Αγαμέμνων – Αισχύλος

2019

Κεντρική Σκηνή Εθνικού Θεάτρου Κίνας

Πρεμιέρα: 20 Φεβρουαρίου 2019.

 

Συμπαραγωγή του Εθνικού Θεάτρου της Ελλάδας και του Εθνικού Θεάτρου της Κίνας στα πλαίσια διακρατικής καλλιτεχνικής συνεργασίας των Υπουργείων Πολιτισμού των δύο χωρών.

 

Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός

Σκηνικά – Κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου

Κίνηση: Μαριάννα Καβαλλιεράτου

Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου

Διερμηνεία: Χριστίνα Φίλιππα

Κρουστά: Wang Xuanyu

Ηλεκτρική κιθάρα: Wang Zhenxing

Κινέζικο Λαούτο : Jiang Yuchi

Διανομή

Φύλακας: Tian Zheng

Κορυφαίος: Gao Fa

Χορός (Πολίτες του Άργους):

Zhang Bochuan, He Hongy, Song Xianli

Κλυταιμνήστρα: Στεφανία Γουλιώτη | Zhao Luokuang

Αγγελιοφόρος: Guo Beng

Αγαμέμνων: Du Zhenqing

Κήρυκας: Sun Jiao

Κασσάνδρα: Αντιγόνη Φρυδά | Liu Xingyang

Αίγισθος: Tian Zheng

  • Στεφανία Γουλιώτη: Στο Πεκίνο είχα σύμμαχο τη γλώσσα μου

    Η εκφραστική της δεινότητα έχει ένα σφρίγος που διαρκώς εξελίσσεται και την καθιστά καθολική και ενιαία. Η βραβευμένη Στεφανία Γουλιώτη είναι μια ηθοποιός που έχει ορίσει η ίδια τις πηγές του θριάμβου της. Πέφτει πάνω στην τέχνη της με ακρίβεια και ανοιχτό νου και η τέχνη της της αντιγυρίζει μια στιγμή κορυφής και ένα βάθος ορίζοντα.

    Τον περασμένο Δεκέμβριο βρέθηκε 14.000 χιλιόμετρα μακριά από την Αθήνα, στο Πεκίνο, για να ξεκινήσει τις πρόβες για το ανέβασμα του «Αγαμέμνονα» του Αισχύλου σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού, σε μια συνεργασία του Εθνικού Θεάτρου της Ελλάδας με τον αντίστοιχο θεσμό της Κίνας. Η πρεμιέρα έγινε στις 20 Φεβρουαρίου και οι παραστάσεις διήρκεσαν μέχρι και τις 2 Μαρτίου.

    Στην παράσταση υποδύθηκε την Κλυταιμνήστρα μιλώντας ελληνικά. Δυσκολίες σαφώς και υπήρξαν. Άφιξη σε μια πόλη με 21,54 εκατομμύρια ανθρώπους. Άλλη γλώσσα, άλλη θερμοκρασία, άλλη καθημερινότητα. «Δυσκολεύτηκα σε αυτό που περίμενα, στην επικοινωνία. Όχι τη λεκτική, την επικοινωνία της καθημερινότητας, αλλά στη σκηνική επικοινωνία. Και επειδή δεν ήθελα να καταφύγω στις εύκολες λύσεις, προσπαθούσα να καταλαβαίνω από τη διάθεση των συναδέλφων μου, από τον ρυθμό που είχαν πάνω στη σκηνή. Αυτά που βρήκα αξιοθαύμαστα σε αυτούς ήταν η επιμονή και η πίστη τους σε έναν παραδοσιακό τρόπο παιξίματος, που ίσως τους έκανε λίγο δυσκίνητους», αναφέρει η ηθοποιός στη «Νέα Σελίδα».

    Με παιδικό ενθουσιασμό

    Η Στεφανία εκεί συνάντησε τον Zhang Bochuan, τον He Hongy, τον Song Xianli, τον Tian Zheng, τον Gao Fa, τη Zhao Luokuang, τον Guο Beng, τον Du Zhenqing, τον Sun Jiao, τη Liu Xingyang, τον Tian Zheng, τον Wang Xuanyu, τον Wang Zhenxing και τον Jiang Yuchi. Τι είδε; Τι συμπέρανε; «Με ανησύχησε ότι δεν προβληματίζονται αρκετά. Είναι άνθρωποι που ζουν σε ένα άκαμπτο πολίτευμα και έχουν μάθει στην ασφάλεια. Όλα κυλούν απλά, με μια λογική που λέει ότι “αν δεν μου τύχει η μεγάλη αναποδιά, δεν έχω λόγο να προβληματιστώ”. Δηλαδή, είναι κάπως σίγουρα τα πράγματα, επαναπαυμένα. Από την άλλη όμως είναι και άνθρωποι διαθέσιμοι, γενναιόδωροι. Εμάς δεν μας ήξεραν, τον τρόπο που κάνουμε θέατρο τον αγνοούσαν. Εισέπραττα συνεχώς τον παιδικό τους ενθουσιασμό να μάθουν από εμάς. Η αντικαταστάτριά μου, η 55χρονη Zhao Luokuang (σ.σ.: έπαιξε στη μία από τις δέκα παραστάσεις που δόθηκαν), μου έλεγε κάθε φορά που συναντιόμασταν τη φράση “θέλω να μάθω από σένα”», σημειώνει.

    Η φωνή της είναι χαρακτηριστική. «Οι λέξεις της μητρικής μου γλώσσας χτυπούν κατευθείαν στον ψυχισμό μου», λέει χαρακτηριστικά. «Οταν βρίσκομαι στο εξωτερικό, πρέπει να επιστρατεύω τη φαντασία μου στη σκηνή. Στο Πεκίνο όμως είχα σύμμαχο τη γλώσσα μου», συνεχίζει. […]

    10.03.2019, Φωτοπούλου Χρύσα «Στεφανία Γουλιώτη: Στο Πεκίνο είχα σύμμαχο τη γλώσσα μου», Νέα Σελίδα

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Ο Αγαμέμνων μιλούσε κινεζικά

    Ημέρα 1η: Το θέατρο είναι σαν τον έρωτα

    «Φρόνιμη μάνα νύχτα γεννά καλή αυγή…» Η πρόβα είναι σε εξέλιξη. Στην αριστερή πλευρά της σκηνής υπάρχουν μεγάλοι πέτρινοι όγκοι. Και στη δεξιά, ένα σιδερένιο κρεβάτι. Στο βάθος, πίσω από τη διάφανη κουρτίνα, ένας θρόνος. Μέσα στο ατμοσφαιρικό και «δυσοίωνο» σκηνικό της Ελένης Μανωλοπούλου, η Στεφανία Γουλιώτη, Κλυταιμνήστρα, μαθαίνει ότι η Τροία έχει πέσει και ότι ο άντρας της, ο βασιλιάς Αγαμέμνων, από στιγμή σε στιγμή θα επιστρέψει στην πατρίδα. Στον Χορό των πολιτών του Άργους, που έρχονται στο παλάτι για να μάθουν για ποιον λόγο προσφέρονται παντού θυσίες, εκείνη διαλαλεί τη χαρά της: «Να ’ρθει και θα βρει πιστή γυναίκα, όπως την άφησε. Σαν σκύλα καλή στο κατώφλι».

    Δεν έχουν περάσει παρά λίγες ώρες που έχω πατήσει το πόδι μου στο Πεκίνο, και βρίσκομαι στο Εθνικό Θέατρο της Κίνας. Ωραίο κτίριο, εντυπωσιακή αίθουσα, υποδομές υψηλού επιπέδου. «Ωραίες κόντρες αυτές (σ.σ. αντιθέσεις), να τις κρατήσουμε», λέει ο Στάθης Λιβαθινός στον υπεύθυνο φωτισμών, Αλέκο Αναστασίου. O καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού μας Θεάτρου και σκηνοθέτης της παράστασης, κάτω από τη σκηνή, δίνει οδηγίες σε ηθοποιούς και τεχνικούς. Δίπλα του, η διερμηνέας Χριστίνα Φίλιππα τις μεταφέρει στους Κινέζους.

    Ο Αγαμέμνων, Nτου Τζενγκίνγκ, φτάνει στο παλάτι. Μαζί του, λάφυρο από την Τροία, έχει τη μάντισσα Κασσάνδρα, κόρη του Πριάμου – την υποδύεται η Αντιγόνη Φρυδά. Λίγο αργότερα, θα βρουν και οι δυο φρικτό θάνατο από τα χέρια της Κλυταιμνήστρας, η οποία εκδικείται έτσι για τον φόνο της κόρης της, Ιφιγένειας, που θυσιάστηκε στην Αυλίδα για να ξεκινήσουν με ούριο άνεμο τα πλοία της εκστρατείας, δέκα χρόνια πριν…

    Η πρόβα τελειώνει. Τον Στάθη Λιβαθινό πλησιάζει ο Τζοόου Ου Γιουέν, γενικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου της Κίνας, που παρακολουθούσε διακριτικά από τις πίσω σειρές. Είναι εντυπωσιασμένος. Συγχαίρει τον Έλληνα σκηνοθέτη και τους ηθοποιούς και τους εξομολογείται την ανυπομονησία του για την πρεμιέρα. Μετά την αποχώρησή του, ο θίασος συγκεντρώνεται για να ακούσει τις παρατηρήσεις του σκηνοθέτη. «Ντου, θα ήθελα να δείχνεις πιο ευάλωτος. Έπειτα από δέκα χρόνια στον πόλεμο, είσαι λίγο τραυματίας στην ψυχή. Μπεν, σήμερα ήσουν περισσότερο αργός από όσο πρέπει. Η Σεν Τζεν ήταν εξαιρετική. Γενικά, τα πήγατε όλοι καλά σήμερα. Όμως, η πρεμιέρα και οι παραστάσεις είναι μπροστά μας. Και η δουλειά μας είναι σαν τον έρωτα: κρίνεται από το φινάλε. Δεν έχει και τόση σημασία το καλό ξεκίνημα. Το ζητούμενο είναι να μη μείνουμε στα μισά του δρόμου…» Γέλια και χειροκροτήματα. Τα φώτα σβήνουν. Ώρα για ξεκούραση. Απολαμβάνω μια σούπα με κοτόπουλο, μανιτάρια και νουντλς ρυζιού σε ένα μαγειρείο στη γειτονιά του θεάτρου και επιστρέφω στο ξενοδοχείο. Χρειάζομαι ύπνο. Αν το τζετ λαγκ μού το επιτρέψει…

    Ημέρα 2η: Κου-λου-τε-μι-νι-σε-τέ-λα!

    Η πρόβα τζενεράλε θα αρχίσει στις 19.30. Προλαβαίνω να κάνω έναν περίπατο στην περιοχή, να δω ένα μικρό αλλά χαρακτηριστικό κομμάτι από το Πεκίνο των αντιθέσεων: από τη μια οι τεράστιοι ουρανοξύστες που θυμίζουν Μανχάταν και τα πολυτελή αυτοκίνητα κι από την άλλη τα χαμόσπιτα, οι φτωχικές λαϊκές πολυκατοικίες και τα σαραβαλιασμένα τρίκυκλα με τα οποία κυκλοφορούν οι ένοικοί τους. Η ατμόσφαιρα είναι θολή, ο ήλιος δεν φαίνεται, νομίζω ότι βλέπω φωτογραφία σέπια με αποχρώσεις ενός χρώματος, του καφέ. Ατμοσφαιρική ρύπανση, γαρ. «Και όμως, σήμερα ήταν μια σχετικά καλή μέρα, με μόλις 180 PM 2,5. Θυμάμαι μέρες με 900 ή και περισσότερα!» μου λέει ο υπεύθυνος του θεάτρου, Χάου Ρούο, το απόγευμα, λίγο πριν αρχίσει η πρόβα (PM 2,5 είναι τα αιωρούμενα σωματίδια με πολύ μικρή διάμετρο, που εισχωρούν στους πνεύμονες προκαλώντας σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα και εκατοντάδες χιλιάδες πρόωρους θανάτους ετησίως στην Κίνα…).

    Η τζενεράλε εξελίσσεται περίφημα, όλοι είναι ικανοποιημένοι. Τελειώνουμε στις 21.30. Κι επειδή αυτή την ώρα τα περισσότερα καταστήματα εστίασης έχουν ήδη κλείσει, αποφασίζουμε να πάμε για φαγητό στο εστιατόριο ενός μεγάλου ξενοδοχείου. Μετά το πρώτο ποτήρι κρασί, αρχίζουμε να χαλαρώνουμε. Για τις δύο Ελληνίδες ηθοποιούς, τη Στεφανία Γουλιώτη και την Αντιγόνη Φρυδά, που βρίσκονται στο Πεκίνο από τα μέσα Δεκεμβρίου, η εμπειρία να παίζουν στο Εθνικό Θέατρο της Κίνας μαζί με Κινέζους συναδέλφους τους είναι πολύτιμη και ανεπανάληπτη. «Έχουμε πάρει πολλά μαθήματα από τους Κινέζους: τι σημαίνει ρυθμός, ένταση, αλλά και απόλυτος έλεγχος πάνω στη σκηνή», μου λένε. Τους ζητώ να συλλαβίσουν πώς προφέρονται στα κινεζικά τα ονόματα των ηρωίδων που υποδύονται. «Η Κασσάνδρα είναι Κα-σα-ντε-λά», λέει γελώντας η Αντιγόνη. «Και η Κλυταιμνήστρα Κου-λου-τε-μι-νι-σε-τε-λα. Είναι πολύ δύσκολο να τα εκφέρουν, κατ’ αρχάς γιατί “ρο” δεν υπάρχει στη γλώσσα τους κι έπειτα γιατί οι περισσότερες λέξεις τους είναι μονοσύλλαβες ή δισύλλαβες, το πολύ τρισύλλαβες», συνεχίζει η Στεφανία.

    Το φαγητό μας φτάνει στο τραπέζι, την ώρα που η χορογράφος Mαριάννα Καβαλλιεράτου μού μιλάει για την προσπάθεια που κατέβαλε ώστε να κάνει τους Κινέζους ηθοποιούς –μαθημένους σε έναν πολύ συγκεκριμένο και αυστηρό τρόπο έκφρασης– να δουλέψουν με τον δικό της τρόπο. «Κλαμπ σάντουιτς με καρπούζι και πεπόνι;» απορεί η Στεφανία βλέποντας το πιάτο της και βάζουμε όλοι τα γέλια.

    Γιατί «Αγαμέμνων»; ρωτώ τον Στάθη Λιβαθινό. «Είναι ένα έργο που ανέκαθεν αγαπούσα και θεώρησα ότι θα είναι μια καλή αρχή για να γνωρίσουν οι Κινέζοι την αρχαία ελληνική τραγωδία μέσα από αυτό το κείμενο, που θίγει θέματα διαχρονικά, όπως η εξουσία, η δικαιοσύνη, η θέση της γυναίκας, ο φόβος. Βέβαια, οι υπερβάσεις που έπρεπε να γίνουν ήταν πολλές. Είχαμε να κάνουμε με έναν διαφορετικό πολιτισμό, με μια διαφορετική γλώσσα –ακόμα και τα σώματα των ανθρώπων εδώ “μιλούν” με άλλο τρόπο–, με το γεγονός ότι οι άνθρωποι εδώ έχουν μεν τη διάθεση να πλησιάσουν το δυτικό θέατρο, αλλά τα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση είναι μικρά και γίνονται πολύ αργά. Επιπλέον, επειδή δουλεύουν με τους κώδικες κυρίως της κινεζικής όπερας, η ελευθερία του ηθοποιού είναι περιορισμένη. Είναι εκτελεστής μιας παρτιτούρας· πολύ μακριά από τον ηθοποιό-δημιουργό, το είδος της συνεργασίας δηλαδή που επιδιώκω εγώ. Ειδικά οι μεγαλύτεροι σε ηλικία είναι ακόμη πιο δύσκαμπτοι, πιο απαγγελτικοί και στομφώδεις, δεν υποχωρούν ούτε κατά ένα εκατοστό από αυτό που έχουν μάθει και θεωρούν σωστό. Πρέπει να σε πιστέψουν για να σε εμπιστευθούν. Και είμαι χαρούμενος που αυτό το καταφέραμε…»

    Η μικρή Ελλάδα και η τεράστια Κίνα σε ένα στενό θεατρικό αγκάλιασμα. Δεν είναι καθόλου μικρό επίτευγμα. Φοβήθηκε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου το ρίσκο; «Κάθε παράσταση είναι ένα αίνιγμα, πόσω μάλλον αυτή», παραδέχεται ο Στάθης Λιβαθινός. «Από αύριο, όμως, που θα παίζουμε μπροστά στο κοινό, το αίνιγμα θα αρχίσει να ξεδιαλύνεται. Αυτό που έχω πει σε όλους είναι ότι έχουμε κοινό στόχο: μετά το τέλος των παραστάσεων να είμαστε όλοι καλύτεροι. Και εκείνοι ως ηθοποιοί, και εγώ ως σκηνοθέτης.

    3η μέρα: «China, σιε σιε»

    Διασχίζοντας τις αχανείς λεωφόρους του Πεκίνου, φτάνω στην πρεσβεία μας στο Πεκίνο. Ο Έλληνας πρέσβης, Λεωνίδας Ροκανάς, και οι συνεργάτες του Ελένη Μουτσάκη και Ευθύμιος Αθανασιάδης με υποδέχονται με ανυπόκριτη εγκαρδιότητα. Πίνουμε καφέ στο μεγάλο σαλόνι, που «βλέπει» στον κήπο. «Οι δεσμοί ανάμεσα στους δύο λαούς είναι δυνατοί. Οι Κινέζοι από μικρά παιδιά μαθαίνουν στο σχολείο ότι η Ελλάδα είναι το λίκνο του δυτικού πολιτισμού», μου εξηγεί ο κ. Ροκανάς. Στην παρέα μας προστίθεται η θεατρολόγος και μεταφράστρια Τόνια Λούο, τρίτη γενιά μιας οικογένειας φιλελλήνων. Ο παππούς της ήρθε στην Ελλάδα το 1934, σπούδασε Κλασική Φιλολογία και, επιστρέφοντας στην πατρίδα του, αφιέρωσε όλη του τη ζωή στη μετάφραση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Ο πατέρας της είναι σκηνοθέτης και έχει ανεβάσει από «Οιδίποδα τύραννο» του Σοφοκλή μέχρι την «Αυλή των θαυμάτων» του Ιάκωβου Καμπανέλλη! Η Τόνια έκανε την κινεζική μετάφραση για το ανέβασμα του «Αγαμέμνονα», προσπαθώντας να χρησιμοποιήσει πιο σύγχρονη γλώσσα, ώστε να απευθυνθεί σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κοινό.

    Το κοινό παρατηρώ κι εγώ το ίδιο βράδυ, στο κατάμεστο θέατρο. Και βλέπω ανθρώπους κάθε ηλικίας, ακόμα και οικογένειες με παιδιά. «Είστε Ελληνίδα; Πόσο χαίρομαι! Το καλοκαίρι ήμουν στη Σαντορίνη», μου λέει η Γινγκ Λι και με παρακαλεί να τη φωτογραφίσω μαζί με την παρέα της μπροστά στην αφίσα του «Αγαμέμνονα». Σχεδόν δύο ώρες μετά, όλοι οι ηθοποιοί και οι συντελεστές της παράστασης υποκλίνονται μπροστά στους θεατές, που χειροκροτούν ενθουσιασμένοι. Κι όταν ο Στάθης Λιβαθινός λέει «China, σιε σιε!» (Ευχαριστώ, Κίνα), το χειροκρότημα δυναμώνει ακόμα περισσότερο. Είχε δίκιο ο Έλληνας σκηνοθέτης: το αίνιγμα έχει αρχίσει να ξεδιαλύνεται. Το «πείραμα» πέτυχε. Ο «Αγαμέμνων» έχει πια εγγραφεί στην ιστορία του μεγαλύτερου θεατρικού οργανισμού της χώρας μας.

    04.03.2019, Επτακοίλη Τασούλα «Ο Αγαμέμνων μιλούσε κινεζικά», Η Καθημερινή

     

    Για το link πατήστε εδώ

  • Η Στεφανία Γουλιώτη μάς μιλά από το Πεκίνο (μέσω του κινεζικού WeChat)

    H ηθοποιός βρίσκεται εκεί για το ανέβασμα του αισχύλειου «Αγαμέμνονα», σε μια συνεργασία του δικού μας Εθνικού Θεάτρου με τον αντίστοιχο θεσμό της Κίνας.

    Δεν είναι καθόλου εύκολο να επικοινωνήσεις με κάποιον που βρίσκεται στην Κίνα. Όπως είναι γνωστό, όλα τα γνωστά και εντελώς κεκτημένα στην καθημερινότητά μας social media εκεί υπόκεινται σε κρατικό έλεγχο. Messenger, What’s App, Skype, FaceTime είναι συχνά κλειδωμένα, οι «Δυτικοί» επισκέπτες καταφεύγουν σε συνδέσεις VPN για να χρησιμοποιούν ξένους servers και η Στεφανία Γουλιώτη με προειδοποίησε εξαρχής, από το πρώτο μας μήνυμα, ότι ίσως να δυσκολευτούμε.

    Τελικά, χρειάστηκε να εγκαταστήσω το κινεζικό WeChat, ένα από τα πιο δημοφιλή εγχώρια μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για να καταφέρω να τη βρω, το απόγευμα της προηγούμενης Πέμπτης – βράδυ για εκείνην, μετά από άλλη μια κουραστική μέρα πολύωρων προβών.

    Η Στεφανία βρίσκεται στο Πεκίνο από τα μέσα Δεκεμβρίου και προετοιμάζεται για το ανέβασμα του Αγαμέμνονα του Αισχύλου σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού, μια συνεργασία του δικού μας Εθνικού Θεάτρου με τον αντίστοιχο κινεζικό θεσμό, στο πλαίσιο των πολιτιστικών ανταλλαγών Ελλάδας-Κίνας.

    Στην παράσταση υποδύεται την Κλυταιμνήστρα, ενώ ακόμα μια Ελληνίδα ηθοποιός, η Αντιγόνη Φρυδά, κρατά τον ρόλο της Κασσάνδρας. Έλληνες είναι, επίσης, η χορογράφος Μαριάννα Καβαλλιεράτου, η σκηνογράφος Ελένη Μανωλοπούλου και ο φωτιστής Αλέκος Γιάνναρος.

    Όλοι οι ανδρικοί ρόλοι έχουν ανατεθεί σε Κινέζους ηθοποιούς. Το έργο θα παρουσιαστεί στα κινεζικά, με τα κομμάτια των γυναικών στα ελληνικά, ένα πείραμα που δοκιμάστηκε πριν από λίγο καιρό και στην Αθήνα με την παρουσίαση του έργου Ο ορφανός Τζάο στο Εθνικό. Θα παιχτεί από τα μέσα Φεβρουαρίου μέχρι τις αρχές Μαρτίου και μετά την επιστροφή της ελληνικής ομάδας στην Αθήνα θα συνεχιστεί με Κινέζες αντικαταστάτριες.

    «Η καθημερινότητα εδώ είναι αρκετά περίεργη, από πολύ βασικά πράγματα, όπως, ας πούμε, το τι θα φας, μέχρι τα ωράρια» ξεκινά να μου περιγράφει η Στεφανία.

    «Ακόμα και στο περπάτημα, για να πάω καθημερινά από το ξενοδοχείο μέχρι το θέατρο, έχω πολλή ζωή κινεζική να αντιμετωπίσω. Μικρές εκπλήξεις, από τον καιρό που δεν σε αφήνει να βγεις έξω χωρίς να έχεις πολλές στρώσεις ρούχα –γιατί εδώ είμαστε συχνά στους μείον δέκα– μέχρι το νέφος, που πρέπει να ξυπνήσεις το πρωί και να δεις αν θα βγεις με μάσκα ή όχι.

    Αυτές οι διαρκείς εκπλήξεις με συντροφεύουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας και μου συμβαίνουν ιδίως στην επικοινωνία με τους ανθρώπους».

    Ο Αγαμέμνων στην ουσία αποτελεί συνέχεια της μελέτης της Γουλιώτη πάνω στην αισχύλεια τριλογία, ένα νέο τεράστιο στοίχημα που θα μπορούσαμε να πούμε ότι τοποθετείται στην αντίπερα όχθη σε σχέση με τις «Ευμενίδες» που παρουσίασε το καλοκαίρι, στις 6 το πρωί, στο Αρχαίο Στάδιο της Επιδαύρου.

    Εκεί ήταν ολομόναχη, σκηνοθετούσε τον εαυτό της και είχε να αναμετρηθεί με τη δύσκολη και άβολη συνθήκη της ώρας και της διασκευής του έργου σε μονόλογο.

    Τώρα καθοδηγείται από τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού, αλλά πλαισιώνεται από συναδέλφους συνηθισμένους σε άλλη μέθοδο και τεχνική, με τους οποίους μετά βίας συνεννοείται λεκτικά, ευρισκόμενη χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τον δυτικό πολιτισμό και φέρουσα το βάρος τού να παρουσιάσει την επιτομή της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς σε ένα κοινό με εξίσου ισχυρή, αλλά τελείως διαφορετική κουλτούρα.

    «Για μένα είναι περίεργο που έκανα μια τραγωδία το καλοκαίρι και τον χειμώνα συναλλάσσομαι πάλι με τραγωδία. Είναι σαν να βλέπω το ίδιο όνειρο σε συνέχειες. Την Ιφιγένεια την έχω κλάψει από πολλές πλευρές. Ως Ηλέκτρα, ως Κλυταιμνήστρα, σαν να περιστρέφονται όλοι οι συνειρμοί μου γύρω από το ίδιο θέμα.

    Βέβαια, αυτό έχει τρομερό ενδιαφέρον, ειδικά αν το βλέπεις να συμβαίνει εδώ, σε συνθήκες εντελώς απρόβλεπτες».

    Το έργο, φυσικά, δεν επιλέχθηκε τυχαία από τον Στάθη Λιβαθινό. Αποτελεί ένα χαρακτηριστικό έργο της θεατρικής μας παράδοσης, όπως σημειώνει η Στεφανία. «Έπρεπε να είναι Αισχύλος, γιατί είναι ο αρχαιότερος, ο πιο χαρακτηριστικός της τραγωδίας, γιατί όσο πάμε προς Σοφοκλή και Ευριπίδη αρχίζουν και λειαίνουν οι γωνίες της.

    Πιστεύω ότι ο Στάθης διάλεξε το συγκεκριμένο, έτσι όπως τον βλέπω να το σκηνοθετεί, γιατί είναι πολύ σημαντικό το κομμάτι της εικόνας του ηγέτη. Δεν ξέρω τι συνειρμούς έχει κάνει με τον Μάο και τη γενικότερη συνθήκη της Κίνας, αλλά κάπως έτσι πρέπει να συντονίστηκε».

    Θα είναι πιο εύληπτο το έργο στο κοινό μέσω αυτής της σύνδεσης; «Όχι απαραίτητα, ίσως θα του είναι πιο εύκολο να κάνει εικόνες, να δει μια αντιστοιχία με κάτι, να δει τι παθαίνει ένας ηγέτης, τη στιγμή που η ιστορία της Κίνας έχει χαρακτηριστεί τόσο πολύ από αυτό τον ηγέτη, με τα χιλιάδες κακά και ανάποδά του. Για μένα, πάντως, το ίδιο το έργο δεν παύει να είναι κάτι το ανεξάντλητο».

    Η Στεφανία θεωρεί όντως πως είναι τεράστια η ευθύνη της διαχείρισης της Κλυταιμνήστρας, της οποίας «η γυναικεία φύση όλη είναι μαζεμένη μέσα της», νιώθει πως καλείται να αντιπροσωπεύσει τις γυναίκες όλου του κόσμου, σε όποια φάση κι αν βρίσκονται.

    «Ό,τι λογική εξήγηση και να δίνεις στη συμπεριφορά της, θα πέσεις σε τοίχο, οπότε μου αρέσει πολύ που κινούμαι μέσα σε άγνωστες περιοχές ιδιοσυγκρασιών».

    Πού εντοπίζει, όμως, τις βασικότερες διαφορές στη δική της θεατρική παιδεία σε σχέση με αυτή των Κινέζων συναδέλφων της και πώς καταφέρνει να συνεργαστεί μαζί τους; «Προσπαθούμε να βρούμε διάφορους κώδικες επικοινωνίας που να μην είναι απλοί» θα μου πει. «Να καταλαβαίνουμε τον άλλο ψυχικά και όχι να κάνουμε νοήματα για το πότε τελείωσες και το πότε αρχίζω. Ρυθμικούς τρόπους, δηλαδή.

    Ο ρυθμός είναι κάτι πολύ κοινό και προσπαθούμε να βρούμε αυτό που θα μας παρασύρει όλους. Βασική δυσκολία και για τις δύο πλευρές και μεγάλο μειονέκτημα και για τους Έλληνες και για τους Κινέζους ηθοποιούς –κάποιος άλλος θα μπορούσε να το φορτώσει με ωραία λόγια, εγώ βλέπω την αρνητική του πλευρά– είναι ότι είμαστε φορτωμένοι με το βάρος της παράδοσης.

    Προσπαθούμε να αποτινάξουμε πάρα πολύ εγγεγραμμένο DNA από πάνω μας, ένα DNA που απαιτεί να κάνεις τα πράγματα κάπως και να μην είσαι “προσωπικός”, τελικά. Νομίζω ότι αυτό μας ενώνει και δεν μπορούμε να απεγκλωβιστούμε.

    Όταν έχεις να κάνεις κάτι τόσο αρχετυπικό με ανθρώπους που δεν μιλούν τη γλώσσα σου και είσαι σε ένα πρότζεκτ όπου πρέπει να αντιπροσωπεύσεις μια χώρα, και αντίστοιχα εκείνοι να μπουν στον κόσμο μιας άλλης χώρας, και οι δύο πλευρές καταφεύγουν σε αυτό που είναι πιο κοντά στην παράδοση – λέω «παράδοση» εννοώντας την προσκόλληση στο παρελθόν, σε αυτά που μας είναι γνωστά απλώς και μόνο επειδή είμαι Ελληνίδα ή επειδή είναι Κινέζος.

    Είναι εγκλωβιστικό, μας κάνει κάπως στείρους, αλλά, από την άλλη, είναι συγκινητικό το ότι χρειαζόμαστε αυτό το σημείο αναφοράς για να λειτουργήσουμε».

    Το θέατρο όπου θα ανέβει ο Αγαμέμνων είναι μια σύγχρονη σκηνή, ένα από τα πολλά εθνικά θέατρα της τεράστιας πόλης.

    Δουλεύουν οκτάωρο, τρώνε όλοι μαζί το μεσημέρι, προσπαθώντας να μιλήσουν, αφήνοντας τη μεταφράστρια να κάνει κι εκείνη το διάλειμμά της, «με φτωχά αγγλικά και πολλή κινησιολογία».

    Την ώρα που η Στεφανία μου περιγράφει τις συνθήκες δουλειάς τους, η συνομιλία μας διακόπτεται και το WeChat δεν επανέρχεται παρά ένα δεκάλεπτο αργότερα. «Είναι όλοι τρομερά διαθέσιμοι, ευχάριστοι και ευγνώμονες γι’ αυτό που συμβαίνει» συνεχίζει. «Πέρα από το αν θα βγει καλή η παράσταση, αντιλαμβάνονται πόσο σημαντική και σπάνια είναι αυτή η σύμπραξη και καταλαβαίνουν την αξία του εγχειρήματος.

    Και ο Στάθης έχει τερατώδη υπομονή σε πράγματα διαδικαστικά, που είναι πολύ δύσκολα. Τα διευθετεί όλα, ας πούμε το γεγονός ότι κάποιοι ηθοποιοί έπρεπε να αποχωρήσουν λόγω των συμβολαίων τους. Αυτό που θα προκύψει είναι το αποτέλεσμα της συνομιλίας του Στάθη με τις συνθήκες εδώ, δεν είναι μόνο η σκέψη του πίσω από τα πράγματα».

    Την ώρα που μιλάμε, στη Βουλή συνεδριάζουν λίγο πριν από την ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Τη ρωτώ αν έχει επαφή με τα καθ’ ημάς όσο καιρό βρίσκεται εκτός. «Το μεγάλο μου πρόβλημα σε όλο αυτό είναι η ενημέρωση, που τη θεωρώ τρομερά ελλιπή. Μου έστειλαν να υπογράψω ένα κείμενο που δεν είχε επιχειρήματα ως προς το γιατί μπορεί να είναι καλή ή όχι καλή αυτή η συμφωνία. Θα μου πεις, γιατί δεν το ψάχνεις; Πρέπει να επιβιώσω κιόλας, έχω να μελετήσω για τη δουλειά μου, όχι για τη συμφωνία.

    Θα ήθελα πιο άμεση και πιο εύκολη πρόσβαση στην πραγματική πληροφόρηση. Έχουμε πρόσβαση σε πολλή και άχρηστη πληροφορία, αλλά όχι στο τι πραγματικά είναι αυτή η συμφωνία.

    Με θλίβει που ό,τι θέση και να πάρεις απέναντι σε οποιοδήποτε τέτοιο γεγονός αμέσως κομματικοποιείται. Δεν είμαι καθόλου έτσι. Δεν μου αρέσουν ούτε οι μεν ούτε οι δε. Κάποια πράγματα που κάνουν οι μεν μου αρέσουν, όπως και κάποια που κάνουν οι δε.

    Δεν μπορώ να πάρω θέση πολιτική, δυστυχώς όλα μεταφράζονται έτσι και βρίσκεσαι σταμπαρισμένος. Οπότε προτιμώ να μένω σιωπηλή μέχρι να μπορώ να εκφράσω μια γνώμη και να νιώθω ασφαλής».

    Στην περίπτωση της Γουλιώτη, που για όσα πιστεύει αρθρώνει πάντα σαφή λόγο, είναι πρόσφατες οι αντιδράσεις μέρους της LGBT κοινότητας για τις δηλώσεις της σχετικά με το Athens Pride.

    Ενώ η ηθοποιός παλιότερα είχε συμμετάσχει ενεργά σε αυτό, το καλοκαίρι δήλωσε πως δεν συμφωνεί με τον τρόπο που γίνεται και η συζήτηση που ακολούθησε ήταν μεγάλη. Της θυμίζω το γεγονός και μου απαντά πως «κάνουμε πολιτική στην προσωπική μας ζωή και όχι με την προσωπική μας ζωή.

    Δεν θεωρώ ότι μπορώ να κάνω πολιτική με τις προσωπικές μου απόψεις, διαφημίζοντάς τες, αλλά μπορώ να κάνω πολιτική στον χώρο της προσωπικής μου ζωής, στους ανθρώπους που την περιβάλλουν.

    Η στάση μου απέναντι σε κάποια πράγματα, ο τρόπος που ζω, επηρεάζει έναν κύκλο ανθρώπων μέχρι εκεί που ξέρω ότι δεν θα παρερμηνευτούν τα πράγματα. Από κει και πέρα, αρχίζει ένας κυκεώνας σπασμένου τηλεφώνου και κακής ενημέρωσης, ακόμα και από τον δικό σας κλάδο, οπότε δεν με αφορά ό,τι γίνεται παρακάτω. Η δουλειά μου δεν μπορεί να παρερμηνευτεί, αλλά μέσα στο σπίτι μου και μες στον εγκέφαλό μου δεν θα μπει κανένας. Σαφώς και είμαι ένα πολιτικό ον, αλλά δεν θέλω να μπω καθόλου σε αυτήν τη ζούγκλα.

    Είμαστε συναισθηματικά ανώριμοι και όπου βρούμε πάτημα να θυμώσουμε με κάτι θα το κάνουμε. Αυτό με κάνει να κλείνομαι στο καβούκι μου, ενώ έχω απίστευτες προτάσεις για να συμμετάσχω στον πολιτικό βίο και στα κοινά. Δεν μου αρέσει η αισθητική αυτού του πράγματος. Αν διάβαζε κάποιος ολόκληρη εκείνη τη συνέντευξη, θα καταλάβαινε ότι δεν γίνεται εγώ να λέω “παιδιά, μην κάνετε Pride”».

    Καταλήγει πως είναι ξεκούραστη η αποστασιοποίηση από τα ελληνικά δρώμενα, το να κάνεις μόνο ένα πράγμα και να μη βάλεσαι από τις ειδήσεις. «Αυτή η απόσταση λειτουργεί θεραπευτικά, αφού νιώθω ότι εξελίσσομαι».

    Μετά την επιστροφή της στην Αθήνα, για το υπόλοιπο της σεζόν η Στεφανία δεν θα δουλέψει, ωστόσο ετοιμάζει ήδη κάτι, μη ανακοινώσιμο ακόμα, για την επόμενη, μαζί με τη Μαρία Πρωτόπαππα, τη Λουκία Μιχαλοπούλου και τον Αργύρη Ξάφη.

    Της ζητώ να κλείσουμε με ένα ευτράπελο και μου περιγράφει, γελώντας, την πιο απίστευτη εικόνα: «Οι Κινέζοι φτύνουν πάρα πολύ στον δρόμο. Ό,τι έχεις ακούσει ισχύει στο διπλάσιο. Είναι γεμάτος ο δρόμος με φτυσίματα. Όμως το πιο εντυπωσιακό είναι ότι, επειδή κάνει πολύ κρύο, γίνονται πάγος. Το βλέπω καθημερινά στον δρόμο για το θέατρο. Το πιστεύεις ότι συμβαίνει αυτή η αηδία;».

    30.01.2019, Διακοσάββας Αλέξανδρος «Η Στεφανία Γουλιώτη μάς μιλά από το Πεκίνο (μέσω του κινεζικού WeChat)», lifo.gr

     

    Για το link πατήστε εδώ