζαρος «Βασίλης Ανδρέου: Είμαι σ’ ένα θέατρο, όπως το έχω ονειρευτεί», tetragwno.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ο Νίκος Καρδώνης και ο Στάθης Κόικας για την παράσταση «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση»

    Ο Νίκος Καρδώνης και ο Στάθης Κόικας μιλούν στην κάμερα του CultureNow για την παράσταση «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση», σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού, που παρουσιάζεται στην Πειραιώς 260, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2023.

    Ο Στάθης Λιβαθινός θα αναμετρηθεί με δυο κλασικά λογοτεχνικά έργα, που περιστρέφονται γύρω από τη μυθική μορφή του Δον Ζουάν και την ιστορική προσωπικότητα του Καζανόβα. Πρόκειται για τον «Δον Ζουάν» του Λόρδου Μπάιρον και το «Τέλος του Καζανόβα» της Μαρίνα Τσβετάγεβα. Στην παράσταση οι φωνές των δύο μεγάλων ποιητών συναντούν η μία την άλλη, φωτίζοντας την ερωτική περιπλάνηση και τον διαρκή απολογισμό για τον χρόνο που περνά και χάνεται. Μιλούν ταυτόχρονα και για το θέμα της εξορίας, την άλλη όψη της περιπλάνησης.

    Όπως μας λέει ο Νίκος Καρδώνης: «Βλέπουμε την Οδύσσεια ενός νεαρού Δον Ζουάν, όχι όπως τον ξέρουμε εμείς, όπως είναι τυπωμένος στη συνείδησή μας σαν ένας φοβερός εραστής, θα έλεγα ένα έρμαιο των γυναικών. Σαν να βλέπουμε στην ουσία ένα φύλο, ένα φτερό που το παρασέρνει η ζωή και οι καταστάσεις.»

    Ο Στάθης Κόικας συμπληρώνει: «Υπάρχει μια επιθυμία για ανακάλυψη, για έρωτα, για ζωή, για περιπέτεια, το οποίο είναι αυτό που μας συνδέει κιόλας με το έργο, και εμένα προσωπικά με τον Δον Ζουάν, αυτή η όρεξη του να ζήσεις, του να τα ζήσεις όλα, να τα προλάβεις όλα […]»

    12.06.2023, Χ.Σ. «Ο Νίκος Καρδώνης και ο Στάθης Κόικας για την παράσταση «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση», www.culturenow.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

     

  • Ο Δον Ζουάν συναντά τον Καζανόβα

    Δύο θρυλικοί ήρωες, που ενσαρκώνουν την αρχή και το τέλος του έρωτα, στην Πειραιώς 260

    Δύο εξαιρετικά κλασικά βιβλία σε ποιητικό διάλογο, το ένα του Λόρδου Μπάιρον και το άλλο της Μαρίνα Τσβετάγεβα, γραμμένα με απόσταση ενός αιώνα, συνθέτουν την παράσταση «Καζανόβα/Δον Ζουάν. Ερωτική περιπλάνηση», που ανεβαίνει (16-18/6) στην Πειραιώς 260 του Φεστιβάλ Αθηνών.

    Eνα φιλόδοξο σκηνικό εγχείρημα του Στάθη Λιβαθινού για τον έρωτα, τον χρόνο και την περιπλάνηση, σε έμμετρο ομοιοκατάληκτο στίχο, με κέντρο του δύο διάσημα πρόσωπα του θρύλου και της Ιστορίας.

    Αντίθετα με την εικόνα που έχουμε για τη μυθική φιγούρα του Δον Ζουάν και το ιστορικό πρόσωπο του Καζανόβα, ως ελευθεριάζοντες αποπλανητές γυναικών που σαγηνεύουν και εγκαταλείπουν, σε αυτή την παράσταση αντιπροσωπεύουν τον κύκλο της ζωής, την αρχή και το τέλος του έρωτα. Κατά τον σκηνοθέτη, «μια περισυλλογή πάνω στη ζωή». «Το ένα κείμενο μιλάει για τη νιότη, την ερωτική αρχή· το άλλο για τον απολογισμό του έρωτα και της ζωής».

    Κείμενα που γεννήθηκαν «σε ταραγμένους καιρούς και η αίσθηση πως κάτι τελειώνει εγγράφεται στον πυρήνα τους». Από τις σημαντικότερες μορφές του ρομαντισμού, ο ποιητής και φιλέλληνας Μπάιρον καταπιάστηκε με τον Δον Ζουάν όταν ήταν αυτοεξόριστος στην Ιταλία τo 1818. Αφού προσέγγισε τον μυθικό αυτό πρόσωπο με εντελώς καινούργιο τρόπο, εγκατέλειψε το έργο ημιτελές το 1823, καθώς αναμειγνυόταν ενεργά στο επαναστατικό κίνημα των καρμπονάρων κι έπειτα στην Ελληνική Επανάσταση. Περίπου εκατό χρόνια μετά, στα θυελλώδη χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, η Τσβετάγεβα συνθέτει στη Μόσχα τo «Τέλος του Καζανόβα», τελευταίο μέρος του θεατρικού της Φοίνικα, λίγο πριν φύγει αυτοεξόριστη για το Βερολίνο.

    Τα δύο έργα παρουσιάζονται για πρώτη φορά στα ελληνικά σε έμμετρο ομοιοκατάληκτο στίχο, με τη δραματολόγο και μεταφράστρια Eλσα Ανδριανού για τη μετάφραση του «Καζανόβα» της Τσβετάγεβα και τον ποιητή και μεταφραστή Γιώργο Κοροπούλη για τον «Δον Ζουάν».

    Αυτή ήταν μία από τις δυσκολίες του εγχειρήματος λέει στην «Κ» ο Στάθης Κόικας, που υποδύεται τον Δον Ζουάν σε νεαρή ηλικία. «Ο έμμετρος λόγος είναι εύκολος στην εκμάθησή του, αλλά δύσκολος όταν πρέπει να ξεφύγει από την ποίηση και να γίνει άμεσος λόγος. Στη σκηνή δεν πρέπει να ακουστεί σαν ποίημα, γιατί αφηγείσαι μια ιστορία. Έχει μεγάλες διαφορές από ένα καθαρό θεατρικό κείμενο. Γιατί εκεί που μαγεύεσαι από το μέτρο, την ομοιοκαταληξία, πρέπει να τη σπάσεις. Γοητεία και πρόκληση μαζί. Και ένα στοίχημα να κερδίσουμε και τον 20χρονο θεατή. Στόχος της ομάδας δεν είναι η υψηλή ποίηση. Θέλουμε να αφηγηθούμε μια ωραία ιστορία με την αισθητική που έχει η ομοιοκαταληξία. Συχνά, όταν είμαστε πολύ μακριά από κάτι, το θεωρούμε σκονισμένο και παλιό, αλλά κάποιες φορές μάς διαψεύδει. Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην τέχνη, αλλά και στη ζωή».

    Ο δικός του Δον Ζουάν είναι 16άρης, ζει τον πρώτο του έρωτα με μια 23χρονη παντρεμένη και έπειτα το σκάνδαλο που δημιουργείται και τον διωγμό του από τη μητέρα του. Ο Στάθης Κόικας τονίζει ότι «αυτός ο Δον Ζουάν του Μπάιρον δεν θυμίζει εκείνον του Μολιέρου. Ο συγγραφέας επιλέγει να γράψει ένα έργο για κάποιους έρωτες της μυθικής αυτής φιγούρας, οι οποίοι πιο πολύ τον βρίσκουν, τον “κυνηγάνε”, τον κατακτούν παρά εκείνος αυτούς. Μελετώντας τη ζωή του Λόρδου Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον, διαπιστώνεις ότι υπάρχουν πολλά κοινά σημεία με τον Δον Ζουάν. Πολλά απ’ όσα περιγράφει στο μεγάλο αυτό ποίημα, τα έχει περάσει ο ίδιος. Ακόμη και το ναυάγιο που αναφέρει, θυμίζει την τρικυμία που βίωσε πάνω σε ένα πλοίο. Ο,τι ζει ο Μπάιρον, το αποτυπώνει στο κείμενό του. Τον ρόλο του σε μεγαλύτερη ηλικία, δηλαδή μετά το ναυάγιο του Δον Ζουάν, αναλαμβάνει στην παράσταση ο Δημήτρης Φιλιππίδης».

    Ο βράχος

    Στην υποκριτική έχει πάντα ενδιαφέρον να προσεγγίζεις ένα υπαρκτό πρόσωπο, αφήνοντας κατά μέρος κάθε προκατάληψη, λέει στην «Κ» ο Βασίλης Ανδρέου, ο οποίος υποδύεται τον Λόρδο Μπάιρον. «Ο Μπάιρον έγραψε ένα τεράστιο έργο χωρισμένο σε 17 cantos, όμως εδώ ασχολούμαστε με το πρώτο και το δεύτερο, τη γέννηση και το μεγάλωμα του Δον Ζουάν, που διαφέρουν από τον αρχικό μύθο. Ο Μπάιρον γράφει τον ήρωά του σχεδόν αυτοβιογραφικά. Ο,τι διαβάζεις νομίζεις ότι το έχει ζήσει. Υμνεί τον έρωτα, το ταξίδι στη ζωή και την αγάπη και την ίδια ώρα, στους τελευταίους δύο στίχους κάθε στροφής όπου κρύβεται το τσιτάτο, το ανατρέπει ή το σαρκάζει. Οι περισσότεροι τον χαρακτηρίζουν ρομαντικό ποιητή, όμως για μένα έχει και καρυωτακικές στιγμές. Εδώ πήρε έναν Δον Ζουάν και τον έφτιαξε από τα γεννοφάσκια του. Με πολυτάραχη ζωή όπως είχε και ο ίδιος. Τον πλάθει μπροστά στον θεατή. Μου αρέσει που βλέπουμε τον Μπάιρον επί σκηνής να αναμειγνύεται με τους ηθοποιούς και να γράφει τους ρόλους στον Δον Ζουάν, να στήνει παγίδες και ανατροπές».

    Σε ένα τεράστιο γοητευτικό υλικό που δεν ξέρεις τι να αφήσεις, ο Β. Ανδρέου εξηγεί ότι η οικονομία και το απλό νικούν, «κράτησα τα πολύτιμα». Από το 1999 κοντά στον Λιβαθινό, του αρέσει αυτός ο τρόπος εργασίας, να νιώθει συνδημιουργός. «Μου αρέσει να ξέρω από πού προέρχεται κάθε λέξη, και αυτό προέρχεται από τη δουλειά με τον σκηνοθέτη και τον μεταφραστή. Αυτή είναι η διαφορά του θεάτρου από την τηλεόραση».

    Πόσο τον έχει βοηθήσει η εμπειρία του εκπαιδευτικού (δάσκαλος δημοτικού στην Κύπρο) στην προσέγγιση ενός ρόλου; «Με βοήθησε να έχω υπομονή στη δουλειά μου, να κατανοώ τον σκηνοθέτη, να μπορώ να καθίσω δέκα ώρες πάνω από το κείμενο να βρούμε τη λύση χωρίς να το θεωρώ καταπίεση. Δουλεύω με τα εργαλεία που μου έδωσε η εκπαίδευση: αποσαφήνιση κειμένου, συντακτικό, νοήματα, μετάφραση, δραματουργία». Και αυτά χρησιμοποιεί και με τους σπουδαστές στο Ωδείο Αθηνών, αλλά και με τα παιδιά που ετοιμάζει για εξετάσεις στις δραματικές σχολές, καθώς και με επαγγελματίες ηθοποιούς που επίσης τους διδάσκει.

    Όσο για τον ρόλο του, περιγράφει τον λόρδο Μπάιρον «σαν βράχο που του υποκλίνεται ακόμη και το κύμα όταν τον χτυπάει. Άνθρωπος που ρισκάρει, δοκιμάζει την περιπέτεια της ζωής και ανατρέπει τον ίδιο του τον εαυτό. Ένας ύμνος για τη ζωή είναι η παράσταση».

    Ωριμος Καζανόβα

    Την ιστορική φιγούρα του Καζανόβα ερμηνεύει ο Αρης Τρουπάκης. Τι τον γοητεύει στην αναχώρηση που σηματοδοτεί ο ηλικιωμένος ήρωας της Μαρίνα Τσβετάγεβα; «Είναι η συνθήκη που τον κάνει ενδιαφέροντα, λέει στην «Κ» και προσθέτει: «Η συγγραφέας τοποθετεί στο κομμάτι του έργου με το οποίο ασχοληθήκαμε, την τελευταία ημέρα του Καζανόβα. Τότε τον επισκέπτεται ένα κορίτσι ζητώντας του όχι έρωτα, αλλά να την πάρει μαζί στο ταξίδι του. Η μικρή που τώρα ξεκινάει τη ζωή της θα αποκομίσει εμπειρίες, αλλά και εκείνος θα συναντηθεί με ό,τι είναι να συναντηθεί την τελευταία στιγμή της διαδρομής του. Η Τσβετάγεβα μας συστήνει έναν ώριμο σε ηλικία Καζανόβα, αρκετά κυνικό, που ζει με τις αναμνήσεις του, αλλά έχει επίγνωση ότι όλο αυτό δεν έχει πια καμία σημασία. Έχει μια κυνική ματιά».

    Αν ο Δον Ζουάν έχει πραγματικά στοιχεία από τον δημιουργό του, τον Μπάιρον, ο Καζανόβα της Τσβετάγεβα έχει φανταστικά στοιχεία. «Όμως, την ίδια στιγμή που η συγγραφέας δημιουργεί ένα ποιητικό σύμπαν, τον προσγειώνει στην απόλυτη πραγματικότητα. Αυτός είναι ο πλούτος του κειμένου. Ποίηση και πραγματικότητα συνομιλούν σε σκληρό βαθμό», τονίζει ο ηθοποιός και παραδέχεται ότι η αναμέτρηση με το ισχυρό στερεότυπο του Καζανόβα δεν είναι εύκολη. «Μία ακόμη δυσκολία είναι ότι αντιμετωπίζω ένα χαρακτήρα που είναι 40 χρόνια μεγαλύτερός μου. Βέβαια, η ειλικρινής συνάντηση με μια στιγμή της ζωής μας είναι σημαντική και χωρίς να φτάσουμε τα 80 όπως εκείνος. Ο Καζανόβα εδώ είναι πιο ανθρώπινος και πιο σκληρός απέναντι στον εαυτό του».

    Τα δύο κείμενα «πραγματεύονται το ίδιο θέμα σε πολύ διαφορετική ηλικία και αυτό που τα ενώνει είναι μια αδιόρατη ποιητική γέφυρα», υποστηρίζει ο Στάθης Κόικας. Όμως πόσο εύκολα αγγίζουν τον θεατή οι κόσμοι των δύο ποιητών σε μια εποχή αντιποιητική; «Είναι ένα ερώτημα και για εμάς. Μόνιμη πρόκληση για τον ηθοποιό», απαντά ο Αρης Τρουπάκης. «Αυτό που θέλουμε είναι η παράσταση να συνομιλήσει με το σήμερα, μακριά από κάθε νοσταλγία».

    12.06.2023, Συκκά Γιώτα «Ο Δον Ζουάν συναντά τον Καζανόβα», Η Καθημερινή

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ο Δον Ζουάν δίνει ραντεβού με τον Καζανόβα στο Φεστιβάλ Αθηνών

    Ο Στάθης Λιβαθινός σκηνοθετεί μια ερωτική περιπλάνηση βασισμένη στα έργα των Λόρδου Βύρωνα και Μαρίνας Τσβετάγεβα

    Η μυθική φιγούρα του Δον Ζουάν και η ιστορική περσόνα του Καζανόβα συναντώνται επί σκηνής, διά χειρός Στάθη Λιβαθινού, σε μια «Ερωτική περιπλάνηση»: η παράσταση, βασισμένη στο ποίημα του Λόρδου Βύρωνα και στο θεατρικό της Μαρίνας Τσβετάγεβα, δημιουργεί έναν διάλογο ανάμεσα σε δύο αιώνες, δύο ερωτικά σύμβολα, δύο λογοτέχνες, φαινομενικά διαφορετικούς, που όμως τους ενώνουν πολλά. Τα δύο αυτά κλασικά έργα παρουσιάζονται για πρώτη φορά στα ελληνικά σε έμμετρο ομοιοκατάληκτο στίχο.

    Ο Λιβαθινός επέλεξε να δημιουργήσει μια θεατρική σύνθεση, διατηρώντας την αυτονομία κάθε έργου. Ο Δον Ζουάν βρίσκεται σε εφηβική ηλικία και στο στάδιο εκείνο της ζωής όπου όλα είναι προς ανακάλυψη. Ο ηλικιωμένος Καζανόβα βρίσκεται στο τέλος της διαδρομής και το νεαρό κορίτσι που τυχαία συναντά τον οδηγεί σε μια αναδρομή της ζωής του. Οι δυο τους, που δεν συναντήθηκαν ποτέ και ούτε θα συναντηθούν τώρα στη σκηνή, φωτίζουν την περιπλάνηση του ανθρώπου στον χρόνο.

    Με συνοδοιπόρο την ομάδα που εδώ και 30 χρόνια καταθέτει συστηματικά δείγματα μιας αφοσίωσης στη θεατρική πράξη και εμπλουτισμένης κάθε φορά με νεότερους ηθοποιούς, συνδέει το χθες με το σήμερα. Το «Δον Ζουάν/Καζανόβα, Ερωτική περιπλάνηση» εντάσσεται στο Φεστιβάλ Αθηνών και προσθέτει έναν ακόμα κρίκο στην αλυσίδα των παραστάσεων του σκηνοθέτη με επικές διαστάσεις.

    «Πρόκειται για δύο κείμενα με τεράστιες διαφορές αλλά και πολλά κοινά σημεία, δύο κείμενα για τον έρωτα, όχι ως επιθυμία αλλά ως απόθεμα και εφόδιο της ζωής, ως πλούτο και ουσία» λέει ο σκηνοθέτης που ανεβαίνει ύστερα από 20 χρόνια ξανά στη σκηνή (με έναν μικρό ρόλο στον «Καζανόβα»), γιατί είχε την επιθυμία να βρεθεί με την ομάδα του. Και συνεχίζει: «Πρόκειται για δύο πολύ τολμηρά κείμενα που έκαναν τεράστιο θόρυβο στην εποχή τους, ειδικά ο “Δον Ζουάν” του Μπάιρον.

    Η παράστασή μου είναι ένας χαιρετισμός απέναντι σε μια ολόκληρη γενιά που έρχεται, απέναντι στη ζωή που θα ζήσει, όχι μόνο στην ερωτική αλλά και στη ζωή αυτή καθαυτή. Ο ένας προσδοκά και ο άλλος το έχει βιωμένο, ο ένας είναι το παρελθόν και ο άλλος το μέλλον. Ουσιαστικά είναι μια ερωτική περιπλάνηση με έντονα αποτυπώματα πάνω στη ζωή — το ένα έχει την ορμή και το θράσος της νιότης, το άλλο την αγωνία του τέλους. Στην παράσταση υπάρχει και η παρουσία των ίδιων των ποιητών, και έτσι υποδηλώνεται η αφηγηματικότητά τους.

    Η Τσβετάγεβα έγραφε θέατρο, ο Μπάιρον έγραψε ένα ποίημα με την επική έννοια, ένα σατιρικό έπος, το πρώτο ή έστω από τα λίγα της εποχής του ή και πολλών εποχών. Παρόλο που πλησίασα τον κάθε ποιητή ξεχωριστά, αποδείχτηκε ότι έκρυβαν πολλά κοινά, χωρίς να έχουν γνωρίσει, εκ των πραγμάτων, ο ένας τον άλλον. Είχαν μια ελεύθερη σεξουαλικότητα, έναν άκρατο ερωτισμό, που η μεν δεν θα μπορούσε ποτέ να εκφράσει και ο δε έκανε ακριβώς το αντίθετο. Γι’ αυτό και οι εποχές τους, ως έναν βαθμό, τους κυνήγησαν».

    Άρης Τρουπάκης

    Καζανόβα

    «Ο Καζανόβα όπως τον προτείνει η Τσβετάγεβα είναι στην τελευταία μέρα της ζωής του. Είναι ένας απολογισμός, ένας αποχαιρετισμός, το ρίγος της τελικής αναχώρησης, όπως λέει και η ίδια η ποιήτρια. Κι εκεί ακριβώς που κλείνει λογαριασμούς και πετάει πίσω του τα πάντα, εκεί τον επισκέπτεται ένα πολύ νεαρό κορίτσι, το οποίο εμφανίζεται ξαφνικά μπροστά του. Και υπάρχει μια τελική αναμέτρηση. Σε αυτή την αναμέτρηση ο έρωτας λειτουργεί ως επίφαση. Βρισκόμαστε στην τελευταία μέρα ενός αιώνα και στην αρχή ενός καινούργιου. Μια ολόκληρη γενιά, ζωή, εποχή φεύγει και μια άλλη έρχεται, προσπαθώντας να κλέψει, να αφομοιώσει, ως και να μιμηθεί ό,τι τη γοήτευσε και να προχωρήσει.

    Η συνάντηση δεν είναι ερωτική, αλλά πιο βαθιά, υπαρξιακή. Και για το κορίτσι που τώρα ξεκινάει και για τον Καζανόβα που τώρα όλα λήγουν.

    Πρόθεση δεν είναι να γκρεμιστεί το είδωλο, αλλά να το δούμε τώρα που δεν έχουν καμία σημασία τα πράγματα, όσες κι αν ήταν οι ερωμένες, όσες κι αν ήταν οι κατακτήσεις και οι επιβραβεύσεις. Έχουμε μπροστά μας μια σκιά αυτού που ήταν, που κάνει τον απολογισμό μιας ολόκληρης ζωής και αναρωτιέται ποιο το νόημα για τους επερχόμενους».

    Μαρία Σαββίδου

    Μαρίνα Τσβετάγεβα

    «Όπως συμβαίνει πάντα όταν πρωτοέρχεσαι σε επαφή με έναν δημιουργό, έτσι και τώρα, θέλεις να προσπαθήσεις να τον αποδώσεις μέσα από όλα του τα κείμενα, τη βιογραφία του. Και νομίζω ότι το συγκεκριμένο είναι πολύ αντιπροσωπευτικό της Τσβετάγεβα. Μοιάζει να είναι από τα κείμενα εκείνα που είναι απολύτως εμποτισμένα από τη φλόγα της ποιήτριας. Γιατί όπου κι αν τη διαβάζω νιώθω ότι η γραφή της είναι τόσο βιωματική και φλέγουσα όσο και η ζωή της (γράφω=ζω>, ζω=γράφω), σαν να μην μπορείς να ξεχωρίσεις τι γεννά τι. Έγραφε με αφορμή το πάθος της για τη ζωή.
    Στη συγκεκριμένη παράσταση, ο ρόλος της ποιήτριας δεν ήταν εξαρχής κάτι που η ίδια είχε συμπεριλάβει στη γραφή της. Η φόρμα που έχει γράψει για το τέλος του Καζανόβα είναι αμιγώς θεατρική. Ωστόσο είναι τέτοια η περίπτωση που ακόμα και οι σκηνικές της οδηγίες είναι πιο ποίημα από το ποίημα. Και στηριχθήκαμε στις σημειώσεις της για να την έχουμε στη σκηνή.
    Η παρουσία της στην παράσταση είναι απολύτως ρεαλιστική – καθόλου μεταφυσική. Είναι ο άνθρωπος που δημιουργεί τον χώρο, σαν να “σκηνοθετεί”, σχεδόν. Και επεμβαίνει σε καίρια σημεία. Εύχομαι να αποδώσουμε την πρόθεσή μας».

    Στάθης Κόϊκας, Δημήτρης Φιλιππίδης

    Δον Ζουάν

    «Σε αυτή την ιστορία, με τα 17 canto (τραγούδια), του Μπάιρον, εμείς δουλεύουμε πάνω σε δύο. Είναι η ανατροπή του μύθου που ξέρουμε. Ο γυναικοκατακτητής, ο γυναικάς, εδώ ανατρέπεται. Καταλήγει και πάλι εραστής, αλλά σαν να τον προλαβαίνουν τα γεγονότα, σαν να μην είναι δική του η απόφαση. Σαν να μην κατακτά εκείνος τις γυναίκες αλλά εκείνες.

    Η μητέρα του, γιατί ο πατέρας του έχει πεθάνει, προσπαθεί να τον απομακρύνει από οτιδήποτε σαρκικό, ακόμα και από τη γνώση, για να μην καταλήξει… ένας Δον Ζουάν. Κι έχει ενδιαφέρον αυτή η εφηβική επανάσταση – που όταν πεις σε ένα παιδί “μην κάνεις αυτό”, εκείνο θα το κάνει. Σαν να ’ναι η μοίρα του να καταλήξει εκεί.

    Αυτός ο Δον Ζουάν είναι πιο γοητευτικός γιατί είναι πιο ανθρώπινος. Ο μύθος που δημιουργεί ο ποιητής φτιάχνει έναν Βύρωνα που έρχεται η ζωή και τον προλαβαίνει. Δεν είναι αυτός ο γόης, αλλά κάτι διαφορετικό. Είναι ο έρωτας που σου χτυπάει την πόρτα εκεί που δεν το περιμένεις. Παύει να είναι σύμβολο – και ας καταλήγει, μέσα από τις περιπέτειές του, να γίνει τελικά. Έχει μια παραδοξότητα όλο αυτό και γι’ αυτό έχει γοητεία».

    Βασίλης Ανδρέου

    Λόρδος Βύρων

    «Ο Μπάιρον έγραψε ένα πολύ μεγάλο έργο με χιλιάδες στίχους, χωρισμένο σε canto (μεγάλα τραγούδια). Στην παράσταση ξετυλίγεται η ιστορία ξεκινώντας από τη φράση “Ψάχνω έναν ήρωα”. Θα δείτε έναν Βύρωνα που δεν έχει να κάνει άμεσα με την Ελληνική Επανάσταση, τον ηρωισμό, τις γυναίκες, τη γοητεία, όσο με τον καλλιτέχνη, τον άνθρωπο που του αρέσει να φτιάχνει ιστορίες, σπιρτόζικες, με ανατροπές, τον πολύ καλό φίλο στην παρέα».

    Ταξιδεύει χέρι-χέρι με τον ήρωά του και του δανείζει πράγματα από τη ζωή του. Δεν είναι ο γυναικάς, που αφήνει πίσω του ερείπια. Μάλλον αυτόν αφήνουν πίσω τους ερείπια οι γυναίκες.
    Τον συναντάμε σε μια πολύ νεανική, σφριγηλή στιγμή έναρξης ζωής, προς τον έρωτα, τα ταξίδια και την εμπειρία. Εκπρόσωπος του ρομαντισμού, έχει έναν σαρκασμό, αυτό το εγγλέζικο χιούμορ, κι όσο πιστεύει σε ιδανικά τόσο τα αναιρεί.

    Στην παράσταση, ο Μπάιρον γράφει, δημιουργεί, αλλάζει τις σελίδες, καλωσορίζει τους ήρωες, τους βάζει να περιμένουν τι θα γίνει. Γραμμένο σε ottava rima, οκτάστιχες στροφές δηλαδή, κάθε canto έχει 140 στροφές.

    Θεωρώ πολύ σημαντικό το βάδισμα αυτών των ηρώων: Πώς περπατάει, πώς κουβαλάει τον εαυτό του, πώς πατάει τη σκηνή, πολλώ δε μάλλον όταν είναι ο συγγραφέας και μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Εύχομαι να συγκινήσουμε με τον τρόπο που συγκινηθήκαμε εμείς».

    12.06.2023, Λοβέρδου Μυρτώ «Ο Δον Ζουάν δίνει ραντεβού με τον Καζανόβα στο Φεστιβάλ Αθηνών», Το Βήμα της Κυριακής

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ο Στάθης Λιβαθινός επιστρέφει: «Η θάλασσα που κοιτάω για να μετράω τι χάλασα»

    Ο Στάθης Λιβαθινός, που σκηνοθετεί, και η δραματολόγος Έλσα Ανδριανού μιλούν για τα σχετικώς άγνωστα κείμενα του Μπάιρον και της Μαρίνα Τσβετάγεβα, στα οποία βασίζεται η παράσταση «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση» στο Φεστιβάλ Αθηνών.

    Με την παράσταση «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση» επιστρέφει ο Στάθης Λιβαθινός φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου.

    Δέκα χρόνια μετά την εμβληματική «Ιλιάδα», από τις κορυφαίες στιγμές του θεσμού, ο σκηνοθέτης θα αναμετρηθεί με δύο κλασικά λογοτεχνικά κείμενα που εμφανίζονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε έμμετρο ομοιοκατάληκτο στίχο. Πρόκειται για τον «Δον Ζουάν» του Λόρδου Μπάιρον και το «Τέλος του Καζανόβα» της Μαρίνα Τσβετάγεβα. Οι φωνές των δύο μεγάλων ποιητών συναντούν η μία την άλλη, φωτίζοντας την ερωτική περιπλάνηση και τον διαρκή απολογισμό για τον χρόνο που περνάει και χάνεται.

    Τα κείμενα αυτά είναι οι δύο άκρες της ίδιας ιστορίας. Όντας κλασικά κείμενα και γραμμένα σε στίχο, στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μια πραγματεία γύρω από τη ζωή και την ανάγκη της συμφιλίωσης με τον χρόνο και την απουσία του έρωτα. Ο μεν Δον Ζουάν είναι η αρχή της ζωής και έχει να κάνει με τα πρώτα ναυάγια της ζωής, ο δε Καζανόβα περιέχει την ανάγκη της συμφιλίωσης με το παρελθόν, καθότι έχει ζήσει την πλουσιότερη ζωή που θα μπορούσε να ζήσει άνθρωπος σε εμπειρίες πάνω στη Γη. Άρα στην πραγματικότητα είναι δύο απείρως συγκινητικά κείμενα, στα οποία πάλλεται και μια πολύ έντονη φλέβα αλήθειας και ρυθμού την οποία εμείς προσπαθήσαμε να μετατρέψουμε σε θεατρικότητα» αναφέρει στο «ΝΣυν» ο Στάθης Λιβαθινός που υπογράφει επίσης τη δραματουργική επεξεργασία της παράστασης.

    Ο ίδιος επιλέγει να εμφανίσει τους δύο ήρωες όχι ως ακαταμάχητους και μοιραίους καρδιοκατακτητές αλλά ως δύο μορφές στον κύκλο της ζωής. «Και στις δύο εκδοχές αυτών των κειμένων δεν υπάρχει τίποτα ούτε από τον ηδονιστή Δον Ζουάν ούτε από τον κυνηγό Καζανόβα. Διότι ο Μπάιρον χρησιμοποιεί εντελώς αντισυμβατικά τον ηδονιστή χωρίς να έχει κάποια σχέση με τον Δον Ζουάν του Μολιέρου. Ο δε Καζανόβα έχει ένα βεβαρυμένο από εμπειρίες παρελθόν μιας υπέροχης, πλούσιας σε εμπειρίες ζωής κι έρχεται η ώρα να παραδώσει τη σκυτάλη σε έναν νέο άνθρωπο. Γιατί στις δικές μου παραστάσεις έχει μεγάλη σημασία όχι μόνο το πώς αρχίζει κάτι αλλά και το πώς τελειώνει. Αυτό είναι κάτι που θέλω να μείνει ως σταγόνα πάνω στην ψυχή του θεατή φεύγοντας, και ειδικά του νεότερου θεατή» υπογραμμίζει ο σκηνοθέτης και θυμάται έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς στίχους του έργου που προέρχεται από τον Μπάιρον: «Οπως… η θάλασσα που τώρα την κοιτάω για να μετράω τι χάλασα».

    Η Μαρίνα Τσβετάγεβα

    Για τις ανάγκες της παράστασης, ο Στάθης Λιβαθινός συμπράττει με τη δραματολόγο και μεταφράστρια Έλσα Ανδριανού, η οποία έκανε τη μετάφραση του κειμένου της Τσβετάγεβα, και τον ποιητή και μεταφραστή Γιώργο Κοροπούλη, για το έργο του Μπάιρον. «Ο Στάθης Λιβαθινός μού εμπιστεύθηκε ένα πολύ προκλητικό κείμενο και τον ευχαριστώ για αυτό. Τόσο το θέμα και η ιδιαίτερη ποιητική του – ομοιοκατάληκτος στίχος, λυρικό βάθος και μοντερνικό “θράσος” – όσο και το γεγονός ότι η μετάφραση προοριζόταν για τη σκηνή – άρα όφειλε να καταστεί δυναμική στην πράξη και στην προφορικότητά της -, μου έθεσαν ισχυρό πλαίσιο και πολύ γοητευτικά εμπόδια. Να διευκρινίσω ότι μετέφρασα από τα γαλλικά με βάση δύο πολύ ενδιαφέρουσες – αν και άλλης ποιητικής κατεύθυνσης – μεταφράσεις, ενώ μέσω του Στάθη είχα επίσης τη δυνατότητα αποσαφηνίσεων και απόηχων του πρωτοτύπου» λέει από την πλευρά της η Ελσα Ανδριανού.
    «Εξαρχής προβληματίστηκα κατά πόσον έπρεπε να διατηρήσω την ομοιοκαταληξία, καθώς αφενός μεν είναι οργανικό στοιχείο του πρωτοτύπου, αφετέρου δε στη νεοελληνική – ιδίως θεατρική – προσληπτικότητα παραπέμπει ευχερέστερα στο κωμικό ή στο ειρωνικό στοιχείο. Παρά το γεγονός ότι το κείμενο έχει τρομερό χιούμορ, ο πυρήνας του συνομιλεί σαφώς με την τραγωδία. Θέλησα να διασώσω και τα δύο, προσπαθώντας να αποφύγω την άχαρη “συγκόλληση”, και επιχείρησα έναν – κατά το σολωμικόν – “μιχτό”, αλλά – ελπίζω – “νόμιμο” τρόπο. Έτσι, αναλόγως της δραματουργικής εξέλιξης, χρησιμοποίησα εναλλαγή ομοιοκατάληκτης φόρμας και ελεύθερου στίχου. Επίσης, εκτός των θεμάτων θεατρικού ύφους και πρόσληψης ήθελα, προτάσσοντας τη δραματουργία που αναδεικνύεται από το έργο, να αναδείξω και μορφικά το ανάγλυφο μιας συνάντησης, η οποία είναι ταυτοχρόνως σκυταλοδρομία προσώπων και εποχών» συμπληρώνει η μεταφράστρια.

    Μυστική συνομιλία

    Τα δύο κείμενα, αν και γράφτηκαν σε διαφορετικές εποχές, με έναν αιώνα διαφορά, ακούγονται ακόμη και σήμερα ζωντανά και σύγχρονα. Προϊόντα αμφότερα ταραγμένων εποχών και με την αίσθηση πως κάτι τελειώνει να εγγράφεται στον πυρήνα τους, στο πλαίσιο του σκηνικού έργου, φέρνουν κοντά τον Δον Ζουάν με τον Καζανόβα για να μιλήσουν για τον έρωτα, τον χρόνο, την εξορία και την περιπλάνηση. «Από τον “Δον Ζουάν” του Μπάιρον, χρησιμοποιείται το υλικό από τα δύο πρώτα cantos, όπου αναδύεται η αυγή μιας ανθρώπινης περιπέτειας στον έρωτα και στον χρόνο, ενώ “Το τέλος του Καζανόβα”, που αποτελεί το τελευταίο μέρος του “Φοίνικα” της Τσβετάγεβα, απηχεί το τέλος της περιπέτειας. Φαντάζομαι πως, κάπου ανάμεσα στα δύο, υπάρχει ένας “κενός χώρος”, η διαδρομή ενός εκάστου – ανθρώπου ή λογοτεχνικού προσωπείου -, το ταξίδι της συνειδητής ζωής που πάντα γρήγορα περνά. Αυτό το άρρητο “μεταξύ” ίσως αποτελεί το κλειδί της μυστικής συνομιλίας του Καζανόβα με τον Δον Ζουάν. Παράλληλα, ο Καζανόβα στο σκηνικό ποίημα της Τσβετάγεβα είναι εμφανώς μια ποιητικο – θεατρική μάσκα της ίδιας, πράγμα που επίσης έχει επισημανθεί πολλάκις για τον Μπάιρον και τον Δον Ζουάν του, άρα οι ήρωες συνομιλούν επίσης διά των ποιητών τους» τονίζει η Έλσα Ανδριανού.

    10.06.2023, Μαρίνου Διονυσία «Ο Στάθης Λιβαθινός επιστρέφει: Η θάλασσα που κοιτάω για να μετράω τι χάλασα», Τα Νέα

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ο Στάθης Κόικας μιλά για την παράσταση «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση» του Στάθη Λιβαθινού που έρχεται στην Πειραιώς 260

    «Πολλά από αυτά που έγραψε ο Μπάιρον σε αυτό το έργο τα είχε ζήσει ο ίδιος. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Δον Ζουάν είναι το alter ego του Μπάιρον»

    Μετά από δέκα χρόνια απουσίας από το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου ο Στάθης Λιβαθινός επιστρέφει στην Πειραιώς 260 «παντρεύοντας» τον «Δον Ζουάν» του Λόρδου Μπάιρον με «Το Τέλος του Καζανόβα» της Μαρίνα Τσβετάγεβα σε μία παράσταση για την αρχή και το τέλος του έρωτα και για τον χρόνο που περνά.

    «Αυτό που συνδέει τα δύο έργα είναι το τι σημαίνει να ζεις έχοντας ως πυρήνα της ζωής σου τον έρωτα», μας λέει ο Στάθης Κόικας που πρωταγωνιστεί ως Δον Ζουάν σε αυτή την παράσταση που φέρει τον τίτλο «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση». Σκιαγραφώντας τον χαρακτήρα που υποδύεται τονίζει: «Ο Μπάιρον δεν παρουσιάζει την ιστορία ενός γυναικοκατακτητή, ενός ανθρώπου που σκαρώνει σχέδια για να κατακτήσει μία γυναίκα. Το αντίθετο. Οι έρωτες έρχονται και τον βρίσκουν. Δεν τους κυνηγά αυτός.».

    Λίγο πριν ο Δον Ζουάν «συναντήσει» τον Καζανόβα, ο Στάθης Κόικας μας μιλά για τον έρωτα που «είτε τον θεωρείς σημαντικό είτε όχι, είτε τον κυνηγάς είτε τον αποφεύγεις, κάποια στιγμή θα σου χτυπήσει την πόρτα», για τη δική του σχέση με τον χρόνο, για τη συνεργασία του με τον Στάθη Λιβαθινό, ενώ αναφέρεται και στην υποβάθμιση των καλλιτεχνικών σπουδών υπογραμμίζοντας πως «αν δεν επέλθει δικαιοσύνη, εμείς θα συνεχίσουμε να διεκδικούμε με όποιο όπλο διαθέτουμε.».

    Μίλησέ μας για τον ρόλο σου στην παράσταση.

    Εγώ υποδύομαι τον Δον Ζουάν. Ο Λόρδος Μπάιρον δανείζεται τον μύθο του Δον Ζουάν για να τον ανατρέψει. Δεν παρουσιάζει την ιστορία ενός γυναικοκατακτητή, ενός ανθρώπου που σκαρώνει σχέδια για να κατακτήσει μία γυναίκα. Το αντίθετο. Οι έρωτες έρχονται και τον βρίσκουν. Δεν τους κυνηγά αυτός. Αυτή είναι η βασική διαφορά με τον Δον Ζουάν που ξέρουμε από τον Μολιέρο και τον μύθο. Ο Μπάιρον έγραψε 17 canto. Εμείς ασχολούμαστε με τα τρία πρώτα. Εστιάζουμε λοιπόν στη νεαρή ηλικία του ήρωα. Παρακολουθούμε τη διαπαιδαγώγηση που λαμβάνει από τη μητέρα του. Βλέπουμε τον πρώτο του έρωτα. Πρόκειται για μία σχέση με μία παντρεμένη γυναίκα που προκαλεί σκάνδαλο. Η μητέρα του τον διώχνει από τη Σεβίλλη. Ο Δον Ζουάν ναυαγεί και ξεβράζεται σε ένα ελληνικό νησί, όπου ζει έναν ακόμη έρωτα με μία κοπέλα. Εκεί είναι που δίνω την σκυτάλη στον Δημήτρη (Φιλιππίδη) με τον οποίο μοιράζομαι και τον ρόλο. Ο δικός μου ρόλος καλύπτει δηλαδή τη διαπαιδαγώγησή του, τον πρώτο του έρωτα και το ναυάγιο.

    Πολλά από αυτά που έγραψε ο Μπάιρον σε αυτό το έργο τα είχε ζήσει ο ίδιος. Υπάρχουν πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Δον Ζουάν είναι το alter ego του Μπάιρον. Η μητέρα του, όπως και του ήρωά του, ήταν αυταρχική. Είχε μία ιδιάζουσα σχέση μαζί της. Και ο Μπάιρον είχε πέσει σε μία τρικυμία. Και οι δύο επίσης είχαν κληρονομήσει μεγάλες περιουσίες.

    Ο Δον Ζουάν είναι ένα παιδί που του λένε συνέχεια «όχι», «μη». Η μητέρα του προσπαθεί να τον κρατήσει μακριά από τη σαρκική επαφή. Εκείνος όμως επαναστατεί, αντιδρά. Πηγαίνει στην αντίθετη κατεύθυνση. Αυτό ακριβώς έχω να υπηρετήσω εγώ. Την επανάστασή του. Διαβάζοντας το κείμενο συνειδητοποίησα ότι και εγώ έχω κάνει κάποια από αυτά τα πράγματα. Τον κατάλαβα.

    Και ο Καζανόβα της Μαρίνα Τσβετάγεβα ποιος είναι;

    Ο Καζανόβα της Τσβετάγεβα δεν έχει μεγάλες αποκλίσεις από τον Καζανόβα που ξέρουμε. Δεν αναιρεί αυτά που ξέρουμε για εκείνον. Αναφέρεται σε κάποιο σημείο μάλιστα ότι στον μανδύα του είχαν κοιμηθεί 5.000 γυναίκες. Τον συναντάμε όμως στη δύση της ζωής του, στην ηλικία των εβδομήντα πέντε ετών. Η Τσβετάγεβα τον τοποθετεί σε μία ηλικία που δεν μπορεί να είναι πια ο Καζανόβα. Υπάρχει μία συνάντηση με ένα κορίτσι. Τον βλέπουμε σ’ ένα διάλογο με μία νέα γενιά. Γι’ αυτό και η Τσβετάγεβα τοποθετεί την ιστορία λίγες ώρες πριν την αλλαγή του χρόνου, λίγο πριν το τέλος του αιώνα και τον ερχομό του νέου. Στην παράσταση βλέπουμε έναν άνθρωπο στην αρχή της ζωής του, τον Δον Ζουάν, και έναν άλλον στο τέλος της ζωής του, τον Καζανόβα. Ο ένας λοιπόν συμβολίζει την ανατολή της ζωής και ο άλλος τη δύση της.

    Ποιο είναι το σημείο συνάντησης των δύο έργων;

    Αυτό που συνδέει τα δύο έργα είναι το τι σημαίνει να ζεις έχοντας ως πυρήνα της ζωής σου τον έρωτα.

    Βλέπεις γύρω σου ανθρώπους που ορίζουν τον έρωτα ως πυρήνα της ζωής τους;

    Βλέπω ανθρώπους που τους ενδιαφέρει πάνω απ’ όλα ο έρωτας. Ο πυρήνας της ζωής τους είναι ο έρωτας. Από αυτόν εξαρτάται το αν είναι χαρούμενοι, το αν νιώθουν πλήρεις. Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω αν αυτό είναι μία σωστή επιλογή ή όχι. Ίσως και να είναι. Ίσως το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή μας να είναι ο έρωτας. Ίσως και όχι. Το να είναι όμως αυτοσκοπός σε εμένα φαντάζει «μικρό». Αυτό που πιστεύω είναι πως, είτε θεωρείς σημαντικό τον έρωτα είτε όχι, είτε τον κυνηγάς είτε τον αποφεύγεις, εκείνος κάποια στιγμή θα σου χτυπήσει την πόρτα. Και συνήθως κάνει την εμφάνισή του όταν δεν είσαι προετοιμασμένος. Όταν λες ότι δεν έχεις χώρο στη ζωή σου για τον έρωτα. Στη ζωή άλλωστε πολλές φορές τα πράγματα δεν γίνονται όπως τα είχαμε σχεδιάσει. Και όταν σου χτυπά την πόρτα ο έρωτας είναι πολύ έντονος. Και τότε είτε σου αρέσει είτε δεν σου αρέσει γίνεται ο πυρήνας της ζωής σου.

    Μέσα από τη σύνθεση των δύο έργων στο επίκεντρο της παράστασης τίθεται επίσης ο χρόνος που περνά. Εσύ πώς στέκεσαι απέναντι στον χρόνο;

    Προσπαθώ να τον διαχειριστώ, όπως όλοι μας. Αυτό δεν είναι εύκολο όμως όταν είσαι νέος ακριβώς επειδή νομίζεις ότι θα είσαι για πάντα νέος. Δεν σκέφτεσαι τον χρόνο. Νομίζω πως ακόμα βρίσκομαι σε αυτή τη φάση. Αυτό που έχω μάθει πάντως να κάνω γιατί έτσι μεγάλωσα είναι να σκέφτομαι, να κοιμάμαι με έναν τρόπο με την ημέρα που πέρασε. Προσπαθώ δηλαδή πράγματα που έκανα και για τα οποία δεν είμαι περήφανος να μην τα κάνω την επόμενη μέρα. Προσπαθώ να διορθώνω τα πράγματα. Όταν σκέφτεσαι μέρα τη μέρα τι έκανες στην ουσία κάνεις ένα μίνι απολογισμό. Αυτό σε βοηθάει να διαχειρίζεσαι τον χρόνο σου και να δεις τι θέλεις να κάνεις με αυτόν. Δεν θέλω επίσης να περάσει ο χρόνος και να αναρωτηθώ «Τελικά έκανα κάτι από όλα αυτά που ήθελα να κάνω;». Δεν θέλω η ζωή μου να είναι γεμάτη από «θα ήθελα να…».

    Ξεχωρίζεις κάποια φράση από την παράσταση;

    Και τα δύο κείμενα είναι γεμάτα φράσεις που λες ότι πρέπει να τις διαβάσεις ξανά και ξανά. Όχι επειδή δεν καταλαβαίνεις το νόημά τους αλλά επειδή υπάρχει κάτι πολύ βαθύ σε αυτές. Μία από αυτές είναι μία φράση που λέει ο Μπάιρον, τον οποίο υποδύεται ο Βασίλης Ανδρέου:

    «Τι γιορτή απατηλή τα νιάτα. Είναι σαν να ανοίγεις τη φλέβα της ζωής και ας ξοδευτείς όλος».

    Τα νιάτα είναι μία γιορτή γεμάτη ένταση που έχει όμως ημερομηνία λήξης. Όταν είσαι νέος ζεις τη ζωή με τελείως διαφορετικό τρόπο. Κάνεις πράγματα για τα οποία αργότερα αναρωτιέσαι πώς τα έκανες. Είναι αυτή η ορμή της ζωής που δεν σου επιτρέπει να σκέφτεσαι κάποια πράγματα. Όταν είσαι νέος σε νοιάζει μόνο το «πάρτι». Μεγαλώνοντας αρχίζεις να σκέφτεσαι και τη μέρα μετά το «πάρτι». Θα σου πω μία ακόμα φράση που βρίσκεται στα δικά μου χείλη ως Δον Ζουάν:

    «Τι μάθημα ο πρώτος χωρισμός, πικρό, πόσο δύσκολα μαθαίνεται, ταράζεται η καρδιά σου αιφνιδιάζεται, τη ζώνει έγνοια πρωτόγνωρη».

    Όσο μαθαίνουμε από τον έρωτα άλλο τόσο μαθαίνουμε και από τον χωρισμό. Όσο ωριμάζουμε μέσα από έναν έρωτα άλλο τόσο ωριμάζουμε και μέσα από έναν χωρισμό.

    Το γεγονός ότι πρόκειται για ποιητικό, έμμετρο λόγο ενέχει δυσκολίες;

    Είναι η πρώτη φορά που δοκιμάζομαι σ’ ένα τόσο καθαρά ποιητικό, έμμετρο κείμενο. Με έμμετρο κείμενο είχα ασχοληθεί ξανά στην παράσταση «Τιμών ο Αθηναίος» του Στάθη Λιβαθινού. Ήταν όμως ένα θεατρικό έργο. Όσο γοητευτική είναι η μορφή του κειμένου του Μπάιρον αλλά τόσο δύσκολη είναι. Μιλάμε για ομοιοκατάληκτο στίχο. Πρόθεσή μας είναι να περάσει η ιστορία, το μέτρο και η μουσικότητα. Δεν θέλουμε το κείμενο να μοιάζει παλαιακό αλλά σύγχρονο, δεν θέλουμε να ακούγεται σαν απαγγελία ποιήματος. Θέλουμε κρατώντας τον στίχο να το κάνουμε άμεσο και οικείο, χωρίς όμως να χάσει καθόλου το μέτρο του.

    Μίλησέ μας και για τη συνεργασία σου με τον Στάθη Λιβαθινό.

    Τον Στάθη Λιβαθινό τον γνώρισα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού. Τον είχα καθηγητή στο τρίτο έτος. Συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά το 2018 για την παράσταση «Τίμων ο Αθηναίος». Ακολούθησε ο «Μολιέρος» του Μπουλγκάκοφ που παρουσιάστηκε μέσω live streaming λόγω του covid και μετά το ‘’Berlin Alexanderplatz’. Αυτή είναι η τέταρτη φορά που συνεργαζόμαστε. Ο τρόπος με τον οποίο δουλεύει ο Στάθης Λιβαθινός, ο οποίος κάνει αφηγηματικό θέατρο, με ενδιαφέρει και μου αρέσει πάρα πολύ. Στις πρόβες υπάρχει φοβερή ελευθερία στο να προτείνεις πράγματα. Πολλές φορές οι παραστάσεις προκύπτουν από αυτούς τους αυτοσχεδιασμούς. Είναι δηλαδή μία σύνθεση των αυτοσχεδιασμών, στους οποίους έχει προχωρήσει όλη η ομάδα. Με έναν τρόπο λοιπόν γίνεσαι συνδημιουργός της παράστασης ακριβώς επειδή προτείνεις πράγματα όχι προφορικά αλλά με το σώμα σου πάνω στη σκηνή αυτοσχεδιάζοντας. Δεν μου αρέσει να είμαι απλώς ένας ηθοποιός που εκτελεί. Ως ηθοποιός έχω την τάση να προτείνω.

    Κλείνοντας θα ήθελα το σχόλιό σου για το Προεδρικό Διάταγμα 85/2022 και την υποβάθμιση των καλλιτεχνικών σπουδών.

    Το Προεδρικό Διάταγμα ήρθε για να βάλει στοπ σε μία συζήτηση που γίνεται εδώ και πάρα πολλά χρόνια σχετικά με το πώς θα προστατευτούμε εμείς ως απόφοιτοι των δραματικών σχολών τριετούς φοίτησης που υπάγονται στο Υπουργείο Πολιτισμού. Υπήρχαν άνθρωποι που ήθελαν να κάνουν τη φοίτηση τετραετή αλλά δεν τους το επέτρεπαν επειδή υπάρχει ΦΕΚ που λέει ότι η φοίτηση πρέπει να είναι τριετής. Πρόκειται για ένα πρόβλημα που βρίσκεται πολλά χρόνια στο συρτάρι και αντί να το λύσουν το πετούν στα σκουπίδια. Για να μπεις σε μία δραματική σχολή προϋπόθεση είναι να έχεις απολυτήριο λυκείου. Είναι λοιπόν σαν να θέλεις να τελειώσεις μία σχολή που έχει ισχύ λυκείου και για να μπεις να σου ζητάνε απολυτήριο λυκείου. Μιλάμε για παραλογισμό. Δεν γίνεται ως ηθοποιός να θεωρούμαι απόφοιτος λυκείου στην Ελλάδα που είναι η μητέρα του θεάτρου. Όλο αυτό που έγινε είναι απαξιωτικό για τους καλλιτέχνες. Και μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει κάτι για να διορθωθεί. Είναι πολύ θολά τα πράγματα.

    Δεν είμαι αισιόδοξος. Δεν βλέπω να γίνονται κινήσεις που γεννούν αισιοδοξία. Όταν συμβαίνουν όμως κάποια πράγματα που δεν είναι ενθαρρυντικά αρχίζεις να σηκώνεις το ανάστημά σου. Όταν γίνονται πράγματα που σε κάνουν αόρατο, όταν προσπαθούν να σου πουν ότι δεν υπάρχεις, τότε θέλεις να διεκδικήσεις την ύπαρξή σου ακόμα περισσότερο. Αυτό που έγινε δεν μου προκάλεσε μία απογοήτευση που με κάνει να σκύβω το κεφάλι. Αντιθέτως, με κάνει να θέλω βγω έξω και να διεκδικήσω τα αυτονόητα. Γιατί να μην αναγνωρίζονται τα πτυχία μας; Δεν το καταλαβαίνω. Αν δεν διορθωθούν τα πράγματα, αν δεν επέλθει δικαιοσύνη, εμείς θα συνεχίσουμε να διεκδικούμε με όποιο όπλο διαθέτουμε, είτε αυτό είναι απεργία, είτε στάση εργασίας, είτε πορεία στους δρόμους.

    09.06.2023, Σταθά Αναστασία ««Ο Στάθης Κόικας μιλά για την παράσταση «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση» του Στάθη Λιβαθινού που έρχεται στην Πειραιώς 260», elculture.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Όταν ο Δον Ζουάν συνάντησε τον Καζανόβα

    Ο Βασίλης Ανδρέου και η Μαρία Σαββίδου μιλούν στο NEWS 24/7 για την παράσταση “Καζανόβα / Δον Ζουάν Ερωτική περιπλάνηση” που θα παρουσιαστεί στην Πειραιώς 260 στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.

    Ο Καζανόβας και ο Δον Ζουάν δε χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις. Είναι οι δύο εκ των διασημότερων γυναικοκατακτητών, γι’ αυτό και το όνομά τους αποτελεί συχνά μεταφορά για τους άνδρες που σαγηνεύουν εύκολα τις γυναίκες.

    Ο Καζανόβας, κατά κόσμον Τζάκομο Τζιρόλαμο Καζανόβα, ήταν Ιταλός τυχοδιώκτης και συγγραφέας, τα απομνημονεύματα του οποίου περιέχουν μεταξύ άλλων μια μακριά σειρά αποπλανήσεων που έκανε το όνομά του συνώνυμο του ακαταπόνητου στην αναζήτηση της ηδονής, και -κυρίως- του ευτυχούς εραστή.

    Ο Δον Ζουάν από την άλλη δεν ήταν υπαρκτό πρόσωπο, αλλά μυθιστορηματικό. Ήταν θρυλικός φανταστικός ελευθεριάζων ήρωας που πρωτοεμφανίστηκε στο θεατρικό του Ισπανού δραματουργού Τίρσο δε Μολίνα. Έκτοτε η “σύλληψή” του αυτή, ενέπνευσε πολλούς άλλους συγγραφείς, όπως τον Μολιέρο και τον Λόρδο Μπάιρον.

    Οι δύο αυτές εμβληματικές προσωπικότητες υπήρξαν πηγή έμπνευσης για τον Στάθη Λιβαθινό, ο οποίος επιστρέφει στο Φεστιβάλ Αθηνών (Πειραιώς 260, 14 έως 18 Ιουνίου) με μία παράσταση έκπληξη της οποίας μάλιστα αναλαμβάνει εκτός από τη σκηνοθεσία και τη δραματουργία. Ο λόγος για το “Καζανόβα / Δον Ζουάν Ερωτική περιπλάνηση” όπου αναμετριέται με δύο κλασικά λογοτεχνικά έργα, που περιστρέφονται γύρω από τη μυθική μορφή του Δον Ζουάν και την ιστορική προσωπικότητα του Καζανόβα. Πρόκειται για τον «Δον Ζουάν» του ρομαντικού Λόρδου Μπάιρον και το «Τέλος του Καζανόβα» της Μαρίνα Τσβετάγεβα.

    Ο ίδιος ο Σ. Λιβαθινός εκτός από τη σκηνοθεσία αναλαμβάνει και τη δραματουργική επεξεργασία του δύσκολου αυτού εγχειρήματος (συμπράττει με τη δραματολόγο και μεταφράστρια Έλσα Ανδριανού για τη μετάφραση του έργου της Τσβετάγεβα και τον ποιητή και μεταφραστή Γιώργο Κοροπούλη για το έργο του Μπάιρον). Τα δύο προαναφερθέντα πολύ ιδιαίτερα κείμενα παρουσιάζονται πρώτη φορά στα ελληνικά σε έμμετρο ομοιοκατάληκτο στίχο σε έναν ποιητικό παραλληλισμό με σκοπό τη σύνθεση ενός σκηνικού έργου για τον έρωτα, τον χρόνο την εξορία και την περιπλάνηση.

    «Το ένα μιλάει για τη νιότη, την ερωτική αρχή. Το άλλο για τον απολογισμό του έρωτα και της ζωής» λέει ο Στάθης Λιβαθινός στο σημείωμά του. Στη σκηνή θα δούμε τους ίδιους τους συγγραφείς των έργων αυτών που θα παιχτούν το ένα μετά το άλλο. Ο Βασίλης Ανδρέου θα ενσαρκώσει τον Λόρδο Μπάιρον και η Μαρία Σαββίδου τη Μαρίνα Τσβετάγεβα.

    Λόρδος Μπάιρον – Ένας ρομαντικός ποιητής και ταξιδευτής

    Ο Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον, 6ος Βαρώνος Μπάιρον (1788-1824) γνωστός στην Ελλάδα ως Λόρδος Βύρων ήταν Άγγλος ποιητής, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ρομαντισμού και από τους σημαντικότερους φιλέλληνες.

    Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους Βρετανούς ποιητές και παραμένει ακόμα και σήμερα δημοφιλής. Από το πλούσιο έργο του ξεχωρίζουν τα μακροσκελή ποιήματα Don Juan («Δον Ζουάν») και Childe Harold’s Pilgrimage («Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ»).

    Υπήρξε εξαιρετικά διάσημος και επιτυχημένος ως ποιητής, αλλά και ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη προσωπικότητα στην Αγγλία, ζώντας άστατη οικονομική και ερωτική ζωή. Η ζωή του υπήρξε γεμάτη σκάνδαλα, οικονομικά και ερωτικά, με αποκορύφωμα τη φημολογούμενη ερωτική σχέση του με την ετεροθαλή αδελφή του.

    Ταξίδεψε σε πολλά μέρη στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στην Ιταλία, όπου έζησε για επτά χρόνια σε πόλεις όπως η Βενετία, η Ραβέννα και η Πίζα. Κατά την παραμονή του στην Ιταλία, δέχτηκε πολλές φορές επισκέψεις από τον φίλο του και έτερο ποιητή Πέρσυ Μπυς Σέλλεϋ. Αργότερα συνέδεσε το όνομα του με την στήριξη των επαναστατικών κινημάτων σε Ιταλία και Ελλάδα, και πέθανε στο πλευρό των Ελλήνων επαναστατών στο Μεσολόγγι, σε ηλικία μόλις 36 χρόνων, μετά από υψηλό πυρετό που ανέπτυξε.

    Θεωρείται από τους πλέον σημαντικούς Άγγλους λογοτέχνες του 19ου αιώνα, ενώ στην Ελλάδα είναι μια από τις πιο αναγνωρίσιμες μορφές της Επανάστασης του 1821 και εθνικός ευεργέτης.

    Μαρίνα Τσβετάγεβα: Μια φλεγόμενη ποιήτρια

    Η Μαρίνα Ιβάνοβα Τσβετάγιεβα γεννήθηκε το 1892 στην Μόσχα και θεωρείται μία από τις σημαντικότερες Ρωσίδες ποιήτριες του 20ου αιώνα. Αριστοκρατικής καταγωγής, με τον πατέρα της να διατελεί καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας και τη μητέρα της μουσικό και ταλαντούχα πιανίστρια. Τα αδέρφια της ήταν επίσης μουσικοί. Έζησε στη Γένοβα, στη Λωζάνη και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις.

    Το λογοτεχνικό έργο της είναι φλεγόμενο από αγάπη και πάθη. Από τις πρώτες της ποιητικές συλλογές, Βραδινό Λεύκωμα και Μαγικός Φανός, ως και τα τελευταία της έργα, είναι ξεκάθαρη η ενστικτώδης ορμή και η λαχτάρα της για ζωή, έρωτα και συναισθηματική έκφραση.

    Στην πορεία της ζωής της θα γράψει σύγχρονα έπη – παραμύθια αλλά θα εμπνευστεί και από ρωσικούς και αρχαιοελληνικούς μύθους. Έτσι, το 1927 θα εκδοθεί το έπος της με τίτλο Θησέας ενώ το 1928 η Φαίδρα. Ο λυρισμός κι ο έρωτας σε αυτά τα έργα, πέρα από όρια και ηθικούς φραγμούς, κυριαρχούν. Ο τελευταίος της ποιητικός κύκλος με τίτλο «Στίχοι προς τους Τσέχους» γράφεται την περίοδο 1938-39 και είναι η κατακραυγή της ποιήτριας στον φασισμό. Λίγο πριν αυτοκτονήσει η Τσβετάγιεβα μεταφράζει Μπωντλαίρ, Λόρκα και άλλους ευρωπαίους ποιητές.

    Το ΝEWS 24/7 μίλησε με τον Βασίλη Ανδρέου και τη Μαρία Σαββίδου που υποδύονται τις δύο αυτές μορφές των γραμμάτων προκειμένου να μάθει όσο το δυνατόν περισσότερα για τον νοερό διάλογο που αναπτύσσεται ανάμεσα στους δύο αυτούς συγγραφείς που τους χωρίζει ένας περίπου αιώνας, αλλά και ανάμεσα στους διάσημους ήρωες των έργων.

    Δυο πρόσωπα βουτηγμένα στον έρωτα σε έναν ποιητικό παραλληλισμό

    “Πρόκειται για μία συνομιλία δύο έργων, όπου το ένα δε διακόπτει το άλλο. Οι φωνές των δύο μεγάλων ποιητών φωτίζουν την ερωτική περιπλάνηση, αλλά και το ταξίδι στη ζωή μιλώντας ταυτόχρονα και για το θέμα της εξορίας, την άλλη όψη της περιπλάνησης.

    Ο Λόρδος Μπάιρον ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές του δικού του αιώνα, έγραψε τον “Δον Ζουάν”. Ποιητής φωτεινός, σαρκαστικός, είρων, έπαιρνε ρίσκο και έγραφε σε ρίμα, ανατρεπτικός, κατηγορήθηκε για πάρα πολλά πράγματα στη ζωή του, όπως ότι ήταν ζευγάρι με την ετεροθαλή αδελφή του και έκαναν και παιδί, και ότι ήταν ταυτόχρονα και ομοφυλόφιλος. Γι΄ αυτό έφυγε από την Αγγλία. Ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο και έφτασε σε μία χώρα (Ελλάδα) για να βοηθήσει στην επανάσταση.

    Η Ρωσίδα ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγεβα στη θυελλώδη εποχή που ακολούθησε την Οκτωβριανή Επανάσταση, συνθέτει στη Μόσχα το «Τέλος του Καζανόβα», τελευταίο μέρος του θεατρικού της «Φοίνικα», λίγο πριν φύγει αυτοεξόριστη για το Βερολίνο. Ήταν μία γυναίκα αριστοκράτισσα, αλλά και μία φλεγόμενη ποιήτρια που μίλαγε για τον έρωτα και δε φοβόταν τίποτα.

    Αυτοί οι δύο ποιητές γράφουν για δύο πρόσωπα βουτηγμένα στον έρωτα. Τον Δον Ζουάν και τον Καζανόβα.

    Εγώ υποδύομαι τον Μπάιρον, είμαι σαν ένας μικρός μάγος, αφηγητής και συγγραφέας που υπάρχει μαζί με την ιστορία και άλλοτε στρώνει το χαλί της, άλλοτε το παίρνει πάνω του, άλλοτε αφήνει τους ήρωες να προχωρήσουν την ιστορία -υποτίθεται- ερήμην του. Αλλά είναι πάντα εκεί» αναφέρει ο Βασίλης Ανδρέου.

    Ο Καζανόβας κάθεται στη θάλασσα και αγναντεύει τι έκανε, σαν να βλέπει τα σβηστά κεριά του Καβάφη.
    Η Μαρία Σαββίδου σημειώνει για τον ποιητικό παραλληλισμό των δύο έργων πως «το ενδιαφέρον είναι ότι τα δύο αυτά κείμενα που προσπαθούμε να συνδυάσουμε με ποιητικό τρόπο, είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους, ακόμα και στην ίδια την αρχική τους φόρμα. Δηλαδή ο Λόρδος Βύρωνας γράφει τον “Δον Ζουάν” με την μορφή ποιήματος από το οποίο -στη θεατρικοποίηση του- προκύπτουν από αυτό πρόσωπα, καθώς παραμένει και η φωνή του ίδιου του δημιουργού.

    Η Τσβετάγεβα γράφει τον Καζανόβα σε θεατρική μορφή. Δηλαδή υπάρχουν από την αρχική γραφή σκηνικές οδηγίες και πρόσωπα, που μιλούν σε μέτρο και γλώσσα ποιητική. Στο έργο δεν υπάρχει το πρόσωπο της Τσβετάγεβα. Αυτό ήταν κάτι το οποίο προέκυψε σαν ανάγκη μέσα από την ίδια τη διαδικασία της πρόβας, ακριβώς για να υπάρξει παρουσία και των δύο δημιουργών στη σκηνή».

    Γυναικοκατακτητές υπό άλλο πρίσμα

    Οι δύο ήρωες δεν παρουσιάζονται ως ακαταμάχητοι και μοιραίοι καρδιοκατακτητές. Ο Βασίλης Ανδρέου εξηγεί πως «στον “Δον Ζουάν” δε βλέπουμε τον ήρωα του Μολιέρου ή του μύθου. Δε βλέπουμε δηλαδή τον γυναικοκατακτητή, αλλά ένα παιδί που γεννιέται στη Σεβίλλη, τον παρακολουθούμε έφηβο να μεγαλώνει και να τον βρίσκουν οι έρωτες και οι περιπέτειες. Είναι ένας διαφορετικός Δον Ζουάν από αυτόν που ξέρουμε. Δεν είναι ο γοητευτικός άντρας που αφήνει πίσω του λυπημένες γυναίκες.

    Από την άλλη πλευρά, δεν βλέπουμε έναν ακμαίο Καζανόβα, αλλά έναν ήρωα την Πρωτοχρονιά, πάνω στην αλλαγή του αιώνα, έτοιμο σχεδόν να φύγει. Σαν να κάθεται στη θάλασσα και αγναντεύει τι έκανε και βλέπει τα σβηστά κεριά του Καβάφη. Και μία νοερή γέφυρα ενώνει αυτούς τους δύο».

    Στο πρόσωπο ενός κοριτσιού γεννιέται ένας νέος Καζανόβας

    Η Μαρία Σαββίδου εξηγεί για το έργο του Καζανόβα πως «η Τσβετάγεβα “παίζει” με το αρχέτυπο και τη γνώση που έχουμε για τον τρόπο ζωής του Καζανόβα. Τον τοποθετεί, ωστόσο, στη φάση της αναχώρησης, είναι ένας άνδρας πάνω από εβδομήντα πέντε ετών και επινοεί μια συνάντηση ανάμεσα σε αυτόν και σ’ ένα πολύ νεαρό κορίτσι. Είναι μια συνάντηση που θα μπορούσε να θεωρηθεί σκανδαλώδης, γιατί το κορίτσι διεκδικεί από τον Καζανόβα να το μυήσει στα μυστικά του έρωτα και της ζωής.

    Ωστόσο αν φύγει κάποιος από την επιφανειακή πρώτη ματιά, αντιλαμβάνεται πως πρόκειται για δύο ανθρώπους διαφορετικών γενιών που μπορεί να ανήκουν σε διαφορετικά φύλα, ηλικίες και εποχές, είναι όμως καμωμένοι από το ίδιο υλικό. Άλλωστε και η συγγραφέας, όχι τυχαία, τοποθετεί το έργο ακριβώς την ημέρα που αλλάζει ο αιώνας.
    Το κοριτσάκι αξιώνεται μια ζωή μακριά από τη στερεοτυπική εικόνα που έχουμε για τη γυναίκα. Μοιάζει σαν να δημιουργεί μπροστά στα μάτια μας τη γέννηση ενός νέου Καζανόβα στο πρόσωπο ενός νεαρού κοριτσιού.

    Η Τσβετάγεβα είναι η κατεξοχήν περίπτωση μιας γυναίκας συγγραφέως που γράφει βιωματικά. Είναι η περίπτωση του “γράφω ίσον ζω”κι αντίστροφα . Κάποιες φορές ερωτεύεται και ξεσηκώνεται μόνο γιατί αυτό τροφοδοτεί με πάθος τη γραφή της. Το κείμενό της είναι απολύτως βουτηγμένο και εμποτισμένο από την ίδια της την προσωπικότητα και τα κομμάτια της έχουν εμποτίσει και τα δύο πρόσωπα, δηλαδή και τον Καζανόβα και τη μικρή Φραντζέσκα. Η ίδια τα έχει υπάρξει και τα δύο.»

    Ο Δον Ζουάν “ζει” τη ζωή του Μπάιρον

    Ο Βασίλης Ανδρέου αναφέρει για τον Δον Ζουάν χαρακτηριστικά πως: «Είναι τρομερό πόσο ίδιες είναι οι ζωές τους. Και ο Μπάιρον είχε μία αυταρχική μητέρα. Αυτοεξοριστηκε από την Αγγλία, όπως και τον Δον Ζουάν τον έδιωξαν μικρό οι γονείς του από τη Σεβίλλη, γιατί έμπλεξε σε ένα σκάνδαλο και έπεσε στα δίχτυα μιας πιο μεγάλης γυναίκας. Και ταξίδεψαν στην Ευρώπη και οι δύο για να μορφωθούν και διάβαζαν δεκάδες βιβλία. Και οι δύο κληρονόμησαν μεγάλες κληρονομιές. Ο Μπάιρον και η μητέρα του από έναν πλούσιο παππού του ένα τεράστιο μαυσωλείο κι ο Δον Ζουάν με τη μητέρα του την περιουσία του πατέρα του.

    Γράφει κάπου ο Μπάιρον: “Εγώ τίποτα δε γράφω που δεν έχει συμβεί”. Ενώ γράφει μυθοπλασία, σε πείθει πως το 80% το χει ζήσει ο ίδιος. Αν διαβάζαμε και τα 17 canto του έργου του – εμείς δραματοποιήσαμε μόνο τα δύο- θα βλέπαμε πόσο παράλληλοι είναι οι βίοι τους υπό ένα διαφορετικό βέβαια πρίσμα.
    Είναι σαν να βάζει ο Μπάιρον τον Δον Ζουάν να μιλήσει για τη ζωή του. Και τον βάζει να ζει τρομερές περιπέτειες. Δεν εξαπατά, όμως, αυτός ο Δον Ζουάν τις γυναίκες. Πηγαίνει προς το φως. Το ίδιο ισχύει και στον Καζανόβα. Σαν να δίνει μία σκυτάλη στη νέα γενιά.

    Τα κείμενα της παράστασης φωτίζουν τη γενναιόδωρη πλευρά των ηρώων. Συνεπώς, μιλάμε για την αρχή του ενός ήρωα, του Ζουάν και το φινάλε του άλλου, του Καζανόβα. Και ανάμεσά τους βρίσκεται η ζωή. Και αυτό, χωρίς να μιλάμε για τα ίδια άτομα. Πρόκειται για μία ελεγεία προς τον έρωτα, το φως και τις γεμάτες αποσκευές της ζωής”.

    Η Ανατολή και τη Δύση μιας ζωής….

    Η Μαρία Σαββίδου σημειώνει πως “ο Καζανόβας αποτελεί ακόμα και σήμερα το αρχέτυπο ενός άνδρα ο οποίος έζησε με ελευθερία στα όρια του τυχοδιωκτισμού. Με πρόσημο τον έρωτά του, χωρίς ηθικούς, θρησκευτικούς ή κοινωνικούς φραγμούς. Ο έρωτας ως τρόπος ζωής και όχι ως κάτι το οποίο έχει αρχή, μέση, τέλος ή οδηγεί οπωσδήποτε σε οικογένεια ή σε γάμο. Επίσης, ταξίδεψε πολύ και πέρασε πολλές περιπέτειες. Το κοριτσάκι, αντίστοιχα, αυτό αξιώνεται, το να γυρίσει όλες τις πόλεις του κόσμου και να ζήσει! Γι’ αυτό επιλέγει τον Καζανόβα, γιατί στα μάτια του νεαρού κοριτσιού είναι ο ιδανικός μύστης στην περιπέτειας του έρωτα και της ζωής μέσα σε αυτόν.

    Ο Δον Ζουάν (στα αποσπάσματα που εμείς έχουμε καταπιαστεί) είναι ένα νεαρό αγόρι του οποίου η ζωή διαμορφώνεται επίσης μέσα από περιπέτειες. Τον βλέπουμε να μεγαλώνει μέσα σε αυτές και από αυτές. Δε μοιάζει τόσο να προκαλεί την τύχη του, αλλά η ίδια η τύχη τον προκαλεί και τον δοκιμάζει. Είναι σαν να βλέπουμε την Ανατολή και τη Δύση μιας ζωής. Το θέμα και στα δύο κείμενα είναι η περιπέτεια ενός ανθρώπου στον έρωτα και στη ζωή, ο έρωτας ως ένας τρόπος να ζει κανείς”.

    Και η κάθαρση…

    Κάθαρση υπάρχει σε αυτό το έργο για τους ήρωες; Η Μαρία Σαββίδου αναφέρει πως “Το έργο μπορεί να παραξενέψει στην αρχή, καθώς ένα κοριτσάκι χτυπά την πόρτα σε έναν ηλικιωμένο άντρα και του ζητά να την μυήσει στα μυστικά του έρωτα. Ένας νέος άνθρωπος έχει όρεξη να ζήσει και να γνωρίσει τα πάντα με αυτή την αθωότητα και τη λαχτάρα που ενέχει αυτή η ηλικία. Το υμνεί αυτό η Τσβετάγεβα. Η παρουσία του κοριτσιού θα μπορούσε σε μια οποιαδήποτε άλλη περίπτωση να είναι «βούτυρο στο ψωμί» του Καζανόβα. Εδώ όμως, καθώς ο Καζανόβα αναχωρεί και κλείνει τους λογαριασμούς του με τη ζωή, η συγγραφέας τον δοκιμάζει και τον οδηγεί σε μια μεγάλη πράξη. Μια πράξη προστατευτική και γενναιόδωρη απέναντι στη νέα γενιά, το νέο Αιώνα που ξημερώνει στο πρόσωπο του νεαρού κοριτσιού. Αυτό είναι μια μορφή κάθαρσης.

    04.06.2023, Οικονόμου Γεωργία «Όταν ο Δον Ζουάν συνάντησε τον Καζανόβα», www.news247.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Καζανόβα / Δον Ζουάν του Στάθη Λιβαθινού: Μία Ερωτική περιπλάνηση

    Με την πολυαναμενόμενη παράσταση «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση», που παρουσιάζεται στην Πειραιώς 260 (14 έως 18 Ιουνίου), ο Στάθης Λιβαθινός επιστρέφει φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, έχοντας στο πλευρό του τη σταθερή ομάδα των ηθοποιών και συνεργατών του.

    Δέκα χρόνια μετά την «Ιλιάδα», από τις κορυφαίες θεατρικές στιγμές του Φεστιβάλ, ο Στάθης Λιβαθινός θα αναμετρηθεί με δυο κλασικά λογοτεχνικά έργα, που περιστρέφονται γύρω από τη μυθική μορφή του Δον Ζουάν και την ιστορική προσωπικότητα του Καζανόβα. Πρόκειται για τον «Δον Ζουάν» του Λόρδου Μπάιρον και το «Τέλος του Καζανόβα» της Μαρίνα Τσβετάγεβα.

    «Είναι δύο πολύ ιδιαίτερα κείμενα που παρουσιάζονται πρώτη φορά στα ελληνικά σε έμμετρο ομοιοκατάληκτο στίχο. Το ένα μιλάει για τη νιότη, την ερωτική αρχή. Το άλλο για τον απολογισμό του έρωτα και της ζωής» λέει ο Στάθης Λιβαθινός.

    Το ρομαντικό πνεύμα του Λόρδου Μπάιρον συναντά την ξεχωριστή γραφή της Μαρίνα Τσβετάγεβα σε έναν ποιητικό παραλληλισμό, στον οποίο ο σκηνοθέτης βασίζει το καλλιτεχνικό του εγχείρημα, προκειμένου να συνθέσει ένα σκηνικό έργο για τον έρωτα, τον χρόνο την εξορία και την περιπλάνηση.

    Τα δύο κείμενα αν και γράφτηκαν σε διαφορετικές εποχές και με έναν αιώνα διαφορά, «ακούγονται ακόμη και σήμερα ζωντανά και σύγχρονα».

    Λίγα λόγια για τα έργα

    Ο Μπάιρον άρχισε να γράφει τον «Δον Ζουάν» αυτοεξόριστος στην Ιταλία το 1818 και τον εγκατέλειψε ημιτελή το 1823, καθώς αναμειγνυόταν ολοένα πιο ενεργά πρώτα στο επαναστατικό κίνημα των Καρμπονάρων κι έπειτα στην Ελληνική Επανάσταση. Πρόκειται για ένα έργο 16.000 στίχων, στο οποίο ο Άγγλος ποιητής προσεγγίζει τον μυθικό ήρωα με έναν εντελώς καινούριο τρόπο.

    Η Ρωσίδα ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγεβα περίπου εκατό χρόνια μετά, στη θυελλώδη εποχή που ακολούθησε την Οκτωβριανή Επανάσταση, συνθέτει στη Μόσχα το «Τέλος του Καζανόβα», τελευταίο μέρος του θεατρικού της «Φοίνικα», λίγο πριν φύγει αυτοεξόριστη για το Βερολίνο.

    Και τα δυο κείμενα γεννιούνται σε ταραγμένους καιρούς και η αίσθηση πως κάτι τελειώνει εγγράφεται στον πυρήνα τους.

    Στην παράσταση «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση» ο Στάθης Λιβαθινός συμπράττει με τη δραματολόγο και μεταφράστρια Έλσα Ανδριανού για τη μετάφραση του έργου της Τσβετάγεβα και τον ποιητή και μεταφραστή Γιώργο Κοροπούλη για το έργο του Μπάιρον.

    «τι γιορτή απατηλή τα νιάτα! Είναι – σαν ν΄ ανοίγει κάποιος τη φλέβα της ζωής – κι ας ξοδευτεί όλος!».

    Λίγα λόγια για την παράσταση

    Στην παράσταση οι φωνές των δύο μεγάλων ποιητών συναντούν η μία την άλλη, φωτίζοντας την ερωτική περιπλάνηση και τον διαρκή απολογισμό για τον χρόνο που περνά και χάνεται. Μιλούν ταυτόχρονα και για το θέμα της εξορίας, την άλλη όψη της περιπλάνησης

    Ο Στάθης Λιβαθινός επιλέγει να εμφανίσει τους δύο ήρωες όχι ως ακαταμάχητους και μοιραίους καρδιοκατακτητές, αλλά ως δύο μορφές στον κύκλο της ζωής, που ενσαρκώνουν την αρχή και το τέλος του έρωτα.

    «Δεν είναι ο κλασικός Δον Ζουάν του Μολιέρου, ούτε ο Καζανόβα ο κατακτητής. Στην παράσταση ανατρέπονται οι ρόλοι. Είναι το ξεκίνημα της ερωτικής περιπέτειας και το τέλος της» τονίζει ο σκηνοθέτης. «Ο ήρωας ανδρώνεται μέσα από τις ερωτικές του περιπλανήσεις και ταυτόχρονα κοιτάζει κατάματα τον χρόνο που περνά».

    Ο Στάθης Λιβαθινός έχει δίπλα του μια δυναμική ομάδα συνεργατών, που αποτελείται ουσιαστικά από 3 γενιές ηθοποιών. Στο έργο μάλιστα «παρόντες» είναι και οι ποιητές, που περιφέρονται ως θεατρικές μορφές, ενώ και ο ίδιος ο Στάθης Λιβαθινός υποδύεται έναν μικρό ρόλο στην παράσταση.

    29.05.2023, Χ.Σ. «Καζανόβα / Δον Ζουάν του Στάθη Λιβαθινού: Μία Ερωτική περιπλάνηση», tvxs.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ