Εχθροί, μια ερωτική ιστορία – Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ

2023

Θέατρο Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών

Πρεμιέρα: 25 Μαρτίου 2023.

Το έργο του νομπελίστα συγγραφέα Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ Εχθροί, μια ερωτική ιστορία θα παρουσιαστεί από το ΚΘΒΕ στο Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, τον Μάρτιο, σε θεατρική διασκευή Ρόι Χεν, μετάφραση Λεωνίδα Καρατζά και δραματουργική επεξεργασία – σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού, θα κάνει πρεμιέρα το Σάββατο 25 Μαρτίου. Ένας άντρας προσπαθεί να ξεπεράσει τον εφιάλτη, το αξεπέραστο τραύμα του ολοκαυτώματος και βρίσκεται αντιμέτωπος με τις τρεις σημαντικότερες γυναίκες της ζωής του, ψάχνοντας για έρωτα, αγάπη και σωτηρία.

Ο Στάθης Λιβαθινός έχει συνεργαστεί ξανά με το ΚΘΒΕ, το 2009, όπου σκηνοθέτησε το έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ «Βασιλιάς Ληρ», σε μια εμπνευσμένη παράσταση που κέρδισε κοινό και κριτικούς και τιμήθηκε με το βραβείο Διεθνούς Ρεπερτορίου των Κριτικών Θεάτρου. Επίσης, το καλοκαίρι του 2016, με την παράσταση «Αντιγόνη» του Σοφοκλή που σκηνοθέτησε ο Στάθης Λιβαθινός, πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνεργασία του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος με το Εθνικό Θέατρο και τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου.

Λίγα λόγια για το έργο

«Χέρμαν… Δεν φταίμε εμείς.
Ο κόσμος γύρω μας έγινε κομμάτια
κι εμείς είμαστε τα θραύσματα.»

Ο Χέρμαν Μπρόντερ, εβραϊκής καταγωγής, έχοντας διασωθεί από το Ολοκαύτωμα ζει στη Νέα Υόρκη, λίγα χρόνια μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι μνήμες της καταδίωξης τον αναγκάζουν να επιβιώνει στη σκιά, προστατεύοντας διαρκώς τα ίχνη του. Παντρεμένος με την Πολωνή υπηρέτριά του που τον έσωσε, διατηρεί σχέση με τη Μάσα, με την οποία είναι ερωτευμένος, ενώ τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο όταν εμφανίζεται στην πόλη και η Ταμάρα, η πρώην γυναίκα του, που τη θεωρούσε νεκρή.

Ο Χέρμαν προσπαθεί να συλλάβει την ύπαρξή του, μέσα σε έναν κόσμο, που η φιλοσοφία δεν δίνει απαντήσεις, η πίστη στην πρόοδο της ανθρωπότητας έχει εγκαταλειφθεί και ο Θεός έχει πεθάνει. Ενώ αποζητά τρόπους να ορθοποδήσει μετά το τραύμα, οι επιλογές του τον καθιστούν υπόλογο τόσο απέναντι στον αμερικάνικο νόμο, όσο και απέναντι στην ηθική και στον Θεό.

Ο νομπελίστας συγγραφέας, Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ, έγραψε το μυθιστόρημα «Εχθροί, μια ερωτική ιστορία» το 1966 στα Γίντις. Μέσα από τον σκοτεινό κόσμο των ηρώων του αναδύονται ο ερωτισμός, το μαύρο χιούμορ και η βαθιά υπαρξιακή ειρωνεία, έτσι όπως το γέλιο συνοδεύει τη δυστυχία, όταν η συνείδηση παύει να επαναπαύεται σε καθησυχαστικές αφηγήσεις. Στη θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος από τον Roy Chen, ο χαρακτήρας του Χέρμαν καλείται να επιβιώσει και να ισορροπήσει μεταξύ ενοχής και απόλαυσης, μη μπορώντας να πάρει μια απόφαση για τη ζωή του.

Πηγή: Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος

 

Μετάφραση: Λεωνίδας Καρατζάς
Δραματουργική επεξεργασία – Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός
Σκηνικά – Κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Μουσική: Δημήτρης Μαραμής
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Βοηθός σκηνοθέτη: Θοδωρής Πολυζώνης
Βοηθός σκηνογράφου – ενδυματολόγου: Έμιλυ Κουκουτσάκη
Οργάνωση παραγωγής: Μαριλύ Βεντούρη
Θεατρικό μακιγιάζ: Μαντώ Καμάρα
Φωτογραφίες: Mike Rafail (That long black cloud)

Παίζουν οι ηθοποιοί:

Σίφρα:  Μελίνα Αποστολίδου
Κότικ: Παναγιώτης Καμμένος
Ραβίνος Λάμπερτ: Γιάννης Καραμφίλης
Χέρμαν: Ορέστης Παλιαδέλης
Γιατρός, Ραβίνος Αβραάμ: Θοδωρής Πολυζώνης
Σερβιτόρος: Σπύρος Σιδέρης
Ταμάρα: Βιργινία Ταμπαροπούλου
Γιάντβιγκα: Φωτεινή Τιμοθέου
Μάσα: Μάρα Τσικάρα
Τόρτσινερ: Δημήτρης Τσιλινίκος
Οδηγός: Νίκος Τσολερίδης
Πεσέλς: Θάνος Φερετζέλης 

Έκτακτες αντικαταστάσεις: Μομώ Βλάχου, Εύη Σαρμή, Ευανθία Σοφρωνίδου

 

 

 
  • «Εχθροί, μία ερωτική ιστορία»: Μια αέναη προσπάθεια διαφυγής (θεατρική κριτική)

    Εχθροί. Έρωτας. Τρεις γυναίκες και ένας άνδρας. Τρεις οικογένειες. Ένα ψέμα, συνεχής προσπάθεια.

    Στο Θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών ανεβαίνει μέχρι και το τέλος του Απριλίου η παράσταση «Εχθροί, μία ερωτική ιστορία», σε θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος του Αμερικανοεβραίου συγγραφέα Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ, από τον θεατρικό συγγραφέα Ρόι Χεν. Τη μετάφραση του έργου υπογράφει ο Λεωνίδας Καρατζάς και τη σκηνοθεσία ο ταλαντούχος Στάθης Λιβαθινός. Ο συγγραφέας συνήθιζε να γράφει στα Γίντις και έτσι, μέσα στην παράσταση ακούμε τις τρεις γυναίκες με τις οποίες συνδέεται ο πρωταγωνιστής, Ταμάρα (Βιργινία Ταμπαροπούλου), Γιάντβιγκα (Φωτεινή Τιμοθέου) και Μάσα (Μάρα Τσικάρα) να τραγουδούν στη γλώσσα των Ασκενάζι Εβραίων.

    Μετά τη φρίκη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, ο εβραϊκής καταγωγής Χέρμαν Μπρόντερ, έχοντας χάσει τη σύζυγο και τα παιδιά του, βρίσκεται από την Πολωνία στη Ν. Υόρκη με την «εθνική», όπως τη χαρακτηρίζουν, οικιακή τους βοηθό, η οποία τον έκρυβε σε έναν αχυρώνα καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Προκειμένου να της ξεπληρώσει τη χάρη αλλά και στην προσπάθειά του να θεραπευτεί από το αξεπέραστο τραύμα των στρατοπέδων, συζεί μαζί της ξεκινώντας μία δεύτερη οικογένεια.

    Κάθε φορά που χτυπάει το τηλέφωνο, μία στιγμή παύσης «ακούγεται» και απλώνεται μία φρίκη στην αίθουσα. Συνήθως τηλεφωνεί η ερωμένη του, Μάσα, μία πανέμορφη νεαρή, διαζευγμένη, ποθητή από όλους που ζει με τη μητέρα της και όταν ο Χέρμαν πάει να περάσει μερικές μέρες εκεί, ενημερώνει τη γυναίκα του, Γιάντβινγκα, ότι ταξιδεύει σε άλλες πολιτείες της Αμερικής πουλώντας βιβλία για να ζήσουν.

    Επάνω στη σκηνή, μία διαφανής κατασκευή αποτελούμενη από δύο μέρη, στεγάζει δύο σπίτια, εκείνο της Μάσα και της μητέρας της και εκείνο του Χέρμαν και της Γιάντβιγκα, ένα παγκάκι, μερικά στοιχισμένα φανάρια δρόμου στην αριστερή μεριά της σκηνής και ένας τηλεφωνικός θάλαμος, φτιαγμένα, όπως και τα κοστούμια που αντιστοιχούν στην κοινωνική τάξη του εκάστοτε χαρακτήρα, από την Ελένη Μανωλοπούλου. Οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου μοιάζουν να αρκούνται στην περιγραφή της δράσης, όταν, επί παραδείγματι, φωτίζεται ο τηλεφωνικός θάλαμος κάθε φορά που ο πρωταγωνιστής πρόκειται να τον χρησιμοποιήσει, και δεν δείχνουν να φτάνουν στη δημιουργία ατμόσφαιρας με εξαίρεση τη στιγμή που ανάβουν τα φανάρια του δρόμου και ο Χέρμαν χορεύει ανάμεσά τους χαρούμενος. Το δεύτερο μέρος της παράστασης, πιο υποβλητικό, χαρακτηρίζεται από εντάσεις και ρήξεις μεταξύ των χαρακτήρων, ενώ ο Χέρμαν, η πορεία του οποίου καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου είναι γεμάτη από αναπάντεχες συναντήσεις και ψυχολογικές πιέσεις, ακροβατώντας ανάμεσα στην ενοχή και την απόλαυση, αποφασίζει να ακολουθήσει την πιο καταστροφική γι’ αυτόν, σύμφωνα με την πρώτη σύζυγό του Ταμάρα, κατεύθυνση.

    Από το έργο δεν λείπουν και τα σαρκαστικά σχόλια για τη θρησκεία, καθώς «ο θεός δεν είναι χορτοφάγος», όπως φάνηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και «ξέρουμε τουλάχιστον έναν εβραίο που περπάτησε επάνω στο νερό» αν και τέτοια αποτελούν κυρίως το γεγονός ότι ο ραβίνος ασχολείται και με αγοραπωλησίες ακινήτων όπως και το ότι ο Χέρμαν γράφει τους λόγους που χρησιμοποιεί ο ραβίνος Λάμπερτ όταν μιλάει στο ποίμνιό του.

    Υποκριτικά ξεχωρίζουν, μέσα από την εξέλιξη των χαρακτήρων τους και τις ψυχολογικές τους διακυμάνσεις, οι: Ορέστης Παλιαδέλης, Μάρα Τσικάρα και Γιάννης Καραμφίλης, ενώ στάθηκαν άξια απέναντι στους ρόλους τους και με σεβασμό στο στάτους του καθενός, υποδηλώνοντας κάθε φορά τη διάθεση για την προσφορά των υπηρεσιών ή απλώς της συντροφιάς τους, την κατανόηση και το ‘κοινωνικό τους ενδιαφέρον’, οι: Μελίνα Αποστολίδου, Φωτεινή Τιμοθέου, Βιργινία Ταμπαροπούλου, Παναγιώτης Καμμένος, Θοδωρής Πολυζώνης, Σπύρος Σιδέρης, Δημήτρης Τσιλινίκος, Νίκος Τσολερίδης και ο Θάνος Φερετζέλης.

    19.04.2023, Τσιότσιου Ανδριάνα «Εχθροί, μία ερωτική ιστορία»: Μια αέναη προσπάθεια διαφυγής (θεατρική κριτική)», www.2020mag.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ζωές μετά το Ολοκαύτωμα: Ο Στάθης Λιβαθινός κάνει «τη σιωπή των θυμάτων να αντηχήσει»

    Σκηνοθετεί στο ΚΘΒΕ το μυθιστόρημα «Εχθροί. Μια Ερωτική Ιστορία» του Εβραίου Νομπελίστα Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ

    Εχθροί. Μια Ερωτική Ιστορία», σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού: Κριτική για την θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος του Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ στο Κρατικό Θεάτρο Βορείου Ελλάδος

    Ένα θέατρο του Ολοκαυτώματος

    Ο γνωστός ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ, στην πρόσφατη ομιλία του την Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος, προσκεκλημένος της Ισραηλιτικής Κοινότητας στη Θεσσαλονίκη, θέλησε να συσχετίσει αυτούς που σκοτώθηκαν και εμάς «σήμερα, εδώ […]», να συνδέσει «αυτό που μας ζητείται να θυμόμαστε» με το «ποιοι και πού είμαστε εμείς που ενθυμούμαστε».

    Παρόμοιος είναι ο σκοπός κάθε θεατρικού έργου και παράστασης με περιεχόμενο ιστορικό: Να κάνουν «προσβάσιμο το παρελθόν» και με τον τρόπο αυτό «να ανοίξει το μέλλον». Επαληθεύεται έτσι η αριστοτελική υπεροχή της «φιλοσοφικότερης» τραγικής ποίησης σε σχέση με την ιστορία, «Γιατί η ποίηση έχει ως θέμα της πιο πολύ τα καθόλου, ενώ η ιστοριογραφία τα καθ’ έκαστον», γράφει ο Αριστοτέλης στην Ποιητική. Εντέλει, «[η] αποστολή του θεάτρου είναι να ξεπεράσει την αντίθεση ανάμεσα στο καθολικό και το μοναδικό» και «να βρει το καθολικό μέσα στο μοναδικό». Έτσι το θέατρο περνάει από την Ιστορία στη δημόσια ιστορία. Η δημόσια ιστορία γράφεται όχι μόνο από τους ιστορικούς αλλά και από τους θεατρικούς συγγραφείς και τους μυθιστοριογράφους, τους κινηματογραφιστές και τους σκηνοθέτες θεάτρου (για να μείνουμε μόνο στο χώρο της τέχνης), «δεν είναι κλειστή και συνδεδεμένη με ένα απόμακρο και χρονολογικά διατεταγμένο εθνικό παρελθόν, ούτε στόχος της είναι η πιστή αναπαραγωγή και συσσώρευση». Θεατρικά έργα και παραστάσεις, κινηματογραφικές ταινίες και μυθιστορήματα συνιστούν, μεταξύ άλλων, τη δημόσια ιστορία και ανήκουν «ταυτόχρονα στην σφαίρα της διασκέδασης, του θεάματος, της εκπαίδευσης, της ενημέρωσης αλλά και της εξέλιξης».

    Τέτοια είναι η περίπτωση γνωστών έργων που έχουν θέμα το Ολοκαύτωμα, όπως ο Αρτούρο Ουί. Άνοδος και Πτώση του Μπέρτολτ Μπρεχτ (1941), Η Ανάκριση του Πέτερ Βάις (1965), Οι Κανίβαλοι του Τζορτζ Ταμπόρι (1968), η Πλατεία Ηρώων του Τόμας Μπέρνχαρντ (1988), το Σπασμένο Γυαλί του Άρθουρ Μίλλερ (1994) και η Τέφρα και Σκιά του Χάρολντ Πίντερ (1996). Ο παγκόσμιος Θεατρικός Κατάλογος του Ολοκαυτώματος (Holocaust Theater Catalog), όπως συντάχθηκε από το Εθνικό Ίδρυμα Εβραϊκού Θεάτρου στην Αμερική (National Jewish Theater Foundation) και δωρήθηκε στο Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι, συμπεριλαμβάνει πάνω από 950 θεατρικά έργα γραμμένα από το 1933 ως σήμερα. Πολλά, όμως, από αυτά, παρ’ όλες τις καλές προθέσεις, πέφτουν στην παγίδα της «συναισθηματικής εκμετάλλευσης του πόνου, της αισχρής έκθεσης της βίας, της εκμετάλλευσης της σκοτεινής γοητείας [sic] των Lager [στρατοπέδων]», νομίζοντας ότι έτσι θα αποκτήσουν μεγαλύτερη αξία και κύρος.

    Αυτό πιστεύω πως ήταν το πιο σημαντικό κατόρθωμα του σκηνοθέτη Στάθη Λιβαθινού στην παράσταση «Εχθροί. Μια Ερωτική Ιστορία», που με την πρεμιέρα της στις 25 Μαρτίου στην Κεντρική Σκηνή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος εισήλθε στη δημόσια ιστορία του Ολοκαυτώματος και της Θεσσαλονίκης, μιας πόλης που η φυσιογνωμία της άλλαξε ριζικά μετά την απέλαση και τη δολοφονία περίπου 45.000 Ελλήνων Εβραίων της. Ο Λιβαθινός απέφυγε τέτοια ολισθήματα και δεν «ανταγωνίσθηκε» τους μάρτυρες του Ολοκαυτώματος και τις αφηγήσεις τους. Αντίθετα, κατάφερε να δημιουργήσει «μια εμπειρία απώλειας», «να υπενθυμίσει ότι το χρέος δεν τακτοποιείται ποτέ», να κάνει «τη σιωπή των θυμάτων να αντηχήσει». Αυτό το θέατρο, ως τέχνη της φωνής, του σώματος και της μνήμης, πέτυχε να (δι)αισθανθούμε το τραύμα, τον κίνδυνο της λήθης και την αξία της μνήμης.

    Σίγουρα o σκηνοθέτης και δραματουργός οφείλει πολλά στο ίδιο το έργο, τη θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος «Εχθροί. Μια Ερωτική Ιστορία» (1966) του Εβραίου Νομπελίστα Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ, γραμμένη στα γίντις. Είναι το πρώτο από τα μυθιστορήματα του Σίνγκερ που εξελίσσεται στην Αμερική, το 1949, μόλις τέσσερα χρόνια μετά τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και την απελευθέρωση των επιζώντων αιχμαλώτων από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τότε ακόμη, στο δημόσιο αμερικανικό λόγο το Ολοκαύτωμα δεν (καθ)όριζε «τί σημαίνει να είσαι Εβραίος στην Αμερική, όπως εντέλει έγινε στα τέλη του 20ού αιώνα» -αυτό θα γίνει το ’60, με τη νίκη του Ισραήλ στον Πόλεμο των Έξι Ημερών και τη σύλληψη, τη δίκη και την εκτέλεση του επικεφαλής του Γραφείου Εβραϊκών Υποθέσεων της Γκεστάπο και αρχιτέκτονα του Ολοκαυτώματος Άντολφ Άιχμαν. Στη δεκαετία του ‘50, οι Εβραίοι αγωνίζονταν να ενσωματωθούν στην αμερικανική κοινωνία και δεν ήθελαν ακόμα να συστηθούν ως θύματα που δομούν την αμερικανοεβραϊκή κουλτούρα τους μόνο «πάνω στα δάκρυα».

    Πρωταγωνιστής στο έργο ο Πολωνοεβραίος Χέρμαν Μπρόντερ (Ορέστης Παλιαδέλης). Επιζήσας και πρόσφυγας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Χέρμαν καταλήγει στη Νέα Υόρκη και με τρεις συζύγους: τη Γιάντβιγκα (Φωτεινή Τιμοθέου), την Πολωνή υπηρέτρια που τον έσωσε από τους Ναζί κρύβοντάς τον για τρία χρόνια σε έναν αχυρώνα, τη νευρωτική ερωμένη του Μάσα (Μάρα Τσικάρα), επιζήσασα κι αυτή του Ολοκαυτώματος, και την πρώτη του γυναίκα, την Ταμάρα (Βιργινία Ταμπαροπούλου), που μαζί με τα δυο τους παιδιά θεωρείται ότι εκτελέστηκαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, μέχρι που εκείνη τον βρίσκει ζωντανή στη Νέα Υόρκη.

    Το μεγάλο προτέρημα των χαρακτήρων του έργου είναι ότι δεν είναι μόνο θύματα του ναζισμού αλλά και του χαρακτήρα τους, όπως λέει ο συγγραφέας, άνθρωποι που θα ήθελαν να απελευθερωθούν από το βάρος της ιστορίας και να κριθούν μόνο για τις πράξεις τους πριν το Ολοκαύτωμα και μετά από αυτό. Κι αυτό το εκμεταλλεύτηκε σωστά ο Λιβαθινός. Δεν φοράνε τις ριγέ στολές των κρατουμένων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ούτε το κίτρινο αστέρι, δεν λιμοκτονούν αλλά, παρά τη φτώχεια τους, τρώνε κομπόστα και κρέας με πατάτες, αγοράζουν ευωδιαστά σαπούνια, καπνίζουν, πίνουν, και κάποιοι καταπίνουν ηρεμιστικά για να κοιμηθούν χωρίς να βασανίζονται από τον εφιάλτη του Ολοκαυτώματος που επιστρέφει κάθε βράδυ. Κάνουν έρωτα, απατούν, κάνουν παιδιά και παντρεύονται, πάνε στη θάλασσα, σε θέρετρα και πάρτι.

    Κι όμως, είναι ζωντανοί νεκροί, υποχρεωμένοι από την Ιστορία να ξεκινήσουν μια νέα ζωή στη δυτική πλευρά του Μανχάταν. Η Αμερική αυτών των Εβραίων προσφύγων είναι ένας κλειστοφοβικός τόπος εξορίας, μια σχεδόν μη πραγματική πόλη όπου ζουν σε κατάσταση limbo. Η Αμερική τους δεν είναι ούτε Κόλαση ούτε Παράδεισος, είναι ένα ημιφωτισμένο τοπίο όπου κυκλοφορούν απαρατήρητοι, αναζητώντας έναν Θεό, η καλοσύνη του οποίου, αν όχι η ύπαρξή του, είναι αμφίβολη. Αυτή τη συνθήκη του Καθαρτηρίου -ούτε Κόλαση ούτε Παράδεισος-την απέδωσε λιτά, λειτουργικά και ατμοσφαιρικά η σκηνογράφος-ενδυματολόγος Ελένη Μανωλοπούλου και ο φωτιστής Αλέκος Αναστασίου.

    Αυτά όλα τα δίνει το έργο του Σίνγκερ και αυτά βοήθησαν τον Λιβαθινό να σκηνοθετήσει μια παράσταση για το Ολοκαύτωμα, χωρίς να ανταγωνιστεί όπως προείπα, τη φρίκη της Ιστορίας. Με τον ίδιο τρόπο που απέδωσε με προσοχή το πικρό χιούμορ του έργου και το σχεδόν μπεκετικό, «διανοητικό» γέλιο των χαρακτήρων, που σαν τον σαιξπηρικό Τίτο Ανδρόνικο γελούν και αστειεύονται γατί έχουν στερέψει από δάκρυα. Από την ειρωνική διαπίστωση της Μάσα ότι όσοι πέρασαν από το Άουσβιτς ξέρουν καλά ότι «ο Θεός δεν είναι χορτοφάγος» και την απορία του Χέρμαν στην παρατήρηση ότι τα εβραϊκά Σάββατα ο Θεός ενοχλείται από τον καπνό του τσιγάρου του, «Τον ενοχλεί ο καπνός του τσιγάρου μου; Ο καπνός από τα κρεματόρια δεν τον ενοχλούσε;», μέχρι τον Εβραίο ηθοποιό Γιάσα (Παναγιώτης Καμμένος) που επαναλαμβάνει στο πάρτι του ραβίνου Λάμπερτ (Γιάννης Καραμφίλης) τα αστεία με τα οποία διασκέδαζε τους κρατούμενους στο στρατόπεδο Τερέζιενστατ: «Επιγραφή στην είσοδο του θαλάμου των αερίων: Προσοχή απότομο σκαλί»˙ «Κύριοι! Γιατί αυτοκτόνησε ο Χιίτλερ; Γιατί του ήρθε ο λογαριασμός για το αέριο… (Γελάει)». Με τα αστεία του ο Γιάσα μάς δίνει την ευκαιρία να θυμηθούμε ότι το θέατρο επέζησε ακόμα και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, με παραστάσεις καμπαρέ, σκετς που σατίριζαν τις συνθήκες διαβίωσης στα στρατόπεδα.

    18.04.2023 Χατζηδημητρίου Πηνελόπη «Ζωές μετά το Ολοκαύτωμα: Ο Στάθης Λιβαθινός κάνει «τη σιωπή των θυμάτων να αντηχήσει», www.athensvoice.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ο Στάθης Λιβαθινός, η Μάρα Τσικάρα και η Βιργινία Ταμπαρομπούλου στην ΕΡΤ News

    Ο Στάθης Λιβαθινός, η Μάρα Τσικάρα και η Βιργινία Ταμπαρομπούλου μιλάνε στην εκπομπή Ένθετο Τέχνες στον τηλεοπτικό σταθμό ΕΡΤ News.

    07.04.2023

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Στάθης Λιβαθινός: Η λογοτεχνία και η τέχνη δεν ασχολούνται με τις ομαλές περιπτώσεις

    Σκηνοθετεί το έργο «Εχθροί» για το ΚΘΒΕ και μιλά γι’ αυτό αλλά και τη θητεία του στο Εθνικό Θέατρο
    Συνέντευξη στη Κυριακή Τσολάκη

    «Όταν τελειώνει μία περιπέτεια αρχίζει μία άλλη», λέει στη «ΜτΚ» ο γνωστός σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός. Τον βρίσκουμε την ώρα που ετοιμάζει τις αποσκευές του για Αθήνα, αφού το «ταξίδι» της προετοιμασίας της παράστασης «Εχθροί» που σκηνοθετεί για το ΚΘΒΕ έχει ολοκληρωθεί με την πρεμιέρα της παραγωγής ανήμερα της εθνικής επετείου της 25ης Μαρτίου.

    Τώρα αρχίζει η άλλη «περιπλάνηση», αυτή της παρουσίασης του έργου στο κοινό, γι’ αυτό και η ατάκα του πρώην καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου. Ο ίδιος όμως θα ανεβαίνει πολύ συχνά στη Θεσσαλονίκη για να παρακολουθεί την εξέλιξη της παράστασης, όπως προσθέτει.

    Το κείμενο, που είναι επίσης σε δική του δραματουργική επεξεργασία συνιστά ένα μυθιστόρημα του νομπελίστα συγγραφέα Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ σε διασκευή Ρόι Χεν. Κεντρικός ήρωας ο εβραϊκής καταγωγής Χέρμαν Μπρόντερ, που έχοντας διασωθεί από το Ολοκαύτωμα ζει στη Νέα Υόρκη, λίγα χρόνια μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι μνήμες της καταδίωξης τον αναγκάζουν να επιβιώνει στη σκιά, προστατεύοντας διαρκώς τα ίχνη του. «Ο Σίνγκερ είναι στο πάνθεον των τεράστιων συγγραφέων του 20ού αιώνα. Το μυθιστόρημά του αυτό είναι εξαντλημένο σχεδόν σε όλες τις γλώσσες που έχει κυκλοφορήσει. Θεωρώ ότι ένα από τα γοητευτικότερα στοιχεία του κειμένου είναι η περιπέτεια αυτού του δυστυχισμένου ανθρώπου ανάμεσα σε ανεκπλήρωτες αγάπες, ανεκπλήρωτους έρωτες, κατεστραμμένες ζωές. Ζει ένα είδος δεύτερου Άουσβιτς, μετά το θηριώδες πρώτο, μετά από αυτή την ανθρώπινη κτηνωδία που γνώρισε ο αιώνας στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρόκειται για ένα δεύτερο ανοιχτό τραύμα το οποίο είναι μία τεράστια δοκιμασία, επειδή ο έρωτας δεν κάνει διακρίσεις, ούτε η αγάπη και η συνύπαρξη του άντρα με τη γυναίκα. Δεδομένης της πίστης και της αντοχής της γυναίκας η περιπέτεια αυτού του ανθρώπου γίνεται ακόμη πιο επώδυνη, επίπονη, ενδιαφέρουσα και περιπετειώδης», τονίζει ο Στάθης Λιβαθινός.

    «Η ζωή είναι πρωταγωνίστρια στα μεγάλα μυθιστορήματα»

    Παντρεμένος με την Πολωνή υπηρέτριά του που τον έσωσε, ο Χέρμαν διατηρεί σχέση με τη Μάσα, με την οποία είναι ερωτευμένος, ενώ τα πράγματα περιπλέκονται ακόμα περισσότερο όταν εμφανίζεται στην πόλη και η Ταμάρα, η πρώην γυναίκα του, που τη θεωρούσε νεκρή. «Οι τρεις γυναικείες φυσιογνωμίες έχουν τεράστια δυναμική. Το ότι επιμένουν σε έναν άνδρα δεν σημαίνει ότι αυτός είναι το πρότυπο ή ο ιδανικός. Σημαίνει ότι η ζωή, που θεωρώ ότι είναι πρωταγωνίστρια στα μεγάλα μυθιστορήματα, τις έριξε πάνω σε αυτόν με διαφορετικούς τρόπους. Η λογοτεχνία και η τέχνη δεν ασχολούνται με τις ομαλές περιπτώσεις της αποκλειστικότητας και της ιδανικής αμερικάνικης οικογένειας που έτσι και αλλιώς δεν υπάρχει. Ασχολείται με τις παραδοξότητες και με αυτό το απίστευτο πράγμα που λέγεται ζωή», επισημαίνει ο σκηνοθέτης.

    Εξάλλου, ένας από τους λόγους που επέλεξε το έργο είναι ότι αποτελεί έναν ύμνο στη γυναίκα σε όλες τις υποστάσεις της. «Στη γυναίκα που ζητάει, απαιτεί, διεκδικεί, γεννάει, αγαπάει, δίνεται, προσφέρεται, εκδικείται… Ο ίδιος ο Σίνγκερ λάτρευε τη γυναίκα, την πρόσεχε, την παρακολουθούσε, τη γνώριζε και γράφει συνεχώς για αυτήν. Αυτό είναι κάτι που με ενθουσιάζει», σημειώνει ο Στάθης Λιβαθινός.

    Άλλος ένας λόγος ήταν η επαφή του έργου με την ιστορία της Θεσσαλονίκης. «Δεν με ενδιέφερε να είναι απλώς ένα καλό έργο, αλλά ήθελα να αγγίξω κάτι που να σχετίζεται με τη Θεσσαλονίκη. Νομίζω ότι με έναν τρόπο πέσαμε διάνα σε αυτό. Η ιστορία της εβραϊκής κοινότητας εδώ είναι τεράστια, όπως και η τραγωδία της».

    Αρχίζει να σκηνοθετεί μία παράσταση συνήθως με μία πολύ απλή φιλοδοξία, η οποία πολλές φορές αποδεικνύεται πάρα πολύ δύσκολη: το να πει κανείς την ιστορία. «Βασικός οδηγός και προϋπόθεση της συγκεκριμένης ιστορίας είναι να παρακολουθήσουμε τη μοίρα του Χέρμαν. Το έργο είναι γεμάτο εναλλαγές, εκπλήξεις, ανατροπές, από έναν άνθρωπο ο οποίος δεν έχει μόνο τρεις γυναίκες αλλά και μία πολύ ιδιαίτερη σχέση με τον Θεό, όπως και όλος ο εβραϊκός λαός που δοκιμάστηκε. Ο Χέρμαν είναι ένα άτομο με συνείδηση, συναισθήματα και δειλία. Εδώ που τα λέμε, με μία γυναίκα δεν μπορείς να αντεπεξέλθεις εύκολα, πόσο μάλλον με τρεις. Παρακολουθούμε την εξέλιξη της ιστορίας του μέχρι να εξαφανιστεί», τονίζει ο σκηνοθέτης.

    «Άφησα πίσω μου πολλές υποδομές»

    Η τελευταία σκηνοθεσία του ίδιου στο ΚΘΒΕ ήταν το 2019 με τον Βασιλιά Λιρ του Ουίλιαμ Σέξπιρ. Γνωρίζει όμως πολύ καλά τον συγκεκριμένο θεατρικό οργανισμό. «Όλα τα κρατικά θέατρα χρειάζονται τεράστιες αλλαγές γιατί διαθέτουν ένα πολύ καλό δυναμικό και πρέπει και να εκσυγχρονίζονται και να αλλάζουν και να προχωρούν. Αυτή τη στιγμή το θέατρο έχει νομίζω έναν εξαιρετικό νέο διευθυντή. Πιστεύω σε αυτόν και για αυτό τον λόγο ήρθα», γνωστοποιεί.

    Ας μην ξεχνάμε όμως ότι ξέρει καλά και το Εθνικό Θέατρο. «Τώρα δεν ασχολούμαι, δεν παρακολουθώ τον οργανισμό. Άρα δεν μπορώ να εκφέρω άποψη για το παρόν έργο. Εξαιρώ τη μαύρη σελίδα που ακολούθησε τη θητεία μου. Νομίζω ότι άφησα πίσω μου πολλές υποδομές και πάρα πολλές εξελίξιμες πρωτοβουλίες και ότι υπάρχει υλικό για έναν νέο διευθυντή να τις αξιοποιήσει και να τις προχωρήσει. Τώρα είναι η αρχή σχεδόν της θητείας του επόμενου και δεν θα ήθελα ούτε θα μπορούσα να εκφέρω κρίσεις κάποιου είδους», καταλήγει ο κ. Λιβαθινός.

    02.04.2023 Τσολάκη Κυριακή «Στάθης Λιβαθινός: Η λογοτεχνία και η τέχνη δεν ασχολούνται με τις ομαλές περιπτώσεις», Μακεδονία

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Στάθης Λιβαθινός: «Πικρή στιγμή για μένα στο θέατρο η απόπειρα να πέσει λάσπη πάνω μου»

    Ο σκηνοθέτης και πρώην καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θέατρου με αφορμή την σκηνοθεσία-δραματουργία του στην παράσταση του ΚΘΒΕ «Εχθροί – μια ερωτική ιστορία», που παίζεται στο Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών μίλησε στο protothema.gr και στον Νίκο Θρασυβούλου

    Αναφέρθηκε στους λογούς της επιλογής του έργου όταν του προτάθηκε να σκηνοθετήσει για το ΚΘΒΕ. Ο νομπελίστας συγγραφέας, Ισαάκ Μπάσεβιτς Σίνγκερ έγραψε το μυθιστόρημα το 1966 στα Γίντις.

    Η θεατρική διασκευή είναι του Ρόι Χεν. Επίσης αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα η όχι μιας Ακαδημίας Παραστατικών Σπουδών. Τόνισε επίσης ότι στο επάγγελμα των σκηνοθετών δεν υπάρχει «ξέρω», χαρακτηριστικά είπε «ότι από τη στιγμή που θα πεις ξέρω “πέθανες”, στην τέχνη δεν υπάρχει ξέρω».

    29.03.2023, Θρασυβούλου Νίκος «Στάθης Λιβαθινός: «Πικρή στιγμή για μένα στο θέατρο η απόπειρα να πέσει λάσπη πάνω μου», protothema.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ο Στάθης Λιβαθινός στο Πρώτο Πρόγραμμα

    Ο Στάθης Λιβαθινός μιλάει στην ραδιοφωνική εκπομπή “Μπλε σαν πορτοκάλι”, με την Μαίρη Βενέζη, στο Πρώτο Πρόγραμμα.

    28.03.2023

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Πρώτη πανελλήνια στο ΚΘΒΕ για τους «Εχθρούς, μια ερωτική ιστορία»

    «Όλοι μεταξύ τους οι ήρωες είναι κατά κάποιο τρόπο εχθροί», τόνισε στο TyposThes ο ηθοποιός Ορέστης Παλιαδέλης

    Συνέντευξη στην Λεμονιά Βασβάνη

    Ο Χέρμαν Μπρόντερ, εβραϊκής καταγωγής, πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν παντρεμένος με την Ταμάρα και είχε δύο παιδιά. Στον Πόλεμο τους χάνει και κρύβεται στον στάβλο στο χωριό της πρώην Πολωνής υπηρέτριάς του. Εκείνη τον σώζει και μετά φεύγουν μαζί για τη Νέα Υόρκη όπου και παντρεύονται. Στη συνέχεια θα ερωτευθεί τη Μάσα που είχε επιβιώσει από το Ολοκαύτωμα. Και η κατάσταση θα γίνει πιο περίπλοκη όταν εμφανίζεται στην πόλη και η πρώην γυναίκα του, που τη θεωρούσε νεκρή.

    Αυτά συμβαίνουν στο έργο του νομπελίστα συγγραφέα, Ισαάκ – Μπάσεβις Σίνγκερ «Εχθροί, μια ερωτική ιστορία», που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τις 25/3/23 από το ΚΘΒΕ στο Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών σε θεατρική διασκευή ΡόιΧεν, μετάφραση Λεωνίδα Καρατζά και σκηνοθεσία -δραματουργική επεξεργασία Στάθη Λιβαθινού.

    «Αυτό είναι το πρώτο επίπεδο του έργου. Μιλάει για ένα παιχνίδι της μοίρας. Σε δεύτερο επίπεδο αναφέρεται στην ανάγκη τους για ζωή, για να ερωτευθούν ξανά και να ξεχάσουν ό,τι έχει συμβεί.

    Και οι τέσσερις ήρωες έχουν δύσκολα βιώματα και νιώθουν πιο έντονη την ανάγκη της επιβίωσης. Σε τρίτο επίπεδο, ειδικά στο μυθιστόρημα, υπάρχει αναφορά στις φιλοσοφικές αναζητήσεις κυρίως του Χέρμαν, του ήρωα που υποδύομαι. Έχοντας δει τα δεινά του πολέμου και έχοντας ακούσει τα όσα έγιναν, αναρωτιέται ποιος είναι ο Θεός που επιτρέπει να συμβούν τέτοιες φρικαλεότητες. Αμφισβητεί τη δύναμή του και την ποιότητά του, αν δηλαδή είναι ή δεν είναι καλός», ανέφερε ηθοποιός ο Ορέστης Παλιαδέλης.

    Συμπλήρωσε πως η θεατρική διασκευή έγινε με προσεγμένο τρόπο σε ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα που αποτελεί έναν ύμνο στη γυναίκα.

    «Είχαμε την τύχη να δουλέψουμε πάνω σε ένα πολύ καλό κείμενο», σχολίασε, ενώ τόνισε πως και το εικαστικό κομμάτι έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

    Στο ποιοι είναι οι «εχθροί» σημείωσε πως «όλοι μεταξύ τους οι ήρωες είναι κατά κάποιο τρόπο εχθροί», για να συμπληρώσει πως ουσιαστικά αυτό που θα δούμε είναι ένα… ερωτικό Άουβιτς, όπως το χαρακτήρισε ο κ. Λιβαθινός κατά τη διάρκεια μιας πρόβας.

    «Δυστυχώς ο έρωτας δεν επιτυγχάνεται ή αν θέλετε όχι με τους όρους που θα τον ήθελαν οι ήρωες του έργου» σχολίασε ο κ. Παλιαδέλης.

    Ερωτηθείς για την συνεργασία με τον κ. Λιβαθινό εξέφρασε την βαθιά εκτίμησή του για το έργο και τον τρόπο δουλειάς του συγκεκριμένου σκηνοθέτη, ενώ πρόσθεσε πως «αντιμετωπίζει τους ηθοποιούς με σεβασμό, είναι αυστηρός, πειθαρχημένος και εκπροσωπεί μια σοβαρή υποκριτική». […]

    26.03.2023, Βασβάνη Λεμονιά «Πρώτη πανελλήνια στο ΚΘΒΕ για τους «Εχθρούς, μια ερωτική ιστορία», Τύπος Θεσσαλονίκης

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • «Εχθροί: Μια ερωτική ιστορία» από το ΚΘΒΕ | Κριτική

    «Εχθροί: Μια ερωτική ιστορία» του Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ από το ΚΘΒΕ στο θέατρο Ε.Μ.Σ. σε πρώτη πανελλήνια παρουσίαση | Κριτική της παράστασης Παύλος Λεμοντζής

    Πρόλογος

    Ο νομπελίστας συγγραφέας Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ έγραψε το μυθιστόρημα «Εχθροί, μια ερωτική ιστορία» το 1966 στα Γίντις. Μέσα από τον σκοτεινό κόσμο των ηρώων του αναδύονται ο ερωτισμός, το μαύρο χιούμορ και η βαθιά υπαρξιακή ειρωνεία, έτσι όπως το γέλιο συνοδεύει τη δυστυχία, όταν η συνείδηση παύει να επαναπαύεται σε καθησυχαστικές αφηγήσεις. Στη θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος από τον Roy Chen, ο χαρακτήρας του Χέρμαν καλείται να επιβιώσει και να ισορροπήσει μεταξύ ενοχής και απόλαυσης, μη μπορώντας να πάρει μια απόφαση για τη ζωή του.
    Το “Εχθροί, μια ερωτική ιστορία”, το πρώτο έργο του νομπελίστα Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ που τοποθετείται στην Αμερική, είναι ένα αναπάντεχο και συγκινητικό μυθιστόρημα.
    Το 1989 μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Πολ Μαζούρσκι, με μουσική του Μωρίς Ζαρ και πρωταγωνιστές τους Ρον Σίλβερ (Χέρμαν), Αντζέλικα Χιούστον (Ταμάρα), Λένα Όλιν (Μάσα) και Μαργκαρετ Σοφί Στέιν (Γιάντβιγκα). Η ταινία είχε τρεις υποψηφιότητες για τα ΄Οσκαρ (σεναρίου, Anjelica Huston και Lena Olin).

    Υπόθεση

    Ο Χέρμαν Μπρόντερ ζει με την Πολωνή χωριάτισσα νυν γυναίκα του, Γιάντβιγκα, στη Νέα Υόρκη. Η Γιάντβιγκα δε μιλά Αγγλικά και είναι η πρώην υπηρέτριά του στην Πολωνία, η οποία τον είχε κρύψει για τρία χρόνια στην σοφίτα της, ώστε να αποφύγει το στρατόπεδο συγκέντρωσης. Στην Αμερική είναι ευτυχισμένη που έχει διαμέρισμα κι έναν άντρα να φροντίζει. Είναι Ρωμαιοκαθολική , αλλά για χάρη του θα γινότανε Εβραία.
    Ο Χέρμαν γράφει κείμενα- κηρύγματα για έναν ραβίνο και αμείβεται καλά για αυτά. Στη γυναίκα του λέει πως είναι πλασιέ βιβλίων, για να μπορεί συχνά να φεύγει από το σπίτι και να διανυκτερεύει με την ερωμένη του, Μάσα, και την μητέρα της. Η Μάσα είναι μια πανέμορφη, νευρωτική γυναίκα, που πέρασε κι αυτή από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, μια γυναίκα που μπορεί να μιλά ταυτοχρόνως στα Γίντις, στα Αγγλικά, στα Πολωνικά, στα Ρωσικά. Καπνίζει αρειμανίως και κοιμάται ελάχιστα.
    Όταν στο προσκήνιο εμφανίζεται και η Ταμάρα, η πρώτη σύζυγος του Χέρμαν στην Πολωνία, που κατά τη διάρκεια του Πολέμου του είπαν πως είδαν να σκοτώνεται μαζί με τα δυο παιδιά τους, ο Χέρμαν νιώθει πως θέλει να κρατήσει και αυτή. Βρίσκεται ξαφνικά δίγαμος, αλλά η Μάσα τον εκβιάζει και τελικά γίνεται πολύγαμος.
    Το χιούμορ εναλλάσσεται με την πίκρα, οι φρικτές αναμνήσεις από το Ολοκαύτωμα με τις περιπέτειες του Χέρμαν, που τανύζεται σαν λάστιχο ανάμεσα στις τρεις γυναίκες, όμως δεν μπορεί στην ουσία να παρατήσει καμιά, γιατί με τον τρόπο του τις αγαπά και τις τρεις και νιώθει πως τους χρωστάει.
    Η αφήγηση είναι σπαρταριστή, παλλόμενη, δίνει ανάγλυφα μια ολόκληρη κοινωνία, σε κάνει κάποτε να μελαγχολείς κι άλλοτε να γελάς με την ίδια συχνότητα.
    «Τις θέλω και τις τρεις, αυτή είναι η αναίσχυντη αλήθεια», παραδέχτηκε μέσα του. Η Ταμάρα είχε γίνει πιο όμορφη, πιο ήρεμη, πιο ενδιαφέρουσα. Η κόλαση που είχε περάσει ήταν χειρότερη ακόμη κι απ’ της Μάσα. Αν τη χώριζε θα ήταν σα να την εξωθεί να πάει με άλλους άντρες.
    Το τέλος δεν είναι λυτρωτικό. Πώς θα μπορούσε να είναι, όταν μιλάμε για τόσο ανερμάτιστους ανθρώπους, που απατούν τους εαυτούς τους περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον για να μπορέσουν να επιβιώσουν κι όταν σπάνε οι αυταπάτες, δεν μένει πλέον τίποτα.

    Ανάγνωση

    Γεμάτη δυστυχία, απώλεια, μελόδραμα και σκοτεινό χιούμορ, αυτή η «οργανική» ιστορία ηθικής, διαδραματίζεται στη Νέα Υόρκη λίγο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
    Ο συγγραφέας στο βιβλίο του επιλέγει να αφηγηθεί την ιστορία ενός ανθρώπου που επιβίωσε από το Ολοκαύτωμα και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ζει στη Νέα Υόρκη, παντρεμένος με μια Πολωνέζα, τη Γιάντβιγκα, στην οποία χρωστάει τη ζωή του, κι έχοντας μια ερωμένη, με την οποία είναι πραγματικά ερωτευμένος, τη Μάσα. Κάποια στιγμή εμφανίζεται η γυναίκα του Ταμάρα, που θεωρούσε από χρόνια νεκρή, και το καρέ συμπληρώνεται.
    Η μαεστρία του Σίνγκερ κρύβεται ακριβώς στον τρόπο που χειρίζεται το ρεαλιστικό καμβά της πλοκής, για να ξεδιπλώσει κάποιες πτυχές που συγκρούονται με τη λογική ή την υπερβαίνουν, σπάζοντας το φράγμα του παραδοσιακού ρεαλισμού. Τα πάντα εκτυλίσσονται υπό το φάσμα μιας επικείμενης καταστροφής, καθώς ο ήρωας, ο Χέρμαν, είναι σίγουρος πως είναι θέμα χρόνου να αποκαλυφθούν η απιστία και η διγαμία του κι ο ίδιος να απελαθεί.
    Σχεδόν όλοι οι ήρωες ζουν κάτω από ένα γκρίζο πλέγμα, αισθανόμενοι πως η ζωή τους δεν τους ανήκει, ή, τουλάχιστον, ότι σταμάτησε με την έναρξη της κόλασης του Ολοκαυτώματος. «… η φενάκη της ελεύθερης βούλησης εξανεμιζόταν. Εδώ ο άνθρωπος πετιόταν σαν χαλίκι ή σαν μετέωρο στο διάστημα». Πρόκειται για ανθρώπους που ουσιαστικά υπνοβατούν, έχοντας επιπλέον να αντιπαλέψουν την καταπίεση της εβραϊκής θρησκείας και το γνωστό ενοχικό σύνδρομο που τη συνοδεύει. Το μόνο που έχει απομείνει είναι η βεβαιότητα για έναν Θεό εκδικητικό: «Ο Θεός (ή ό,τι άλλο μεγάλο και δυνατό αντιπροσωπεύει) ήταν αδιαμφισβήτητα σοφός, αλλά καμιά ένδειξη δεν υπήρχε για την ευσπλαχνία του».
    Παρόλα αυτά και, καθώς οι επιπλοκές διαδέχονται η μία την άλλη, δημιουργείται η αίσθηση του κωμικού. Ίσως και κάτω από την επιρροή του εβραϊκού στοιχείου, έρχεται στο μυαλό η φιγούρα του Γούντι Άλεν να προσπαθεί – με το γνώριμο νευρικό και συμπλεγματικό του τρόπο – να ξεφύγει από αγχωτικές καταστάσεις, μόνο και μόνο για να τις μπερδέψει περισσότερο και να λυτρωθεί τελικά με το απαραίτητο «happy end» της κωμωδίας. Στην περίπτωση όμως του «Εχθροί, μια ερωτική ιστορία», ο ήρωας, καθοδηγούμενος από το ερωτικό του πάθος, δεν επιλέγει την τυπικά λυτρωτική λύση που του προσφέρει η νεκραναστημένη και συγκινητικά αλτρουίστρια σύζυγός του. Ακολουθεί το δρόμο που του υποδεικνύει το συναίσθημα, διαλέγοντας να χαθεί στη δίνη του «αυτοκτονικού πολιτισμού» όπου, περίπου, ζει. «Και η αλήθεια; Πού να βρεθεί μες σ’ αυτήν τη ζούγκλα, σ’ αυτήν τη γήινη γούρνα, την μπηγμένη πάνω στην καυτή λάβα».

    Ο συγγραφέας

    Ο Isaac Bashevis Singer (1902–1991) γεννήθηκε στην Πολωνία σε ¬ραβινική οικογένεια. Στράφηκε από νωρίς στη λογοτεχνία γράφοντας στα Γίντις, τη γλώσσα των Ασκεναζίμ Εβραίων.
    Το 1935 μετανάστευσε στις ΗΠΑ, όπου συνέ¬χισε να γράφει, έπειτα από μια μακρά περίοδο εσωτερικής κρίσης και απόσυρσης από τη λογοτεχνία. Από τη δεκαετία του ’50 τα έργα του άρχισαν να μεταφράζον¬ται στα αγγλικά.
    Το 1970 και το 1974 κέρδισε το αμερικανικό National Book Award, και το 1978 το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.
    Τα μυθιστορήματα και τα διηγήματά του, διαποτισμένα πάντα με μια ατμόσφαιρα υπερφυσικού, απαθανατίζουν τον χαμένο κόσμο των εβραϊκών στετλ αλλά και τη ζωή των Εβραίων μεταναστών στην Αμερική.
    Στα ελληνικά κυκλοφορούν, μεταξύ άλλων, τα βιβλία του: «Ο τελευταίος δαίμονας και άλλα διηγήματα» (Νεφέλη, 1995)
    «Σκιές στον ποταμό Χάντσον» (Καστανιώτης, 2000)
    «Στο δικαστήριο του πατέρα μου» (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2003)
    « Ο Σατανάς στο Γκόραϋ» (Ίνδικτος, 2003)
    « Ο θάνατος του Μαθουσάλα (Καστανιώτης, 2005)
    « Ιστορίες για παιδιά» (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2005)
    « Εχθροί, μια ερωτική ιστορία» (Καστανιώτης, 2009)
    «Σώσα» (Κίχλη, 2020)
    «Γκίμπελ ο σαλός και άλλες ιστορίες» (Κίχλη, 2022).
    Με τα μυθιστορήματα, τις νουβέλες και τα διηγήματα του Σίνγκερ, η κάπως παράδοξη και σκοτεινή γίντις κουλτούρα εισδύει στην επικράτεια της δυτικής σκέψης. Αυτή τη μεσαιωνική λαϊκή λαλιά των Ασκεναζίμ της ανατολικής Ευρώπης, που παρέμενε προφορική μέχρι τον 19ο αιώνα, επιλέγει ο Σίνγκερ, ένας εγνωσμένης πολιτικής στράτευσης πολωνοεβραίος μετανάστης στην Αμερική, για να αφηγηθεί τις ιστορίες του. Ωστόσο, δεν πρόκειται απλώς για έναν αριστερό «γιντισογράφο» αλλά και για έναν από τους σημαντικότερους Αμερικανούς λογοτέχνες του αιώνα.

    Η παράσταση

    Φωταγωγημένα στο εσωτερικό τους δύο δωμάτια, ένας άδειος δρόμος, μια στεγασμένη στάση, μια συστοιχία φαναριών και μια ομιχλώδης ατμόσφαιρα συνθέτουν μια άκρως ενδιαφέρουσα εικαστική εγκατάσταση (σκηνικά και κοστούμια Ελένης Μανωλοπούλου), όπου η σκηνοθεσία χαρτογραφεί το δράμα του Χέρμαν, μέσα από τη ζωή του με τις τρεις γυναίκες του. Ταξιδεύει τον θεατή με χαρακτηριστική ευκολία στο κλίμα και στο πνεύμα της εποχής, στην ιστορία και στην πόλη, ξεδιπλώνοντας πτυχές που συγκρούονται με τη λογική ή την υπερβαίνουν.
    Η σκηνοθεσία του διαπρεπούς σκηνοθέτη Στάθη Λιβαθινού αποτυπώνει τέλεια τη ζωή ενός Εβραίου μετανάστη, ειδικά τη ζωή κάποιου που θέλει να ξεφύγει από το παρελθόν, αλλά το παρελθόν του επιστρέφει συνεχώς και τον στοιχειώνει, με μελετημένους ρυθμούς και στους εξαίσιους φωτισμούς του Αλέκου Αναστασίου.

    Αν και η σκιά του Ολοκαυτώματος αιωρείται στην εξέλιξη του έργου, για να καλύψει όλα τα πρόσωπα, κανένας από τους χαρακτήρες δεν είναι, με κάποιον τρόπο, συμβατικός. Ο καθένας έχει έναν ιδιότυπο και ξεχωριστό ψυχισμό. Σε μια ιστορία με τόσες πολλές δυνατότητες για φορτισμένο συναισθηματισμό και για φαρσοκωμωδία ευρείας κρεβατοκάμαρας, είναι αξιοπερίεργο ότι δεν υπάρχει στην παράσταση κανένα από τα δύο, πλην μιας έξοχης ερωτικής σκηνής που θυμίζει πλάνο νεορεαλιστικού Ιταλικού κινηματογράφου.
    Οι χαρακτήρες του Σίνγκερ, από τη μια αγωνίζονται για να επιβιώσουν από τις μνήμες των φοβερών στρατοπέδων και από την άλλη, για να υπάρξουν σ’ έναν καινούριο κόσμο που δεν έχει τα ηθικά και πολιτισμικά τους ερείσματα, μέσα στη χαώδη, πολύβουη κι άυπνη Νέα Υόρκη του 1949.

    Όλα όσα συμβαίνουν στη σκηνή εξελίσσονται υπό το πρίσμα μιας επικείμενης καταστροφής, και η αναζήτηση απαντήσεων στην μετά Χίτλερ εποχή συνοδεύεται από τον τρόμο, σε κάθε κουδούνισμα της πόρτας. Σαν η ζωή τους να μην τους ανήκει, σαν να σταμάτησε με την έναρξη της κόλασης του Ολοκαυτώματος.
    Σε αυτή τη γκρίζα ζώνη προσπαθεί ο καθένας τους να επιβιώσει διεισδύοντας στην ανθρώπινη φύση, στις συμπεριφορές και στις έμφυτες αδυναμίες.
    Η Γιάντβιγκα (Φωτεινή Τιμοθέου) αγοραφοβική, δεν πάει πουθενά μόνη της, υπερβολικά καλή κι αφοσιωμένη, συμπεριφέρεται στο άντρα της σαν υπηρέτρια, που όμως σταδιακά αφυπνίζεται και διεκδικεί.
    Η ηδυπαθής Μάσα (Μάρα Τσικάρα), εκμεταλλεύεται το μεγάλο της ατού, την εξωτερική της εμφάνιση. Απολαμβάνοντας τον έρωτα παραμένει ανίκανη να αντιδράσει στη σκέψη πως «κάποιος τη σημαδεύει με όπλο». Παράλληλα, είναι ανήμπορη να τιθασεύσει τον θυμό της κι έτσι, ασταθής και με σημαία της την οργή, οδηγείται στο απονενοημένο διάβημα.
    Η Ταμάρα ( Βιργινία Ταμπαροπούλου) εμφανίζεται από το πρώτο κιόλας μέρος, αντί μιας εξαθλιωμένης γυναίκας επιζήσασας από τα στρατόπεδα των Ναζί, ως μια ντελικάτη φιγούρα, λεπτή, κομψή, θαρρείς μια Γκρέις Κέλι από «Το κυνήγι του κλέφτη», κυνική και ειρωνική αρχικά, αργότερα συγκινητικά αλτρουίστρια, η οποία προσφέρει απλόχερα αγάπη και λύσεις και για το μόνο που είναι σίγουρη είναι η σφαίρα στον αριστερό της γοφό, γι’ αυτό και δεν θέλει να τη βγάλει.
    Η Σίφρα (Μελίνα Αποστολίδου) είναι η μητέρα της Μάσα που ζει με τα φαντάσματα του παρελθόντος, άλλοτε δυναμική, άλλοτε λιπόψυχη και ευαίσθητη.
    Ο Χέρμαν ( Ορέστης Παλιαδέλης) ψεύδεται ασύστολα, σιχαίνεται τον εαυτό του, αδύναμος κι αναποφάσιστος, έχει χάσει την πίστη του, ζει καθημερινά με το φόβο της αποκάλυψης της διγαμίας του και της απέλασής του. Αμφίθυμος, παλινδρομεί μεταξύ καθήκοντος κι επιθυμίας αναζητώντας στο ενδιάμεσο δυνητικές κρυψώνες.
    «Ένας μοιρολάτρης ηδονιστής που ζει σε μια προ-αυτοκτονική δυστυχία» θα χαρακτηρίσει τον εαυτό του.
    Καθώς περιφέρεται ανάμεσα στις τρεις γυναίκες του, προσπαθώντας απεγνωσμένα να κρατήσει και τις τρεις ευτυχισμένες ή τουλάχιστον γαλήνιες, αυτό που μας δείχνει ο καλός ηθοποιός ότι τον οδηγεί, δεν είναι η αγάπη αλλά οι ενοχές.
    Ο Ραβίνος Λάμπερτ του Γιάννη Καραμφίλη είναι μεν πνευματικός πατέρας, αλλά γήινος, με ανθρώπινες αδυναμίες και σιγουριά στον λόγο και στην κίνησή του.
    Πολύ καλοί και οι άλλοι ηθοποιοί στους ρόλους τους, πιστοί ακόλουθοι των σκηνοθετικών οδηγιών και μέσα στο πνεύμα της συνθήκης που επέλεξε ο σκηνοθέτης.
    Όσο οι επιπλοκές διαδέχονται η μια την άλλη τόσο η αίσθηση το κωμικού κυριεύει τον θεατή , ο οποίος παρατηρεί τους ήρωες να προσπαθούν να ξεφύγουν από αγχωτικές καταστάσεις μπερδεύοντάς τες περισσότερο μέχρι το τέλος, όπου ο ήρωας δεν επιλέγει την τυπικά λυτρωτική λύση που του προσφέρει η νεκραναστημένη και συγκινητικά αλτρουίστρια σύζυγός του Γιάντβιγκα.
    Καθοριστικός παράγοντας κατανόησης του κειμένου η μετάφραση του Λεωνίδα Καρατζά. Η πρόκληση, υποθέτω για τον ίδιο, ήταν να εισδύσει πρώτα αυτός με προετοιμασία – μελέτη στον μαγικό κόσμο του Σίνγκερ, για να οδηγήσει στη συνέχεια, ως διαμεσολαβητής, τον απλό θεατή – αναγνώστη, ν’ ανακαλύψει κι αυτός με τη σειρά του αυτόν τον κόσμο. Σαφώς, αυτή η περιπέτεια της ερμηνείας του πρωτοτύπου, είναι απαιτητική υπόθεση, προϊόν γνώσης ευαισθησίας, αλλά και πνευματικής ευθύνης.
    Η μουσική του Δημήτρη Μαραμή, μια βατή οδός για την ενσυναίσθηση, δηλαδή τη συναισθηματική ταύτιση θεατών με την ψυχική κατάσταση των ηρώων και την κατανόηση της συμπεριφοράς και των κινήτρων τους.
    Το «Εχθροί: μια ερωτική ιστορία» είναι μια τόσο ενδιαφέρουσα παράσταση, επειδή η σκηνοθεσία αρνείται να εξημερωθεί, να κατασταλάξει σε μια ωραία, παρηγορητική παραβολή ή ένα μάθημα προς συμμόρφωση. Πρόκειται για συναισθηματική ταραχή και ο Στάθης Λιβαθινός κυλά την ιστορία χωρίς πρόσθετους συμβιβασμούς. Δεν υπάρχει κλειδί για να ξεκλειδώσει ο θεατής την ενσυναίσθηση. Δεν υπάρχει φτηνό χιούμορ αλλά ούτε χυδαίο ερωτικό πάθος για το θηλυκό κορμί. Μάλλον προδιαγεγραμμένη μοίρα μοιάζει, παρά εσωτερική επιθυμία ή ανάγκη για πολυγαμία.
    Πράγματι, αυτή η παράσταση δεν είναι καν μια σκηνική οδηγία για το πώς οι γυναίκες μπορούν να μη θυματοποιούνται. Άλλωστε, στο έργο η καθεμία λαμβάνει- λίγο ως πολύ – αυτό που της υπαγόρευσε η μοίρα της και ο Χέρμαν που υποφέρει τόσο σκληρά, τιμωρείται κυρίως από τη δική του γνώση για το πόσο άτολμος, πόσο «ποντίκι» είναι.
    Αν μένει στο θυμικό μας κάτι ωφέλιμο είναι, θαρρώ, η παραδοχή ότι πασχίζουμε τόσο πολύ να ερμηνεύσουμε χαρακτήρες και συμπεριφορές των άλλων, αμελώντας να διερευνήσουμε τους δικούς μας εαυτούς και τις δικές μας δεξιότητες προσαρμοστικότητας και, ενίοτε, συνύπαρξης.

    Επίλογος

    Ο Σίνγκερ διαπλέκει την τραγωδία που γνώρισαν οι Εβραίοι στον 20ο αιώνα, με την προσωπική ιστορία των πρωταγωνιστών της ιστορίας του, τα εβραϊκά ήθη της ιουδαϊκής θρησκείας με την αναζήτηση της ατομικής πραγμάτωσης των ηρώων του.
    Η κοσμοϊστορική καταστροφή του Ολοκαυτώματος συμπλέκεται με τις ψηφίδες που αποτελούν τις προσωπικές ιστορίες του Χέρμαν και των τριών γυναικών του, οι οποίες έχουν εξίσου συμπαντική σημασία – αν και εξελίσσονται στον ανθρώπινο μικρόκοσμο των ερωτικών σχέσεων- ο Σίνγκερ εξυψώνει το προσωπικό σε καθολικό μέγεθος: “Ο Χέρμαν είχε δύο συζύγους κι ετοιμαζόταν να αποκτήσει και τρίτη. Και, μολονότι φοβόταν τις συνέπειες των πράξεων του και το σκάνδαλο που θα ξεσπούσε, κάπου μέσα του απολάμβανε το ρίγος που του δημιουργούσε η αδιάκοπη προοπτική μιας απειλητικής καταστροφής”.
    Ο Στάθης Λιβαθινός έχει συνεργαστεί ξανά με το ΚΘΒΕ, το 2009, όπου σκηνοθέτησε το έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ «Βασιλιάς Ληρ», σε μια εμπνευσμένη παράσταση που κέρδισε κοινό και κριτικούς και τιμήθηκε με το βραβείο Διεθνούς Ρεπερτορίου των Κριτικών Θεάτρου.
    Επίσης, το καλοκαίρι του 2016, με την παράσταση «Αντιγόνη» του Σοφοκλή που σκηνοθέτησε ο Στάθης Λιβαθινός, πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνεργασία του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος με το Εθνικό Θέατρο και τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου.
    Η παρούσα παράσταση κάνει πανελλήνια πρεμιέρα στο Κ.Θ.Β.Ε. […]

    26.03.2023, Λεμοντζής Παύλος «Εχθροί: Μια ερωτική ιστορία από το ΚΘΒΕ | Κριτική», cityportal.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Η Βιργινία Ταμπαροπούλου στην TV100

    Η Βιργινία Ταμπαροπούλου μιλάει στην τηλεοπτική εκπομπή “Τα καθέκαστα”, με την Χριστίνα Κανατάκη, στην TV100.

    24.03.2023

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ο Στάθης Λιβαθινός στον 9,58 FM

    Ο Στάθης Λιβαθινός μιλάει στην ραδιοφωνική εκπομπή “Ένας Άμλετ για το δρόμο”, με την Ελένη Κουρτίδου, στον 9,58 FM.

    24.03.2023

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Η Μάρα Τσικάρα στο FM100

    Η Μάρα Τσικάρα μιλάει στην ραδιοφωνική εκπομπή “Το νησί της Ναυσικάς”, με την Ναυσικά Γκράτσιου, στο FM100.

    24.03.2023

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ο Ορέστης Παλιαδέλης στην ΕΡΤ3

    Ο Ορέστης Παλιαδέλης μιλάει στην τηλεοπτική εκπομπή “Μέρα με χρώμα”, με την Έλσα Πομενίδου, στην ΕΡΤ3.

    23.03.2023

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ο Ορέστης Παλιαδέλης στον 102FM

    Ο Ορέστης Παλιαδέλης μιλάει στην ραδιοφωνική εκπομπή “Μικρός Μεγάλος Κόσμος”, με την Χρύσα Νάνου και την Φωτεινή Στεφανοπούλου, στον 102FM.

    18.03.2023

     

    Για το link πατήστε εδώ