Γωγώ Μπρέμπου: «Η κοινωνία θέλει τις γυναίκες θεματοφύλακες του συντηρητισμού»

Στην ανδαλουσιανή επαρχία μια μάνα καταδικάζει τις κόρες της σε οχτώ χρόνια πένθους. Καταδυναστεύει τα πάθη τους και διαφεντεύει τη μοίρα τους. «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα», το τελευταίο έργο του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, που δεν το είδε ποτέ να παίζεται στη θεατρική σκηνή, ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο του 1936, ένα μήνα πριν ξεσπάσει ο ισπανικός εμφύλιος και δύο μήνες πριν εκτελεστεί ο συγγραφέας από τους απεσταλμένους του Φράνκο. Ένα διαχρονικό έργο, που υφαίνει αριστοτεχνικά πορτρέτα γυναικών, παρουσιάζεται φέτος στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας, σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού. Το tvxs συνάντησε τη Γωγώ Μπρέμπου, μια άλλοτε νύφη του «Ματωμένου Γάμου», που φέτος υποδύεται τη Μαγδαλένα, κόρη της Μπερνάρντα Άλμπα.

Ψυχανεμίζεται ο Λόρκα, μέσω της «Μπερνάρντα Άλμπα», ένα αυταρχικό καθεστώς, που μέλλει να απλώσει τη σκιά του πάνω από την Ισπανία για τις επόμενες δεκαετίες;
Τα απολυταρχικά καθεστώτα προετοιμάζονται χρόνια πριν, όπως έχει δείξει η ιστορία, και εν τέλει αδράττουν την ευκαιρία να παραπλανήσουν ένα βασανισμένο λαό και να διαπράξουν θηριωδίες. Ένα ευαίσθητο μέλος της κοινωνίας, όπως ο Λόρκα, αλλά και εν γένει οι ποιητές, οι καλλιτέχνες και οι πνευματικοί άνθρωποι, δε θα μπορούσε παρά να αφουγκραστεί το τι εκτυλίσσεται στην κοινωνία. Παρόλα αυτά, δε νομίζω ότι έκανε αυτό το θεατρικό έργο για να καταδείξει αυτό που ερχόταν.

Οι γυναίκες είναι πρωταγωνίστριες σε όλο το έργο του Λόρκα: παθητικές ηρωίδες ή μάχιμες;
Οι ηρωίδες του Λόρκα διεκδικούνε τη ζωή, τον έρωτα, την ελευθερία τους, διαμαρτύρονται και είναι ζωντανά κύτταρα. Για μένα, δεν υπάρχει άλλος ποιητής που να έχει «ξεκλειδώσει» τόσο πολύ τη γυναικεία επιθυμία και την ερωτική ελευθερία. Ο έρωτας στο έργο μας βιώνεται ως συμφορά αλλά παραμένει η μόνη αυτοπραγμάτωση των ανθρώπων. Η ερωτική σχέση είναι κάτι απόλυτο, ιερό και μυστικό. Ο Λόρκα εξετάζει πώς, αν δεν αφήσεις τον ορμητικό χείμαρρο της ζωής να ποτίσει τις όχθες, ώστε να ανθίσουν, θα σταματήσει η ζωή, τελικά, να υπάρχει.
Όλες οι ηρωίδες του κοιτάνε κατά πρόσωπο το φόβο τους, το θάνατο, τη στέρηση και τοποθετούνται απέναντι τους. Ήτανε ζητούμενο του σκηνοθέτη μας, του Στάθη Λιβαθινού, στην παράσταση, να φανεί ότι αυτή η αφαίμαξη της ζωτικότητας των κοριτσιών, τις κάνει ακόμα πιο ζωντανές. Ακόμα και από το τίποτα, από μια μικρή δαντέλα που αγοράζουν, προσπαθούν να δημιουργήσουν ζωή.

Η θυματοποίηση του πόθου των γυναικών προέρχεται εντός των τειχών από την Μπερνάρντα, ή από την εξωτερική απειλή της κοινωνίας; Συναντάμε σήμερα τέτοια κλειστοφοβικά «σπίτια» με αφέντρες «Μπερνάρντες», σε πραγματικό ή συμβολικό επίπεδο;
Σε αυτό το έργο, το οποίο είχε χαρακτηριστεί ως «δράμα ανδαλουσιανού ερωτισμού», είναι η σχέση με τη μητέρα, που γεννά τις απαγορεύσεις, οι οποίες έρχονται πάντα εκ των έσω. Οι πρώτες απαγορεύσεις στη ζωή ενός ανθρώπου, αν το καλοσκεφτούμε, προέρχονται από τους γονείς, που κι αυτοί, αναντίρρητα, είναι προϊόν της εποχής τους και των δικών τους κοινωνικών απαγορεύσεων. Και η Μπερνάρντα είναι παιδί μιας άλλης μητέρας. Φυσικά, δεν το δικαιολογώ καθόλου. Αυτό που λέει η Μπερνάρντα ότι «εγώ θα ορίζω τη ζωή μου και τη δική σας» είναι η απόλυτη ύβρις. Δεν ορίζεις τη ζωή κανενός.

Η κάθε γενιά οφείλει στη στιγμή της να κάνει την επανάστασή της. Πιστεύω πάρα πολύ στη σκυταλοδρομία των γενεών και ο κόσμος της Μπερνάρντα δεν είναι δυστυχώς πολύ μακρινός από το δικό μας. Σαν να απαιτούνε όλοι, ακόμα και σήμερα, οι γυναίκες να παραμένουν οι θεματοφύλακες του συντηρητισμού, προσκολλώντας τους πάντα το «σύνδρομο της μητέρας». Η κοινωνία σήμερα θέλει να ελαχιστοποιήσει τη δυναμική των γυναικών, την ορμητική τους διεκδίκηση και δεν αποδέχεται τη γυναικεία επιθετικότητα. Ειδικά στην ελληνική συντηρητική κοινωνία αυτό είναι πολύ φανερό.

Η θωράκιση των ηρωίδων στις προσταγές της κοινωνική τους τάξης παίζει, επίσης, καθοριστικό ρόλο στην αυτοκαταστροφή τους.
Στις πρόβες μας κάποια στιγμή αναρωτήθηκα το εξής: «άραγε οι άνθρωποι όταν εμμένουν στις ιδιότητές τους δε γίνονται εγκληματίες;». Η Πόνθια αφέθηκε στη μοίρα της, ως υπηρέτρια και ανέχεται να την προσβάλλουνε και η Μπερνάρντα δε «χαμηλώνει» ποτέ τη θέση της. Όταν μιλάμε για συναισθηματικές σχέσεις, παιδιά, έρωτα, φιλία και είσαι μόνο η κοινωνική σου ιδιότητα γίνεσαι απάνθρωπος. Για μένα οι άνθρωποι που αξίζουνε είναι αυτοί που είναι έτοιμοι να εγκαταλείψουνε την όποια κοινωνική τους θέση, να γίνουνε ανθρώπινοι και να αντιληφθούνε την κοινή μοίρα των ανθρώπων. Στο έργο η κλιμάκωση έρχεται και με τη συνενοχή των αδερφών, μέσω της σιωπής τους, γιατί είναι δέσμιες της μητριαρχίας. Γεγονός που αποτελεί και σύγχρονο φαινόμενο, μιας και τα παιδιά αργούν πάρα πολύ να κόψουν τον ομφάλιο λώρο από την οικογένεια.

Η κλιμάκωση των παθών τους έρχεται επίσης μέσα από την αντιζηλία, που τρέφουν μεταξύ τους. Οι γυναίκες έχουν αβυσσαλέα πάθη και επειδή δεν τους αναγνωρίζονται, γιγαντώνονται.

Ποια είναι τα ανάγλυφα χαρακτηριστικά της ηρωίδας σου, της Μαγδαλένας; Ποιος είναι ο εσωτερικός της λόγος;
Η Μαγδαλένα είναι ένας από του πιο κρυφούς ρόλους. Ήταν πολύ δύσκολο να ξεκλειδώσουμε τη βιογραφία μιας κοπέλας σαν κι αυτήν, που είναι μια αινιγματική προσωπικότητα. Όταν η υπηρέτρια λέει ότι ήταν η μόνη που πραγματικά αγαπούσε τον πατέρα της, και χρησιμοποιεί ένα τόσο δυνατό ρήμα, σημαίνει ότι η Μαγδαλένα έχει συναισθήματα, ότι κάτι νιώθει. Είναι από τα κορίτσια που δε θα επιτρέψουνε ποτέ στον εαυτό τους να παραδεχτεί ότι έχει δικαίωμα να αγαπήσει κάποιον άλλο εκτός από τον πατέρα της. Από την άλλη, είναι η μόνη που φανερά δεν κακοποιείται από τη μητέρα της και ορθώνει το ανάστημά της. Αναρωτιόμουνα γιατί αρνείται τη μητέρα της…γιατί η άρνηση πολλές φορές είναι μια προσπάθεια επαφής, το να αντιτίθεσαι σε κάποιον ίσως είναι η πιο μεγάλη εκδήλωση τρυφερότητας. Η Μαγδαλένα είναι η πιο τολμηρή εσωτερικά γιατί φωνάζει την αλήθεια.

Το υγρό στοιχείο συμπρωταγωνιστεί μαζί σας στην παράσταση. Αναβλύζει από αυτό ο συμβολισμός της δίψας για ζωή των έγκλειστων γυναικών;
Το νερό είναι η πηγή της ζωής και η γυναίκα βρίσκεται πολύ κοντά στο νερό. Η θάλασσα, που δεν υπάρχει τίποτα πιο ελεύθερο, σε ταξιδεύει και συνδέεται με τον έρωτα. Είναι πολύ ωραίο εύρημα του σκηνοθέτη και της σκηνογράφου, το στάσιμο νερό, το λιμνάζον νερό που βαλτώνει. Τα κορίτσια φέρνουν το νερό, παίζουν μαζί του αλλά αυτό το νερό δεν κυλάει. Ο Λόρκα χρησιμοποιεί, επίσης, πολύ το υγρό στοιχείο. Η Μπερνάρντα λέει χαρακτηριστικά «εδώ δεν υπάρχει τίποτα, ούτε ένα ποτάμι, μόνο πηγάδια», η γιαγιά λέει «πάμε να παντρευτώ στην ακροθαλασσιά». Η νύφη στο «Ματωμένο Γάμο» αναφέρει ότι «εδώ είναι όλα ξερά. Η μάνα μου κράταγε από ένα μέρος, που ήταν γεμάτο περιβόλια και νερά». Τα φυσικά στοιχεία στην παράσταση σού δίνουνε μεγάλη χαρά όταν συνυπάρχουν στη σκηνή μαζί σου.

Ο Λόρκα είχε πει πως «Το θέατρο είναι (…) το βαρόμετρο που δείχνει την ακμή και την παρακμή μιας χώρας». Είναι σήμερα το θέατρο σημαντική ψηφίδα της ζωής μας;
Θεωρώ πως είναι κάτι πολύ παραπάνω από μία μεμονωμένη ψηφίδα. Από τη δημιουργία του το θέατρο είναι ένας ιερός χώρος, που συναντάς τη ζωή στη συμπύκνωσή της και πάντα απορροφά και ξαναβγάζει στη σκηνή τους κραδασμούς της κάθε εποχής. Για μένα είναι η πιο ανθρώπινη από τις τέχνες. Γίνεται από τους ανθρώπους για τους ανθρώπους με τη φυσική παρουσία των ανθρώπων. Σαν τον έρωτα, για να τον ζήσεις πρέπει να είσαι εσύ και ο άλλος. Έτσι και το θέατρο θέλει δύο ζωντανά σώματα. Το θέατρο πας πάντα να το συναντήσεις, σαν ερωτικό ραντεβού.

Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός
Μετάφραση: Έφη Γιαννοπούλου
Σκηνικά – κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Παίζουν : Μπέττυ Αρβανίτη, Σμαράγδα Σμυρναίου, Αννέζα Παπαδοπούλου, Τζίνη Παπαδοπούλου, Γωγώ Μπρέμπου, Εκάβη Ντούμα, Κόρα Καρβούνη, Λουκία Μιχαλοπούλου

12.11.2010, Τσιροπούλου Τζένη «Γωγώ Μπρέμπου: Η κοινωνία θέλει τις γυναίκες θεματοφύλακες του συντηρητισμού»,www.tvxs.gr

 

Για το link πατήστε εδώ