Το Εθνικό την πιο ώριμη και ευφάνταστη παράστασή του την κράτησε για το τέλος κι αυτή ήταν η… «πειραματική» του. Το «Αγάπης Αγώνας Άγονος» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, που ανέβηκε στην Πειραματική Σκηνή, στο Γκαράζ, κι επιβεβαίωσε το αστείρευτο και γεμάτο εμπνεύσεις ταλέντο του σκηνοθέτη Στάθη Λιβαθινού.
Αναρωτήθηκα γιατί ανέβηκε στην «Πειραματική» αυτή η παράσταση, η οποία σεβάστηκε απόλυτα το έργο του Σαίξπηρ και ο Λιβαθινός το εκσυγχρόνισε και το ανέδειξε.
Αναρωτήθηκα επειδή στην Κεντρική είδαμε πειράματα με τη μορφή της κακοποίησης, όπως εκείνο το σέρβικο «Δον Ζουάν» του Μολιέρου και στην Επίδαυρο την ανεκδιήγητη «Ορέστεια».
Πόσο χάρηκα το λόγο του Σαίξπηρ, πόσο όμορφα χάιδεψε τα αφτιά μου το ποιητικό κείμενο, τι σπουδαία μετάφραση ήταν αυτή που υπέγραψε ο άγνωστος μου Στρατής Πασχάλης, που δεν άφησε λέξη – στην κυριολεξία! – αναξιοποίητη ποιητικά. Και εξέλιξε κι αυτός το μεταφρασμένο λόγο, που στο συγκεκριμένο έργο μόνο από το Βασίλη Ρώτα είχα πηγή γνωριμίας. Και πως αναδείχτηκε όλη η χάρη της κωμωδίας αφού κωμωδία είναι το έργο. Η χάρη της κωμωδίας και η θεϊκή γραφίδα του Σαίξπηρ, η δύναμη της αγάπης σε ένα παιχνίδι σκηνικό από τα ιερότερα. Διότι, κακά τα ψέματα, σκηνικό παιχνίδι στήνει εδώ ο Ελισαβετιανός. Μα η ποίηση του είναι αυτή που το κάνει αιώνιο, αυτή η απαράμιλλη «υπόθεση» θα έμοιαζε με αποστεωμένη φάρσα.
Ο Λιβαθινός γέμισε την παράσταση με ιδέες και με ευρήματα. Θεωρώ ότι τα δικά του ευρήματα ήταν αυτά που έφτιαξαν προστατευτική ασπίδα για τους ηθοποιούς βάση για να πατήσουν και βάθρο για να αναδειχτούν. Στον καθένα πρόσφερε κι από ένα εύρημα. Θα ήταν άδικο, όμως, να μη δώσω και στους ηθοποιούς κάποιο μερτικό. Και κάτι ακόμα: Είχα δει στην Γερμανία μια πειραματική παράσταση του «Μακμπέθ». Εκεί η σκηνοθέτις δούλευε για τον εντυπωσιασμό και μόνο. Οι δε ηθοποιοί ήταν μετριότητες, που κατέβαζαν το λόγο, στην απόλυτη ισοπέδωση, ίσα ίσα για να αναδειχθεί εκείνη. Στο δικό μας «Πειραματικό» ο σκηνοθέτης δούλεψε για την ουσία οι δε ηθοποιοί ανέδειξαν τα μέρη τους και μας γέμισαν ευφορία. Κυρίως τα αντρικά στελέχη, που ευνοούνται άλλωστε κι από το ίδιο το έργο. Ο Αρμάδο του Βασίλη Ανδρέου ήταν αληθινή ευρηματική δημιουργία, ο Μπιρόν του Γιάννη Μαυριτσάκη γεμάτος ζωντάνια.
Ο Δημήτρης Ήμελλος κι ο Αλέξανδρος Λογοθέτης έπαιξαν κωμικά με μέτρο. Μα εκτός από «προφανείς» έχω να επισημάνω κι άλλους. Τον Νικόλα Παπαγιάννη που μου έκανε εντύπωση η σχέση του με το σώμα του και τον Δημήτρη Παπανικολάου για την υπόγεια κωμικότητα του. Και τα άλλα παιδιά στάθηκαν υπέροχα, και τα κορίτσια της ομάδας δούλεψαν αξιέπαινα κι η Μαρία Ναυπλιώτου είχε όλη τη χάρη μιας πριγκίπισσας. Άριστα στη σκηνογράφο Ελένη Μανωλοπούλου για τις ιδέες της που από το τίποτα έφτιαξε κλίμα.
Ο συγγραφέας
Έγραψε: Μια κωμωδία για την αγάπη και τη σημασία της στη ζωή.
Καριέρα: Το «Αγάπης Αγώνας Άγονος» γράφτηκε το 1593 , πρωτοπαίχτηκε το 1594 και στην βασιλική αυλή το 1597.
Φράση-Κλειδί: Τη διατύπωσε ο Αϊνστάιν «Βάλτε το χέρι σας σε μια καυτή θερμάστρα για ένα λεπτό και θα σας φανεί μια ώρα. Καθίστε δίπλα σε μια όμορφη κοπέλα για μια ώρα και θα σας φανεί ένα λεπτό. Αυτή ακριβώς είναι η σχετικότητα».
21.04.2002, Τιμογιαννάκης Παναγιώτης «Πείραμα – ποίημα», Relax
Για το link πατήστε εδώ