Ιλιάδα – Όμηρος

2013

Πειραιώς 260, σκηνή Δ

4-8 Ιουνίου 2013.

 

Η «Ιλιάδα» του Ομήρου παρουσιάζεται στη σκηνή για πρώτη φορά παγκοσμίως. Ο Στάθης Λιβαθινός σκηνοθετεί και τις 24 ραψωδίες. Η «Ιλιάδα», έργο κλασικό και αντιπροσωπευτικό του περίφημου αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, δραματουργικά επεξεργασμένο, αντιμετωπίζεται με σύγχρονη καλλιτεχνική ματιά. Αυτόν ακριβώς τον συγκερασμό κλασικού και σύγχρονου μας ενδιαφέρει να προβάλλουμε. Σε μια ισορροπημένη και αυθεντική σύζευξη όπου το ένα δεν υπονομεύει το άλλο, μα το ενισχύει σε όφελος της αισθητικής και πνευματικής συγκίνησης του σημερινού θεατή.

Πηγή: polyplanity.com

 

Πρεμιέρα Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, Πειραιώς 260: 5-9 Ιουνίου 2013, 12-22 Σεπτεμβρίου 2013
Εθνικό Θέατρο Ολλανδίας, Stadsschouwburg Amsterdam: 5-6 Οκτωβρίου 2013
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: 6 Νοεμβρίου-1 Δεκεμβρίου 2013
Θέατρο Χώρα: 12 Φεβρουαρίου-13 Απριλίου 2014
Ρωμαϊκό Ωδείο, Πάτρα: 26 Ιουνίου 2014
Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων, Καβάλα: 5 Ιουλίου 2014
Διεθνές Φεστιβάλ Μερίδα, Ισπανία: 18-19 Ιουλίου 2014
Κηποθέατρο Νίκος Καζαντζάκης, Ηράκλειο Κρήτης: 1-2 Σεπτεμβρίου 2014
Διεθνές Φεστιβάλ Κύπρια:
Δημοτικό Θέατρο Στροβόλου, Λευκωσία: 13-14 Σεπτεμβρίου 2014
Θέατρο Ριάλτο, Λεμεσός: 17-18 Σεπτεμβρίου
“Una Miranda al Mundo”, Centro Dramático Nacional, Teatro Valle Inclan, Μαδρίτη, Ισπανία: 17-19 Οκτωβρίου 2014
Official Selection: Cinars Bienalle, Monument-National, Μόντρεαλ, Καναδάς: 20 Νοεμβρίου 2014
Διεθνές Φεστιβάλ Santiago A Mil, Χιλή: 3-6 Ιανουαρίου 2015
Διεθνές Φεστιβάλ Θεάτρου Sibiu, Ρουμανία: 21 Ιουνίου 2015
Διεθνές Φεστιβάλ MITEM, Εθνικό Θέατρο της Βουδαπέστης: 12 Απριλίου 2016

Μετάφραση: Δ. Ν. Μαρωνίτης
Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός
Σκηνική Διασκευή & Επεξεργασία: Στάθης Λιβαθινός, Έλσα Ανδριανού, με τη συνεργασία των ηθοποιών της παράστασης
Σκηνικά – Κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Μουσική σύνθεση & Σχεδιασμός ήχου: Λάμπρος Πηγούνης
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Κινησιολογική προετοιμασία & Πολεμικές τέχνες: Σι Μιαο Τζιε Μάχιμος Μοναχός Σαολίν
Επιμέλεια κίνησης: Pauline Huguet
Βοηθοί σκηνοθέτη: Σοφία Γαλανάκη | Νεφέλη Μυρωδιά

Ερμηνεύουν:

Λευτέρης Αγγελάκης, Αργυρώ Ανανιάδου, Βασίλης Ανδρέου, Δημήτρης Ήμελλος, Νίκος Καρδώνης, Νεφέλη Κουρή, Γεράσιμος Μιχελής, Διονύσης Μπουλάς, Γιάννης Παναγόπουλος, Μαρία Σαββίδου, Χρήστος Σουγάρης, Άρης Τρουπάκης, Αμαλία Τσεκούρα, Γιώργος Τσιαντούλας, Γιώργος Χριστοδούλου

Kρουστά: Μανούσος Κλαπάκης

Επιστημονικός σύμβουλος: Μενέλαος Χριστόπουλος
Διεύθυνση – Εκτέλεση Παραγωγής: POLYPLANITY productions/ Γιολάντα Μαρκοπούλου, Μαρία Δούρου
Συμπαραγωγή: POLYPLANITY productions – Φεστιβάλ Αθηνών

 
  • Sold out η «Ιλιάδα» στο Άμστερνταμ

    Ο Στάθης Λιβαθινός το Σαββατοκύριακο βρίσκεται με το ομηρικό έπος στην ολλανδική κρατική σκηνή

    Ο Στάθης Λιβαθινός άνοιξε τα φτερά με την ξαναδουλεμένη, συμπυκνωμένη («θα μπορούσα να τη δούλευα όλη μου τη ζωή», όπως λέει) «Ιλιάδα» του. Και «ταξίδεψε» το ομηρικό έπος έως το Άμστερνταμ.

    «Η φωνή μας μπορεί να είναι αδύναμη ενάντια στη βία του ναζισμού, αλλά δεν είναι δειλή», έλεγε στη σκηνή της Πειραιώς 260, ενώ είχε ολοκληρωθεί η «Ιλιάδα», αμέσως μετά τη δολοφονία του Π. Φύσσα, ο Στάθης Λιβαθινός. Και το θέατρο σηκωνόταν… όρθιο χειροκροτώντας.

    Αύριο και την Κυριακή η παράσταση-άθλος που παρουσιάστηκε στη φεστιβαλική Πειραιώς 260, και όπως εξομολογείται ο σκηνοθέτης «δεν πήρε τη θέση που της άξιζε», παρ’ ότι το κοινό την τίμησε δεόντως, παρουσιάζεται στο Εθνικό Θέατρο Stadsschouwburg, έπειτα από απόφαση της καλλιτεχνικής διεύθυνσής του. Και οι δύο βραδιές είναι sold out.

    Ουδείς προφήτης στον τόπο του…
    Κάθε φορά πρέπει να γινόμαστε καλύτεροι, αλλά κάποιοι με εμένα είναι από πολύ έως υπερβολικά αυστηροί.

    Χρειάζεστε άλλη δικαίωση από το γεγονός ότι ήρθαν οι Ολλανδοί, την είδαν την παράσταση και χωρίς δεύτερη κουβέντα τη μετακάλεσαν;
    Αυτό ήταν μια τεράστια τιμή, απίστευτη χαρά, γιατί εμείς ως χώρα γενικά δεν έχουμε τέτοια πολιτιστική πολιτική. Μάλιστα, μοιάζει να προσπαθούμε να καταστρέψουμε ο ένας τον άλλον. Οι Ολλανδοί, επειδή άκουσαν για την παράσταση, ήρθανε σε μια μέρα, για μία μόνο μέρα, την είδαν και φύγανε για το αεροδρόμιο την ίδια βραδιά. Όλοι μας θέλουμε να κάνουμε κάτι σημαντικό. Πραγματικά χαίρεσαι που νέα παιδιά, όπως πρόσφατα ο Αβρανάς, τιμούνται με διεθνή βραβεία. Δεν τον έχω γνωρίσει, δεν τον έχω συναντήσει ποτέ. Αλλά είμαι πολύ χαρούμενος και ζηλεύω με λευκή ζήλια – όχι με μαύρη. Λοιπόν, όλοι μας θέλουμε να φέρουμε κάτι στον τόπο μας. Είμαστε, με αυτή την έννοια, πατριωτικά ματαιόδοξοι και ρομαντικοί. Θα ήθελα, δηλαδή, πάρα πολύ να μιλήσω για τη χώρα μου σε μια άλλη χώρα. Γιατί η “Ιλιάδα” αυτή τη στιγμή μιλά για εμάς στη δική μας γλώσσα, χωρίς ίχνος πατριωτισμού. Είναι μια κριτική, σαρκαστική ματιά σε πολλά πράγματα. Επειδή προέκυψε και το ζήτημα της κατάργησης των Αρχαίων Ελληνικών, θα έλεγα και η “Ιλιάδα” έτσι που διδάσκεται καλύτερα να μη διδασκόταν. Δηλαδή, προτιμώ να γράψω απ’ έξω “ελληνική Μαχαμπαράτα”. Ξέρετε πόσοι άνθρωποι είναι λίγο αμήχανοι στην αρχή της παράστασης επειδή ακούνε δύο άνδρες να μαλώνουν για μία γυναίκα; Και αναρωτιούνται σοβαρά: “Ο Όμηρος το έγραψε αυτό;”. Εξαρτάται πώς προσεγγίζεις ένα θέμα.

    Τι εννοείτε;
    Το να πετάξεις τα Αρχαία Ελληνικά στα σκουπίδια δεν νομίζω ότι θα μας προσφέρει κάτι, γιατί σίγουρα κάτι χειρότερο θα μπει στη θέση του. Τα Αρχαία είναι ποίηση, φιλοσοφία, όχι μόνο γραμματική και συντακτικό.

    Ενώ οι πόρτες έξω ανοίγουν, στην Ελλάδα οι πόρτες κλείνουν. Ήσασταν φαβορί για τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου. Συγχρόνως, το όνομά σας ακούστηκε και για τη δραματική σχολή του. Θα αναλαμβάνετε τον τομέα σκηνοθεσίας. Δεν συνέβη τίποτα.
    Όταν κλείνει μια πόρτα στη ζωή ανοίγει μια άλλη. Ναι, ήμουν κι εγώ υποψήφιος για το Εθνικό. Θέλω ο άνθρωπος που τώρα είναι επικεφαλής να πετύχει και αν κάποια στιγμή η χώρα μας προχωρήσει και γίνει μια πολιτισμένη χώρα οι θέσεις αυτές να προκηρύσσονται και να γίνεται διάλογος και ανταλλαγή απόψεων. Και να καταλάβουμε επιτέλους τι ζητά μια χώρα από το Εθνικό της Θέατρο, ποιο είναι το καταστατικό που πρέπει να ακολουθήσει κανείς.

    Στενοχωρηθήκατε που δεν αναλάβατε το Εθνικό;
    Για λίγα λεπτά ίσως. Αλλά κάπου το περίμενα κιόλας. Για κάποια πράγματα καταλαβαίνω ότι στη χώρα μας πρέπει να σφίξεις κάποια χέρια και να πεις κάποια λόγια. Το κατανοώ, απλώς δεν μπορώ να το κάνω. Εντάξει, καθένας κινείται σε αυτή τη ζωή όπως μπορεί. Η στενοχώρια κράτησε ελάχιστα λεπτά. Δεν έχω πικρίες. Η ζωή ξέρει. Η μοίρα ξέρει. Στην “Ιλιάδα” η μοίρα είναι πιο ισχυρή και από τον Δία. Δεν παύει κανείς να είναι καλλιτέχνης αν δεν πάρει μια θέση. Άλλωστε, εγώ δεν αγωνίστηκα για κάτι τέτοιο. Αλλά νιώθω πάρα πολύ καλά με αυτό που είμαι τώρα. Πιστεύω θα βρεθεί κάποια στιγμή η ευκαιρία για να προσφέρω κι εγώ στον τόπο μου.

    Σας φοβούνται;
    Εγώ μόνο τη δουλειά μου προσπαθώ να κάνω. Πουθενά αλλού, εκτός από το θέατρο, δεν θα με βρει κάποιος χωμένο. Συνήθως φοβάται αυτός που απειλείται. Εγώ ποιον απειλώ; Στην Ελλάδα το κύριο πρόβλημα είναι ότι υπάρχει ένα στρίμωγμα. Δεν είμαστε Ρωσία ή Γερμανία, με 30 ακαδημαϊκά θέατρα. Έχουμε δύο κρατικά θέατρα που η επιχορήγησή τους και οι δυνατότητές τους συρρικνώνονται. Και τα ΔΗΠΕΘΕ πάνε για κλείσιμο…

    Ακούστηκε το ενδεχόμενο να γίνει στέγη σας το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, στο οποίο μάλιστα θα ανεβάσετε την «Όπερα της Πεντάρας».
    Ναι, αυτή ήταν μια πρόταση που έκανα στον Τάκη Τζαμαργιά, με τον οποίο έχουμε φιλία και αμοιβαία εκτίμηση.

    Το σενάριο της νέας στέγης έχει βάση;
    Δεν επιδιώκω για να βρω νέα στέγη εκεί. Είναι μια πρόταση του Τάκη να συνεχίσουμε τις παραστάσεις της “Ιλιάδας” κατ’ αρχάς. Και ίσως κάνουμε ακόμη μία παραγωγή, αφού συμφωνήσουμε σε όλα τα διαδικαστικά, που θα είναι η “Όπερα της Πεντάρας”. Ένα έργο που αγαπώ. Δεν έχω ανεβάσει ξανά Μπρεχτ.

    Οι «Βρικόλακες» του Ίψεν είναι η νέα σκηνοθεσία του Στ. Λιβαθινού στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας (πρεμιέρα 29 Νοεμβρίου). «Το Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας είναι το σπίτι μου, αν και φυσικά δεν μπορώ να στεγάσω περισσότερους ηθοποιούς. Αλλά η Μπέτυ και ο Βασίλης είναι συγγενείς. Και ο φετινός θίασός του είναι ελπίδες του θεάτρου μας. Το έργο τώρα το ανακαλύπτω, γιατί όλοι το ξέρουμε θεωρητικά. Αλλά αν δεν πιάσουμε αυτό το ελβετικό ρολόι στο χέρι δεν μπορούμε να το γνωρίσουμε πραγματικά. Με τη νέα μετάφραση του Δεπάστα προτείνουμε πάντως μια εντελώς νέα ματιά».

    04.10.2013, Κλεφτόγιαννη Ιωάννα «Sold out η «Ιλιάδα» στο Άμστερνταμ», Ελευθεροτυπία

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ο σκηνοθέτης της “Ιλιάδας” Στάθης Λιβαθινός στο thebest.gr – “Ο ηρωισμός και η αξιοπρέπεια είναι αξίες διαχρονικές που αφορούν ακόμα τον ελληνισμό”

    Η παράσταση θα παρουσιαστεί στις 26 Ιουνίου 2014 στις 21.30 στο Αρχαίο Ρωμαικό Ωδείο της Πάτρας

    Το συγκλονιστικό έπος του Ομήρου, η «Ιλιάδα» στην βραβευμένη μετάφραση του Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη και με την εμπνευσμένη σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού μετά την θριαμβευτική του παρουσίαση στο Φεστιβάλ Αθηνών, την Πειραιώς 260, το Εθνικό Θέατρο του Άμστερνταμ στην Ολλανδία, το ανακαινισμένο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και το Θέατρο Χώρα στην Αθήνα, ταξιδεύει σε επιλεγμένους κι ανοιχτούς χώρους ανά την Ελλάδα με πρώτο σταθμό την Πάτρα.

    Η παράσταση που αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον από το θεατρόφιλο κοινό της Πάτρας και της ευρύτερης περιοχής, θα ανέβει την ερχόμενη Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014 στις 21.30 το βράδυ στο κοίλον του Αρχαίου Ρωμαικού Ωδείου στην οδό Γερμανού, στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ του Πολιτιστικού Οργανισμού του Δήμου Πατρέων.

    Στη συνέχεια η «Ιλιάδα» θα παρουσιαστεί στα διεθνή φεστιβάλ Φιλίππων και Θάσου, Ηρακλείου, Κυπρίων καθώς και στο παγκοσμίου φήμης Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος της Μέριδα στην Ισπανία, στις 18 και 19 Ιουλίου 2014. Επίσης είναι αξιέπαινο ότι υπάρχει και πρόσκληση να μεταφερθεί και να παρουσιαστεί η παράσταση και στο Εθνικό Θέατρο της Μαδρίτης, στην Ισπανία τον ερχόμενο Οκτώβριο και συγκεκριμένα το διάστημα 17-19 Οκτωβρίου 2014.

    Με αφορμή το σημαντικό πολιτιστικό γεγονός του φετινού καλοκαιριού για την Πάτρα όπως είναι το ανέβασμα της παράστασης «Ιλιάδας» στο σύνολο της, δηλαδή και οι 24 Ραψωδίες της, στο Αρχαίο Ρωμαικό Ωδείο, το thebest.gr, εκ των χορηγών επικοινωνίας της παράστασης, συνομίλησε με τον εκλεκτό σκηνοθέτη και «ψυχή» της παράστασης Στάθη Λιβαθινό, ο οποίος για ένα διάστημα παλιότερα (1997-1999) είχε διδάξει σκηνοθεσία στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών ενώ το 2000 είχε σκηνοθετήσει στο ΔΗΠΕΘΕ της Πάτρας, στην σκηνή του «Επίκεντρον», μία από τις ωραιότερες παραστάσεις της διαδρομής του ΔΗΠΕΘΕ μας, τους «Ρομαντικούς» του Ροστάν.

    Στην εκ βαθέων συνέντευξη του στο thebest.gr, o ευγενής και ιδιαίτερα ταλαντούχος Στάθης Λιβαθινός δεν κρύβει την τεράστια, όπως μας είπε, αγωνία για το πώς θα υποδεχθεί το Πατρινό κοινό την παράσταση της «Ιλιάδας» μιας και θα είναι η πρώτη τους παράσταση σε ανοιχτό χώρο ενώ προσθέτει ότι όλοι οι συντελεστές προσέγγισαν την επική «Ιλιάδα», «με το σώμα μας, τη φωνή μας και την ψυχή μας».

    – Κύριε Λιβαθινέ πόσο απαιτητικό και δύσκολο ήταν το εγχείρημα της θεατρικής μεταφοράς και παρουσίασης της Ομηρικής «Ιλιάδας», στο σύνολο της, δηλαδή και στις 24 ραψωδίες της;
    «Όταν αποφασίσεις ότι έχεις χρόνο να διαθέσεις γιατί μόνο έτσι ξεκινάς, τότε μπορείς να πεις ότι θα κάνεις ένα πρώτο βήμα. O χρόνος προετοιμασίας σε ένα τέτοιο έργο είναι ό,τι πιο σημαντικό. Εμείς εργαστήκαμε 10 μήνες, και λίγο είναι. Αλλά αυτό είναι και το νόημα μιας τέτοιας προσπάθειας, να καταπιαστείς, να βυθιστείς, να αφιερωθείς. Είναι λίγο θρησκευτικό το ζητούμενο. Είμαστε πολύ πιο πλούσιοι σήμερα παρ’ όλη τη τεράστια δουλειά που κάναμε επειδή αγγίξαμε ένα από τα ωραιότερα κείμενα της παγκόσμιας γραμματείας».

    – Η παράσταση που ήδη έχει χειροκροτηθεί στο Φεστιβάλ Αθηνών, στο Άμστερνταμ αλλά και στο Δημοτικό θέατρο Πειραιά και αλλού, διαρκεί 4 ώρες χωρίς να κουράζει όπως λένε όσοι την είδαν. Η μεγάλη διάρκεια ωστόσο ήταν φαντάζομαι, μία παρακινδυνευμένη απόφαση. Στην Πάτρα (δεδομένων και των διαφορετικών συνθηκών ενός αρχαίου θεάτρου) πόσο θα διαρκεί συνολικά η παράσταση;
    «H διάρκεια μιας παράστασης εξαρτάται άμεσα από τι συμβαίνει πάνω στη σκηνή και σε ποιον απευθύνεται. Αν αφηγηθούμε την ιστορία μας σε 1.30 ώρα τότε θα την κάναμε βίντεο κλιπ. Όταν οι Ολλανδοί κατάφεραν να παρακολουθήσουν ακίνητοι για 5 ώρες την «Ιλιάδα», γιατί να μην μπορέσουν και οι θεατές της Πάτρας, που είναι υψηλού επιπέδου κοινό, να παρακολουθήσουν επί 3.5 ώρες. Γιατί στην Ολλανδία είχαμε τρία μεγάλα διαλείμματα ενώ εδώ μόνο ένα».

    -Πώς προσεγγίσατε το έπος της Ιλιάδας, ως σκηνοθέτης. Επιδιώξατε μία σύγχρονη ματιά – προσέγγιση. Είχατε ως «οδηγό» την εξαιρετική μετάφραση – ερμηνευτική απόδοση ενός σπουδαίου κλασικού Νεοελληνιστή καθηγητή, του Δημήτρη Μαρωνίτη, ο οποίος αναμένεται να είναι και μεταξύ των θεατών της παράστασης στο Α. Ωδείο.
    «Την προσεγγίσαμε με το σώμα μας, τη φωνή μας και την ψυχή μας. Δοθήκαμε ολοκληρωτικά σε αυτό. Στην συγκεκριμένη παράσταση δεν υπάρχει περιθώριο ξεκούρασης για τους ηθοποιούς, μοιάζει περισσότερο με “αθλητικό γεγονός”, απαιτεί τεράστια συγκέντρωση. Γι’ αυτό και οι ηθοποιοί έπρεπε να ασκηθούν. Θελήσαμε να αφηγηθούμε τα βασικά γεγονότα της Ιλιάδας όπως τα καταλαβαίνουμε εμείς σήμερα. Χωρίς όμως να αφαιρέσουμε το ποιητικό βλέμμα του Ομήρου. Ο Όμηρος είναι ένας ρεαλιστής ποιητής, άλλωστε κι η “Ιλιάδα” αφηγείται 53 μέρες μόνο του Τρωικού Πολέμου, πυκνές σε γεγονότα και ανθρώπινα πάθη».

    -Τον περασμένο χειμώνα παράλληλα με την «Ιλιάδα» δοκιμαστήκατε και σε έναν άλλο εντελώς διαφορετικό χώρο, αυτόν του λυρικού θεάτρου, με την νοσταλγική τρίπρακτη οπερέτα «Πικ Νικ» του Θεόφραστου Σακελλαρίδη, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, σε συνεργασία με την Ορχήστρα Καμεράτα. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία.
    «Πρωτόγνωρη για μένα αλλά και ιδιαίτερα ευχάριστη μιας και η μουσική εκτέλεση ήταν υψηλού επιπέδου. Οι λυρικοί τραγουδιστές και οι ηθοποιοί έδωσαν τον καλύτερο τους εαυτό εκεί. Ομολογώ πως δεν περίμενα τέτοια ανταπόκριση από το κοινό, που φάνηκε να το ευχαριστιέται».

    -Τι πιστεύετε ότι κρατά ο σημερινός θεατής, ο ταλαιπωρημένος Έλληνας της κρίσης από ένα τέτοιο μεγαλειώδες σε σύλληψη και νοήματα έργο όπως είναι η Ομηρική «Ιλιάδα»;
    «Την αίσθηση ότι δεν είναι τυχαίος μέσα σ’ αυτή τη χώρα. Ότι αποτελεί το κομμάτι μια συνέχειας. Το ότι ο ηρωισμός και η αξιοπρέπεια είναι αξίες διαχρονικές που αφορούν ακόμα τον ελληνισμό. Ότι η κακοδαιμονία της ελληνικής ιστορίας μπορεί κάποτε να αλλάξει. Πως η συμφιλίωση έρχεται με την κατανόηση και την συγκίνηση. Ακόμα και η συμφιλίωση με τη μοίρα».

    Με την Πάτρα κύριε Λιβαθινέ σας συνδέουν στενοί δεσμοί. Είχατε κάποια στιγμή ενδιαφερθεί και για την καλλιτεχνική διεύθυνση του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας όπου το 2000 είχατε σκηνοθετήσει μία από τις ωραιότερες παραστάσεις στην ιστορία του, τους «Ρομαντικούς» του Ροστάν. Έχετε αγωνία για το πώς θα υποδεχθεί την παράσταση «Ιλιάδα» το Πατρινό κοινό;
    «Τεράστια, διότι θα είναι η πρώτη μας παράσταση σε ανοιχτό χώρο, πράγμα καθόλου εύκολο».

    -Το κοινό, σάς έχει γνωρίσει κυρίως ως θεατρικό σκηνοθέτη. Ωστόσο στο ξεκίνημα σας έχετε δουλέψει και ως ηθοποιός. Γιατί δεν εμφανίζεστε συχνότερα και ως ηθοποιός;
    «Για εμένα η ηθοποιία δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα εργαλείο για να βρίσκομαι πιο κοντά στους ηθοποιούς και για να μπορέσω να μιλήσω μαζί τους, στη γλώσσα τους. Έχουμε πολύ καλούς ηθοποιούς στην Ελλάδα και σίγουρα, ας μην παρεξηγηθεί αυτό που θα πω, η ομάδα μου διαθέτει κάποιους από τους καλύτερους. Γι’ αυτό δεν πιστεύω ότι λείπω σαν ηθοποιός από το ελληνικό θέατρο. Μπορεί όμως να συμβεί κάποια στιγμή να ξαναδοκιμαστώ. Η αλήθεια είναι ότι δεν το επιδιώκω ιδιαίτερα. Νομίζω ότι είμαι πιο χρήσιμος στο θέατρο σαν σκηνοθέτης. Αν μη τι άλλο νιώθω εγώ πιο δημιουργικός έτσι».

    -Στο Εθνικό Θέατρο διατελέσατε για πάνω από μία 7ετία (2001-2007) καλλιτεχνικός υπεύθυνος της περίφημης Πειραματικής Σκηνής του, τι κρατάτε από αυτήν την εξαιρετικά παραγωγική από καλλιτεχνικής πλευράς περίοδο. Μελλοντικά το θεωρείτε πιθανό να συνεργαστείτε ξανά;
    «Κρατάω μια τεράστια δημιουργική χαρά που έζησα κι εγώ κι οι συνεργάτες μου όλα εκείνα τα χρόνια όπως επίσης και τη δυνατότητα που μου δόθηκε τότε από το Νίκο Κούρκουλο να δοκιμάσω τρόπους που για ένα Κρατικό Θέατρο θα φαίνονταν αδιανόητοι. Και στο εκπαιδευτικό κομμάτι της Πειραματικής, που ήταν η δημιουργία της πρώτης σχολής σκηνοθεσίας θεάτρου που κράτησε 3 χρόνια αλλά και στον τρόπο δουλειάς και παραγωγής παραστάσεων.

    Άλλωστε το κύκνειο άσμα μας εκεί ήταν ο “Ηλίθιος” που κρατούσε 6 ώρες, περισσότερο από την “Ιλιάδα”, κι όπως ξέρετε ήταν sold out από την αρχή. Αυτό δείχνει ότι το κοινό ξέρει να αφουγκράζεται όταν συμβαίνει κάτι που τον αφορά. Ήταν 7 υπέροχα χρόνια».

    – Να μην σας κουράζω, να ρωτήσω μόνο πόσο αισιόδοξος ή όχι είστε ότι ως κοινωνία και λαός θα καταφέρουμε επιτέλους να βγούμε από το τούνελ της κρίσης και να βελτιωθούν τα πράγματα;
    «Είμαστε σε μια στιγμή που όλα αλλάζουν. Αν δεν πίστευα πως υπάρχουν λόγοι για να θέλει να ζήσει κανείς δεν θα έκανα τη δουλειά που κάνω. Το θεωρώ ανήθικο να πιστεύεις ότι η κοινωνία είναι καταδικασμένη και παρ’ όλα αυτά να ζητάς από το κοινό να πληρώσει εισιτήριο για να δει τι κάνεις. Γενικά είμαι αισιόδοξος. Θα ‘λεγα για την ακρίβεια είμαι ένας απαισιόδοξος με πάρα πολλές ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο».

    -Τέλος μετά την «Ιλιάδα» που θα πάει και στην Ισπανία, τι άλλο ετοιμάζετε για τον προσεχή χειμώνα;
    «Κατ’ αρχήν την “Ιλιάδα” και τα ταξίδια της. Θα πάμε σε πολλά φεστιβάλ και θα δούμε πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους. Έχουμε μπροστά μας να αντιμετωπίσουμε κοινό διαφορετικών χωρών και πολιτισμών. Για εμένα τώρα προέχει αυτό. Σκέψεις και ιδέες υπάρχουν πολλές, αλλά η Ιλιάδα έχει τον πρώτο λόγο. Μ’ αυτήν κοιμόμαστε και μ’ αυτήν ξυπνάμε».

    *Ορισμένες από τις επαινετικές κριτικές που γράφτηκαν για την «Ιλιάδα» σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού, είναι οι παρακάτω.

    “…σε αυτή την παράσταση ακόμη και κάθε σκηνή μάχης είναι ένας ύμνος στην φαντασία. Πολύ σπάνια πετυχαίνει κανείς παραστάσεις τόσο συμπυκνωμένες, τόσο πλούσιες σε ένταση και ενέργεια που έχουν κατακτήσει την τελειότητα σε όλες τους τις λεπτομέρειες. Ευφυέστατη!” *****Karin Veraart, Volkskrant, Άμστερνταμ, 3/10/13.

    «Στιγμές σκηνικής μαγείας. Ακούστηκε ο λόγος του ραψωδού στο ακέραιο. Ο Λιβαθινός άρθρωσε μια πραγματική πρόταση για την παράσταση ενός ομηρικού έπους σήμερα» – Ελευθεροτυπία 06/06/2013.

    « O Στάθης Λιβαθινός τα κατάφερε παρουσιάζοντας μία παράσταση “βουτηγμένη” στο θέατρο. Ζήτησε από τους ηθοποιούς να εμπιστευτούν τις δυνάμεις τους και από τους θεατές τη φαντασία τους», Αθηνόραμα ****1/2, Σεπτέμβριος 2013.

    Η «Ιλιάδα», το αρχαιοελληνικό έπος του Τρωικού κύκλου, θεωρείται η απαρχή της αρχαίας Ελληνικής γραμματείας και η βάση της νεότερης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Πρόκειται για ένα έργο απαράμιλλης λογοτεχνικής δύναμης και αισθητικής ωριμότητας που απασχολούσε χρόνια τον Στάθη Λιβαθινό.

    Ο Στάθης Λιβαθινός επιχείρησε μία σκηνική ανάγνωση – αφήγηση του συνταρακτικού αυτού έπους μέσα από το οποίο αναδύεται όλη η σύγχρονη Ελλάδα. Οι 15 ηθοποιοί, σαν σύγχρονοι ραψωδοί, αφηγούνται την ιστορία του πιο βίαιου πολέμου όλων των εποχών και μετατρέπουν το Ομηρικό κείμενο σε μια σειρά από ποιητικές εικόνες, σκληρές αλλά και τρυφερές, με μια απολύτως σύγχρονη θεματική.

    Ποιος είναι σήμερα ο ήρωας και τι σημαίνει ηρωισμός; Πόση καταστροφή και πόσο θυμό μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος; Γιατί η εμφύλια σύγκρουση αποδείχθηκε τόσο Ελληνικό φαινόμενο;

    Η λυσσαλέα αναμέτρηση των δύο αιώνιων εχθρών του Αχιλλέα και του Έκτορα κάποτε θα τελειώσει. Ο γέρος πατέρας του Έκτορα, ο σοφός Πρίαμος και ο νεαρός εκδικητής Αχιλλέας θα συμφιλιωθούν- έστω για λίγο- πάνω από το πτώμα του νεκρού Έκτορα. Οι δυο γενιές μπορούν να συνομιλήσουν και να συμφιλιωθούν κι ο πόλεμος αυτός θα μείνει στην ιστορία σαν πόλεμος που δεν έχει ούτε νικητή ούτε και νικημένο. […]

    20.06.2014, Μαρτάτος Τάκης Γ. «Ο σκηνοθέτης της “Ιλιάδας” Στάθης Λιβαθινός στο thebest.gr – “Ο ηρωισμός και η αξιοπρέπεια είναι αξίες διαχρονικές που αφορούν ακόμα τον ελληνισμό”», www.thebest.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Η παράσταση της Ιλιάδας στο Θέατρο Ριάλτο έκλεψε τις εντυπώσεις

    Ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός μίλησε στη Λεμεσός για την Ομήρου Ιλιάδα

    Η παράσταση της Ιλιάδας στο Θέατρο Ριάλτο έκλεψε τις εντυπώσεις

    Η “Ιλιάδα” του Στάθη Λιβαθινού στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ Κύπρια ήταν στην πόλη μας στις 17 και 18 Σεπτεμβρίου στο Θέατρο Ριάλτο. Ο σκηνοθέτης μίλησε στην εφημερίδα ΛΕΜΕΣΟΣ για την παράσταση

    Βρισκόμαστε με τον σκηνοθέτη τον κ. Στάθη Λιβαθινό και θα ήθελα να μου πείτε για αυτό το τεράστιο εγχείρημα και το πόσο δύσκολο ήταν να επιλέξετε ένα έπος της παγκόσμιας λογοτεχνίας και το ανεβάσετε.
    Ένα έπος είναι πάντα κάτι πολύ δύσκολο, ίσως υπερβολικά δύσκολο, ίσως ακατόρθωτο. Αυτό που σε ανταμείβει είναι μια διαδικασία η οποία σε πλουτίζει ως άνθρωπο, ως σκηνοθέτη, ως καλλιτέχνη. Έχεις την αίσθηση ότι είναι μια δουλειά που δεν τελειώνει και το ταξίδι εδώ έχει ιδιαίτερη σημασία.

    Στην Κύπρο εννοείται;
    Όχι γενικώς. Η Κύπρος δεν παύει να είναι ένα μέρος της περιοδείας μας που ήθελα να το μοιραστούμε γιατί την αγαπάμε και εδώ είναι ελληνόφωνο το κοινό και μπορεί να καταλάβει.

    Το ταξίδι, όπως έχουμε ακούσει θα συνεχίσει και σε άλλες ηπείρους, είναι αλήθεια;
    Βέβαια! Είμαστε προσκαλεσμένοι στο Εθνικό Θέατρο Μαδρίτης, έχουμε ήδη παίξει στο Εθνικό Θέατρο του Άμστερνταμ και θα παίξουμε μετά στο Μόντρεαλ και στη Χιλή.

    Θέλω να μου πείτε, επειδή είναι ένα τεράστιο έργο, πόσες ραψωδίες χρησιμοποιήσατε;
    Και τις 24! Εξαιρώ την Κ, η οποία δεν είναι του Ομήρου και κατά πάσα πιθανότητα είναι εμβόλιμη. Χρησιμοποιήσαμε όλες τις ραψωδίες, απλώς είναι μια δική μας διασκευή, ώστε να προβάλλονται τα πρόσωπα και τα μεγάλα συμβάντα του έργου, να μπορούν να συνομιλήσουν και με το σήμερα και με την Ομηρική εκδοχή του Τρωικού Πολέμου και η ιστορία μας να έχει μια κατανοητή υφή, μιαν αρχή, μέση και τέλος, δηλαδή να περιέχει ουσιαστικά τη διαδρομή προς το μεγαλόπνοο φινάλε.

    Ήταν δική σας επιλογή να διαλεχτούν κοστούμια σύγχρονα;
    Είναι προϊόν συνεργασίας που έχω με αυτή την εξαιρετικά ταλαντούχο συνεργάτη μου, όπως και με τον Μαρωνίτη που έχει κάνει αυτή την εξαιρετική μετάφραση, η οποία είναι και βραβευμένη. Απλώς, τα κοστούμια, κατά κάποιο τρόπο έχουν ένα διαχρονικό στοιχείο και ένα σύγχρονο, γιατί δεν θα ήθελα να παίξουμε τον Όμηρο με χλαμύδες και κοντάρια, το θεωρώ παιδαριώδες στην εποχή μας. Οπόταν, θέλαμε να δημιουργήσουμε ένα κόσμο που να έχει κάποιες μνήμες χωρίς να επιδεικνύει πόσο μοντέρνος είναι.

    Θα σας κάνω μια ερώτηση, την οποία μπορεί να έχετε απαντήσει πολλές φορές. Τι μπορεί η Ιλιάδα να δώσει στην ανθρωπότητα και να διδάξει τον άνθρωπο το 2014.
    Νομίζω τα πάντα, για αυτό και επιζεί μέσα σε δυόμιση χιλιάδες χρόνια. Στην Ιλιάδα βρίσκονται ερωτηματικά και θέματα που απασχολούν τον άνθρωπο και που έχουν πλουτίσει όλη τη σύγχρονη δραματουργία. Δηλαδή δεν υπάρχει κάποιο θέμα της ανθρώπινης ζωής που να μην φαίνεται και άλλωστε αυτός είναι νομίζω και ο ρόλος του έπους. Είναι ένα ζωντανό σχολείο εν δράσει χωρίς όμως να σηκώνει το δάκτυλο, αλλά σου προξενεί συναισθήματα και σκέψεις.

    Στάθης Λιβαθινός για την Ιλιάδα: “Ο Όμηρος κατάφερε να προβλέψει το μοντέλο ύπαρξης ενός λαού που επρόκειτο να κατοικήσει στην Ελλάδα τα επόμενα 3.000 χρόνια. Ότι ο λαός θα ζει ανάμεσα στην ψευδαίσθηση, τον εμφύλιο πόλεμο, το μίσος και τον θυμό και θα του λείπει η συγχώρεση”.

    19.09.2015, Χ.Σ. «Η παράσταση της Ιλιάδας στο Θέατρο Ριάλτο έκλεψε τις εντυπώσεις», www.elemesos.com

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • «Η συμμετοχή μου στην «Ιλιάδα» είναι μια εμπειρία που αδυνατώ να περιγράψω»

    Ο Ηρακλειώτης ηθοποιός Λευτέρης Αγγελάκης μιλά στην “Π” για την παράσταση και για την συνεργασία με τον Σ. Λιβαθινό

    Ακολούθησε το όνειρό του και του βγήκε σε καλό αφού από τις πρώτες του δουλειές μετά από την αποφοίτησή του από τη δραματική σχολή, είναι η συμμετοχή του στην παράσταση «Ιλιάδα» του Στάθη Λιβαθινού.

    Ο Ηρακλειώτης, Λευτέρης Αγγελάκης, μιλά στην “Π” για τη συμμετοχή του στην παράσταση, που ανεβαίνει τη Δευτέρα 1 και την Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου στο Ηράκλειο, τη σχέση της γενέτειράς του με την τέχνη αλλά και τα μελλοντικά του σχέδια.

    Μιλήστε μας για τη συμμετοχή σας στην «Ιλιάδα» του Στ. Λιβαθινού.
    Η συμμετοχή μου στην Ιλιάδα είναι η απόλυτη εμπειρία για μένα. Η συνεργασία με το Στάθη Λιβαθινό ήταν ένα όνειρο που όταν σπούδαζα δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα ερχόταν αμέσως μετά τη σχολή.

    Το να δουλεύεις με μια τέτοια ομάδα ηθοποιών είναι ένα συνεχές μάθημα. Πόσο μάλλον όταν πολλά μέλη της ομάδας είναι και εν ενεργεία δάσκαλοι, όπως ο Δημήτρης Ήμελλος που υπήρξε δάσκαλός μου στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών.

    Ας ξεκινήσω απ’ τις πρόβες που ήταν για μένα ένα πλήρες μεταπτυχιακό, καθώς για αυτή την παράσταση δουλέψαμε 10 μήνες μελετώντας την Ιλιάδα. Εξασκηθήκαμε ομαδικά σε μουσική, χορό και πολεμικές τέχνες, ενώ παράλληλα με αυτοσχεδιασμούς δοκιμάζαμε όλοι το υλικό όλων των χαρακτήρων της Ιλιάδας (Τρώων, Αχαιών και Θεών).

    Προσωπικά έχω αναλάβει το υλικό του Διομήδη, γιου του Τυδέα, που μετά την αποδοκιμασία-πρόκληση του ηγεμόνα του στρατού των Αχαιών, Αγαμέμνονα, σωπαίνει, απαντώντας μοναχά με έργα, και έτσι κατορθώνει να αριστεύσει, κατακτώντας τη θέση του δεύτερου καλύτερου πολεμιστή των Αχαιών, ισάξια με τον Αίαντα. Απ’ την παράταξη των Τρώων, ως Γλαύκος, αφηγούμαι, μαζί με τον πρώην συμφοιτητή και φίλο μου Γιώργο Τσιαντούλα, το πρότυπο φιλίας Σαρπηδόνα-Γλαύκου, αλλά και πρότυπο ηγεμόνων που, αποφασίζοντας να φανούν αντάξιοι των τιμών που τους αποδίδονται, μπαίνουν στην πρώτη γραμμή.

    Τέλος, το να συμμετέχεις σε μια παράσταση που είναι ένα πείραμα εν εξελίξει , δοκιμαζόμενο σε ανοιχτούς χώρους Αρχαίων θεάτρων και κλειστούς βιομηχανικούς χώρους ή θέατρα, μεσαίων και τεραστίων διαστάσεων, σε τελείως διαφορετικές συνθήκες και χώρες, είναι μια εμπειρία που αδυνατώ να περιγράψω.

    Πρόκειται για τις πρώτες σας επαγγελματικές δουλειές μετά από την αποφοίτησή σας και, μάλιστα, δίπλα στο δάσκαλό σας. Τι σημαίνει για σας αυτή η εμπειρία;
    Συνήθως η πρώτη “εργασία” ενός ηθοποιού μετά τη σχολή είναι η αντιμετώπιση της ανεργίας του. Νιώθω ιδιαίτερα τυχερός που αμέσως μετά την αποφοίτησή μου εργαζόμουν όλη μέρα κάνοντας πρόβες για την επιτυχημένη παιδική παράσταση “Η Μυλωνού” της Ομάδας “Μικρός Νότος”, ενώ παράλληλα συναντήθηκα με το Στάθη Λιβαθινό που με υποδέχθηκε στην ομάδα του και ξεκινήσαμε μελέτη και πρόβες για το ανέβασμα της Ιλιάδας.

    Στη σχολή ετοίμαζα αυτοσχεδιασμούς με συμφοιτητές μου για να τους παρουσιάσουμε στο δάσκαλό μας Δημήτρη Ήμελλο. Πριν καλά καλά συνειδητοποιήσω ότι ολοκληρώθηκαν οι σπουδές μου, βρέθηκα στην Ιλιάδα να ετοιμάζουμε αυτοσχεδιασμούς, μαθητής και δάσκαλος μαζί, για να τους παρουσιάσουμε σ’ έναν άλλο δάσκαλο, το Στάθη Λιβαθινό. Ακόμη μπερδεύομαι και δεν ξέρω πώς να τον προσφωνήσω…

    Τα προηγούμενα χρόνια είχατε συμμετάσχει σε θεατρικά σχήματα στο Ηράκλειο. Ποια είναι η εμπειρία σας, θεωρείτε πως η πόλη μπορεί να στηρίξει έναν ηθοποιό;
    Παράλληλα με τις σπουδές μου στο τμήμα Ηλεκτρολογίας του Α.Τ.Ε.Ι. Κρήτης, πέρασα σχεδόν απ’ όλα τα θεατρικά εργαστήρια του Ηρακλείου, παρακολουθούσα όσα περισσότερα σεμινάρια μπορούσα, έπαιξα σε αρκετές παραστάσεις, όμως ένιωθα ελλιπής σε γνώσεις. Η εκπαίδευση της υποκριτικής τέχνης χρειάζεται ομάδα μαθητών που δουλεύουν με κοινό κώδικα και με απόλυτη αφοσίωση για αρκετό καιρό, δηλαδή μια σοβαρή Δραματική Σχολή. Αυτό δεν το βρίσκεις εύκολα ούτε καν στην Αθήνα. Τα πάντα για μένα ξεκινούν απ την παιδεία. Όταν ένας νέος εγκαταλείπει τον τόπο του για να σπουδάσει αλλού, τότε τα θέατρα θα δημιουργούνται εκεί, οι θεατρόφιλοι θα πηγαίνουν στην Αθήνα και θα συνεχίσουν τα πάντα να γίνονται εκεί. Ελπίζω η δημιουργία του νέου Πολιτιστικού Κέντρου στο Ηράκλειο να αξιοποιηθεί στο έπακρο και να ακολουθηθεί από μια δημιουργία Δραματικής Σχολής. Στο Ηράκλειο είναι πολύ δύσκολο να στηριχθεί ένας ηθοποιός προς το παρόν.

    Γιατί ασχοληθήκατε με την ηθοποιία και το τραγούδι ενώ έχετε πτυχίο άλλης ειδικότητας;
    Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Ήθελα να συνεχίσω τις καλλιτεχνικές μου σπουδές και έπρεπε να επιλέξω σε τι θα αφιερωθώ. Νόμιζα πως μπορούσα να κρατήσω ένα από τα δύο ως χόμπι, αλλά αυτό δεν με ικανοποιούσε. Πάντα κάπου θα υστερούσα…

    Ίσως να ήταν λιγότερο τρομαχτικός για μένα ο δρόμος αυτός, καθώς ο μεγαλύτερος αδερφός μου είναι κλασσικός τραγουδιστής και ήταν ήδη στην Αθήνα, ακολουθώντας κι εκείνος το όνειρό του.

    Θεωρείτε πως τα γονίδιά σας έπαιξαν ρόλο στην απόφασή σας;
    Τα γονίδια δεν ξέρω αν έπαιξαν ρόλο, πάντως σίγουρα έπαιξε μεγάλο ρόλο το οικογενειακό μου περιβάλλον. Μεγάλωσα σε ένα ”μουσικό” σπίτι. Το πιάνο στο σαλόνι μας δεν ξεκουραζόταν και πολύ, έπαιζαν σε αυτό η μητέρα μου, ο αδερφός και οι φίλοι του. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, πηγαίναμε με τους γονείς μου στο Κηποθέατρο, στον Θεατρικό Σταθμό και σε εκδηλώσεις της Παιδικής-Νεανικής Χορωδίας του Δήμου, της οποίας ήταν ιδρυτικό μέλος ο αδερφός μου. Αργότερα, όπως ήταν φυσικό, έγινα κι εγώ μέλος χορωδιών, Ωδείων και θεατρικών ομάδων, ενώ το πιάνο το “κούραζα” πλέον, περισσότερο απ’ όλους, εγώ. Το ακορντεόν που παίζω στην παράσταση ήταν του παππού μου του Λευτέρη. Όταν “έφυγε”, ήμουν μόλις 4 ετών. Τον θυμάμαι να παίζει πιάνο, κιθάρα, ακορντεόν, φυσαρμόνικα, να τραγουδάει και να μπαίνει στο σπίτι χαμογελαστός με μπαλόνια και καραμέλες, ενώ εγώ τραγουδιστά φώναζα “Ντο”. Εκείνος τότε έτρεχε στο πιάνο να δει μήπως αυτό που τραγούδησα ήταν όντως Ντο!!!

    Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;
    Αρχικά θέλω να απολαύσω τις παραστάσεις στον τόπο μου. Είναι για μένα πολύ σημαντικό να κρατάω τις ρίζες μου και να βοηθήσω να έρθουν κι άλλες τόσο αξιόλογες παραγωγές εδώ. Ακολουθούν οι παραστάσεις στα “Κύπρια”, στο Εθνικό Θέατρο της Ισπανίας στη Μαδρίτη κι έπειτα οι προγραμματισμένες παραστάσεις μας σε Καναδά και Χιλή. Παράλληλα συνεχίζοντας την πορεία μου με την ομάδα του Στάθη Λιβαθινού, ετοιμάζουμε τους Γάμους του Φίγκαρο του Μπομαρσέ.

    29.08.2014, Μυλωνά Κατερίνα «Η συμμετοχή μου στην “Ιλιάδα” είναι μια εμπειρία που αδυνατώ να περιγράψω», Πατρίς

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Στάθης Λιβαθινός: Η Ιλιάδα κρύβει ένα μεγαλειώδες θέατρο

    Μιλά για τον Όμηρο και την Ιλιάδα το… «έργο που μεταφέρει το σπέρμα μιας μεγαλοφυΐας, το οποίο αναποδογύρισε όλα τα ιστορικά δεδομένα για να δημιουργήσει ένα συναρπαστικό κόσμο»

    Η Ιλιάδα, όπως κι άλλα σημαντικά έπη άλλων πολιτισμών, ανήκουν σε όλους μας, στην Υφήλιο, κι έχουν να μας αποκαλύψουν κάτι για τον τρόπο ύπαρξης των ανθρώπων πάνω στη Γη…, λέει ο σκηνοθέτης μιας πολύωρης παράστασης που έχει αποθεωθεί από κοινό και κριτικούς. Κι ο άνθρωπος, πιστέψτε με, δεν έχει αλλάξει από τότε, από την εποχή του Ομήρου μέχρι σήμερα. Παραμένει ο ίδιος, λέει ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός.

    Η Ιλιάδα, που για πολλά χρόνια τώρα κοιμάται στα ράφια των μαθητών, κρύβει ένα μεγαλειώδες θέατρο, θα πει. «Έχει μέσα της αυθεντική ποίηση, ανάγλυφη και γνήσια ελληνική ιστορία. Και λέγοντας ιστορία εννοώ υπόθεση, γιατί το έργο είναι καθαρά έργο τέχνης κι έτσι ακριβώς το αντιμετώπισα. Δεν θεωρώ πως είναι ένα κείμενο που έχει σχέση με την Ιστορία. Ο Όμηρος συμπεριφέρθηκε ως γνήσιος καλλιτέχνης…

    Είναι αναμφισβήτητα το κορυφαίο έργο του ελληνικού πολιτισμού, μέσα στο οποίο καθρεφτίζεται όχι μόνο η ελληνική Ιστορία, αλλά κι η ελληνική συμπεριφορά απέναντι στα μεγάλα θέματα της ύπαρξης και της Ιστορίας ενός λαού που έμελλε να επαναλάβει τα ίδια κατορθώματα και τα ίδια τραγικά λάθη».

    Η Ιλιάδα έχει αποθεωθεί από κριτικούς έχοντας αποσπάσει εξαιρετικές κριτικές. Πώς νιώθετε γι’ αυτό;
    Για την ώρα δεν σκέφτομαι τις κριτικές. Ούτε τις θριαμβολογίες. Υπάρχει πάντοτε μια απόσταση ανάμεσα στο αποτέλεσμα και τη διαδικασία του ανεβάσματος μιας παράστασης, κι αυτή η παράσταση όσο ανεβαίνει είναι σαν να ξεκινάνε όλα κάθε βράδυ απ’ την αρχή. Η ικανοποίηση που μένει στο τέλος είναι πολύ λίγη, γιατί υπάρχουν πολλές αγωνίες, πρόκειται για μια τεράστια παραγωγή. Έτσι δεν έχουμε χρόνο για γιορτές. Αυτό που μας ενδιαφέρει προς το παρόν είναι να κάνουμε σωστά τη δουλειά μας, η παράσταση να ικανοποιήσει τον κόσμο, να δώσουμε το μέγιστο των ικανοτήτων μας. Είτε Κύπρο, είτε Ισπανία, είτε Βρετανία, το ζητούμενό μας είναι αυτό, να κάνουμε τη δουλειά μας σωστά.

    Προς το παρόν αυτό που νιώθουμε είναι πως η «Ιλιάδα» έχει βρει ανταπόκριση. Έρχεται η επόμενη παράσταση όμως, το επόμενο κύμα και τα σαρώνει όλα.

    Θα πρέπει να έχετε απαντήσει πολλές φορές αυτή την ερώτηση, αλλά πώς αλήθεια αποφασίσατε να κάνετε την Ιλιάδα;
    Αυτό είναι και για μένα ένα μυστήριο… Σαν μια σειρά από ανεξήγητες σκέψεις που ξαφνικά δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα που σε κάνει να βρίσκεσαι στο κενό χωρίς να το καταλάβεις. Χωρίς να μπορείς να δώσεις κάποια εξήγηση. Πρέπει να φυσήξει αέρας, να νιώσεις αρκετά ριψοκίνδυνος, να σε ικανοποιεί τη συγκεκριμένη στιγμή αυτό που πας να κάνεις, να έχεις τα μίνιμουμ μέσα που να σου επιτρέπουν να ονειρευτείς, να θες να δημιουργήσεις κάτι καινούργιο, κάτι διαφορετικό. Να νιώθεις τεράστιες δυνάμεις μέσα σου για να αντιμετωπίσεις ένα τέτοιο κείμενο. Από το 2008 το σκέφτομαι και περίμενα να ωριμάσει η στιγμή. Και βρήκα την πιο δύσκολη απ’ όλες για να μαζέψω την ομάδα μου και να προχωρήσουμε: μέσω κρίσης!

    Ανέκαθεν σας γοήτευσε η Ιλιάδα; Πώς αντιμετωπίσατε το κείμενο;
    Είναι γεγονός πως η Ιλιάδα, που για πολλά χρόνια τώρα κοιμάται στα ράφια των μαθητών, κρύβει ένα μεγαλειώδες θέατρο, γιατί έχει μέσα της πολύ αυθεντική ποίηση και πολύ ανάγλυφη και γνήσια ελληνική ιστορία. Και λέγοντας ιστορία εννοώ υπόθεση, γιατί το έργο είναι καθαρά έργο τέχνης κι έτσι ακριβώς το αντιμετώπισα. Δεν θεωρώ πως είναι ένα κείμενο που έχει σχέση με την Ιστορία. Ο Όμηρος συμπεριφέρθηκε ως γνήσιος καλλιτέχνης που έδωσε στο κείμενο τη δική του ματιά… Θεώρησα πως είναι ένα πείραμα, και σίγουρα είναι. Έχω πλέον καταλήξει είμαι σίγουρος πως η Ιλιάδα είναι μια καλλιτεχνική πράξη του Ομήρου. Η Ιλιάδα μεταφέρει το σπέρμα μιας μεγαλοφυΐας που αναποδογύρισε όλα τα ιστορικά δεδομένα για να δημιουργήσει ένα συναρπαστικό κόσμο. Κρύβει τη βούληση ενός καλλιτέχνη, κι αυτή είναι άλλη μια αιτία που με έκανε να αγγίξω αυτό το κείμενο. Είναι ένα κείμενο ξεχωριστό, και μ’ αρέσει να ασχολούμαι με ξεχωριστά κείμενα που έχουν κάτι να μου προσφέρουν, να με κάνουν να νιώσω κάτι.

    Δεν σας φόβισε;
    Αλίμονο, σαφώς και με φόβισε. Για ένα και δυο και τρεις μήνες δουλειάς, δεν ήμουν καθόλου βέβαιος πως μπορούσε να προκύψει θέατρο. Αλλά άλλο το να φοβάσαι κι άλλο να σταματάς, να τα παρατάς. Ο φόβος λειτουργεί ως δημιουργικό συναίσθημα.

    Ήταν πρόκληση σίγουρα… Τι σας δυσκόλεψε περισσότερο;
    Ήταν μια τεράστια πρόκληση. Χρειάστηκε δουλειά! Είναι 24 ραψωδίες, 16 χιλιάδες στίχοι… Για να ανέβει ολόκληρο χρειάζονται 24 ώρες. Έγνοια μας ήταν πώς θα άκουγε το κοινό αυτούς τους στίχους χωρίς να γεράσει το κείμενο, να κοπεί, χωρίς να μείνουν σημαντικά στοιχεία απ’ έξω. Χρειάστηκε χρόνο και μια υπεύθυνη επεξεργασία.

    Από την άλλη, αυτό που δυσκολεύει σε ένα τέτοιο εγχείρημα είναι το γεγονός πως δεν είναι γραμμένο ως θεατρικό έργο. Έπρεπε να κάνουμε μια θεατρική γραφή που να είναι περιπετειώδης, ενδιαφέρουσα για το κοινό, χωρίς να είναι φιλολογική. Έπρεπε βασικά να δημιουργήσουμε ένα θεατρικό κόσμο. Και ο Ιλιακός κόσμος είναι συναρπαστικός κόσμος. Είναι κόσμος πολύπλευρος. Δεν μπορείς να κόψεις κεφάλαια, χρειάζεται σύνθεση, υφή, εσωτερική δομή, έτσι ώστε να διατηρηθεί ατμόσφαιρα χωρίς να χάσει την επαφή του με την εποχή μας.

    Η κατάληξη στη σύγχρονη εποχή είναι μια μεγάλη έγνοια σας, έτσι;
    Το θέατρο δεν μπορεί να υπάρξει σε άλλη διάσταση, παρά μόνο σ’ αυτήν, το σήμερα, στο εδώ και το τώρα. Και η Ιλιάδα έχει πολλά να πει, πέρα από το ότι είναι ένα εξαιρετικό κείμενο. Το θέατρο είναι ένα παιγνίδι της μνήμης, μπορείς να μιλήσεις σε πολλές εποχές, να γυρίσεις πίσω χωρίς να χάνεις την ταυτότητά σου.

    Ποιος είναι σήμερα ο ήρωας και τι σημαίνει αλήθεια ηρωισμός, δυο έννοιες με τις οποίες καταπιάνεται η Ιλιάδα;
    Ο ηρωισμός μετριέται ανάλογα με τι έχει να παλέψει κανείς. Και οι συνεργάτες μου είναι ήρωες που αναμετρήθηκαν με την Ιλιάδα. Το πρότυπο είναι να αψηφά κανείς το θάνατο. Να ρισκάρει πολύ τη ζωή του. Αυτό είναι ηρωισμός: να βρίσκεις πολύ σημαντικούς λόγους για να μη φοβάσαι το θάνατο. Κάτι που ο άνθρωπος μπορεί να βρει και στη σημερινή ζωή, χωρίς να χρειάζεται να παλεύει με δόρυ και ασπίδα.

    Η αναμέτρηση με το φαινόμενο του θανάτου είναι ένα οριακό και πολύ σημαντικό φαινόμενο στη ζωή. Γι’ αυτό το λόγο πιστεύω πως ο ηρωισμός είναι κάτι πολύ σχετικό σε κάθε εποχή. Υπάρχουν σήμερα άνθρωποι που πραγματικά ξεπερνούν τον εαυτό τους, για πολλούς σημαντικούς λόγους. Για μένα είναι αξιοσημείωτοι και αξιοζήλευτοι.

    Είπατε πως «όταν ακούω πως τα κείμενα πρέπει να τα σεβόμαστε, χαμογελάω. Διότι είναι και για να τα καταπατάμε όποτε χρειάζεται, να τα καίμε και να τα ξαναγεννάμε». Δεν είναι δύσκολο εγχείρημα κάτι τέτοιο;
    Για μένα το ίδιο ακραία ανόητο και επιπόλαιο είναι να λένε ότι τα παιδιά πρέπει να τα σεβόμαστε. Μα αυτονόητο δεν είναι; Εννοείται πως πρέπει να τα σέβεσαι τα παιδιά, να τα αγαπήσεις βαθιά. Αυτό δεν σημαίνει όμως πως δεν θα τα βάλουμε τιμωρία. Εμείς είμαστε αυτοί που δίνουμε τον τόνο στη ζωή τους. Είναι εξαρτημένα σε μας. Αυτό που θέλω να πω είναι πως όσο περισσότερος σεβασμός υπάρχει σ’ ένα κείμενο άλλη τόση ελευθερία υπάρχει. Τα υπόλοιπα λέγονται εκ του πονηρού απ’ αυτούς που σέβονται τις σκόνες. Εμένα δεν με νοιάζει η σκόνη. Ανάμεσα στον δημιουργό και το κείμενο υπάρχει μια συνάντηση. Κάτι θα συμβεί ανάμεσά τους. Το θέατρο είναι μια διαφορετική πραγματικότητα και μ’ αυτό τον τρόπο οφείλει κάποιος να το εκλάβει. Αλλιώς βρίσκουμε το κείμενο στο κομπιούτερ και το διαβάζουμε.

    Ποια η γνώμη σας για το σύγχρονο ελληνικό θέατρο;
    Είναι γεμάτο ταλαντούχους ανθρώπους κι έχει μπει σε μια ενδιαφέρουσα φάση. Η θεατρική μας παιδεία όμως δεν ανταποκρίνεται στην εποχή μας και πιστεύω αυτό είναι το μεγάλο μας πρόβλημα. Το μέλλον της χώρας μας θα παιχθεί εκεί που θα παιχτεί και το θεατρικό μέλλον.

    Πιστεύετε στο ταλέντο;
    Στο ταλέντο δεν μπορείς να μην πιστέψεις. Αυτό είναι που διαφοροποιεί τον καλλιτέχνη από τη μετριότητα. Όσο όμως πιο ταλαντούχος είναι κάποιος τόση περισσότερη ανάγκη έχει από εκπαίδευση. Η εκπαίδευση αφορά τους ταλαντούχους ανθρώπους. Αυτοί τη χρειάζονται, την έχουν ανάγκη, αυτοί είναι οι μόνοι που μπορούν να εξελιχθούν.

    Όταν σκηνοθετείτε μια παράσταση σκέφτεστε την αποτυχία ή την επιτυχία της;
    Ακόμα κι αν δυο άνθρωποι φτιάξουν την ίδια συνταγή από τον τσελεμεντέ, το φαγητό που θα μαγειρέψουν δεν θα ‘ναι το ίδιο. Μακάρι να βρίσκαμε συνταγές στην τέχνη, παρόλο που και αν ακόμα υπήρχαν οι καλλιτέχνες θα τις αντιμετώπιζαν σαν κάποιο λυσάρι… Το θέμα δεν είναι να βρεις τη λύση της επιτυχίας, αλλά εσύ να νιώθεις γεμάτος μ’ αυτό που έχεις κάνει. Υπάρχουν αποτυχίες από τις οποίες μπορείς να μάθεις πολλά πράγματα, γιατί μερικές είναι πολύ πιο σημαντικές απ’ τις επιτυχίες. Ένα θεατρικό για παράδειγμα που έχει επιτυχία, για μένα δεν σημαίνει τίποτα, ενώ η αποτυχία μπορεί να σημαίνει πολλά. Η εποχή δεν έχει πάντοτε δίκαιο, καμιά φορά έχει δίκαιο και ο καλλιτέχνης που μπορεί να είναι απλά πολύ πιο μπροστά από αυτήν.

    Εκτός κι αν θεωρούμε πως η δουλειά της τέχνης είναι να κόβει εισιτήρια. Αυτό εμένα δεν με απασχολεί. Το ιδανικό είναι συμπέσουν όλα μαζί, κάτι που συμβαίνει όμως σπάνια. Σας θυμίζω πως ο «Γλάρος» στην πρώτη του παράσταση ήταν μια τεράστια αποτυχία. Τι μπορεί να πει κανείς; Πώς ήταν αποτυχημένο;

    Ποιο απ’ τα μηνύματα της Ιλιάδας θεωρείτε πως είναι από τα σημαντικότερα για τον σύγχρονο Έλληνα;
    Για μένα ολόκληρη η Ιλιάδα είναι ένα μήνυμα κι αυτό που προσπαθώ είναι να μην σηκώσω το δάκτυλο στους θεατές και να τους υποδείξω κάτι. Το θέατρο δεν έχει καμιά σχέση μ’ αυτά. Κι αν ήξερα λοιπόν το μήνυμα δεν θα το ‘λεγα. Κι αυτό γιατί δεν υποτιμώ το κοινό μου. Το κοινό έχει δικαίωμα να βλέπει και να συμπεραίνει, δεν είναι ηλίθιο. Μπορεί κάποτε να είναι απλοϊκό, αμόρφωτο αλλά ηλίθιο όχι. Εγώ κρύβω το μήνυμα και το κοινό ψάχνει να βρει, να νιώσει τι θέλω να πω, σεβόμενος την νοημοσύνη του.

    Πιστεύετε πως το κοινό συμπεριφέρεται ώριμα μέσα σ’ όλον αυτό τον κοινωνικό αποπροσανατολισμό;
    Δεν ξέρω… Όταν τους δω να περνάνε την πόρτα του θεάτρου, ήδη τους χρωστώ ένα ευχαριστώ γιατί είναι εκεί και όχι σπίτι τους, γιατί έχουν πληρώσει για να δουν την παράσταση. Απ’ εκεί και πέρα όλα εξαρτώνται από εμάς. Το κοινό είναι το μεγαλύτερο αίνιγμα που υπάρχει και νομίζω πως δεν μπορούμε ποτέ να το αποκρυπτογραφήσουμε έτσι ώστε να δώσουμε μια απάντηση. Τη μια μέρα γελάει, την άλλη όχι, την άλλη είναι αδιάφορο, την άλλη ξεκαρδίζεται… Δεν υπάρχει κοινό που να είναι το ίδιο σε καμιά παράσταση. Είναι σαν ένα μαύρο κουτί που όλοι οι καλλιτέχνες θα ήθελαν να ξεκλείδωναν…

    05.09.2014, Σκορδή Χριστίνα «Στάθης Λιβαθινός: Η Ιλιάδα κρύβει ένα μεγαλειώδες θέατρο», Ο Φιλελεύθερος

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ο Στάθης Λιβαθινός, σκηνοθέτης της «Ιλιάδας», ανιψιός του Μ. Κατράκη, μιλά στην «Π»

    Οι Τρώες και οι Αχαιοί ουσιαστικά είναι ο ίδιος λαός με τους ίδιους θεούς, τα ίδια πιστεύω. Είναι ο τραγικότερος και πιο αιματηρός πόλεμος, λένε, όλων των εποχών, στον οποίο δεν υπάρχει ούτε νικητής ούτε νικημένος. Υπάρχει μόνο μία διαρκής αλληλοσφαγή μέσα στην οποία, βεβαίως, συμβαίνουν εκπληκτικά πράγματα και θαύματα

    Ένας εμφύλιος σπαραγμός, όπου δεν υπάρχουν νικητές και νικημένοι, αποτυπώνεται στο συγκλονιστικό έπος του Ομήρου, «Ιλιάδα», όπως το παρουσιάζει στη σκηνή ο σκηνοθέτης, Στάθης Λιβαθινός.

    Το έργο ανεβαίνει την ερχόμενη Δευτέρα 1 και Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου στο κηποθέατρο «Νίκος Καζαντζάκης».

    «Πιστεύω ότι το θέατρο οφείλει να μην προδίδει την εμπιστοσύνη του κόσμου να είναι εκεί και να προσπαθεί να ανέβει και να ανεβάσει τον κόσμο πιο ψηλά, όχι να του δίνει αυτά που ο κόσμος περιμένει», λέει ο γνωστός σκηνοθέτης, σε συνέντευξή του στην «Π».

    Γιατί πιστεύετε πως το τελευταίο διάστημα αρκετοί σκηνοθέτες επανεξετάζουν τον Όμηρο;
    «Ξέρω για την παράσταση του Μπομπ Γουίλσον «Οδύσσεια».

    Όποιος, πάντως, σκηνοθέτης το κάνει σημαίνει ότι ήρθε η στιγμή. Κάθε 3.000 χρόνια έρχεται μια στιγμή να επανεξετάσει κανείς ποιο είναι το φορτίο του και ποιοι οι θησαυροί του και το θέατρο χρειάζεται μια τέτοια ματιά και ανανέωση. Δεν είναι μόνο η κρίση δραματουργίας, είναι και τα θέματα ενός τέτοιου συγγραφέα αλλά και τα πειράματα που πρέπει να γίνουν για να έρθει ένας τέτοιος συγγραφέας στη σκηνή, δεν είναι απλό.

    Ο Όμηρος δεν έχει γράψει για το θέατρο, ο Όμηρος καν δεν έχει γράψει, έχει μιλήσει, εμείς τον γράφουμε και νομίζουμε ότι είναι γραπτό. Γενικά νομίζω ότι είναι μια πολύ καλή στιγμή όταν το θέατρο επανεξετάσει τις κορυφές του και δυναμώνει τη θεματολογία του με τη βοήθεια τέτοιων μεγεθών, όπως ο Όμηρος. Άλλωστε, είναι ό,τι πιο πολύτιμο έχουμε και στην ιστορία και στη θεματολογία, όλοι έχουν ξεπηδήσει από εκεί, ακόμα και ο Αισχύλος με έναν τρόπο».

    Ποιους θησαυρούς ανακαλύπτετε κατά το ανέβασμα του έργου;
    «Η Ιλιάδα είναι 24 βιβλία, είναι για να γεμίσουν χιλιάδες ζωές, δεν προλαβαίνεις σε μια ζωή να εξαντλήσεις τον Όμηρο, απόδειξη ότι υπάρχουν μεγάλοι μελετητές, όπως ο Μαρωνίτης, του οποίου τη μετάφραση κάνουμε, που αφιέρωσαν τη ζωή τους σε αυτόν και ακόμα δηλώνουν πολλές φορές το θαυμασμό τους μπροστά σε ένα τέτοιο ταλέντο, ένα τέτοιο.. πώς να το πω, έπος; Δεν ξέρω πώς να ονομάσω τον Όμηρο, μου φαίνονται πολύ μικρά όλα τα επίθετα.

    Η αλήθεια είναι ότι σε αυτά τα 24 βιβλία βασίστηκε όλη η ευρωπαϊκή κουλτούρα του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης.
    Εγώ έκανα ένα απλό πείραμα προσπαθώντας να μεταφέρω ένα μέρος της Ιλιάδας, τα βασικότερα γεγονότα, δηλαδή, με μια αρχή, μέση και τέλος ώστε αυτό το κείμενο να αποκτήσει μια θεατρική οντότητα αλλά να είναι ενδιαφέρον και για μένα ως θέατρο. Δε με ενδιέφερε απλώς να διαβαστούν αυτά τα κομμάτια. Γίνεται μια συνάντηση μιας θεατρικής γλώσσας και ενός υπέροχου κειμένου.

    Τα θέματα είναι πάρα πολλά, δεν μπορεί να τα δει κανείς όλα σε μια παράσταση. Σίγουρα, όμως, υπήρξαν κάποια που με ενδιέφεραν περισσότερα από άλλα. Αυτά είναι η γλώσσα, ως θέμα από μόνη της, ο πόλεμος, ο ηρωισμός, η αξιοπρέπεια, η καθημερινότητα των ανθρώπων και πώς εξελίσσεται σε αιματηρή περιπέτεια, η αλληλοκατανόηση, η φιλία, αναφέρω, απλώς, κάποια».

    Υπάρχουν στοιχεία στο κείμενο του Ομήρου που μπορούμε να αναγνωρίσουμε στην Ελλάδα 3.000 χρόνια μετά;
    «Ναι, νομίζω όλα. Νομίζω ότι ο Όμηρος δεν έχει πέσει έξω σε τίποτα και μόνο ότι το κείμενο αυτό ξεκινάει από μια εμφύλια σύγκρουση, νομίζω τα λέει όλα. Έχει προβλέψει τι ακριβώς λαός θα κατοικήσει σε αυτά τα μέρη, ότι είναι οι Έλληνες, ικανοί για τα μεγαλύτερα και τα μικρότερα, ταυτόχρονα. Έχει περιγράψει μια ιστορία, όπως αυτός την καταλαβαίνει.

    Πρέπει να πω εδώ ότι ο Όμηρος δεν είναι ούτε ιστορικός, ούτε φιλόλογος, ούτε εγκυκλοπαίδεια, είναι μία καθαρά παραβατική ιστορία. Είναι μια καλλιτεχνική πράξη η Ιλιάδα, όπου ένας δημιουργός άλλαξε τα φώτα του μύθου κρατώντας αυτά που αυτόν ενδιέφεραν, πετάγοντας έξω άλλα πράγματα, ανατρέποντας την ιστορία προς όφελος της αφήγησης και ρίχνοντας το κέντρο βάρους εκεί που ο ίδιος ήθελε. Πρόκειται για μια καλλιτεχνική πράξη η Ιλιάδα, ένα παραβατικό έργο, ένα έργο όπου παραβαίνει τα κατεστημένα, ας το πω έτσι. Για την εποχή μας είναι μια πολύ μοντέρνα άσκηση».

    Ίσως και μια πρωτοπορία του Ομήρου είναι ότι ενώ μιλάει για πολεμιστές, τους αποκαθηλώνει. Δε βλέπουμε μόνο τον ήρωα αλλά και τα λάθη και πάθη του.
    «Βέβαια γιατί ο Όμηρος είναι ρεαλιστής, τον ενδιαφέρει η ζωή, όποιος ακούει ή βλέπει να μπορεί να αναγνωρίσει τη ζωή του μέσα από αυτό. Δεν τον ενδιαφέρει να δημιουργήσει μια πραγματικότητα έξω και μακριά από μας που απλώς να τη θαυμάζουμε. Δημιουργεί μια πραγματικότητα, μέσα στην οποία ο καθένας να μπορεί να βρει το δικό του χώρο, κι αυτό είναι μεγαλειώδες».

    Και δεν παίρνει κάποια θέση στο κείμενό του ανάμεσα στις δύο πλευρές που συγκρούονται.
    «Όχι βέβαια. Οι Τρώες και οι Αχαιοί ουσιαστικά είναι ο ίδιος λαός με τους ίδιους θεούς, τα ίδια πιστεύω. Είναι ο τραγικότερος και πιο αιματηρός πόλεμος, λένε, όλων των εποχών, στον οποίο δεν υπάρχει ούτε νικητής ούτε νικημένος. Υπάρχει μόνο μία διαρκής αλληλοσφαγή μέσα στην οποία, βεβαίως, συμβαίνουν εκπληκτικά πράγματα και θαύματα».

    Παρά τα λάθη τους, όμως, και τα πάθη τους υπάρχουν στους ήρωες πολλοί που μπορούν να χαρακτηριστούν ηγέτες, πιστεύετε ότι σήμερα έχουμε ανάλογους ηγέτες;
    «Για μένα δεν υπάρχουν ηγέτες στην Ιλιάδα. Ο πραγματικός ηγέτης εδώ, κατ αρχήν είναι ο Δίας, αλλά πάνω από αυτόν, πάνω από τους θεούς υπάρχει μια ακόμα μεγαλύτερη και πιο μοιραία οντότητα, η Μοίρα. Όλοι οι υπόλοιποι ηγέτες έχουν πολύ μεγάλες αδυναμίες.

    Ο Αγαμέμνων είναι ένας άνθρωπος υπερφίαλος, γεμάτος με αδυναμίες, ο οποίος, όμως, στη δύσκολη στιγμή αποδεικνύει ότι θα μπορούσε και να τα καταφέρει. Ο Αχιλλέας είναι ένας αψίκορος νεαρός, ο οποίος επενδύει στο θυμό του και την πόζα του απέναντι στους άλλους ώστε να μπορέσει να τους τιμωρήσει γιατί τον αδίκησαν, ίσως και άδικα. Όλους αυτούς θα τους συμφιλιώσει και θα τους συνεφέρει ο πόνος και η απώλεια.

    Ο Σαρπηδών και ο Γλαύκος αποδεικνύονται μερικές στιγμές πολύ πιο ακέραιοι ηγέτες από αυτούς που εμείς ξέρουμε.

    Είναι λίγο διαλεκτικός ο Όμηρος, ξέρετε, δεν αφήνει κανένα χωρίς να πλουτίσει τη μορφή του με διαφορετικές πλευρές, χωρίς να φωτοσκιάσει τα πράγματα».

    Διαπιστώνετε πως τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί ο αριθμός των θεατών στο θέατρο, επιστρέφει ο κόσμος σε αυτό;
    «Όχι, δε συμφωνώ σε αυτό. Δεν πιστεύω ότι ο κόσμος επιστρέφει γιατί δεν έφυγε ποτέ. Το θέατρο φεύγει από τον κόσμο, ο κόσμος δε φεύγει από το θέατρο. Απόδειξη ότι στις εποχές κρίσης βλέπω ότι συγκινητικά και με επιμονή ο κόσμος επιμένει, είναι εκεί, ξοδεύει τον οβολό του και έρχεται στο θέατρο.

    Στην Αθήνα συμβαίνει αυτό, παρόλες τις 400, δεν ξέρω πόσες πρεμιέρες έχουμε.
    Πιστεύω ότι το θέατρο οφείλει να μην προδίδει την εμπιστοσύνη του κόσμου να είναι εκεί και να προσπαθεί να ανέβει και να ανεβάσει τον κόσμο πιο ψηλά, όχι να του δίνει αυτά που ο κόσμος περιμένει. Πρόκειται για μια συνάντηση. Δε νομίζω ότι ο κόσμος έφυγε ή γύρισε την πλάτη στο θέατρο, ακόμα».

    Ήταν ένα στοίχημα για σας το γεγονός ότι πρόκειται για μια πολυδάπανη παραγωγή;
    «Τεράστιο στοίχημα και για μας και την POLYPLANITY που το οργανώνει και το φεστιβάλ που το πρωτοδείξαμε πέρσι.

    Είναι ουσιαστικά παραγωγή κρατικού θεάτρου όλο αυτό, είναι 25 άτομα και με ένα έργο πάρα πολύ δύσκολο, τεράστιων απαιτήσεων, ψυχικών, σωματικών, αλλά πιστεύουμε πάρα πολύ σε αυτό. Είμαστε πιο ομάδα ανθρώπων που δεν είμαστε πρώτο χρόνο μαζί και έχουμε πιστέψει πολύ σε αυτό, ξέρετε και οι παραστάσεις που δώσαμε στο εξωτερικό μας έκαναν να πιστέψουμε ακόμα περισσότερο. Δηλαδή, τι διάολε αν οι ξένοι δίνουν τέτοια σημασία και το αντιμετωπίζουν με τον τρόπο που το αντιμετωπίζουν γιατί να μην το αντιμετωπίσουν καλύτερα ακόμα οι δικοί μας.

    Πάντως οι παραστάσεις που δώσαμε σε Αθήνα, Πάτρα και Φιλίππους έδειξαν αυτά τα σημάδια ότι ο κόσμος το περιμένει και το θέλει πάρα πολύ.

    Ελπίζω και η Κρήτη παρόλο που έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες- εγώ έχω και κρητικό αίμα μέσα μου και το ξέρω αυτό από πρώτο χέρι- θέλω να πιστεύω ότι και την Κρήτη την αφορά πάρα πολύ».

    Από ποιο μέρος κατάγεστε;
    «Είμαι ανιψιός του Κατράκη, νομίζω αυτό τα λέει όλα. Ήταν αδελφός της γιαγιάς μου. Αυτό και μόνο νομίζω με συνδέει και θα με συνδέει απόλυτα με την Κρήτη διότι θεωρώ όπως μου είπε κι ένας άνθρωπος απλός πριν κάποια χρόνια, ότι (ήταν) από τους τρεις – τέσσερις κορυφαίους Κρητικούς του 20ου αιώνα.

    Δε νομίζω ότι η Κρήτη έχει βγάλει πολλά παιδιά τέτοιου μεγέθους που μπορείς να περηφανεύεσαι τόσο πολύ όσο ο Κατράκης και δύο τρεις άλλοι, δε χρειάζεται να τους πω, τους ξέρουμε όλοι.
    Να πω την αλήθεια δε χωρίζω το κοινό, για μένα δεν υπάρχει Κρητικός, Ηπειρώτης, Αλβανός, Κινέζος. Το κοινό ξέρετε όταν σβήνουν τα φώτα περιμένει να δει κάτι που να τον αφορά. Δεν τον ενδιαφέρει ποιος είμαι εγώ, ποιος είναι εκείνος. Όλοι οι άνθρωποι νομίζω, έτσι επιβίωσε και η ιστορία του Ομήρου, είναι φτιαγμένη για να κρατάει την προσοχή των ανθρώπων, να τους συγκινεί και τους πει κάτι. Αυτή είναι και η ευχή του θεάτρου, πίστευα εξ αρχής ότι ο Όμηρος έχει έντονο θεατρικό στοιχείο μέσα του. Νομίζω, ας μη φανεί βιασύνη, με δικαίωσε στην παράσταση αυτό, υπάρχει μια έντονη θεατρικότητα, με την έννοια ότι το κείμενο είναι φτιαγμένο για να μιλιέται μπροστά σε κοινό από ανθρώπινες φωνές, δεν είναι ένα βιβλίο που γράφτηκε, ως βιβλίο καταγράφηκε πολύ αργότερα, είναι ένα ζωντανό κείμενο φτιαγμένο για να αγκιστρώνει τα αυτιά των ανθρώπων που το ακούν. Βέβαια, το κείμενο έχει αλλάξει από τότε σε πάρα πολλά επίπεδα για αυτό κι εμείς κάναμε μια διασκευή με την Έλσα Ανδριανού που είναι συνεργάτης μου και με τους ηθοποιούς ώστε το κείμενο να αφορά στο σήμερα και να μην περιέχει τέτοιες λεπτομέρειες που να κουράσουν πια το σημερινό κοινό. Μίκρυνε και η διάρκεια της παράστασης κάποτε ήταν πέντε ώρες, τώρα είναι τρεις και κάτι».

    30.08.2014, Μυλωνά Κατερίνα «Ο Στάθης Λιβαθινός, σκηνοθέτης της «Ιλιάδας», ανιψιός του Μ. Κατράκη, μιλά στην Π», Πατρίς

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Έπαινοι από τους Ισπανούς – «Αυτή η Ιλιάδα θα γράψει ιστορία», λένε για την παράσταση του Λιβαθινού

    Τρισέλιδο αφιέρωμα στην «Ιλιάδα» του Στάθη Λιβαθινού με αφορμή την παρουσίασή της στη Μέριδα της Ισπανίας έκανε η εφημερίδα «El Pais».

    Σύμφωνα με το δημοσίευμα, τα εισιτήρια της παράστασης έχουν εξαντληθεί και το ενδιαφέρον του κοινού για τη δουλειά του σκηνοθέτη είναι αυξημένο. Αλλά πέρα από την «El Pais» και η «El Mundo» υποδέχθηκε με αφιέρωμα την «Ιλιάδα» του Στάθη Λιβαθινού που παρουσιάστηκε την Παρασκευή και το Σάββατο στο Φεστιβάλ του Αρχαίου Θεάτρου της Μέριδα το οποίο φέτος κλείνει τα 60 του χρόνια. «Αυτή η Ιλιάδα θα γράψει ιστορία», λέει ο διευθυντής του φεστιβάλ, Jesus Cimarro. Στην πεντάωρης περίπου διάρκειας παράσταση, ο Λιβαθινός χρησιμοποιεί το συνταρακτικό έπος του Ομήρου ως μια αντανάκλαση της σύγχρονης Ελλάδας. Το καστ αποτελείται από 15 ηθοποιούς οι οποίοι αφηγούνται έναν από τους πιο βίαιους πολέμους όλων των εποχών και συγχρόνως αναρωτιούνται για την έννοια του ήρωα και του ηρωισμού στην εποχή μας. Οι διεθνείς σταθμοί της «Ιλιάδας» που θα ακολουθήσουν το προσεχές φθινόπωρο είναι το Εθνικό Θέατρο Μαδρίτης, ο Καναδάς και η Χιλή.

    «Εκρήξεις βομβών στο Ρωμαϊκό Θέατρο της Μέριδα»: αυτόν τον τίτλο δίνει ο David Vigario στην κριτική του για την «Ιλιάδα» στη μεγάλη εφημερίδα «El Mundo», της οποίας παραθέτουμε εδώ κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα: «Ο Έλληνας σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός καταφέρνει να επιλύσει με έναν εκπληκτικά αποτελεσματικό τρόπο το θέμα της παρουσίασης και των 24 ραψωδιών που ιστορούν τις 53 αιματοβαμμένες μέρες του πολέμου, σε μια γλώσσα σύγχρονη, με ενδυματολογία σύγχρονη και με μια σκηνοθεσία γεμάτη δράση και ενέργεια»…

    «Κάθε ηθοποιός υποδύεται πολλούς ρόλους. Η ερμηνεία τους είναι μια απόδειξη ομαδικού επαγγελματισμού και δικαιολογεί απόλυτα την επιτυχία που είχαν οι πρώτες τους παραστάσεις στην αρχή αυτής της παγκόσμιας περιοδείας που οργανώνει η Εταιρεία Παραγωγής Polyplanity Prod σε συνεργασία με το Φεστιβάλ Αθηνών»… «Με πολύ εύστοχα χιουμοριστικά ”κλεισίματα του ματιού”, το κείμενο περιέχει εμφανείς σύγχρονες αναφορές, συγχρόνως όμως διαθέτει τη μεγάλη αρετή να αντανακλά τέλεια την ομηρική παράδοση, το σύνολο των προφορικών παραδόσεων που εμφανίστηκαν πριν από 29 αιώνες».

    22.07.20014, Χ.Σ. «Έπαινοι από τους Ισπανούς – «Αυτή η Ιλιάδα θα γράψει ιστορία», λένε για την παράσταση του Λιβαθινού», Έθνος

  • Τρισέλιδο αφιέρωμα της El Pais στον Στάθη Λιβαθινό

    Με αφορμή την παρουσίαση της «Ιλιάδας» στη Μερίδα της Ισπανίας

    Τρισέλιδο αφιέρωμα στην «Ιλιάδα» του Στάθη Λιβαθινού με αφορμή την παρουσίαση της στη Μερίδα της Ισπανίας, έκανε η εφημερίδα El Pais. Σύμφωνα με το δημοσίευμα τα εισιτήρια της παράστασης έχουν εξαντληθεί και το ενδιαφέρον του κοινού για την δουλειά του σκηνοθέτη αυξημένη.

    Στην πεντάωρης περίπου διάρκειας παράσταση, ο Λιβαθινός χρησιμοποιεί το συνταρακτικό έπος του Ομήρου ως μια αντανάκλαση της σύγχρονης Ελλάδας. Το καστ αποτελείται από 15 ηθοποιούς οι οποίοι αφηγούνται έναν από τους πιο βίαιους πολέμους όλων των εποχών και συγχρόνως αναρωτιούνται για την έννοια του ήρωα και του ηρωισμού στην εποχή μας.

    Οι διεθνείς σταθμοί της «Ιλιάδας» που θα ακολουθήσουν το προσεχές φθινόπωρο είναι η Μαδρίτη, ο Καναδά και η Χιλή.

    18.07.2014, Χ.Σ. «Τρισέλιδο αφιέρωμα της El Pais στον Στάθη Λιβαθινό», Το Βήμα

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Πάτρα: Καταχειροκροτήθηκε η «Ιλιάδα» του Ομήρου στο Αρχαίο Ωδείο

    Καταχειροκροτήθηκε χθες το βράδυ, η παράσταση «Ιλιάδα», η οποία αναδεικνύει το μνημειώδες κείμενο του Ομήρου στη βραβευμένη μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη, δραματουργικά επεξεργασμένο μέσα από μια σύγχρονη καλλιτεχνική ματιά.

    Η παράσταση φιλοξενήθηκε στο Ρωμαϊκό Ωδείο της Πάτρας, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Διεθνούς Φεστιβάλ.

    Η «Ιλιάδα» παρουσιάζεται στο κοινό της περιοχής με τη συμμετοχή μιας εξαίρετης ομάδας 15 ηθοποιών ραψωδών που δίνουν πνοή σε όλους τους ρόλους. Είναι η πρώτη φορά παγκοσμίως που παρουσιάζεται στη σκηνή ολόκληρη η «Ιλιάδα», και οι 24 ραψωδίες.

    Πρόκειται για ιδιαίτερο και συνάμα τολμηρό εγχείρημα, που χρειάστηκε 9μηνη προετοιμασία και εμβάθυνση στο αρχαίο κείμενο, για την μεταφορά του στη σκηνή, αλλά και που κάτι αντίστοιχό του δύσκολα θα ξαναπαρουσιαστεί, διότι πρόκειται περί επικού θεάτρου.

    Η «Ιλιάδα» έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου τον Ιούνιο του 2013 με τρομερή επιτυχία. […]

    27.06.2014, Χ.Σ. «Πάτρα: Καταχειροκροτήθηκε η «Ιλιάδα» του Ομήρου στο Αρχαίο Ωδείο», www.patrasevents.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Συνέντευξη: Ο Στάθης Λιβαθινός και οι πρωταγωνιστές της Ιλιάδας μιλούν στις Σκηνοβασίες

    Ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός και οι ηθοποιοί Δημήτρης Ήμελλος, Βασίλης Ανδρέου, Νίκους Καρδώνης και Μαρία Σαββίδου συνομιλούν με τη Νικολέτα Δάφνου.

    Νικολέτα Δάφνου: Κύριε Λιβαθινέ, γιατί διαλέξατε να σκηνοθετήσετε την “Ιλιάδα”;

    Στάθης Λιβαθινός: (χαμογελάει). Ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις τον πραγματικό λόγο που επιλέγεις κάτι. Σίγουρα σου αρέσει, σε συγκινεί και σε αγγίζει. Ή έχεις την τρομερή περιέργεια να το δεις στη σκηνή. Αλλά αυτό που πραγματικά σε σπρώχνει να αποφασίσεις να το κάνεις στη συγκεκριμένη στιγμή, μπορεί να είναι —τολμώ να πω— και μια τρελή παρόρμηση. Για το λόγο ότι σίγουρα η εποχή μας δε σηκώνει τόσο μεγάλα πράγματα, όσο κι αν τα έχει ανάγκη. Εμένα με ενδιαφέρει να εξελίσσομαι μαζί με τους συνεργάτες μου. Νομίζω ήταν ο καιρός να γίνει η Ιλιάδα. Ήταν ένα σχέδιο που το σκεφτόμουν από χρόνια, κι απλά κάποια στιγμή είπα “τώρα ήρθε η ώρα”.

    Ν. Δάφνου: “Η εποχή μας δε σηκώνει τόσο μεγάλα πράγματα, όσο κι αν τα έχει ανάγκη”… Μου γεννάται το επόμενο ερώτημα: τι αλήθεια κρύβει η “Ιλιάδα” που αφορά τους σύγχρονους Έλληνες;

    Σ. Λιβαθινός: Η “Ιλιάδα” εν αρχή δεν είναι έργο. Είναι ένα έπος που απελευθερώνει ενέργεια προς πάρα πολλές κατευθύνσεις: φιλοσοφικές, αισθητικές, δραματικές… Ανοίγει την πόρτα στο δράμα. Και αντίστροφα, το δράμα δανείζεται πολλά από τα θέματα της “Ιλιάδας”. Αυτό δεν είναι προσωπική ανακάλυψη. Θεωρητικά την έχουν επισημάνει πολλοί μελετητές, ανάμεσά τους κι ο Μαρωνίτης. Το ανακάλυψα όμως με τη σειρά μου στην πράξη, καθώς είναι (απ’ όσο ξέρω) η πρώτη φορά που η “Ιλιάδα” ανεβαίνει στην Ευρώπη. Προσθέτω το γεγονός ότι το θέατρο πρέπει να δοκιμάζει τα όπλα του σε διαφορετικά πράγματα. Έτσι ανανεώνεται.

    Η “Iλιάδα” για μένα είναι ένα έπος κλασικό, που κρύβει απίστευτης σημαντικότητας πράγματα προς αντιμετώπιση στη σκηνή: τον πόλεμο, το θάνατο, τη γενναιότητα, τη σύγκρουση, τον ηρωισμό, την αξιοπρέπεια, την ευθύνη, τη σεμνότητα, το διχασμό… Θίγει τεράστια ζητήματα. Φυσικά, σκηνικά δεν είναι δυνατόν να θιγούν όλα αυτά. Το θέμα όμως δεν είναι τόσο εκεί, όσο στο ότι εμπεριέχει τη δύναμη της αφήγησης και χαρακτήρες απίστευτα επίκαιρους και βαθείς (μυθικούς απ’ τη μια, απόλυτα γήινους απ’ την άλλη). Όλα εδώ γίνονται με έναν τρόπο διαφορετικό απ’ ότι σε όλα τα υπόλοιπα έργα.

    Ν. Δάφνου: Η “Ιλιάδα” αποτελείται από 15.692 στίχους. Παρουσιάζονται όλοι επί σκηνής;

    Σ. Λιβαθινός: Όχι βέβαια. Θα χρειαζόταν μια ολόκληρη μέρα. Παρουσιάζεται σχεδόν το εν τρίτον με εν τέταρτον. Θα μπορούσαν να παρουσιαστούν και όλοι κάποια στιγμή. Ο στόχος μου όμως αυτή τη φορά ήταν να πούμε μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος και σε ανεκτό όριο.

    Ν. Δάφνου: Πόσον καιρό κάνατε πρόβες;

    Σ. Λιβαθινός: Εννέα μήνες.

    Ν. Δάφνου: Με ποιον ήρωα του κόσμου των θεών ή των θνητών του έπους αυτού ταυτίζεστε περισσότερο, αν ταυτίζεστε;

    Σ. Λιβαθινός: (χαμογελάει) Με τη Μοίρα. Αλλά επί της ουσίας, μπορεί και με κανέναν. Γιατί όταν έχεις έναν τέτοιο κόσμο μπροστά σου, οφείλεις —από τη δική μου θέση— να ταυτίζεσαι με όλους και με όλα. Στην Ιλιάδα, ακόμη κι ο τελευταίος στρατιώτης έχει τεράστια αξία.

    Ν. Δάφνου: ..και όνομα.

    Σ. Λιβαθινός: …το παίρνει όταν πεθαίνει. Ελπίζω να μην έχω την ίδια τύχη (γελάει).

    Ν. Δάφνου: Ευχαριστώ πολύ. Καλή συνέχεια!

    Σ. Λιβαθινός: Να είστε καλά.

    Ν. Δάφνου: Περνάμε στους ηθοποιούς μας, τους “παλαίμαχους” της ομάδας του Στάθη Λιβαθινού. Ξέρω ότι κατά καιρούς με τη συγκεκριμένη ομάδα έχετε αναμετρηθεί με δύσκολα έργα. Πολλά από αυτά, με τελευταίο την “Ιλιάδα”, ήταν σε έμμετρο λόγο. Πείτε μας λίγα λόγια γι’ αυτή σας την εμπειρία.

    Νίκος Καρδώνης: Ξεκινήσαμε αρκετά χρόνια πριν, δουλεύοντας ποιήματα. Με το που μας ανακοινώθηκε ότι θα κάνουμε ποίηση σε θέατρο, υπήρξε πανικός!

    Δημήτρης Ήμελλος: Κατ’ αρχήν δε μιλάμε έτσι στη ζωή μας. Ήταν κάτι άγνωστο για ‘μας.

    Ν. Καρδώνης: Πήραμε πάρα πολλά απ’ αυτό. Νομίζω ότι είναι ένα δώρο για τον ηθοποιό.

    Βασίλης Ανδρέου: Η “Ιλιάδα” είναι και αυτή σε στίχους, μεταφρασμένη από το Μαρωνίτη. Έχει μέτρο, αλλά το κρυμμένο μέτρο της ωραίας μετάφρασης. Εννοώ ότι είναι ποίηση, αλλά όχι το “Άνδρα μοι ένεπε / μούσα πολύτροπον..” που φωνάζει από μακριά με το τέμπο και το ρυθμό του ότι είναι ποίηση. Η μετάφραση σπάει το λόγο. Δεν έχει ρίμα, έχει όμως ένα κρυμμένο μέτρο που το νιώθεις όταν μιλάς. Ο τρόπος που είναι βαλμένοι οι στίχοι και τα ημιστίχια είναι συνειδητός. Το ωραίο για τον ηθοποιό είναι ότι αποφεύγει τα τερτίπια και τις τεχνικές που συνήθως χρησιμοποιεί για να νικήσει τη ρίμα του έμμετρου λόγου και το τέμπο που “χτυπάει” στο αυτί. Ασχολείται λοιπόν με το να αναδείξει την ποίηση μέσα από τη ρεαλιστική της μετάφραση. Μέσα από την πρόζα της. Ο Μαρωνίτης έχει καταφέρει ο ποιητικός λόγος του έπους να μιλιέται πάρα πολύ καλά.

    Δ. Ήμελλος: Στην πραγματικότητα υπάρχει παντού ρυθμός στο θέατρο λόγου. Έχοντας την εμπειρία της ποίησης, ανακαλύψαμε ότι ακόμη και στο θέατρο πρόζας πρέπει να υπάρχει ρυθμός. Ο λόγος εδώ είναι και παγίδα (γιατί μπορεί να αναλωθείς σε αυτόν και μόνο ) αλλά και βοήθημα: αν βρεις αυτό που “συμβαίνει”, είσαι σε εγρήγορση και δε χάνεις ποτέ το τιμόνι από τα χέρια σου.

    Β. Ανδρέου: Αυτή ακριβώς είναι η διαφορά. Εδώ κρατάς τιμόνι. Δεν είναι σαν τον λόγο του ψυχολογικού ρεαλισμού.

    Δ. Ήμελλος: Παντού υπάρχει ρυθμός όμως. Απλώς κάποιες φορές είναι εμφανής, άλλες κρυμμένος. Και οι δυο περιπτώσεις έχουν η καθεμία τα δικά της προβλήματα. Στη σκηνή, από τη στιγμή που χρησιμοποιείται λόγος, έχει ρυθμό. Όπως συμβαίνει στις ακραίες στιγμές που ζούμε: ο λόγος παρακολουθεί το ρυθμό της ζωής εκείνη τη στιγμή. Δεν είναι ξέχωρος απ’ αυτό. Έτσι και σ’ ένα ποίημα ή σ’ ένα κείμενο, ο ρυθμός πρέπει να φτάσει στη στιγμή από την οποία προκύπτει.

    Ν. Δάφνου: ..άρα ο ρυθμός παρακολουθεί τη στιγμή, και όχι το αντίθετο, όπως βλέπουμε συχνά σε παραστάσεις.

    Δ. Ήμελλος: Ναι, βέβαια.

    Β. Ανδρέου: Διαπιστώνω το εξής ωραίο: οδηγώντας, οδηγούμενος από, ή αφηνόμενος στο ρυθμό γεννιούνται συναισθήματα. Στον ψυχολογικό ρεαλισμό τα ψάχνεις αλλιώς. Εδώ συναισθήματα όπως θυμός, απειλή, πένθος, προσβολή μπαίνουν στο ρυθμό του κειμένου και της δράσης. Συμβαίνουν πηγαία και είναι καθαρά, δε χρειάζεται να τα ψάχνεις ή να τα οδηγείς. Ο ρυθμός είναι ο νομοθέτης του συναισθήματος. Το τέμπο, η ταχύτητα, η άργητα, γεννούν μέσα σου πρωτόγνωρα πράγματα.

    Ν. Δάφνου: …αυτό δε σημαίνει όμως ότι πρέπει να έχεις την ψυχική ευκαμψία να αφεθείς στο ρυθμό και όχι να του βάλεις «χαλινάρι»;

    Ν. Καρδώνης: Ναι, βέβαια. Προκύπτουν πολύ ωραία πράγματα με το ρυθμό. Να προσθέσω ότι εδώ ο λόγος αποτελεί συμβάν, σε αντιδιαστολή με την καθημερινότητά μας που χρησιμοποιούμε πεντακόσιες λέξεις το πολύ. Είμαστε δυστυχώς η εποχή των μηνυμάτων.

    Β. Ανδρέου: …του τηλεγραφικού λόγου.

    Δ. Ήμελλος: Είναι κατακερματισμένη η σκέψη.

    Ν. Καρδώνης: …ακριβώς. Ο συγκεκριμένος λόγος της “Ιλιάδας” έχει ένα νοητό τόξο, κάπου πάει, βοηθάει τη σκέψη.

    Δ. Ήμελλος: …κι από ‘κεί που ο λόγος είναι κατακερματισμένος σε χιλιάδες πληροφορίες, εδώ υπάρχει η δυνατότητα να ενωθεί. Επιμένω: οποτεδήποτε υπάρχει αυτή η αφηγηματική επικοινωνία ανάμεσα σε ακροατή και αφηγούμενο, ο ρυθμός συμβαίνει. Ακόμα και το “μια φορά κι έναν καιρό” ή το “ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα” έχουν ρυθμό. Μέσα από το λόγο θα φτιαχτεί εικόνα, μουσική, μυρωδιές… το μόνο όπλο που έχει ο λόγος στη συγκεκριμένη μας περίπτωση είναι ότι απευθύνεται σε όλες τις αισθήσεις.

    Β. Ανδρέου: Στην “Ιλιάδα” αφηγείσαι, άρα το ξέρεις καλά ως ηθοποιός ότι φτιάχνεις εικόνες για τους άλλους αλλά και για ‘σένα. Βλέπεις εικόνες (ακόμη και ακούσια), πράγμα ζητούμενο στο θέατρο. Οι εικόνες σου δεν περιορίζονται σε αυτές της σκηνής. Βλέπεις άρματα να φτάνουν, βλέπεις πολλαπλασιαστικά τα πράγματα που αφηγείσαι. Μιλάμε για μεγάλα μεγέθη: εννέα χιλιάδες στρατός, πενήντα παιδιά, κοσμοσυρροή… Όταν το δεις αυτό, η εικόνα σου φτάνει και στο θεατή. Είναι μεγάλο δώρο αυτό, να λες “εννιά χιλιάδες στρατός” (μια κινηματογραφική εικόνα) και να ξέρεις ότι το είδες και εσύ και οι άλλοι. Συμβαίνει γιατί το οραματίστηκες, το αφηγήθηκες, το έκανες εικόνα. Ούτε ο θεατής ούτε εμείς μένουμε στο υπάρχον σκηνικό, στα λάστιχα και στις καρέκλες. Ακουμπώ στα λάστιχα των αυτοκινήτων και νιώθω ότι ακουμπώ την Τροία, τη μεγάλη πόλη.

    Ν. Δάφνου: Είναι παιχνίδι μυαλού που δε χρειάζεται εφέ;

    Ν. Καρδώνης: Ο λόγος του ηθοποιού είναι το μοναδικό εφέ μας.

    Δ. Ήμελλος: Ο λόγος είναι και η διαδρομή μας. Παράδειγμα ο μαραθωνοδρόμος: όταν έχει να διανύσει μεγάλες αποστάσεις και δεν έχει ρυθμό, γρήγορα κουράζεται. Δεν χρειάζεται να “ξοδεύεται” από την αρχή. Ο ρυθμός είναι στην πραγματικότητα οικονομία δυνάμεων.

    Β. Ανδρέου: Αυτός είναι ο λόγος που τέτοιου είδους παραστάσεις είναι καλοκουρδισμένες. Γίνεσαι “σκλάβος” του ρυθμού τους κάποιες φορές. Ενώ σε άλλο έργο…

    Δ. Ήμελλος: ..όταν λείπει το περιεχόμενο…

    Β. Ανδρέου: …ναι, ενώ εδώ το περιεχόμενο και η φόρμα που το αναδεικνύει είναι τόσο έντονα που αισθάνεσαι ότι καλπάζει. Μέσα σ’ αυτό είσαι ταυτόχρονα ελεύθερος και εγκλωβισμένος.

    Ν. Καρδώνης: Βλέποντας το ημικύκλιο με τις καρέκλες επί σκηνής, πιστεύω ότι η τετράωρη παράστασή μας θα μπορούσε να παιχτεί ως ενεργητική αφήγηση, με εμάς απλά να καθόμαστε. Δε χρειάζεται τίποτα άλλο. Ο λόγος του κειμένου είναι ο πρωταγωνιστής.

    Β. Ανδρέου: Να προσθέσω κάτι; Σήμερα υπάρχει ο φόβος της αναμέτρησης με το λόγο. Καταφεύγουμε συχνά σε τερτίπια, σε ελλειπτικό κείμενο, λέμε τα μισά για να μας καταλάβει ο άλλος, σκεφτόμαστε “μη σε βομβαρδίσω με μεγάλες ιδέες…” Είναι ωραίο να θες να πεις τα απλά λόγια “ένα ουίσκι, λίγο νερό…” πάνω στη σκηνή. Όταν όμως καλείσαι να “μιλήσεις” τις μεγάλες σκέψεις/έννοιες και να πιστέψεις αυτά που λες, συγκρούεσαι λίγο με το τι μπορεί να πιάσει το αυτί του σημερινού θεατή. Στην αρχή φοβάσαι, σκέφτεσαι “πώς θα το πω αυτό”, όμως αυτό φτάνει με πολύ ωραίο τρόπο στους θεατές. Μου αρέσει αυτό, γιατί πλησιάζει την αγνότητα. Μεγάλα συναισθήματα, μεγάλες ιδέες, μεγάλες πράξεις. Μ’ αρέσει ως ηθοποιός να έρχομαι αντιμέτωπος με μεγάλες, ακραίες πράξεις. Με μεγάλα θέματα δηλαδή.

    Ν. Καρδώνης: Νομίζω πως αυτά τα θέματα που πρεσβεύει η Ιλιάδα υπάρχουν στην καθημερινότητά μας, αλλά στο έπος είναι μεγεθυμένα.

    Β. Ανδρέου: Ως ηθοποιός έρχεσαι αντιμέτωπος με το ότι πρέπει να εκφράσεις αυτά τα θέματα χωρίς να γίνεις διδακτικός. Η εποχή μας (καλώς η κακώς) χρησιμοποιεί πλέον τα μεγάλα κείμενα για σκοπούς εθνικοφροσύνης, πολιτικής καθοδήγησης, κ.α. Σου γεννιούνται τέτοιες σκέψεις όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με ηρωικές πράξεις πάνω στη σκηνή. Ζούμε σε μια εποχή αντιηρωική.

    Ν. Δάφνου: Ο καθένας σας παίζει πολλούς διαφορετικούς ρόλους, τόσο θνητούς όσο και αθάνατους. Πώς ήρθατε αντιμέτωποι με τα μεγέθη τους;

    Δ. Ήμελλος: Δεν ξεκινάς από το μυθικό, γιατί είσαι μακριά του. Ξεκινάς από κάτι απτό και εύκολο να καταλάβεις, για να φτάσεις στο μυθικό. Εμπιστεύεσαι εαυτόν ότι τραβώντας αυτό το νήμα, θα φτάσει στο μυθικό. Το πρόβλημα δεν είναι “Ο Μύθος Τότε”. Είναι “Ο Μύθος Σήμερα”. Που είμαι εγώ μυθικός. Που μυθοποιείται η συμπεριφορά μου, που φτάνει (ή τη φέρνω) στα άκρα και στα όριά της, για να την καταλάβω μέχρι το μεδούλι της. Το που είναι ο Αγαμέμνονας μυθικός με βγάζει από την ιστορία. Δεν ψάχνω πώς θα παίξω το μύθο, ψάχνω πώς θα γίνω εγώ μύθος.

    Ν. Καρδώνης: Δε γίνεται να παίξεις το μύθο πάνω στη σκηνή. Πρέπει να τον ανακαλύψεις μέσα σου.

    Β. Ανδρέου: Ο τρόπος που δουλέψαμε εννέα μήνες και ο τρόπος που αυτοσχεδιάσαμε πάνω σε συγκεκριμένα θέματα, μας απάλλαξε νωρίς από την αναμέτρηση με το μυθικό. Γίναμε ραψωδοί που πλησίαζαν αυτό το πράγμα, αφηγητές και φορείς του. Ήμασταν η ίδια η ιστορία.

    Ν. Δάφνου: Δέκατος χρόνος πολέμου…

    Μαρία Σαββίδου: …ο ένατος χρόνος ενός δεκαετούς πολέμου. Το έτος που διαδραματίζεται η “Ιλιάδα” είναι λίγο πριν το τέλος της. Και προφανώς έχει κάποιο νόημα αυτό.

    Ν. Δάφνου: Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτό.

    Μ. Σαββίδου: Έχει να κάνει με τη μυθολογία του πράγματος. Ο χρησμός έλεγε ότι η Τροία θα πέσει το δέκατο χρόνο μετά τη θυσία της Ιφιγένειας. Τον ένατο χρόνο λοιπόν ξεσπάει αυτός ο άγριος καβγάς, που ωθεί τον Αχιλλέα να ζητήσει από τη θεά μητέρα του να μεσολαβήσει ώστε ο Δίας να ενισχύσει τους Τρώες, προκειμένου οι Αχαιοί να του ζητήσουν να επιστρέψει στον πόλεμο. Στην πραγματικότητα, ο ποιητής βάζει στο μεγάλο γρανάζι που οδηγεί στην πτώση της Τροίας ένα αντίθετο γρανάζι: την ενίσχυση των Τρώων, ωσότου οι Αχαιοί αναγκαστούν να εκλιπαρήσουν τον Αχιλλέα να επιστρέψει στη μάχη. Βέβαια η “Ιλιάδα” ξεφεύγει κατά πολύ απ’ αυτό. Έχουν συμβεί τρομερά πράγματα. Το διακύβευμα ξεφεύγει από τον καβγά ανάμεσα στους δύο σημαντικούς άντρες. Το ότι αυτά συμβαίνουν τον ένατο χρόνο που τα πράγματα τείνουν προς ένα τέλος, εντείνει την κατάσταση τριβής ανάμεσα στα γρανάζια που προείπα. Ο ίδιος ο Δίας αναγκάζεται να “γυρίσει τον τροχό” λίγο ανάποδα, μέχρι να συντελεστεί όλο αυτό που έχει υποσχεθεί στη Θέτιδα, τη μητέρα του Αχιλλέα.

    Β. Ανδρέου: Την Ιλιάδα την είχα διαβάσει πολύ παλιά. Ξαναπιάνοντας το κείμενο, έχεις πραγματικά την ψευδαίσθηση ότι η Τροία δε θα πέσει. Βλέπεις για πολύ μεγάλο διάστημα να ηττώνται οι Αχαιοί.

    Μ. Σαββίδου: Στις πρόβες ήρθαμε αντιμέτωποι με το εξής: ενώ υπάρχει μια έννοια τετελεσμένου, με όλες τις επεμβάσεις των θεών και του σθένους των θνητών τείνεις να πιστέψεις ότι θα μπορούσαν τα πράγματα να μη γίνουν έτσι.

    Β. Ανδρέου: Εξ’ ου και ο Καβάφης “θ’ αλλάξουμε της τύχης την καταφορά”.

    Μ. Σαββίδου: Αυτό είναι αξιοθαύμαστο και συγκινητικό στην “Ιλιάδα”. Είναι σαν το στίχο του Βαρβέρη, “τον εραστή των εξ’ αρχής χαμένων στοιχημάτων”. Νιώθεις πως σχεδόν θα μπορούσε να μη συμβεί αυτό που συμβαίνει.

    Ν. Καρδώνης: …και δεν έχει να κάνει με την παρουσία θεών.

    Μ. Σαββίδου: Όχι. Και για να επανέρθουμε στην ερώτηση του ένατου χρόνου πολέμου —αν και είναι λίγο πιο “φιλολογικό” θέμα— το Εννέα συναντάται έντονα στην Ιλιάδα σαν κύκλος. Είναι ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται.

    Δ. Ήμελλος: Να προσθέσω ότι ο τρόπος δόμησης της Ιλιάδας έχει ως αποτέλεσμα αντί να παρακολουθούμε την πολιορκία της Τροίας από τους Αχαιούς, να παρακολουθούμε το ακριβώς ανάποδο: την πολιορκία των Αχαιών από τους Τρώες.

    Β. Ανδρέου: Είναι τρομερό. Αυτή η μεγάλη ανατροπή αποτελεί ένα πρώτης τάξεως θεατρικό γεγονός, έστω κι αν ξέρεις το τέλος του έπους.

    Ν. Καρδώνης: Ο ίδιος ο Όμηρος δείχνει πόσο κατέχει τη διαδικασία (το process) ενός αφηγήματος και την ανατροπή του.

    Δ. Ήμελλος: Ανατρέπονται όλα τα προσδοκώμενα και δεδομένα που υπάρχουν.

    Μ. Σαββίδου: Σκέψου και το εξής: λέμε “Τρωικός πόλεμος” κι έχουμε στο μυαλό μας κάτι που ξεκίνησε από το διακύβευμα της ωραίας Ελένης. Κατόπιν, περνάει στα “τείχη της Τροίας τα απόρθητα”. Υπάρχει επίσης ο καβγάς για τη Χρυσηίδα ανάμεσα στους δυο Αχαιούς, μετά η διαφωνία των Τρώων αναφορικά με την πυρπόληση ή όχι των πλοίων, η μάχη για το κουφάρι του Πατρόκλου, και πάει λέγοντας. Το πράγμα για το οποίο μάχονται οι δυο λαοί αλλάζει συνεχώς και ανά άτακτα χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια του έπους.

    Ν. Καρδώνης: Και το φοβερό φινάλε: “Αν το φέρει η ανάγκη, να συνεχίσουμε τον πόλεμο”.

    Μ. Σαββίδου: Μέχρι το τέλος υπάρχει η ανάγκη του πολέμου. Σχεδόν σαν να μην έχει νόημα το “γιατί”. Εκεί αποκτά ένα νόημα άλλου είδους, ένα σχόλιο πάνω στην επιβίωση και στο σε τι μπορεί ο καθένας να αφιερώσει τη ζωή του.

    Ν. Δάφνου: Ποια προσωπική αλήθεια, ποιο “Θέμα” σας ανακαλύψατε ο καθένας σας ότι μπορείτε να καταθέσετε μέσω των ρόλων που έχετε αναλάβει στην “Ιλιάδα”;

    Ν. Καρδώνης: (γελάει) Άπειρα θέματα.

    Ν. Δάφνου: Το πιο ισχυρό;

    Ν. Καρδώνης: Εγώ κάνω τον Μενέλαο. Το προσωπικό μου θέμα (ένα από τα πολλά, βέβαια) είναι το αν είμαι ικανός και έτοιμος να συγχωρήσω κάποιον μετά από μια μεγάλη προδοσία. Θεωρώ κατάκτηση το να φτάνει κάποιος σε επίπεδο να συγχωρεί κάποιον που τον άφησε ή τον πρόδωσε. Και φυσικά, η ευθύνη του πολέμου, που λόγω αυτού φέρεις στους ώμους σου.

    Δ. Ήμελλος: Σε σχέση με τον θνητό Αγαμέμνονα: είδα την ψυχική κούραση που προκύπτει από το ότι σε έχουν καταβάλλει, σκληρύνει και κάνει κυνικό (και φορές ενεργητικά αδιάφορο) οι ίδιες σου οι επιλογές. Στην πραγματικότητα, τα βάζει με όλους αλλά κυρίως με την ίδια του τη ζωή. Έχει τρομερό ενδιαφέρον για ‘μένα το κομμάτι του πώς ξεκινάει να πάει κανείς στην Τροία και πώς είναι μετά από εννέα χρόνια.

    Σε σχέση με τον αθάνατο Ήφαιστο που υποδύομαι, προσπάθησα να δω τι σημαίνει αθανασία στον άνθρωπο. Αυτό που μπόρεσα να δω είναι η ματιά ενός παιδιού. Ένα παιδί ποτέ δεν πεθαίνει, δεν νιώθει θνητό. Την πρώτη φορά που κατάλαβα ότι θα πεθάνω είχα περάσει την παιδική ηλικία κατά πολύ.

    Μ. Σαββίδου: Η Θέτις και η Εκάβη που υποδύομαι είναι μάνες των δύο βασικών αντιπάλων του έργου. Προκύπτει το θέμα μιας μάνας που γνωρίζει ότι το παιδί της θα πεθάνει ταγμένο στο όνομα μιας αξίας που μπορεί να υπερβαίνει αυτήν ή την ίδια τη ζωή. Αυτά τα στοιχεία “παντρεύονται” βέβαια με το υλικό της αφήγησης της Μοίρας και με τη γνώση του τετελεσμένου που αυτή έχει. Η σκέψη πως υπάρχει τόσος κόπος, αίμα, ματαιότητα και ταυτόχρονα τόσο μεγαλείο, και η σκέψη πως εξαιτίας των συνθηκών ο άνθρωπος καταφέρνει να υπάρξει με θείο τρόπο, κερδίζοντας αθανασία στους αιώνες μέσω των μεγάλων πράξεων και του θανάτου του, είναι βαθιά συγκινητική.

    Αναφορικά με τη σημερινή εποχή που ζούμε, υπάρχει συνάντηση με το θέμα που προείπα. Νιώθω ότι οι άνθρωποι σήμερα καλούνται συχνά να νοηματοδοτήσουν τη ζωή τους μέσα στις δυσκολίες που μας περιβάλλουν. Μοιάζει όμως να έχουν το δικαίωμα επιλογής. Για ‘μένα, “ήρωας” (είτε με την επική έννοια είτε με αυτή του καθημερινού ανθρώπου) δεν είναι αυτός που έχει έναν ένδοξο θάνατο, όπως μας μάθαιναν στο σχολείο. Είναι αυτός που καταφέρνει να ζήσει με ένδοξο τρόπο. Να αφιερώσει τη ζωή του σε κάτι το οποίο έχει νόημα για τον ίδιο. Να τη νοηματοδοτήσει. Οι θεοί στον Όμηρο, για παράδειγμα, δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα. Δεν μπορούν σε τίποτα να αφιερώσουν τη ζωή τους, γιατί απλούστατα είναι αθάνατοι. Ο Έκτορας, ο Αχιλλέας ή ο νεαρός φαντάρος που πετάει ένα ακόντιο (και έχει όνομα, δεν είναι ανώνυμος) καταφέρνουν με τη στάση τους απέναντι στη ζωή και στο θάνατο να υπάρξουν πολύ πιο θείοι από τους θεούς. Με συγκινεί βαθιά αυτό.

    Δ. Ήμελλος: …οι θεοί δεν μπορούν να αναμετρηθούν με αυτό το πράγμα. Το δεδομένο στη ζωή, η “Μοίρα”, είναι το ‘Τι”. Το “Πώς” όμως ανήκει αποκλειστικά στο θνητό.

    Μ. Σαββίδου: Το αξιώνεται ή όχι.

    Δ. Ήμελλος: Και το πώς το αξιώνεται ή όχι κάνει τον ήρωα.

    Ν. Καρδώνης: Η επιλογή του θνητού και το τίμημά της του δίνει θεϊκές υποστάσεις.

    Μ. Σαββίδου: …μου θύμισες το ποίημα του Σεφέρη, ότι τελικά το “πώς” μπορεί να είναι το ίδιο το “τι”. Να φτιάχνει το ίδιο το περιεχόμενο.

    Δ. Ήμελλος: Δεν εξαρτάται από το θνητό αν θα πεθάνει…

    Μ. Σαββίδου: …αλλά το πώς θα ζήσει και το πώς θα πεθάνει, εξαρτώνται από αυτόν. Θεωρώ ότι αυτό είναι βαθιά σύγχρονο. Για όλους τους λόγους (κοινωνικούς, υπαρξιακούς, κ.α.).

    Δ. Ήμελλος: Ζούμε μια εποχή που μυρίζει θάνατο και τέλος. Παραδινόμαστε στο “τι” και ξεχνάμε πως το “πώς” μας ανήκει.

    Μ. Σαββίδου: Έχεις απόλυτο δίκιο. Μοιάζει εδώ και πολύ καιρό να ζούμε τον “ένατο χρόνο” ως προς κάτι.

    Δ. Ήμελλος: Όλα έρχονται πια πολύ κοντά: ο θάνατος του Αχιλλέα, του Έκτορα, του Πατρόκλου… είναι κοντά. Από ‘κει και πέρα ξεκινάει το “πώς”.

    Ν. Δάφνου: Εσείς, κύριε Ανδρέου;

    Β. Ανδρέου: Εγώ ήρθα αντιμέτωπος με πολλά, και στις πρόβες αλλά και στις παραστάσεις πια. Ένα απ’ αυτά είναι το θέμα του να τρέφεις τα παιδιά σου σε μια κρεατομηχανή. Να τα χάνεις καθημερινά το ένα μετά το άλλο, αλλά να τα θρέφεις γι’ αυτό το λόγο. Δεν είσαι άμοιρος ευθυνών. Ο Πρίαμος που υποδύομαι έχει πενήντα παιδιά και τα χάνει γιατί τα κάνει μέρος της κρεατομηχανής. Υπάρχουν στιγμές που θέλει ο ίδιος να προωθήσει τη δράση. Να πάει ο γιός του να κάνει μεγάλες πράξεις. Έχει υποστεί το χαμό τους για πολλά χρόνια κι όμως συνεχίζει.

    Αυτή η “φέτα ζωής” μιλά για έναν άνθρωπο, μια χώρα, έναν πολιτισμό (μια Ελλάδα) που χάνει τα παιδιά της γιατί είναι “υποχρεωμένη να”, ενώ θα μπορούσε να “μην”. Η μηχανή της ιστορίας φέρνει τον άνθρωπο —και τον Πρίαμο— αντιμέτωπους με το να θυσιάζουν συνεχώς με δική τους πρωτοβουλία και θέση (αρχηγού κράτους) τα παιδιά τους. Ένα ή εκατό, το ίδιο είναι. Συνεχίζουν να το κάνουν, παρά τις απώλειες. Προσωπικά, βρίσκομαι αντιμέτωπος με ένα τρελό πράγμα ολόκληρων πολιτισμών που χάνουν παιδιά, ρίζες, ιστορία…

    Ν. Δάφνου: Που δίνουν ουσιαστικά τα παιδιά τους.

    Β. Ανδρέου: Ναι. Η μηχανή του πολέμου σε φέρνει αντιμέτωπο με αυτό το πράγμα. Οι γενιές μας δεν το γνωρίζουν αυτό. Είναι δύσκολο να δεις ότι ένας πατέρας στέλνει ένα – ένα τα παιδιά του ως αρχηγούς διμοιρίας, αρχηγούς στρατού, διοικητές, γιατί τον νοιάζει περισσότερο η χώρα κι ο λαός του. Από τη μια μεριά βρίσκεται το ιδιωτικό συμφέρον, η ιδιοτελής / προσωπική αγάπη, κι απ’ την άλλη βρίσκονται θέματα μακρινά σε ‘μας. Ως σύγχρονος άνθρωπος, έχεις ένα σκυλί, μια οικογένεια, μια καριέρα που αγαπάς… και ξαφνικά πρέπει να μιλήσεις γι’ αυτά τα θέματα. Υπάρχουν άνθρωποι που το ζουν αυτό που εσύ δυσκολεύεσαι να καταλάβεις. Στην Κύπρο, από την οποία κατάγομαι, υπάρχουν οικογένειες που έχουν χάσει δέκα παιδιά, οικογένειες αγνοούμενων, οι οποίες μέσα στην απώλειά τους όπλιζαν το χέρι του επόμενου παιδιού και του έλεγαν «τρέξε για την τιμή μας, για την οικογένειά μας». Η μηχανή του πολέμου σε κάνει θύμα και θύτη ταυτόχρονα. Έχει ενδιαφέρον.

    Ν. Δάφνου: Έξυπνη μηχανή… Σας ευχαριστώ πολύ και εύχομαι να απολαύσατε αυτή τη συνέντευξη όσο εγώ!

    Ν. Καρδώνης: Να είσαι σίγουρη!

    Β. Ανδρέου: Κι εμείς ευχαριστούμε.

    Μ. Σαββίδου: Ελπίζω να μη σε ζαλίσαμε! (γέλια)

    Ν. Δάφνου: Καθόλου, ήταν χαρά μου. Καλή συνέχεια!

    Δ. Ήμελλος: Και σε ‘σένα!

    “Ιλιάδα”, σε μετάφραση Δημήτρη Μαρωνίτη και σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού, στο Θέατρο Χώρα (Αμοργού 20, Κυψέλη, Αθήνα, τηλ. 210 8673945), έως 13 Απριλίου 2014

    03.2014, Δάφνου Νικολέτα «Συνέντευξη: Ο Στάθης Λιβαθινός και οι πρωταγωνιστές της Ιλιάδας μιλούν στις Σκηνοβασίες», theatreviewer.blogspot.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Η «Ιλιάδα» στo Διεθνές Φεστιβάλ Κλασικού Θεάτρου της Μέριδα

    H παράσταση του Σ. Λιβαθινού είναι στο πρόγραμμα που θα ανακοινωθεί την Πέμπτη

    Στο Διεθνές Φεστιβάλ Κλασικού Θεάτρου της Μέριδα θα συμμετάσχει το προσεχές καλοκαίρι η παράσταση του Στάθη Λιβαθινού «Ιλιάδα», που βασίζεται στο ομηρικό έπος. Συνεχίζοντας την εξαιρετική του πορεία στις σκηνές εντός και εκτός Ελλάδας, το τετράωρο θέαμα που κέρδισε κοινό και κριτικούς, περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα που αναμένεται να ανακοινωθεί επισήμως σήμερα, Πέμπτη.

    Η τετράωρη παράσταση που άνοιξε τον περασμένο Ιούνιο το Φεστιβάλ Αθηνών θα παιχθεί στις 18 και 19 Ιουλίου στο Ρωμαϊκό Θέατρο της Μέριδα συμμετέχοντας έτσι και στον εορτασμό της 60ης επετείου από την ίδρυσή του ισπανικού Φεστιβάλ- συνομήλικο, κατά σύμπτωση, του δικού μας. Πρόκειται για ένα από τα ωραιότερα αρχαία θέατρα που παραμένει ενεργό και λειτουργικό, στον λόφο San Albin, με χωρητικότητα 6.000 θεατών. Στην εντυπωσιακή του σκηνή του κυριαρχούν δύο σειρές κιόνων. Το 60ο Φεστιβάλ διαρκεί περίπου δύο μήνες- από τις 2 Ιουλίου ως τις 24 Αυγούστου 2014 και καλλιτεχνικός του διευθυντής είναι ο Jesus Cimarro.

    Τα μεγαλύτερα ονόματα της τέχνης έχουν δώσει το παρών στο ιστορικό και φημισμένο αυτό θέατρο ενώ από τους λίγους Έλληνες που έχουν παρουσιάσει δουλειά τους εκεί ήταν και ο Μιχάλης Κακογιάννης με τη «Μήδεια» που ερμήνευσε η Νούρια Εσπέρτ- το 2001 παίχτηκε και στον Ηρώδειο.

    Τέλος να θυμίσουμε ότι στην Αθήνα, η «Ιλιάδα» πήρε παράταση και θα συνεχισθεί ως και την Κυριακή των Βαΐων- κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 20.00 και κάθε Κυριακή (στις 16.00) στο θέατρο Χώρα (Αμοργού 20, Κυψέλη). Ειδικά, την προσεχή Κυριακή, 23 Μαρτίου, μετά την παράσταση ο Δημήτρης Μαρωνίτης και ο Στάθης Λιβαθινός θα συζητήσουν με το κοινό. […]

    20.03.2014, Λοβέρδου Μυρτώ «Η «Ιλιάδα» στο Διεθνές Φεστιβάλ Κλασικού Θεάτρου της Μέριδα», Το Βήμα

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ομηρικός οργασμός η Ιλιάδα του Στάθη Λιβαθινού στο θέατρο Χώρα. ..είδαμε και σχολιάζουμε…

    Βρεθήκαμε στην πολύκροτη παράσταση του Στάθη Λιβαθινού «Ιλιάδα» που πρωτοπαίχτηκε το καλοκαίρι(2013) στα πλαίσια του φεστιβάλ Αθηνών . Η Ιλιάδα του Ομήρου (8ος αιώνας π.Χ) είναι ένα από τα δύο Ομηρικά Έπη που αποτέλεσε, μαζί με την Οδύσσεια, τα πρώτα λαμπρά (& αξεπέραστα) γραπτά δείγματα του Δυτικού Πολιτισμού. Η Ιλιάς από το Ίλιον (Τροία) χωρίστηκε από τους Γραμματείς της Αλεξανδρείας σε 24 ραψωδίες (Α-Ω) και αφορά την ιστορική διαμάχη (μήνις/ οργή) του Αχιλλέα με τον Αγαμέμνονα, για τα λάφυρα ,το δέκατο χρόνο του πολέμου ανάμεσα στους Έλληνες (Αχαιοί, Αργείοι, Δαναοί κα) και τους Τρώες. Στην ανθρώπινη πολυετή μάχη «για ένα πουκάμισο αδειανό ,για μια Ελένη» ο Όμηρος εμπλέκει ενεργά και τους Ολύμπιους Θεούς που βοηθούν ευθέως ή υπογείως τον ήρωα της αρεσκείας τους. Είναι περιττό να τονίσουμε την Ομηρική “αξιακή” κοσμοαντίληψη και την αμιγώς Ομηρική λυρική θεώρηση του κόσμου, που ήθελε ανθρώπους και Θεούς σε συνεχόμενη διαπλοκή και δράση. Σημειώστε άλλωστε ότι οι Έλληνες αγνοούν την άπειρη απόσταση, τον αυστηρό διαχωρισμό που οι μονοθεϊστικές θρησκείες αποπειράθηκαν να εισάγουν-χωρίς να τα καταφέρουν εντελώς-μεταξύ του «εδώ» και του «επέκεινα», μεταξύ του ανθρωπίνου και θείου όντος.. (για περισσότερα Κ. Καστοριάδης)

    Να γίνουμε βούκινο, τραγούδι στις επόμενες γενιές… και η απορία/ερώτηση του εξαιρετικού μεταφραστή Δ. Ν. Μαρωνίτη είναι απολύτως δικαιολογημένη: Προσφέρεται η ομηρική Ιλιάς για σκηνική διδασκαλία ή μήπως πρόκειται για αυθαίρετο βιασμό της επικής της φύσης και του ακροαματικού της προορισμού. Απάντηση και ναι και όχι. Ανάλογα με τις συγκεκριμένες κειμενικές επιλογές , αν ανιχνεύονται οι αμφίρροπες σχέσεις λόγου και πράξης, δράσης και αδράνειας, φράσης και μετάφρασης. Οπότε δεν αποκλείεται να αναδειχτεί η Ιλιάδα όχι μόνο θεμελιακό Έπος αλλά και προδρομικό δράμα, στο όριο της τραγωδίας (πρόγραμμα παράστασης).

    Προδρομικό ως δράμα και ηρωική, η αντοχή των ηθοποιών, σχεδόν «Οδύσσεια», στην πολύωρη παράσταση του Στάθη Λιβαθινού, που αναμετρήθηκε με το θηρίο της αρχαιοελληνικής γραμματείας. Αλλά έτσι αρέσκεται τούτος ο σκηνοθέτης να αναμετράται με τους «μεγάλους της γραφής» (Παπαδιαμάντη, Ντοστογιέφσκι κα ) και να αναπαριστά επί σκηνής το ψυχικό τους θησαυρό και την αρτιότητα της πένας τους. Εμείς μπορεί να μην είδαμε την πεντάωρη παράσταση, που παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Αθηνών ωστόσο οι τρεις ώρες και σαράντα πέντε λεπτά ήταν αρκετές για να ευφρανθούμε και να απολαύσουμε, εκτός από το Ομηρικό κείμενο και μια εξαιρετική παράσταση σε ερμηνείες, σκηνοθεσία και δραματουργική σύλληψη.

    Και εδώ τίθεται το ερώτημα εσείς πόσο Ομηρικοί είστε; Ερώτημα που θέσαμε στον εαυτό μας, παρακολουθώντας την άρτια ροή των δραματικών πράξεων και την ερμηνευτική απλότητα/ουσία ενός δεκαπενταμελούς θιάσου . Δεν είναι μόνο τα σκηνοθετικά ευρήματα του Λιβαθινού που δεν μας έδωσαν κενό αέρος είναι και η λεπτότητα/ευθύνη που έδειξαν οι ηθοποιοί στην εκφορά του Ομηρικού λόγου. Να ξεχωρίσουμε ως σκηνές: την διάδραση καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης ανάμεσα στους Ολύμπιους θεούς, την Τρωική τριάδα Έκτορα-Πάρη-Πρίαμου, την πάλη ανάμεσα στο Μενέλαο και τον Πάρη, το ερωτικό ξελόγιασμα του Διός από την Ήρα και φυσικά τις θεατρικές αποτυπώσεις του Τρωικού πολέμου/πεδίο μαχών και ως δράση/κίνηση και ως αφήγηση (έξυπνο σκηνοθετικό εύρημα).

    Στα μεγάλα συν[+] της παράστασης…

    η μουσική σύνθεση του Λάμπρου Πηγούνη,

    η κινησιολογία από τους Σι Μιαο Τζιε Μάχιμο & Μοναχό Σαολίν,

    η επιμέλεια κίνησης από την Pauline Huguet,

    τα σκηνικά –κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου (αν και θα προτιμούσαμε περισσότερη γύμνια !)

    και οι ερμηνείες των Δημήτρη Ήμελλο (Αγαμέμνων/Ήφαιστος), Αμαλία Τσεκούρα (Άνδρομάχη), Άρη Τρουπάκη (Έκτωρ) και Χρήστου Τσεκούρα (Δίας). Κορυφαία του θιάσου Μαρία Σαββίδου!

    Στο σύνολο το εγχείρημα ήταν επιτυχές και η θεατρική μεταφορά ουσιαστική καθώς οι Ομηρικοί ήρωες, θνητοί & θεοί, παρουσιάστηκαν ισότιμα ως όφειλαν και επιπλέον αναδείχθηκε άρτια σκηνοθετικά/κινησιολογικά, η σωματικότητα του Ομηρικού λυρισμού μέσα από το φοβερότερο όλων των ανθρώπινων πράξεων : τον πόλεμο/μάχη σώμα με σώμα. Η αποτύπωση των δυο βασικότερων ενστίκτων ζωής και θανάτου ήταν εμφανής και η αγωνία του Ομηρικού Ήρωα, για ένα τιμημένο/ηρωικό θάνατο (μεταξύ των άλλων αρετών) παροιμιώδης Έκπληξη για μας, η απαγγελία- ερμηνεία του αγαπημένου Καβαφικού ποιήματος «Τρώες» από τη Μαρία Σαββίδου.

    Εν κατακλείδι[=]

    η παράσταση Ιλιάδα είναι για την τόλμη του εγχειρήματος και για την προς εαυτόν ερώτηση «εσείς πόσο Ομηρικοί είστε»;

    Βαθμολογία
    8 στα 10. (…)

    21.02.2014, Καναβάκη Αριάδνη «Ομηρικός οργασμός η Ιλιάδα του Στάθη Λιβαθινού στο θέατρο Χώρα. ..είδαμε και σχολιάζουμε…», www.kulturosupa.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ιλιάδα

    Σκηνοθ. Στ. Λιβαθινός

    Ωραίοι ηθοποιοί, «έξυπνη» σκηνοθεσία που αναδεικνύει την κλασική αφηγηματική δύναμη του ομηρικού έπους και μια τετράωρη παράσταση πλημμυρισμένη από ενέργεια, με τη δράση να εκτυλίσσεται σε ένα σκηνικό με κρεμασμένα τσιγκέλια που παραπέμπει σε σφαγείο.

    Στην ατμοσφαιρική εναρκτήρια σκηνή μαίνεται ένας πόλεμος. Και οι θεοί μιλούν γι’ αυτόν τον πόλεμο (κάτι που κάνουν μέχρι το τέλος ), κινούν τα νήματα και δοκιμάζουν τις αντοχές των αφελών θνητών, οι οποίοι ρίχνονται στη μάχη ακολουθώντας κάποιο «ιδανικό». Σίγουρα δεν είναι εύκολο να μεταφέρεις το ομηρικό έπος στη θεατρική σκηνή αναπαριστώντας όλα εκείνα τα περιστατικά των ραψωδιών και τα δεινά των Τρώων που οδηγούν στην πτώση της πόλης του Πριάμου. Ο Στάθης Λιβαθινός τα κατάφερε παρουσιάζοντας μια παράσταση «βουτηγμένη» στο θέατρο. Ζήτησε από τους ηθοποιούς να εμπιστευτούν τις δυνάμεις τους και από τους θεατές να εμπιστευτούν τη φαντασία τους. Γιατί με πόσους τρόπους μπορείς να φωτίσεις τη διαφορά ανάμεσα στον αθάνατο και τον θνητό σε μια παράσταση; Ο Δημήτρης Ήμελλος, η Μαρία Σαββίδου, ο Βασίλης Ανδρέου, ο Νίκος Καρδώνης, ο Άρης Τρουπάκης και ακόμη δέκα νέοι ηθοποιοί, παίζοντας με αγάπη και θέρμη, με σεμνότητα αλλά και τόλμη, απέδειξαν ότι μπορούν να δώσουν πνοή και ανάσα σε μια μεγάλη ιδέα όπως αυτή, τη σκηνική παρουσίαση δηλαδή ενός έπους.

    Ανταποκρίνονται στην έντονη δράση η οποία αναδεικνύει το συγκρουσιακό στοιχείο. Είδαμε μια παράσταση υψηλού καλλιτεχνικού επιπέδου, που καταφέρνει να οδηγήσει στη σκηνή το λόγο του Ομήρου ακμαίο, μεταδίδοντας όχι μόνο τα διδάγματα αλλά και την καθαρτήρια χαρά. Με αφετηρία τη βραβευμένη μετάφραση του Δ.Ν. Μαρωνίτη, η ομάδα του Λιβαθινού αντιμετωπίζει το κείμενο σαν συμφωνικό έργο και (στημένη σαν ένα κράμα ραψωδών και μίμων) σε απόλυτο συντονισμό, ερμηνεύει με τονισμένα νεύματα κι έντονους ρυθμικούς κυματισμούς, αφηγούμενη και σχολιάζοντας ταυτόχρονα καθώς εναλλάσσονται τα επεισόδια. Σε ένα μνημειώδες έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας όπως είναι η «Ιλιάδα» η μεγάλη διάρκεια της παράστασης σίγουρα δικαιολογείται, όμως εντέλει δεν είναι σύμμαχος. Ο ίδιος ο Όμηρος συνήθιζε να επαναλαμβάνει πανομοιότυπες περιγραφές, ωστόσο πιστεύουμε πως αν είχε συμπτυχθεί το υλικό δεν θα νιώθαμε να μας βαραίνουν τόσο οι σκηνές των ατελείωτων συγκρούσεων – υπό τους πολύ εύστοχους ηχητικούς σχεδιασμούς και τις μουσικές συνθέσεις του Λάμπρου Πηγούνη.

    Το σκηνικό και τα αντικείμενα που βρίσκονταν πάνω σε αυτό, μερικά λάστιχα αυτοκινήτων, σιδερένιες πλατφόρμες, τσιγκέλια πάνω στα οποία κρέμονταν –σαν σφαχτάρια– αμπέχονα, μια ξεθωριασμένη κόκκινη μπελ επόκ πολυθρόνα και μια λίμνη με νερό στο βάθος μαζί με τα ευρηματικά και σε ένα βαθμό εξαντρίκ κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου, πέρα από την όποια αισθητική τους αυτοτέλεια, δικαιολογούν την ύπαρξή τους στην παράσταση. Οι δε φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου παίζουν καθοριστικό ρόλο στην όλη ατμόσφαιρα. Νιώσαμε τη φρίκη ενός ολοκληρωτικού πολέμου και τα συναισθήματα όσων μετέχουν σε αυτόν και «ακούσαμε» τον Όμηρο να μιλά για τη μοίρα της ανθρώπινης ύπαρξης, ένα μήνυμα που αφορά όλες τις εποχές.

    31.10.2013, Κρύου Μαρία «Ιλιάδα», Αθηνόραμα

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Η «κατά Λιβαθινό» Ιλιάδα στο ανακαινισμένο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

    Η «Ιλιάδα» σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού, μια από τις καλύτερες παραστάσεις στο Φεστιβάλ Αθηνών το περασμένο καλοκαίρι, επιστρέφει στο ανακαινισμένο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, από τις 6 Νοεμβρίου, για λίγες εμφανίσεις.

    Η σκηνοθετική πρόταση του Λιβαθινού για το αρχαιοελληνικό έπος του Τρωικού κύκλου, έχει ήδη ταξιδέψει στο εξωτερικό, αποσπώντας διθυραμβικά σχόλια: Karin Veraart, Volkskrant, Άμστερνταμ: «…σε αυτή την παράσταση ακόμη και κάθε σκηνή μάχης είναι ένας ύμνος στην φαντασία..…πολύ σπάνια πετυχαίνει κανείς παραστάσεις τόσο συμπυκνωμένες, τόσο πλούσιες σε ένταση και ενέργεια που έχουν κατακτήσει την τελειότητα σε όλες τους τις λεπτομέρειες. Ευφυέστατη!».

    «Η Ιλιάδα δεν χάνει ούτε στιγμή την ενέργεια το βάθος και την λεπτομέρεια των σκηνικών γεγονότων που αναπαριστά, διατηρώντας υψηλό επίπεδο καλλιτεχνικής πυκνότητας.

    Dmitry Trubotchkin, Μόσχα, Οκτώβριος 2013: Οι δημιουργοί της Ιλιάδας δημιούργησαν μια από τις καλύτερες σύγχρονες παραστάσεις μεγάλης φόρμας στο παγκόσμιο ρεπερτόριο».

    Στη μαραθώνια θεατρική αυτή αφήγηση (διαρκεί περίπου 4 ώρες) 15 ηθοποιοί, σαν σύγχρονοι ραψωδοί, αφηγούνται την ιστορία του πιο βίαιου πολέμου όλων των εποχών και μετατρέπουν το εμπνευσμένο αυτό κείμενο σε μια σειρά από ποιητικές εικόνες σκληρές, αλλά και τρυφερές, με μια απολύτως σύγχρονη θεματική. Η μετάφραση του κειμένου έχει τη σφραγίδα του Δ.Ν. Μαρωνίτη.

    Ποιος είναι σήμερα ο ήρωας και τι σημαίνει ηρωισμός; Πόση καταστροφή και πόσο θυμό μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος; Γιατί η εμφύλια σύγκρουση αποδείχθηκε τόσο ελληνικό φαινόμενο; Είναι μερικά μόνο από τα ερωτήματα που θέτει η παράσταση.

    Μετάφραση: Δ. Ν. Μαρωνίτης. Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός. Σκηνική Διασκευή και επεξεργασία: Στάθης Λιβαθινός, Έλσα Ανδριανού, με τη συνεργασία των ηθοποιών της παράστασης. Σκηνικά – Κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου. Μουσική σύνθεση και σχεδιασμός ήχου: Λάμπρος Πηγούνης. Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου. Κινησιολογική προετοιμασία και πολεμικές τέχνες: Σι Μιαο Τζιε Μάχιμος Μοναχός Σαολίν. Επιμέλεια κίνησης: Pauline Huguet. Βοηθοί σκηνοθέτη: Σοφία Γαλανάκη, Νεφέλη Μυρωδιά. Βοηθός σκηνογράφου: Τίνα Τζόκα. Παραγωγή POLYPLANITY Productions / Γιολάντα Μαρκοπούλου.

    Ερμηνεύουν: Λευτέρης Αγγελάκης, Αργυρώ Ανανιάδου, Βασίλης Ανδρέου, Δημήτρης Ήμελλος, Νίκος Καρδώνης, Νεφέλη Κουρή, Γεράσιμος Μιχελής, Διονύσης Μπουλάς, Γιάννης Παναγόπουλος, Μαρία Σαββίδου, Χρήστος Σουγάρης , Άρης Τρουπάκης, Αμαλία Τσεκούρα, Γιώργος Τσιαντούλας, Γιώργος Χριστοδούλου. Kρουστά: Μανούσος Κλαπάκης. […]

    04.11.2013, Χ.Σ. «Η «κατά Λιβαθινό» Ιλιάδα στο ανακαινισμένο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά», www.clickatlife.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Με «Iλιάδα» ξεκινά το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

    Το συγκλονιστικό έπος του Ομήρου, από 6 Νοεμβρίου στο ΔΘΠ

    Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά (ΔΘΠ) ξεκινά τις θεατρικές παραστάσεις του – από τις 6 Νοεμβρίου – με την «Ιλιάδα», και με την ευχή να γεμίσει θεατές ώστε να αποκτήσει ζωή και δημιουργία, φιλοδοξώντας να παίξει ρόλο στην πολιτιστική ζωή.

    Ποιος είναι σήμερα ο ήρωας και τι σημαίνει ηρωισμός; Πόσο μπορεί να αντέξει κανείς την επερχόμενη απώλεια; Γιατί η εμφύλια σύγκρουση αποδείχθηκε τόσο ελληνικό φαινόμενο; Πόση καταστροφή και πόσο θυμό μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος; Μεγάλα ερωτήματα από ένα μυθικό έπος, χωρίς νικητές και ηττημένους. Η «Iλιάδα», το συγκλονιστικό έπος του Ομήρου, μετά τις επιτυχημένες παραστάσεις στο Εθνικό Θέατρο της πόλης του Άμστερνταμ, παρουσιάζεται – από τις 6 Νοεμβρίου – στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.

    Έργο ασύγκριτης λογοτεχνικής δύναμης

    Σε έναν τετράωρο σκηνικό μαραθώνιο, ο Στάθης Λιβαθινός παρουσιάζει για πρώτη φορά στο σύγχρονο θέατρο ολόκληρη την «Ιλιάδα» του Ομήρου. Αποτελώντας τη συνομιλία δύο γενεών: του αψύ και θυμωμένου ήρωα Αχιλλέα και του σοφού πατέρα Πριάμου, μέσα από την οποία διερευνάται το πώς δυο γενιές μπορούν να συμφιλιωθούν, έστω και για λίγο, καταλήγοντας στο ότι η οργή, η αγανάκτηση και ο θυμός είναι ένα μοντέλο ύπαρξης, καταδικασμένο να τελειώσει στην κατανόηση και τη συγχώρεση, το αρχαιοελληνικό έπος του Τρωικού Κύκλου είναι ένα έργο ασύγκριτης λογοτεχνικής δυναμικής. Είναι η απαρχή της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και η βάση της νεότερης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας.

    Αυτή η δύναμη και η αισθητική του ωριμότητα μαγνητίζει εδώ και χρόνια τον σκηνοθέτη Στάθη Λιβαθινό, ο οποίος ξεκίνησε με τους συνεργάτες του τις πρόβες πάνω στη βραβευμένη μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη, τον περασμένο Σεπτέμβριο, για να παρουσιάσει τις 24 ραψωδίες της συγκλονιστικής «Ιλιάδας» σε αυτήν την παράσταση, από την οποία αναδύεται όλη η σύγχρονη Ελλάδα.

    Με μία απόλυτα σύγχρονη θεματική προσέγγιση, 15 ηθοποιοί ανεβαίνουν στη θεατρική σκηνή για να αφηγηθούν σαν σημερινοί ραψωδοί την ιστορία του πιο βίαιου πολέμου όλων των εποχών, μετατρέποντας το συνταρακτικό ομηρικό κείμενο σε σκληρές, αλλά και τρυφερές ποιητικές εικόνες. […]

    29.10.2013, Χ.Σ «Με «Iλιάδα» ξεκινά το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά», www.naftemporiki.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Οι Ολλανδοί αποθέωσαν την Ιλιάδα του Λιβαθινού

    Οι παραστάσεις του Ομηρικού Έπους στο Εθνικό Θέατρο της Ολλανδίας στέφθηκαν με απόλυτη επιτυχία

    Με 2 sold-out εμφανίσεις αλλά και μία γενική πρόβα με κοινό μαθητές Λυκείου, φοιτητές και καθηγητές Πανεπιστημίου, ολοκληρώθηκαν οι παραστάσεις της ‘Ιλιάδας’ σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού στο Εθνικό Θέατρο της Ολλανδίας, Stadsschouwburg, στις 5 και 6 Οκτωβρίου.

    Η πεντάωρη παράσταση που σκηνοθέτησε ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες σκηνοθέτες, βασισμένη στο Έπος του Ομήρου γοήτευσε τους Ολλανδούς. Την επομένη των παραστάσεων ο Ολλανδικός τύπος έγραψε διθυραμβικά σχόλια για την Ιλιάδα. Χαρακτηριστικές είναι οι φράσεις της κριτικού Karin Veraart στην κύρια εφημερίδα της Ολλανδίας Volkskrant. Η Karin είδε την παράσταση στην Πειραιώς 260 στην Αθήνα και αναμετάδωσε:

    “5/5 αστέρια για την παράσταση της ‘Ιλιάδας’ τον Σεπτέμβριο στην Πειραιώς”

    “5 ώρες παρακολουθώντας ακούραστoι, μαγεμένοι, την ‘Ιλιάδα’ του Ομήρου”

    “Η Ελλάδα μοιάζει να αγκομαχάει κάτω από το βάρος των προβλημάτων της, κι όμως, πίσω από τις σιδερένιες πόρτες ενός παλιού εργοστασίου της Πειραιώς 260, κρύβεται μια ξεχωριστή ενέργεια”.

    “…μετά από έρευνα 9 μηνών, 15 ηθοποιοί, μερικοί απ’ τους οποίους βρίσκονται μαζί στην ίδια ομάδα πάνω από 10 χρόνια με την ένταξη και νέων ηθοποιών, μαζί με τον σκηνοθέτη τους καταφέρνουν ένα εκπληκτικό αποτέλεσμα”.

    “…πολύ σπάνια πετυχαίνει κανείς παραστάσεις τόσο συμπυκνωμένες, τόσο πλούσιες σε ένταση και ενέργεια που έχουν κατακτήσει την τελειότητα σε όλες τους τις λεπτομέρειες. Ευφυέστατη!”

    “…σε αυτή την παράσταση ακόμη και κάθε σκηνή μάχης είναι ένας ύμνος στην φαντασία”.

    “…ένα ανήσυχο χορευτικό ντουέτο, βήματα γεμάτα δυναμική, άλματα στον αέρα πάνω από τραπέζια και καρέκλες. Όλα σαν μια χορογραφία μέσα σε ένα πεδίο μάχης γεμάτο χλαίνες στρατιωτικές”.

    “…έτσι η ομάδα του Λιβαθινού καταφέρνει να κρατά το κοινό ακίνητο για πέντε ώρες”.

    “Σ’ αυτούς τους Έλληνες ερμηνευτές, αξίζει μια ευρωπαϊκή σκηνή”.

    09.10.2013, Χ.Σ. «Οι Ολλανδοί αποθέωσαν την Ιλιάδα του Λιβαθινού», www.lifo.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • «Αδύναμοι, αλλά όχι δειλοί»

    Στην τελευταία παράσταση της 5ωρης «Ιλιάδας» του Ομήρου, στην Πειραιώς 260, την περασμένη Κυριακή, μετά την υπόκλιση και τα χειροκροτήματα, ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός έκανε ένα σύντομο σχόλιο. Μίλησε για τη βία, τον Παύλο Φύσσα, τις μικρές δυνάμεις αντίστασης μέσα από τη θεατρική τέχνη. Και κατέληξε: «Είμαστε αδύναμοι, αλλά όχι δειλοί».

    Είναι μια φράση που με ακολουθεί. Μαζί με εκείνη του Διονύση Σαββόπουλου ότι «ο πραγματικός αντίπαλος της βαρβαρότητας και του φασισμού είναι ο πολιτισμός. Δεν είναι μόνον οι νόμοι και οι θεσμοί» («Κ» 22/09), σε συνέντευξή του, πολύ πριν ξεσπάσουν τα τελευταία τραγικά γεγονότα.

    Ας σταθούμε όμως στη σχέση του πολιτισμού, του φόβου και της βαρβαρότητας. Τη διαδικασία μέσα από την οποία θεατές και καλλιτέχνες – δημιουργοί ενώνουν μικρές, ισχνές φωνές, αρθρώνοντας έναν λόγο μεστό, που τροφοδοτεί τη σκέψη, ενεργοποιεί και αλλάζει. Ανεμόμυλοι σε δονκιχωτικά οράματα; Πώς μπορεί να αντιμετωπίσει κανείς έναν αντίπαλο του πολιτικού και κοινωνικού υποκόσμου, μοχθηρό και οπλισμένο, με την τέχνη, με τον πολιτισμό, με ένα έργο μουσικό ή λογοτεχνικό; Ερώτημα παλιό και, επί της ουσίας, αναπάντητο.
    Όμως ο Στ. Λιβαθινός επισημαίνει κάτι άλλο: ότι η ανδρεία δεν είναι μόνο συνέπεια σωματικής υπεροχής. Ότι και αυτός που δεν συγκρούεται σώμα με σώμα δεν σημαίνει πως είναι ρίψασπις.

    Η Χρυσή Αυγή, ακόμη και μέσα στον «εκνευρισμό» που της προκαλούν οι αποκαλύψεις, συνεχίζει να δηλώνει την παρουσία της σε επιλεγμένους στόχους (δημοσιογράφους, για παράδειγμα, ή καλλιτέχνες με αντιφασιστική δραστηριότητα), με κινήσεις εκφοβισμού. Ορισμένα «μηνύματα» είναι σαφή, άλλα κινούνται στον χώρο μιας περιρρέουσας ατμόσφαιρας (όπως παρεμβολές σε ηλεκτρονικούς λογαριασμούς). Ακόμη κι αν οι δημοσκοπήσεις δηλώνουν πτώση των ποσοστών της, δεν πρέπει να ξεγελιόμαστε. Οι αντιλήψεις που την εδραίωσαν και γέννησαν ρίζες πολυπλόκαμες και βαθιές δεν ξεχερσώνονται μέσα σε λίγες ημέρες. Κι εδώ ο πολιτισμός έχει ρόλο να διαδραματίσει• να εμψυχώσει, να συγκινήσει, να αμφισβητήσει, να προκαλέσει, να κινητοποιήσει. Η σύγχρονη ελληνική δημιουργία (στο θέατρο, στο σινεμά, στον χορό, στα εικαστικά, στη λυρική σκηνή) δίνει στη χώρα και στους πολίτες της προοπτική και ανάσα. Και αυτό είναι στέρεο βήμα, γιατί εδραιώνει το επόμενο. Μπορεί να μοιάζει αδύναμο (σε κάποιους και αφελές). Όμως δεν είναι απατηλό, δεν είναι συγκυριακό. Δεν είναι, δηλαδή, δειλό.

    28.09.2013, Κατσουνάκη Μαρία «Αδύναμοι, αλλά όχι δειλοί», H Καθημερινή

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ομήρου Ιλιάδα: Πόλεμος τότε και τώρα

    Kριτική της Ματίνας Καλτάκη για την παράσταση του Στάθη Λιβαθινού

    Σε αυτήν τη σκοτεινή εποχή, την ώρα που πολλοί από μας αισθάνονται θύματα ενός ακήρυχτου αλλά ανελέητου πολέμου, η ομηρική Ιλιάδα, όπως την απέδωσε σκηνικά ο Στάθης Λιβαθινός, αποτελεί μια γενναία πολιτική πράξη – που απαντά με τον τρόπο της τόσο στον εθνικιστικό υπόκοσμο της Χρυσής Αυγής όσο και στις ύποπτες (τουλάχιστον τη δεδομένη στιγμή) αποστροφές διάφορων «προοδευτικών», μεταξύ άλλων, για τα αρχαία ελληνικά ως «νεκρή γλώσσα».

    Η Ιλιάδα του Στάθη Λιβαθινού ανήκει στις παραστάσεις που συνδιαλέγονται άμεσα με το κοινωνικοπολιτικό «context» και δεν είναι δυνατό να κριθούν ερήμην του. Προκαλεί –λόγω ιστορικής στιγμής, αν θέλετε– εσωτερικές δονήσεις που ακυρώνουν με πάταγο στρεβλές βεβαιότητες αμαθών και ημιμαθών και αλαζονικές απόψεις κάθε λογής «σχετικών» και «ειδικών» – των κριτικών συμπεριλαμβανομένων (όσων τουλάχιστον εξέφρασαν αντιρρήσεις για τη μία σκηνοθετική επιλογή ή την άλλη).

    Εξηγούμαι: όταν η σχέση μας με τον θεμέλιο λίθο του ελληνικού πολιτισμού (και της παγκόσμιας λογοτεχνίας), τα ομηρικά έπη, περιορίζεται στην προβληματική διδασκαλία τους στο γυμνάσιο και σε χαλαρά συνδεδεμένες με τα πρωτότυπα κείμενα καλλιτεχνικές μορφές, όπως η χολιγουντιανή ταινία με τον Μπραντ Πιτ (Troy, 2004) και η οπτική (δηλαδή υπεράνω του λόγου) περσινή σκηνική εκδοχή της Οδύσσειας του Γουίλσον στο Εθνικό Θέατρο, ένα εγχείρημα που διερευνά τη σχέση της αρχαίας τέχνης του ραψωδού με τη σύγχρονη σκηνική αφήγηση και καταφέρνει να αποδείξει την ανυπέρβλητη και ανεξάντλητη αξία του ομηρικού έπους, δεν μπορεί να κριθεί ως «μία ακόμα παράσταση». Όταν διάφοροι μιλούν για εθνική ταυτότητα, όταν ο πατριωτισμός συνδέεται με τον ναζισμό, όταν η αρχαία ελληνική χαρακτηρίζεται από «αριστερούς» σταρ των μίντια «νεκρή», τότε δεν μπορείς να περιορίζεις την κριτική σου σε σχόλια για τη σκηνοθετική σύλληψη και τις ερμηνείες των ηθοποιών.

    Είδα, για δεύτερη φορά, την τελευταία φθινοπωρινή παράσταση της Ιλιάδας στην Πειραιώς 260. Είχε προηγηθεί, λίγες μέρες πριν, η δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Στην πρώτη σειρά καθόταν ο Δ.Ν. Μαρωνίτης, ο σεβαστός δάσκαλος για τον οποίο η απόδοση των ομηρικών επών στη νέα ελληνική υπήρξε έργο ζωής, στύλος ακλόνητος των ανθρώπινων αξιών που βλέπουμε άφωνοι να καταρρέουν μέρα με τη μέρα. Η αξία της προσφοράς του δεν χρειάζεται διαφήμιση – αρκεί να πιάσεις στα χέρια σου το βιβλίο και ν’ αρχίσεις να το διαβάζεις (εκδ. Άγρα). Αν, τώρα, ανακαλέσεις την ιστορία της ζωής του και θυμηθείς τι πέρασε στα χρόνια της χούντας, η παρουσία του στο θέατρο ενέτεινε φυσικώ τω τρόπω την πολιτική διάσταση της σκηνικής πράξης.

    Η Ιλιάδα του Λιβαθινού επιβεβαιώνει, μεταξύ άλλων, τους Γερμανούς ρομαντικούς που υποστήριξαν ότι δεν υπάρχει πιο ασφαλής τρόπος για να κατανοήσεις την πραγματικότητα στην απροσπέλαστη περιπλοκότητά της από την καταφυγή στους μύθους – «… διότι οι μύθοι ενσωματώνουν το ανείπωτο, κλείνουν μέσα τους το σκοτεινό, το παράλογο, το άφατο», όπως γράφει ο Isaiah Berlin, και αποτρέπουν τις απλοϊκές ερμηνείες και τη στεγνή, μονοσήμαντη ηθικολογία. Οι ήρωες, ας πούμε, στην Ιλιάδα, με πλέον χαρακτηριστικές τις περιπτώσεις του Αγαμέμνονα και του Αχιλλέα, πολύ απέχουν από το να είναι άνθρωποι ανώτερου χαρακτήρα και αξιών. Όπως σωστά είπε ο σκηνοθέτης, είναι αξιολύπητοι, τραγικοί και ταυτόχρονα μεγαλειώδεις.

    Πολλά έχουν γραφτεί, και θα μπορούσε να πει κανείς, για την ηθική των ομηρικών ηρώων. Εδώ ας αρκεστώ μόνο στο ότι οι υπερβάσεις τους βρίσκονται πάντα σε αναφορά με τις αδυναμίες τους και συνδέονται άμεσα με τη συγκρουσιακή σχέση του ατομικού οφέλους προς το συλλογικό καλό. Στις διά του λόγου αντιπαραθέσεις τους επιβεβαιώνεται η λειτουργία του πολέμου ως κοσμικής σταθεράς, μια αέναη διεργασία που μέσω των συγκρούσεων παράγει νέες ισορροπίες. Στα έπη αποτυπώνεται η κοσμολογία της αρχαϊκής εποχής, η αντιμετώπιση της ζωής ως πεδίου αγώνα ή μάχης, όπου νίκη και ήττα, νικητές και ηττημένοι, αποτελούν όψεις του ίδιου νομίσματος. Η εν λόγω σύλληψη δεν οδηγεί στην παραίτηση αλλά στη συναίσθηση ότι η ύστατη σοφία δεν μπορεί παρά να αφορά τη συμπάθεια και τη συγχώρεση. Το δείχνει καλά ο Λιβαθινός στη βαθιά συγκινητική, τελευταία σκηνή της παράστασής του: ο Αχιλλέας γέρνει στον ώμο του γέροντα Πριάμου. Είναι κι οι δυο συντετριμμένοι. Ο πρώτος έχασε τον σύντροφό του και ξέρει ότι σύντομα θα χάσει και τη ζωή του, ο δεύτερος πενθεί τον πλέον προσφιλή γιο του, προστάτη του γένους και της πόλης του. Είναι η πρώτη φορά που στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού καταγράφεται ο σεβασμός προς τον εχθρό και τον ηττημένο ως αναγκαιότητα που υποδεικνύει η κοινή ανθρώπινη τύχη.

    Η παράσταση ανακαλούσε δύο ερμηνευτικούς τρόπους: της ρωσικής σχολής και του θεάτρου του Πίτερ Μπρουκ. Η αυτοσχεδιαστική προσέγγιση των ρόλων και η αξιοποίηση σκηνικών αντικειμένων (ακόμα και στοιχείων αποσπώμενων από τα κοστούμια) απέδωσαν σπουδαία αποτελέσματα. Αν προσέξει κανείς με πόσους διαφορετικούς τρόπους αποδόθηκαν οι αλλεπάλληλες περιγραφές μονομαχιών (με καρέκλες, σκοινιά, γραβάτα, ξύλινες ράβδους, αμπέχονα, ελαστικά, πάνω σε τραπέζι κ.ο.κ. – είδαμε ακόμα και αρματοδρομία, όπου άρμα γίνεται μαγικά ένα ακορντεόν!), κατανοεί την κοπιώδη δουλειά που προηγήθηκε ώστε η σκηνική δράση να κρατά διαρκώς αφυπνισμένο το ενδιαφέρον του κοινού.

    Στα εξαιρετικά επιτεύγματα της παράστασης είναι η συνομιλία της σκηνικής αφήγησης με τη μουσική (ανατολίτικων αναφορών) του Λάμπρου Πηγούνη και τα κρουστά (που έπαιζαν επί σκηνής ο Μανούσος Κλαπάκης ή/και ο Γιώργος Φίλιππας) – έδιναν ρυθμό, έφτιαχναν ατμόσφαιρες, στήριζαν ποικιλοτρόπως την ερμηνεία του λόγου και τη δράση.

    Η σκηνογραφία της Ελένης Μανωλοπούλου λειτούργησε σαν αφαιρετικό πλαίσιο (κουκέτες σε σειρά το στρατόπεδο των Αχαιών, στοίβα ελαστικών η πόλη της Τροίας, στην άκρη αριστερά ρηχή δεξαμένη με νερό όριζε την ακτή όπου ήταν δεμένα τα πλοία, μια μεταλλική στριφογυριστή σκάλα και μια πασαρέλα ο χώρος των θεών). Αναλόγως λειτουργούσαν τα κοστούμια: με δεδομένο ότι οι περισσότεροι ηθοποιοί δεν έπαιζαν μόνο έναν «ρόλο», ήταν έτσι σχεδιασμένα ώστε με ελάχιστες κινήσεις να μπορεί το κοστούμι ενός προσώπου να μετατρέπεται στο ρούχο του άλλου.

    Οι ηθοποιοί ήταν έξοχοι στο σύνολό τους. Θα ξεχωρίσω την εσωτερική δύναμη της ερμηνείας του Βασίλη Ανδρέου, το κύρος και την ακρίβεια του Χρήστου Σουγάρη (για μένα η «ανακάλυψη» της παράστασης), τον ρυθμό του Νίκου Καρδώνη. Ο Δημήτρης Ήμελλος μου φάνηκε πως υπερέβαλλε στην απόδοση των αρνητικών χαρακτηριστικών του Αγαμέμνονα (έμοιαζε γελοίος δικτατορίσκος). Οι γυναικείοι ρόλοι είχαν μικρότερο ενδιαφέρον (Αργυρώ Ανανιάδου, Νεφέλη Κουρή, Αμαλία Τσεκούρα), ενώ θα ήθελα το παίξιμο της Μαρίας Σαββίδου (σε ρόλο, μεταξύ άλλων, αφηγητή που συνδέει σκηνές) πιο εσωτερικό και χαμηλόφωνο.

    Οι «ατέλειες» είναι εν γνώσει του σκηνοθέτη: όταν πρόκειται για κείμενα τέτοιων χαρακτηριστικών και μεγέθους, ούτε όλα τα ζητήματα που θέτουν μπορεί να αντιμετωπίσει ικανοποιητικά μια σκηνική προσέγγιση, ούτε οι λύσεις που υιοθετούνται μπορεί να είναι μοναδικές και οριστικές. Για μένα, η αναμέτρηση με αυτό που εξαρχής γνωρίζεις ότι σε υπερβαίνει, με κίνδυνο να γκρεμιστείς, δεν μειώνει αλλά ενισχύει τη σημασία της παράστασης. Πόσο μάλλον όταν ανοίγει πόρτα στην εκ νέου προσέγγιση (αναγνωστική ή σκηνική) του ομηρικού έπους.

    Ομήρου Ιλιάδα

    H Ιλιάδα έχει προσκληθεί από το Dutch National Theatre στο Άμστερνταμ, όπου θα παρουσιαστεί 5 και 6 Οκτωβρίου. Αναμένεται κύκλος παραστάσεων στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά (οι ημερομηνίες δεν έχουν ανακοινωθεί ακόμα).

    25.09.2013, Καλτάκη Ματίνα «Ομήρου Ιλιάδα: Πόλεμος τότε και τώρα», www.lifo.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Στάθης Λιβαθινός: Δύσκολα θα βρεθεί πιο πολιορκημένη χώρα από την δική μας!

    Ο Στάθης Λιβαθινός έχει γράψει την δική του ιστορία στο θέατρο. Στην βαρυσήμαντη διαδρομή του έχει δημιουργήσει απαιτητικές και φιλόδοξες παραστάσεις, με κείμενα καθαρά θεατρικά, αλλά και έργα της ποίησης, του μυθιστορήματος.

    Στο φεστιβάλ Αθηνών η παράσταση του Ιλιάδα προκάλεσε αίσθηση, αλλά και το τεράστιο ενδιαφέρον του κοινού. Έτσι, η παράσταση επαναλαμβάνεται από 12- 22 Σεπτεμβρίου. Ακόμα, θα ταξιδέψει και στο Εθνικό Θέατρο της Ολλανδίας στο Άμστερνταμ, έπειτα από πρόσκληση των Ολλανδών, που γοητεύθηκαν από την παράσταση στις 5 και 6 Οκτωβρίου.

    Ο Στάθης Λιβαθινός μας μίλησε, εν μέσω εντατικών προβών για την Ιλιάδα και τα νοήματά της, για τους Τρώες του Καβάφη, που υπάρχουν κι αυτοί στην παράστασή του, αλλά και για την κατάσταση πολυορκίας, στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα σήμερα.

    Γιατί αποφασίσατε να κάνετε την Ιλιάδα;
    Αυτή την ερώτηση μου την έκαναν πολλές φορές, αλλά την κάνω κι εγώ στον εαυτό μου: Γιατί αποφάσισα να μπω σε αυτήν την περιπέτεια. Νομίζω ότι μια απάντηση ολοκληρωμένη δεν θα βρω ποτέ. Οπότε, νομίζω ότι είναι μόνο η πρόκληση. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Δεν είμαι οδηγός Φόρμουλα 1, αν και πρέπει να είμαστε και λίγο. Είναι όμως και η αξία του κειμένου. Αλλά και γιατί όταν ανεβαίνει αυτό το κείμενο στην σκηνή, η μεγάλη του ανάγκη είναι να βρεθεί μια σύγχρονη σκηνική γλώσσα. Για να το ξεκινήσω αυτό το σχέδιο, έπρεπε να έχω κατάλληλους συνεργάτες. Και νομίζω ότι η στιγμή ήταν ευτυχής, ως προς τους συνεργάτες. Ήταν η κατάλληλη στιγμή. Με ενδιαφέρουν τα δύσκολα πράγματα.

    Ποιο είναι το μήνυμα της Ιλιάδας;
    Το μήνυμα της Ιλιάδας του Ομήρου δεν περιγράφεται σε μία συνέντευξη. Είναι πάρα πολλά τα νοήματα. Εγώ προσπαθώ τα μηνύματα να κρύβονται μέσα στα νοήματα. Δεν θα ήθελα ποτέ μία παράσταση να υποδεικνύει στο κοινό πώς πρέπει να νιώσει και τι πρέπει να σκεφτεί. Παρ’ όλ’ αυτά, ένα από τα πολλά νοήματα της Ιλιάδας, που με αφορά ιδιαίτερα, είναι πώς κανείς θα καταφέρει να μην ντρέπεται που πεθαίνει και να αλλάξει λίγο την μοίρα του. Να αλλάξει τον προδιαγεγραμμένο του θάνατο με μία σημαντική πράξη στην ζωή του, που να του δίνει νόημα. Δεν το λέω μόνο για τον Αχιλλέα. Το λέω για όλους. Είναι το απόλυτο ποίημα των θανατικών. Αλλά τελικά το πιο δυνατό μήνυμα το στέλνει ο Όμηρος. Όταν συναντιέται ο γέρος με το νέο στο τέλος του έργου. Νομίζω σε εκείνη την περιοχή πρέπει να ψάξει κανείς, για να βρει κάτι πολύ έντονο, αληθινό και συγκινητικό σήμερα.

    Στο φινάλε της παράστασης υπάρχει η απαγγελία των Τρώων του Καβάφη. Γιατί κάνατε αυτήν την επιλογή;
    Το κείμενο αυτό από τους Τρώες μας συνοδεύει από την εποχή της Πειραματικής Σκηνής. Τότε είχαμε κάνει δύο παραστάσεις πάνω στην ελληνική ποίηση. Τότε ήταν να πει τους στίχους εκείνους η Μαρία. Αλλά τότε οι στίχοι δεν ταίριαξαν στην παράσταση. Και η στιγμή αυτή περίμενε και τώρα που κάνουμε τους Τρώες του Ομήρου, ήθελα πραγματικά μία ολοφάνερη ένδειξη ότι πάνω στα θέματα του Ομήρου έχουν σκεφτεί και σύγχρονοι ποιητές. Με ενδιέφερε πολύ αυτός ο σύγχρονος επίλογος, που λέει όσα λέει ο Όμηρος, αλλά τα συμπληρώνει με σύγχρονη γλώσσα και με λίγες γραμμές. Κι έτσι γεφυρώνει τις δύο εποχές- το τότε και το σήμερα. Νομίζω ότι οι Τρώες του Καβάφη είναι η αφορμή. Η αιτία είναι σε αυτό που ζούμε σήμερα.

    Το ποίημα του Καβάφη μιλάει για την τάση του ανθρώπου να μην ολοκληρώνει αυτό που αρχίζει, από δειλία, ηττοπάθεια ή άλλους λόγους. Μήπως η μοίρα των Τρώων είναι η μοίρα και των σύγχρονων Ελλήνων;
    Μήπως; Νομίζω ότι οι Τρώες δεν είναι ούτε επιτιθέμενοι, ούτε αμυνόμενοι. Οι Τρώες βρίσκονται παντού και πάντα. Είναι ένας λαός, που σήμερα είναι νικητής, αύριο είναι ηττημένος. Βέβαια, πιο πολιορκημένη χώρα από την δική μας την συγκεκριμένη στιγμή δύσκολα θα βρεθεί. Οπότε, έπρεπε να της αφιερώσω και κάποιους στίχους. Δεν έπρεπε;

    Μια άλλη παράστασή σας, «Ο θάνατος του Δαντόν» του Μπύχνερ, ανέβηκε στο Διεθνές Φεστιβάλ Μπύχνερ στο Giessen της Γερμανίας. Πώς αντιμετώπισε το γερμανικό κοινό την παράσταση;
    Αυτό δεν το έχω ξαναζήσει πολλές φορές. Το κοινό χειροκροτούσε όρθιο επί 12 λεπτά κι ενώ είχε την ευκαιρία να δει πολλές ευρωπαϊκές παραστάσεις του Δαντόν. Για εμάς ήταν συγκινητική και σημαντική εμπειρία. Ήταν από τις πολύ ωραίες στιγμές σε ένα πολύ ζεστό και φιλόξενο θέατρο.

    Έχετε συχνά μιλήσει με θαυμασμό για το ρωσικό θέατρο. Τι σας εντυπωσιάζει σε αυτήν την σχολή;
    Δεν με εντυπωσιάζει τίποτα, ως γεγονός. Είναι μια σχολή, την οποία γνωρίζω, γιατί την σπούδασα. Με εντυπωσιάζει η θερμότητα και η αγάπη που δείχνουν οι δάσκαλοι στους μαθητές, το περιεχόμενο και το γεγονός ότι μπορεί να σου φωτίζει τον δρόμο της ζωής σου στην τέχνη. Υπάρχει στην ρώσικη σχολή μια αληθινή διάσταση μαθητείας. Και αυτό είναι αναγκαίο σε κάποιον, για να μπορέσει να ξεπεράσει τις Ιλιάδες της ζωής του.

    Έχετε πει «δεν είναι δική μου αποστολή να ερευνήσω το ελληνικό DNA» για την παράσταση της Ιλιάδας. Υπάρχει εθνικό DNA στις τέχνες;
    Νομίζω απόλυτα. Είναι καθαρά εθνικό προϊόν το θέατρο. Είναι εθνικό προϊόν οι παραστάσεις. Εγώ εννοώ ότι δεν είναι δική μου δουλειά να το ερευνήσω, γιατί αυτή είναι δουλειά πιο αξιόλογων και εξειδικευμένων ανθρώπων. Εγώ απλώς προτείνω στην εποχή μου κάτι, που πρέπει να μην το ξεχνάει. Αλλά νομίζω ότι ο Όμηρος τα έχει προβλέψει όλα αυτά. Έχει δει κάτι στο DNA του λαού μας που είναι διαχρονικό και είναι και πολλές φορές απογοητευτικό να βλέπεις πόσο διαχρονικό είναι. Γιατί, μην ξεχνάμε ότι η μεγάλη Ιλιάδα είναι ένας γυναικοκαυγάς. Από εκεί ξεκινάνε όλα.

    Έχετε πει ότι στα μεγάλα φαινόμενα του θεάτρου και ειδικά στην εκπαίδευση, η Ελλάδα λειτουργεί αναχρονιστικά και μεσαιωνικά. Μας το εξηγείτε;
    Η θεατρική παιδεία στον τόπο μας, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί, δεν ανταποκρίνεται με επάρκεια στις ανάγκες του θεάτρου του 21ου αιώνα. Έχει τεράστιες ελλείψεις. Ειδικά η σχολή σκηνοθεσίας, για την οποία μιλάω από το 2000. Αν δεν δημιουργηθεί και δεν θεσμοθετηθεί σε βάθος και με ορίζοντα χρόνου, δεν θα μπορέσει να προχωρήσει και να αλλάξει το ελληνικό θέατρο και να τελειοποιήσει τους ηθοποιούς. Γιατί είμαστε στο δεύτερο αιώνα σκηνοθέτη. Σκηνοθετικό θέατρο βλέπουμε, σκηνοθέτες δεν βλέπουμε νέους να βγαίνουν. Πώς θα προχωρήσει το θέατρο στον τόπο μας; Πώς θα εξελιχθούν οι σκηνογράφοι, οι τεχνικοί, οι μουσικοί; Το θέατρο είναι κύμα. Έρχεται και φεύγει. Αυτό στις προηγμένες θεατρικά χώρες δεν βασίζεται μόνο στο ταμπεραμέντο και το χύμα ταλέντο των ανθρώπων, αλλά στην εκπαίδευση και την καλλιέργεια.

    Υπάρχει χύμα ταλέντο στην Ελλάδα;
    Πολύ και άφθονο. Αλλά κάτι πρέπει να το κάνει κανείς. Ποτέ το ταλέντο αυτό δεν αξιοποιείται αρκετά. Με αποτέλεσμα, αν κάποιος άνθρωπος νέος βγει με ταλέντο, να κινδυνεύει να χαθεί ή να φθαρεί πάρα πολύ εύκολα. Ή να μάθει κάτι σε δέκα χρόνια, το οποίο σε μια σχολή θα μπορούσε να το μάθει σε τρεις εβδομάδες. Σαφώς, το θέατρο είναι πράξη. Καμιά σχολή δεν σου υπόσχεται ότι θα σε ετοιμάσει για το θέατρο. Οι σχολές κάνουν άλλο πράγμα. Σε ετοιμάζουν για την τέχνη. Άλλο το ένα, άλλο το άλλο.

    Ο κύριος Χατζάκης είχε πει ότι θα κάνει σχολή σκηνοθεσίας στο Εθνικό.
    Ναι. Το είπε και με κάλεσε πριν ενάμιση μήνα. Περιμένω να προχωρήσουμε στην συνεργασία μας και να συνεννοηθούμε γι’ αυτό. Για την ώρα δεν έχω καμία άλλη ειδοποίηση. Είμαστε σε κουβέντες.

    Τα επόμενα σχέδιά σας ποια είναι;
    Η Ιλιάδα έχει προσκληθεί στο Εθνικό Θέατρο της Ολλανδίας, στο Άμστερνταμ. Και αυτό είναι μεγάλη τιμή για μας. Οι Ολλανδοί είδαν την παράσταση εδώ και μας προσκάλεσαν να ανεβάσουμε την παράσταση στο Εθνικό Θέατρο της χώρας τους στις 5 και 6 Οκτωβρίου. Και βέβαια, οι Βρυκόλακες του Ίψεν, που ανεβαίνει στο θέατρο Κεφαλληνίας περίπου στα τέλη Νοεμβρίου. Θα παίζουν ο Νίκος Χατζόπουλος, η Μπέτυ Αρβανίτη, ο Κώστας Βασαρδάνης, ο Γιώργος Κέντρος και η Μαρία Κίτσου.

    17.09.2013, Σμυρνής Γιώργος «Στάθης Λιβαθινός: Δύσκολα θα βρεθεί πιο πολιορκημένη χώρα από την δική μας!», www.monopoli.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Στάθης Λιβαθινός: «Όπου δε βοηθάει η πολιτική, πρέπει να βοηθάει η ποίηση…»

    Η «Ιλιάδα» και πάλι στην «Πειραιώς 260», έως και την Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου

    Μεταφέροντας για πρώτη φορά στη θεατρική σκηνή τον πιο βίαιο πόλεμο όλων των εποχών, όπως αναδύεται μέσα από το αρχαιοελληνικό έπος του Τρωικού Κύκλου, ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός μάς μιλά για την «Ιλιάδα».

    Μετά την επιτυχία του πρώτου κύκλου παραστάσεων και τις εξαιρετικές κριτικές, το συγκλονιστικό έπος του Ομήρου, παρουσιάζεται και πάλι στην «Πειραιώς 260», στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, για 10 μόνο παραστάσεις, έως και την Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου (εκτός Δευτέρας 16/9), στις 8 το βράδυ, ενώ στη συνέχεια, θα παρουσιαστεί στο Εθνικό Θέατρο της Ολλανδίας.

    Σε έναν σχεδόν πεντάωρο σκηνικό μαραθώνιο, ο Στάθης Λιβαθινός μετατρέπει αυτό το έργο απαράμιλλης λογοτεχνικής δύναμης και αισθητικής ωριμότητας, που τον απασχολεί εδώ και χρόνια, σε μια σειρά από ποιητικές εικόνες, σκληρές, αλλά και τρυφερές, με μια απολύτως σύγχρονη θεματική, και μιλά για την παράσταση, την ελληνική «Οδύσσεια» και την άγνωστη Ιθάκη του.

    Πόσο μεγάλη πρόκληση ήταν για εσάς η μεταφορά της «Ιλιάδας» στη θεατρική σκηνή;
    Κάθε καλλιτέχνης που θέλει να τιμήσει τα όπλα του – για να χρησιμοποιήσω και κάτι από την ορολογία του έργου – θέλει να αναμετρηθεί με κάτι σημαντικό. Ειλικρινά, δε θα μπορούσα να φανταστώ σημαντικότερο και ωραιότερο ταξίδι από αυτό που μας χάρισε η “Ιλιάδα”. Έτσι, και η πρόκληση, που βεβαίως υπάρχει, αποκτάει νόημα. Η “Ιλιάδα” είναι ένα απόλυτο κείμενο ασύγκριτης ομορφιάς και μεγάλων νοημάτων και η μεταφορά του στη σκηνή δεν υπόσχεται καμιά ασφάλεια και δε δίνει καμία εγγύηση. Η αναζήτηση μιας σύγχρονης θεατρικής γλώσσας που να μην προδώσει το κείμενο, αυτό ήταν και η μεγαλύτερη πρόκληση.

    Πώς προσεγγίζετε με σύγχρονο τρόπο το ομηρικό κείμενο;
    Σαν ένα θησαυροφυλάκιο, που πρέπει να το πλησιάσεις αργά, με προσοχή και μελέτη. Πρόκειται για ένα κλειστό κύκλωμα αξιών, το οποίο πρέπει να ξεκλειδωθεί αργά και με έναν τρόπο, τέτοιο ώστε να αφεθείς να σου προκαλέσει συναισθήματα. Προσωπικά, δε με αφορά μια δουλειά, όταν δεν μου προκαλεί συναισθήματα. Δεν ξέρω αν αυτός ο τρόπος είναι σύγχρονος ή όχι, προσπαθώ πάντως να είναι αυθεντικός.

    Πού επικεντρώνεται το σκηνοθετικό σας βλέμμα;
    Στην ανάδειξη της ιστορίας. Εκεί συναντιόμαστε με τον Όμηρο, γιατί κι αυτός έλεγε ιστορίες. Αυτό, όμως, δεν είναι πάντοτε τόσο απλό. Το να πεις μια ιστορία σημαίνει αναδεικνύεις τα γεγονότα, τα πρόσωπα, τα νοήματα και άλλα πολλά…

    Με ποιον τρόπο αναδύεται μέσα από την παράσταση όλη η σύγχρονη Ελλάδα;
    Ο Όμηρος είχε καταλάβει βαθιά και πρώτος την ψυχοσύνθεση των ανθρώπων, που, 300 χρόνια αργότερα, θα δημιουργούσαν τον Χρυσό Αιώνα, αλλά και που θα πάθαιναν τη Μικρασιατική καταστροφή. Πρόκειται για ανθρώπους – για να το πω επιγραμματικά – ικανούς για το καλύτερο και το χειρότερο. Εμείς είμαστε αυτοί. Είναι πολύ λίγες οι στιγμές, που νομίζεις ότι πρόκειται για κάποιους άλλους ανθρώπους. Κάποια μεγέθη ίσως διαφέρουν. Η ουσία παραμένει ίδια.

    Ποια είναι τα πιο έντονα συναισθήματα σας για την «Οδύσσεια» που βιώνουμε σαν χώρα; Τι χρειάζεται να κατανοήσουμε και να αλλάξουμε, για να κάνουμε μία καινούρια και υγιή αρχή;
    Προσπαθώ να αντιμετωπίσω τη σύγχρονη ιστορία της χώρας μου με υπομονή και ψυχραιμία. Τόση δουλειά έκανε ο Όμηρος, δεν μπορεί να πάει χαμένη. Όπου δε βοηθάει η πολιτική, πρέπει να βοηθάει η ποίηση. Άλλωστε, η σκέψη του Ομήρου ακουμπάει σε όλα τα πεδία της ανθρώπινης ύπαρξης. Ίσως, ακόμα και στην πολιτική. Κάπου λέει: “Αν είμαστε βασιλιάδες κι αν απολαμβάνουμε, είναι επειδή πρέπει να μπορούμε να αποδείξουμε ότι είμαστε άξιοι κάθε στιγμή”. Τί άλλο να ζητήσει κανείς από τους πολιτικούς, αλλά και από τους πολίτες; Ο Όμηρος σε κάνει να νιώθεις υπεύθυνος για τη θέση σου πάνω στη Γη. Είναι μια ανώτερη φιλοσοφία.

    Πόσο μακρινή σάς φαίνεται η πολυπόθητη «Ιθάκη»;
    Προτιμώ το ταξίδι της. Δεν ξέρω ποια είναι η Ιθάκη. Βλέπετε, είναι πολύ σημαντικό ο πηγαιμός να μην είναι μίζερος, ασήμαντος και μέτριος. Αυτό με ενδιαφέρει. Το ποια θα είναι η Ιθάκη μου θα το αποφασίσει η ζωή. Για την ώρα, όλα μοιάζουν καλά και ας είμαστε έτσι. Μπορώ και κάνω αυτό που αγαπάω, δεν είναι και λίγο!

    14.09.2013, Κουλουβάρης Γιώργος Σ. «Στάθης Λιβαθινός: Όπου δε βοηθάει η πολιτική, πρέπει να βοηθάει η ποίηση», Η Ναυτεμπορική

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • O Στάθης Λιβαθινός και η «Ιλιάδα» του στο onlytheater.gr. Συνέντευξη στη Χρύσα Φωτοπούλου

    Κύριε Λιβαθινέ, φαντάζομαι ότι οι πολύμηνες πρόβες, η συνεχής τριβή με τους ηθοποιούς και η εξομάλυνση ενός αιώνιου κειμένου σίγουρα απέδωσαν κέρδη ανεκτίμητης αξίας..
    Η επαφή με ένα τέτοιο κείμενο είναι για μια ολόκληρη ζωή. Είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι η ζωή μας είναι οι συναντήσεις μας. Αν σ’ αυτές συναντήσουμε και τον εαυτό μας ακόμη καλύτερα. Όμως κινδυνεύουμε να μην συναντηθούμε με τον εαυτό μας οπότε μας απομένουν οι συναντήσεις με τους ανθρώπους. Η συνάντηση με τον Όμηρο ήταν για μένα μια απίστευτη στιγμή. Κόλλησα με αυτό το κείμενο. Δεν περίμενα τόσο. Το αγάπησα, το λάτρεψα. Σαν ένα έργο τέχνης καταρχήν. Σαν μια εμπνευσμένη στιγμή της ανθρωπότητας. Προσπαθείς να μαντέψεις πώς ήταν αυτός ο άνθρωπος που τα είπε όλα αυτά. Ας μην ξεχνάμε ότι είναι και μια εποχή για την τέχνη όπου πολλά πράγματα δεν έχουν ανακαλυφθεί, δεν έχουν γίνει, δεν έχει υπάρξει η αρχαία τραγωδία, πολλά πράγματα δεν έχουν υπάρξει από αυτά που εμείς φυσικά τα παίρνουμε δεδομένα. Υπήρχε άραγε ένα μέγεθος τέτοιο στην ανθρώπινη ψυχή; Υπήρχε μια τέτοια παρατήρηση της ζωής τεράστια που τον οδήγησε (τον Όμηρο) σε μια κατανόηση των νόμων της φύσης και της ζωής; Υπήρξε μια ανάγκη για λύτρωση του ανθρώπου ώστε να μπορέσει να πει ένα τέτοιο κείμενο; Υπήρξαν άραγε τόσο ταλαντούχοι ηθοποιοί, περφόρμερς που να πρωτοστάθηκαν μπροστά στο κοινό και να του κράτησαν την προσοχή 24 ώρες; Γιατί οι 24 ραψωδίες χρειάζονται 24 περίπου ώρες για να τις πει κανείς όλες. Όλα αυτά είναι ερωτήσεις με τις οποίες κολλάς. Μας απασχόλησαν.

    Πόσο εύκολη ήταν η δραματουργική επεξεργασία της “Ιλιάδας” ;
    Διεισδύσαμε στο κείμενο με τη βοήθεια πολύ σημαντικών ανθρώπων που ήρθαν κοντά μας. Ο Μενέλαος ο Χριστόπουλος, ο επιστημονικός συνεργάτης μας, μας βοήθησε στην κατανόηση του κειμένου. Ξέρετε, η επεξεργασία ενός τέτοιου κειμένου δεν απαιτεί μόνο χρόνο, αλλά και συνενοχή με συνεργάτες και ηθοποιούς. Στην περίπτωση της Ιλιάδας αυτό πήρε τεράστιο κόπο και χρόνο και η συμμετοχή της Έλσας Αδριανού σ’ αυτό ήταν αποφασιστική. Βέβαια περάσαμε από πάρα πολλούς κύκλους επιλογών για να φτάσουμε σε αυτό το αποτέλεσμα που και αυτό μέχρι και σήμερα αλλάζει. Συν το γεγονός ότι με 15 ηθοποιούς-οι οποίοι οι περισσότεροι είναι συνεργάτες μου- δουλέψαμε πάνω σ’ αυτό το κείμενο. Και έτσι το κείμενο κατά κάποιον τρόπο αλλάζει γιατί ερχόμαστε εμείς σε επαφή μαζί του. Η συνάντηση αυτή, που σημαίνει δύο κόσμους, ήταν και θα παραμείνει καθοριστική. Οι ηθοποιοί είναι μεθυσμένοι, είναι βαθιά γοητευμένοι, συνεπαρμένοι θα έλεγα.

    Ποια στοιχεία του έπους είναι ακατανόητα από τον σημερινό άνθρωπο;
    Καταρχήν η γλώσσα. Είναι σαφές ότι είμαστε ο ίδιος λαός που εξελίχθηκε. Υπάρχει μια συνέχεια σ’ αυτή τη γλώσσα. Αν τώρα πιάσουμε έναν κοινό άνθρωπο στον δρόμο, έναν Έλληνα και του διαβάσουμε μια σελίδα της Ιλιάδας δε θα καταλάβει. Είναι η ίδια γλώσσα μα είναι όμως κάτι άλλο. Εκεί υπάρχουν στοιχεία ρυθμού, μελωδίας, στοιχεία γενικά που έχουν χαθεί από τον πολιτισμό μας. Ίσως να μην έχουν χαθεί για πάντα. Αυτό σίγουρα είναι ένα στοιχείο πολύ σημαντικό. Επίσης, η μοναδικότητα αυτού του ανθρώπου που έλεγε αυτά τα κείμενα. Αυτή η μοναδικότητα του ραψωδού που μπορεί να συναρπάσει ένα ακροατήριο. Σίγουρα και κάποια άλλα ιστορικά στοιχεία που για τον σύγχρονο θεατή έχουν μυθικό υπόβαθρο τότε ήταν κοινό κτήμα. Σήμερα δε λέμε τόσα πολλά. Νομίζω όμως ότι το μεγαλύτερο μέρος με λίγη βοήθεια από τους φίλους μου μπορεί να γίνει απόλυτα κατανοητό. Είναι ένα βαθύτατα αριστοκρατικό και λαϊκό είδος ταυτόχρονα.

    Ο ηρωισμός της Ιλιάδας δεν έγκειται στο θάρρος των νικητών τόσο όσο στο μεγαλείο των ηττημένων. Συμφωνείτε;
    Στην Ιλιάδα το θέμα νικητής και νικημένος είναι κάτι σχετικό. Στον τρωικό μύθο ξέρουμε ποιοι είναι οι νικητές και ποιοι οι νικημένοι και τι είδους πόλεμος ήταν αυτός. Στην Ιλιάδα δεν νομίζω ότι είναι αυτό που αφορά τόσο πολύ τον Όμηρο. Χρησιμοποιεί 24 ραψωδίες για να τις ανατρέψει όλες στο τέλος. Είναι τρομερό. Μόνο ένας παμέγιστος καλλιτέχνης θα μπορούσε να το κάνει αυτό. Μιλάει για τον πόλεμο, μιλάει για το φονικό, αλλά δεν είναι ΜΟΝΟ αυτό. Είναι ΚΑΙ αυτό. Τελικά νικάει μια έστω προσωρινή κατανόηση, μια συμφιλίωση, μια φιλάνθρωπη κατάσταση. Μια κατάσταση πιο βαθιά, πιο ουσιαστική. Βεβαίως είναι και ο πόλεμος. Αποθεώνεται ο πόλεμος. Είναι μια ένδοξη πράξη, μια αριστεία του καθενός, είναι μια δοκιμασία. Αλλά δε νομίζω ότι τελικά έγραψε γι’ αυτό ο Όμηρος. Τον χρησιμοποίησε τον πόλεμο, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα.

    Δουλεύετε με συγκεκριμένους ανθρώπους πράγμα που σημαίνει ότι ο ενδοκώδικας, αν κατακτηθεί, είναι νίκη.
    Δουλεύω με έναν πυρήνα ανθρώπων που αγαπάω και με αγαπούν και με ανέχονται. Μια ομάδα ανθρώπων να το πω έτσι που δεν είναι 25αρηδες όπως συνήθως είναι, αλλά 45αρηδες. Δε δουλεύω μόνο με αυτούς. Στο Θέατρο Κεφαλληνίας δουλεύω με άλλους αξιόλογους ανθρώπους. Έχουμε αποφασίσει ότι αυτή η συνύπαρξη μας αφορά.

    Για τις παραστάσεις στην Ολλανδία..
    Είναι πολύ σημαντικό για μας αυτό. Μας έχει προσκαλέσει το Εθνικό Θέατρο της Ολλανδίας. Ήρθαν και είδαν την παράσταση. Θα παίξουμε εκεί στις 5 & 6 Οκτωβρίου.

    Έχετε αποτρέψει άνθρωπο ν’ ασχοληθεί με το θέατρο;
    Έμμεσα ναι. Νομίζω ότι οφείλει να το κάνει κανείς αυτό όταν ασχολείται όπως εγώ ασχολήθηκα κάποια στιγμή με την παιδαγωγική. Θέλω να ασχοληθώ με την παιδαγωγική, με αφορά η παιδαγωγική, δε διδάσκω σε σχολές για συγκεκριμένους λόγους, αλλά γενικά είναι κάτι που αγαπώ. Θεωρώ ότι είναι η ύψιστη υπηρεσία που μπορεί να προσφέρει κανείς σε κάποιον, είναι μια πράξη ευθύνης. Δεν αγαπάμε τους νέους όταν του λέμε: “Όλοι κάνετε για το θέατρο”. Στα μαθηματικά, την ιατρική, το τσίρκο δε συμβαίνει αυτό. Το θέατρο κάποια στιγμή έγινε της μόδας. Αυτό που συμβαίνει με τους χιλιάδες άνεργους ανθρώπους που είναι και ηθοποιοί πρέπει να σταματήσει. Αν υπάρχουν έμπειροι άνθρωποι που διδάσκουν και ξέρουν να πουν στον νέο “ξέρεις δεν κάνεις γι’ αυτήν τη δουλειά. Κάνεις για κριτικός, κάνεις για σκηνογράφος” οφείλουν να το κάνουν. Εγώ κανά δυο φορές το έχω κάνει. Σκοπός μου δεν είναι να πληγώσω. Αλλά καλύτερα να πληγωθεί τώρα, παρά να το συνειδητοποιήσει όταν θα είναι 40 χρόνων.

    13.09.2013, Φωτοπούλου Χρύσα «O Στάθης Λιβαθινός και η «Ιλιάδα» του στο οnlytheater.gr. Συνέντευξη στη Χρύσα Φωτοπούλου», onlytheater.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Η έννοια του ήρωα σήμερα είναι βασανισμένη. Οι ήρωες λιγοστεύουν, λέει ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός

    Σε μία εποχή που «οι ήρωες λιγοστεύουν», όπως ο ίδιος τονίζει, ο Στάθης Λιβαθινός επέλεξε ν’ ανεβάσει την Ιλιάδα.

    «Η έννοια του ήρωα σήμερα είναι μία βασανισμένη έννοια, γιατί ο ήρωας έχει κάτι που το χρειαζόμαστε όλοι από μικρά παιδιά. Είναι κάτι που μας συνδέει πάρα πολύ με την παιδική μας ηλικία και είναι ένα πρόβλημα της εποχής μας καθώς ισοπεδώνονται οι άνθρωποι, ισοπεδώνονται τα όνειρά τους. Και οι ήρωες λιγοστεύουν…» λέει.

    Θεωρεί ότι το θέμα του ηρωισμού «το διαπραγματεύεται πολύ όμορφα η Ιλιάδα, όχι το πώς κάποιος είναι ήρωας, αν γεννιέται, αλλά το πώς γίνεται ήρωας. Αυτή είναι μία ενδιαφέρουσα προοπτική που βρίσκεται μέσα στην Ιλιάδα και που την εξετάζει η παράσταση. Δηλαδή, πώς σιγά σιγά ένας άνθρωπος μετατρέπεται σε ήρωα, χωρίς να χάνει τα ανθρώπινά του χαρακτηριστικά. Πώς ξεχωρίζει, δηλαδή, από τον μέσο όρο και δεν είναι μέτριος» εξηγεί.

    Μετά τις sold out παραστάσεις τον Ιούνιο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, η «Iλιάδα», παρουσιάζεται και πάλι στην «Πειραιώς 260» για λίγες μόνο παραστάσεις, έως τις 22 Σεπτεμβρίου (εκτός Δευτέρας 16/9).

    Η δεύτερη «αναμέτρηση» του κοινού με τη δική του ανάγνωση της «Ιλιάδας» απαιτούσε διαφοροποιήσεις στην παράσταση; «Πάντα, γιατί όταν έχεις ένα τέτοιο υλικό στα χέρια σου κάθε μέρα που περνάει σκέφτεσαι πόσα δεν έχεις κάνει, και πόσα μπορείς να κάνεις ακόμα» απαντά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Στάθης Λιβαθινός σε ένα διάλειμμα από τις πρόβες λίγο πριν την πρεμιέρα της παράστασης.

    «Ήδη, αυτή τη στιγμή αλλάζουμε σκηνές, δοκιμάζουμε καινούριες, οπωσδήποτε κόβουμε σε διάρκεια, γιατί σιγά σιγά πυκνώνει και το υλικό μας… Είναι κάτι που εγώ έτσι κι αλλιώς το κάνω πάντα, πόσο μάλλον τώρα» τονίζει ο σκηνοθέτης που «αφηγείται» μαζί με τους συνεργάτες του σε μία τετράωρη -περίπου- παράσταση το ομηρικό έπος, μέσα από το οποίο αναδύεται όλη η σύγχρονη Ελλάδα.

    Οι 15 ηθοποιοί, σαν σύγχρονοι ραψωδοί, αφηγούνται την ιστορία του πιο βίαιου πολέμου όλων των εποχών και μετατρέπουν το εμπνευσμένο αυτό κείμενο σε μία σειρά από ποιητικές εικόνες σκληρές, αλλά και τρυφερές, που αποτυπώνουν όλα τα κεφάλαια του τρωικού πολέμου. Οι χαρακτήρες και τα κίνητρα των ηρώων, οι διαθέσεις των θεών, που αλλάζουν διαρκώς, αλλά και οι σχέσεις μεταξύ των πρωταγωνιστών του έπους αποτελούν τον κεντρικό ιστό, πάνω στον οποίο ξεδιπλώνεται όλη η θεατρική αφήγηση.

    Στην ανανεωμένη εκδοχή της η παράσταση αποτελείται από 4 μέρη, το καθένα από τα οποία διαρκεί κατά μέσο όρο πενήντα λεπτά. «Το 4o μέρος μίκρυνε αρκετά και άλλαξε λίγο και είναι περίπου 4 ώρες καθαρή παράσταση, όχι περισσότερο» λέει ο Στάθης Λιβαθινός.

    Τι τον προκάλεσε εξαρχής ν’ ασχοληθεί με το συγκεκριμένο έργο; «Μα το ίδιο το έργο φτιάχτηκε για να προκαλεί το ανθρώπινο μυαλό στους αιώνες» απαντά ο σκηνοθέτης και σχολιάζει: «Είναι κάτι βαθύτερο αυτό, ξέρετε… Είναι η ανάγκη μου και η ανάγκη κάθε καλλιτέχνη πιστεύω, ν’ ασχοληθώ με κάτι δύσκολο, σχεδόν ακατόρθωτο. Να μιλήσω στην εποχή μου για κάτι που την αφορά πάρα πολύ, ν’ ασχοληθώ με τον Όμηρο, εγώ ο ίδιος σαν άνθρωπος (γιατί βγήκα πολύ πιο πλούσιος από όλη αυτή τη διαδικασία) και εντέλει ν’ αναμετρηθώ κι εγώ και οι συνεργάτες μου με κάτι που μας εξελίσσει και σαν καλλιτέχνες. Γιατί καμία ασφάλεια και καμία σιγουριά δεν υπάρχει στην αναμέτρησή σου με ένα τέτοιο κείμενο, παρά πρέπει να εξερευνήσεις και να βρεις μία επιπλέον θεατρική γλώσσα. Και αυτό είναι κάτι που σίγουρα με ενδιαφέρει επίσης».

    Ντοστογιέφσκι, Κορνάρος, Παπαδιαμάντης, Όμηρος. Γιατί επιμένει στα λογοτεχνικά κείμενα;
    «Είναι καθαρή σύμπτωση. Με αφορά η λογοτεχνία στο θέατρο, αλλά όχι μόνο. Απόδειξη πως τώρα ασχολούμαι με τους “Βρικόλακες” του Ίψεν στο θέατρο της οδού Κεφαλληνίας. Άλλωστε, οποιοδήποτε κείμενο έχει ζωή μέσα του, αφορά το θέατρο. Ελλείψει θεατρικών έργων που να μιλούν στη δύσκολη εποχή μας, νομίζω ότι το θέατρο δανείζεται υλικό από παντού. Έτσι είναι το “νόμιμο” κι έτσι προχωράει και το θέατρο» υποστηρίζει.

    Διδάσκουν σήμερα οι αρχαίοι μύθοι (και αν ναι, τι;) ή απλά μας επιτρέπουν να ξεφύγουμε σε ένα παρελθόν κλέος;
    «Η Ιλιάδα είναι έπος και είναι καθαρά καλλιτεχνικό δημιούργημα. Βασίζεται σε μύθους, αλλά η επέμβαση του Ομήρου, ενός καθαρά συνειδητού καλλιτέχνη και ο τρόπος που το χειρίζεται, είναι πάρα πολύ φανερός. Πρόκειται για μεγαλοφυή καλλιτέχνη, ο οποίος ανατρέπει, συγκινεί τραβάει την προσοχή, εκπέμπει ενέργεια και σκέψη. Και σαν καλλιτεχνικό δημιούργημα πρέπει να το δει κανείς, ούτε σαν δίδαγμα, ούτε σαν μύθο. Εγώ ανεβάζω την Ιλιάδα σαν ένα έργο τέχνης, όχι σαν έναν μύθο, ούτε σαν την Βίβλο» υποστηρίζει.

    Μετά τις 10 παραστάσεις της Πειραιώς 260, το έργο θα ταξιδέψει στην Ολλανδία, όπου θα παρουσιαστεί, στο πλαίσιο του προγράμματος της περιόδου 2013-2014 του θεάτρου Stadsschoumburg του Άμστερνταμ, στις 5 & 6 Οκτωβρίου.

    «Η Ολλανδία είναι ένα ταξίδι που για εμάς είναι τεράστια τιμή. Μετά, ελπίζω η παράστασή μας να συνεχιστεί και εδώ και στο εξωτερικό. Βρισκόμαστε σε συζητήσεις με τον Τάκη Τζαμαργιά από το δημοτικό θέατρο Πειραιά. Ελπίζουμε να γίνει, γιατί ο Πειραιάς είναι μία πόλη υπέροχη. Το θέατρο αυτό είναι διαμάντι και θέλουμε να πιστεύουμε ότι η “Ιλιάδα” μπορεί να βρει τη στέγη της εκεί, γιατί είναι ένα κείμενο που έτσι κι αλλιώς μόλις τώρα ξεκινάει την καριέρα του» λέει ο Στάθης Λιβαθινός.

    Πώς βλέπει ο ίδιος το μέλλον του θεάτρου στην Ελλάδα; Πιστεύει ότι θα υπάρχει αναπροσαρμογή σε μικρότερες παραγωγές;

    «Αυτό έχει ήδη αρχίσει να συμβαίνει, αλλά δεν παύουν να υπάρχουν και “οι τρελοί του χωριού”, όπως εμείς. Και οι μεγάλες και οι μικρές παραγωγές χρειάζονται, ξέρετε. Γιατί δεν γίνεται αλλιώς. Νομίζω παρόλα ταύτα πως το μέλλον του θεάτρου μας στην παιδεία θα κριθεί, έτσι κι αλλιώς».

    Αν του πρότειναν ν’ αναλάβει κάποια θέση στη δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου θα την αποδεχόταν;
    «Δέχτηκα μία πρόσκληση για συζήτηση από τον κ. Χατζάκη και ελπίζω αυτή η πρόταση να αποδειχθεί αληθινή και να γίνει. Είμαστε σε κάποια πρώτη κουβέντα, ελπίζω να συμβεί. Εγώ είμαι εδώ και διαθέσιμος πάντα» καταλήγει.

    13.09.2013, Χ.Σ. «Η έννοια του ήρωα σήμερα είναι βασανισμένη. Οι ήρωες λιγοστεύουν, λέει ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός», Κέρδος

  • Δ. Μαρωνίτης: «Φταίει η σχολική εκπαίδευση που ο μέσος Έλληνας γνωρίζει ελάχιστα την Ιλιάδα»

    Η πεντάωρη παράσταση της Ιλιάδας στο Φεστιβάλ Αθηνών, αφορμή για μια συζήτηση περί μετάφρασης, θεατρικής διασκευής και επιρροής των ομηρικών επών στη σύγχρονη λογοτεχνία

    Τρεις χιλιάδες θεατές παρακολούθησαν τις πέντε παραστάσεις της πεντάωρης Ιλιάδας που ανέβασε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών 2013 (4-8.6.2013) ο Στάθης Λιβαθινός, πατώντας σε ένα ολοζώντανο κείμενο που έφερε τη μεταφραστική σφραγίδα του Δημήτρη Μαρωνίτη. Ο εκλεκτός φιλόλογος, ομότιμος σήμερα καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, είχε τιμηθεί το 2011 για τη μετάφραση του έπους (που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άγρα) με το Βραβείο Απόδοσης Έργου της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας στα Νέα Ελληνικά, και συνεργάστηκε στενά σε αυτό το εγχείρημα με τον ταλαντούχο σκηνοθέτη και πρώην υπεύθυνο από το 2001 έως το 2007 της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου. Αυτή ήταν και η αφετηρία της συνέντευξης που παραχώρησε στον ΧΡΟΝΟ, όπου και αναδεικνύει τα κλειδιά για την απήχηση των ομηρικών επών όχι μονάχα στη θεατρική πράξη αλλά και στη νεότερη ελληνική ποίηση.

    Το στοίχημα του Λιβαθινού ήταν διπλό επειδή η βάση του έργου ήταν ένας λόγος ποιητικός και όχι θεατρικός, αλλά και επειδή η διάρκεια της παράστασης που αναπτύχθηκε σε τέσσερα μέρη χωρισμένα από τρία διαλείμματα ήταν διπλάσια από τη συνήθη.

    Δεν ήταν παρ’ όλα αυτά η πρώτη φορά που δοκιμαζόταν η αντοχή και η δεκτικότητα του ελληνικού κοινού σε τέτοια ανεβάσματα. Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει στην Αθήνα πολύωρες παραστάσεις από τη Γαλλίδα Αριάν Μνουσκίν με τα έργα Το τελευταίο Καραβάν Σεράι (2006) που διαρκούσε πάνω από πέντε ώρες, Οι εφήμεροι (2007) και Οι ναυαγοί της τρελής ελπίδας –Αυγές (2011, τέσσερις ώρες). Επίσης ο Γερμανός Πέτερ Στάιν, καλεσμένος το 1985 από τη Μελίνα Μερκούρη, είχε ανεβάσει την Ορέστεια του Αισχύλου σε παράσταση εννέα ωρών στο Θέατρο Πέτρας (ενώ το 2000 παρουσίασε στο Αμβούργο τον Φάουστ του Γκαίτε, σε μια παράσταση είκοσι μιας ωρών με πρωταγωνιστή τον Ελβετό ηθοποιό Μπρούνο Γκαντς). Το 2001 και ο Γιάννης Κόκκος ανέβασε στο Εθνικό Θέατρο την Ορέστεια του Αισχύλου (τρεισήμισι ώρες). Αλλά και ο ίδιος ο Στάθης Λιβαθινός το 2007 είχε ανεβάσει στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου ένα μυθιστόρημα, τον Ηλίθιο του Ντοστογέφσκι, σαν παράσταση εξάωρης διάρκειας με ένα διάλειμμα, η οποία μάλιστα ανέβηκε ξανά πέρσι στο θέατρο «Ακροπόλ». Στο φετινό Φεστιβάλ, τη σκυτάλη των πολύωρων παραστάσεων θα πάρει στις 29 Ιουνίου ο Γιάννης Κακλέας, που θα ανεβάσει το έργο Σάμουελ Μπέκετ, Μερσιέ και Καμιέ σε μια μαραθώνια παράσταση είκοσι τεσσάρων ωρών.

    Η ομηρική Ιλιάδα σε μετάφραση Μαρωνίτη είχε ήδη κάνει ένα σκηνικό ντεμπούτο πριν από δύο χρόνια, όταν με πρωτοβουλία του τότε διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Γιάννη Χουβαρδά οι 24 ραψωδίες της είχαν αναγνωστεί επί σκηνής από 24 γυναίκες ηθοποιούς. Τότε ήταν η πρώτη φορά που ακούστηκε στη χώρα μας ολόκληρη η Ιλιάδα, χωρίς περικοπές, και το εγχείρημα είχε στεφθεί από επιτυχία. Σε εκείνες τις ακροάσεις, λέει ο Δ. Μαρωνίτης, «ένα ορισμένο κοινό για πρώτη φορά άκουγε αυτό το έπος το οποίο στον νεοελληνικό μας χώρο ελάχιστοι φαίνεται να το έχουν διαβάσει ολόκληρο ή έστω εν μέρει…».

    Το φετινό καλοκαίρι η Ιλιάδα ανεβάστηκε από τον Λιβαθινό με έναν θίασο 15 ηθοποιών της νεότερης γενιάς σε ένα εμπνευσμένο μινιμαλιστικό ντεκόρ της Ελένης Μανωλοπούλου (έκανε και τα κοστούμια) από λάστιχα φορτηγών, με φόντο μια σειρά γάντζους με κρεμασμένες χλαίνες. Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους: Αγαμέμνονας ο Δημήτρης Ήμελλος, Αχιλλέας ο Γιώργος Χριστοδούλου, Έκτορας ο Άρης Τρουπάκης, Αίας ο Γεράσιμος Μιχελής. Στον ρόλο της Θέτιδας, της Εκάβης, της αφηγήτριας και της Μοίρας η Μαρία Σαββίδου. Ως Ήρα και Ανδρομάχη η Αμαλία Τσεκούρα. Τη σκηνική διασκευή του έπους έκανε ο Στάθης Λιβαθινός με τη δραματολόγο Έλσα Ανδριανού και τη συμβολή των ηθοποιών. Σύμβουλος για τη δραματολογία ο (και) ποιητής Στρατής Πασχάλης, και επιστημονικός σύμβουλος ο Μενέλαος Χριστόπουλος. Σε τούτη την εποχή που η παγκόσμια κρίση έχει προκαλέσει κοινωνική και πολιτική πόλωση, το έργο αυτό μίλησε για τον εμφύλιο σπαραγμό και έστειλε ένα μήνυμα αντιπολεμικό, ένα μήνυμα συμφιλίωσης.

    Κύριε Μαρωνίτη, σχολιάσατε πως η Ιλιάδα είναι ένα έργο-ορόσημο, παρ’ όλα αυτά ο μέσος Έλληνας το γνωρίζει ελάχιστα. Γιατί συμβαίνει αυτό;
    Είναι από τα ενδεικτικά πράγματα της νεοελληνικής μας επιπολαιότητας και αυταρέσκειας και τεμπελιάς μαζί που εξηγεί και αυτού του είδους την αντίφαση, να μιλάει κανείς με πολύ καμάρι και τα λοιπά για κάτι, κι ωστόσο να το γνωρίζει ελάχιστα, ας το πω έτσι, εξ επαφής.

    Η Ιλιάδα είναι ένα θεμελιακό έργο, πασίγνωστο υποτίθεται κατά φήμη, σε παγκόσμια πλέον κλίμακα, όχι μονάχα ευρωπαϊκή ή αμερικανική. Η κατάπληξή μου ήταν όταν είχανε την Ολυμπιάδα τους οι Κινέζοι και πήγαμε στο Πεκίνο και είδα ότι κυκλοφορούν τουλάχιστον τέσσερις μεταφράσεις της Ιλιάδας στα κινέζικα.

    Στον τόπο μας, τη ζημιά την έχει κάνει σε μεγάλο βαθμό το σχολείο με τη διδασκαλία της Ιλιάδας, που αυτή τη στιγμή μάλιστα εντάσσεται στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα με την εντελώς ξεπερασμένη μετάφραση του Πολυλά. Επομένως και το σχολείο, το γυμνάσιο, κάνει ό,τι μπορεί για να απομακρύνει μάλλον τα νεαρά παιδιά από το έπος αυτό παρά για να τα προσελκύσει.

    Γι’ αυτό θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι οι απαγγελίες και οι αναγνώσεις που έγιναν στο Εθνικό, και πολύ περισσότερο τώρα η θεατρική παράσταση του Λιβαθινού, αποτελεί ένα γεγονός με γενικότερη σημασία, όχι μόνο πολιτισμική αλλά και εκπαιδευτική• θα έλεγα μάλιστα και πολιτική.

    Η βάση του έργου όμως είναι ένα έπος προορισμένο να ακούγεται, όχι να παριστάνεται. Αυτό δεν δημιούργησε άραγε δυσκολίες στο θεατρικό ανέβασμα της Ιλιάδας;
    Η απάντηση, αν θέλουμε λιγάκι να παίξουμε με τις λέξεις, είναι: «και ναι και όχι». Το θέμα είναι εάν και η πρόσληψη του έργου, η ακροαματική ή η αναγνωστική, πολύ περισσότερο η θεατρική, μας πείθει ότι το έπος αυτό στο εσωτερικό του διαθέτει ή δεν διαθέτει στοιχεία που θα έπρεπε με μια μεταγενέστερη ορολογία να τα ονομάζουμε θεατρικά. Ε λοιπόν, μπορώ να σας πω ότι διαθέτει πολλά τέτοια στοιχεία, και καίρια στοιχεία τέτοια, που καθιστούν την Ιλιάδα ουσιαστικά δραματικό έργο. Έχει σημασία η λέξη δράμα, η οποία μας πηγαίνει κατευθείαν στο θέατρο.

    Τα στοιχεία αυτά αφορούν καταρχήν την πυκνότητα των διαλόγων. Πρόκειται για έντονους διαλόγους και με μεγάλη έκταση, που αναγνωρίστηκαν ύστερα σε αυτό το έπος ως στοιχείο, ας πούμε, de facto θεατρικό. Αφορούν επίσης και τη συμπύκνωση του χρόνου, ας το πούμε του μυθολογικού χρόνου, σε έναν εσωτερικό χρόνο του έπους, η οποία συμπύκνωση είναι πολύ μεγάλη.

    Για να καταλάβετε τι λέω: υποτίθεται ότι ο ποιητής της Ιλιάδας έχει πίσω του μια παράδοση προφορική μάλλον ολόκληρου του τρωικού μύθου που είχε διάρκεια δέκα χρόνων. Αυτός λοιπόν ο δεκάχρονος τρωικός πόλεμος μετακινείται σε αυτό το έπος και γίνεται ιλιαδικός πόλεμος, διαρκείας ούτε λίγο ούτε πολύ μόνον τεσσάρων μαχίμων ημερών. Αυτή η πύκνωση είναι επίσης ένα θεατρικό έργο.

    Στη συγκεκριμένη περίπτωση ωστόσο ο σκηνοθέτης προχώρησε σε μια επιπλέον πύκνωση. Δεν είναι κάπως παρακινδυνευμένο αυτό;
    Το θέμα είναι ποιες επιλογές γίνονται και πώς γίνονται αυτές οι επιλογές, ώστε να βγαίνει περίπου το σύνολο της Ιλιάδας. Νομίζω ότι ο Λιβαθινός έκανε μια επιτυχημένη συντόμευση.

    Άλλες εξάλλου προσπάθειες με μυθιστορήματα θεμελιακά που μεταφέρθηκαν στο θέατρο, όπως έκανε ο Πέτερ Στάιν με το έργο Έγκλημα και τιμωρία, είχαν μια αντίστοιχη διάρκεια.

    Μην ξεχνάμε επίσης ότι πολλά από τα πολύ σημαντικά έργα του θεάτρου, εάν δεν «κουτσουρευτούν», έχουν διάρκεια περίπου αυτής της τάξεως. Ας πούμε, αν είναι να παίξει κανείς ολόκληρο τον Βασιλιά Ληρ ή ολόκληρο τον Άμλετ, η διάρκεια θα είναι σίγουρα πάνω από τρεισήμισι ώρες. Επομένως, δεν είναι τόσο παράξενο μια παράσταση σαν την Ιλιάδα να κρατά τέσσερις ή τεσσερισήμισι ώρες.

    Ας θυμηθούμε εξάλλου ότι στο σύγχρονο θέατρο, στο νεότερο θέατρο, υπάρχουν μεγάλης έκτασης μονόλογοι, οι οποίοι θυμίζουν λιγάκι τους μονολόγους που εν αφθονία έχουμε στο ομηρικό έπος. Λόγου χάριν, οι μονόλογοι στα δράματα του Σαίξπηρ έχουν μια πυκνότητα και μια ένταση και μια έκταση απροσδόκητη. Αλλά και σε έργα πιο σύγχρονα, πιο μοντέρνα, στα έργα του Τεννεσσή Ουίλλιαμς ή του Άλμπυ ή του Μπέκετ, έχουμε μονολογικό στοιχείο που μπορεί να καλύπτει το σύνολο ενός θεατρικού έργου.

    Επομένως, δεν υπάρχει θέμα μονοτονίας, ας πούμε, αυτής της παράστασης της Ιλιάδας κόντρα στο σύγχρονο θέατρο. Θα έλεγα μάλιστα ότι αποτελεί και ένα είδος δικαίωσης αυτού του στοιχείου που έχει και το σημερινό θέατρο και που κάποιοι συγγραφείς, πολύ σπουδαίοι, επιμένω, όπως ο Μπέκετ λόγου χάρη, το στοιχείο αυτό κυρίως, όχι απλώς το σεβάστηκαν, αλλά το άσκησαν φτάνοντάς το σε οριακή σχεδόν τελειότητα.

    Ο ιλιαδικός πόλεμος και το ιλιαδικό έπος συμπυκνώνουν τον χρόνο τους σε τέσσερις μάχιμες ημέρες και θέλοντας και μη, και από τη συζήτηση που κάναμε με τον Λιβαθινό, η παράσταση οργανώθηκε σε τέσσερα «κεφάλαια», τα οποία αντιστοιχούν περίπου σε τέσσερις μάχιμες ημέρες. Ο λόγος ακούγεται πεντακάθαρα, όπως θα ακουγόταν, θα έλεγα, στην εποχή του. Αυτή η ακεραιότητα του λόγου, η οποία βγήκε από τα δεκαπέντε αυτά παιδιά δίχως αυταρέσκεια υποκριτική, έχει μια καθαρότητα που είναι στο όριο της αθωότητας.

    Συμβάλλει οπωσδήποτε και η μετάφραση που «κατεβάζει στη γη» το επικό ύφος του έργου…
    Δεν θέλω να μιλήσω εκτενώς για τη μετάφρασή μου. Θα πω όμως ότι τη χαρακτηρίζει ένα είδος λόγου ακροαματικού-οπτικού που, κατά τη γνώμη μου, καλύπτει σχεδόν όλη την γκάμα και των πέντε αισθήσεών μας. Και τη γεύση και την όσφρηση. Είναι ένας λόγος, όπως είναι και στο πρωτότυπο, πολυαισθησιακός και όχι μονοαισθησιακός. Δεν είναι μόνο ακουστικός, δεν είναι μόνο οπτικός-παραστατικός• είναι συγχρόνως κι ένας λόγος που τον γεύεσαι, που τον πιάνεις και που σε πιάνει.

    Και κάτι ακόμα: στη μετάφρασή μου δεν φοβήθηκα να χρησιμοποιήσω ακόμη και πρωτότυπες λέξεις του κειμένου, εκεί που πίστευα ότι είναι δραστικές οι λέξεις αυτές. Δεν αγνόησα δηλαδή στοιχεία γλωσσικά, κι ας έφταναν ως την παλαιότερη δυτική λογοτεχνία. Επομένως, δεν είναι μια μετάφραση που θέλει να καταργήσει τη χρονική της προοπτική προς τα πίσω – κάθε άλλο. Το θέμα είναι τι μπορεί να γίνει σήμερα από ένα κείμενο συνθεμένο στον όγδοο προχριστιανικό αιώνα. Τι μπορεί να προκύψει δηλαδή από τη συνάντηση, ας το πούμε έτσι, δύο γλωσσών: της ομηρικής γλώσσας αφενός και της νεοελληνικής, όπως διαμορφώνεται εδώ και χρησιμοποιείται για τη μετάφραση της Ιλιάδας.

    Ίσως να πρέπει να ακουστεί κι αυτό. Τόσο στη θεωρία όσο και στη μεταφραστική πράξη εγώ διαφωνώ με την άποψη που θέλει την αρχαία ελληνική γλώσσα σταθερή και τη νέα ελληνική, κινούμενη, να τραβάει ντουγρού προς τα πίσω. Γι’ αυτό και η δική μου μετάφραση διαφοροποιείται από άλλες που γίνονται σήμερα. Διότι έχει γίνει με την εξής προοπτική και με την εξής προϋπόθεση: ότι και οι δύο γλώσσες, και η αρχαία γλώσσα και η νεοελληνική γλώσσα –και η μεταφραζόμενη γλώσσα δηλαδή και η μεταφραστική–, σε όλη αυτή την προσπάθεια κινούνται και οι δύο. Συν-κινούνται για να συναντηθούν σε ένα σημείο τριβής, στη μέση, λίγο πριν από τη μέση, λίγο μετά από τη μέση. Και το αποτέλεσμα είναι ότι από την τριβή αυτή βγαίνει ένα δυναμικό που λανθάνει και στη μία και στην άλλη γλώσσα. Όταν λοιπόν μεταφράζω, αυτό το σημείο τριβής των δύο γλωσσών με ενδιαφέρει πολύ. Διότι αυτό είναι και το καινούριο στοιχείο. Αυτό είναι και η αξία της μετάφρασης αυτής, αν έχει κάποια αξία. Νομίζω πως μπορεί να ωφελήσει τη σύγχρονη λογοτεχνία ως ένα είδος λόγου και ποιητικού, αν θέλετε, και πεζού, και διαλογικού και αφηγηματικού.

    Κύριε Μαρωνίτη, στο σχολείο μαθαίνουμε για την Οδύσσεια του Καζαντζάκη και γνωρίζω τους περίφημους στίχους του Σεφέρη για την Ελένη. Αλλά και ο Καβάφης έχει εμπνευστεί από τον Όμηρο. Τελικά, σε ποιο βαθμό έχουν διεισδύσει τα ομηρικά έπη στη νεότερη ποίησή μας;
    Πρέπει να σας πω ότι η ομηρική Οδύσσεια έχει ερεθίσει περισσότερο τους ποιητές μας από την Ιλιάδα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το τεράστιο έργο των 33.333 στίχων της Οδύσσειας του Καζαντζάκη. Αλλά έχει ερεθίσει και μοντερνιστές ποιητές, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι η Ιλιάδα: λ.χ. οι αναφορές στην ποίηση του Σεφέρη προς την Οδύσσεια είναι πολύ πυκνότερες μπροστά στις περίπου μηδενικές αναφορές στην Ιλιάδα. Από ό,τι ξέρω, έχουμε μια αναφορά του Πατρόκλου σε ένα ποίημα από το Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ΄. Και άλλους ποιητές όμως επηρέασε η Οδύσσεια, π.χ. με το θέμα της Νέκυιας ή του Ελπήνορα.

    Υπάρχει ωστόσο μια χαρακτηριστική εξαίρεση, κι αυτό είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Ο ποιητής που επέμεινε περισσότερο στην Ιλιάδα απ’ ό,τι στην Οδύσσεια κι έκανε ιλιαδικής προέλευσης ποιήματα είναι ο Καβάφης. Έχουμε τουλάχιστον τέσσερα ιλιαδικά ποιήματα του Καβάφη αφορμισμένα, και όχι μόνο αφορμισμένα αλλά χτισμένα έτσι με έναν δικό του τρόπο, πολύ τολμηρό ενίοτε ως προς τη χρήση του αλλά και πολύ σεβαστικό σε σχέση με το πρότυπο το ιλιαδικό, ενώ τα ποιήματά του που έχουν προέλευση την Οδύσσεια είναι δύο. Ας τα πούμε για να τα θυμηθούμε, έχουμε την «Πριάμου Νυκτοπορία», έχουμε «Τα άλογα του Αχιλλέως», έχουμε την «Κηδεία του Σαρπηδόνος» και έχουμε και τους «Τρώες». Τέσσερα καθαρώς ιλιαδικά ποιήματα. Το τελευταίο μάλιστα το έχει εντάξει ο Στάθης Λιβαθινός στην παράσταση, και είναι η σφραγίδα της.

    Από την Οδύσσεια έχει επίσης δύο ποιήματα ο Καβάφης: είναι η «Δευτέρα Οδύσσεια» και η «Ιθάκη», η πασίγνωστη. Πάντως, είναι ο ποιητής που γενικότερα έχει γράψει πολύ σημαντικά ποιήματα με θέματα αρχαιοελληνικά από κείμενα σπουδαία. Έχουμε, λ.χ., σπουδαία ποιήματα του Καβάφη αφορμισμένα από τον Αισχύλο, από τους Πέρσες το ένα, από την Ορέστεια το άλλο. Έχουμε ποιήματά του αφορμισμένα και από τον Σοφοκλή. Είναι λοιπόν πολύ χαρακτηριστικό ότι αυτή τη στιγμή ο πιο προβεβλημένος ποιητής μας στο εξωτερικό, ίσως και στο εσωτερικό, έχει διασταυρωθεί επανειλημμένα με τα ομηρικά έπη και ειδικότερα με την Ιλιάδα, με τολμηρό μάλιστα τρόπο κυρίως σε ό,τι αφορά τη σημασιολόγησή τους.

    Ο τρόπος που κάνει τη δουλειά του ο Καβάφης είναι πολύ ενδιαφέρων και πολύ τολμηρός. Τολμηρότερος λ.χ., θα έλεγα, απ’ ό,τι αυτός του Σεφέρη, ίσως λιγότερο τολμηρός απ’ ό,τι εκείνος του Ρίτσου. Διότι έχουμε και ποιήματα ομηρικά του Ρίτσου –εγώ τα λέω «Μικρά ομηρικά»–, και έχω γράψει ένα μελέτημα με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και ως προς το στοιχείο το παραβατικό που έχουν. Δεν είναι τυχαία αυτή η συγγένεια Καβάφη και Ρίτσου σε ό,τι αφορά τις αφορμές των ομηρικών επών και όχι μονάχα των ομηρικών επών: γενικότερα της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας.

    Ποια θα ήταν η συμβουλή σας προς τους νέους ποιητές ή γενικότερα τους νέους λογοτέχνες;
    Να διαβάσουν με προσοχή, να ακούσουν με προσοχή και να αφήσουν να ασκηθεί αυτό που περιμένουμε να ασκηθεί πάντα απ’ τα παλιά τα έργα, ως ζύμη. Για να ζυμωθεί και η νεοελληνική λογοτεχνία σε επίπεδα γλώσσας, ύφους, ήθους, μιας και αυτός είναι κι ο τελικός σκοπός. Δεν μαθαίνουμε τα παλιά κείμενα και τα παλιά έργα μονάχα για να πλουτίσουμε τις εγκυκλοπαιδικές μας γνώσεις!

    07.2013, Κανελλοπούλου – Μπελογιάννη Νατάσσα «Δ.Μαρωνίτης :Φταίει η σχολική εκπαίδευση που ο μέσος Έλληνας γνωρίζει ελάχιστα την Ιλιάδα», www.chronosmag.eu

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Η Ιλιάδα κατά τον Στάθη Λιβαθινό

    Κριτική Χορού

    Καλή αρχή του Φεστιβάλ Αθηνών με το κάθισμα 13 στη 13η σειρά της αίθουσας Δ. Ο γούρικος αριθμός μου! Στις ξέχειλες κερκίδες (8/6) το 65% ήταν γυναίκες και ο κόσμος άνετα ντυμένος σαν για εκδρομή: σαγιονάρες, βερμούδες, σακίδια στην πλάτη… «Ιλιάδα», λοιπόν, στην Πειραιώς -μα τι συμβαίνει επιτέλους; «Οδύσσεια» η έναρξη της περιόδου 2012-13, «Ιλιάδα» η έναρξη των φεστιβαλικών εκδηλώσεων. Ποιος… ζήλεψε ποιον; Ο Μπομπ Ουίλσον τον Στάθη Λιβαθινό ή το αντίθετο; Και οι δύο είχαν στα σκαριά το project από καιρό. Και σε κάποια σημεία… συναντήθηκαν: στη ζωντανή μουσική υπόκρουση/επένδυση που έπαιζε ένας μουσικός κοντά στη σκηνή. Μόνο που για την «Οδύσσεια» το σόλο πιάνο ήταν εκνευριστικό, επαρκώς άσχετο και καλύπτοντας συχνά το λόγο. Αντίθετα, η σύνθεση και ο σχεδιασμός ήχου του Λ.Πηγούνη για την «Ιλιάδα» ήταν αρμοστά με το θέαμα και ο Μ. Κλαπάκης στα κρουστά… έδωσε ρέστα! Και οι δύο προτάσεις είχαν αδιαμφισβήτητα «άποψη». Του Ουίλσον εκείνη ενός esthete, minimal με υποδόριες νύξεις χιούμορ (κακού). Του Στάθη άμεσα άγρια με -συγγνώμη- μπόχα νταβρατίλας για τους Αχαιούς (αμ, φαντάροι ήταν, χρόνια στα παραπήγματα) και άμεση κοροϊδία για τα καμώματα των θεών.

    Για την κίνηση ο Ουίλσον -ειδικός και ιδιαίτερος στο είδος του- πρόσφερε τερτίπια μάλλον παρά «χορογραφία» και δεν ξεχνώ τον άμοιρο Σταύρο Ζαλμά (Οδυσσέα ιδανικό για διεθνή διανομή) να παίζει με τις παλάμες του στριφογυρίζοντάς τες και κάνοντας κολπάκια με τα δάχτυλά του. Ο Λιβαθινός έφερε για την κινησιολογική προετοιμασία και τις πολεμικές τέχνες τον Σι Μιαο Τζιε (Μάχιμο Μοναχό Σαολίν) αλλά και μια επιμελήτρια κίνησης (Pauline Huguet). Και είμαι βέβαιος ότι έβαλε κι αυτός το χεράκι του, όπως κι ο υπέροχος θίασος το δικό του ανταποκρινόμενος υπερθετικά. Σκηνές όπως εκείνη με τους Αχαιούς να ανεβοκατεβαίνουν σ’ ένα τραπέζι περιγράφοντας πώς σκότωναν ποιοι ποιους αποτελούν αλησμόνητη «χορογραφική» εμπειρία. Και μια και μιλήσαμε για το ξέχειλο θέατρο και τις πέντε μέρες, γιατί όχι στο Ηρώδειο για τόσες κι άλλες τόσες; Θα γέμιζε σίγουρα και δεν θα παραπονιούνταν όσοι έμειναν έξω!

    02.07.2013, Ρικάκης Ανδρέας «Η Ιλιάδα κατά τον Στάθη Λιβαθινό», Η Καθημερινή

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ιλιάδα του Ομήρου

    Τα ομηρικά έπη είναι τα αρχαιότερα ελληνικά ποιητικά δημιουργήματα που μας διασώθηκαν και οριοθετούν την αρχή της ποιητικής παράδοσης των Ελλήνων. Η Ιλιάδα είναι το αρχαιότερο από τα δύο έπη που μας έχουν διασωθεί. Ο ιλιαδικός ποιητής περιγράφει ένα πόλεμο ο οποίος κράτησε συνολικά δέκα χρόνια. Βρισκόμαστε στο δέκατο έτος του πολέμου. Ο Όμηρος στην Ιλιάδα περιγράφει περιστατικά τα οποία καλύπτουν 52 πραγματικές μέρες. Από αυτές οι 39 είναι αργές, δηλαδή περνούν χωρίς ουσιαστικά γεγονότα και από τις υπόλοιπες 13 με ανεπτυγμένη δράση, μόνο οι 4 είναι συμπυκνωμένες δραματικά με ζωντανές μάχες στις οποίες ο ποιητής απεικονίζει την εικόνα των φοβερών συγκρούσεων των δύο στρατών. Το θέμα του έπους είναι η «μήνις», ο θυμός δηλαδή του Αχιλλέα, γιατί του άρπαξε ο Αγαμέμνονας την Βρισηίδα. Η Ιλιάδα ξεκινά με το ξέσπασμα του Αχιλλέα και τελειώνει με το τέλος του θυμού του, όταν ο Αγαμέμνονας του επιστρέφει την Βρισηίδα αλλά κυρίως από την ικανοποίηση που νιώθει για τον θάνατο του Έκτορα τον οποίο σκοτώνει ο ίδιος ώστε να εκδικηθεί τον θάνατο του φίλου του Πατρόκλου από το χέρι του.

    Τα συνθετικά στοιχεία της δομής και της υπόθεσης της Ιλιάδας αφορούν την διαφωνία ισχυρών προσώπων η οποία οδηγεί σε μοιραία και καταστροφικά αποτελέσματα. Ο ισχυρός Αγαμέμνων περιφρονεί την θέληση των θεών και αρπάζοντας αυθαίρετα το γέρας ενός άλλου, δηλαδή του Αχιλλέα, παραβιάζει τα όρια της δικαιοσύνης και μπαίνει στα όρια της «άτης» και της «ύβρεως», κάτι που προξενεί συμφορά στον στρατό και στερεί τον Αχιλλέα από την τιμή του. Η Ιλιάδα δομεί την δραματουργική της πλοκή πάνω στο θέμα της «μήνιος», που είναι αποτέλεσμα της σύγκρουσης της ύβρεως του Αγαμέμνονα με την τιμή του Αχιλλέα. Σαφώς έχει προηγηθεί η ύβρις του Πάρη με την αρπαγή της Ελένης από τον Μενέλαο αλλά θα υπάρξει τιμωρία γι’ αυτή με την καταστροφή της Τροίας, όπως ο Αγαμέμνονας θα τιμωρηθεί για την δική του ύβρη, την θυσία της Ιφιγένειας στην Αυλίδα όταν θα δολοφονηθεί από το χέρι της Κλυταιμνήστρας και τον δόλο του Αίγισθου, επιστρέφοντας στις Μυκήνες. Χαρακτηριστικό των καινοτομιών στην δραματουργική σύνθεση της Ιλιάδας είναι ότι ο Όμηρος δεν συνθέτει χαρακτήρες απόλυτα θετικούς ή αρνητικούς αλλά αναγνωρίζει αρετές και τρωτά και στις δύο αντιπάλους. Η Ιλιάδα των 15.693 στίχων αποτελεί ένα μνημειώδες έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας και επηρέασε βαθιά την εξέλιξη της λογοτεχνίας σε επίπεδο δομής, σύνθεσης και ύφους.

    Είναι ουσιαστικά η πρώτη φορά που κάποιος σκηνοθέτης δοκιμάζει να αναμετρηθεί με το ομηρικό έπος σε όλη του την έκταση και το μέγεθος και να παρουσιάσει σε θεατροποιημένη εκδοχή και τις 24 ραψωδίες του. Ο Στάθης Λιβαθινός επιλέγει την αριστουργηματική μετάφραση του Δ.Ν. Μαρωνίτη και μας παρουσιάζει το ομηρικό έπος σε μια 5ώρη εκδοχή. Η βαρύνουσας σημασίας και μεγέθους αφηγηματικότητα του ομηρικού έπους, δεν θα μπορούσε να έχει τύχει καλύτερης μεταχείρισης από αυτή του Λιβαθινού, ο οποίος έχει κατά καιρούς παρουσιάσει εντυπωσιακά δείγματα σκηνικής δεξιοτεχνίας στο λεγόμενο αφηγηματικό θέατρο. Η σκηνοθεσία εξισορροπεί έντεχνα ανάμεσα στην αφήγηση και στην παραστατικότητα, απεικονίζοντας σκηνικές δράσεις οι οποίες είναι οπτικά πάλλουσες και αυστηρά γεωμετρικές στην δόμηση τους χωρίς να παραγκωνίζει την καθαρότητα και την πληρότητα στην εκφορά του ποιητικού λόγου. Η σκηνοθεσία του Λιβαθινού διαθέτει έξυπνα σκηνικά ευρήματα, καλά οργανωμένους και ευφάνταστα εκτελεσμένους αυτοσχεδιασμούς καθώς και εύγλωττο και σαρκαστικά απολαυστικό χιούμορ. Ο Λιβαθινός φέρνει με επιτυχία το έργο στο σήμερα, αποφεύγοντας βαρύγδουπες και επιπόλαιες προσεγγίσεις καθώς και περιττές επικίζουσες εξάρσεις, οι οποίες μόνο γραφικότητα θα προσέδιδαν και τίποτε άλλο στο θεατρικό του εγχείρημα.

    Εξαιρετική η μινιμαλιστική σκηνογραφία της Ελένης Μανωλοπούλου, απεικόνισε με ευστοχία ένα πολεμικό σκηνικό ανεξαρτήτως εποχής, λαού ή εθνικής καταγωγής. Στο ίδιο υφολογικό μοτίβο κινούνται και τα έξοχα κοστούμια της όπως και οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου που αποτυπώνουν στην εντέλεια τον ζόφο του πολέμου. Πολύ ενδιαφέροντα και άκρως μελετημένα και αποτελεσματικά, τα υπόλοιπα επιμέρους χαρακτηριστικά της παράστασης, με την γενικότερη κινησιολογική επιμέλεια αλλά και τα κρουστά του Μανούσου Κλαπάκη, να ξεχωρίζουν ιδιαίτερα.

    Στο πεδίο που αφορά τις ερμηνείες, παρακολουθούμε, στις περισσότερες περιπτώσεις, υποκριτική υψηλού επιπέδου και φυσικά όλοι οι ηθοποιοί ανεξαιρέτως, ανταπεξέρχονται με αξιοθαύμαστη άνεση στις τεράστιες σωματικές και όχι μόνο, απαιτήσεις αυτού του δύσκολου εγχειρήματος. Ξεχώρισα ιδιαίτερα τον δαιμονικά σαρκαστικό Δημήτρη Ήμελλο στον ρόλο του Αγαμέμνονα, τον θαυμάσιο Γιώργο Χριστοδούλου, στον ρόλο του Αχιλλέα, την έξοχη Μαρία Σαββίδου, ειδικότερα στον ρόλο της Μοίρας, τον απολαυστικό Γιώργο Τσιαντούλα στον ρόλο του Πάρη, τον Βασίλη Ανδρέου στον ρόλο του Πρίαμου και την Αμαλία Τσεκούρα στον ρόλο της Ήρας.

    Η κατά Λιβαθινό Ομήρου Ιλιάδα αποτελεί ένα αδιαμφισβήτητο θεατρικό επίτευγμα σε όλα τα επίπεδα, που συναντά κανείς σπάνια πλέον στο θεατρικό τοπίο και θα αποτελέσει σαφώς σημείο αναφοράς πάνω στην θεατρική μεταφορά των ομηρικών επών καθώς και μια σημαντική στιγμή για το ελληνικό θέατρο γενικότερα.

    20.06.2013, Παϊτάρης Μάριος «Ιλιάδα του Ομήρου», www.episkinis.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ιλιάδα: Ο Λιβαθινός εντυπωσιάζει, αλλά δεν απογειώνει

    Η πεντάωρη «Ιλιάδα» του Λιβαθινού δεν κουράζει, διαθέτει καλές ερμηνείες και σκηνική παρουσία, όμως αποτυγχάνει να απογειώσει το κοινό.

    H «Ιλιάδα» του Στάθη Λιβαθινού μπορεί να μην κόμισε το νέο στη θεατρική πράξη , δεν κάνει τομή, αλλά μετέφερε το λόγο της (στη μετάφραση του Δ.Ν Μαρωνίτη) ακέραιο, μαζί με το πολεμοχαρές ομηρικό πνεύμα (με εξαιρετικά σωματικές ερμηνείες από τους ηθοποιούς), σε μια πεντάωρη παράσταση που δεν κούραζε.

    Τοποθετημένη σε ένα μεταβιομηχανικό σκηνικό χώρο, με μια λιμνοθάλασσα, σωρούς από ελαστικά αυτοκινήτων και φορτηγών, σωρευμένες καρέκλες και τραπέζια -πασαρέλα των θεών, η παράσταση του Φεστιβάλ Αθηνών ξετύλιξε αρχικά αργά, εν συνεχεία με ρυθμό σταθερό και επιταχυνόμενο τη μεθοδική δουλειά που γεννήθηκε μέσα από τον αυτοσχεδιασμό.

    Οι ηθοποιοί, παρότι στο σύνολό τους ως όψη δεν παρέπεμπαν στους μυθολογικούς ήρωες των σχολικών εγχειριδίων και ούτε κατά διάνοια στα χολιγουντιανά μυθικά πρότυπα – ο σκηνοθέτης τους γύρισε την πλάτη επιδεικτικά, πέτυχαν αξιοπρόσεκτες ερμηνείες. Όχι όλοι. Καλύτερες των ανδρών οι γυναίκες. Εντυπωσιακά εξελισσόμενες οι Αμαλία Τσεκούρα, Νεφέλη Κουρή. Στέρεες, ωστόσο διολισθαίνουσες στον στόμφο η Μαρία Σαββίδου και η Αργυρώ Ανανιάδου. Ο Δημήτρης Ήμελλος μας αιφνιδίασε , «αδύναμος» και κουρασμένος στο πρώτο μέρος. Τους υπόλοιπους ρόλους υποδύθηκαν -ακόμη και τρεις-τέσσερις ταυτόχρονα!- οι Γιώργος Χριστοδούλου, Νίκος Καρδώνης, Χρήστος Σουγάρης, Άρης Τρουπάκης, Γιάννης Παναγόπουλος, Γεράσιμος Μιχελής, Γιώργος Τσιαντούλας κ.ά.

    Τι είναι αυτό που συγκρατεί ο θεατής από την πολυαναμενόμενη «Ιλιάδα»; Τα ευφάνταστα συμπλέγματα, χορογραφίες πολεμικές, των σκηνών μάχης. Τις θεότητες που ίπταντο γυμνόστηθες πάνω από τους απλούς θνητούς ή ημίθεους. Τους γάντζους των σφαγείων που πηγαινοέρχονταν με τα αμπέχονα των πολεμιστών (η αισθητική τους αναγνωρίσιμη , με τη σφραγίδα της Ελένης Μανωλοπούλου), σχολιάζοντας ειρωνικά και αρνητικά τον πόλεμο στη διαχρονία του. Το συνεχή παλμό που δινόταν από τις μουσικές υπογραμμίσεις, φράση -φράση του κρουστού Μανούσου Κλαπάκη, χωρίς όμως ποτέ η σκηνική δράση να κάνει την υπέρβαση. Τη σκληρή δουλειά του σκηνοθέτη με τους ηθοποιούς του, κυρίως, η οποία βρισκόταν και πρωταγωνιστούσε πάνω στη σκηνή.

    Δύσκολη η πρώτη ύλη που είχε στα χέρια του ο Λιβαθινός. Η παράστασή του, αν και καλύτερη από την Οδύσσεια του Ρόμπερτ Γουίλσον, βασισμένη αποκλειστικά στις δυνάμεις των ηθοποιών, που έκαναν πρωταθλητισμό, δεν απογείωσε τελικά τους θεατές.

    19.06.2013, Κλεφτόγιαννη Ιωάννα «Ιλιάδα: Ο Λιβαθινός εντυπωσιάζει, αλλά δεν απογειώνει», www.in2life.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Κριτική θεάτρου: «Ιλιάδα»

    Η Ιωάννα Κλεφτόγιαννη γράφει κριτική για την μαραθώνια πεντάωρη παράσταση της «Ιλιάδας» που παρουσιάστηκε σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.

    Aναμετριέσαι με ένα ομηρικό έπος; Και αν το κάνεις, ποια είναι η φιλοδοξία; Στο δικό μας σήμερα, ένα σύγχρονο context που τα εμπεριέχει και τα ανέχεται σχεδόν όλα; Ερωτήματα που στο πρώτο σκέλος απαντήθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα, αλληλοδιαδεχόμενα, με δυο παραστάσεις. Απίθανη σύμπτωση! Μετά την κατά Μπομπ Γουίλσον «Οδύσσεια» ήλθε η κατά Στάθη Λιβαθινό «Ιλιάδα» (παίχτηκε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών).

    Απαιτεί τόλμη ή, μάλλον, θράσος (το δεύτερο το παραδέχτηκε ο Λιβαθινός σε συνέντευξή του) για να τα βάλεις με τα μεγέθη των ομηρικών επών. Ιδίως την «Ιλιάδα», ένα μνημειώδες αξεπέραστο κείμενο για τον πόλεμο, γεμάτο εκκωφαντικές ιαχές μαχών και βαναυσότητας. Είναι σχεδόν ανέφικτο να μεταφερθεί σε μια θεατρική παράσταση χωρίς μεγάλες απώλειες και σμικρύνσεις.

    Στην περίπτωση ενός μεταφραστή τα πράγματα είναι ελεγχόμενα, αν και αβέβαια. Στην περίπτωση του σκηνοθέτη, απλώς ρωσική ρουλέτα. Για πάρα πολλούς Έλληνες θεατές ο Αμερικανός εικονοκλάστης απέτυχε. Η εικαστική μαγεία της παράστασης που έστησε για το Εθνικό Θέατρα δεν μπόρεσε να ανατρέψει την «κακομεταχείριση» του έπους, το οποίο στο λεκτικό κομμάτι μετατράπηκε σε αφελή τηλεοπτικό διάλογο, στο δε οπτικό καρτούν, που συμπαρέσυρε μαζί και γνώριμα χολιγουντιανά κλισέ.

    Στον αντίποδα, ο Στάθης Λιβαθινός στηρίχτηκε απολύτως στο λόγο του ραψωδού (στη μετάφραση του Δ.Ν. Μαρωνίτη με τα διόλου αμελητέα προβλήματά της, ειδικά ακούγοντάς της να μιλιέται φωναχτά – σε εξαντλητική επεξεργασία του σκηνοθέτη με την Έλσα Ανδριανού) και –να ένα κοινό σημείο με τον Γουίλσον- στη σωματικότητα των ηθοποιών του.

    Τα αποτελέσματα, χωρίς να μπορεί κανείς να μιλήσει για τη «μεγάλη» παράσταση, αφού πραγματικά ποτέ δεν απογειώνεται, είναι αξιοπρόσεκτα, αν καταφέρεις να υπομείνεις την πρώτη αργή, σκοτεινή, «θαμπή» ώρα, με τους ηθοποιούς να μην έχουν μπει καλά- καλά στο ρόλο τους –χαρακτηριστικότερο όλων το παράδειγμα του Αγαμέμνονα Δημήτρη Ήμελλου. Η ώρα αυτή λειτουργεί κάπως σαν «ζέσταμα» .

    Γρήγορα η παράσταση αποκτά βηματισμό και αρκετό ενδιαφέρον –οι λύσεις που συχνά δίνει ο Λιβαθινός είναι εμπνευσμένες – και μολονότι διαρκεί 5 ώρες τελικά δεν κουράζει. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά τη διάρκειά της δεν υπάρχουν διαρροές. Παρ’ όλα αυτά, η συγκεκριμένη διάρκεια δεν φαίνεται να προκύπτει από πραγματική αναγκαιότητα.

    Η φεστιβαλική παράσταση, ένα από τα δυνατά χαρτιά του φετινού θεσμού, ενώ δεν «δάμασε» την «Ιλιάδα», ούτε την πρόδωσε. Αυτό, από συγκεκριμένη οπτική ιδωμένο, συνιστά άθλο από μόνο του. Διότι τα μεγέθη μοιραία μικρύνανε σε σχέση τόσο με τον αριθμό των ηρώων, όσο και με το εκτόπισμα που απαιτεί η μυθική ή θεϊκή καταβολή τους. Άλλωστε την αρωγή της τεχνολογίας η παράσταση του Λιβαθινού με φανατικό τρόπο την αρνήθηκε. Η όψη των ηθοποιών που τους ενσαρκώνουν, ακόμα και τις Ολύμπιες θεότητες, δεν είναι άλλη από αυτή των «καθημερινών» ανθρώπων -μόνο οι θεότητες είναι γυμνόστηθες!

    Η «Ιλιάδα» είναι η αφορμή να συναντηθούμε ξανά με δοκιμασμένες μανιέρες. Της Θέτιδας και αφηγήτριας Μαρίας Σαββίδου, που μαζί με τον Νίκο Καρδώνη και την Αθηνά Αργυρώ Ανανιάδου στρογγυλεύουν το λόγο με στόμφο. Μαζί τους δίνουν αγώνα και με τον ομηρικό λόγο και με τα σωματικά όρια οι Χρήστος Σουγάρης, Άρης Τρουπάκης, Βασίλης Ανδρέου , Γιώργος Χριστοδούλου, Διονύσης Μπουλάς , Γεράσιμος Μιχελής, Γιώργος Τσιαντούλας (είναι ευχάριστη έκπληξη), Λευτέρης Αγγελάκης, Γιάννης Παναγόπουλος. Ανερχόμενη δύναμη η Αμαλία Τσεκούρα. Εξελισσόμενη και η Νεφέλη Κουρή.

    Τα πράγματα γειώνονται συνειδητά σε μια παράσταση που διέθετε χιούμορ, εξαιρετικές σκηνές μάχης (στις οποίες ωστόσο δεν αντιλαμβάνεσαι ότι υπάρχει η εκπαίδευση ενός Σαολίν), συνεχή ζωντανή μουσική υπογράμμιση (από τον κρουστό Μανούσο Κλαπάκη) και ασταμάτητο «μπες-βγες» από το πρώτο πρόσωπο στην τριτοπρόσωπη αφήγηση –σημείο στο οποίο φαίνεται η εξαντλητική δουλειά της προσαρμογής.

    Ενδιαφέρουσα η πρόταση του σκηνικού της Ελένης Μανωλοπούλου, που φλερτάρει με το βιομηχανικό χώρο –μοναδικό σχόλιο, οι γάντζοι των σφαγείων που πηγαινοέρχονται με τα στρατιωτικά αμπέχονα. Αποπνικτικοί, περισσότερο από όσο χρειαζόταν και αντέχει κανείς σε μια 5ωρη παράσταση, ήταν οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου.

    19.06.2013, Κλεφτόγιαννη Ιωάννα «Κριτική θεάτρου: «Ιλιάδα», www.clickatlife.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Οι προσπάθειές μας σαν των Τρώων;

    Πέντε ώρες όμηροι απαράμιλλου Ομήρου με τη βραβευμένη μετάφραση του Δ. Μαρωνίτη

    Ομηρος
    Ιλιάδα
    σκηνοθ.: Στάθης Λιβαθινός
    θέατρο: Πειραιώς 260 (χώρος Δ)
    Φεστιβάλ Αθηνών

    Του τη χρωστούσαμε. Του Ομήρου. Όποιος κι αν ήταν αυτός. Μας τη χρωστούσανε, των συμπατριωτών του. Όποιοι κι αν έχουμε γίνει. Ύστερα από τόσες αλλόγλωσσες απόπειρες σε θέατρα του κόσμου, μια «Ιλιάδα» 24 ραψωδιών, συγγενικής λαλιάς, σ’ ελληνική σκηνή και πάνω στην ώρα της, μας τη χρωστούσανε! Σύνδρομο ελληνοφροσύνης; Απλή συνειδητοποίηση, πόσο έχουμε αποξενωθεί απ’ όσα περιέχουμε και μας ορίζουν, πόσο αφήνουμε να φεύγουν από εμάς, τα έπη μας. Οι δικές μας βέδες, τα δικά μας Γκιλγκαμές και οι Μαχαμπαράτες.

    Ο Στάθης Λιβαθινός, κυοφορώντας με τους θαυμαστούς συνεργάτες του επί εννέα μήνες αυτή την τολμηρή, πεντάωρη παράσταση, κάνει λόγο για «χρεία ειδικής, εθνικής εκπαίδευσης –δίχως ρήματα, υποκείμενα κ.λπ.– για κείμενα όπως η Ιλιάδα» και ό,τι μας προσφέρει είναι η επιβεβαίωση. Το κοινό νιώθει να μαθητεύει απ’ την αρχή στο ομηρικό έπος, στην αποστομωτική του επικαιρότητα, στην ποίηση του λόγου του, στη συνταρακτική αλήθεια των περιγραφών του, στην αγριότητα, στη συγκίνηση, στην ορμή, στο χιούμορ, στις μεγαλοσύνες και τις αφροσύνες των ηρώων του, στην αναιδή, μεγαλοφυή και δραματοτόκο εξομοίωση θεών και ανθρώπων και σε πολύ περισσότερα από αυτά, που επειδή δεν περιγράφονται είναι αυτά που είναι.

    Πάνω στη βραβευμένη μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη, με συνεργάτιδα στη διασκευή και σκηνική προσαρμογή την Έλσα Ανδριανού και τον θίασο (λόγος σπαρταριστός και εμφανώς δουλεμένος στη πράξη), με τον Στρατή Πασχάλη σύμβουλο στη δραματουργία, την Ελένη Μανωλοπούλου στα τολμηρά, έμβια σχεδόν, κοστούμια και σκηνικά στοιχεία, με τον Λάμπρο Πηγούνη στα γεμάτα οικείες συγχορδίες και θραύσματα λαϊκής μνήμης θρηνητικά, μουσικά κύματα, ηχητικές κορυφώσεις, ξεσπάσματα και ζωντανά κρουστά (Μανούσος Κλαπάκης), με θαυμαστή κίνηση κι ακριβέστατες μονομαχίες διδαγμένες από τον μάχιμο μοναχό Σαολίν Σι Μιάο Τζιε (επιμέλεια, Pauline Huguet) και με ομιλούντες σχεδόν φωτισμούς από τον Αλέκο Αναστασίου, στήθηκαν 300 λεπτά ζωντανό, θεατρικό, ταξιδευτικό, συναρπαστικό απαύγασμα από το έπος της «Ιλιάδας», που μας εμπεριέχει και μας κατοπτρίζει μέχρι απελπισίας. Ως άτομα, συνομοταξίες, νοοτροπίες, κοινωνία, λαό.

    Οι 15 ταγμένοι ηθοποιοί (ραψωδοί, αφηγητές, ζογκλέρ, μίμοι, μονομάχοι) αντάλλαξαν το ραβδί του (τυφλού συνήθως) ραψωδού με τα περιστρεφόμενα, περισκοπικά ραβδιά των πολεμικών τεχνών και της θεατρικής μαγείας. Μεταμόρφωσαν λάστιχα αυτοκινήτων σε όπλα, καθίσματα, θώκους, κρυψώνες, κλίνες, αιώρες. Κοινές καρέκλες και τραπέζια σε πολιορκητικούς κριούς, μέσα αναρρίχησης και πτώσης, οχήματα θαυμάτων και άρματα. Έναν λάκκο με νερό σε θάλασσες, πηγές και ποταμούς. Τίποτε νέο ή πρωτόφαντο. Στάιν, Μνούσκιν, Μπρουκ, Στρέλερ κ.ά. έχουν εξαντλήσει από χρόνια τα θέματα. Όμως όλα ήταν λειτουργικά, αφομοιωμένα, άψογα δουλεμένα, φυσιολογικά μέχρις αυθεντικότητας. Οι όποιες επαναλήψεις ακολουθούσαν γνωστές, ομηρικές τεχνικές. Λειτουργούσαν δηλαδή σαν κομβικά, καθοδηγητικά θέματα και μοτίβα. Η ακαταπόνητη ορμή του εξαίρετου θιάσου, η συλλογική ευλάβεια προς το κείμενο, αλλά και η άνεση απέναντί του, το κέφι, τα ευρήματα, οι τέλεια συντονισμένοι, σωματοποιητικοί ήχοι, τα νεύματα, ο θαυματοποιητικός χειρισμός των ρούχων, ο μεταμορφωτικός οίστρος στους 39 ρόλους, ελάχιστος κατάλογος συλλογικών εγκωμίων σε μια παράσταση συνόλου.

    Πλην του κεντρικού ενορχηστρωτή Λιβαθινού, ο οποίος συνέλαβε, οργάνωσε, ενέπνευσε και δίδαξε αυτό το θεατρικό πείραμα πάνω σε ηρωισμό, θυμό, πένθος, έρωτα, φιλία, ήττα, εμφύλιο μίσος τότε και τώρα με όχημα την «Ιλιάδα», θα θυμάμαι αυτόν τον θίασο για καιρό όπως και μονάδες σαν τον Δημήτρη Ήμελλο (στιβαρός, ξεροκέφαλος, τρωτός και μοιραίος –Έλλην– αρχηγός Αγαμέμνων, απολαυστικά κωμικός Ήφαιστος), τον Γιώργο Χριστοδούλου (αψίκορος, απόλυτος, αδίστακτος και απρόβλεπτα σπλαχνικός Αχιλλέας), τον Άρη Τρουπάκη (εξιδανικευμένος μακελευτής, ερασιθάνατος ήρωας Έκτωρ), την Αμαλία Τσεκούρα (σπαρακτική Ανδρομάχη, ακαταμάχητη και κωμική Ήρα), τον Βασίλη Ανδρέου (μοιραίος Χρύσης, γήινος Πρίαμος, έκτακτος Απόλλων) ή, τέλος, την αρχιραψωδό Μαρία Σαββίδου, που ως Μοίρα, Θέτις ή Εκάβη, μπροστάρισσα στη μάχη και στα προφητέματα, θεϊκή ή θνητή μητέρα, ειρωνική ή ψυχρή σαν ιστορία, πάντοτε όμως σαν αρχαία βελανιδιά, μάζεψε στον θεατρικό της ίσκιο Τρώες, Αχαιούς και νεοέλληνες μνημονεύοντας απαράμιλλα ως επιμύθιο αυτό που όλοι τρέμουμε: Τους Τρώες του Καβάφη.

    16.06.2013, Κολτσιδοπούλου Άννυ «Οι προσπάθειές μας σαν των Τρώων;», Η Καθημερινή

     

    Για το link πατήστε εδώ

     

     

  • «Ιλιάδα» του Ομήρου στο Φεστιβάλ Αθηνών 2013

    Η σκηνική μεταφορά της «Ιλιάδας» είναι αναμφίβολα ένα τεράστιο στοίχημα που γεννά πολλά ερωτηματικά με πρωταρχικό το κατά πόσο τα έπη μπορούν να μεταβάλλονται σε κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που είναι. Αλλά τότε μπαίνει και το ερώτημα του τι ακριβώς είναι ή μάλλον ήταν. Από αρχαίες μαρτυρίες γνωρίζουμε ότι η εκφορά των ομηρικών επών γινόταν με παραστατικό τρόπο. Στον πλατωνικό «Ίωνα», ο Σωκράτης κατηγορεί τον ραψωδό για υποκριτικές υπερβολές. Επιπλέον, υπάρχουν φήμες ότι ο Αισχύλος είχε χαρακτηρίσει τα δράματα του ψίχουλα απ’ το ομηρικό τραπέζι. Στην «Ιλιάδα» άλλωστε βρίσκει κανείς όλους εκείνους τους ήρωες που θα αποτελέσουν το υλικό των τριών τραγωδών. Η πτώση της Τροίας, η μοίρα της Ανδρομάχης, ο θρήνος της Εκάβης, η επιστροφή του Αγαμέμνονα στο Άργος με τις γνωστές συνέπειες, τα όπλα του Αχιλλέα, η θυσία της Ιφιγένειας, η Ελένη κι ο Μενέλαος κοκ, όλες αυτές είναι οι ιστορίες που προέκυψαν απ’ τον πόλεμο της Τροίας.

    Ο Λιβαθινός προετοίμαζε μήνες την «Ιλιάδα» και το αποτέλεσμα όχι απλώς τον δικαίωσε αλλά μας γύρισε και αρκετά χρόνια πίσω σ’ εκείνη τη μαγική στιγμή του «Ηλίθιου», τότε που έκανε το ακατόρθωτο παράσταση κι έκλεισε έτσι έναν μεγάλο κύκλο πειραματικών σκηνοθεσιών. Η «Ιλιάδα» είναι μια ακόμα σημαντική στιγμή του, η κορύφωση θα λέγαμε της μετά τον «Ηλίθιο» εποχής. Είναι όλοι οι πειραματισμοί που πήραν συγκεκριμένη μορφή, όλα τα ανέφικτα που πήραν σάρκα και οστά στη σκηνή, όλη η ποίηση που μαζί με την ομάδα του κυοφορούσε χρόνια. Η «Ιλιάδα» είναι η ώριμη στιγμή ενός σκηνοθέτη που παραμένει ανοιχτός σε ερευνητικό επίπεδο.

    Η παράσταση κράτησε τις βασικές ιστορίες της «Ιλιάδας» και τήρησε τις ισορροπίες ανάμεσα στα αφηγηματικά μέρη και τα διαλογικά επιτυγχάνοντας έναν συγκερασμό του βασικού είδους (έπος) και της μετεξέλιξης του (δράμα). Το κέντρο βάρους έπεσε στον πόλεμο και τον ηρωισμό με στόχο όμως να τονιστούν ιδιαιτέρως έννοιες όπως η συμφιλίωση, η τιμή κι ο σεβασμός στους νεκρούς. Το φινάλε εξάλλου είναι χαμηλών τόνων και βρίθει συναισθηματισμού. Είναι η στιγμή που ο γέρο Πρίαμος θα πάει στο εχθρικό στρατόπεδο και θα ζητήσει απ’ τον φονιά του παιδιού του το νεκρό σώμα του για να το κηδέψει.

    Υπήρξε στο σύνολο της λιτή κι ουσιαστική, χωρίς εφέ και άλλους σκηνικούς εντυπωσιασμούς αλλά με έντονα ποιητικά στοιχεία και δυο τρεις εικόνες εξαιρετικής τεχνικής, μαγείας, εκτέλεσης. Κρατώ τη σκηνή που ο Αγαμέμνονας απομακρύνεται μέσα στο πλοίο πατώντας απλώς σ’ ένα κομμάτι ύφασμα την άκρη του οποίου τραβάει ένας άλλος ηθοποιός και με τη βοήθεια του φωτισμού μας κάνει να βλέπουμε μπροστά μας πλοίο που κινείται. Κρατώ επίσης το ερωτικό σύμπλεγμα της Ήρας και του Δία μέσα σ’ ένα ελαστικό αυτοκινήτου, τις Θεές όπως κατέβαιναν τη στριφογυριστή σκάλα του Ολύμπου, τις δυο τελικές μάχες ανάμεσα στον Πάτροκλο και τον Έκτορα κι ανάμεσα στον Αχιλλέα και τον Έκτορα.

    Η γλώσσα του Μαρωνίτη ήταν σύγχρονη και ζωντανή, το σκηνικό της Μανωλοπούλου ευρηματικό και μαζί με τους εξαιρετικούς φωτισμούς του Αναστασίου αξιοποίησαν στο έπακρο τις τεράστιες δυνατότητες του εργοστασιακού χώρου.

    Οι ηθοποιοί έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους, συγκίνησαν το κοινό και τίμησαν το κείμενο και την ιστορία του. […]

    14.06.2013, Τζαμικόσογλου Αλεξία «Ιλιάδα του Ομήρου στο Φεστιβάλ Αθηνών 2013», theatro.wordpress.com

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Στάθης Λιβαθινός -Ομήρου, Ιλιάδα: Μια Άνιση Μάχη, μια κριτική προσέγγιση του Δημήτρη Δουλγερίδη

    Η τελευταία ημέρα της Ιλιάδας στην Πειραιώς 260, Σάββατο 8 Ιουνίου
    μια κριτική προσέγγιση

    Η πεντάωρη Ιλιάδα, στη μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη, όπως τη σκηνοθέτησε ο Στάθης Λιβαθινός, σηματοδότησε με την επιτυχία της το εντυπωσιακό άνοιγμα του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών. Ποιες ήταν οι καλές στιγμές της και για ποια στοιχεία της σκηνικής πρότασής της ηγέρθησαν ενστάσεις…

    Υπάρχει ένας λάθος τρόπος να «διαβάζεις» σκηνοθετικά τα όσια και τα ιερά της αρχαίας γραμματείας. Στέκεσαι στο παρόν, στρέφεις το βλέμμα προς τα πίσω και η ρετρό-αφήγηση ξεκινά. Δεν ήταν ο τρόπος που επέλεξε ευτυχώς ο Στάθης Λιβαθινός για την Ιλιάδα του, παράσταση που κατάφερε να ισορροπήσει ανάμεσα στα δάνεια της ποπ αισθητικής και τη «σύγχρονη» μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη.

    Υπήρξαν αρκετές καλές στιγμές στη σκηνή της Πειραιώς 260. Τα καρτουνίστικα προσωπεία των θεών – που γίνονται ένα με τους ηθοποιούς -, οι μινιμαλιστικές μεταφορές (τα χάρτινα ομοιώματα των ελληνικών πλοίων που καίγονται τη νύχτα), οι στιγμές υποκριτικής (ο Πάρις του Γ. Τσιαντούλα, ο Πρίαμος του Β. Ανδρέου, η Αργυρώ Ανανιάδου) και η ελεύθερη απόδοση εμβληματικών σκηνών. Ο σκηνοθέτης χτύπησε διάνα, για παράδειγμα, όταν έβαλε τους Αχαιούς να φαντασιώνονται εν μέσω μάχης ερωτικές σκηνές με την ωραία Ελένη. Το πιο ενδιαφέρον πείραμα του Λιβαθινού, κατά τη γνώμη μου, επίσης πέτυχε: η ασθμαίνουσα υποκριτική των ηθοποιών που εναλλασσόταν με την κοφτή αφήγηση, για να πάει πιο κάτω η πλοκή. Την ώρα που η συγκίνηση του θεατή έφτανε στο αποκορύφωμα, την προσγείωνε η ανάγκη για πρόβα. Αίσθηση που, για όποιον έχει διαβάσει σχετικά νωρίς στη ζωή του το ομηρικό έπος, ισχύει ατόφια.

    Μέχρι εκεί, ωστόσο. Οι υπόλοιπες εντυπώσεις χάθηκαν μεταξύ της ετερόκλητης σκηνογραφίας (κάποια από τα κοστούμια θύμιζαν ελληνικό εμφύλιο, σε μια προσπάθεια «επικαιροποίησης») και μιας σκηνοθετικής αντίληψης που απέκλειε καινά δαιμόνια επί σκηνής. Ήταν λίγες οι αναπάντεχες στιγμές, ακόμα πιο λίγες οι «φρέσκες». Και μια βασική ένσταση: η απανωτή παράθεση των πολεμικών σκηνών στον Όμηρο -με κομμένες καρωτίδες, χέρια που πέφτουν στο χώμα, κροτάφους που διαλύονται- είναι ο άλλος τρόπος για να πεις τη λέξη «ματαιοδοξία». Η εξιστόρησή τους με επιφωνήματα, εντάσεις και ρυθμούς fast forward μάλλον δεν υπηρετούσε αυτόν το σκοπό. Άποψη που επιβεβαιώθηκε και στο εύρημα της καταλυτικής σκηνής, όπου η Μαρία Σαββίδου «φωνάζει» τους «Τρώες» του Καβάφη. Η χρονική γέφυρα -μαρωνίτειας άραγε εμπνεύσεως;- θα είχε καλύτερη τύχη εάν ο Λιβαθινός ένωνε στη σκηνή όλο το θίασο για να αναγγείλει το ποίημα χαμηλόφωνα.

    13.06.2013, Δουλγερίδης Δημήτρης «Μια άνιση μάχη»,  «εφ» (Εφημερίδα του ελληνικού φεστιβάλ). Αναδημοσίευση από το camerastyloonline.wordpress.com

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Τροία και Σμύρνη θύματα πολέμων

    Το θεατρικό πρόγραμμα του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών στην Πειραιώς 260 άρχισε με παραστάσεις ενός ελληνικού και ενός τουρκικού θιάσου. Τυχαία ή σχεδιασμένη, η παράλληλη παρουσίαση των έργων των δύο θιάσων ήταν εξαιρετική σύμπτωση. Εξαιρετική σύμπτωση, οφειλόμενη στο «συγγενές» θέμα και μήνυμα των δύο έργων, κι ας γράφτηκε το ένα παραπάνω από τρεις περίπου χιλιετίες πριν και το άλλο πρόσφατα. Θέμα – των δύο έργων – ο κατακτητικός- ιμπεριαλιστικός πόλεμος και οι ολέθριες συνέπειές του. Τόπος της μυθοπλασίας – και των δύο – η Μικρά Ασία. Μήνυμα – και των δύο – η καταδίκη του πολέμου και των υπαιτίων του. Ο λόγος για τις παραστάσεις των έργων «Ιλιάδα» και «Ω Σμύρνη μου, όμορφή μου Ismir», που θα απασχολήσουν τη στήλη.

    «Ιλιάδα»

    Μετά την κειμηλιακή, ανυπέρβλητης φιλολογικής και λογοτεχνικής αξίας μετάφρασή της από τον Ιωάννη Κακριδή, η «Ιλιάδα» – ο πρώτος, «θεμέλιος λίθος» της Ελληνικής Γραμματείας, «τροφοδότης» και της διεθνούς – «λάμπει» και πάλι με τη μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη. Ένας έξοχος μεταφραστικός «άθλος», εμπλουτισμένος με καίριες φιλολογικές και μυθοπλαστικές αναλύσεις και επισημάνσεις στον πρόλογο και επίλογό του. Αναλύσεις και επισημάνσεις που στάθηκαν πολύτιμος «οδηγός» για τη σκηνική εικονοποίηση της «Ιλιάδας» από τον Στάθη Λιβαθινό. Το παράτολμο εγχείρημα του Στάθη Λιβαθινού να παρουσιάσει – για πρώτη φορά στα χρονικά – ολόκληρο το έπος, σε σκηνική επεξεργασία του ίδιου, της Έλσας Ανδριανού και των ηθοποιών, απέβη σε σπουδαίο σκηνοθετικό άθλο, με συνεργούς και άθλους των συνεργατών του. Τα ευφυούς απλότητας αλλά και λειτουργικότητας μεταλλικά σκηνικά και τα πανέμορφα, ευρηματικά μεταμορφώσιμα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου (σκηνικά και κοστούμια που καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό τη σκηνοθετική διάταξη, τα σημεία και τα επίπεδα εικονοποίησης των επεισοδίων κάθε ραψωδίας). Τη διδασκαλία των ηθοποιών από το μάχιμο μοναχό Σαολίν, Σι Μιάο Τζιε (κινησιολογία πολεμικών τεχνών). Τη μουσική και τον ηχητικό σχεδιασμό του Λάμπρου Πηγούνη. Μεγάλο έπαινο αξίζει ο ολοφάνερα πολύμηνος, σίγουρα επίπονος μόχθος των ταλαντούχων ηθοποιών να ασκηθούν φωνητικά και σωματικά στο μέγιστο βαθμό, ώστε να αντέξουν να «μιλήσουν» καθάρια, νοηματικά εύληπτα, το τεράστιας έκτασης κείμενο, να μεταμφιέζονται ταχύτατα υποδυόμενοι πολλά πρόσωπα ο καθένας, να δίνουν διαφορετική μορφή, φωνή, τρόπο ομιλίας, χαρακτηρολογικά στοιχεία, να περνούν αβίαστα από τον αφηγηματικό λόγο στο διάλογο μεταξύ διαφόρων προσώπων, κινούμενοι συνεχώς και έντονα, ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας τα επίπεδα του σκηνικού, αναπαριστώντας μάχη σώμα με σώμα, χωρίς να λαχανιάζουν και να δείχνουν κόπωση. Σωστά ο Δ. Μαρωνίτης χαρακτηρίζει «πρώιμη τραγωδία» την «Ιλιάδα». Χωρίς τεκμήρια χρονολογούμενο στον 8ο π.Χ. αιώνα, χωρίς τεκμήρια αποδιδόμενο στον Όμηρο, με άγνωστο «Χ» το πότε και το αν κι άλλοι αοιδοί – ραψωδοί, αργότερα, συνέβαλαν στην προφορική παράδοση και τελική διαμόρφωσή του, στο έπος αυτό «η αφήγηση εισβάλλει από το παρελθόν στο παρόν, παραμένοντας, ουσιαστικά και τυπολογικά, μετέωρη». Παρότι ο επεκτατικός Τρωικός Πόλεμος συνεχίζεται, το έπος τελειώνει καταδείχνοντας ότι πόλεμος σημαίνει θάνατο, χωρίς ουσιαστικά νικητές και νικημένους. Η «Ιλιάδα» διαθέτει «αριστοτελική» μυθοπλασία. Δηλαδή ενότητα μύθου, χώρου και χρόνου. Δεν αφορά στο δεκάχρονο Τρωικό Πόλεμο. Μόνο σε τέσσερις μέρες μαχών και σε μια ανακωχή έντεκα ημερών προκειμένου να ταφούν οι ήρωες των αντιμαχομένων, ο Πάτροκλος και ο Έκτορας. Η μυθοπλασία τοποθετείται εκτός και εντός των τειχών της Τροίας. Πρωταίτιο στοιχείο του «παροντικά» εκτυλισσόμενου δράματος είναι η εμφύλια έρις μεταξύ Αχιλλέα και Αγαμέμνονα για το ποιος θα χαρεί μια όμορφη σκλαβωμένη Τρωαδίτισσα, υπό την «προστασία» διαφορετικών «θεών» ο καθένας, καθώς ερίζουν μεταξύ τους και οι ενανθρωπισμένοι (ο καθένας με τα δικά του πάθη και κουσούρια) στο έπος «θεοί». Όσο ο οργισμένος Αχιλλέας δεν πολεμά οι κατακτητές κινδυνεύουν να ηττηθούν από τους Τρώες. Όταν ο Έκτορας δολοφονεί τον αγαπημένο φίλο του Πάτροκλο, ο Αχιλλέας λυσσαλέα θα σκοτώσει τον Έκτορα και θα χλευάζει το άταφο πτώμα του. Καταστροφή, ανθρώπινες απώλειες, οδύνη, θρήνος, φόβος ότι το θανατικό θα συνεχιστεί και η αβέβαιη έκβαση του πολέμου ώθησαν τον αρχαίο ραψωδό να υψώσει φωνή καταδίκης του πολέμου, την οποία εξυψώνει η εξαιρετική σκηνοθετική σύλληψη και εικονοποιητική σχεδίαση του Λιβαθινού. Η μόνη αισθητική παρατήρηση της υπογράφουσας αφορά στο υπερπαίξιμο των ηθοποιών, στην ερμηνευτική, σχηματική υπερβολή, στην επιδεικνυόμενη εκφραστική ικανότητα (προσώπου, σώματος, χεριών), στη ναρκισσιστική «ρητορεία» και την πόζα, κυρίως όσον αφορά στο λόγο. Μια πιο λιτή – δεν εννοούμε ανέκφραστη – υποκριτική δεν θα μείωνε την εικονοποιητική δύναμη της σκηνοθεσίας και θα άρμοζε περισσότερο στον ούτως ή άλλως αφηγηματικό χαρακτήρα του έπους. Πάντως, αξίζει μεγάλο έπαινο ο υποκριτικός μόχθος όλων των ηθοποιών: Δημήτρης Ήμελλος, Γιώργος Χριστοδούλου, Γεράσιμος Μιχελής, Λευτέρης Αγγελάκης, Νίκος Κορδώνης, Διονύσης Μπουλάς, Χρήστος Σουγάρης, Βασίλης Ανδρέου, Μαρία Σαββίδου, Άρης Τρουπάκης, Αμαλία Τσεκούρα, Γιώργος Τσιαντούλας, Γιάννης Παναγόπουλος, Νεφέλη Κουρή, Αργυρώ Ανανιάδου. […]

    12.06.2013, Θυμέλη «Τροία και Σμύρνη θύματα πολέμων», Ριζοσπάστης

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Διδακτική προσέγγιση της σκοτεινής ύλης του Ομήρου

    «Ιλιάδα», Φεστιβάλ Αθηνών

    Η παράσταση του Στάθη Λιβαθινού είναι «καλή», αξιοπρεπής και «καλοδουλεμένη». Τότε γιατί νιώθουμε πως με τέτοιες επιτυχίες το θέατρό μας μένει στάσιμο, αν δεν γυρίζει κιόλας πίσω; «Ανεπαισθήτως»; Ότι τα ίδια έχουν ιδωθεί με άλλες αφορμές, άλλων αφηγημάτων, από τον Παπαδιαμάντη έως τον Κορνάρο;

    Για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, δεν είναι η πρώτη φορά που η «Ιλιάδα» παρουσιάζεται ακέραια στο θέατρό μας. Έχει προηγηθεί πριν από τρία χρόνια η παρουσίασή της από το Εθνικό, πάλι στη μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη, στη μορφή ενός σκηνικού επιχειρήματος που περιελάμβανε την απαγγελία σε συνέχειες όλων των ραψωδιών από μια ομάδα εξαιρετικών ερμηνευτριών. Θα παρατηρήσετε ίσως πως εκεί δεν είχαμε την αυθεντικά θεατρική εκδοχή της – ουσιαστικά δεν είχαμε την παρουσίαση της με τη μορφή της δραματουργικής διασκευής. Ωστόσο ήταν εκείνη η εκδοχή που έφτανε εγγύτερα στη ρίζα του ομηρικού έπους. Εκεί μπορούσαμε να μιλούμε για αφηγηματική παρουσίαση της ιστορίας με τον τρόπο ενός ερμηνευτή, που χειρίζεται όλα τα μέσα έκφρασης για να ζητήσει την από κοινού διάβασή μας στο θέατρο του νου και της φαντασίας.

    Παράσταση σε τέσσερις ενότητες

    Η ουσιαστική όμως διαφορά μεταξύ των δύο εκδοχών βρίσκεται αλλού: στην τότε «Ιλιάδα» μπορούσαμε να ακουμπήσουμε το κείμενο χωρίς την παρέμβαση εσωτερικών αναγκών του θεάτρου, που μοιραία βαραίνουν πολύ την εκδοχή του Στάθη Λιβαθινού. Για να πείσει το θέατρο για τη σημασία της παρέμβασής του σε αυτή την περίπτωση ζητά ένα εσωτερικό κίνητρο, μια οργανική ενότητα μερών και συνόλου, ζητά την κλιμάκωση της έντασης και κάποιους στόχους που το έπος, με όλες τις αρετές του, δεν μπορεί να προσφέρει. Γι’ αυτό άλλωστε ολόκληρη η σκευή, που ο σκηνοθέτης εφαρμόζει στην παράστασή του, παρά την ποιότητα και τη δουλειά που προϋποθέτει (όπως άλλωστε όλες οι δουλειές του) δεν μπορεί να πείσει για περισσότερο από δύο ενότητες, από τις συνολικά τέσσερις στις οποίες χωρίζεται η παράσταση. Όσο κι αν μας γοητεύει, είναι φανερό πως μετά την τρίτη ή τέταρτη ενότητα αδυνατεί να στηρίξει πια τις επικές ανακυκλώσεις, τις επαναλήψεις και εκτάσεις του κειμένου.

    Ο Λιβαθινός δεν είναι διόλου άγνωρος του όλου προβλήματος. Το ζήτημα θεωρητικά βρίσκεται στη διαμόρφωση εκ μέρους του ενός «αφηγηματικού θεάτρου», ό,τι κι αν αυτό σημαίνει. Ωστόσο, παρά τις εξαγγελίες, στην πράξη ο σκηνοθέτης είναι φανερό ότι νιώθει να οφείλει στο κοινό του έναν εσωτερικό στόχο, ικανό να δώσει στο εγχείρημα την αναγκαιότητά του. Θεωρεί λοιπόν ότι το έπος του Ομήρου μπορεί να διασταυρωθεί με τη δική μας σύγχρονη εμπειρία του πολέμου και της καταστροφής, ακόμα και με τη δική μας κριτική του πολέμου. Δεν είναι ιδέα από μόνη της κακή, είναι όμως στενή για να χωρέσει το έπος. Είναι παλαιομοδίτικη. Κι ακόμα χειρότερα είναι αφόρητα διδακτική, μεροληπτικά διδακτική μάλιστα, καθώς επικαλείται τη διάθεσή μας να αποκηρύξουμε και κάτι που με τόση χαρά, άγριο ενθουσιασμό, άηθες και αχαρακτήριστο μένος αποδέχεται το ίδιο το αρχαίο κείμενο.

    Το πράγμα, αν το καλοσκεφτούμε, δεν διαφέρει ουσιαστικά από την παλιότερη σχολική εκδοχή, πάλι του Εθνικού, του ίδιου έπους από την Κάρμεν Ρουγγέρη. Είναι τα μέσα εδώ που διαφέρουν. Στη σκηνή της Πειραιώς, το πράγμα γέρνει προς την εμφυλιακή όψη, με αμπέχονα, τη γνωστή κούραση του στρατιώτη και την ελαφριά ειρωνεία του απέναντι στο κλέος των αρχηγών, σε μια «πραγματικότητα» αντιστικτική του ομηρικού μεγέθους.

    Ας παραμερίσω προς στιγμήν το παλιό κυνικό επιχείρημα σχετικά με την αλεπού και τα κρεμαστάρια ως προς την ικανότητα κάποιων ηθοποιών της ομάδας να παραστήσουν ένα μέρος έστω από το ομηρικό μέγεθος ηρώων και θεών (με όλη την εντρύφησή τους στις πολεμικές τέχνες, με δάσκαλο μάλιστα εξ Ανατολών). Ας δεχτούμε ότι σκοπός μας εδώ δεν είναι η μίμηση πράξεως, αλλά η «αφηγηματικότητα» (αν και η ίδια η παράσταση διαθέτει πολλά άλλα που στηρίζονται στη «μίμηση»). Το πρόβλημα είναι πως οι ήρωες της Ιλιάδας δεν ανήκουν στη δική μας προβληματική περί ήθους, χαρακτήρα, προσώπου και ευθυνών. Μπορεί να προλογίζουν ανάλογες διατυπώσεις, μπορεί να αποτελούν το δοχείο που θα χυθεί αργότερα η προβληματική αυτή (πρώτα με τη μορφή του τραγικού λόγου), διαθέτουν ωστόσο μια απροσδιόριστη σκοτεινή ύλη. Σε αυτό το σκότος βρίσκεται και το λάμπος. Μια άγρια χαρά πολέμου, ανάμεικτη με εικόνες λατρείας της ζωής, ένα πανθεϊστικό ανθρωπόμορφο αλλά και ανεύθυνο σύμπαν, μια αφήγηση που δεν έχει κέντρο τον άνθρωπο, όπως τον εννοούμε σήμερα, αλλά το ρυθμό, τον εσωτερικό παλμό, τη ζωτική ορμή και τις κρυφές φοβίες του.

    Πόσα από αυτά ισχύουν και πόσα μπορούν να δειχθούν σε μια παράσταση; Ένα ανέβασμα της «Ιλιάδας» δεν είναι απλή δραματουργική πρόκληση, αλλά πρόκληση σε όλους τους τομείς της τέχνης: στη φόρμα όσο και στο περιεχόμενο, στην όψη όσο και την ερμηνεία. Ή τουλάχιστον θα αποτελούσε ευτύχημα να είναι. Τότε θα μιλούσαμε ίσως για μια λαμπρή αποτυχία (αφού θα ήταν μάλλον πιθανόν ο σκηνοθέτης να φάει το μούτρα του αντιμέτωπος με τόσα πολλά…). Τώρα, αντίθετα, μιλούμε για μια déjà vu επιτυχία! Που, αν την αναλύσουμε, δεν σημαίνει κάτι περισσότερο από μια πρόσθεση της μετάφρασης του Μαρωνίτη (η οποία δίνει στην παράσταση ένα άγριο νατουραλιστικό έδαφος), τη μελετημένη δραματουργική διασκευή (που κάνει τις τέσσερις χρονικές ενότητες του έπους να μοιάζουν με πράξεις), μαζί με κάποιες έξυπνες σκηνικές λύσεις (ιδίως στις στιγμές των μονομαχιών).

    Γνώριμο παιχνίδι

    Πουθενά δεν διακρίνουμε τη διάθεση για πειραματισμό που ο ίδιος ο σκηνοθέτης εξήγγειλε. Πουθενά δεν βλέπουμε την άποψή του για το αφηγηματικό θέατρο. Πουθενά δεν ξεχωρίζουμε την πάλη του με την έννοια του «ραψωδού», που εδώ συγχέεται με την έννοια της χορικότητας και εκβάλλει (συνειδητά ή από συνήθεια;) στην εικόνα του τραγικού χορού. Όλα κινούνται στο γνώριμο ύφος του θεατρικού παιχνιδιού, που έχει καθιερώσει τον Λιθαθινό τόσα χρόνια, της δεμένης και ετοιμοπόλεμης ομάδας του, των άξιων ηθοποιών, της «ποίησης» του χειροποίητου θεάτρου που θυμίζει Μνουσκίν. Το χειρότερο τέλος πάντων είναι πως όλοι νιώθουμε ότι κάπου τα ίδια έχουν ιδωθεί με άλλες αφορμές, άλλων αφηγημάτων, από τον Παπαδιαμάντη έως τον Κορνάρο.

    Ακόμα και αν ξεπεράσουμε τα ιδιαίτερα τεχνικά ζητήματα, όπως το κομφούζιο θεών και ηρώων στη σκηνή και τη μίζερη αποκλιμάκωση των πρώτων στο ύψος των δευτέρων, που και αυτό κατεβαίνει με τη σειρά του στο πάτωμα, ακόμα και αν λησμονήσουμε το ατυχές καβαφικό επιμύθιο της παράστασης –που δείχνει το αδιέξοδο της όλης οπτικής-, μένουμε στο τέλος, εκτός από το βάρος της ανίας, με κάτι στα χέρια που δεν μπορούμε να διαχειριστούμε. Είναι μια «καλή παράσταση», όπως πάντα. Μια αξιοπρεπής και «καλοδουλεμένη πρόταση», όπως πάντα. Και είναι η «Ιλιάδα»! Που είναι πάλι «δική μας»! Τότε γιατί νιώθουμε πως με τέτοιες επιτυχίες το θέατρό μας μένει στάσιμο, αν δεν γυρίζει κιόλας πίσω; «Ανεπαισθήτως»;

    10.06.2013, Ιωαννίδης Γρηγόρης «Διδακτική προσέγγιση της σκοτεινής ύλης του Ομήρου», Η Εφημερίδα των Συντακτών

     

    Για το link πατήστε εδώ 

  • Το στοίχημα της Ιλιάδας ολοκληρώθηκε

    Ο Χώρος Δ της Πειραιώς 260 είναι τεράστιος. Θα γεμίσει; Κι όμως γέμισε και τη δεύτερη μέρα της παρουσίασης μιας πολυαναμενόμενης παράστασης, με την οποία ξεκίνησε η θεατρική διαδρομή του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών: «Ιλιάδα» του Ομήρου, σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού, σε μετάφραση Δ. Ν. Μαρωνίτη. Μια παράσταση που ολοκληρώνεται το ερχόμενο Σάββατο και είναι ήδη sold out για Παρασκευή και Σάββατο. Και διαρκεί πέντε ολόκληρες ώρες!

    Λίγο πριν ξεκινήσει η παράσταση, παρατηρώ τη σκηνή του Χώρου Δ. Κρεβάτια στρατώνα, εκείνα τα διώροφα, μια τεράστια τεχνητή λίμνη στην οποία καταλήγει μια σιδερένια ελικοειδής σκάλα (σαν εκείνες που μας οδηγούσαν στις ταράτσες παλιά), μερικές καρέκλες με μεταλλικά πόδια (που στην πορεία έγιναν και ασπίδες και φορεία και κρυψώνες) και πολλά, πάρα πολλά λάστιχα φορτηγών, μεγάλων και μικρότερων. Σε μια άκρη της σκηνής, ο μουσικός Μανούσος Κλαπάκης έχει βασικό ρόλο στην παράσταση, υπογραμμίζοντας τις φορτίσεις, τις εκρήξεις, τις αγωνίες, τις ελαφρότητες των θεών και των θνητών του ομηρικού έπους, δίνοντας με δυο λόγια τη μουσική υπόκρουση του έπους, στη μουσική σύνθεση που σχεδίασε ο Λάμπρος Πηγούνης.

    Ένας ένας οι Αργείοι και οι Τρώες εμφανίζονται στη σκηνή. Το φαιό στρατοκρατικό χρώμα είναι παντού. Διακόπτεται μόνο με την ανάλαφρη εμφάνιση των θεών του Ολύμπου, που κατεβαίνουν από την ελικοειδή σιδερένια σκάλα, συνωμοτούν, ερωτεύονται, είναι γήινοι, πονηροί, ευάλωτοι, γελοίοι κάποτε. Από την άλλη πλευρά, έξω από το κάστρο της Τροίας γίνονται γιγάντιες και φονικές μάχες. Παρόντες, στα πεδία των μαχών ή στα μετόπισθεν, ο αλαζόνας Αγαμέμνων, ο άβουλος Μενέλαος, ο γενναίος Αίας, ο σταρ και θυμωμένος Αχιλλέας, η εξυπνάδα του Οδυσσέα, η ήρεμη, αλλά πονηρή δύναμη του Νέστορα, η γαλήνη και η σοφία του Πρίαμου, η λαχτάρα της Εκάβης και της Ανδρομάχης, η απόγνωση της Χρυσηίδας, η τρυφερή γενναιότητα του Πάτροκλου. Όλα μπαίνουν σ’ αυτόν τον πόλεμο, εξίσου ισχυρά όπλα: ο έρωτας, η περηφάνια, το φιλότιμο, η υπεράσπιση των αρχών και των αξιών της κάθε πλευράς. Και είναι τόσο έντονα όλα αυτά που ενώ λείπουν ήδη εννιά χρόνια από τα συζυγικά κρεβάτια, στους στρατιώτες «ο πόλεμος τους φάνηκε γλυκύτερος από τον νόστο». Μικρές εικόνες σε διάφορα σημεία της σκηνής, εικονοποιούν με μικρούς «πίνακες» το έπος του Ομήρου. Η πιο έντονη, η πιο καθοριστική, η πιο επιτυχής, εκείνες οι τεράστιες σιδερένιες κρεμάστρες που πέφτουν από την οροφή, και πηγαινοφέρνουν κρεμασμένες χλαίνες, άδειες, έρημες, νεκρές. Όπως ο κάθε πόλεμος. Οι στίχοι του Γιάννη Θεοδωράκη (δεν ξέρω αν τους θυμήθηκε ο Στάθης Λιβαθινός) «στα κρεμαστάρια, μαστάρια τα ρούχα τους» ήρθαν στον νου…

    Τι μένει από αυτήν την πεντάωρη επική παράσταση; Η μεγάλη της διάρκεια ασφαλώς (θα μπορούσε να είναι μικρότερη). Η θωπευτική παρουσία της ποίησης του Ομήρου, που άλλοτε γίνεται κραυγή και υστερία, άλλοτε χάδι, άλλοτε παράπονο, άλλοτε παρηγοριά. Κάποιες σκηνοθετικές επιλογές που μας φάνηκαν υπερβολικές, ίσως και περιττές. Η συγκινητική επί πέντε ώρες διαρκής παρουσία των δεκαπέντε ηθοποιών της παράστασης, που τα έκαναν όλα και υποδύθηκαν πολλούς ρόλους ο καθένας. Εντέλει, η συστηματική, επίμονη και επίπονη προσπάθεια του Στάθη Λιβαθινού, από τον περασμένο Σεπτέμβριο, να αποδώσει ένα εμβληματικό έργο της παγκόσμιας γραμματείας.

    Στο στοίχημα της Ιλιάδας ολοκληρώθηκε, με ενστάσεις και μη, με υπέρ και κατά. Ο Στάθης Λιβαθινός ετοιμάζεται ήδη για τον ερχόμενο χειμώνα. Στην Α σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κεφαλληνίας, θα σκηνοθετήσει τον προσεχή Νοέμβριο τους «Βρυκόλακες» του Ίψεν, με την Μπέτυ Αρβανίτη και για τον θίασο γίνονται συζητήσεις με τους Νίκο Χατζόπουλο, Χάρη Φραγκούλη, Γιούλικα Σκαφιδά κ.ά.

    07.06.2013, Σελλά Όλγα «Το στοίχημα της Ιλιάδας ολοκληρώθηκε», Η Καθημερινή

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Γοητευτική πεντάωρη Ιλιάδα

    Ξανά στο γνωστό ραντεβού και φέτος. Στην Πειραιώς 260. Ίδιος, αλλά πιο περιποιημένος, και εξωτερικά (εκείνο το πλαϊνό στενό, που κινδυνεύαμε να μας πατήσουν τα αυτοκίνητα είναι πια ένα μεγάλος άνετος δρόμος με εξίσου άνετα πεζοδρόμια). Και μέσα οι αθηναϊκές σκηνές του Φεστιβάλ Αθηνών, οι χώροι Δ, Ε, Η, τα πάρκινγκ, όλα αξιοποιούνται για να υποδεχθούν τη σύγχρονη τέχνη. Του θεάτρου, του χορού, των εικαστικών, της μουσικής. Στις καντίνες το σύστημα επίσης άλλαξε: πρώτα πληρώνουμε στο ταμείο και μετά με την απόδειξη παίρνουμε ό,τι επιλέξαμε. Αποσυμφορίζει τον συνωστισμό μπροστά στις καντίνες τα διαλείμματα!

    Την πρεμιέρα φέτος έκανε, για δεύτερη χρονιά, η «Πρώτη Ύλη» του Δημήτρη Παπαϊωάννου. Και στο θέατρο μια πεντάωρη φιλόδοξη παραγωγή, η «Ιλιάδα» που σκηνοθέτησε ο Στάθης Λιβαθινός και επιχείρησε να εικονοποιήσει και να θεατροποιήσει το έπος του Ομήρου.

    Ο χώρος Δ της Πειραιώς 260 γέμισε μέχρι πάνω. Και είναι τεράστιος. Όσο για τις επόμενες μέρες που απομένουν μέχρι το Σάββατο που ολοκληρώνεται η παρουσίαση της Ιλιάδας, δύσκολο να βρείτε εισιτήριο. Μόνο αν ελπίσετε σε ακυρώσεις της τελευταίας στιγμής. Είναι ήδη sold out.

    Πάνω στη σκηνή οι δεκαπέντε ηθοποιοί της παράστασης ντυμένοι είτε με τα φαιά ρούχα του πολέμου, είτε με τα ανάλαφρα της χαλαρότητας των άτακτων θεών του Ολύμπου. Και φαίνεται ότι έτσι θέλησε να τους δείξει ο Στάθης Λιβαθινός: γήινους, ανάλαφρους, με ελαττώματα, με παραξενιές, με πονηριές, αφού έτσι, δίπλα τους, ανακατεμένους με τα ανθρώπινα πάθη και συμμετέχοντας σ’ αυτά, τους έβλεπαν και οι αρχαίοι Έλληνες. Στη σκηνή του χώρου Δ, ανακατεμένα κρεβάτια στρατώνα, εκείνα τα διώροφα, μια τεράστια τεχνητή λίμνη στην οποία καταλήγει μια σιδερένια ελικοειδής σκάλα (σαν εκείνες που μας οδηγούσαν στις ταράτσες παλιά), μερικές καρέκλες με μεταλλικά πόδια (που στην πορεία έγιναν και ασπίδες, και φορεία και κρυψώνες) και πολλά, πάρα πολλά λάστιχα φορτηγών, μεγάλων και μικρότερων. Σε μιαν άκρη της σκηνής, ο μουσικός Μανούσος Κλαπάκης έχει βασικό ρόλο στην παράσταση, υπογραμμίζοντας τις φορτίσεις, τις εκρήξεις, τις αγωνίες, τις ελαφρότητες των θεών και των θνητών του ομηρικού έπους, δίνοντας με δυο λόγια τη μουσική υπόκρουση του έπους, στη μουσική σύνθεση που σχεδίασε ο Λάμπρος Πηγούνης.

    Ανάμεσα στους θεούς ο αλαζών Αγαμέμνων (Δημήτρης Ήμελλος) – μια στρατιωτική καρικατούρα. Ο άβουλος Μενέλαος (Νίκος Καρδώνης, έξοχος στους περισσότερους από τους ρόλους που υποδύθηκε, αφού όλοι οι ηθοποιοί υποδύονται δύο ή τρεις ρόλους ο καθένας). Ο γενναίος Αίας (Γεράσιμος Μιχελής), ο θυμωμένος και πεισμωμένος Αχιλλέας (Γιώργος Χριστοδούλου), ο έξυπνος Οδυσσέας που δίνει πάντα λύσεις και ενώνει καταστάσεις (Χρήστος Σουγάρης), ο γαλήνιος, σοφός και πληγωμένος Πρίαμος (του πήγαινε πολύ αυτός ο ρόλος του Βασίλη Ανδρέου), η Εκάβη (η Μαρία Σαββίδου όργωσε περισσότερο απ’ όλους τη σκηνή του χώρου Δ, αφού επωμίστηκε και το μεγαλύτερο μέρος της αφήγησης), η στωική Ανδρομάχη (Αμαλία Τσεκούρα), η απελπισμένη Χρυσηίδα (Νεφέλη Κουρή), ο τρυφερός και γενναίος Πάτροκλος (Διονύσης Μπουλάς). Όλα μπαίνουν σ’ αυτόν τον αδυσώπητο πόλεμο, εξίσου ισχυρά όπλα, όπως τα βέλη και τα σπαθιά: ο έρωτας, η περηφάνια, το φιλότιμο, η υπεράσπιση των αρχών και των αξιών της κάθε πλευράς. Και είναι τόσο έντονα όλα αυτά, που ενώ λείπουν ήδη εννιά χρόνια από τα συζυγικά κρεβάτια, στους στρατιώτες «ο πόλεμος φάνηκε γλυκύτερος από τον νόστο».

    Αρκετοί κουράστηκαν από την πεντάωρη διάρκεια της παράστασης. Ελάχιστοι εγκατέλειψαν όμως, την πρώτη και τη δεύτερη μέρα. Οι περισσότεροι είδαν μέχρι το τέλος την παράσταση-στοίχημα του Στάθη Λιβαθινού και χειροκρότησαν θερμά τους αξιέπαινους ηθοποιούς. Στα τρία διαλείμματα και στο τέλος της παράστασης τα σχόλια ήταν ανακατεμένα. Άλλοι ήταν ενθουσιασμένοι, άλλοι είχαν ενστάσεις και αντιρρήσεις με πολλά σημεία της παράστασης. Κάποιες επιλογές του Στάθη Λιβαθινού δεν έγιναν κατανοητές. Όλοι όμως κράτησαν την υπέροχη γλώσσα (η μετάφραση του Δ. Ν. Μαρωνίτη έφτασε μέχρι κάτω στην πλατεία, σε κάθε λέξη της), την τεράστια συλλογική προσπάθεια, τη σκιαγράφηση του πολεμικού πάθους και της μικρότητας που οδηγούν στην καταστροφή των ανθρώπων, κι εκείνες τις κρεμασμένες χλαίνες, από τις τεράστιες σιδερένιες κρεμάστρες, που με πολύ ισχυρό τρόπο υπογράμμιζαν τον παραλογισμό των πολέμων και της βίας. Τα άδεια πουκάμισα, τις άδειες χλαίνες, την ερημιά του θανάτου.

    07.06.2013, Σελλά Όλγα «Γοητευτική πεντάωρη Ιλιάδα», www.oanagnostis.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Χειροκροτήματα για την «Ιλιάδα»

    Το κοινό επιβράβευσε τον Στάθη Λιβαθινό και τον πολυμελή θίασό του για την πεντάωρης διάρκειας μεταφορά του ομηρικού έπους στη σκηνή

    Χωρισμένη σε τέσσερα μέρη συνολικής διάρκειας (μαζί με τα τρία διαλείμματα) πέντε ωρών, δόθηκε χθες το βράδυ η πρεμιέρα της «Ιλιάδας» του Ομήρου, με τη σκηνοθετική ματιά του Στάθη Λιβαθινού, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Το κοινό που γέμισε το Κτίριο Δ της Πειραιώς 260 χάρισε ένα πλούσιο χειροκρότημα στον πολυμελή θίασο όταν λίγο μετά τη μία έφθασε στην υπόκλιση και σηκώθηκε όρθιο αναγνωρίζοντας την πολλή δουλειά που έκαναν όλοι μαζί για να φθάσει το ομηρικό έπος στη σκηνή.

    Mε το καθιερωμένο τέταρτο στην καθυστέρηση της έναρξης τα φώτα έσβησαν 15 λεπτά μετά τις 8 μ.μ. και οι πρώτοι ήχοι από την «Ιλιάδα» απλώθηκαν στην αίθουσα. Δεξιά από τη σκηνή ο Μανούσος Κλαπάκης με τα κρουστά του έδωσε τον τόνο και συνόδευσε μουσικά και καθοριστικά την παράσταση ως το τέλος. Το σκηνικό, αποτελούμενο από ξύλινα και σιδερένια στοιχεία, σαμπρέλες, σκάλες, καρέκλες, πολυθρόνες, γάντζους και τραπέζια, με την υπογραφή της Ελένης Μανωλοπούλου (όπως και στα κοστούμια), είχε τα χρώματα της γης και του πολέμου. «Γιε του Ατρέα…» ήταν η πρώτη φράση από την «Ιλιάδα» στη μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη που ακούστηκε και το κουβάρι του έπους άρχισε να ξετυλίγεται με τον Αγαμέμνονα του Δημήτρη Ήμελλου να μπαίνει στη σκηνή. Οι ηθοποιοί, μοιρασμένοι άλλοτε σε ρόλους-ήρωες και άλλοτε αναλαμβάνοντας τον ρόλο του αφηγητή-ραψωδού, έπαιζαν και αφηγούνταν τα γεγονότα. Ο λόγος, σαφής και ξεκάθαρος, επέτρεπε στον θεατή να παρακολουθήσει την εξέλιξη, ενώ παράλληλα οι σκηνές δράσης ζωντάνευαν μέσα από τα θεατρικά και σκηνοθετικά ευρήματα του Λιβαθινού και της ομάδας. Μπόλικοι οι αυτοσχεδιασμοί, επέτρεψαν στην παράσταση να «δείξει» τον πόλεμο, ενώ ένα υπόγειο ειρωνικό πνεύμα της προσέδωσε έναν περιπαικτικό χαρακτήρα – συνέβαλαν οι σκηνές με τους θεούς. Δυνατές οι σκηνές της μάχης, όπως και εκείνες της καταμέτρησης των νεκρών.

    Χωρισμένοι σε θνητούς και θεούς παρήλασαν από τη σκηνή οι ήρωες του έπους. Ο Αχιλλέας, ο Αίας, ο Διομήδης, ο Μενέλαος, ο Πάτροκλος, ο Οδυσσέας, ο Νέστωρ, ο Φοίνικας, ο Θερσίτης, ο Πρίαμος, η Εκάβη, ο Έκτωρ, η Ανδρομάχη, ο Πάρης, ο Πολυδάμας, ο Αινείας, ο Σαρπηδών, ο Γλαύκος, ο Χρύσης, η Χρυσηίδα, η Βρισηίδα και η Μοίρα από τη μια και απέναντί τους ο Δίας, η Ήρα, η Θέτις, η Αθηνά, ο Απόλλων, ο Ποσειδών, η Αφροδίτη, ο Άρης, η Ίρις, ο Όνειρος, ο Ήφαιστος, ο Σκάμανδρος και ο Ερμής.

    Ξεχώρισαν τόσο οι «παλιοί» της ομάδας, όπως ο πολυτάλαντος Δημήτρης Ήμελλος, ο ουσιαστικός Βασίλης Ανδρέου και ο δαιμόνιος Νίκος Καρδώνης, καθώς και ο Άρης Τρουπάκης στον ρόλο του Έκτορα, όσο και οι νεότεροι, όπως ο Γιώργος Χριστοδούλου ως Αχιλλέας. Εξαιρετικός ο Αίας του Γεράσιμου Μιχελή, εμβληματική ως φωνή και ως όψη η Μαρία Σαββίδου που, κρατώντας τους ρόλους της Εκάβης, της Θέτιδας, της Μοίρας και της αφηγήτριας, προσέδωσε στην παράσταση επικά στοιχεία και βαθύ αίσθημα. Ενδιαφέρουσα η Αμαλία Τσεκούρα ως Ήρα και Ανδρομάχη.

    Τελικά ο Στάθης Λιβαθινός κατάφερε να περάσει την «Ιλιάδα» στη σκηνή χωρίς να κουράσει. Ίσως επειδή μοίρασε τους 15.693 στίχους σε τρία μικρότερα και ένα μεγαλύτερο κομμάτι (αυτό του τέλους). Ίσως πάλι λόγω της φόρμας που επέλεξε – ανάμεσα στην αφήγηση, στην αναπαράσταση και στον αυτοσχεδιασμό, με τα σώματα των ηθοποιών να κυριαρχούν. Άλλωστε είναι τόσο δύσκολο να μεταφερθεί στη σκηνή ένας πόλεμος… Με τον Γιώργο Λούκο στον ρόλο του οικοδεσπότη, πολλοί ήταν εκείνοι που έσπευσαν να παρακολουθήσουν την πρώτη της «Ιλιάδας», ανάμεσά τους άνθρωποι των τεχνών και των γραμμάτων, καθώς και ηθοποιοί.

    Το πρώτο μέρος της «Ιλιάδας» διαρκεί 60′, το δεύτερο 50′, το τρίτο 40′ και το τέταρτο 80′. Ανάμεσά τους γίνονται τρία 10′ (περίπου) διαλείμματα. Παραστάσεις ως το Σάββατο 8 Ιουνίου στο Κτίριο Δ της Πειραιώς 260. Ώρα έναρξης: 20.00.

    06.06.2013, Λοβέρδου Μυρτώ «Χειροκροτήματα για την «Ιλιάδα», Το Βήμα

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • «Στον Όμηρο, ο λόγος είναι η εικόνα»

    Με αφορμή την παράσταση της «Ιλιάδας»

    Ο Στάθης Λιβαθινός δίδαξε πως η «Ιλιάδα» (όπως άλλωστε και η «Οδύσσεια») είναι έπη για το θέατρο και όχι για τον κινηματογράφο. Οι θνητοί και οι θεοί, με τα πάθη τους, τις αδυναμίες, τις προτιμήσεις, τους έρωτες, τις ίντριγκες (σαν να μην πέρασε μία μέρα, τόσο σημερινά όλα αυτά), εκφράζονται με τον λόγο, έτσι που, χωρίς αυτόν, να είναι αδύνατο να νιώσει κανείς τι βασανίζει τον κάθε θνητό ή θεό και τι επιδιώκει ο καθένας. Το έπος, σε όλη αυτή την έκθεση συναισθημάτων, αντιπαραθέσεων και ενεργειών, μετατρέπεται σε κωμωδία χαρακτήρων, με την κλασική σημασία του όρου. Άρα πρόκειται για θέατρο. Από τον οποίο, άλλωστε, βγήκε ο Μολιέρος και όλοι οι μετέπειτα σπουδαίοι δραματουργοί.

    Όσο για τις λεπτομερείς, μέχρι αγριότητος, περιγραφές της εκάστοτε μάχης και σφαγής που «παράγουν» εικόνες, είναι ο λόγος, πάνω απ’ όλα, που τις «ζωντανεύει» και που χωρίς αυτόν, οι εικόνες, αν υποθέσουμε πως αναπαρίστανται στον κινηματογράφο (κάτι στο οποίο οδηγείται κοινότοπα η σκέψη κάθε σύγχρονου αναγνώστη-ακροατή), δεν έχουν κανένα νόημα. Χωρίς τον λόγο, τη λεπτομερή όσο και απάνθρωπη περιγραφή του Ομήρου, οι εικόνες είναι κενές. Δεν σημαίνουν τίποτε. Στον Όμηρο, ο λόγος είναι η εικόνα.

    Η πεντάωρη παράσταση που κύλησε χωρίς ουδείς να μετακινηθεί από τον κατάμεστο χώρο του αυτοσχέδιου θεάτρου, είχε όλα τα προτερήματα, σε ώριμη πλέον μορφή, των παλαιότερων παραστάσεων της ομάδας του Λιβαθινού: άριστη κίνηση, άψογη ηχητική επένδυση με τη μορφή μουσικής, φωτισμούς, σκηνικό και κοστούμια που παρέπεμπαν σε σύγχρονες (ενίοτε σοβιετικές) τυπολατρίες, ρυθμό και τέμπο με αυξομειώσεις ανάλογες των συναισθημάτων κυρίως, αλλά και των δρώμενων, υψηλού επιπέδου ερμηνείες. Μια παράσταση που συμπυκνώνει όλη τη μέχρι τώρα σκηνοθετική ιδιοπροσωπία του Λιβαθινού.

    Το φινάλε, μια έκπληξη. Μετά τον θρήνο και την ικεσία του δύστυχου Πριάμου, για να του παραδώσει το κουφάρι του Έκτορα ο Αχιλλέας και να θάψει τον γιο του, με τιμές που αρμόζουν σε βασιλόπουλο, όλοι έχουμε την εντύπωση ότι η παράσταση έφτασε στο τέλος. Όμως η έμπνευση (τίνος;) να κλείσει η «Ιλιάδα» με το τόσο επίκαιρο ποίημα του Καβάφη («Είν’ οι προσπάθειές μας, των συφοριασμένων είν’ οι προσπάθειές μας σαν των Τρώων») ειπωμένο συγκλονιστικά από τη Μαρία Σαββίδου, απογείωσε (ή μήπως προσγείωσε;) το κοινό. Ένα εμπνευσμένο φινάλε αντάξιο μιας συγκλονιστικής παράστασης.

    Μαζί με τα νέα παιδιά, η παλαιά φρουρά του Λιβαθινού (Μαρία Σαββίδου, συγκλονιστική τραγωδός, Δημήτρης Ήμελλος αυταρχικός Αγαμέμνων και απολαυστικός Ήφαιστος, Νίκος Καρδώνης άβουλος Μενέλαος και εγωιστής Απόλλων, Άρης Τρουπάκης μεγαλόστομος αλλά και θαρραλέος Έκτορας, Βασίλης Ανδρέου χαροκαμένος σπαρακτικός Πρίαμος) έλαμψε, ακόμη μια φορά, με την ποικιλία των εκφραστικών της μέσων και την ωριμότητά της.

    Με την «Ιλιάδα», η «Πειραματική Σκηνή» του Εθνικού Θεάτρου, πήρε θριαμβευτική εκδίκηση από τους υπερφίαλους μεταμοντέρνους που τη διέλυσαν.

    07.06.2013, Λαμπρινός Φώτος «Στον Όμηρο, ο λόγος είναι η εικόνα», Η Εφημερίδα των Συντακτών

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Είδαμε την «Ιλιάδα»

    Ο Στάθης Λιβαθινός έκανε μια παράσταση με υψηλές καλλιτεχνικές αξιώσεις, αποδεικνύοντας γι’ ακόμη μία φορά πως υπάρχουν οι ηθοποιοί που μπορούν να δώσουν πνοή και ανάσα σε μια μεγάλη ιδέα, όπως αυτή της σκηνικής παρουσίασης ενός έπους. Θα πρέπει απλώς να δουλέψεις μαζί τους και αυτό είναι φανερό ότι έχει γίνει στη συγκεκριμένη παραγωγή. Μια σκηνοθετική προσπάθεια που σέβεται τον εαυτό της έχει ως στόχο, μέσα από τη θεατρική πράξη, ο λόγος να φτάσει ακμαίος στον θεατή και να του μεταδώσει όχι μόνο τα διδάγματα αλλά και την καθαρτήρια χαρά. Όπερ κι εγένετο. Ξεκινώντας τις πρόβες τους από τον Σεπτέμβριο, οι συντελεστές της «Ιλιάδας» δούλεψαν πάνω στη βραβευμένη μετάφραση του Δ.Ν. Μαρωνίτη, ερευνώντας τη λέξη προς λέξη, κι έφτασαν να αντιμετωπίζουν το κείμενο του Ομήρου σαν συμφωνία. Με τη βοήθεια του μαέστρου/σκηνοθέτη, οι ηθοποιοί, ένα κράμα ραψωδού και μίμου, κατάφεραν τον απόλυτο συντονισμό. Παίζουν με τονισμένα νεύματα κι έντονους ρυθμικούς κυματισμούς –εσωτερική φούγκα και πάθος–, αφηγούνται και ταυτόχρονα σχολιάζουν, ακολουθώντας έτσι την εναλλαγή των επεισοδίων. Το κείμενο «ακούγεται», διατηρώντας την επικοινωνία με το κοινό καθ’ όλη την πεντάωρη διάρκεια της παράστασης. Η σκηνοθεσία, καίρια, με χιούμορ και οξύτητα, εκμεταλλεύεται τις κρυφές οδηγίες του ραψωδού και τις δυνατότητες των εξαιρετικών ηθοποιών. Το σκηνικό και τα αντικείμενα που βρίσκονται μέσα σε αυτό –μερικά λάστιχα αυτοκινήτων, σιδερένιες πλατφόρμες, τσιγκέλια πάνω στα οποία κρέμονται αμπέχονα σαν σφαχτάρια, μια ξεθωριασμένη κόκκινη πολυθρόνα, μερικές καρέκλες και μια λίμνη με νερό στο βάθος– μαζί με τα ευρηματικά και σε ένα βαθμό εξαντρίκ κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου, πέρα από την όποια αισθητική τους αυτοτέλεια, δικαιολογούν και με το παραπάνω την ύπαρξή τους στη συγκεκριμένη παράσταση. Αν ένας από τους στόχους των συντελεστών ήταν να νιώσουμε τη φρίκη ενός ολοκληρωτικού πολέμου και τα συναισθήματα όσων μετέχουν σε αυτόν, το κατάφεραν. Ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος με την ίδια του τη μοίρα μέσα από τα λόγια του Ομήρου, που «μιλούν» σε όλες τις εποχές και για όλες τις εποχές. Οι Τρώες πολέμησαν για τη γη τους μέχρι τέλους. Η παράσταση τελειώνει με την πλανώμενη σκιά του Έκτορα, θυμίζοντάς μας όχι μόνο την κατάσταση του θύματος ενός πολέμου αλλά και την απουσία ενός αληθινού αγωνιστή από τη ζωή μας. Ευχόμαστε αυτή η παράσταση να βρει το δρόμο της σε κάποιο ελληνικό θέατρο το χειμώνα και οπωσδήποτε στο εξωτερικό!

    06.06.2013, Κρύου Μαρία «Είδαμε την Ιλιάδα», Αθηνόραμα

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Κέρδισε το ενδιαφέρον του κοινού η παράσταση του Λιβαθινού – Χωρίς διαρροές η 5ωρη «Ιλιάδα»

    Τρίτη βράδυ. Μία και κάτι μετά τα μεσάνυχτα. Μια ουρά από ταξί περιμένουν με αναμμένες μηχανές έξω από την Πειραιώς 260, η οποία ζωντάνεψε φέτος ξανά από το περασμένο Σαββατοκύριακο με την επανάληψη της «Πρώτης Ύλης» του Δημήτρη Παπαϊωάννου και την παράσταση «Untrained» της Lucy Guerin.

    Εντός του βιομηχανικού συμπλέγματος, στο πιο απομακρυσμένο θέατρο Δ’, την ίδια στιγμή το κοινό χειροκροτούσε ασταμάτητα τον Στάθη Λιβαθινό, τους ηθοποιούς και συντελεστές της «Ιλιάδας» του. Μισή ώρα διήρκεσε το χειροκρότημα στην πολυαναμενόμενη φεστιβαλική πρεμιέρα. Ένας θεατρικός άθλος, μια πρόκληση των μέσων των ηθοποιών και των δυνατοτήτων της σκηνής, να αποδοθεί το ομηρικό έπος θεατρικά χωρίς καμιά έξωθεν βοήθεια, είχε μόλις ολοκληρωθεί. Κάτι που απέδειξε ότι η παράσταση, μολονότι διήρκεσε πέντε ώρες με τρία διαλείμματα, δεν είχε διαρροές. Το κοινό παρέμεινε στις θέσεις του.

    Η περιέργεια του θεατή λογικά είχε το χρόνο να εξαντληθεί νωρίτερα. Τι κέρδισαν όσοι παρέμειναν στο θέατρο; Κάποιες στιγμές σκηνικής μαγείας. Κυρίως αυτές των ευφάνταστων μαχών-χορογραφιών και των σωματικών συμπλεγμάτων που παρήγαν -οι οποίες ωστόσο δεν προδίδουν στο ελάχιστο την εκπαίδευση που έγινε με τον σαολίν- και της εμφάνισης-πτήσης των θεοτήτων και των αλόγων του Αχιλλέα. Κέρδος, για το μεγάλο κοινό, είναι επίσης η κατάρριψη όλων των χολιγουντιανών καρτουνίστικων στερεοτύπων για τα ομηρικά έπη που είδαμε να αναπαράγει ακόμη και ο Γουίλσον. Ακούστηκε ο λόγος του ραψωδού στο ακέραιο, από τη μετάφραση του Δ.Ν. Μαρωνίτη, με όλες τις επιμέρους ενστάσεις που μπορεί κάποιος να έχει (όπως για παράδειγμα η φράση: «Εσένα και τα δώρα σου τα φτύνω»), σε μια ρέουσα 100% θεατρική και -αυτό είναι το εντυπωσιακό- καθόλου κουραστική αφήγηση, που μπαινόβγαινε από το πρώτο πρόσωπο στο τρίτο του αφηγητή, αποδίδοντας με λεπτή δουλειά τις «μεγάλες» σκηνές του Έπους.

    Η καλοσυντονισμένη, μάλλον χαμηλών τόνων, παράσταση, στο ξεκίνημά της θαμπή και κάπως άτονη, γρήγορα αποκτά βηματισμό και νεύρο, χωρίς όμως ποτέ να απογειώνεται με εκρηκτικό τρόπο. Τα πάντα επιτυγχάνονται, πρέπει να υπογραμμιστεί, αποκλειστικά με τις δυνάμεις των ηθοποιών της.

    Ενδεχομένως να χρειάζονταν περισσότεροι για να αποδώσουν τα «μεγέθη» του έπους και συγχρόνως να «καλύψουν» την αχανή σκηνή που ξανοίγεται στα μάτια των θεατών άδεια. Ένα σύμπαν σκοτεινό, ερεβώδες, βιομηχανικό, μεταλλικό (το σκηνικό της Ελένης Μανωλοπούλου), όπου τα τραπέζια μετατρέπονται στην πασαρέλα των θεών. Ένα νεκροταφείο σωρών από λάστιχα οχημάτων, με κρεβάτια από στρατώνες και γάντζους από σφαγεία, απ’ όπου κρέμονται τα στρατιωτικά αμπέχονα, τα οποία οι πολεμιστές φορούν πάνω από τα μεταμοντέρνα, γκοθ κοστούμια τους (κι αυτά της Μανωλοπούλου).

    Όλοι οι ηθοποιοί -Δημήτρης Ήμελλος, Γιώργος Χριστοδούλου, Νίκος Καρδώνης, Χρήστος Σουγάρης, Άρης Τρουπάκης, Γιάννης Παναγόπουλος, Γεράσιμος Μιχελής, Γιώργος Τσιαντούλας κ.ά.- εκλήθησαν -χωρίς να είναι ίδιο σε όλους το αποτέλεσμα- να κάνουν πρωταθλητισμό, μοιρασμένοι σε 3 και 4 ρόλους. Σίγουρα δοκιμάζονται στις πιο σωματοποιημένες έως σήμερα ερμηνείες τους.

    Γυμνόστηθες οι θεότητες (εξαιρετικές η Ήρα-Αθηνά Τσεκούρα, η Αθηνά-Αργυρώ Ανανιάδου και η Αφροδίτη-Νεφέλη Κουρή) ανεβοκατεβαίνουν με ευελιξία στα τραπέζια και στην ανεμόσκαλα πάνω από τη λιμνοθάλασσα που απλώνεται στο βάθος της σκηνής. Στην άλλη άκρη της, ο κρουστός Μανούσος Κλαπάκης παρεμβαίνει ασταμάτητα στη σκηνική δράση, συμπληρώνοντας και το λόγο και τη μουσική παρτιτούρα του Λάμπρου Πηγούνη.

    Παρ’ όλο που πολλοί δήλωναν εξερχόμενοι «δεν έχει νόημα να μπούμε στο δίλημμα Γουίλσον-Λιβαθινός, Οδύσσεια-Ιλιάδα», τελικά οι περισσότεροι δεν αντιστάθηκαν στον πειρασμό να το κάνουν. Για κάποιους ο εικαστικά τέλειος φορμαλισμός του Αμερικανού εικονοκλάστη ήταν αρκετός για το έπος. Για άλλους διάτρητος. Ο Λιβαθινός γι’ αυτούς άρθρωσε μια πραγματική πρόταση για την παράσταση ενός ομηρικού έπους σήμερα.

    06.06.2013, Κλεφτόγιαννη Ιωάννα «Κέρδισε το ενδιαφέρον του κοινού η παράσταση του Λιβαθινού – Χωρίς διαρροές η 5ωρη «Ιλιάδα», Ελευθεροτυπία

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Οι θεατές χειροκρότησαν την «Ιλιάδα» – «Μπράβο» και φινάλε με Καβάφη

    Ο ήχος από ένα κοχύλι. Ο Αχιλλέας καλεί σε συνέλευση τον στρατό. Η ομηρική «Ιλιάδα», κατά Στάθη Λιβαθινό, μόλις έχει αρχίσει το πεντάωρο θεατρικό ταξίδι της (με τρία διαλείμματα) στην Πειραιώς 260 (Δ), στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.

    Η προχθεσινή πρεμιέρα της παράστασης ολοκληρώθηκε λίγο μετά τη μία, μέσα σε παρατεταμένο χειροκρότημα και «μπράβο».

    Ο σκηνοθέτης κι όλοι οι ηθοποιοί και συντελεστές της παραγωγής, ανεβασμένοι στη σκηνή, είδαν τη γεμάτη πλατεία να τους επευφημεί όρθια, λαμβάνοντας την ικανοποίηση ότι είχαν «δαμάσει» επιτυχώς το ομηρικό έπος – για πρώτη φορά παρουσιάζονται επί σκηνής και οι 24 ραψωδίες του.

    Οι θεατές παρακολούθησαν απνευστί τα βασικά γεγονότα του τρωικού πολέμου, τα οποία ο Στάθης Λιβαθινός ακολούθησε με συνέπεια κι αποτέλεσαν τον καμβά πάνω στον οποίο έστησε μια χορταστική υπερπαραγωγή (αντιμετώπισε το ομηρικό έπος ως μια εργασία σε εξέλιξη πάνω στο αφηγηματικό θέατρο, το πρώτο δείγμα της οποίας είναι η παράσταση που ανέβηκε).

    15 πρωταγωνιστές

    Ιδιαίτερα τα σχόλια στάθηκαν στην υπέροχη μετάφραση του Δ.Ν. Μαρωνίτη (ο οποίος ήταν παρών στην πρεμιέρα), που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα αλλά και στον τρόπο που οι 15 πρωταγωνιστές κατάφεραν να εκφέρουν (σωστά κι άρτια) τον λόγο, μοιράζοντας αφηγηματικά και διαλογικά μέρη. Η δραματουργία, χωρίζοντας το έργο σε τέσσερα κομμάτια, φωτίζει αυτά που το συνδέουν με την εποχή μας.

    Η καίρια θεματική επικεντρώνεται στο πώς αξίζει να ζεις και να πεθαίνεις με νόημα. Χωρίς να περιλαμβάνει τις εντυπωσιακές σκηνές μάχης, στην παράσταση είδαμε πολεμικές σκηνές καθώς και μερικές εντυπωσιακές εικόνες, στιγμές έντασης και δύναμης. Στο φινάλε με την ταφή του Έκτορα, το έπος φτάνοντας στο συντελικό του όριο, ορίζει το τέλος του. Παραχωρώντας τα υπόλοιπα στον παραδοσιακό τρωικό μύθο, η παράσταση κλείνει με τους καβαφικούς «Τρώες».

    Λάστιχα αυτοκινήτων, «κουφάρια» κρεβατιών, μικρές εξέδρες, τραπέζια, μια υδάτινη περιοχή στο βάθος, μια σιδερένια στριφτή σκάλα, ένα κινούμενο «πλέγμα» με τσιγκέλια από όπου κρέμονταν χλαίνες, χάρτινα καραβάκια, μαύρα και κόκκινα μπαλόνια, κόκκινοι μίτοι, μαντίλια και πατίνια συνέθεταν το «βιομηχανικό» σκηνικό, ενταγμένο στο ύφος του χώρου (Ελένη Μανωλοπούλου).

    Εκεί οι ηθοποιοί «ξεδίπλωσαν» τη δράση του έργου σε όλη την έκταση της σκηνής και λειτούργησαν σαν ένα καλοοργανωμένο και εξαιρετικά δουλεμένο σύνολο, κάνοντας γρήγορες αλλαγές, όπου χρειαζόταν.

    Πέρα όμως από τις ερμηνευτικές τους δυνατότητες, αυτό που ξεχώριζε ήταν η κίνησή τους (αποτέλεσμα της κινησιολογικής διδασκαλίας του μοναχού Σαολίν Σι Μια Τζιε), κάτι που επίσης άρεσε πολύ στο κοινό. Ενδιαφέρον το ηχητικό περιβάλλον, ενώ τα ζωντανά κρουστά πρόσθεταν στο όλο αποτέλεσμα (Μανούσος Κλαπάκης). Η «Ιλιάδα» ολοκληρώνει τον κύκλο της στο Φεστιβάλ Αθηνών το Σάββατο, με σολντ άουτ παραστάσεις. Το «ταξίδι» της θα συνεχιστεί, εντός και (ευχόμαστε) εκτός Ελλάδος. […]

    06.06.2013, Καράλη Αντιγόνη «Οι θεατές χειροκρότησαν την «Ιλιάδα» – «Μπράβο» και φινάλε με Καβάφη», Έθνος

  • «Ιλιάδα»: Το έπος του Ομήρου δια χειρός Στάθη Λιβαθινού!

    Τι και αν κράτησε 5 ώρες; Με ένα θερμό και παρατεταμένο χειροκρότημα και με ελάχιστες αποχωρήσεις ολοκληρώθηκε λίγο μετά τη μία το βράδυ της Τρίτης στον χώρο Δ της Πειραιώς 260, η πρεμιέρα της πολυαναμενόμενης «Ιλιάδας»

    Με ένα θερμό και παρατεταμένο χειροκρότημα και με ελάχιστες αποχωρήσεις ολοκληρώθηκε λίγο μετά τη μία χθες βράδυ στον χώρο Δ της Πειραιώς 260, η πρεμιέρα της πολυαναμενόμενης «Ιλιάδας» σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού.

    Ότι έλειπε από την Οδύσσεια του Ρόμπερτ Γουίλσον υπήρχε στην Ιλιάδα του Λιβαθινού.

    Ίσως να ήταν το γεγονός ότι ο Λιβαθινός ως Έλληνας ένιωθε πολύ πιο κοντά στο ομηρικό έπος από ότι ο Γουίλσον.

    Ίσως να ήταν η εξαιρετική μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη. Πάντως οι πέντε ώρες της παράστασης περάσανε νεράκι. Η τόλμη του Γιώργου Λούκου, διευθυντή του Φεστιβάλ να συμπεριλάβει την παράσταση στο πρόγραμμα φέτος, επιβραβεύτηκε, καθώς το μεγαλεπήβολο σχέδιο αυτό για το σύγχρονο θέατρο, θα αποτελέσει τομή για τις παραστάσεις του μέλλοντος. Πρώτη φορά παρουσιάζονται επί σκηνής και οι 24 ραψωδίες του ομηρικού έπους και φάνηκε τόσο εύκολο και τόσο απλό δια χειρός Λιβαθινού.

    Τι και αν κράτησε 5 ώρες; Με αμείωτο ενδιαφέρον το κοινό (ανάμεσά του και ο πρόεδρος του Ελληνικού Φεστιβάλ, Γιώργος Λούκος) παρακολούθησε τους δεκαπέντε ηθοποιούς- ραψωδούς να εναλλάσσονται σε ρόλους και να αφηγούνται την «Ιλιάδα». Οι αμέτρητες εννιάμηνες πρόβες, απέδωσαν καρπούς. Μια τραγωδία αληθινή, σύγχρονη μα κλασσική ταυτόχρονα ξετυλίχθηκε μπροστά στους θεατές. Και με πόσο αμείωτο ενδιαφέρον την παρακολουθούσαμε όλοι, παρ’ ότι την διδαχθήκαμε στο σχολείο.

    Δεν είναι εύκολο να διηγηθείς μία πολυεπίπεδη ιστορία όπως η Ιλιάδα. Ο συναρπαστικός κόσμος της απασχολούσε τη σκέψη του Στάθη Λιβαθινού εδώ και κάμποσα χρόνια, αμέσως μετά το κλείσιμο της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού θεάτρου.

    Ο σκηνοθέτης αντιμετωπίζει το ομηρικό έπος ως μια εργασία σε εξέλιξη πάνω στο αφηγηματικό θέατρο, το πρώτο δείγμα της οποίας είναι η παράσταση που παρακολουθήσαμε.

    Η ομάδα των 15 ηθοποιών (Λευτέρης Αγγελάκης, Αργυρώ Ανανιάδου, Βασίλης Ανδρέου, Δημήτρης Ήμελλος, Νίκος Καρδώνης, Νεφέλη Κουρή, Γεράσιμος Μιχελής, Διονύσης Μπουλάς, Γιάννης Παναγόπουλος, Μαρία Σαββίδου, Χρήστος Σουγάρης, ‘Αρης Τρουπάκης, Αμαλία Τσεκούρα, Γιώργος Τσιαντούλας, Γιώργος Χριστοδούλου) περιλαμβάνει στην ουσία τρεις ερμηνευτικές γενιές. Ενώ, η υπόσταση του αφηγητή-ραψωδού -κυρίαρχο στοιχείο στην απόδοση του κειμένου- αφορά όλο τον θίασο. Όλοι οι ηθοποιοί είναι ταυτόχρονα και ραψωδοί.

    Η αφήγηση βασίζεται στα σώματα και στις φωνές των ηθοποιών και λιγότερο στα εξωτερικά εκφραστικά μέσα.

    Με εξαιρετικά κουστούμια, λιτά σύγχρονα σκηνικά, απλώς αψεγάδιαστο φωτισμό, από την Ελένη Μανωλοπούλου το έργο είναι ελεύθερο να αποδείξει την δύναμη του. Και την απέδειξε, αν κρίνει κανείς από το παρατεταμένο χειροκρότημα που επιφύλασσε στο τέλος το κοινό για τους συντελεστές, αποθεώνοντας όρθιο τον Στάθη Λιβαθινό και τους συνεργάτες του.

    Η παράσταση θα παίζεται έως και τις 8 Ιουνίου (στις 8 μ.μ.).

    05.06.2013, Φωκιανάκη Ηλιάνα «Ιλιάδα: Το έπος του Ομήρου δια χειρός Στάθη Λιβαθινού!», Πρώτο Θέμα

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ο Στάθης Λιβαθινός στο onlytheater.gr: «Η εποχή μας στερείται φανερών ηρώων»,

    Συνάντησα τον Στάθη Λιβαθινό στον βιομηχανικό χώρο της Πειραιώς 260, λίγο πριν παρακολουθήσω την εκπληκτική παράστασή του και η πρώτη κουβέντα που του είπα ήταν τα συγχαρητήρια για το ταξίδι της ”Ιλιάδας” στην Ολλανδία. ”Μας έχει προσκαλέσει το Εθνικό Θέατρο της Ολλανδίας.” μου λέει χαρούμενος. ” Ήρθαν, είδαν την παράσταση, ενθουσιάστηκαν και μας κάλεσαν να παίξουμε εκεί στις 5 & 6 Οκτωβρίου.”

    «Όλη την Eλλάδα έχει μορφώσει αυτός ο ποιητής» έλεγε ο Πλάτωνας για τον Όμηρο. Έδειξε ο κόσμος να το ενστερνίζεται σήμερα αυτό;
    Απόλυτα. Όχι μόνο όλη την Ελλάδα, αλλά όλον τον κόσμο, τον πλανήτη. Στον δυτικό πολιτισμό, όπου δεν υπήρξε Ισλάμ, εκεί που υπήρχε επαφή με τον αρχαίο πολιτισμό, η βάση παιδείας και κουλτούρας ήταν η Ιλιάδα. Την ήξεραν όλοι. Όλοι οι μεγάλοι ποιητές του 16ου, 17ου, 18ου αιώνα, είχαν επαφή με το πρωτότυπο. Είναι πηγή έμπνευσης, ζωοδόχος πηγή. Και τώρα καταλαβαίνω γιατί η Ιλιάδα μεγάλωσε τόσες γενιές, άνδρες-γυναίκες-παιδιά. Γιατί μιλάει για εμάς. με έναν υπέροχο τρόπο.

    Η παράστασή σας δε φωτίζει μόνο τις “sos” ραψωδίες. Το φως πέφτει ισάξια σε όλες, έτσι δεν είναι
    (Γέλια) Υπάρχει τέτοιο; Οι sos ραψωδίες; Όχι. Φωτίζονται τα sos θέματα της επιβίωσης του ανθρώπου.

    Οι ήρωες υπάρχουν, κατασκευάζονται ή είναι το καταφύγιο του αναβλητικού που μεταθέτει τις ευθύνες σε άλλους;
    Κάθε εποχή βάζει τα δικά της θέματα. Η εποχή μας στερείται φανερών ηρώων. Αφανείς υπάρχουν παντού. Σε όλα τα πεδία. Και αυτός είναι ένας λόγος που η Ιλιάδα με αφορά ακόμη περισσότερο. Το θέμα των ηρώων το αντιμετώπισα ως εξής: Πώς ξεπερνάει τα όρια, πώς γίνεται ήρωας. Άλλωστε το να είσαι ήρωας είναι κάτι που το λένε οι άλλοι για σένα δεν το λες για τον εαυτό σου. Οπότε..και σεις μπορεί να είστε ήρωας που καταφέρνετε να μου πάρετε συνέντευξη (γέλια).

    Θέλουμε ένα όραμα για να αντισταθούμε αλλιώς καταλήγουμε μόνοι και καθημαγμένοι. Έχετε κάποια πρόταση;
    Αυτή είναι μια πολιτική ερώτηση. Αυτό που κάνει ένας καλλιτέχνης είναι από μόνο του μια πολιτική πράξη. Είναι πολύ σημαντικό το πώς αντιστέκεται κάποιος. Για κάποιους αντίσταση είναι να βγαίνουν και να πετάνε μπουκάλια στο κεφάλι του άλλου, για μένα δεν είναι. Συνήθως απαντάμε στην καταστροφή με άλλη καταστροφή. Και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε και βιώνουμε αυτή την τραγωδία.

    Δεν έγινε ερήμην μας, συμφωνείτε;
    Βέβαια. Είμαστε υπεύθυνοι. Και υπεύθυνοι απέναντι στις νεότερες γενιές. Όταν ο τόπος μας βίωνε μια κατάσταση διαρκούς πάρτι δε θυμάμαι πολλές φωνές να είπαν ότι υπάρχει και άλλη διέξοδος. Πιστεύω ότι χρειάζεται κατανόηση, αλληλοκατανόηση και συνεννόηση. Γιατί όλοι-εκτός από τα διεστραμμένα, ναζιστικά μυαλά- όλοι εμείς που δεν είμαστε αυτό, πρέπει να συνεννοηθούμε για τον κοινό μας στόχο. Για τη γλώσσα και τη χώρα μας.

    Είμαστε λίγο επιπόλαιοι απέναντι στην ιστορία μας;
    Το πιστεύω απόλυτα. Είμαστε αεριτζήδες, ακόμη. Δε βλέπω σοβαρότητα, περισυλλογή. Μας βρήκε μια τραγωδία, μπάζει η βάρκα νερά. Τι θα κάνουμε; Θα σκοτώσουμε ο ένας τον άλλον; Έχω τεράστια εμπιστοσύνη σε αυτό που είμαστε. Στη γλώσσα, στην Τέχνη μας. Σ’αυτά που έφτιαξαν άλλοι, πριν από μας. Και η Ιλιάδα είναι μια προσπάθεια. Δεν πιστεύω ότι θα προδοθούμε, ότι θα εγκαταλειφθούμε στη μέση του ωκεανού.

    Και τι πρέπει να γίνει;
    Πρέπει να βρούμε τις δυνάμεις μας και να βοηθηθούμε και από άλλους, δεν είναι ντροπή. Θα τα βγάλουμε πέρα. Έχουμε όλα τα εφόδια και ταλαντούχους νέους ανθρώπους, που αφήνουμε αμόρφωτους αφού και τα πανεπιστήμια δε λειτουργούν σωστά. Η κοινωνία μας είναι βαθιά άρρωστη και αν δεν το αντιμετωπίσουμε δραστικά, δε θα γίνει ποτέ καλά.

    Φωτοπούλου Χρύσα «Ο Στάθης Λιβαθινός στο onlytheater.gr: Η εποχή μας στερείται φανερών ηρώων», onlytheater.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Είδαμε την Ομηρική «Ιλιάδα» σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού στο Φεστιβάλ Αθηνών- Τα τύμπανα του πολέμου!

    Φέτος είναι χρονιά Ομήρου, καθώς δύο από τις σημαντικότερες παραστάσεις της σεζόν, η «Οδύσσεια» του Robert Wilson και η «Ιλιάδα» του Στάθη Λιβαθινού έχουν ως θέματα τα δύο μεγάλα ομηρικά έπη.

    Στο φεστιβάλ Αθηνών και στην Πειραιώς 260 είδαμε την Ιλιάδα, σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού. Η «Ιλιάδα», το αρχαιοελληνικό έπος του Τρωικού κύκλου, είναι η απαρχή της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και μία από τις σημαντικότερες βάσεις της νεότερης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Αφηγηματικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται από το συγκεκριμένο έπος διατρέχουν όλη την ιστορία της λογοτεχνίας, αλλά ακόμα και τις κινηματογραφικές αφηγήσεις.

    Χρησιμοποιώντας την μετάφραση του Δ. Ν. Μαρωνίτη, ο Στάθης Λιβαθινός αποφάσισε να δείξει μια ιδιαίτερα εκτεταμένη σε διάρκεια παρουσίαση των 24 ραψωδιών του ομηρικού έπους. Ο σκηνοθέτης ήταν πολύ διστακτικός στο να κόψει κομμάτια από το ομηρικό έπος. Αποτέλεσμα ήταν η παράσταση να κρατάει 5 ώρες- πράγμα όχι ασυνήθιστο για τον Λιβαθινό.

    Η παράσταση βασίζεται στο ταλέντο των ηθοποιών, στις σκηνοθετικές εικόνες και τους αυτοσχεδιασμούς, καθώς και στην κλασική αφηγηματική δύναμη του ομηρικού έπους. Η ευρύτατη χρήση μεταφορών από τον Όμηρο, η δράση, οι σκληρές σκηνές πολέμου, δεν περικόπηκαν για να γίνει πιο «θεατρικό» το έργο. Η παράσταση του Λιβαθινού αφήνεται στην λογοτεχνικότητα του Ομήρου, ενώ δεν προσπαθεί να εξωραΐσει το περιεχόμενο του κειμένου. Σκηνές, όπως η εκτέλεση 12 αιχμαλώτων Τρώων στον τάφο του Πάτροκλου από τον Αχιλλέα, αλλά και άλλες άγριες περιγραφές παρουσιάζονται χωρίς περικοπές. Θέλοντας να σεβαστεί τον Όμηρο, ο Λιβαθινός ενέταξε στην παράστασή του ακόμα και τις επαναλήψεις. Πολλά κομμάτια επαναλαμβάνονται, καθώς ο Όμηρος συνηθίζει να χρησιμοποιεί πανομοιότυπες περιγραφές και μεταφορές για σκηνές των μαχών.

    Ως προς το πιο θεατρικό κομμάτι, η παράσταση έχει αρκετούς αυτοσχεδιασμούς και απλώνεται σε μια τεράστια σκηνή. Τα ερεθίσματα που προβάλλονται στην μεγάλη σκηνή δεν είναι λίγα. Και λειτουργούν σωρευτικά σε μια πεντάωρη παράσταση. Η δράση είναι έντονη και αναδεικνύεται με πολύ καθαρό τρόπο από την σκηνοθεσία το συγκρουσιακό στοιχείο του έργου. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι την κινησιολογική προετοιμασία & την άσκηση των ηθοποιών στις πολεμικές τέχνες έκανε ένας Μάχιμος Μοναχός Σαολίν, ο Σι Μιαο Τζιε.

    Η σκηνογραφία και τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου δεν με εντυπωσίασαν. Δεν έχουν την λαμπρότητα που θα περίμενε κανείς σε ένα έπος. Όμως, δύο στόχοι, το να φέρει τα κοστούμια στην σημερινή εποχή, αλλά και το να αναδείξει τον μιλιταριστικό χαρακτήρα του έπους (μιας αφήγησης για έναν πόλεμο και την σύγκρουση δύο στρατών) θεωρώ ότι επιτεύχθηκαν. Εκεί που θα περίμενα κάτι παραπάνω, τόσο στην σκηνογραφία- ενδυματολογία, όσο και στο σκηνοθετικό κομμάτι, είναι να φαίνεται πιο καθαρά σε επίπεδο εικόνας η διαφορά ανάμεσα σε θνητούς και Θεούς. Στο Ομηρικό Έπος Θεοί και θνητοί είναι από κοινού πρωταγωνιστές σε αυτό το δράμα του πολέμου. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ίδιοι. Έτσι θα ήθελα να φωτίζεται, με διάφορους τρόπους, η διαφορά ανάμεσα στον Αθάνατο και τον θνητό. Η μουσική του Λάμπρου Πηγούνη δένει ωραία τις σκηνές μεταξύ τους και δίνει ένταση σε αρκετά σημεία, όπου κάτι τέτοιο απαιτείται. Ίσως καμιά φορά να είναι υπερβολικά έντονη.

    Οι ερμηνείες κινούνται σε υψηλά επίπεδα. Έχοντας τον διπλό ρόλο του ηθοποιού- αφηγητή, τα καταφέρνουν με άνεση. Από τους πολλούς ηθοποιούς της σκηνής είναι δύσκολο να βρεις διακριθέντες, καθώς όλοι ήταν καλοί και αρκετοί πολύ καλοί. Αν ξεχώριζα κάποιους, αυτοί είναι ο Δημήτρης Ήμελλος, ο οποίος, ως Αγαμέμνων έχει και αρκετές ειρωνικές σκηνές, που δίνουν μια πιο σαρκαστική νότα στο ως επί το πλείστον δραματικό χαρακτήρα του έργου. Επίσης, η Μαρία Σαββίδου είναι πολύ επιβλητική με την παρουσία της στην σκηνή, ως Θέτιδα και σε άλλους ρόλους.

    Με απαγγελία της Μαρίας Σαββίδου κλείνει το έργο. Ο Λιβαθινός επέλεξε για φινάλε το ποίημα του Καβάφη «Τρώες». Το συγκεκριμένο εκπληκτικό ποίημα του ποιητή έχει έντονο ειρωνικό χαρακτήρα. Μιλάει με ειρωνεία για την ανικανότητα του ανθρώπου να ξεφύγει από την μοίρα του, ακόμα κι όταν του δίνονται ευκαιρίες να το πετύχει. Ειδικά ο στίχος «Ο Αχιλλεύς στην τάφρον εμπροστά μας βγαίνει και με φωνές μεγάλες μας τρομάζει» είναι από τα πιο δυνατά δείγματα καβαφικής ειρωνείας. Ένας ολόκληρος στρατός τρομάζει, σαν να είναι κοριτσάκια, από τις φωνές ενός άοπλου άντρα. Ωστόσο, επειδή το έργο χρειαζόταν ένα δραματικό κλείσιμο κι επειδή στο ποίημα του Καβάφη υπάρχουν και τραγικά στοιχεία, η Μαρία Σαββίδου το απάγγειλε δεξιοτεχνικά καθαρά δραματικό και σπαρακτικό τρόπο. Κι έτσι ο λόγος του Καβάφη έδεσε αρμονικότατα με τον ομηρικό λόγο, σε ένα όμορφο φινάλε.

    Γενικά, η Ιλιάδα του Λιβαθινού έχει πολλά δυνατά σημεία, καλές ερμηνείες, εύστοχες σκηνοθετικές επιλογές που υπηρετούν με επάρκεια ένα μνημειώδες έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Επίσης, ωραία δένει η μουσική και σημαντικά νοήματα του κειμένου φωτίζονται καθαρά, ενώ βγαίνει άφθονο συναίσθημα. Η βασική μου ένσταση με το έργο είναι ότι πέντε ώρες είναι πολλές και, σε συνδυασμό με την αρκετά δύσκολη γλώσσα της μετάφρασης και τα πολλά ερεθίσματα της παράστασης, κάποια στιγμή μπουκώνουν τον εγκέφαλο του θεατή.

    05.06.2013, Σμυρνής Γιώργος «Είδαμε την Ομηρική «Ιλιάδα» σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού στο Φεστιβάλ Αθηνών- Τα τύμπανα του πολέμου!», www.monopoli.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Χειροκροτήθηκε η «Ιλιάδα» του Στάθη Λιβαθινού

    Παρουσιάστηκαν και οι 24 ραψωδίες του ομηρικού έπους

    Με παρατεταμένο χειροκρότημα και με ελάχιστες αποχωρήσεις ολοκληρώθηκε, λίγο μετά τη μία χθες βράδυ, στον χώρο Δ της Πειραιώς 260, η πρεμιέρα της πολυαναμενόμενης «Ιλιάδας» σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού.
    Ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο για το Φεστιβάλ Αθηνών αλλά και για το σύγχρονο θέατρο, καθώς για πρώτη φορά παρουσιάζονται επί σκηνής και οι 24 ραψωδίες του ομηρικού έπους.

    Αμείωτο ενδιαφέρον για 5 ώρες

    Με αμείωτο ενδιαφέρον το κοινό παρακολούθησε τους δεκαπέντε ηθοποιούς- ραψωδούς να εναλλάσσονται σε ρόλους και να αφηγούνται την «Ιλιάδα», για την οποία είχαν ξεκινήσει πρόβες από τον περασμένο Σεπτέμβριο.

    Μια εργασία σε εξέλιξη πάνω στο αφηγηματικό θέατρο

    Δεν είναι εύκολο να διηγηθείς μία πολυεπίπεδη ιστορία όπως η Ιλιάδα. Ο συναρπαστικός κόσμος της απασχολούσε τη σκέψη του Στάθη Λιβαθινού εδώ και κάμποσα χρόνια, αμέσως μετά το κλείσιμο της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού θεάτρου.

    Ο σκηνοθέτης αντιμετωπίζει το ομηρικό έπος ως μια εργασία σε εξέλιξη πάνω στο αφηγηματικό θέατρο, το πρώτο δείγμα της οποίας είναι η παράσταση που παρακολουθούμε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.

    Αξίζει να ζεις και να πεθαίνεις με νόημα

    Ο Στάθης Λιβαθινός ήθελε να είναι συνεπής ως προς τα βασικά συμβάντα του πιο βίαιου πολέμου όλων των εποχών. Η δραματουργία, χωρίζοντας το έργο σε τέσσερα μέρη, φωτίζει αυτά που διασφαλίζουν την παράσταση από τον κίνδυνο της μουσειακής προσέγγισης και συνδέουν την έξοχη ομηρική ιστορία με την εποχή μας. Η καίρια θεματική επικεντρώνεται στο πώς αξίζει να ζεις και να πεθαίνεις με νόημα.

    Η παράσταση εξερευνά συγκεκριμένες πλευρές του κειμένου σε σχέση με την εποχή μας θέτοντας τα ερωτήματα: ποιος είναι σήμερα ο ήρωας και τι σημαίνει ηρωισμός; Πόσο μπορεί να αντέξει κάποιος την επερχόμενη απώλεια; Γιατί η εμφύλια σύγκρουση αποδείχτηκε τόσο ελληνικό φαινόμενο; Πόση καταστροφή και πόσο θυμό μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος;

    Η βραβευμένη μετάφραση – έργο ζωής για τον Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη – συμπίπτει ποιητικά, ιδεολογικά κι αισθητικά με το ύφος του σκηνοθέτη, ο οποίος ακολούθησε τον εσωτερικό ρυθμό του κειμένου. Η ομάδα των 15 ηθοποιών (Λευτέρης Αγγελάκης, Αργυρώ Ανανιάδου, Βασίλης Ανδρέου, Δημήτρης Ήμελλος, Νίκος Καρδώνης, Νεφέλη Κουρή, Γεράσιμος Μιχελής, Διονύσης Μπουλάς, Γιάννης Παναγόπουλος, Μαρία Σαββίδου, Χρήστος Σουγάρης, ‘Αρης Τρουπάκης, Αμαλία Τσεκούρα, Γιώργος Τσιαντούλας, Γιώργος Χριστοδούλου) περιλαμβάνει στην ουσία τρεις ερμηνευτικές γενιές. Ενώ, η υπόσταση του αφηγητή – ραψωδού, αφορά όλο τον θίασο. Όλοι οι ηθοποιοί είναι ταυτόχρονα και ραψωδοί.

    Η ατμόσφαιρα δημιουργείται από την ίδια την αφήγηση

    Η αφήγηση βασίζεται στα σώματα και στις φωνές των ηθοποιών και λιγότερο στα εξωτερικά εκφραστικά μέσα. Το σκηνικό της Ελένης Μανωλοπούλου, η οποία έχει επιμεληθεί και τα κοστούμια, είναι αφαιρετικό και λιτό. Οπτικά μέσα κι εφέ δεν χρησιμοποιούνται. Τα κοστούμια άχρονα, παραπέμπουν σε μία σύγχρονη «στρατιωτική» κατάσταση. Η ατμόσφαιρα δημιουργείται από την ίδια την αφήγηση και την ποιητικότητα του κειμένου – ακόμη και σε σκηνές πολεμικών συγκρούσεων.

    Αποθέωση για τον Στάθη Λιβαθινό και τους συνεργάτες του

    Η μουσική σύνθεση και οι ήχοι που συνέθεσε ο Λάμπρος Πηγούνης- που εκτελούνται ζωντανά από τον κρουστό Μανούσο Κλαπάκη- παίζουν με τη σειρά τους το δικό τους ρόλο στην δημιουργία ατμόσφαιρας και δίνουν το ρυθμό σε αυτήν την ιδιαίτερη παράσταση. Η παράσταση που διήρκησε 5 ώρες (με τρία διαλείμματα) κύλησε ομαλά και δεν φάνηκε να κουράζει το κοινό. Αυτό έδειξε άλλωστε το θερμό χειροκρότημα που επιφύλασσε στο τέλος, αποθεώνοντας όρθιο τον Στάθη Λιβαθινό και τους συνεργάτες του.

    05.06.2013, Χ.Σ. «Χειροκροτήθηκε η «Ιλιάδα» του Στάθη Λιβαθινού», Η Ναυτεμπορική

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Το κοινό αποθέωσε την Ιλιάδα του Στάθη Λιβαθινού

    Με ένα θερμό και παρατεταμένο χειροκρότημα ολοκληρώθηκε, λίγο μετά τη μία χθες βράδυ, στον χώρο Δ της Πειραιώς 260, η πρεμιέρα της πολυαναμενόμενης «Ιλιάδας» σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού. Ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο για το Φεστιβάλ Αθηνών αλλά και για το σύγχρονο θέατρο, καθώς για πρώτη φορά παρουσιάζονται επί σκηνής και οι 24 ραψωδίες του ομηρικού έπους.

    Τι και αν κράτησε 5 ώρες! Με αμείωτο ενδιαφέρον το κοινό (ανάμεσά του και ο πρόεδρος του Ελληνικού Φεστιβάλ, Γιώργος Λούκος) παρακολούθησε τους δεκαπέντε ηθοποιούς- ραψωδούς να εναλλάσσονται σε ρόλους και να αφηγούνται την «Ιλιάδα», για την οποία είχαν ξεκινήσει πρόβες από τον περασμένο Σεπτέμβριο.

    Δεν είναι εύκολο να διηγηθείς μία πολυεπίπεδη ιστορία όπως η Ιλιάδα. Ο συναρπαστικός κόσμος της απασχολούσε τη σκέψη του Στάθη Λιβαθινού εδώ και κάμποσα χρόνια, αμέσως μετά το κλείσιμο της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού θεάτρου. Ο σκηνοθέτης αντιμετωπίζει το ομηρικό έπος ως μια εργασία σε εξέλιξη πάνω στο αφηγηματικό θέατρο, το πρώτο δείγμα της οποίας είναι η παράσταση που παρακολουθούμε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.

    Ο Στάθης Λιβαθινός ήθελε να είναι συνεπής ως προς τα βασικά συμβάντα του πιο βίαιου πολέμου όλων των εποχών. Η δραματουργία, χωρίζοντας το έργο σε τέσσερα μέρη, φωτίζει αυτά που διασφαλίζουν την παράσταση από τον κίνδυνο της μουσειακής προσέγγισης και συνδέουν την έξοχη ομηρική ιστορία με την εποχή μας. Η καίρια θεματική επικεντρώνεται στο πώς αξίζει να ζεις και να πεθαίνεις με νόημα.

    Η παράσταση εξερευνά συγκεκριμένες πλευρές του κειμένου σε σχέση με την εποχή μας θέτοντας τα ερωτήματα: ποιος είναι σήμερα ο ήρωας και τι σημαίνει ηρωισμός; Πόσο μπορεί να αντέξει κάποιος την επερχόμενη απώλεια; Γιατί η εμφύλια σύγκρουση αποδείχτηκε τόσο ελληνικό φαινόμενο; Πόση καταστροφή και πόσο θυμό μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος;

    Η βραβευμένη μετάφραση -έργο ζωής για τον Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη- συμπίπτει ποιητικά, ιδεολογικά κι αισθητικά με το ύφος του σκηνοθέτη, ο οποίος ακολούθησε τον εσωτερικό ρυθμό του κειμένου.

    Η παράσταση που διήρκησε 5 ώρες (με τρία διαλείμματα) κύλησε ομαλά και δεν φάνηκε να κουράζει το κοινό. Αυτό έδειξε άλλωστε το θερμό χειροκρότημα που επιφύλασσε στο τέλος, αποθεώνοντας όρθιο τον Στάθη Λιβαθινό και τους συνεργάτες του.

    Η παράσταση θα παίζεται έως και τις 8 Ιουνίου

    05.06.2013, Χ.Σ «Το κοινό αποθέωσε την Ιλιάδα του Στάθη Λιβαθινού», www.iefimerida.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Είδα: την «Ιλιάδα» σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού

    Ο ομηρικός λόγος το καλύτερο στοιχείο της παράστασης. Η εικονοποίησή του ένα στοίχημα δύσκολο να κερδηθεί.

    Δύο συστάδες με λάστιχα αυτοκινήτου. Μικρές εξέδρες. Μια υδάτινη περιοχή στο βάθος αριστερά ή μέσα από την οποία θα αναδυθεί η μάνα του Αχιλλέα, Θέτις, και μέσα στην οποία θα «ταξιδέψουν» αργότερα τα χάρτινα καραβάκια των Αχαιών, λίγο πριν τη «φουρτουνιάσει» ο θεός Ποσειδώνας. Μια στιφτή σιδερένια σκάλα είναι εκεί δίπλα για να σηματοδοτήσει τον Όλυμπο. Πάνω της θα γαντζωθούν σε λίγο οι Θεοί. Μια σειρά από τσιγκέλια -πάνω στα οποία κρέμονται παλτά- θα ανοίξει κάποιες στιγμές της παράστασης και θα δημιουργήσει μια δυνατή εικόνα που παραπέμπει σε σκηνές του Β’ Παγκοσμίου πολέμου κάνοντας έτσι διαχρονικό το αντιπολεμικό μήνυμα του έργου.

    Μέσα στον αχανή χώρο του κτηρίου Δ’ της Πειραιώς 260, το σκηνικό της παράστασης (Ελένη Μανωλοπούλου) ακολουθεί τη βιομηχανική αισθητική του τόπου και είναι κατασκευασμένο έτσι ώστε να μοιράζει την δράση σε όλο τον χώρο.

    Ο Στάθης Λιβαθινός και η ομάδα των ηθοποιών του, δουλεύοντας εντατικά από τον περασμένο Σεπτέμβριο, έπεσαν στα βαθιά. Αναμετρήθηκαν με τους αξεπέραστους ομηρικούς στίχους και επιχείρησαν να θεατροποιήσουν ολόκληρο το αφηγηματικό έπος.

    Πώς εικονοποιούνται όμως οι πλούσιες περιγραφές και οι παντοδύναμες εικόνες αυτού του μοναδικού αριστουργήματος;

    Ευτυχώς από ό,τι φάνηκε μεγάλη ήταν η έμφαση που δόθηκε στην εκφορά του λόγου. Και πράγματι το ομηρικό κείμενο στην εξαιρετική μετάφραση του Δ.Ν. Μαρωνίτη (ο οποίος ήταν παρών στην πρεμιέρα) ήταν μακράν το καλύτερο στοιχείο αυτής της παράστασης. Από αυτή την άποψη επετεύχθη ένας βασικός στόχος: Το κείμενο ακούγεται. Οι 15 ηθοποιοί το εκφέρουν ολόσωστα μοιράζοντας αφηγηματικά και διαλογικά μέρη, κάνοντας γρήγορες αλλαγές επί σκηνής, φορώντας μικρόφωνα-ψείρες. Διαθέτουν -όπως φάνηκε- τις πολύ μεγάλες αντοχές που χρειάζονται για την πεντάωρης διάρκειας απαιτητική παράσταση. Το δεμένο σύνολο αντιμετωπίζει ορθά το κείμενο από την αρχή έως το τέλος. Πλην όμως από αυτό, δεν κατάφερε να ξεχωρίσει κάποια αξιοσημείωτη ερμηνεία-σημείο αναφοράς.

    Όσον αφορά την εικονοποιία, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσίαζαν οι κινησιολογικές πινελιές του Μοναχού Σαολίν Σι Μια Τζιε. Χωρίς να περιλαμβάνει τις εντυπωσιακές σκηνές μάχης που θα περίμενε κανείς στο άκουσμα του ονόματός του ανάμεσα στους συντελεστές, δημιούργησε ορισμένες άκρως ενδιαφέρουσες πολεμικές σκηνές. Κατά τα άλλα, ευρήματα όπως μαύρα και κόκκινα μπαλόνια, κόκκινοι μίτοι, μαντήλια, μικρά πυροτεχνήματα και πατίνια, είναι στοιχεία που έχουμε δει και ξαναδεί.

    Όσον αφορά την αισθητική της παράστασης, υπήρχαν ορισμένες παραφωνίες, ιδιαίτερα στα κοστούμια και δη των γυναικείων θεοτήτων. Το mix and match υλικών είναι το ίδιο σχεδόν που επικρατούσε και στον «Ερωτόκριτο» του Ακροπόλ. Αντίθετα, πολύ ενδιαφέρον ήταν το ηχητικό περιβάλλον της παράστασης. Δεν θα μας πείραζε να υπήρχαν ακόμη περισσότερα «εφέ». Ενώ τα ζωντανά κρουστά πρόσθεταν στο όλο αποτέλεσμα.

    Ερμηνευτικά-σκηνοθετικά η έμφαση δόθηκε στη συνομιλία της παλαιότερης με τη νεότερη γενιά, αλλά και στη διαπίστωση πως δεν υπάρχουν νικητές και νικημένοι και πως ο μόνος δρόμος είναι το μεγαλείο της συγχώρεσης. Εξ’ ου και το φινάλε δίδεται στη συνομιλία του θυμωμένου νεαρού Αχιλλέα με τον σοφό και πονεμένο πατέρα Πρίαμο.

    Μέχρι τις τέσσερις πρώτες ώρες η διάρκεια δεν κουράζει. Τα συχνά διαλλείματα βοηθούν. Ευχόμαστε η πρόταση αυτή – δουλεμένη ακόμη περισσότερο- να καταφέρει να κάνει μια σπουδαία διαδρομή στα θέατρα του εξωτερικού όπως οραματίζεται ο σκηνοθέτης και η ομάδα.

    05.06.2013, Γαλανοπούλου Έλενα «Είδα: την «Ιλιάδα» σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού», tospirto.net

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Η Ιλιάδα του Λιβαθινού του Νίκου Ξένιου

    Ο Στάθης Λιβαθινός οραματιζόταν από παλιά το θεατρικό ανέβασμα της Ιλιάδας. Τη μετάφραση του κειμένου του Ομήρου από τον Δημήτρη Μαρωνίτη τη διασκεύασε, λοιπόν, και την επεξεργάστηκε μαζί με την Έλσα Ανδριανού και από κοινού με τους ηθοποιούς, με τους οποίους συνιστά πια ένα απόλυτα εναρμονισμένο σχήμα που όλο και διευρύνεται: τους Λευτέρη Αγγελάκη, Αργυρώ Ανανιάδου, Βασίλη Ανδρέου, Δημήτρη Ήμελλο, Νίκο Καρδώνη, Νεφέλη Κουρή, Γεράσιμο Μιχελή, Διονύση Μπουλά, Γιάννη Παναγόπουλο, Μαρία Σαββίδου, Χρήστο Σουγάρη, Άρη Τρουπάκη, Αμαλία Τσεκούρα, Γιώργο Τσιαντούλα και Γιώργο Χριστοδούλου. Ο χώρος που επέλεξε είναι το κτήριο Δ της Πειραιώς 260, εντάσσοντας την παράσταση στην έναρξη του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών.

    Χρυσηίδες, Βρισηίδες και άλλα ονόματα

    Η παρουσία της γυναίκας είναι σκιώδης στην ανδροκρατούμενη αυτή σύνθεση. Μπροστά στο ξεκληρισμένο γένος της, η Ανδρομάχη έχει εισαγάγει τον θρήνο επί σκηνής σε ένα ξέσπασμα σαρκαστικής προτροπής στον πόλεμο. Τη μοίρα του συρόμενου στο άρμα ανδρός της θα έχει και το διαμελισμένο κορμί του παιδιού της, του Αστυάνακτα, που στην παράσταση δεν είναι παρά ένα παιδικό πουκάμισο. Ενώ το άλλο πουκάμισο, η Ελένη, υπάρχει ως νεφελώδες κίνητρο που πλανάται, αφήνοντας όλον τον χώρο στη λαγνεία και την ανεπάρκεια του ωραίου επιβήτορα Πάρη – όπως υπογραμμίζεται αλλά και υπονομεύεται από τον σκηνοθέτη. Αξίζει να επισημάνουμε πως στην Ιλιάδα του Λιβαθινού κάθε πρόσωπο μιλά για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο, χωρίς αυτό να υπονομεύει στο παραμικρό την ταύτιση του θεατή. Στον Όμηρο δεν τίθεται θέμα διαπραγμάτευσης της αυτονόητης φρίκης του πολέμου, όμως από καταβολών πολιτισμού ο ποιητής αντλεί από τον Πόλεμο τις εφιαλτικές εικόνες που τροφοδοτούν την Τέχνη του, ενώ την εξεικόνιση του κόσμου τη συνθέτει, όπως θα’ λεγε ο Μαρωνίτης, από δομικά του στοιχεία: το αγόρι και το κορίτσι, τη μάνα, τις εποχές του χρόνου και τα μετέωρα στον ουρανό, τη σελήνη και τ’ άστρα, τα στεριανά και τα θαλάσσια αστραπόβροντα, τους χείμαρρους και τα φαρμακερά φίδια, τους αετούς και τα ελάφια. Για να επιτευχθεί η κοσμογονική αυτή τοιχογραφία, ανατολικά και δυτικά μουσικά μοτίβα επιλέγονται για να υπογραμμίσουν τη σαρκαστική καταμέτρηση των σπαραγμάτων ανθρωπίνων μελών και των άλλων δεινών του πολέμου και να περιφρονήσουν τον θάνατο, ενώ το μακάβριο γέλιο της αφηγήτριας οδηγεί τον θεατή στο αποκαθαρμένο από πολιτισμικούς προσδιορισμούς θέατρο. Την κίνηση και τις πολεμικές τέχνες δίδαξε ο Σι Μιάο Τζιε, μάχιμος μοναχός Σαολίν, η μουσική είναι του Λάμπρου Πηγούνη και η χορογραφική παρέμβαση της Pauline Huguet.

    Ο Όμηρος μιλά με πολλά στόματα

    Η αφηγηματική φόρμα που επιλέγει ο Λιβαθινός είναι να πρωταγωνιστεί ο Αοιδός/Ραψωδός, δηλαδή ο αφηγητής –ταυτόχρονα αρχαϊκός και σύγχρονος– που «αείδει μήνιν» να εκφωνεί επί πέντε ώρες το επικό κείμενο και ο ρόλος του να κατανέμεται σε όλον τον θίασο, από έντεκα άντρες και τέσσερεις γυναίκες. Το αποτέλεσμα είναι το έπος, εκφωνούμενο, να παραπέμπει στην αρχαϊκότερη εκδοχή θεάτρου που γνωρίζουμε, στον Αισχύλο (και, πιο συγκεκριμένα, στους Επτά επί Θήβας). Η διαφοροποίηση των ειδών γίνεται αισθητή με όχημα την επική παρομοίωση, που αξιοποιείται με τη δραματουργική συνδρομή του Στρατή Πασχάλη και την επιστημονική του Μενέλαου Χριστόπουλου. Από το σύνολο των ραψωδιών του έπους ο Λιβαθινός επιλέγει ποικιλία θεμάτων: τον Ήρωα και την Ανδραγαθία, τη στέρηση του αγαπημένου προσώπου, τον Νόστο για την πατρίδα, τον συγχρωτισμό των ελληνικών φύλων στο στρατόπεδο των Ανδρών, τον ανταγωνισμό για το αντικείμενο του Πόθου, την Υποταγή, τη βουβή, θιγμένη Αξιοπρέπεια, τη Φιλία των ανδρών και το Νείκος, τον τρόμο του Πολέμου και την αποκτήνωση της σφαγής. Το όνειρο του στρατηγού, την πρωινή αναφορά στο στρατόπεδο, τη δημηγορία του λαοπλάνου και την αγανάκτηση των στρατιωτών, τον εκχυδαϊσμό του έρωτα σε αντιπαράθεση προς την οικείωση με το θείο. Την εγκατάλειψη, τη μοναξιά, την περιφρόνηση, τη ματαιότητα, την αίσθηση και την παραίσθηση. Το άγγιγμα και τη Βία, την απανθρωπιά και τη συστέγασή της με την απόλυτη Ανθρωπιά, τη θεία φύση των ανθρωπίνων και την ανθρώπινη φύση των θεών.

    Αχιλλέας: ο μεγάλος απών

    Στην αισθητική επικαιροποίηση του λόγου του Ομήρου επιστρατεύονται τα σκηνικά και τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου, σε μαύρα, καφέ και μωβ χρώματα που διακόπτονται από αιματηρά κόκκινα και, ως σκηνικά στοιχεία, ελάχιστα αντικείμενα, τραπέζια, κρεβάτια, καρέκλες, υφάσματα και σαμπρέλες αυτοκινήτων από ένα είδος νεκροταφείου που στήνεται εκ των ενόντων. Για την κορυφαία σκηνή επιφυλάσσεται το μεγαλύτερο ελαστικό, σηματοδοτώντας το τέλος.

    Στο οριακό σημείο σύγκρουσης των δύο πολιτισμών, του ελληνικού και του «βαρβαρικού», (που στην ουσία είναι ελληνόφωνος ήδη από τον Όμηρο) συντελείται και η διασταύρωση του έπους με το θέατρο: σαφής υπαινιγμός για την εμφύλια έριδα στη σκηνική απόδοση του θυμού του Αχιλλέα ενάντια στον μωροφιλόδοξο Αγαμέμνονα, ως αντιπαράθεση οιωνδήποτε δύο φατριών έχουν ποτέ εμπλακεί σε εμφύλια έριδα. Δυο δομικά στοιχεία της παράστασης είναι το ευτελές της ανθρώπινης ύπαρξης και η αναμονή του κεντρικού «Πηλιάδεω Αχιλλήος» που θα δώσει, σκοτώνοντας τον Έκτορα, την τελική έκβαση. Αυτά, πέρα από θεματική επιλογή του Λιβαθινού, συνιστούν δυο άξονες αισθητούς σε κάθε λεπτό του δρώμενου, καθώς επανειλημμένως σε συνεντεύξεις του ο σκηνοθέτης έχει υπογραμμίσει το αξιοπερίεργο της μακράς απουσίας του Αχιλλέα από τη σκηνή της ομηρικής αφήγησης, μέχρι την τελική του επανεμφάνιση. Αυτό, κατά τον σκηνοθέτη, συνιστά την αφηγηματική καινοτομία του Ομήρου που τον εμπνέει στη δημιουργία του, μια παράσταση-άθλο, με κορυφαίες στιγμές τον «Νεών κατάλογον» και την «Πριάμου ικεσίαν» στο τέλος.

    Νέοι ρόλοι στο θεατρικό ρεπερτόριο

    Σε μεταμοντέρνο πλαίσιο ειδωμένη, η Ιλιάδα είναι κείμενο πανανθρώπινο και σφαιρικό, πέρα από διαχρονικό: αφορά όλες τις πιθανές εκδοχές-θεωρήσεις για τη ζωή και τον θάνατο, ενώ ειδικότερα αφορά τα ελληνικά φύλα, που σπαράσσονται από την εμφύλια έριδα και υποβλέπουν την αυτονομία των γειτονικών λαών. Αφορά τους Τρώες, από την άλλη, που διαφοροποιούνται μόνον ως προς το γεγονός της διαφύλαξης των εστιών τους. Τι πιο αρχετυπικό, αφού εμμέσως αφορά κάθε ανθρώπινη φυλή, καθώς τα υλικά της παράστασης μαρτυρούν περίτρανα οιονδήποτε πολιτισμό ενοχής και βαρβαρότητας; Μια πανδαισία κρεάτων, η τσίκνα των αφιερωμάτων στους θεούς και η θυσία, τα κομματιασμένα μέλη των νεκρών στο πεδίο της μάχης, όλα αυτά παραμένουν υποφωτισμένα και δεν έχουν χωροχρονικό στίγμα. Στόχος είναι η πανανθρώπινη υπόσκαψη του μιλιταριστικού ιδεώδους, ή μάλλον η διαβολή του, που είναι απαραίτητη για να συνιστά καταγγελία.

    Ευρηματική στα πλαίσια της αδιάλειπτης αφήγησης και πιστή στο ομηρικό πρότυπο η παράσταση του Λιβαθινού εισηγείται κάτι πρωτοφανέρωτο στην ελληνική σκηνή: τη θέσπιση θεατρικών χαρακτήρων αντλημένων από τον Όμηρο, αλλά μέσα από το σύγχρονο πολιτιστικό πρίσμα. Ολοκαίνουργιοι, ατσαλάκωτοι ρόλοι, αυτός του Μενέλαου, λόγου χάριν, όπως ποτέ δεν τον είχαμε ξαναδεί, αυτός της Ήρας που κινείται με θηλυκή σαγήνη σ’ έναν «γειωμένο» Όλυμπο τόσο κοντά στους θνητούς• αυτός του Άρη που λίγο ως πολύ διακωμωδείται και ένα σωρό άλλοι, δίνουν έδαφος σε εξαιρετικές ερμηνείες και δημοκρατική κατανομή του κειμένου σε όλον τον θίασο. Οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου και η υπογράμμιση από τα ζωντανά κρουστά του Μανούσου Κλαπάκη παραπέμπουν στην Αριάν Μνούσκιν και στον Εουτζένιο Μπάρμπα.

    Η πλάστιγγα της Μοίρας

    Με «φτωχά», γκροτοφσκικά μέσα, η επεκτατική μανία των Ελλήνων και η άθλια μοίρα των Τρώων αντικρίζονται από το ανθρωπινότερο δυνατό πρίσμα. Η γελοιότητα του πάσχοντος υποκειμένου, ο θιγμένος εγωισμός και το πρόσχημα της τιμής δυναμιτίζονται από τη διδασκαλία του Λιβαθινού. Τα ιπποτικά ιδεώδη και η ανατροπή του κοσμοειδώλου μετά την κάθοδο των ελληνικών φύλων γίνονται σκηνικό γεγονός, με αργή, βασανιστική διατήρηση του εσωτερικού ρυθμού στη διάρκεια της παράστασης. Η λεπτόλογη εκφορά του λόγου και η υψηλή αισθητική υπογραμμίζεται από τον υποβλητικά αχανή σκηνικό χώρο και τη χρήση υδάτινων επιφανειών.

    Στην προσέγγιση αυτήν εντάσσεται και η ζυγαριά της Μοίρας που αφορά θεούς και θνητούς, ένα μαύρο μπαλόνι για τους Αχαιούς κι ένα κόκκινο, ματοβαμμένο, για τους Τρώες: η πλάστιγγα της Αίσας γέρνει υπέρ των Αχαιών, όμως η ανδραγαθία, σε συνάρτηση με τον ανδρισμό γίνονται έρμαια της τυχαιότητας. Μια «ριξιά ζαριών», ο θυμός, η μήνις, η Μούσα που εμπνέει, οι θεοί που συνεδριάζουν σε μιαν αντανάκλαση ανθρωπόμορφης κατανομής εξουσιών, όλα αυτά συνυπάρχουν με τη σωστή δόση χιούμορ και τη ραγδαία συσσώρευση κραυγών, σιωπών και αφηγηματικών λογυδρίων.

    Η διαχρονικότητα του σπουδαίου επικού κειμένου φαίνεται στη σκηνή με τον κατάλογο των πόλεων που εκστρατεύουν, με τη λεξιλαγνία της πυρετώδους απαρίθμησης των στρατηγών σ’ ένα νεκρικό προσκλητήριο, πίσω από το οποίο παρελαύνουν χλαίνες των αρχών του εικοστού αιώνα κρεμασμένες σαν κρέατα σε τσιγκέλια κρεοπωλείου. Αποσύνθεση και υπολείμματα ενός διαχρονικού πολιτισμικού γίγνεσθαι. Μια ανατριχιαστική σκηνή που θεσπίζει την ταυτότητα με την ονοματοθεσία του ήρωα στο πεδίο της μάχης και νοηματοδοτεί τα Άθλα Ανδρών: ο θεατής αντιλαμβάνεται πως δεν είναι η «μήτις», ο δόλος και το στρατήγημα που ρυθμίζουν την έκβαση των «ανθρωπήιων πραγμάτων», αλλά το ατελέσφορον της επίγειας επιδίωξης του Θρόνου. Το αισθάνεται καθώς το πεπρωμένο μετρά αντίστροφα τον Χρόνο που διαθέτει ο θνητός.

    Τα σκύλα και το πένθος

    Η ομοιογένεια της ομάδας του Λιβαθινού φαίνεται από το αποτέλεσμα: την κούραση του κοινού από την πολύωρη παράσταση απάλυνε διαρκώς η αισθητική απόλαυση, καθώς και μια υπόγεια αίσθηση κορύφωσης που σιγόβραζε. Μετά από την εξουθενωτική παρέλαση των στίχων που φέρνουν τα κορμιά σε άμεση σύγκρουση και ακρωτηριασμό, μετά τη λυρική συσκότιση της σκηνής, έρχεται η θλίψη του Πριάμου να εγκυμονήσει την πιο ολοκληρωμένη και φυσικά την πιο συγκινητική σκηνή του έργου. Την τελευταία σκηνή, όπου ο Αχιλλέας, σε επίδειξη μεγαλοψυχίας, παραχωρεί απλόχερα στον γερο-Πρίαμο το ταλαιπωρημένο κορμί του γιου του για να το θρηνήσει, να το μυράνει, να το τιμήσει, να το θάψει. Έντεκα μέρες ανακωχής. Τους ζυγούς λύσατε. Η ύψιστη ανάγκη, ο Μόρος, η θνητότης, έρχεται να αναστείλει όλες τις άλλες πραγματικότητες, να συσκοτίσει όλα τα άλλα κίνητρα. Έρμαια, «παίγνια καμπεσιγύια» στα χέρια των θεών, εμείς οι θεατές έχουμε πια ανεβεί επί σκηνής για να μαζέψουμε ό,τι απέμεινε από τη μάταια αυτήν αντιπαράθεση, για να ετοιμαστούμε για την αναχώρησή μας.

    Δεν είναι τυχαία η επιλογή των «Τρώων» του Καβάφη για το τέλος: «Είν’ οι προσπάθειές μας, των συφοριασμένων, είν’ οι προσπάθειές μας σαν των Τρώων…»,

    05.06.2013, Ξένιος Νίκος «Η Ιλιάδα του Λιβαθινού», www.bookpress.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Η Ιλιάδα του Λιβαθινού

    της Έλενας Χουζούρη

    Ένα ακόμη τολμηρό εγχείρημα, το τολμηρότερο ίσως όσων έχει επιχειρήσει με επιτυχία μέχρι σήμερα, κάνει ο Στάθης Λιβαθινός σκηνοθετώντας την ομηρική Ιλιάδα σε μια παράσταση πέντε ωρών, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Είναι πια γνωστή και δηλωμένη λόγω και έργω η αγάπη του Λιβαθινού για τα μεγάλα έργα της ελληνικής και παγκόσμιας λογοτεχνικής παρακαταθήκης. Όπως είναι γνωστή και η τόλμη του να αναμετρηθεί μαζί τους: Ντοστογιέφσκι, Κορνάρος, Παπαδιαμάντης και τώρα ο υπέρτατος ποιητής όλων των εποχών, ο Όμηρος. Ακόμα όμως πιο γνωστός είναι και ο σεβασμός του στα κείμενα στον οποίο –θεωρώ– ότι βασίζεται και η σκηνοθετική του οπτική.

    Σε αντίθεση λόγου χάριν με τον Αμερικανό συνάδελφό του, Μπομπ Γουίλσον, που αντιμετωπίζει αποσπασματικά και εικονοποιητικά τα αρχαία κείμενα –το είδαμε και στον Προμηθέα Δεσμώτη του και στην εξαιρετική του κατά τα άλλα Οδύσσεια–, ο Λιβαθινός επιμένει στην αδιάσπαστη συνέχεια των κειμένων, στην ανάδειξη της ποιητικής των ήχων, των ρυθμών, της εσωτερικής θερμοκρασίας τους. Οι ηθοποιοί μετατρέπονται σε φορείς του κειμένου, χωρίς όμως να χάνουν και τους χαρακτήρες-ρόλους που επιβάλλονται από τα κείμενα. Έτσι, ο Λιβαθινός είναι πιο κοντά στα αρχαία ελληνικά πρότυπα των παραστάσεων περνώντας όμως κι από την μπρεχτική νεωτερικότητα της αποστασιοποίησης. Το είδαμε πόσο καλά λειτούργησε αυτό το σχήμα και στον Ερωτόκριτό του και στην παπαδιαμαντική Φόνισσα.

    Από όσα έχει δηλώσει αυτές τις ημέρες ο Λιβαθινός για την παράσταση της Ιλιάδας, αυτή η οπτική του θα φτάσει στο ζενίθ της. Ενδεικτικό το ότι στην πεντάωρη παράστασή του παρουσιάζονται και οι 24 ομηρικές ραψωδίες, δηλαδή ολόκληρη [!] η Ιλιάδα, στην εξαιρετική μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη και δραματουργική επεξεργασία των Στάθη Λιβαθινού και Έλσας Ανδριανού. Δεκαπέντε ηθοποιοί έχουν αναλάβει να ερμηνεύσουν τόσο τους πολλαπλούς ρόλους, όσο και να μεταδώσουν στο κοινό ως αφηγητές-ραψωδοί το ρίγος και τη θέρμη των ανεπανάληπτων αυτών ραψωδιών του Ομήρου. Για τον σκηνοθέτη είναι ένα απόλυτο στοίχημα το να καλυφθούν όλοι οι ρόλοι που απαιτούν οι 24 ραψωδίες με 15 ηθοποιούς.

    Στο ερώτημα γιατί σήμερα η παρουσίαση της Ιλιάδας σε θεατρική μορφή, ο Στάθης Λιβαθινός στέκεται κυρίως στο αξιακό ομηρικό σύμπαν, από το οποίο ο σημερινός ελλειμματικός σε αξίες κόσμος μας έχει πολλά να μάθει και κυρίως την αντοχή, την ανοχή, το μεγαλείο και τον ηρωισμό. Και ο πόλεμος; Τόσο καταστροφικός, όπως ήταν ο Τρωικός; Πώς αντιμετωπίζεται σκηνοθετικά; «Αλληγορικά», απαντάει ο σκηνοθέτης της Ιλιάδας αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα τη δυσκολία και τις παγίδες του εγχειρήματός του. Ο Λιβαθινός θεωρεί κομβικό σημείο της Ιλιάδας την εμφύλια διαμάχη ανάμεσα στον Αγαμέμνονα και τον Αχιλλέα – γύρω από αυτήν πλέκονται μια σειρά γεγονότα. Ο γνωστός σκηνοθέτης πιστεύει επίσης ότι η Ιλιάδα είναι ένα σύγχρονο και πολιτικό ταυτόχρονα κείμενο. Η παράσταση χωρίζεται σε τέσσερα, ωριαία περίπου, κομμάτια με τρία διαλείμματα. Κάθε ένα έχει διαφορετική θεματική, καθώς και ιδιαίτερη γλώσσα, ενώ το τέταρτο είναι το αποκορύφωμα, εκεί όπου οδηγούν όλα τα προηγούμενα. […]

    04.06.2013, Χουζούρη Έλενα «Η Ιλιάδα του Λιβαθινού», diastixo.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Στάθης Λιβαθινός: «Κάνω ένα πείραμα για να μιλήσω για την εποχή μου»

    Η ομηρική Ιλιάδα που ετοιμάζονται να παρουσιάσουν ο Στάθης Λιβαθινός και η ομάδα του είναι ίσως η περισσότερο αναμενόμενη παράσταση του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών. Χωρίς να φοβάται την πεντάωρη διάρκειά της, είναι έτοιμος να αναμετρηθεί με το καταγωγικό αυτό κείμενο της παγκόσμιας λογοτεχνίας μεταφέροντάς το στη θεατρική σκηνή. Όσο μπορεί να είναι ποτέ κανείς έτοιμος για το… ακατόρθωτο, όπως μας είπε γελώντας σε κάποιο από τα διαλείμματα των προβών. Για να προσθέσει αμέσως μετά: «Η εμπειρία είναι μοναδική, ασυνήθιστη και υπέροχη. Περνάω πάρα πολύ καλά, αλλά όλοι θα κριθούμε από το αποτέλεσμα… Είναι από τις λίγες φορές που οι πρόβες, που κάνουμε καθημερινά από τον Σεπτέμβριο, εκτός από μέρος μιας ενδιαφέρουσας δημιουργικής διαδικασίας, είναι, για μένα και τους ηθοποιούς, ένας προσωπικός πλουτισμός που δεν θα επαναληφθεί εύκολα».

    Καταπιάνεστε με ένα έπος που στο επίκεντρό του έχει τον θυμό, την αγανάκτηση, τη βία και τον πόλεμο… Δεν περισσεύουν όλα αυτά στην εποχή μας;
    Οι γέφυρες με την εποχή μας είναι πολλές και κοινές. Ο πόλεμος, η παράνοια των ανθρώπων, ο παραλογισμός της βίας, ο θυμός, η αγανάκτηση εμφανίζονται από την πρώτη λέξη του έπους: Μήνιν άοιδε θεά… Ο Όμηρος, χρησιμοποιώντας αυτή τη λέξη στην αρχή, την καθιστά θέμα του, αλλά ταυτόχρονα δεν αναμασά ποτέ ένα μοτίβο. Η σκέψη του έχει μια τρομερή διαλεκτική, συνεχή ροή και κίνηση. Είναι ο μάστορας του προτσές. Όταν θέτει ένα θέμα, το βλέπει αμέσως μετά στην εξέλιξή του και στην αλλοίωσή του. Έτσι ο θυμός δεν μένει θυμός, γίνεται μανία, παράνοια… Όμως όλα αυτά τα θέτει για να μιλήσει στο τέλος για κάτι άλλο, πολύ πιο ουσιαστικό και αναγκαίο σε κάθε εποχή, που είναι η κατανόηση μεταξύ των γενεών και των ανθρώπων. Γι’ αυτό ο πόλεμός του δεν έχει τελικά ούτε νικητή ούτε ηττημένο.

    Πρόκειται για μια βία διαφορετική από αυτήν των νεωτερικών κοινωνιών, που οδηγεί στον μηδενισμό, όπως μας δείχνει ο Ντοστογιέφσκι στους Δαιμονισμένους;
    Στον Ντοστογιέφσκι έχουμε άλλο είδος ανθρώπου, μια πλευρά της ανθρώπινης ψυχής που για τον Όμηρο θα ήταν αδιανόητη. Όμως και εδώ, ίσως για πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό, ανακαλύπτεται ο πολύπλευρος άνθρωπος. Δεν είναι τα πράγματα άσπρο – μαύρο, καλό – κακό. Έχουν σαφές στίγμα οι άνθρωποι, αλλά τίποτε δεν είναι δεδομένο, είναι κι αυτοί παραδομένοι στη ροή των γεγονότων. Με αυτήν την έννοια, ο άνθρωπος είναι «πολύ θνητός» στον Όμηρο…

    Πόσο ξένη είναι για μας η πραγματικότητα που περιγράφεται στην Ιλιάδα;
    Μερικά στοιχεία μάς είναι μακρινά και ακατανόητα. Όμως η ουσία των πραγμάτων, όσοι παραμορφωτικοί καθρέφτες κι αν μεσολαβούν, είναι αναλλοίωτη. Ο Όμηρος χρησιμοποιεί την εποχή για την οποία μιλά σαν έναν θρύλο. Είναι η ηρωική εποχή, στην οποία επιστρέφει γιατί αποτελεί κοινό τόπο, γιατί τις ηρωικές πράξεις τις είχε ανάγκη η κοινωνία, η ψυχή του ανθρώπου για να αποκτήσει νόημα ύπαρξης. Ο θάνατος, η ευγένεια της ψυχής, η αξιοπρέπεια αναδεικνύονται σαν αναγκαίες πραγματικότητες.

    Όμως, σαν γνήσιος καλλιτέχνης χρησιμοποιεί τις συνθήκες μιας εποχής για να πει κάτι δικό του. Δεν χρησιμοποιεί τον Τρωικό πόλεμο, δημιουργεί τον «Ιλιαδικό πόλεμο», όπως τον ονόμασε ο Δ. Μαρωνίτης. Άλλωστε δεν πρόκειται παρά για 53 μέρες πολέμου, τέσσερις μάχιμες μέρες όλες κι όλες, αλλά με πόσα σημαντικά γεγονότα, κι όλα αυτά για να ειπωθεί το ουσιώδες στο τέλος: «Αν τελικά έχουμε ανάγκη τον πόλεμο, θα πολεμήσουμε ξανά».

    Χρησιμοποιείτε συχνά λογοτεχνικά κείμενα στις θεατρικές σας παραστάσεις. Είναι αυτός ένας πιο πρόσφορος τρόπος να μιλήσετε για το σήμερα;
    Ως άνθρωπο του θεάτρου με ενδιαφέρει να μιλάω στην εποχή μου με οποιονδήποτε τρόπο. Η Ιλιάδα συμπυκνώνει τις εμπειρίες αιώνων, όμως σε μια θεατρική παράσταση δεν με νοιάζει να προσεγγίσω το κείμενο καθεαυτό, αλλά να μιλήσω για την εποχή μου. Πιστεύω ότι πολλά επίπεδα θα χαθούν στην παράστασή μου. Ελπίζω να αναδειχθούν κάποια άλλα.

    Άλλωστε δεν ξέρω αν ο Όμηρος προσφέρεται για το θέατρο. Κάνω ένα πείραμα, με τεράστια ρίσκα, για να βρω τι είναι αυτό που αντιστοιχεί στο επικό είδος, ποιος είναι ο «επικός ρεαλισμός»… Με ενδιαφέρει επίσης η υπόσταση του ραψωδού ως μονάδας στην τέχνη, ως προάγγελου του ηθοποιού, τα μοναδικά μοτίβα, πώς μπορούν να μεταφερθούν και αν έχουν λόγο ύπαρξης στο θέατρο.

    Θεωρείτε ότι η παράσταση της Ιλιάδας θα είχε απήχηση στο διεθνές κοινό;
    Το πιστεύω απόλυτα. Όμως πρώτα με ενδιαφέρει να δω οι δικοί μου πώς θα το καταλάβουν. Δεν ξεκινάω υπολογίζοντας πώς θα το δουν οι Εγγλέζοι, οι Γιαπωνέζοι και οι Γερμανοί. Με ενδιαφέρει αυτό που κάνω να περνάει στη δική μου γλώσσα, να ακούγεται στα ελληνικά. Να συγκινήσει και να αγγίξει τους ανθρώπους της χώρας μου. Αν συμβεί αυτό, τότε μπορεί να έχει ενδιαφέρον και για άλλους.

    Δουλεύετε εδώ και αρκετά χρόνια με έναν σταθερό πυρήνα ηθοποιών. Τι είναι αυτό που τους κάνει ομάδα και όχι έναν θίασο όπως οι άλλοι;
    Καταρχήν το ήθος τους, δηλαδή ο τρόπος συμπεριφοράς τους στο θέατρο, στη δουλειά και απέναντι στους νεότερους ηθοποιούς της ομάδας. Πρόκειται για ανθρώπους που είναι βαθύτατα καλλιτέχνες, ταλαντούχοι και απολύτως συνεπαρμένοι με την ιδέα του θεάτρου, με τους οποίους μας συνδέει ένα κοινό όραμα. Η σύμπνοια, η ομαδικότητα και η συλλογικότητα στον τρόπο δουλειάς νομίζω ότι διακρίνει αυτήν την ομάδα και της δίνει ένα πραγματικό νόημα. Είναι όλοι τους πλέον περιζήτητοι στο θέατρο, παρόλα αυτά ο τρόπος που ερευνούν τα κείμενα, που εργάζονται ακούραστα, που μοιράζονται τις χαρές της δουλειάς και η πίστη σε αυτό που κάνουν τους ξεχωρίζει. Αυτό τους καθιστά άξιους συνεργάτες και ανθρώπους που όχι μόνο θέλουν να προχωρήσουν μέσα από εμένα, αλλά ταυτόχρονα με προχωράνε, κι ας ξεκίνησαν ως μαθητές μου.

    Είναι γνωστό ότι το όνομα του Στάθη Λιβαθινού ακούστηκε συχνά ως υποψήφιο για την καλλιτεχνική διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου, μολονότι, όπως λέει, «κανένας δεν μίλησε μαζί μου». Ρωτήσαμε λοιπόν πώς είδε τις εξελίξεις στην ηγεσία της πρώτης κρατικής μας σκηνής: «Το ότι δεν βρίσκομαι στο Εθνικό δεν σημαίνει ότι εύχομαι την αποτυχία του θεσμού, κάτω από οποιαδήποτε διεύθυνση. Αντιθέτως, εύχομαι στο Εθνικό και σε όλη την ομάδα που το αναλαμβάνει καλή επιτυχία. Τίποτε άλλο». […]

    02.06.2013, Κακουριώτης Σπύρος «Στάθης Λιβαθινός: «Κάνω ένα πείραμα για να μιλήσω για την εποχή μου», Η Αυγή

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • «Η «Ιλιάδα» είναι οδηγός επιβίωσης»

    Μπορεί να «χωρέσει» η ομηρική «Ιλιάδα» σε μια θεατρική παράσταση; Ολόκληρη; Και οι 24 ραψωδίες της; Και σχεδόν όλοι οι ήρωές της να ενσαρκωθούν από μόνο 15 ηθοποιούς; Ναι, απαντά ο Στάθης Λιβαθινός.

    Και το κάνει πράξη στην πιο φιλόδοξη παράσταση του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών (από την ερχόμενη Τρίτη ως και το Σάββατο, στην Πειραιώς 260). Παρ’ όλ’ αυτά δεν διστάζει να παραδεχτεί το προφανές. Ενέχει θράσος η απόπειρα να αποδώσεις 24 ραψωδίες στα όρια και στους χρόνους -έστω διεσταλμένους- μιας θεατρικής δουλειάς. Και μάλιστα σε χρονική διάρκεια που, μαζί με τα τρία διαλείμματα, δεν θα ξεπερνά τις 5 ώρες. Οι πρόβες πάντως έχουν ξεκινήσει από τον Σεπτέμβριο. «Και με την Έλσα Αδριανού εργαζόμαστε πάνω στη διαμόρφωση του κειμένου ακόμη και δυο ημέρες πριν από την πρεμιέρα», αποκαλύπτει ο σκηνοθέτης.

    – Σε ποιες ραψωδίες εστιάζετε και ποιους ήρωες φέρνετε στο προσκήνιο;
    Σε όλες! Κι εκεί, νομίζω, έγκειται και το θράσος, εντός εισαγωγικών, του εγχειρήματος. Το ότι κάνω και τις 24 ραψωδίες. Αλλά ο σκοπός είναι να αφηγηθώ μια ιστορία.

    – Παρελαύνουν δηλαδή όλοι οι ήρωες του έπους από τη σκηνή;
    Όλοι. Αν και, για να είναι πραγματικά όλοι, θα πρέπει να γεμίσω ένα στάδιο. Και δεν εννοώ με κομπάρσους. Γιατί ο Όμηρος δεν έχει κομπάρσους. Το απόλυτο στοίχημα είναι ότι με 15 ανθρώπους προσπαθούμε να καλύψουμε όλο το φάσμα των ραψωδιών.

    – Γιατί αποφασίσατε να παρουσιάσετε σήμερα την «Ιλιάδα», σε μια κατ’ εξοχήν αντιηρωική εποχή; Δεν είναι μια αντίφαση;
    Και βέβαια. Θεωρώ ότι σε μια απόλυτα εξαθλιωμένη εποχή η “Ιλιάδα” είναι η απόλυτη απάντηση. Γιατί η “Ιλιάδα” έχει το απόλυτο. Είναι κάτι σαν το Τείχος της Τροίας. Είναι μια απόλυτη πράξη από μόνη της. Η “Ιλιάδα” είναι ένας απόλυτος κόσμος. Κι επειδή είναι ένας κόσμος αξιών, έρχεται σε τρομερό διάλογο με το δικό μας. Όσο θρασύ, παρανοϊκό και απόλυτο και αν είναι το εγχείρημα, για το οποίο δουλεύουμε από τον Σεπτέμβρη. Ο Όμηρος προφανώς μ’ έναν τρόπο διαισθάνθηκε και πρόβλεψε ότι αυτός ο λαός, θα βασιστεί στην παρόρμηση, στο θυμό και στη μανία, η οποία πολλές φορές θα γίνεται και μανία καταστροφής. Πρόβλεψε ότι είμαστε ένας αυτοκαταστροφικός λαός με τεράστια αποθέματα και μια μεγάλη ικανότητα. Ο Τρωικός Πόλεμος είναι ο σκληρότερος πόλεμος όλων των εποχών. Κατά βάθος όμως η ψυχή του Ομήρου είναι τρυφερή. Προσπάθησε να προτείνει αντοχή, ανοχή και μεγαλείο μέσα στις δύσκολες συνθήκες. Για εμένα αυτό το μήνυμα της αντοχής και του ηρωισμού έχει να πει πάρα πολλά σήμερα. Η “Ιλιάδα” είναι ένας οδηγός επιβίωσης.

    – Είναι η πιο σωματική δουλειά που έχετε κάνει έως σήμερα; Οι ηθοποιοί σας ασκήθηκαν ακόμη και με ένα Σαολίν.
    Σε όλες τις δουλειές μου προσπαθώ το σώμα των ηθοποιών να είναι ευκίνητο, ενεργό και εκφραστικό. Δεν ακολουθώ μια συγκεκριμένη φόρμα πάνω στα σώματα ώστε να μετατρέψω την “Ιλιάδα” είτε σε μπαλέτο είτε σε φορμαλιστικό έργο. Αν και στην “Ιλιάδα” τα σώματα παίζουν αποφασιστικό ρόλο. Στον Όμηρο αποθεώνεται το σώμα.

    – Είναι ό,τι δυσκολότερο έχετε κάνει έως σήμερα η «Ιλιάδα»;
    Αναμφισβήτητα, το δυσκολότερο και το πιο προκλητικό

    – Μετά την «Ιλιάδα» τι;
    «Μετά την “Ιλιάδα” τι να πω;» Δύσκολα να επιλέξεις!

    31.05.2013, Κλεφτόγιαννη Ιωάννα «Η «Ιλιάδα» είναι οδηγός επιβίωσης», Ελευθεροτυπία

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Στάθης Λιβαθινός: «Η αξιοπρέπεια είναι ένα είδος ηρωισμού»

    Ο Στάθης Λιβαθινός μιλά στο click@Life για το πιο τολμηρό στοίχημα της σκηνοθετικής του καριέρας, την πεντάωρη παράσταση της Ιλιάδας που θα παρουσιαστεί στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου (4-8 Ιουνίου). 

    Αναμφίβολα η- κατά Στάθη Λιβαθινό- «Ιλιάδα» θα συγκεντρώσει το ενδιαφέρον των θεατρόφιλων στο φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Σε μια μαραθώνια παράσταση συνολικής διάρκειας πέντε ωρών (μαζί με τα τρία διαλείμματα) ο σκηνοθέτης θα επιχειρήσει να ξεδιπλώσει ορισμένους από τους βασικούς άξονες της ομηρικής αφήγησης, έχοντας ως όχημα τη γεμάτη χυμούς, ρέουσα, βραβευμένη μετάφραση του Μαρωνίτη.

    Θα κατορθώσει άραγε να καθηλώσει τους θεατές; Γιατί ο ίδιος πιστεύει ότι ένας σημαντικός δημιουργός πρέπει να απευθύνεται στο ευρύ κοινό… Μετά την εικαστική σύλληψη της Οδύσσειας από τον Μπομπ Γουίλσον, μια από τις σημαντικότερες παραγωγές του Εθνικού Θεάτρου της σεζόν που μας πέρασε, θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε αυτή τη νέα, θεατρική ανάγνωση των ομηρικών επών.

    Μετά την «Φόνισσα» και τον «Ερωτόκριτο», επιχειρείτε να μεταφέρετε στη σκηνή του θεάτρου και την Ιλιάδα. Αναζητάτε μήπως κατά κάποιο τρόπο το «ελληνικό DNA» μέσα από αυτά τα εμβληματικά κείμενα;
    Μακριά από μένα κάτι τέτοιο. Δεν με ενδιαφέρει και δεν είναι δική μου αποστολή να ερευνήσω το ελληνικό DNA. Άλλωστε ο Όμηρος το έχει κάνει αυτό πολύ καλύτερα από εμένα. Και όχι μόνο το έχει κάνει, αλλά και πρόβλεψε την εξέλιξή του κατά κάποιο τρόπο. Με ενδιαφέρει η ουμανιστική πλευρά του θεάτρου, δηλαδή ό,τι μπορεί να συγκινήσει και να αγγίξει έναν άνθρωπο σε όλα τα πλάτη και μήκη του κόσμου. Οτιδήποτε έχει εκ των προτέρων τη σφραγίδα «προσοχή ελληνικό» δεν με αφορά. Εμένα με ενδιαφέρει κάτι που θα έχει τη σφραγίδα «προσοχή ανθρώπινο», «προσοχή ουσιαστικό». Αυτό το είδος τέχνης με αφορά. Και θεωρώ πως ο Μπαχ, ο Σαίξπηρ και ο Όμηρος, για μένα, είναι κατά κάποιο τρόπο και Έλληνες γιατί συγκινούν όλους τους ανθρώπους, σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης.

    Η Ιλιάδα έχει πράγματι, θεατρικές αρετές ώστε να μεταφερθεί στη σκηνή;
    Δεν ξέρω αν έχει θεατρικές αρετές, σίγουρα όμως διαθέτει δραματικές αρετές. Το θέατρο πρέπει να δανείζεται γλώσσες και ρούχα από όλες τις ντουλάπες γιατί στην πραγματικότητα έχει ανάγκη να ανανεώνει την εκφραστική του γλώσσα. Ο ραψωδός μας παραπέμπει στον απόλυτο περφόρμερ- ηθοποιό. Ό, τι έκανε ο ραψωδός θα ήθελε πολύ να το πετύχει κι ένας ηθοποιός, δηλαδή να αυτοσχεδιάζει μπροστά στο κοινό, να αιχμαλωτίζει την προσοχή του, να τον κάνει να ταξιδεύει μαζί του. Αυτά είναι θεατρικά στοιχεία τα οποία, έτσι κι αλλιώς, με ενδιαφέρουν πάρα πολύ, γι’ αυτό και ήθελα να τα ερευνήσω. Η «Ιλιάδα» είναι μεταφρασμένη στην παράστασή μας γιατί εάν παρουσίαζα το πρωτότυπο, ιδέα με την οποία φλέρταρα στην αρχή, λίγοι άνθρωποι θα το καταλάβαιναν. Έχουμε ανάγκη την μετάφραση και το θέατρο για μένα είναι κατά κάποιο τρόπο ένας κρίκος ανάμεσα στον Όμηρο και την εποχή μας. Ωστόσο διατηρώ μέσα μου την αμφιβολία, εάν τελικά το έπος-που είναι αυθύπαρκτο και αυθεντικό είδος τέχνης-μπορεί να γίνει τελικά θέατρο. Θέλω η παράστασή μου να μεταφέρει αυτή την αμφιβολία μου και στο κοινό. Το ότι κάνω μια παράσταση δεν σημαίνει για μένα ότι κλείνω το θέμα «έπος και θέατρο». Αντιθέτως, το ανοίγω. Και θέλω το κοινό να δει ότι πρόκειται για δύο ξεχωριστά είδη τέχνης τα οποία συναντιούνται με αφορμή τον Όμηρο. Άλλωστε και σε προηγούμενες παραστάσεις μου, όπως για παράδειγμα στη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη ή στον Ερωτόκριτο, δεν κρύβω την προέλευση του έργου, την αποκαλύπτω. Μου αρέσει να καταλαβαίνει το κοινό ότι είναι ένα λογοτεχνικό είδος που μεταφέρεται στο θέατρο. Θέλω καθαρούς κανόνες και όχι να κρύβω το είδος με το οποίο ασχολούμαι.

    Πώς προέκυψε η συμμετοχή του Σαολίν μοναχού στις πρόβες της παράστασης;
    Η Ιλιάδα είναι ένα πολεμικό έπος και στην αφήγηση, ο πόλεμος είναι το βασικό όχημα. Τα θέματα είναι άλλα, όμως ο Όμηρος τον χρησιμοποιεί για να πει αυτή την ιστορία. Επειδή είμαστε μια γενιά που δεν έχει πολεμήσει, προσπάθησα να ανακαλύψω τρόπους ώστε οι ηθοποιοί να εξοικειωθούν κατά κάποιο τρόπο με τις προτεινόμενες συνθήκες του έργου. Θεώρησα ότι είναι μοναδική δυνατότητα ένας συνεργάτης προερχόμενος από έναν πολιτισμό που διατηρεί τις πολεμικές τέχνες ζωντανές μέχρι και σήμερα, να μπορέσει να μυήσει τους ηθοποιούς σε κάποιους από αυτούς τους κώδικες. Με ενδιέφερε η άσκηση των ηθοποιών και η εξοικείωσή τους με άλλο κινησιολογικό λεξιλόγιο. Για αυτό κάλεσα τον Σαολίν μοναχό, ο οποίος δουλεύει μαζί μας από τον Σεπτέμβρη. Υπήρξε ουσιαστικά το μέσο για να εξοικειωθούμε με την πολεμική τεχνική. Κάποια στοιχεία αυτής της πολεμικής τεχνικής -με διαφορετικό όμως τρόπο- είναι ενταγμένα στην παράσταση.

    Μέσα από την παράστασή σας διερευνάτε παράλληλα και την έννοια του ηρωισμού. Γιατί επιλέξατε να μιλήσετε για αυτό το θέμα σε μια μάλλον «αντιηρωική» εποχή, όταν απουσιάζουν οι ήρωες και τα πρότυπα;
    Το ότι δεν υπάρχουν, δεν σημαίνει ότι και η εποχή μας δεν τους έχει ανάγκη. Ο ηρωισμός δεν είναι κάτι εξωπραγματικό. Είναι η ανάδειξη κάποιων ικανοτήτων και χαρισμάτων των ενός ανθρώπου που βρίσκεται ανάμεσα μας. Ορισμένες φορές και η αξιοπρέπεια είναι ένα είδος ηρωισμού. Κάθε εποχή έχει τους δικούς της ηρωισμούς. Και στον Όμηρο ο ηρωισμός γεννιέται σε συγκεκριμένες συνθήκες. Σου δίνει ένα λόγο να ζήσεις ή να πεθάνεις. Νομίζω ότι αυτό το έχει ανάγκη η εποχή μας και αυτή ήταν μια από τις αιτίες για τις οποίες ασχολήθηκα με την Ιλιάδα.

    Σε ποια πρόσωπα της Ιλιάδας εστιάζετε;
    Με τη συνεργάτιδά μου την Έλσα Αδριανού διαπιστώσαμε ότι ο Όμηρος είναι πολυπρισματικός. Βέβαια χωρίς τη διαμάχη Αγαμέμνονα – Αχιλλέα δεν θα υπήρχε Ιλιάδα. Νομίζω ότι εδώ πρόκειται για την αφήγηση ενός εμφυλίου πολέμου. Ωστόσο στην παράσταση προσπαθούμε να φωτίσουμε όλα τα πρόσωπα. Ο Αίαντας είναι ο ήρωας στον οποίο πέφτει ο κλήρος να παίζει τον ρόλο του Αχιλλέα ενώ δεν είναι Αχιλλέας. Ο Δίας ανήκει στους θεούς αλλά είναι και κάτι ακόμα, είναι μια τρομερή μορφή στο έργο. Ο Έκτορας φυσικά, βρίσκεται στην αντίπερα όχθη, είναι ο άνθρωπος ο οποίος προσπαθεί να ανταπεξέλθει στο τεράστιο βάρος που του ρίχνει η μοίρα στους ώμους, να οδηγήσει δηλαδή τον λαό και να σώσει μια πόλη. Ο Οδυσσέας, ο Νέστορας, η Εκάβη, η Ανδρομάχη και άλλοι μικρότεροι ήρωες, τους βασικότερους από τους οποίους τους διαπραγματευόμαστε στην παράσταση.

    Υπάρχει κάποιος ήρωας –κλειδί για την κατανόηση του έργου στον οποίο στέκεστε περισσότερο;
    Δεν πρέπει να κάνω κάτι τέτοιο γιατί σκοπός μου δεν είναι να αφηγηθώ τη μια μόνο πλευρά της ιστορίας. Όπως, βεβαίως, και δεν μπορώ να τις πω όλες, αυτό είναι ένα χαμένο παιχνίδι. Έτσι κι αλλιώς για όποιον γνωρίζει την Ιλιάδα μπορεί να καταλάβει ότι μέσα σε 4,5 ώρες ούτε έναν πρόλογο δεν μπορείς να κάνεις. Κάνουμε ένα πρώτο σκίτσο των προσώπων μια αφήγηση της ιστορίας και της υπόθεσης και προσπαθούμε να ρίξουμε ουσιαστικές γέφυρες με την εποχή μας- κάτι που το θέατρο πάντα το επιθυμεί. (…)

    31.05.2013, Στάικου Μάνια «Στάθης Λιβαθινός: Η αξιοπρέπεια είναι ένα είδος ηρωισμού», www.clickatlife.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Σήμερα, η Ιλιάδα

    Η «Ιλιάδα», το αρχαιοελληνικό έπος του Τρωικού Κύκλου, είναι η απαρχή της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και η βάση της νεότερης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Πρόκειται για έργο απαράμιλλης λογοτεχνικής δύναμης και αισθητικής ωριμότητας, που απασχολεί τον σκηνοθέτη Στάθη Λιβαθινό. Αυτό το καλοκαίρι, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, με τους 15 ηθοποιούς του αφηγούνται την ιστορία του πιο βίαιου πολέμου όλων των εποχών και μετατρέπουν το εμπνευσμένο αυτό κείμενο σε μια σειρά από ποιητικές εικόνες σκληρές, αλλά και τρυφερές, με μια απολύτως σύγχρονη θεματική. Η «Ιλιάδα» παρουσιάζεται από την Polyplanity Productions σε συμπαραγωγή με το Φεστιβάλ Αθηνών στην Πειραιώς 260 (Χώρος Δ) από 4 έως και 8 Ιουνίου στις 8 μμ.

    «Η αλήθεια είναι», μας εξηγεί ο Στάθης Λιβαθινός, «πως η ‘Ιλιάδα’ θα μπορούσε να είναι ακόμα και μια 24ωρη παράσταση. Όμως το θέατρο είναι μια άλλη γλώσσα, που περιέχει διαφορετικά εκφραστικά μέσα και σκοπός μου δεν είναι να εξαντλήσω τον θεατή – μπορεί να το κάνω άθελά μου, αλλά δεν είναι αυτός ο σκοπός μου. Και εδώ, όπως σε όλες τις παραστάσεις με τις οποίες καταπιάνομαι, επιθυμώ καταρχήν να πω την ιστορία. Αυτό είναι αρχή μου κατά κάποιον τρόπο, γιατί είναι και το δυσκολότερο. Μπορείς να δομήσεις, να αποδομήσεις, να προβάλεις, να κρύψεις, αλλά ο άνθρωπος θέλει πάντα από παιδί να ακούει μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος».

    «Μοιάζει αντισυμβατικός ο Όμηρος σήμερα;» αναρωτιέμαι και ο Στάθης Λιβαθινός απαντά: «Ο Όμηρος είναι πάντα αντισυμβατικός, με την έννοια ότι δεν έχει καμία σχέση με αυτό που εμείς έχουμε προσλάβει ως ιλιαδικό μύθο, ως τρωικό μύθο. Γιατί ο ιλιαδικός μύθος είναι ένα δικό του έργο, ένα έργο τέχνης εκατό τοις εκατό. Το οποίο σίγουρα περιέχει και στοιχεία αυτοσχεδιασμού και μεγαλοφυείς σκέψεις που καταφέρνουν να συμπυκνώνονται σε 24 ραψωδίες και να αναποδογυρίζουν όλο τον τρωικό μύθο. Δηλαδή ο τρωικός μύθος έχει συγκεκριμένα περιστατικά, την καταστροφή της Τροίας, που ήταν γνωστά εκείνη την εποχή – με αυτά μεγάλωναν τα παιδιά και άκουγαν την ιστορία σαν παραμύθι. Ο Όμηρος δεν έχει σχέση με αυτό. Ως γνήσιος καλλιτέχνης παίρνει την ιστορία, τη γυρίζει ανάποδα και, αντί να βλέπουμε την πολιορκία της Τροίας, βλέπουμε την πολιορκία των Αχαιών. Βλέπουμε την πολιορκία αυτών που πολιορκούν, βλέπουμε ένα τρομερό σχέδιο των θεών σε εξέλιξη και βλέπουμε τα αποτελέσματα ενός τρομακτικού ανθρώπινου αισθήματος που λέγεται θυμός».

    Η Ιλιάδα ξεκινάει με αυτή την ισχυρή φράση: «Ψάλλε, θεά, τον τρομερό θυμό του Αχιλλέως» και για τον σκηνοθέτη αυτό είναι ένα από τα πιο βασικά στοιχεία της ιστορίας. «Αρχίζει μια ιστορία ο Όμηρος, που την τελειώνει με τον πιο παράδοξο τρόπο. Χωρίς πόλεμο, χωρίς νικητή και χωρίς νικημένο. Εάν αυτό δεν είναι μοντέρνα σκέψη, δεν ξέρω τι άλλο μπορεί να είναι. Ο θυμός στον Όμηρο δεν είναι απλώς ένα συναίσθημα, είναι μια ολόκληρη πραγματικότητα, διότι αφορά καταρχήν τον Αχιλλέα – αλλά όχι μόνο. Αφορά και τον Αγαμέμνονα, αφορά και τους Τρώες και όλο τον κόσμο. Είναι ένα από αυτά τα συναισθήματα που στην πραγματικότητα τιμωρούν τον άνθρωπο, διότι από κάποια στιγμή και μετά ξεπερνάς το μέτρο και σε οδηγεί η ζωή στην απώλεια, που είναι και το μεγάλο μάθημα. Αν δεν χάσεις, δεν μαθαίνεις. Αυτό συμβαίνει πάρα πολύ με τον Όμηρο, συμβαίνει κατά κόρον, θα έλεγα, ειδικά στην ‘Ιλιάδα’ και με τον Αχιλλέα και με τόσους επώνυμους και ανώνυμους ανθρώπους – τα ονόματά τους τα ξέρουμε μόνο και μόνο επειδή πέθαναν στο πεδίο της μάχης και αυτό είναι πολύ συγκινητικό. Από εκεί και μετά η κατανόηση, η γενναιοδωρία, η φιλία, η αξιοπρέπεια, είναι κάποιες αξίες που συνθέτουν τον ιλιαδικό κόσμο. Ο σεβασμός, η επίγνωση της ήττας, όλα αυτά».

    «Με αυτό σαν οδηγό», εξηγεί, «ξεκινήσαμε με τους ηθοποιούς την εργασία μας πάνω στην ‘Ιλιάδα’ και θα επιχειρήσουμε να πούμε την ιστορία της με έναν σύγχρονο τρόπο, χωρίς καμία πρόθεση να κάνουμε φιλολογική δουλειά και να προβάλουμε τα κοινώς αποδεκτά όμορφα στοιχεία, αλλά να δείξουμε μερικά πράγματα που μπορεί να αφορούν τον σύγχρονο θεατή για να πλησιάσει σήμερα τον Όμηρο».

    Ο Στάθης Λιβαθινός αγαπά να ασχολείται με τα μεγάλα έργα, βάζοντας ένα πολύ δύσκολο στοίχημα κάθε φορά. «Νομίζω ότι η δουλειά ενός καλλιτέχνη με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο οφείλει να περιστρέφεται γύρω από μεγάλα κείμενα ή να τα πιάνει μικρά και να τα κάνει μεγάλα. Δεν αναρωτιέμαι αν τα κείμενα είναι μικρά ή μεγάλα. Προσπαθώ να ασχολούμαι με πράγματα που με συγκινούν και με αγγίζουν. Πιστεύω ότι, αν δεν ασχοληθείς με αυτά τα κείμενα, δεν μετράς τον εαυτό σου, δεν τον μαθαίνεις, δεν αντιμετωπίζεις τα μεγάλα θέματα της ζωής και δεν αξίζει να κάνεις αυτή τη δουλειά. Θα μπορούσα να ασχοληθώ και με ένα κείμενο πιο σύγχρονο, αλλά αυτή τη στιγμή δεν είμαι σε τέτοια φάση. Και αν με ικανοποίησε η προηγούμενη χρονιά, είναι γιατί άγγιξα σπουδαία κείμενα. Ο ‘Ερωτόκριτος’, η ‘Φόνισσα’, ο ‘Ηλίθιος’… Θέλεις να ζήσεις μετά διαφορετικά. Εντάξει, δεν μπορείς να τα κάνεις τέλεια, αφήνεις τεράστια ερωτηματικά, φαίνεσαι πολλές φορές ανεπαρκής, αυτό όμως είναι η τέχνη έτσι και αλλιώς».

    «Με την ‘Ιλιάδα’ δεν συμβαίνει αυτό» διευκρινίζει. «Είναι ένα έργο που δεν έχει ανέβει στο θέατρο από όσο ξέρω, εκτός από τον Βασίλιεφ, ο οποίος έχει κάνει την πρώτη ραψωδία. Σίγουρα όλα τα στοιχεία που περιέχει είναι και θεατρικά. Για μένα ο ραψωδός ήταν ένας ικανός performer, αν μπορώ να το πω έτσι, ο οποίος ήξερε να κρατάει την προσοχή του κοινού, να μιλάει και να τον ακούνε, να παρουσιάζει εικόνες και οι άλλοι να τις βλέπουν με τον λόγο του, γενικά να είναι μια ενδιαφέρουσα προσωπικότητα, να κρέμεσαι από τα χείλη του και να μην μπορείς να ξεκολλήσεις. Εμείς δεν κάνουμε ένα είδος ποιητικού θεάτρου. Θα μπορούσε κανείς να το κάνει αυτό, αλλά είναι μια άλλου είδους κατεύθυνση, εγώ δεν ακολουθώ αυτό, δεν με ενδιαφέρει η ποιητικότητα του κειμένου, με ενδιαφέρει η όποια ποίηση να προκύπτει μέσα από πολύ συγκεκριμένες συνθήκες, μέσα από συγκρούσεις, συμπεριφορές των ανθρώπων και να ανακαλύψω έναν κώδικα υποκριτικό που ανατρέπει. Και λέω ‘ανακαλύψω’, γιατί προσπαθώ σε κάθε έργο να βρω κάτι καινούργιο για μένα, άλλοτε το καταφέρνω, άλλοτε όχι, αλλά αυτή είναι η πρόθεσή μου».

    31.05.2013, Μποζώνη Αργυρώ «Σήμερα, η Ιλιάδα», Metropolis

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Δ.Ν. Μαρωνίτης: συνέντευξη στη Ράνια Μπουμπουρή

    Πάνε περίπου δεκαπέντε χρόνια από την προηγούμενη φορά που τον είχα συναντήσει. Ο κ. Δημήτρης Μαρωνίτης, πρόεδρος τότε του Τμήματος Δημοσιογραφίας και Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας του Α.Π.Θ., προκαλούσε σε όλους μας, φοιτητές και καθηγητές, αισθήματα δέους. Ακόμα και σήμερα, γράφοντας αυτές τις αράδες τον φαντάζομαι να ελέγχει τη στίξη μου. Ακόμα και σήμερα, τον θεωρώ δάσκαλό μου και ζητάω να μάθω από αυτόν με αφορμή τη μετάφρασή του της Ιλιάδας, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Άγρα και τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ενδογλωσσικής Μετάφρασης. Σύντομα, μάλιστα, θα έχουμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε επί σκηνής την Ιλιάδα στη συγκεκριμένη μετάφραση και σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού (4-8 Ιουνίου 2013, Πειραιώς 260, Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου).

    Κύριε Μαρωνίτη, πρώτη φορά στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο θα παρουσιαστεί ολόκληρη η Ιλιάδα, σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού και με βάση τη μετάφρασή σας. Έχετε ήδη δει κάποιο μέρος της δουλειάς;
    Έχω δει δύο πρόβες, θα δω ξανά στον καινούργιο χώρο, όπου θα παιχτεί. Ομολογώ ότι έχω ενθουσιαστεί με τη ζωντάνια της δουλειάς αυτής και με την αθωότητά της, γιατί ο Λιβαθινός δουλεύει με πολύ νέα παιδιά κατά βάση. Μ’ έχει συγκινήσει πάρα πολύ η πρόταση καταρχήν του Στάθη του Λιβαθινού, ο ενθουσιασμός των παιδιών – η αφοσίωσή τους απερίγραπτη στον λόγο τον ίδιο και στον τρόπο που τον εκφέρω. Κι ένα στοιχείο που προσωπικά τουλάχιστον θεωρώ ότι είναι σωτήριο για τέτοιου είδους κείμενα, όταν κανείς τα ανεβάζει στο θέατρο. Τι εννοώ; Τα έπη αυτά ουσιαστικά, ασχέτως αν έχουν γραφεί ή αν έχουν συντεθεί και με τη βοήθεια της γραφής, λειτουργούσαν τότε ως ακροαματικός λόγος, θεατός κατά κάποιον τρόπο ακροαματικός λόγος στα Παναθήναια και σε άλλες γιορτές, σε διάφορες περιοχές. Το καλό με τη δουλειά που κάνει τώρα ο Στάθης είναι το πόσο καθαρά, ευκρινώς, και θα έλεγα –με την καλή σημασία– δυνατά ακούγεται ο ομηρικός λόγος από τα νέα αυτά παιδιά. Όχι ψιθυρίσματα εσωτερικότητας και τα λοιπά. Μια καλώς εννοούμενη εξωστρέφεια ακροαματική, που εδώ βγαίνει και που μ’ έχει ενθουσιάσει. Είχε προηγηθεί και είχε μεγάλη επιτυχία, με είχε συγκινήσει πάρα πολύ, αυτό που έγινε πριν από δύο χρόνια στο Εθνικό Θέατρο με τις απαγγελίες γυναικών ηθοποιών, εξαιρετικών. Ακούστηκε όλη η Ιλιάδα χωρίς διακοπές μπροστά σε ένα πραγματικά συγκινητικό ακροατήριο, πέρα από το ότι ήταν πολύ πυκνό – απρόβλεπτο, θα έλεγα, ακροατήριο, πάντως όχι συμβατικό, και στο σύνολό της η εκδήλωση αυτή έδειχνε ότι κάτι τρέχει με το έπος αυτό.

    Να επισημάνουμε όμως ότι τότε είχαμε μία ραψωδία κάθε Πέμπτη. Ενώ τώρα θα έχουμε όλη την Ιλιάδα σε μία παράσταση.
    Ναι, αυτό είναι το επίμαχο ή το δύσκολο εγχείρημα του Στάθη. Βέβαια, το να παρουσιαστεί επί σκηνής το έπος ολόκληρο δεν είναι δυνατόν. Αυτό που ξέρω εγώ είναι ότι πρόκειται για μια σχετικά μακράς διαρκείας παράσταση, γύρω στις 4-4,5 ώρες –δε με πειράζει καθόλου, το γουστάρω αυτό– γουστάρω δηλαδή με αυτό το έπος να καθίσει κανείς και ή να βαρεθεί ή πραγματικά να συγκινηθεί και να του μείνει στη ζωή του εφεξής η αίσθηση αυτή, μένοντας καθηλωμένος 4,5 ώρες μ’ ένα μικρό διάλειμμα. Χαίρομαι που έγινε το πράγμα αυτό.

    Πάνω στη δουλειά της μετάφρασης, τώρα, ποια ήταν η μεγαλύτερη αγωνία σας στην Οδύσσεια και ποια στην Ιλιάδα;
    Έχει αξία αυτή η αντίστροφη ανάβαση από την Οδύσσεια στην Ιλιάδα, στη βάση την αποδεδειγμένη κατά την αντίληψή μου, ως μελετητή της Οδύσσειας και της Ιλιάδας, ότι το έπος της Οδύσσειας, ας πούμε και ο ποιητής της Οδύσσειας, μάλλον διαφορετικός από τον ποιητή της Ιλιάδας, μαθητεύει στην Ιλιάδα και στον ποιητή της Ιλιάδας συνθέτοντας το δικό του ποίημα. Έτσι δημιουργείται αυτό το μοντέλο που λέω εγώ, από τον μαθητή στον δάσκαλο και όχι αντιστρόφως, από τον δάσκαλο στον μαθητή. Αυτό όπως ξέρεις, εξάλλου, ήταν και ο τρόπος διδασκαλίας μου όλα τα χρόνια στο πανεπιστήμιο, και προσπαθώ ακόμη και στα γραπτά μου κείμενα να υποδεικνύω ότι αυτή είναι η μέθοδος που εμένα προσωπικά τουλάχιστον και μ’ ερεθίζει και μ’ ενδιαφέρει, και νομίζω πως είναι γόνιμη και ωφέλιμη.

    Υπάρχουν απαντητικά στοιχεία αυτής της μαθητείας της Οδύσσειας στην Ιλιάδα;
    Υπάρχουν πολλά, δεν είναι της ώρας να τα συζητήσουμε, αλλά υπάρχουν στοιχεία –ας το πω έτσι– ανταπόκρισης και θετικά και αντιθετικά, και αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον. Η Ιλιάδα είναι ένα πολεμικό κατά βάση έπος. Πώς παρουσιάζει τον πόλεμο είναι ένα άλλο θέμα, και πολύ σοβαρό. Η Οδύσσεια είναι ένα κατά βάση μεταπολεμικό έπος, που μοιάζει να συνεχίζει και να σχολιάζει τα παρεπόμενα του ιλιαδικού πολέμου. Αν η Ιλιάδα είναι ένα επιθετικό έπος, κατά κάποιον τρόπο –ή, αν θέλεις, επιδρομικό έπος– η Οδύσσεια είναι και στην κατασκευή της ακόμη ένα αναδρομικό έπος, ένα έπος πια όχι εκστρατείας, όπως η Ιλιάδα, αλλά ένα έπος νόστου, επιστροφής, επομένως εδώ έχουμε αυτά τα συγγενικά και μαζί αντιθετικά δίδυμα για τα οποία μιλώ.

    Σε ποιο επίπεδο φαίνεται αυτό;
    Φαίνεται σε πολλά επίπεδα. Φαίνεται στο πώς χρησιμοποιεί ή δε χρησιμοποιεί ο ποιητής της Οδύσσειας στοιχεία μύθου από την Ιλιάδα, ή συμπληρώνει στοιχεία μύθου, τα οποία τα αφήνει μετέωρα η Ιλιάδα, όπως είναι λόγου χάρη η τύχη του Αχιλλέα. Και ο θάνατος του Αχιλλέα και η ταφή του Αχιλλέα στην Οδύσσεια υπάρχει, ενώ στην Ιλιάδα δεν υπάρχει – κι εδώ είναι το σκάνδαλο το μεγάλο της Ιλιάδας, που δεν καταδέχεται θα ’λεγε κανείς να συμπεριλάβει και τον θάνατο του πρώτου ήρωά της. Αυτό είναι μια άλλη συζήτηση. Έχουμε, λοιπόν, τέτοιου είδους καταρχήν προσαρμογές και μαζί αντιστροφές ή συμπληρώματα.

    Εσείς, μεταφράζοντας και το ένα έπος και το άλλο, σε ποιο νιώσατε την ψυχή σας πιο κοντά;
    Τα δύο έπη που, επαναλαμβάνω, έχουν πολλές ομοιότητες θετικές και αντιθετικές, και σε θέματα μυθοπλασίας και σε θέματα τέχνης και τεχνικής, έχουν και κάποιου είδους ριζικές διαφορές στον τόνο και στον τρόπο τους. Δύο από αυτές θα τις υπογραμμίσω, γιατί ήταν αυτές κυρίως που με ερέθισαν εμένα καθ’ οδόν κι ήταν αυτές που έπρεπε να χωνευτούν για να φανεί η ανάκλασή τους – και μες στη μετάφρασή μου επιχειρούσα, εάν δεν ήθελα η μετάφραση της Ιλιάδας να είναι κατά κάποιον τρόπο ένα αντίγραφο της μετάφρασης της Οδύσσειας. Η Οδύσσεια είναι ένα έπος από κάποια άποψη πιο γοητευτικό, πιο πιασάρικο, με τα παραμυθικά του στοιχεία, με τα αφηγηματικά του κόλπα. Σε γοητεύει να το ακούς, να το σκέφτεσαι, ακόμα και να το παριστάνεις με τον έναν ή τον άλλο τρόπο – και εικαστικά, η έκθεση που έχει κάνει ο Κοκκινίδης τα τελευταία χρόνια έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Σε αντίθεση με αυτόν τον γοητευτικό, πιασάρικο τόνο και τρόπο της Οδύσσειας, τουλάχιστον στην επιφάνεια, γιατί από κάτω τρέχει αρκετή μελαγχολία και απαισιοδοξία και στην Οδύσσεια –απλώς θέλει λίγο σκάψιμο το πράγμα–, η Ιλιάδα είναι ένα καταρχήν ακατάδεκτο έπος, δεν καταδέχεται με τίποτε να δελεάσει τον ακροατή της ή και τον αναγνώστη της με ένα είδος γοητείας και στον αφηγηματικό της τρόπο και στη μυθοπλασία της και στη δραματοποίησή της. Αυτό σημαίνει λίγο-πολύ ότι ισχύει μία ορολογία που τη χρησιμοποιώ και στον πρόλογο και στο επίμετρο της μετάφρασης. Ενώ η Οδύσσεια είναι ένα έπος που το υποδεχόμαστε από κάποια απόσταση, ας πούμε ένα έπος που το προσλαμβάνουμε εξ ακοής, η Ιλιάδα με αυτό που είναι ή την προσλαμβάνουμε εξ επαφής, με όλες τις συνέπειες που μπορεί να έχει η επαφή με ένα κείμενο που μπορεί να είναι συγκλονιστική, να ανατρέπει πάρα πολλά πράγματα μες στο μυαλό, και στο σώμα ακόμη, η Ιλιάδα το μόνο που δέχεται είναι αυτή η πρόσληψη εξ επαφής. Όποιος την τολμήσει, ανταμείβεται. Όποιος δεν την τολμήσει, μένει έξω ή τον σπρώχνει έξω από τον χώρο της η Ιλιάδα.

    Και τι χάνει αυτός που θα μείνει έξω;
    Εγώ καθώς προχώρησα από τη γοητεία της Οδύσσειας σε αυτόν τον χαρακτήρα τον περήφανο και τον πιο απαιτητικό της Ιλιάδας, στην αρχή θα έλεγα τρόμαξα. Έτσι κι αλλιώς, η απόφασή μου ήταν να βρω και σε επίπεδο ύφους και σε επίπεδο ήθους έναν διαφορετικό μεταφραστικό κώδικα από κείνον που χρησιμοποίησα στην Οδύσσεια – με βασάνισε αυτό το πράγμα. Πιστεύω ότι εν μέρει τουλάχιστον το πέτυχα, φαίνεται: δεν μοιάζει ο μεταφραστικός λόγος της Ιλιάδας να αποτυπώνει τον μεταφραστικό λόγο της Οδύσσειας. Γενικότερα, θα έλεγα με έχει επηρεάσει και στη ζωή μου στα ώριμα χρόνια μου.

    Με ποιον τρόπο;
    Μ’ έχει πολύ βαθύτερα επηρεάσει η Ιλιάδα απ’ ό,τι η Οδύσσεια. Αυτό δεν σημαίνει ότι παραμερίζω στη συνείδησή μου ό,τι έχω κερδίσει από την Οδύσσεια και κυρίως ό,τι έχω αποτυπώσει σ’ ένα βιβλίο που νομίζω ότι ίσως να μείνει και για κάποια χρόνια – οι ξένοι έχουν υπογραμμίσει τη σημασία του πάρα πολύ: Αναζήτηση και νόστος του Οδυσσέα – Η διαλεκτική της Οδύσσειας (Κέδρος, 1991). Επομένως, μοιάζει να έχω λίγο ή πολύ, εν μέρει τουλάχιστον, ξοφλήσει τους λογαριασμούς μου με την Οδύσσεια με το βιβλίο αυτό, αλλά και άλλα μελετήματα. Τώρα, λόγου χάρη, στο Διεθνές Συνέδριο που θα γίνει τον Σεπτέμβριο πάλι στην Ιθάκη, θα μιλήσω για το σκάνδαλο των εταίρων στην Οδύσσεια. Εξακολουθεί να με απασχολεί η Οδύσσεια μ’ έναν δικό της τρόπο. Κυρίως όμως είμαι μες στον κόσμο της Ιλιάδας, είτε διαβάζω και ξαναδιαβάζω, είτε ακούω και ξανακούω, τώρα και βλέποντας… θα ’λεγα μεταξύ τρόμου και πολύ βαθιάς συμπάθειας, δεν ξέρω πώς να το πω. Όσο για τη μεταφραστική μου θεωρία και τη μεταφραστική μου πρακτική, που δεν είναι μονάχα δική μου –την ακολουθούνε και άλλοι, ο καθένας με τον τρόπο του–, στην Ελλάδα όμως νομίζω ότι εφαρμόστηκε πρώτη φορά και σε αυτό διαφέρει η μετάφρασή μου της Οδύσσειας και της Ιλιάδας και από τις μεταφράσεις του Εφταλιώτη, λόγου χάρη, για την Οδύσσεια ή του Πάλλη για την Ιλιάδα, και από τις μεταφράσεις του Καζαντζάκη και του Κακριδή. Καταρχήν η στιχουργία είναι διαφορετική, ακολουθείται αυτό που ονομάζουμε –καλώς ή κακώς– ελεύθερος στίχος, καταργείται ως ένα σημείο ο μονότονος ρυθμός του 15σύλλαβου ή 17σύλλαβου, υπηρετείται η απαίτηση να αποδοθεί ο εσωτερικός ρυθμός του λόγου. Και αυτός ήταν ο μεγάλος μου αγώνας. Έδειξα εμπιστοσύνη στη μεταφραστική αίσθηση έναντι της γραφής και της ανάγνωσης, βλέπω τη μετάφραση ως την τρίτη κορυφή ενός τριγώνου. Και θεωρώ τη λειτουργία της μετάφρασης οριακή για την εξέλιξη της ποίησης και για τη μετάδοσή της. Δεν έχουμε ένα ακίνητο πρωτότυπο κείμενο και μία κινημένη γλώσσα, αλλά τη σύγχρονη κίνηση και των δύο όρων. Οι δύο γλώσσες, η μεταφραζόμενη και η μεταφραστική, συνάγονται, συναντώνται, βρίσκουν σημείο τριβής όπου εκλύεται κάτι που δεν το πιστεύουμε. Η τριβή αυτή βγάζει στην επιφάνεια την ουσία της γλώσσας, τα πυρηνικά της στοιχεία. Βγάζει στο φως το ενδιάθετο δυναμικό και των δύο γλωσσών, στην προκειμένη περίπτωση της αρχαιοελληνικής και της νεοελληνικής. Και δείχνει πόσο προδρομικά είναι τα κείμενα αυτά. Η τριβή αυτή των δύο γλωσσών θυμίζει ακριβώς την τριβή δύο ανθρώπινων σωμάτων: εκλύεται μία δυναμική, που άλλως πως μένει ανενεργή.

    Ποιο ήταν το μεγαλύτερο μεταφραστικό άγχος σας;
    Ήταν πολλά τα άγχη, ανάλογα και με το μέρος που μεταφράζει κανείς. Η Ιλιάδα θα μπορούσε τυπολογικά να μεριστεί σε κάποια κεφάλαια που de facto διαφέρουν ως προς τον τρόπο, τον τόνο τους και, επομένως, και τον λόγο τους. Τα κεφάλαια, καταρχήν, των μαχών και των συγκρούσεων. Αυτό που λέω εγώ: το μεγάθεμα του πολέμου, έτσι όπως διασπείρεται στην Ιλιάδα και μερίζεται μάλιστα, και αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον, ανάμεσα στην εμφυλιακή έριδα και στη σύγκρουση Αχαιών και Τρώων. Είναι, από την άποψη αυτή, κάτι απίστευτο, τι γίνεται ακριβώς με το μεγάθεμα του πολέμου στην Ιλιάδα. Το δεύτερο μεγάλο θέμα, που έχει έναν δικό του κώδικα, είναι αυτό που λέω εγώ: το μεγάθεμα της ομιλίας. Λόγοι και διάλογοι μεταξύ εταίρων, μεταξύ συζύγων ή και μεταξύ παρασυζύγων, όπως είναι η Ελένη και ο Πάρις. Έχουμε, λοιπόν, τα δύο αυτά μεγαθέματα σε εντελώς διαφορετική εκδοχή απ’ ό,τι στην Οδύσσεια – για να φέρω ένα παράδειγμα, στην Ιλιάδα το μεγάθεμα του πολέμου αποδεικνύεται ισχυρότερο και εξαρθρώνει ουσιαστικά το μεγάθεμα της ομιλίας, σχεδόν και στις τρεις αυτές εκδοχές, και δεν αφήνει περιθώρια για το τρίτο μεγάθεμα, που είναι ο νόστος, παρά μόνο στην εκδοχή του νεκρώσιμου νόστου. Έχουμε δύο παραδείγματα συγκλονιστικά νεκρώσιμου νόστου στην Ιλιάδα. Το ένα είναι ο εντεταλμένος από τον Δία νεκρώσιμος νόστος του Σαρπηδώνα, που κατάγεται από τη Λυκία και είναι γιος του Δία, και όταν φονεύεται και διασύρεται, εντέλλεται ο Απόλλων να μυρώσει, να πλύνει, να ντύσει το σώμα αυτό και να το παραδώσει στον Ύπνο και στον Θάνατο για να το επιστρέψουν στη Λυκία. Ένας εμφανής νεκρώσιμος νόστος, κι ένας λανθάνων αλλά ενδεχομένως πιο συγκλονιστικός, όπως είναι κατ’ εμέ ο νεκρώσιμος νόστος του Έκτορα – ο οποίος κι αυτός νοστεί από τη σκηνή του Πριάμου στην τελευταία ραψωδία, ύστερα απ’ τον διασυρμό του, έχουμε αυτή την εταιρική ομιλία του Πριάμου και του Αχιλλέα, ουσιαστικά τη συμφιλιωτική. Κάτι που καταλήγει στην επιστροφή του νεκρού Έκτορα. Και, κατά περίεργο τρόπο, η Κασσάνδρα πάνω από το κάστρο, όταν βλέπει τον πατέρα της να πλησιάζει τις πύλες του κάστρου, φωνάζει στον κόσμο: «Ελάτε να δείτε ποιος έρχεται και ποιον φέρνει». Κι εκεί χρησιμοποιεί το ρήμα νοστώ και το ουσιαστικό νόστος. Έχουμε, λοιπόν, αυτούς τους τρεις βασικούς τύπους και στα δύο έπη, με μια διαφορετική αντιθετική έκφραση. Ο πόλεμος γενικότερα –είναι μεταπόλεμος, ουσιαστικά, στην Οδύσσεια– ή μετατρέπεται σε μνηστηροφονία, σε κάτι εντελώς διαφορετικό, φονική βέβαια μέχρι εξαντλήσεως στην Οδύσσεια. Εν πάση περιπτώσει, κατά κάποιον τρόπο υποχωρεί το μεγάθεμα του πολέμου στην Οδύσσεια στο μεγάθεμα της ομιλίας, και κυρίως της συζυγικής ομιλίας, η οποία φτουράει και εντέλει επιβάλλεται. Και, φυσικά, επικυρώνεται απολύτως το θέμα του νόστου στη θετική του εκδοχή ύστερα, με τις δοκιμασίες που προέκυψαν.

    Περιγράψατε με πολύ πάθος δύο-τρεις σκηνές από την Ιλιάδα. Αν θέλατε να κεντρίσετε το ενδιαφέρον ενός νέου ανθρώπου για τα ομηρικά έπη, ποια σκηνή από την Ιλιάδα θα του διαβάζατε;
    Κοίταξε, θα αντιδρούσα καταρχήν. Γενικότερα είμαι εναντίον των εκδοχών που προσπαθούν μέσα από ένα κείμενο συνόλου να αρπάξουν στοιχεία και θέματα, τα οποία υποτίθεται ότι είναι αιχμηρότερα και επομένως μπορούν να τραβήξουν περισσότερο τον αναγνώστη, ή και τον θεατή ακόμη. Αυτό που θα λέγαμε, πιασάρικα θέματα. Αφήνοντας λοιπόν στην άκρη αυτή τη μέθοδο, της επιλογής, έχω την εντύπωση ότι το πρώτο που θα έλεγα είναι, και με την αφορμή τώρα της παράστασης του Λιβαθινού, καταρχήν να διαβαστεί η Ιλιάδα –και η Οδύσσεια– ολόκληρη και μέσα στο σχολείο, σαν να διαβάζουν ένα μυθιστόρημα της μιας ή της άλλης κατηγορίας, και με αυτόν τον τρόπο να περάσει ύστερα –όχι ακριβώς μ’ έναν διδακτικό τρόπο, συμβατικό και σχολικό– και μες στο σχολείο και μες στο πανεπιστήμιο. Το κέρδος λοιπόν είναι να διαβαστούν ολόκληρα και τα δύο έπη, προπαντός να διαβαστεί επιτέλους ολόκληρη η Ιλιάδα, κυρίως για να αναγνωριστούν –αυτό είναι κάτι απίστευτο– τα σχεδόν παραβατικά της στοιχεία, που δεν πιστεύει κανείς στα μάτια του και στ’ αυτιά του ότι υπάρχουνε στην Ιλιάδα, ενώ τέτοιου είδους παραβατικά στοιχεία δεν υπάρχουν στην Οδύσσεια. Η Οδύσσεια από την άποψη αυτή θα ’λεγε κανείς ότι είναι ένα συντηρητικότερο, παραδοσιακότερο έπος. Θα σας πω δυο παραδείγματα: το πρώτο και το κυριότερο είναι ότι η Ιλιάδα είναι ένα έπος πολεμικό μοναδικό στη φιλολογία, απ’ όσο ξέρω, του ηρωικού έπους, που τελειώνει χωρίς νικητές και ηττημένους. Αυτό δεν είναι απλώς παράβαση, είναι ανατροπή τρομακτική, με όλες τις συνέπειες και τα παρεπόμενα που μπορεί να έχει, και τα οποία μπορεί κανείς να τα συζητάει μέρες ολόκληρες. Αυτό το παράδειγμα αναφέρεται στο τέλος του έπους. Να πω ότι και στην αρχή έχουμε μια παραβατικότητα εκπληκτική. Συνήθως τα ομηρικά έπη, αυτό κάνει και η Οδύσσεια, στους πρώτους στίχους του προοιμίου εξαίρουν και δοξάζουν τον κεντρικό ήρωα. Η Ιλιάδα κάνει το ανάποδο, σχεδόν καταριέται τον βασικό της ήρωα, καταριέται τουλάχιστον την μήνιν του, τον θυμό του και την καταστροφή που έφερε αυτή η μήνις. Μια τρίτη παράβαση, που δεν την πιστεύει κανείς, παρά μονάχα έχοντας διαβάσει το σύνολο της Ιλιάδας, είναι ότι ο βασικός της ήρωας, ο Αχιλλέας, είναι πάνω από δεκαοχτώ, για να μην πω είκοσι μία ραψωδίες, ανενεργός, απών. Πείτε μου ένα περιπετειώδες μυθιστόρημα, όπου ο κεντρικός ήρωας να απουσιάζει στα τρία τέταρτά του. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, ότι μόνο εάν διαβαστεί ολόκληρη, ή ακουστεί τουλάχιστον μ’ έναν τρόπο ώστε να μη χαθούν αυτού του είδους οι απίστευτοι νεωτερισμοί, θα έλεγα, της Ιλιάδας, που δεν υπάρχουν στην Οδύσσεια, ώστε να μη χαθεί η βασικότερη σημασία που θα είχε και η παράσταση της Ιλιάδας, και κυρίως η ανάγνωση της Ιλιάδας με προσοχή, η ακρόασή της με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο. Εμένα αυτά τα στοιχεία είναι που με συγκλόνισαν, καθ’ οδόν τα ανακάλυψα κατά κάποιον τρόπο, και συνεχώς ανακαλύπτω μερικά πράγματα.

    Καθώς μεταφράζατε την Ιλιάδα, ανθολογήσατε 24 + 2 Ιλιαδικές παρομοιώσεις, όπως είναι ο τίτλος του έργου σας (Εκδόσεις Άγρα, 2012). Παρόμοιο ανθολόγιο είχατε εκπονήσει και για την Οδύσσεια (Εκδόσεις Διάττων, 2004). Γιατί σας κέντρισαν τόσο το ενδιαφέρον οι ομηρικές παρομοιώσεις;
    Οι παρομοιώσεις της Ιλιάδας είναι τολμηρές, ενώ στην Οδύσσεια δεν είναι έτσι ακριβώς. Ό,τι είναι φυσικό σε μια εικόνα φύσης, στην πολεμική σύγκρουση φαίνεται αφύσικο. Σε περίπτωση έξαρσης του νου, γίνεται ένας αναγκαίος συνειρμός σε ένα οριακό γεγονός, όπως είναι για παράδειγμα ο φόνος, που πάει να μας κατακλύσει, μας καθηλώνει με τον αφύσικο χαρακτήρα του. Όταν το ακούμε, λόγου χάρη παρομοιάζεται η σύγκρουση δύο ηρώων με τον σπαραγμό ενός ελαφιού από έναν κάπρο, όταν ζούμε κάτι οριακό, δε λέμε «αυτό κάτι μου θυμίζει»; Είναι ένα είδος παραίσθησης, που γεννιέται μέσα από την αίσθηση. Οι εικόνες λειτουργούν ως συμπλήρωμα παραίσθησης. Κι έτσι, συμπληρώνεται ο κύκλος της πραγματικής συγκίνησής μας, που είναι όχι μόνο αισθητικός αλλά και παραισθητικός.

    28.05.2013, Μπουμπουρή Ράνια «Δ.Ν. Μαρωνίτης: συνέντευξη στη Ράνια Μπουμπουρή», diastixo.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Στάθης Λιβαθινός «Είμαι οργισμένος, αλλά ευθύνεται ο… Αχιλλέας»

    Αφιέρωμα στο ελληνικό Φεστιβάλ: Η «Ιλιάδα» στις 4 Ιουνίου στην «Πειραιώς 260»

    Πέντε ώρες παράσταση, με τρία διαλείμματα, και να που χώρεσαν στον σκηνικό κόσμο του πεισματάρη Στάθη Λιβαθινού όλες οι ραψωδίες του Ομήρου. Δεκαπέντε ηθοποιοί δουλεύουν επί μήνες ένα όραμα του σκηνοθέτη, που κρατάει πολλά πολλά χρόνια. Για να μην τολμήσει κανείς να πει ότι είναι η απάντησή του στην «Οδύσσεια» του Ουίλσον

    Μας έχει συνηθίσει στις πολύωρες αλλά ενδιαφέρουσες παραστάσεις. Τώρα ο Στάθης Λιβαθινός μάς ταξιδεύει στον τελευταίο χρόνο του Τρωικού πολέμου και στα πάθη του Αχιλλέα. Η «Ιλιάδα» ανοίγει στις 4 Ιουνίου το Φεστιβάλ Αθηνών. Μια 5ωρη παράσταση την οποία ο σκηνοθέτης προετοιμάζει με την ομάδα του από τον περασμένο Σεπτέμβριο έχοντας εντάξει και τις 24 ραψωδίες του Ομήρου. Τον συναντήσαμε στις πρόβες και μίλησε για το έπος…

    Σε ποια ψυχική κατάσταση σας βρίσκω;
    Οργισμένη, αλλά οφείλεται στον Αχιλλέα…

    Τι σας προκάλεσε να ασχοληθείτε με την «Ιλιάδα»;
    Η πρώτη λέξη είναι μήνις. Πρόκειται για το έπος του θυμού. Δεν είναι και μικρή αφορμή για να ασχοληθείς… Διαβάζοντας, άρχισα να σκιτσάρω με τον νου διάφορα. Αυτό πριν κάμποσα χρόνια, αφού έκλεισε η Πειραματική στο Εθνικό Θέατρο. Το συζήτησα τότε με την Έλσα Αδριανού -ευτυχώς υπάρχει ως μάρτυρας αυτής της παλιάς συζήτησης- γιατί ακούω διάφορες ανοησίες. Ότι τάχα μετά την “Οδύσσεια” ήθελα να αντιπαρατεθώ με την “Ιλιάδα”. Αστειότητες. Δεν πιάνεις τέτοια κείμενα από αντίδραση. Άλλωστε ο Μπομπ Ουίλσον κάνει τη δουλειά του κι εγώ τη δική μου. Επανήλθε εκείνη η ουτοπική σκέψη. Πιστεύω ότι πράγματα που μοιάζουν αδύνατα να συμβούν, πρέπει να γίνονται…

    Όλες οι ραψωδίες, δηλαδή δεκαπέντε χιλιάδες επτακόσιοι στίχοι;
    Από την Α ώς την Ω. Η δραματουργία, χωρίζοντας το έργο σε τέσσερα μέρη, φωτίζει αυτά που διασφαλίζουν την παράσταση από τον κίνδυνο της μουσειακής προσέγγισης και συνδέουν την έξοχη ομηρική ιστορία με την εποχή μας. Ήθελα να είμαι συνεπής ως προς τα βασικά συμβάντα του τρομακτικότερου πολέμου όλων των εποχών. Η καίρια θεματική επικεντρώνεται στο πώς αξίζει να ζεις και να πεθαίνεις με νόημα. Δεν είναι εύκολο να διηγηθείς μια πολυεπίπεδη ιστορία όπως η “Ιλιάδα”, που εξελίσσεται στο σταυροδρόμι δύο πολιτισμών.

    Κεντρικός άξονας ο… οικείος μας εμφύλιος πόλεμος.
    Κατατρέχει τον τόπο μας από το 800 π.Χ. ένας καταραμένος θυμός, που οδηγεί στην καταστροφή. Δύο εχθροί που μιλούν την ίδια γλώσσα, πιστεύουν στους ίδιους θεούς. Ο Όμηρος προβλέπει την εξέλιξη των βασικών χαρακτηριστικών του ανθρώπινου είδους που θα κατοικήσει αυτές τις ακτές… Ο Τρωικός πόλεμος έγινε κάτι άλλο στα χέρια του Ομήρου. Κινούμενος καλλιτεχνικά, αναποδογύρισε το σύμπαν. Είναι ο πρώτος παραβατικός ποιητής στην ιστορία της ανθρωπότητας. Μετακινώντας δεδομένα και όρια, χωρίς να αποδομεί τους μύθους, τους χρησιμοποιεί δημιουργώντας ανατροπές. Για παράδειγμα: ο Τρωικός πόλεμος είναι η πολιορκία της Τροίας από τους Αχαιούς. Ο Ιλιαδικός πόλεμος, τον δέκατο χρόνο, αφορά τις πενήντα τρεις μέρες όπου οι Αχαιοί πολιορκούνται από τους Τρώες… Αλλάζοντας γνωστά μοτίβα του πολέμου, φωτίζοντας το ήθος των κεντρικών ηρώων, φτιάχνει ένα έργο τέχνης για να ιντριγκάρει, να παρασύρει, να συγκινήσει τους θεατές με καινούργια πράγματα. Το κείμενο, επιπλέον, σηματοδοτεί μια δουλειά της τέχνης πάνω στους ανθρώπους.

    Ο τόνος, δραματουργικά, πέφτει σε κάποια ραψωδία;
    Υπάρχουν ραψωδίες οριακές, όπως η Χ, η Ω, η Α. Μας ενδιέφερε κυρίως η κάθετη ανάγνωση, όχι παράθεση γεγονότων. Αναδεικνύεται η βαθύτερη ουσία όλων των ραψωδιών, τονίζονται κάποια μοτίβα καθώς επίσης ο κόσμος των παρομοιώσεων στο κείμενο. Και, φυσικά, η στάση των θεών που μάχονται εκ του ασφαλούς. Εκτός από τον Δία που, αν και υπερέχει ψυχικά και πνευματικά, εδώ ξεχωρίζει. Εμφανίζεται όχι μόνον ως αφέντης-θεός αλλά ως πατέρας με έντονη την αίσθηση της αποτυχίας. “Δεν υπάρχει πιο δυστυχισμένο πλάσμα πάνω στη γη από τον άνθρωπο” λέει. Δήλωση που σημαίνει ότι θρηνεί απώλεια.

    Ο βασικός ήρωας, ο Αχιλλέας, δεν εμφανίζεται στο μεγαλύτερο μέρος του έπους, ενώ συγχρόνως είναι καταλυτικά παρών διά της απουσίας του.
    Είναι ημίθεος, ήρωας, αλλά και ανυπάκουος, οργισμένος. Σε επίπεδο υπόθεσης, χρειάζεται κάτι που θα τον σπρώξει ξανά στη μάχη. Επί είκοσι ραψωδίες όλοι περιμένουμε πότε θα ξαναπολεμήσει ο Αχιλλέας, πότε θα ξαναπιάσει το σπαθί. Ακόμη μία τεράστια παράβαση του Ομήρου: ο μεγαλύτερος πολεμιστής όλων των εποχών αποσύρεται. Τέτοιο σασπένς δεν έχει τολμήσει, νομίζω, κανένας συγγραφέας. Φαντάσου τον Σέξπιρ να απομακρύνει τον Άμλετ από τη σκηνή.

    Να τον κλειδώνει στο δωμάτιό του, να μη μαθαίνουμε ποτέ τις σκέψεις και τα φιλοσοφικά του διλήμματα…
    Ε λοιπόν τόση τόλμη θα τη ζήλευε και ο πιο ταλαντούχος συγγραφέας. Τον μεγάλο θυμό μπορεί να τον σταματήσει μια μεγάλη απώλεια. Και η μανία καταστροφής να μεταστραφεί σε ευγενικό συναίσθημα κατανόησης. Ο τρόπος που τελειώνει το αφήγημά του ο Όμηρος είναι φιλάνθρωπος. Με όχημα τον τρομερότερο πόλεμο στην ιστορία της ανθρωπότητας, χωρίς νικητές και ηττημένους, μιλάει για την ανθρώπινη κατανόηση. Μετά τις απώλειες αυτού του μάταιου πολέμου, κερδίζει η συμφιλίωση. Είναι το μεγαλειώδες “γράμμα” που στέλνει ο Όμηρος σε όλες τις εποχές. Γι” αυτό και δεν είναι πολεμικός ποιητής, αλλά μέγιστος ποιητής».

    Οι ηθοποιοί μοιράζονται ρόλους, ακόμα και του Ραψωδού;
    Ο Ραψωδός, ο πρώτος περφόρμερ στην Ιστορία, είναι σημαντικότατος ρόλος. Εξέχον, ταλαντούχο πρόσωπο που αποπλανά τα βλέμματα, τα αυτιά του κοινού, διηγείται με τρόπο που μαγεύει το σύμπαν. Επειδή ήθελα να αναδείξω την υπόσταση του αφηγητή, ο Ραψωδός υπάρχει ως είδος, και μ’ αυτή την έννοια οι ηθοποιοί δεν “δικαιούνται” να παίζουν ένα ρόλο γιατί αυτό τότε θα ήταν θέατρο. Όλοι λοιπόν είναι και Ραψωδός.

    Πώς παρουσιάζετε την πολυθρύλητη και αμφιλεγόμενη σχέση Αχιλλέα-Πάτροκλου;
    Είναι σχέση που δεν εξηγείται απλά. Όχι γιατί είναι ομοφυλοφιλική, αφού δεν είναι μόνο τέτοια. Σήμερα η λέξη έχει αποκτήσει άλλη διάσταση. Εδώ μιλάμε για άλλο πολιτισμό, όπου η έννοια “εταίρος” δεν υπάρχει. Πρόκειται για δυο ανθρώπους συνδεδεμένους με ισχυρότατη φιλία, πνευματική, ψυχική και σωματική. Ο Όμηρος έχει εικόνα με τους δυο τους να κοιμούνται μαζί στη σκηνή, ενώ πλάι τους ξαπλώνουν δυο πανέμορφες κοπέλες. Το κυρίαρχο δεν είναι η σωματική σχέση, αλλά η αγάπη τους. Η φιλία, η αυταπάρνηση δύο αντρών, από τα πολυτιμότερα στοιχεία της αντρικής συμπεριφοράς.

    Πώς διαμορφώνεται ο σκηνικός χώρος;
    «Η αφήγηση βασίζεται στα σώματα και στις φωνές των ηθοποιών και λιγότερο στα εξωτερικά εκφραστικά μέσα. Τα κοστούμια άχρονα, παραπέμπουν σε μια σύγχρονη “στρατιωτική” κατάσταση. Η μουσική βασίζεται σε ανατολικά και δυτικά μοτίβα. Με ενδιέφερε περισσότερο ο ανώνυμος Ιλιαδικός ήρωας που κυκλοφορεί σήμερα στον δρόμο. Αποκτά όνομα όταν αρχίζει να μάχεται, να θυσιάζεται.

    Τι είναι σήμερα ηρωισμός;
    Η προσπάθεια διατήρησης της στοιχειώδους αξιοπρέπειας, με όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Είμαστε όλοι μικροί ήρωες. Νομίζω ότι ο Όμηρος, ως δεινός παρατηρητής της ζωής, χρησιμοποίησε τους ήρωες της εποχής του. Πάντα περιγράφει τους ανθρώπους πολυπρισματικά, διαλεκτικά. Δεν υπάρχουν καλοί ή κακοί. Στην “Ιλιάδα” ενοικεί ένα χάος ανθρωπίνων ψυχών, που αιωρούνται μεταξύ ζωής και θανάτου. Γι’ αυτούς δεν αποφασίζει καν ο Δίας, αλλά η μοίρα, πιο ισχυρή από τον πατέρα των θεών. Ο Δίας χρησιμοποιεί τη ζυγαριά του για να δει πού θα πέσει το βάρος. Δεν διατάζει. Η μοίρα το κάνει, αυτή έχει τον τελευταίο λόγο. Σοφό δεν είναι;

    Αντέχει ο θεατής πολύωρες παραστάσεις;
    Ο “Ηλίθιος” ήταν έξι ώρες. Η “Ιλιάδα”, με τρία διαλείμματα, αντέχει. Οι πτυχές του έργου είναι αμέτρητες` ακόμη κι αυτή η παράσταση αδυνατεί να τις περιλάβει. Προσπαθούμε μ” ένα κείμενο, που όλοι το έχουμε ερωτευτεί. Δεν είμαι ήσυχος. Κρατάω την αμφιβολία αν το πείραμα έχει βάση, αν η θεατρική γλώσσα μπορεί να το αναδείξει. Πάντως η κατάθεση των συνεργατών και των δεκαπέντε ηθοποιών -πολλοί δουλεύουν από τον Σεπτέμβριο με στοιχειώδη μέσα- ήταν ηρωική.

    Γιατί επιμένετε στα λογοτεχνικά κείμενα: Ντοστογιέφσκι, Κορνάρος, Παπαδιαμάντης, Όμηρος.
    Μάλλον αυτή είναι η εποχή μου… Νιώθω ότι εκεί κρύβονται πολύ ενδιαφέροντα για μένα θέματα. Νιώθω ότι μέσα απ’ αυτά μιλάς πιο ακραία, πιο ουσιαστικά με το κοινό. Κάποτε θα επιστρέψω στη δραματουργία πιο πλούσιος, πιο ενημερωμένος. Ας μην ξεχνάμε ότι η δραματουργία οφείλει πολλά στη λογοτεχνία. Το αφηγηματικό θέατρο είναι φλέβα. Ανακαλύπτεις ζητήματα του θεάτρου, ανανεώνεις κώδικες δουλειάς.

    Επενδύετε πάντα στο ομοούσιον της ομάδας;
    Δεν ξεκινάς εύκολα μια εκδρομή σε σκοτεινό δάσος αν δεν έχεις συνοδοιπόρους που πιστεύουν σ” αυτήν. Πρόκειται για παρακινδυνευμένα σχέδια, απαιτούν κατάθεση έως αυτοθυσία. Δουλεύω με τους σωστούς ανθρώπους τη σωστή στιγμή. Τώρα συνυπάρχουν δύο γενιές – ανανεώθηκε η ομάδα με νεότερους. Είμαι περήφανος γι” αυτούς. Μου αρέσει να τους βλέπω να εξελίσσονται, με… προχωρά ως άνθρωπο, ως καλλιτέχνη. Η ευθύνη για την καινούργια θεατρική στιγμή είναι μεγάλη και, μοιραία, αφορά κυρίως τον σκηνοθέτη. Προφανώς θα πληρώσω το τίμημα αν κάτι δεν πάει καλά.

    Μετά την «Ιλιάδα» τι;
    Καμιά σκέψη, καμιά απόφαση. Τώρα είμαι εντελώς απορροφημένος. Ο Όμηρος τα θέλει όλα.

    26.05.2013, Μαρίνου Έφη «Στάθης Λιβαθινός: Είμαι οργισμένος, αλλά ευθύνεται ο… Αχιλλέας», Η Εφημερίδα των Συντακτών

     

    Για το link πατήστε εδώ 

  • H Ιλιάδα του Στάθη Λιβαθηνού

    Ο Όμηρος όχι ως μοντέρνος ή μεταμοντέρνος αλλά ως σύγχρονός μας.

    Ο Στάθης Λιβαθινός και οι ηθοποιοί του δουλεύουν πάνω στην Ιλιάδα του Ομήρου, ένα κείμενο σκηνικά σχεδόν παρθένο, από τον περασμένο Σεπτέμβρη. Το στοίχημα είναι μεγάλο και δύσκολο, όχι εξαιτίας της αναπόφευκτης σύγκρισης με την εικονογραφική σκηνική ερμηνεία της Οδύσσειας από τον Ρόμπερτ Γουίλσον –που πολύ συζητήθηκε– αλλά επειδή τον Λιβαθινό ανέκαθεν τον απασχολούσε το πώς μπορεί να λειτουργεί ένα κείμενο λόγου κατά τη μεταφορά του στη σκηνή και πώς μπορούν οι ηθοποιοί ν’ αφηγηθούν μια ιστορία με ενδιαφέροντα για το κοινό τρόπο.

    Όσο για τη στιγμή που επέλεξε να παρουσιάσει το «πολεμικό» ομηρικό έπος, αυτή συνδέεται άμεσα με τη δύσκολη φάση που περνά ο τόπος μας. «Έτσι όπως βλέπω τα πράγματα, είναι επείγουσα η ανάγκη να ξαναδούμε τι σημαίνει πόλεμος, τι ήρωας και ηρωισμός και τι νικητής και ηττημένος. Και με δεδομένο ότι στο πλαίσιο της κρίσης απαξιώνονται ο πολιτισμός και οι φορείς του, με την παράσταση της Ιλιάδας υποστηρίζω μ’ έναν τρόπο ότι η τέχνη μας πρέπει να γίνει πολεμική. Αλλιώς, το ομηρικό έπος μικραίνει σ’ ένα κείμενο που μιλάει για έναν πόλεμο που συνέβη κάπου, κάποτε – ενώ αυτό που επιτυγχάνει ο Όμηρος (ή, έστω, οι ραψωδοί, αν ήταν πολλοί και όχι ένας) είναι να πάρει έναν μύθο πολύ γνωστό, τον Τρωικό Πόλεμο, από τον οποίο προέρχονται σπουδαίες μορφές κι ενδιαφέρουσες μεταφορές που απασχόλησαν έντονα τον κόσμο της εποχής του, και, μέσα από μια παραβατική, ανατρεπτική αφήγηση, να του δώσει πρωτόγνωρες φιλοσοφικές διαστάσεις. Αντιμετωπίζει τον πόλεμο ως ένα ισχυρό φυσικό φαινόμενο – με το μεγαλείο, την οδύνη, τη φρίκη που προκαλεί ένα φυσικό φαινόμενο. Επιπλέον, δεν διακρίνει νικητές και ηττημένους και δείχνει τι σημαίνει όχι να εξοντώνεις τον εχθρό σου αλλά να τον τιμάς και να τον σέβεσαι».

    Έτσι, στην πολιτική διάσταση του έπους προστίθενται και η ηθική και η ανθρωπιστική – εξού κι έχει ένα τόσο φιλάνθρωπο τέλος, ένα φινάλε χαμηλόφωνο και συναισθηματικό. Μ’ άλλα λόγια, παρ’ όλα όσα έχουν συμβεί, παρά τους τόσους χιλιάδες νεκρούς, ο ποιητής θα καταλήξει στο μεγαλείο της κατανόησης και της συγχώρεσης. «Η οποία έχει αξία μόνο όταν έχει προηγηθεί απώλεια. Η απώλεια μπορεί να μαλακώσει και τον πιο σκληρό θυμό, αποδεικνύοντας τελικά ότι οι άνθρωποι και τα συναισθήματά τους δεν άλλαξαν μέσα στους αιώνες και η ανθρώπινη φύση, όπως και να την ντύσεις, παραμένει σε μεγάλο βαθμό ίδια» λέει ο σκηνοθέτης. Η μετάφραση του Μαρωνίτη, όπως αναγκαστικά συμβαίνει με κάθε μετάφραση, μεταφέρει το κείμενο σε μια γλώσσα διαφορετική από αυτήν του πρωτοτύπου, που είναι όμως κοντινή στον Όμηρο, ζωντανή, ευκίνητη και με μέγεθος – με τα χαρακτηριστικά, δηλαδή, που ήταν αναγκαία για την παράσταση του Λιβαθινού. «Ούτε ο Μαρωνίτης πιστεύει, ούτε εγώ, ότι με τέτοια κείμενα τελειώνεις ποτέ. Η παρουσία του σε μερικές πρόβες ήταν συγκινητική. Περιττό να σου πω ότι έτρεμα μην τυχόν σηκωθεί επάνω και πει “Τι είναι αυτά που κάνετε;” – γιατί δεν είναι και ο πιο εύκολος άνθρωπος. Αλλά επέλεξε να μας δώσει θάρρος, τις συμβουλές του και να θερμάνει τον ζήλο μας με τη γενναιοδωρία του, το φωτεινό του μυαλό και τη συμπάθειά του».

    Κράτησε τα βασικά επεισόδια της ιστορίας και τα βασικά μοτίβα. Η αφήγηση είναι πολυπρισματική από γραφής και γι’ αυτό οι ηθοποιοί έχουν αναλάβει διαφορετικούς ρόλους, σε μια προσπάθεια να δούμε τι μπορεί να είναι ο ραψωδός σήμερα. Ίσως αφηγητής και αυτοσχεδιαστής μαζί; «Κι ο ραψωδός αυτό δεν έκανε; Γλιστρούσε με μαεστρία από το ένα πρόσωπο στο άλλο και από τη μία φωνή στην άλλη στη ροή της μεγάλης αφήγησης. Η Ιλιάδα μιλάει για δράση και μιλά με δράση. Ο Όμηρος είναι κάτι σαν μαέστρος του προτσές, είναι ο πρώτος που είδε όλα τα στοιχεία της φύσης και όλες τις συμπεριφορές των ανθρώπων σε διαρκή εξέλιξη. Εδώ τίποτα δεν μένει στατικό, όλα εξελίσσονται, αλλάζουν, μεταβάλλονται: αυτός που είναι ψηλά, πέφτει, κι αυτός που μοιάζει χαμένος, αποδεικνύεται ο πιο κερδισμένος». Μοναδικός «νικητής» αναδεικνύεται τελικά η γενναιοδωρία των ανθρώπων – και η αλληλεγγύη προς την ανθρώπινη φύση με όλες τις ρευστές ιδιότητές της.

    Η παράσταση θα είναι αφαιρετική και λιτή. «Υπάρχει ένα περιβάλλον πολύ σύγχρονο, ταρκοφσκικό θα έλεγα, ένας χώρος με έντονη ατμόσφαιρα (που υποβάλλει μ’ έναν τρόπο έναν κόσμο στον οποίο η ανθρώπινη ζωή κάποτε μοιάζει να μην έχει καμιά αξία) αλλά και με κάτι ρευστό, που χωράει διαφορετικές καταστάσεις και φλογίζεται κάθε τόσο από πολεμικές συγκρούσεις. Οι πολεμικές σκηνές με δυσκόλεψαν – γιατί πώς να δώσεις τις απώλειες τόσων ανθρώπων με τρόπο πιστευτό και αληθινό επί σκηνής; «Δεν θέλαμε να χρησιμοποιήσουμε οπτικά μέσα και εφέ για να εντυπωσιάσουμε. Μ’ ενδιέφερε η ποιητική γλώσσα και η αφήγηση να μπορέσει να ξυπνήσει στον θεατή εικόνες από τη ζωή του πολύ πιο σημαντικές από το τι συνέβη στον κάθε ήρωα του έπους που σκοτώθηκε την ώρα της μάχης. Γιατί αρέσει στον αρχαίο ραψωδό να δίνει ταυτότητα στους πρόωρα χαμένους νέους. Τώρα που το ‘φερε η συζήτηση, αυτό είναι άλλο ένα επίμονο μοτίβο στην Ιλιάδα: πολλοί νέοι πρόωρα χαμένοι. Οι περισσότεροι ήρωες είναι νέοι άνθρωποι που αφήνουν τις ελπίδες και τα όνειρά τους στο πεδίο μάχης. Αυτό δεν είναι ένα απολύτως σύγχρονο ζήτημα;».

    22.05.2013, Καλτάκη Ματίνα «Η Ιλιάδα του Στάθη Λιβαθηνού», www.lifo.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

     

     

  • «Η Ιλιάδα είναι η χώρα μας σήμερα»

    Οι 24 ραψωδίες σε πέντε ώρες με σκηνοθέτη τον Στάθη Λιβαθινό

    Ο συναρπαστικός κόσμος της Ιλιάδας τριβέλιζε το μυαλό του αμέσως μετά το τέλος της Πειραματικής Σκηνής. Όσο περισσότερο ρωτούν τον Στάθη Λιβαθινό γι’ αυτή την τολμηρή επιλογή σε τέτοιους δύσκολους καιρούς, τόσο σιγουρεύεται ότι η πραγματική αιτία κρύβεται στην παιδική του ηλικία. Δείχνοντας τις ουλές -μάρτυρες της ζωηράδας εκείνων των χρόνων- λέει πως πάντα του άρεσε να επιμένει σε ό,τι τον δυσκόλευε. Έτσι και η Ιλιάδα, το ποιητικό έργο που γράφτηκε γύρω στο 750 π.Χ., ήταν ένα από τα σχέδια που ανέβαλε συνεχώς μέχρι που ήρθε η κατάλληλη στιγμή. Βρήκε τους συνεργάτες ηθοποιούς που τον συντροφεύουν στα δύσκολα (Δημήτρης Ήμελλος, Βασίλης Ανδρέου, Νίκος Καρδώνης, Μαρία Σαββίδου), δίπλα τους συσπειρώθηκε μια νεότερη γενιά και ξεκίνησαν πρόβες πριν από εννέα μήνες. Ο Στρατής Πασχάλης δεν θα μπορούσε να λείπει απ’ αυτό το φιλόδοξο εγχείρημα ούτε και η Έλσα Ανδριανού.

    «Η Ιλιάδα είναι η χώρα μας τώρα», λέει γι’ αυτή την παραγωγή – πρόκληση, που θα δούμε στο Ελληνικό Φεστιβάλ στην οδό Πειραιώς (4/6). «Ο Όμηρος κατάφερε να προβλέψει το μοντέλο ύπαρξης ενός λαού που επρόκειτο να κατοικήσει στην Ελλάδα τα επόμενα 3.000 χρόνια. Ότι ο λαός θα ζει ανάμεσα στην ψευδαίσθηση, τον εμφύλιο πόλεμο, το μίσος και τον θυμό και θα του λείπει η συγχώρεση. Για να υπάρξει, θα διατηρηθεί μέσω της γλώσσας του». Πρόθεση του σκηνοθέτη είναι να παρουσιάσει και τις 24 ραψωδίες ως θεατρική πράξη σε πέντε ώρες. «Ο πόλεμος στον Όμηρο είναι μια αναγκαία πραγματικότητα αλλά και μια αφορμή. Το ζουμί βρίσκεται στις τελευταίες ραψωδίες. Εκεί όπου το έπος αρχίζει να γίνεται αρχαία τραγωδία».

    Μια εργασία σε εξέλιξη πάνω στο αφηγηματικό θέατρο, αλλά αυτή τη φορά με αφορμή το έπος του Ομήρου όπου η αφήγηση και ο διάλογος εναλλάσσονται με ρεαλιστικό τρόπο και αλλαγές υφών. «Γιατί ο Όμηρος είναι τραγωδία, μπουλβάρ, αφήγηση, μελετάει τη ζωή».

    Ο Στάθης Λιβαθινός θέλει η δουλειά του να είναι ανοιχτή σε πολλές αναγνώσεις. Κι όταν τον ρωτάς αν η στροφή του κοινού στα λογοτεχνικά κλασικά κείμενα είναι εσωτερική ανάγκη ή ασφαλής επιλογή, είναι κατηγορηματικός: «Το κοινό στρέφεται στα είδη που δεν βαριέται. Αυτή τη στιγμή το θέατρο είναι μια εθνική προσπάθεια διάσωσης της γλώσσας και του ήθους μας. Κάθε σκηνοθέτης βάζει τη δική του υπογράμμιση σε τέτοια κείμενα. Το θέμα του ηρωισμού σήμερα είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους απευθύνθηκα στην Ιλιάδα. Η ανάγκη των ανθρώπων να οδηγήσουν άλλους πληρώνοντας το τίμημα, είναι μεγάλο θέμα». Επιπλέον δηλώνει ευτυχής και για τη μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη. «Είναι ό,τι πιο σύγχρονο έχουμε για τον Όμηρο».

    Γιατί οι παραστάσεις σας πρέπει να είναι τόσο μεγάλες σε διάρκεια;
    Στην αρχή ήθελα μια πιο ελεύθερη παρακολούθηση, αλλά αυτό απαιτεί προετοιμασία του κοινού και ανάλογο χώρο. Ο θεατής γνωρίζει ότι έρχεται να δει τη δουλειά μου. Θα είναι πέντε ώρες με διαλείμματα.

    Το ανέβασμα αυτής της ακριβής παραγωγής, που ήδη ζητήθηκε και από το εξωτερικό, είναι ένα φιλόδοξο εγχείρημα σε μια εποχή που μας διδάσκει το μέτρο. Δεν φοβάστε;
    Δεν αισθάνομαι φόβο αλλά δέος. Όμως ανοίγει ένας δρόμος γι’ αυτά τα κείμενα που είναι πιο ανοιχτά και δημοκρατικά απ’ όσο μπορούμε να φανταστούμε, καμωμένα για να μιληθούν. Αν μου καταλογιστεί αποτυχία θα το δεχτώ, αλλά θα συνεχίσω να δουλεύω πάνω στο κείμενο.

    Ποια σημεία της φωτίζετε;
    Ο Όμηρος δημιούργησε ένα έπος στο οποίο δεν υπάρχει ούτε νικητής ούτε νικημένος. Είναι η συνομιλία δύο γενεών. Του θυμωμένου ήρωα Αχιλλέα, αυτού του αψίκορου νεαρού, και του σοφού πατέρα Πριάμου και το πώς δυο γενιές μπορούν να συμφιλιωθούν έστω για λίγο. Γιατί απ’ αυτό μπορεί να γεννηθεί κάτι. Υπάρχει ένα μοτίβο μέσα στο έπος που καταφέρνει να αναδείξει όλα τα πρόσωπα από πολλές πλευρές. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της λογοτεχνίας που τα πρόσωπα δείχνουν πόσο γενναιόδωρα μπορούν να είναι, αλλά και πόσο η γενναιοδωρία και η γενναιότητα απέχουν ένα εκατοστό από την έπαρση και την οίηση, κάτι από το οποίο υποφέρει ο λαός μας. Η οργή, η αγανάκτηση, ο θυμός είναι ένα μοντέλο ύπαρξης καταδικασμένο να τελειώσει στην κατανόηση και τη συγχώρεση. Ο Όμηρος κρατάει έναν γενναιόδωρο καθρέφτη για όλους.

    Με θλίβει το σβησμένο βλέμμα των ανθρώπων

    Το θέατρο στην Ελλάδα βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο. Ποιες είναι οι βασικές του ανάγκες;
    Η ανάγκη μιας σχολής σκηνοθεσίας είναι πια γενικό αίτημα για να αξιοποιήσουμε τα κείμενα αλλά και το ταλέντο των νέων ανθρώπων. Η ποσοτική άνθηση των παραστάσεων είναι τεράστια παρεξήγηση, τώρα ειδικά που αλλάζουν οι δομές παραγωγής του θεάτρου. Πολλοί νέοι αρχίζουν να υπάρχουν με δικά τους μέσα, ξέροντας ότι δεν θα ζήσουν ποτέ απ’ αυτό που κάνουν. Επιπλέον, υπάρχουν παραγωγοί με ζήτηση, οι οποίοι αντί να επαίρονται για τα καλλιτεχνικά τους επιτεύγματα, θα έπρεπε να εκπληρώνουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις, να μην αφήνουν ανθρώπους εκτεθειμένους.

    Οι σύγχρονοι συγγραφείς καταπιάνονται με την κρίση;
    Έχουμε πολλούς που ξέρουν να γράφουν αλλά όχι πολλούς που να γράφουν για το θέατρο. Τους έχουμε ανάγκη όμως, το θέατρο είναι σε αμηχανία και δεν μπορεί να τους εκμεταλλευτεί, να τους δώσει βήμα. Δεν μπορεί να προχωρήσει το σύγχρονο ελληνικό θέατρο χωρίς να δώσει βήμα στο δικό του υλικό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ένας καλός ξένος συγγραφέας δεν έχει θέση ανάμεσά μας. Εκείνο που δεν κατανοώ είναι η σώνει και καλά παρουσία ενός ξένου σκηνοθέτη. Καταλαβαίνω τον Ανατόλι Βασίλιεφ να διδάσκει Τσέχοφ στην Ελλάδα, τον Πίτερ Χολ Σαίξπηρ, όμως άλλα φαινόμενα με κάνουν να νιώθω ότι είμαστε χώρα εισαγωγών.

    Το όνομά σας ακούγεται μαζί με άλλα για τη διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου. Τι θα αλλάζατε σ’ αυτό;
    Θα κρατούσα ό,τι καλό έγινε και θα προσέθετα κάποια καινούργια.

    Χρόνια πριν, θα μας ενοχλούσε αν τα κόμματα έπαιρναν θέση στη μοιρασιά της εξουσίας στις κρατικές σκηνές. Το βρίσκετε φυσικό;
    Αν τα κόμματα ασχολούνται με τον πολιτισμό, δεν με πειράζει να πουν τις προτάσεις τους. Αν με προτείνει ένα κόμμα ως υπερκομματική προσωπικότητα, τότε θα είναι τιμή μου, γιατί γνωρίζουν ότι δεν ανήκω πολιτικά σε κανένα. Έχω πολιτική θέση, όχι κομματική.

    Τι σας ενοχλεί στην Αθήνα;
    Με θλίβει το σβησμένο βλέμμα των ανθρώπων. Για τον νεοναζισμό καταλογίζω άγνοια, καφετέρια, νωθρότητα και έλλειψη πολιτισμού. Η βία που πρεσβεύουν προέρχεται από κακή εργασία των γονιών και των δασκάλων. Κάποιοι -παιδιά- έφαγαν πολύ ξύλο και θέλουν κι αυτοί να δείρουν. Είναι η ιδεολογία της αποκλήρωσης και της σφαλιάρας. Κάποιοι δεν μεγάλωσαν σωστά. Είναι σαν να μας λέει ο καθρέφτης, αφιερώστε χρόνο στα παιδιά σας. Η Χρυσή Αυγή είναι ο παραμορφωμένος μας καθρέφτης.

    Ποιες είναι οι αγαπημένες σας παραστάσεις;

    Η Αναστασία, η Έλενα και η Χλόη. Οι κόρες μου, 27, 21 και 1,5 ετών.

    19.05.2013, Συκκά Γιώτα «Η Ιλιάδα είναι η χώρα μας σήμερα», Η Καθημερινή

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Συνέντευξη: Στάθης Λιβαθινός «Χρειαζόμαστε μια βαθιά εθνική μετεκπαίδευση για κείμενα όπως η Ιλιάδα»

    Ο Στάθης Λιβαθινός έχει τον τρόπο να καθηλώνει τον συνομιλητή του με το διαπεραστικό βλέμμα και το χειμαρρώδη λόγο του. Εδώ κι εννέα μήνες δουλεύει ασταμάτητα πάνω στην ομηρική «Ιλιάδα» και τώρα μοιράζεται μαζί μας, για πρώτη φορά, τις σκέψεις του για την παράσταση που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών τον Ιούνιο αλλά και για τη μοίρα του θεάτρου.

    Συναντηθήκαμε σε ένα cafe της οδού Μακρυγιάννη και η αρχή της συζήτησης –για κάποιον παράξενο, τυχαίο λόγο– μας οδήγησε στην πατρότητα. «Για να γίνεις κάποιος, πρέπει να είσαι ο γιος κάποιου», μου είπε ο Στάθης Λιβαθινός, «και η έννοια της πατρότητας στην τέχνη εμπεριέχει τη διάσταση της μαθητείας. Έτσι κατά κάποιον τρόπο δημιουργείται η συνέχεια. Όταν δεν υπάρχει πατρότητα, δεν υπάρχει συνέχεια και νομίζω ότι αυτό βιώνουμε στην Ελλάδα. Την έλλειψη οποιασδήποτε συνέχειας, διαδοχής, καταρχάς στην παιδεία και μετά σε όλα τα υπόλοιπα. Αυτή είναι και η εθνική μας τραγωδία. Δεν ξέρω ποιος ευθύνεται ή τι φταίει. Το πιο εύκολο θα ήταν να πω ότι υπάρχει μια πατρογονική κατάρα. Βλέπεις τα όσα συμβαίνουν στην “Ιλιάδα” και σκέφτεσαι τη μοίρα της Ελλάδας».

    Πέρυσι κάνατε τον «Ερωτόκριτο» γιατί θέλατε να μιλήσετε για την Αναγέννηση. Τι είναι αυτό που σας έφερε φέτος κοντά στην «Ιλιάδα»;
    Με έφερε μια προσωπική εμμονή, μια επιθυμία, η οποία γεννήθηκε γύρω στο 2008 και την πρωτομοιράστηκα με τη συνεργάτιδά μου Έλσα Ανδριανού. Ήταν στο τέλος της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου, μιλούσαμε για την Ελλάδα και της είπα ότι θα ήθελα πολύ να ασχοληθώ με την «Ιλιάδα» στο θέατρο. Εννοείται πως δεν με πήρε πολύ στα σοβαρά, σήμερα όμως είναι πολύτιμη συνεργάτις μου στην παράσταση. Αυτό που πραγματικά σε κάνει να κυνηγήσεις κάτι δεν ονομάζεται εύκολα… Στην περίπτωση της «Ιλιάδας» πρόκειται μια προσωπική, αλλόκοτη, ανεξήγητη τρέλα, επιθυμία.

    Με ποιον τρόπο αποδίδετε θεατρικά το ομηρικό έπος;
    Στην «Ιλιάδα» είναι βασικό να καταλάβεις πόσα θα μπορούσες να είχες πει αλλά δεν κατάφερες. Η παράσταση εξερευνά κάποιες συγκεκριμένες πλευρές του κειμένου, πάντα σε σχέση με την εποχή. Ζω την ατελείωτη χαρά αυτής της ανακάλυψης και της επικοινωνίας με τον ποιητή των ποιητών και τα μυστικά του. Ζω μια ευτυχισμένη στιγμή και εγώ και όλοι όσοι συμμετέχουν σ’ αυτή την παραγωγή. Αυτή η αίσθηση της πληρότητας πριν από μια παράσταση είναι σπάνια….

    Σας είχε εντυπωσιάσει ήδη από το σχολείο;
    Δεν είχα ανοιχτούς λογαριασμούς με την «Ιλιάδα» στο σχολείο, διότι δεν τη διδάχτηκα. Ευτυχώς, γιατί αν την είχα διδαχτεί, νομίζω πως δύσκολα θα είχα γυρίσει σε αυτή. Επανατοποθέτησα μέσα μου το θέμα του ποσό «καλό» μας κάνει η λάθος διδασκαλία αυτών των κειμένων. Φαντάζομαι πόσοι κρυμμένοι εχθροί της «Ιλιάδας» υπάρχουν εκεί έξω που δεν ξέρουν την ερωτική και τη βαθιά ποιητική του κειμένου καθώς τη διδάχτηκαν με υποκείμενα και ρήματα. Χρειαζόμαστε μια βαθιά εθνική μετεκπαίδευση για το πώς πρέπει να πλησιάζουμε αυτά τα κείμενα. Και για μένα, που καταπιάνομαι μαζί της στο θέατρο θα υπάρχει πάντοτε μια αμφιβολία αν μπορεί να γίνει στο θέατρο. Τόσο ο «Ερωτόκριτος» όσο και ο «Ηλίθιος» αλλά και άλλα λογοτεχνικά κείμενα με τα οποία καταπιάστηκα, ήξερα ότι μέσα τους ήταν βαθιά θεατρικά.

    Ετοιμάζετε μια παράσταση-πείραμα;
    Είναι μια εργασία σε εξέλιξη και θα πιστεύω ότι θα μεταφέρει μέσα της την αμφιβολία γύρω από το αν η θεατρική γλώσσα που δοκιμάζουμε εδώ έχει να πει κάτι περισσότερο για την «Ιλιάδα». Αυτό άλλωστε το αποφασίσαμε και με το σύμβουλο μου στη δραματουργία Στρατή Πασχάλη: η αμφιβολία πρέπει να φαίνεται. Για την παράσταση μας βασιστήκαμε στη μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη, ο οποίος είναι με γενναιόδωρο τρόπο κοντά μας.

    Τι σας οδήγησε στην επιλογή της συγκεκριμένης μετάφρασης;
    Είναι έργο ζωής για το Δημήτρη Μαρωνίτη και η μετάφραση του είναι ό,τι πιο σύγχρονο υπάρχει για τον Όμηρο αυτή τη στιγμή. Υπάρχουν κι άλλες ενδιαφέρουσες μεταφράσεις αλλά ένιωσα ότι ποιητικά, ιδεολογικά και αισθητικά συμπίπτω πολύ περισσότερο με τη συγκεκριμένη. Ακολουθούμε απόλυτα τον εσωτερικό ρυθμό του κειμένου. Ο Όμηρος δημιουργεί ένα ολόκληρο ποιητικό συμβάν για να πει μια ιστορία και αυτή ιστορία είναι τόσο απλή όσο και μεγαλειώδης. Στην παράσταση παρόλο που υπάρχουν πάρα πολλά ερευνητικά στοιχεία δεν θα θυσίαζα ποτέ, όπως δεν έχω κάνει μέχρι τώρα, την ουσία. Δεν σκοπεύω να μην αφηγηθώ το μύθο για χάρη οποιασδήποτε άλλης παράπλευρης ερευνητικής κατάστασης. Το στοίχημα σήμερα είναι να πεις το μύθο, να αφηγηθείς αυτή την ιστορία με ένα τέτοιο τρόπο που να μπορούσε να αγγίξει να γίνει κατανοητή και να συγκινήσει. Είναι μεγάλο το στοίχημα.

    Ο ραψωδός είναι κυρίαρχο στοιχείο στην απόδοση του κειμένου. Μπορεί να έχει υπόσταση ένα τέτοιο πρόσωπο σήμερα;
    Ο ραψωδός ήταν πρόσωπο χαρισματικό, αυτοσχεδιαστικό, το οποίο ήξερε να τραβά την προσοχή των ανθρώπων και να την επικεντρώνει σε αυτό που ήθελε να πει. Αυτό το επάγγελμα σπανίζει σήμερα, αλλά υπάρχει. Πιστεύω ότι με έναν τρόπο ακόμη και ο Σαββόπουλος έχει μια τέτοια υπόσταση. Επίσης σε πολιτισμούς στα Βαλκάνια αλλά και πιο βόρεια έχουν βρεθεί ραψωδοί οι οποίοι λένε μέχρι και 30.000 στίχους απέξω. Νομίζω ότι έχει να κάνει με μια βαθύτερη ανάγκη της ανθρώπινης ύπαρξης. Οι ιστορίες πρέπει να ταξιδέψουν. Στην παράστασή μας με ενδιαφέρει η υπόσταση του ραψωδού, η οποία αφορά με κάποιον τρόπο όλο τον θίασο. Και οι 15 ηθοποιοί της ομάδας μου, η οποία κατά κάποιον τρόπο ενσωματώνει τρεις γενιές, δουλεύουν επί ίσοις όροις πάνω στο κείμενο. Δουλεύουμε από τον Σεπτέμβριο και αυτοί οι μήνες μέχρι την παρουσίαση στο Φεστιβάλ Αθηνών δεν ξέρω αν αρκούν γι’ αυτήν τη σύλληψη και τη γέννηση. Στο φεστιβάλ θα δείξουμε ένα πρώτο στάδιο της εργασίας, ελπίζω πάνω σε όλες τις ραψωδίες. Είμαι απόλυτα ευχαριστημένος και περήφανος για τους ηθοποιούς μου γιατί χωρίς να έχουν σχεδόν καθόλου απολαβές έχουν αφοσιωθεί σ’ αυτό το απόλυτο σχέδιο δουλεύοντας έξι και επτά ώρες.

    Επικεντρώνεστε στην έννοια του ηρωισμού;
    Ο ηρωισμός είναι βασικότατο ερώτημα μιας εποχής και για να απαντηθεί πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να πλησιάσουμε τους ήρωες. Ποιοι είμαστε εμείς σήμερα, ποιοι είναι αυτοί και πόσο τους χρειαζόμαστε; Αυτό είναι ένα από τα πράγματα που μας άγγιξε, χωρίς να το μελετήσουμε ιδιαίτερα θεωρητικά. Νιώθω ότι υπάρχει μια τεράστια ανάγκη για παρηγοριά, να φανταστείς ότι κάπου υπάρχει κάτι πιο γενναίο, κάτι πιο υψηλό που μπορείς να του μοιάσεις. Αυτή η ανάγκη των ανθρώπων να δουν μεγάλα μεγέθη, να ταυτιστούν με αυτά και να κοιτάξουν λίγο υψηλότερα υπήρχε και τότε.

    Αν δεις όμως τα πράγματα χωρίς εξιδανίκευση, διαπιστώνεις πως ο Αγαμέμνων και ο Αχιλλέας, δύο άντρες με το έντονο θυμικό, ήταν αυτοκαταστροφικοί.
    Φαίνεται ότι ο Όμηρος έβλεπε από πολύ νωρίς ότι ένας εμφύλιος θα είναι η μοίρα μας. Αυτός είναι ένας απ’ τους λόγους για τους οποίους είδα ότι αυτό το κείμενο πρέπει να γίνει τώρα. Μοιάζει να μοιραζόμαστε τις ίδιες κατάρες και τις ίδιες αγωνίες με την αρχαιότητα, εφόσον η ανάγκη του ανθρώπου για ευτυχία δεν άλλαξε. Ο Έκτορας όπως και ο Αχιλλέας και ο Αγαμέμνων είναι διαφορετικές πλευρές ενός λαού κι ενός ανθρώπου που επιμένει να μεταφέρει το βάρος του καθήκοντος μέχρι τέλους. Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, γι’ αυτούς έγραψε ο Όμηρος, γι’ αυτούς έγραψε ο Τσέχοφ και τους κατάλαβε ο Καβάφης. Είναι αξιολύπητοι, τραγικοί και ταυτόχρονα μεγαλειώδεις.

    Η παράσταση θα κάνει πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Αθηνών. Αυτό δείχνει την εμπιστοσύνη σας στο θεσμό σε μια ρευστή για το φεστιβάλ φάση;
    Ο Γιώργος Λούκος προσέφερε πολλά στο θεσμό και στον τόπο μας και το να μην το αναγνωρίζεις αυτό είναι για μένα το λιγότερο ύποπτο – για να μην πω χαζό. Έχει προσφέρει στην αισθητική, στον προβληματισμό, στο θέαμα, σε πολλά επίπεδα. Στο φεστιβάλ βλέπουμε τι έχουν πετύχει οι εθνικές παραγωγές άλλων χωρών. Τι γίνεται όμως με την εγχώρια παραγωγή; Το θέατρο είναι εθνικό προϊόν. Μιλάει τη γλώσσα, μεταφέρει τους χυμούς, την ανάσα, το αίμα των ανθρώπων μιας συγκεκριμένης χώρας, τις σκέψεις και τις ανάγκες τους.

    Ποιος πιστεύετε ότι πρέπει να είναι ο ρόλος ενός Εθνικού Θεάτρου;
    Δεν έχουν όλες οι χώρες Εθνικό Θέατρο – η Ρωσία, για παράδειγμα, και η Γερμανία έχουν μεγάλα ακαδημαϊκά θέατρα. Εκεί η λέξη «ακαδημαϊκό», ευτυχώς, δεν προκαλεί ανατριχίλα όπως στην Ελλάδα, γεγονός το οποίο ποτέ δεν κατάλαβα. Η λέξη «ακαδημία» στην αρχαία Ελλάδα κάθε άλλο παρά αρνητική χροιά είχε. Τέλος πάντων, νομίζω ότι ένα θέατρο που έχει μεγάλες δυνατότητες συγκέντρωσης ανθρώπων πρέπει να κυριαρχεί και να δίνει τον τόνο. Αυτήν την εποχή δοκιμάζονται όλοι και όλα, αλλά ο ανθρώπινος παράγοντας είναι αυτός που θα κερδίσει το παιχνίδι, η έμπνευση, η πειθώ, τα όνειρα, τα ιδανικά… Όλα ξεκινούν πάλι από την αρχή. Πάντως όσα εκατομμύρια και να δώσεις σε ένα θέατρο, αν δεν υπάρχει περιεχόμενο δεν γίνεται τίποτα.

    Το Εθνικό μας Θέατρο περνά μια μεταβατική φάση.
    Σίγουρα. Με καλλιτεχνικό διευθυντή τον Νίκο Κούρκουλο γνώρισε μεγάλη άνθηση και την εποχή εκείνη την έζησα από μέσα. Από κει και πέρα, νομίζω ότι με τη βοήθεια του Γιάννη Χουβαρδά σαφέστατα πέρασε σε μια νέα φάση. Ήταν αναγκαίο να συμβεί. Το θέατρο δεν ζει ερήμην της κοινωνίας, πρέπει να είναι βαθιά μέσα της, πρέπει να είναι και στον αφρό, και στον πάτο της. Το Εθνικό Θέατρο δεν μπορεί να έχει στεγανά. Αυτή τη στιγμή περνά μία μεταβατική φάση και θέλω να πιστεύω ότι θα πηγαίνει όλο και καλύτερα γιατί είναι αναγκαίο. Η προσέλευση των ανθρώπων δείχνει ότι το αγαπούν, ότι το θέλουν. Η σχέση με το θέατρο πρέπει να είναι όπως η σχέση ενός άντρα και μιας γυναίκας, τίποτα δεν είναι δεδομένο, κάθε μέρα πρέπει να τον κατακτά ή να την κατακτά από την αρχή.

    Σας ενοχλεί το γεγονός ότι δεν γίνεται μια συντονισμένη έξοδος του ελληνικού θεάτρου στο εξωτερικό;
    Το θέατρο είναι ό,τι έχουμε να εξάγουμε. Έχουμε εξαιρετικά ταλαντούχους ανθρώπους, οι οποίοι πρέπει να εκπαιδευτούν σωστά, και μια μοναδική δραματουργία. Έχουμε και καλές παραστάσεις και πιστεύω ότι θα μπορούσαν να γίνονται και καλύτερες. Χάνουμε μια μοναδική ευκαιρία να έχουμε παρουσία στα θεατρικά πράγματα της Ευρώπης τα τελευταία χρόνια. Αυτό που μπορεί να βγει προς τα έξω πρέπει να είναι αυθεντικά ελληνικό, να μιλά για εμάς σήμερα, για τη ζωή της σύγχρονης Ελλάδας. Όσο πιο εξειδικευμένη είναι μια ιστορία τόσο πιο πανανθρώπινη είναι.

    Είσαστε της άποψης πως όταν εξάγουμε θέατρο στο εξωτερικό, αυτό θα πρέπει να γίνεται με ελληνικά έργα;
    Δεν νομίζω ότι βρισκόμαστε πια στην εποχή των έργων, έχουμε περάσει σε μια διαφορετική εποχή καθαρά μεταβατική και γι’ αυτό το λόγο άρχισα να ασχολούμαι με το αφηγηματικό θέατρο από το 2000 περίπου. Τελικά, μάλλον δεν με εξαπάτησε το ένστικτο μου γιατί βλέπω ότι αυτό συνηθίζεται πλέον όλο και περισσότερο. Έχουμε μπει σε εποχή αυθεντικότητας υλικού, μπήκαμε στην εποχή των θεμάτων και όχι των έργων. Συγγραφείς διαφόρων εθνικοτήτων πραγματεύονται κοινά θέματα όμως αυτό που διαφέρει είναι η αντιμετώπιση τους.

    Σας αφορά η μοίρα του Εθνικού Θεάτρου;
    Ναι, με αφορά. Είναι ένα θέατρο με το οποίο έχουμε πάρα πολύ στενή σχέση από τα χρόνια που ήμουν καλλιτεχνικός διευθυντής της Πειραματικής Σκηνής. Το αγαπώ και θέλω να διαφέρει. «Τhe rest is silence», όπως λέει και ο Άμλετ…

    01.05.2013, Κρύου Μαρία «Συνέντευξη Στάθης Λιβαθινός: Χρειαζόμαστε μια βαθιά εθνική μετεκπαίδευση για κείμενα όπως η Ιλιάδα», Αθηνόραμα

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Οδύσσειά μου είναι η «Ιλιάδα»

    Ο Στάθης Λιβαθινός μας μιλά για το ομηρικό έπος που θα ανεβάσει το καλοκαίρι στο φεστιβάλ Αθηνών και ξεκαθαρίζει ότι η «Ιλιάδα» του δεν είναι το «Αντίπαλον δέος» της «Οδύσσειας» του Γουίλσον

    Ένας Σαολίν, ο Σι Μιάο Τζιε, βρίσκεται νυχθημερόν από τον Σεπτέμβριο στο θέατρο «Συνεργείο» στο Μεταξουργείο, δίπλα στον Στάθη Λιβαθινό. Δεν μαθητεύει στα μυστικά και άδυτα της σκηνικής πράξης. Διδάσκει την ομάδα ηθοποιών του καλού σκηνοθέτη, στις προετοιμασίες της πολυαναμενόμενης ομηρικής «Ιλιάδας», πιθανότατα το «γκανιάν» του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών, τον τρόπο που θα καταρρίψουν τους νόμους της βαρύτητας. «Θα πετάνε οι ηθοποιοί σας;». «Ελπίζω να φτάσουν στον σημείο να… πετούν. Αλλά, κατ’ αρχάς, εκείνο που θα ήθελα είναι να ακούγεται η Ιστορία του Έπους. Ο Σαολίν μάς μυεί στις τεχνικές του πολέμου ασκώντας τα σώματα των ηθοποιών».

    Κάνετε πρόβα ήδη από τον Σεπτέμβριο. Έχετε ήδη καταλήξει στη φόρμα που θα έχει η «Ιλιάδα»;
    «Είμαστε σε αρχικό ακόμα στάδιο. Με τέτοια μεγάλα κείμενα δεν μπορείς να πεις ποτέ “έφτασα κάπου”. Εξάλλου, ποτέ δεν προτάσσω τη φόρμα του περιεχομένου. Ελπίζω ότι εκείνο που θα προκύψει θα είναι μια ενιαία φόρμα που θα περιέχει τόσο το σώμα όσο και τη φωνή των ηθοποιών. Γιατί η “Ιλιάδα” είναι το πιο παραβατικό κείμενο που έχει γραφτεί στην ιστορία της ανθρωπότητας. Και έχω πλήρη γνώση ότι λέω κάτι τρελό».

    Πώς εννοείτε το «παραβατικό»;
    «Η “Ιλιάδα” είναι γραμμένη για να λέγεται, όχι για να διαβάζεται. Και αυτός είναι ένας από τους λόγους που την κάνω θέατρο. Ξέρω ότι κάποιοι θα πουν “μα καλά, παίζεται θέατρο;” Φυσικά! Θα μπορούσα να μιλάω για τον Όμηρο πια όλη μου τη ζωή. Είμαι σε ένα βαθύ σοκ. Όχι μόνο από την κρίση που περνάμε, αλλά και από την ανακάλυψη ενός ευαίσθητου τυφλού παιδιού που τα είδε όλα! Πώς μπορεί ένας ποιητής το 800 π.Χ. να δει όλη την εξέλιξη του ελληνισμού μέχρι και σήμερα; Πώς μπόρεσε να διαβάσει το DNA μας αφού δεν είχε μικροσκόπιο;».

    Είναι μια δοκιμασία για σας η αναμέτρηση με το έπος;
    «Η Οδύσσειά μου εμένα είναι η “Ιλιάδα” μου».

    Η «Ιλιάδα» σας θα είναι το αντίπαλον δέος στην «Οδύσσεια» του Γουίλσον στο Εθνικό Θέατρο;
    «Εγώ δεν είμαι το αντίπαλον δέος κανενός! Τον Γουίλσον τον σέβομαι και τον εκτιμώ απεριόριστα. Διατηρώ μόνο ορισμένες αμφιβολίες για το αν θα έπρεπε να παρουσιάσει τη δουλειά του σήμερα».

    Διαφωνείτε με την επιλογή του Γιάννη Χουβαρδά;
    «Τις επιλογές του Χουβαρδά τις σέβομαι, παρ’ όλες τις διαφωνίες που μπορεί να έχω. Δεν παύει να είναι στη δουλειά του ένας άνθρωπος ήρεμος, σεβαστός και άξιος. Αν όμως ερχόταν αφιλοκερδώς ο Γουίλσον, θα έδινε ένα μεγαλύτερο νόημα στη δουλειά του – και αυτό το λέω με καθαρά φιλική σκέψη. Δεν υπάρχει σύγκριση με τη δουλειά του Εθνικού, γιατί, κατ’ αρχάς, εμείς θα έχουμε όλο το κείμενο της “Ιλιάδας” στα σύγχρονα ελληνικά της εξαίρετης μετάφρασης του Δ.Ν. Μαρωνίτη. Η παράστασή μας θα έχει επομένως αρκετή διάρκεια. Δεν έχει καμία σχέση με τον Γουίλσον, γιατί είναι ένα σχέδιο που προετοίμαζα χρόνια στο μυαλό μου. Και να που ήρθε τώρα η στιγμή σαν ανεξάρτητος σκηνοθέτης και με μια ανεξάρτητη παραγωγή (Polyplanity, θέατρο Συνεργείο) να μπορώ να το κάνω πραγματικότητα, με τον πυρήνα της ομάδας μου. Είναι πιθανόν η “Ιλιάδα” να συμπεριληφθεί στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών, αν και εφόσον υπάρχει ακόμα ο Γιώργος Λούκος – κάτι που το εύχομαι γιατί έχει προσφέρει».

    Το σχέδιο να ταξιδέψει η «Ιλιάδα» στην Αμερική το εγκαταλείψατε;
    «Υπάρχει ακόμα. Θέλουμε να πάει παντού γιατί αφορά τον κόσμο».

    Το ελληνικό θέατρο πώς βλέπετε να διαχειρίζεται την κρίση; Ξεθάβοντας «Τρελές τρελές σαραντάρες» και «Κοροϊδάκια της δεσποινίδας»;
    «Το θέατρο δεν βρίσκεται σε κρίση. Ο καθρέφτης δεν μπορεί να είναι σε κρίση. Το πρόσωπο βρίσκεται. Ο Γκόγκολ έλεγε “μη βρίζεις τον καθρέφτη, αν η μούρη σου είναι στραβή”. Ως κοινωνία πάντως βρεθήκαμε στην κρίση λίγο απροετοίμαστοι. Αυτό δεν σημαίνει έλλειψη ταλαντούχων ανθρώπων. Πρέπει να το παλέψουμε. Θα είναι δύσκολο, αλά εμείς οι άνθρωποι του θεάτρου θα είμαστε εδώ. Για να δώσουμε ό,τι καλύτερο έχουμε και μπορούμε.

    Κυκλοφόρησε ότι ενδέχεται να διαδεχτείτε τον Χουβαρδά στο «τιμόνι» του Εθνικού Θεάτρου. Ενδιαφέρεστε για τη θέση;
    «Εγώ ρωτήθηκα ανεπίσημα μόνον από ανθρώπους του Τύπου. Και επειδή έχω εργαστεί στο Εθνικό πολλά χρόνια και το έχω αγαπήσει, αν τυχόν χρειαστεί τις υπηρεσίες μου η άκρως διασπασμένη χώρα μου, θα τις παρέχω. Ακόμα και η Αριστερά μας είναι μια μικρογραφία της κοινωνίας μας, των μεγάλων και μικρών οικογενειών μας. Είναι και αυτή διασπασμένη. Δυστυχώς, οι μόνοι σήμερα που δεν είναι διασπασμένοι είναι οι πολύ αντιδραστικοί και πάρα πολύ ακραίοι!».

    Αναφέρεστε στη Χρυσή Αυγή;
    «Ναι. Τη Χρυσή Αυγή όχι τόσο σαν πολιτικό κόμμα, αλλά σαν φαινόμενο εξουσίας, μέσω της βίας και της καρπαζιάς. Μιλώ για όλη την κενότητα, τον κυνισμό και τον αυτοθαυμασμό, για όλα τα στοιχεία του φασισμού που εισχώρησαν στη ζωή μας. Και μόνο όταν θα κτυπήσουν τη δική μας πόρτα θα καταλάβουμε πόσο σοβαρό είναι να περνάνε απέναντι τις αβοήθητες γριούλες παιδιά με ξυρισμένα κεφάλια και μαύρες μπλούζες. Ακόμα κοιμόμαστε ήσυχα!».

    13.01.2013, Κλεφτόγιαννη Ιωάννα «Οδύσσειά μου είναι η Ιλιάδα», Ελευθεροτυπία

     

    Για το link πατήστε εδώ