Άκουσα κάποτε να λένε για ένα παλιό καλό νούμερο του τσίρκου.
Το εκτελούν δύο κλόουν. Ο ένας σκυμμένος στα τέσσερα δίπλα σ’ ένα φανοστάτη, κάτι ψάχνει. Ο άλλος τον πλησιάζει απορημένος: «Έχασες τίποτα;», ρωτάει… «ναι, το κλειδί μου», απαντάει ο πρώτος. «Εδώ το έχασες;» ξαναρωτάει… «Όχι». «Τότε γιατί το ψάχνεις εδώ;» Και ο σκυμμένος απαντάει: «γιατί εδώ υπάρχει φως».
Όλοι εμείς που ψάχνουμε το κλειδί για το θέατρο του 21ου αιώνα, μοιραζόμαστε την ίδια αγωνία, την ίδια ανάγκη για καινούργιες ερωτήσεις, καινούργιες απαντήσεις, καινούργια θέματα, καινούργιους τρόπους, κάτι τέλος πάντων που να μην μας καθησυχάζει αλλά να μας κάνει καλύτερους, ικανούς για καινούργια λάθη. Γιατί δεν μπορεί…τόσες κοσμοϊστορικές αλλαγές συμβαίνουν γύρω μας, το θέατρο θα ανανεώσει τα μέσα του, θα δοκιμάσει νέες φόρμες και θα καταφέρει επιτέλους το ακατόρθωτο: θ’ αλλάξει -λέει- τους ανθρώπους, και θα τους κάνει καλύτερους.
Ο 20ος αιώνας έβαλε στο παιχνίδι καινούργιους κανόνες. Έφερε στο προσκήνιο το καινούργιο πρόσωπο που θα γινόταν μεταρρυθμιστής, επαναστάτης, απόλυτος εξουσιαστής, και θα λεγόταν σκηνοθέτης. Ένα πρόσωπο μυστήριο, κρυμμένο στο σκοτάδι, επιφορτισμένο με το ρόλο του πρώτου θεατή, του καθοδηγητή, του ερευνητή -καμιά φορά και του πατέρα- που εξαφανίζεται διακριτικά από την πρώτη κιόλας μέρα των παραστάσεων• ένα πρόσωπο που έχει μάθει να πεθαίνει μέσα στη δημιουργία των άλλων.
Έτσι άρχισε να κυλάει το μυστικό εκείνο ποτάμι: από τον μεγάλο μεταρρυθμιστή, Κονσταντίν Στανισλάφσκι, περνάει από τον Μεγερχόλντ, τον Αρτώ, τον Μπρεχτ, τον Γκροτόφσκι, και φτάνει μέχρι τον Μπάρμπα και τους συνεργάτες του, που για χάρη μας ανακαλύπτουν ξανά, -ή μάλλον αποκαλύπτουν- τις πηγές του θεάτρου.
Το ποτάμι συνεχίζει να κυλάει υπόγεια. Κάθε φορά που εμφανίζεται ένας σημαντικός δημιουργός, η αλυσίδα σπάει, οι αρχές ανατρέπονται, η στάθμη ανεβαίνει απότομα, το ποτάμι εκτρέπεται, οι νόμοι καταργούνται, και η «παράδοση» εξαφανίζεται: χάος. Όλα προς στιγμήν φαίνονται να’ χουν χάσει κάτι από την αρμονία τους και τη φαινομενικά λογική τους συνέχεια.
Ο αληθινός καλλιτέχνης πριν γίνει ο ίδιος κρίκος της αλυσίδας, και πολύ πριν γίνει μύθος και ανδριάντας για τις επόμενες γενιές θα πληρώσει πρώτα το τίμημα της φωτιάς και του σιδήρου, της αναθεώρησης, της αμφιβολίας, της σύγκρουσης και ενίοτε της καταστροφής.
Οι μεγάλοι ερευνητές και δάσκαλοι του θεάτρου του 20ου αιώνα, με κορυφαίο τον Γκροτόφσκι, αρνήθηκαν το θέατρο ως θέαμα, και το δέχτηκαν ως όχημα. Ο Γκροτόφσκι, ως παιδί του Στανισλάφσκι, αλλά και πνευματικός πατέρας ο Εουτζένιο Μπάρμπα, έχοντας μισό-τελειώσει τις σπουδές του στο Κρατικό Ινστιτούτο Θεάτρου της Μόσχας, αποφάσισε πως το θέατρο πρέπει να μετατραπεί σε ναό, και αναζήτησε τις τελετουργικές αρχές του. Αρνήθηκε το θέατρο ως αποκλειστικά και μόνο διασκέδαση, μετέτρεψε τους ηθοποιούς του σε αγίους και εγκαθίδρυσε αρχές. Αναζήτησε τη συνέχεια αντλώντας από τις πηγές, είδε το επάγγελμα σαν μια ιερή αποστολή και απαίτησε απόλυτη αφιέρωση. «Δεν ζητάμε να ανακαλύψουμε κάτι νέο αλλά κάτι ξεχασμένο» είπε. «Κάτι που είναι τόσο παλιό ώστε πια δεν είναι έγκυρη καμία κατάταξη, ούτε ταξινόμηση του σε αισθητικό ρεύμα».
Ακολουθώντας αυτές τις αρχές, άνοιξε ένα μονοπάτι, και έβαλε τις βάσεις για να ερευνηθούν οι πηγές της θεατρικής παράδοσης. Μιας παράδοσης αληθινής, που περνάει από πατέρα σε γιο.
Το θέατρο της Ανατολής, μόνο έτσι κατάφερε να επιβιώσει και να διατηρήσει τους κώδικες αναλλοίωτους μέσα στο χρόνο.
Η ρωσική σχολή από τις αρχές του 20ου αιώνα έβαλε τις βάσεις για το συλλογικό θέατρο, τη σκηνοθεσία ως έκφραση μιας ιερής προσωπικής ανάγκης και την αναβάθμιση του ηθοποιού σε ουσιαστικό δημιουργό.
Με απαρχή τις συζητήσεις του Στανισλάφσκι, οι άνθρωποι του θεάτρου καλούνται να καταργήσουν τα κλισέ και τους αυτοματισμούς. Το θέατρο γίνεται χώρος μύησης, και όπως κάθε μύηση επικυρώνεται στην πράξη, έτσι πραγματική περιουσία του θεάτρου γίνεται η απόλυτη και πλήρης παρουσία των ηθοποιών.
Ο Εουτζένιο Μπάρμπα και οι συνεργάτες του στο θέατρο Οντίν επικεντρώνουν την ερευνητική δουλειά τους ακριβώς στο θέατρο την Ανατολής όπου το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, χωρίς να παύει να είναι προϊόν έμπνευσης, εξαρτάται απόλυτα από τη συνέπεια της εκτέλεσης, την ακρίβεια και τη βαθιά γνώση.
Η τεχνική μοιάζει λίγο σαν την ανακάλυψη της Τροίας. Η μία πόλη βρίσκεται θαμμένη ακριβώς κάτω από την άλλη πόλη. Δουλειά των ανθρώπων του θεάτρου είναι να ξεθάψουν τις πόλεις, να τους ξαναδώσουν ζωή, μετατρέποντας το θέατρο σε πράξη συλλογική, παίρνοντας πάντα το ρίσκο του αβέβαιου αποτελέσματος.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, η σκηνή μετατράπηκε από χώρο θεάματος σε συνεχές εργαστήριο. Οι κώδικες και οι τεχνικές του τελετουργικού θεάτρου, έγιναν σημείο αναφοράς και έρευνας για τη διερεύνηση του πνεύματος και την άσκηση του σώματος του ηθοποιού. Δεν υπάρχει σημείο του ανθρώπινου σώματος που να μην θεωρήθηκε κέντρο από το οποίο να μπορεί να εκπορεύεται ενέργεια και συνεπώς περιεχόμενο.
Η βαθιά κατάρτιση που απαιτεί η σκηνική πράξη, αυτό που εμείς δηλαδή θα λέγαμε «τεχνική», δεν είναι παρά η άλλη πλευρά της ποίησης, είναι ο σπόρος, είναι η προϋπόθεση. Καμία τεχνική δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι το χώμα που θα φυτρώσει η ομορφιά, η συγκίνηση και η ελευθερία. Είναι αυτό που θα παρακολουθεί κανείς, όταν ο ηθοποιός θα μπορεί να είναι απολύτως παρών, σωματικά, πνευματικά και ψυχικά, πάνω στη σκηνή του θεάτρου.
Γιατί εκεί υπάρχει φως.
Λιβαθινός, Στάθης
Μάιος 2008
Εουτζένιο Μπάρμπα – Νικολά Σαβαρέζε. «Η μυστική τέχνη του ηθοποιού – Αρχές Θεατρικής Ανθρωπολογίας», υπό την αιγίδα του Ελληνικού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Θεατρολόγων. Μτφρ. Μαρία Χατζηεμμανουήλ. Αναθεωρημένη έκδοση 2008, ΚΟΑΝ. Εισαγωγή στην ελληνική έκδοση.