Αυτοί που δεν θυμούνται το παρελθόν τους είναι καταδικασμένοι να το επαναλάβουν.
Τζ. Σανταγιαννα
Ξέρω αρκετούς που αγάπησαν παράφορα και ανεπανόρθωτα αυτή την καταραμένη χώρα, είτε γιατί σπούδασαν είτε γιατί έζησαν πολύ καιρό μακριά της.
Η απόσταση τους έκανε όλα να τα δουν πιο καθαρά, πάθη και λάθη, ελλείψεις και προτερήματα, έκαναν μοιραία και συγκρίσεις… Γνώρισαν καλύτερα ποιοι είναι και πού ανήκουν. Και τώρα, πάσχουν από μια ανεξήγητη και ουτοπική ανάγκη να προσφέρουν σώνει και καλά στη χώρα αυτή ό,τι καλύτερο μπορούν ή ό,τι τέλος πάντων έχουν. Ανήκω αμετανόητα σ’ αυτούς.
Πάνω στον αφρό των θεατρικών μας ημερών, τα τελευταία χρόνια βλέπει κανείς μια ένταση, μια δημιουργική κινητικότητα, από κάτω όμως καιροφυλακτεί μια βουβή και αδυσώπητη εξίσωση: το θεατρικό μέλλον αυτής της χώρας θα παιχτεί εκεί που παίζεται και το πολιτικό της μέλλον. Στην παιδεία.
Παρά την τεράστια κρίση και τις ανυπέρβλητες οικονομικές δυσκολίες, «ο Ελλην θεατής» παραμένει στο ύψος των περιστάσεων. Εξακολουθεί να πηγαίνει στο θέατρο. Επειδή το Θέατρο δεν είναι μόνο θέαμα. Ούτε ήταν ποτέ. Είναι πάνω απ’ όλα – εθνικό προϊόν. Είναι δημόσιο σχολείο γλώσσας, μνήμης και ζωντανών συναισθημάτων. Μια εθνική ταυτότητα εν εξελίξει. Και εν δράσει. Εκεί οι ποιητές, μεταξύ αυτών και οι δικοί μας κλασικοί, δοκιμάζονται στο σήμερα και μας ρωτούν τις μεγάλες ερωτήσεις, μήπως βρούμε απάντηση και επιβιώσουμε σ’ έναν κενό και χρεοκοπημένο κόσμο.
Θέατρο – είναι η τέχνη του ηθοποιού, έλεγε ο Ετιέν Ντεκρού. Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι μέσα στον 20ό -απολύτως σκηνοθετικό- αιώνα, η τέχνη του ηθοποιού δεν γνώρισε τεράστιες αλλαγές. Είχαν μεσολαβήσει βέβαια οι τιτάνες του παγκόσμιου θεάτρου Μέγιερχολντ, Βαχτάνγκοφ και Ταΐροφ, που έβαλαν τις βάσεις για ένα νέο θέατρο καθορίζοντας μια για πάντα τον Επαγγελματισμό, σαν το ύψιστο προσόν ενός ηθοποιού-δημιουργού. Πατέρας τους, ο μέγας μεταρρυθμιστής του θεάτρου Κ. Στανισλάβσκι, που είδε, για πρώτη φορά στην ιστορία, το θέατρο σαν πεδίο πειραματισμού, συλλογικής δημιουργίας αλλά και παρέμβασης στην κοινωνία της εκάστοτε εποχής.
Η ψυχική και σωματική τεχνική του ηθοποιού άρχισε να εξελίσσεται ραγδαία, να αποκτά τους κώδικές της, να καθορίζει τις απαιτήσεις της. Η παιδαγωγική του θεάτρου άρχισε να γίνεται επιστήμη. Ενα νέο θεατρικό σύμπαν γεννήθηκε μαζί με μια καινούργια ιδεολογία: το «κάν’ το όπως το κάνω» έγινε «κάν’ το καλύτερα από μένα».
Καινοτομίες
Πάντα με κριτήριο την πράξη και την έμπνευση, άρχισε η μετάδοση από θεατρικό πατέρα σε γιο μιας πολύτιμης εμπειρίας, ένας διάλογος ταλαντούχων ανθρώπων και προσωπικοτήτων. Έτσι, μια σειρά από καινοτομίες και επιστημονικές ανακαλύψεις έβαλαν τη θεατρική δημιουργία σε καινούργιες περιοχές, ανακαλύπτοντας νέους συγγραφείς, δημιουργώντας αληθινή συγκίνηση και ζωντανά συναισθήματα επί σκηνής. Το θέατρο του 21ου αιώνα είχε ήδη ξεκινήσει στην Ευρώπη, ανατολική πρώτα και δυτική μετά, απ’ τις αρχές του 20ού.
Ο Στανισλάβσκι στα νιάτα του έπαιρνε μαθήματα από έναν σπουδαίο Γερμανό δάσκαλο που θαύμαζε και εκτιμούσε πολύ. Όταν αυτός είδε τους Ρώσους ηθοποιούς να παίζουν, στα τέλη του 19ου αιώνα, είπε μια φράση που ο μετέπειτα ιδρυτής του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας κατέγραψε στο σημειωματάριό του: «Αυτοί οι νέοι έχουν τρομερό ταλέντο, αλλά δεν έχουν καθόλου σχολή». Θα μπορούσε βέβαια να το πει και σήμερα για πολλούς δικούς μας καλλιτέχνες. Γιατί είναι απολύτως φανερό ότι είμαστε μια χώρα ταλαντούχων νέων ηθοποιών και σκηνοθετών, και όχι μόνο, που θα είχαν κι έχουν πάρα πολλά να προσφέρουν στην πνευματική ζωή του τόπου μας. Κάθε όμως τέχνη έχει την τεχνική της. Οι μουσικοί το δοξάρι τους και τις οκτάβες. Οι γλύπτες την ύλη. Οι αρχιτέκτονες τη γραμμή. Οι ζωγράφοι το χρώμα. Ο ηθοποιός όμως είναι ο ίδιος το υλικό και ο σκηνοθέτης πρέπει να γνωρίζει ή να εφευρίσκει κλειδιά για να ξεκλειδώσει αυτό το υπέροχο κλειδωμένο πιάνο που λέγεται ανθρώπινη ψυχή.
Οι πιο προηγμένες θεατρικά χώρες, που κατά καιρούς μας εξάγουν κάποια από τα θεατρικά προϊόντα τους (και γιατί όχι και κάποια από τα υποπροϊόντα τους, για να ’μαστε δίκαιοι) έχουν από χρόνια συμφωνήσει, άτυπα και προς όφελος πάντα των όποιων ταλαντούχων πολιτών τους, πως η πρόσβαση στη θεατρική παιδεία θα είναι δυνατή μόνο για όσους έχουν ορίζοντα ή και μέλλον στο θεατρικό επάγγελμα, πως η σπουδή θα είναι το λιγότερο τετραετής και οπωσδήποτε Ανώτατη. Στη Σουηδία μόνο, αποφοιτούν κάθε χρόνο 12 ηθοποιοί. Είναι κοινό μυστικό ότι στην Ελλάδα, η θεατρική παιδεία είναι σε έναν μεγάλο βαθμό στα χέρια ιδιωτικών σχολών, κάτι που καθιστά απολύτως αφύλαχτη και εύκολη την πρόσβαση στο θεατρικό επάγγελμα με παραπάνω από 500 άνεργους νέους «ηθοποιούς» κάθε χρόνο, που πλήρωσαν πολύ ακριβά σε ευρώ αυτό τους το δικαίωμα στην ανεργία. Ελεύθερη οικονομία θα πεις, πόσο μάλλον που κι εκεί κάποιοι, λίγοι, διδάσκουν με φιλότιμο και πάθος. Αυτό όμως δεν μπορεί να είναι η απάντηση στο αίτημα των καιρών, για μια Ανώτατη Κρατική Σχολή Υποκριτικής και Σκηνοθεσίας, αλλά και όλων των ειδικοτήτων που χρειάζεται το θέατρό μας του 21ου αιώνα.
Μεγάλες αλλαγές
Η νεότερη γενιά του θεάτρου πρέπει και μπορεί να αλλάξει πολλά. Αλλά για να το καταφέρει αυτό χρειάζεται εργαλεία.
Στην Ελλάδα, κατά την ταπεινή μου και υποκειμενική πάντα γνώμη, όποιος κρίκος σύνδεσης με το παρελθόν έχει σπάσει. Καμιά παράδοση θεατρική που δημιουργήθηκε στον τόπο μας, δεν κατάφερε να επιβιώσει ακέραιη έως σήμερα. Είναι λοιπόν η κατάλληλη στιγμή για να ξεκινήσει ένας διάλογος. Εκπαιδεύοντας αυτούς που διδάσκουν και αυτούς που θα διδαχτούν, ας δημιουργηθεί μια καινούργια παράδοση συνδεδεμένη με τα σημαντικότερα σύγχρονα ευρωπαϊκά θεατρικά ρεύματα, αλλά και τις αρχές της Σκηνοθεσίας και της Υποκριτικής όπως θεμελιώθηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα.
Όπως έλεγε και ο Πικάσο, «μάθε πρώτα σχέδιο και μετά κάνε ό,τι θες. Όλοι θα σε σέβονται».
Ας μου συγχωρεθεί ο τόνος. Γράφω σαν να μην υπάρχει αύριο. Αλλά χωρίς παιδεία θα υπάρχει;
* Ο κ. Στάθης Λιβαθινός είναι σκηνοθέτης.
Λιβαθινός Στάθης, «Στάθης Λιβαθινός: Χωρίς παιδεία η Ελλάδα δεν έχει μέλλον», Η Καθημερινή, 10.08.2014.
Για το link πατήστε εδώ